"Αρχιτεκτονικές" Σκέψεις
Η αρχιτεκτονική είναι το παιχνίδι του φωτός με την πένα...
06 Μαΐου 2008, 00:49
αναμνήσεις σε τρίτο πρόσωπο - ο χάρτης και άλλες ιστορίες 3
αρχιτεκτονική  ξάδερφος  τζιν  

Πρώτο σύμπτωμα: τα γόνατά του κόπηκαν ξαφνικά. Δεύτερο σύμπτωμα: Η αλλαγή της χρωματικής του αντίληψης. Τρίτο σύμπτωμα: Η απόφραξη του πολυβασανισμένου εγκεφάλου του. Άνοιξε την πόρτα της τουαλέτας. Υπό τη μαγική επήρεια του THC κατάφερε να επιβραδύνει το χρόνο. Με μια θεαματική κίνηση τακτοποίησε τη μυθική φράντζα του. Το βλέμμα του καρφώθηκε χωρίς καμία καθυστέρηση στη γυναίκα. Η γυναίκα έστειλε την ηλεκτρική της ματιά πάνω του. Και ήταν για μια μόνο στιγμή που οι παλμοί της διασταύρωσης των ματιών τους προκάλεσαν ταραχή σε μια χαρτοπετσέτα που κυμάτισε και πέταξε σε απόσταση δύο εκατοστών από το τραπέζι, ενώ ένας μύλος πιπέρι περιστράφηκε μόνος του, αφήνοντας τους φρεσκοσπασμένους κόκκους του στο λευκό τραπεζομάντιλο. Με βήμα κάθε άλλο παρά συγκεντρωμένο, μέσα σε μια πανδαισία χρωμάτων ενός μέχρι τώρα αδιάφορου εστιατορίου, ο αρχιτέκτονας ξαναπήρε τη θέση του απέναντι από τη Louise. “Allors?” του είπε και εκείνος την κοίταξε λοξά καθώς, με ανανεωμένη την όρεξη (και τη γεύση), μονομαχούσε με το μοναχικό του φιλέτο.

“Έπρεπε να ελέγξω εάν κάποια χρήσιμα πράγματα ήταν στη θέση τους” είπε, μη γνωρίζοντας τι ακριβώς εννοούσε.

“Και λοιπόν;”

“Για να διαπιστώσω επιστρέφοντας πως κάποια άλλα δεν είναι στη θέση τους...” και πριν προλάβει να τελειώσει τη φράση του άρχισε να αναρωτιέται ξανά για τον μικροεπεξεργαστή αυτής της γυναίκας, αφού το πόδι της βρισκόταν ξανά, απαλλαγμένο από οποιαδήποτε υπόδηση, πάνω στο δικό του.

Το νευρικό του σύστημα, κλονισμένο από την τοξική ουσία που κυλούσε στο αίμα του, αντέδρασε απότομα, και μια επικίνδυνη ροή υγρών τάραξε το σώμα του. Η Louise του έκλεισε αστραπιαία το μάτι και γύρισε προς τους υπόλοιπους συναδέλφους και την κουβέντα τους. Ο αρχιτέκτονας την ακολούθησε, χωρίς να γνωρίζει πως μέσα στα επόμενα λεπτά θα μάθαινε πράγματα που θα άλλαζαν τις τόσο στιβαρές θεωρίες του για τη ζωή... και τη διασημότητα. Η Laura, ο Antoine και η Natalie συζητούσαν για τα αρχιτεκτονικά δρώμενα στην Ελλάδα. Τη συζήτηση αυτή μπορούσε να την αντέξει. Εκείνο που τον χτύπησε τόσο απότομα, σαν κοπάδι από μέλισσες σε τηλεφωνικό θάλαμο της Νέας Ορλεάνης, ήταν η αναφορά τους στο όνομα του ξαδέρφου του.

Εκείνος. Σε αρχιτεκτονικό επίπεδο αντιπροσώπευε ό,τι απεχθανόταν. Ήταν η περίπτωση του αρχιτέκτονα εργολάβου, των μεγάλων έργων που σχεδιάζονται και υλοποιούνται με την τεχνική του facon, με αποτέλεσμα μια αρχιτεκτονική σχεδόν ανώνυμη, άχρωμη και αδιάφορη. Με τις δημόσιες σχέσεις στα μπαρ του Κολωνακίου, τα δείπνα πάνω από άθλια μαγειρεμένα γαλλο-ελληνικά πιάτα μετά από σουβλιστά αρνιά το Πάσχα στο χωριό. Ήταν βλάχος. Και σαν να μην έφτανε μόνο αυτό ήταν κοντός και χοντρός.

Αλλά ήταν ξάδερφός του. Τον ένιωθε κοντά του. Υπήρχε κάτι που τους έφερνε κοντά. Χωρίς να έχουν τίποτα κοινό, πέρα από εκείνη τη μανία για την αρχιτεκτονική που κληρονόμησαν από την τρελή θεία τους. Μια μανία που είχε εκδηλωθεί τόσο διαφορετικά, για να τους φέρει τόσες φορές σε δημόσια αντιπαράθεση. Καυγάδες επί καυγάδων κάθε φορά που ο αρχιτέκτονας γύριζε για λίγο στην πατρίδα του. Καυγάδες σε κάθε οικογενειακή συνάντηση στο χωριό. Αλλά και τόσες κοινές αναμνήσεις, γυναίκες, μεθύσια, ναρκωτικά, ειδικά κατά τη διάρκεια των σπουδών τους στο άλλοτε μεγάλο ΕΜΠ.

Και τώρα, άκουγε τους Γάλλους συναδέλφους του να μιλάνε με τόσο ενθουσιασμό για εκείνον και το έργο του. Ευτυχώς που είχε καπνίσει εκείνο το τσιγάρο, ευτυχώς που είχε χαλαρώσει, γιατί δεν φανταζόταν πως θα είχε αντιδράσει... Αυτή τη φορά όμως, απόλυτα ήρεμος και νηφάλιος, αρκέστηκε στο να ανακοινώσει στην παρέα του ότι είναι ξάδερφος του, δίνοντας περισσότερη τροφή σε μια συζήτηση που κάθε άλλο παρά πεινασμένη δεν ήταν. Και που αν μπορούσε να μιλήσει θα τους ζητούσε λίγο φιλέτο και όχι αυτά που οι αρχιτέκτονες συνηθίζουν να την ταΐζουν. Γιατί οι αρχιτέκτονες έχουν τη τάση να τροφοδοτούν το περιβάλλον τους με ανιαρές πληροφορίες, άνοστες σαν βραστό κοτόπουλο νοσοκομείου, ή καλύτερα σαν ένα τζιν τόνικ χωρίς το τζιν.

 

[συνεχίζεται]

- Στείλε Σχόλιο
01 Μαΐου 2008, 21:29
αναμνήσεις σε τρίτο πρόσωπο - ο χάρτης και άλλες ιστορίες 2
Louise  

Περιμένοντας το φαγητό και τη fanta του έριχνε κλεφτές ματιές στους συναδέλφους του. Η Laura, μια ισπανίδα μεγαλωμένη στη Γαλλία, γνωστή αρχιτέκτων-designer, ο Antoine, πρόεδρος του τοπικού συλλόγου αρχιτεκτόνων, η Natalie, καθηγήτρια της αρχιτεκτονικής σχολής στον τομέα της Πολεοδομίας και η Louise, καθηγήτρια στον τομέα της Νανοτεχνικής. Η κατάσταση άρχισε να τον κουράζει. Το παγωμένο στυλ που προσπαθούσε να διατηρήσει ήταν ψυχοφθόρο. Μετάνιωσε για τη fanta και σκέφτηκε λίτρα γαλλικό κρασί να κυλάνε μέσα του σαν βροχή που πέφτει μια Τρίτη βράδυ στους δρόμους του Παρισιού. Έπρεπε να χαλαρώσει και έπρεπε να το κάνει άμεσα. Επιστεγάζοντας τον κάθε του τρόμο ήρθε η διαπίστωση ότι έβρισκε τη Louise ιδιαιτέρως νόστιμη, ίσως όχι όσο το φιλέτο που περίμενε, αλλά νόστιμη, σίγουρα όσο μια φλοίδα τρούφας πάνω σε χειροποίητα ζυμαρικά στην Βόρεια Ιταλία. Έπρεπε να χαλαρώσει. Σκέφτηκε τη μικρή δόση marijuana που φύλαγε πάντα μέσα στην τσέπη του. Σκέφτηκε την τουαλέτα. Σκέφτηκε χίλιους τρόπους για να την καπνίσει. Σκέφτηκε την απουσία του από το τραπέζι για λίγα λεπτά. Σκέφτηκε τους φίλους του και τα τσιγάρα τους. Σκέφτηκε τη Louise. Και σταμάτησε να σκέφτεται, όχι γιατί το ήθελε, αλλά γιατί μπροστά του παρουσιάστηκε το πιάτο με τη σαλάτα του. Μύρισε τον αέρα. Μπορούσε να δει μπροστά του υλοποιημένη τη μυρωδιά του τυριού, σε μορφή γαλαζοπράσινων καπνών να αιωρείται πάνω από το πιάτο. Αρκούμενος σε ένα κοφτό “Καλή όρεξη” τοποθέτησε το αριστερό του χέρι στο πιρούνι και το δεξί στο μαχαίρι. Οι συνάδελφοί του έκαναν το ίδιο. Τα χέρια του οδήγησαν το μαχαιροπίρουνο απ' ευθείας στο τυρί. Με γρήγορες και επιδέξιες κινήσεις έκοψε το πρώτο μικρό κομμάτι, το συνδύασε με λίγο μαρούλι και άρχισε την κίνηση προς το στόμα του. Ενώ η μπουκιά βρισκόταν ήδη σ' αυτήν την τέλεια τροχεία, που μόνο μια τριτοβάθμια εξίσωση μπορούσε να περιγράψει, συνέβη κάτι που τον έκανε να παγώσει. Ένα γυμνό πόδι χάιδευε το δικό του κάτω από το τραπέζι. Τον ακουμπούσε στη γάμπα, στο γυμνό σημείο πάνω από την κάλτσα. Και η λέξη “ακουμπούσε” είναι λίγη για να περιγράψει εκείνες τις κινήσεις, εκείνο το δέρμα, εκείνο το υπέρμετρα ερωτικό άγγιγμα. Κατάφερε να υπερνικήσει την αόρατη δύναμη που σταμάτησε το χέρι του για να βάλει με επιτυχία τη μπουκιά στο στόμα. Καθώς άρχισε ανόρεχτα να μασάει, ένιωσε τα χέρια του να παγώνουν, τα πόδια του να μουδιάζουν, τη σπονδυλική του στήλη να σείεται από χιλιάδες μεγαβάτ ηλεκτρικού ρεύματος. Προσπάθησε με δυσκολία να σηκώσει το βλέμμα του από το πιάτο για να συνειδητοποιήσει πως απέναντί του καθόταν η Louise, που αυτή τη στιγμή μιλούσε γελώντας με τον Antoine. Σε κλάσματα δευτερολέπτου παρατήρησε τα μάτια της, τους ώμους της, το φόρεμά της, το στήθος της. Κατάπιε τη μπουκιά χωρίς να τη μασήσει τελείως. Από παλιά άκουγε πως οι γυναίκες λειτουργούν σαν μικροεπεξεργαστές multitasking αλλά αυτή εδώ μπροστά του πρέπει να δούλευε σαν τους νέους 256-bit AMD. Οι κινήσεις της πάνω από το τραπέζι έρχονταν σε απόλυτη αντίθεση με το πάθος του ποδιού της. Ίσως να τη βοηθούσε η ιδιότητα της Νανοτεχνικής; Ίσως τα μαθηματικά που εκείνος ποτέ δεν κατάλαβε; Ότι και να ήταν αυτό, έπρεπε να κάνει κάτι γρήγορα. Ρισκάροντας, άρχισε να σηκώνεται, ανακοινώνοντας στους συναδέλφους τη σύντομη επίσκεψή του στην τουαλέτα. Μη μπορώντας να κάνει αλλιώς το βλέμμα του οδηγήθηκε στη Louise. Και εκείνη τη στιγμή, που διήρκεσε γύρω στα 221 δευτερόλεπτα, ή του φάνηκε πως διήρκεσε 221 δευτερόλεπτα, είδε τα μάτια της να στρέφονται προς αυτόν, ακολουθώντας τον στην ανοδική του πορεία από την καρέκλα προς την όρθια στάση. Το κεφάλι της έμεινε ακίνητο και τα μάτια της άγγιξαν το ανώτατο όριο συστροφής του ανθρώπινου βολβού. Η απόλυτα ερεθιστική εικόνα της γυναίκας που γυρίζει τα μάτια προς τα πάνω για να κοιτάξει τον άντρα ήταν μπροστά του. Και καθώς βρισκόταν σε μια κατάσταση που μόνο πιο άβολη μπορούσε να γίνει, η Louise, κοιτώντας τον στα μάτια, τον ρώτησε χαμογελώντας “και... τι πάτε να κάνετε στην τουαλέτα;”, με μια ερωτική αυθάδεια που μόνο μια γαλλίδα που ήξερε απ' έξω όλους τους τύπους γρατζουνιάς του Κάμα Σούτρα θα μπορούσε να έχει. Αστραπιαία σκέφτηκε όλες τις πιθανές απαντήσεις. Η απάντηση “πάω να κατουρήσω” απορρίφθηκε αμέσως, άλλωστε δεν ήταν αλήθεια. Παρομοίως και το “πάω να καπνίσω λίγο χασίς, θέλεις να έρθεις μαζί μου;”. Το πιο ρεαλιστικό θα ήταν το “πάω να την παίξω, θέλεις να με βοηθήσεις;”. Το απέρριψε κι αυτό, δεν ένιωθε τόσο άνετα με άλλη μια καθηγήτρια πανεπιστημίου και ένα πρόεδρο συλλόγου. Καταφέρνοντας να ξεπεράσει κάθε ψυχρό βλέμμα που διατηρούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή, χαμογέλασε έξυπνα κλείνοντας το μάτι στη Louise, φεύγοντας για την τουαλέτα χωρίς να πει λέξη. Όπως κάθε αρχιτέκτονας που σέβεται τον εαυτό του, είχε ήδη μαντέψει που βρίσκονταν οι τουαλέτες. Ξεφύσηξε και έτρεξε στο νιπτήρα. Πλύθηκε με κρύο νερό. Έβγαλε από την τσέπη του το χασίς και τα τσιγάρα. Κλείδωσε την πόρτα. Έτριψε την άκρη του τσιγάρου μέχρι να φύγει λίγος καπνός. Προσεκτικά τοποθέτησε στη θέση του καπνού όσο περισσότερο χασίς μπορούσε. Με την άκρη του ψεύτικου Montblanc του το έσπρωξε προς τα μέσα. Έβγαλε τον bic αναπτήρα από την άλλη τσέπη. Άναψε το υβριδικό του τσιγάρο τραβώντας 3-4 δυνατές ρουφηξιές. Γαλάζιος καπνός γέμισε την τουαλέτα. Πέταξε το τσιγάρο στη λεκάνη και τράβηξε το καζανάκι. Ήδη ένιωθε καλύτερα.

 

[συνεχίζεται]

- Στείλε Σχόλιο
29 Απριλίου 2008, 00:26
αναμνήσεις σε τρίτο πρόσωπο - ο χάρτης και άλλες ιστορίες
χάρτης  αρχιτεκτονική  λογοτεχνία  μυθιστόρημα  

Ο αρχιτέκτονας κοίταξε το ρολόι του. Αγορασμένο από μια πανάρχαιη στοά της Αγ. Πετρούπολης το ρώσικο αυτό μηχάνημα δεν τον είχε προδόσει πότε τα τελευταία 13 χρόνια. Επιχρυσωμένο, με αυτόματο μηχανισμό 19 τεμαχίων, άξιζε τα 3 ευρώ που είχε σπαταλήσει το 2003. Περπάτησε με σταθερό και αποφασισμένο βήμα προς τη στάση του μετρό Massena. Το μετρό θα τον οδηγούσε κάτω από τον Rhone, στη στάση Hotel De Ville. Στις 11.25. στο δημαρχείο της πόλη θα παρουσίαζε το νέο κτίριο που σχεδίασε για λογαριασμό του δήμου, ένα κτίριο στην παλαιά βιομηχανική περιοχή του Perrache, που θα στεγάσει το Μουσείο Πυριτίου της πόλης. Επιτάχυνε το βήμα του καθώς η ώρα ήταν ήδη 11:33. Η καθυστέρηση δεν ήταν γι' αυτόν ένα πρόβλημα. Είχε περάσει αρκετά χρόνια από τη ζωή του κτίζοντας τον προσωπικό του μύθο, ένα μύθο που κατάφερνε να πλασάρει στους πελάτες του. Από τώρα μπορούσε να φανταστεί τα βλέμματα των ακροατών να κοιτάζουν τον καθυστερημένο διάσημο έλληνα αρχιτέκτονα τη στιγμή που μπαίνει στην αίθουσα. Κατέβηκε τα σκαλιά του σταθμού γεμάτος αυτοπεποίθηση και φυσικά πήδηξε πάνω από τις μπάρες ελέγχου εισητηρίων. Το μέτρο δεν καθυστέρησε να περάσει και στις 11:42 ανέβαινε τα σκαλιά που οδηγούν στην πλατεία του δημαρχείου. Το βλέμμα του καρφώθηκε για άλλη μια φορά στο κτίριο του Jean Nouvel. Στο μυαλό του ήρθε η εικόνα του κοντού βετεράνου γάλλου αρχιτέκτονα που ακόμα και τώρα κατάφερνε να παίρνει τους διαγωνισμούς μέσα απ' τα χέρια του. Σκέφτηκε για πολλοστή φορά το θέμα της εντοπιότητάς του. Ή μάλλον της μη-εντοπιότητας του. Σκέφτηκε για πολλοστή φορά το ενδεχόμενο επιστροφής του στην Ελλάδα, εκεί που "ανήκει", για μια πιθανότητα να γίνει ακόμα πιο μεγάλος. Κοίταξε τις γάμπες μια γαλλίδας μερικά μέτρα μπροστά του, καταφέρνοντας ταυτόχρονα να διώξει από το μυαλό του τις ανόητες αυτές σκέψεις. Διέσχισε την πλατεία για να περάσει βιαστικά την είσοδο του δημαρχείου, κατευθύνοντας τα βήματά του προς την αίθουσα εκδηλώσεων. Η είσοδός του στο χώρο ήταν πιο θριαμευτική απ' ότι είχε φανταστεί. Παρά την καθυστέρησή του ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος και χειροκρότησε. Το κοινό αποτελούνταν κυρίως από φοιτητές αρχιτεκτονικής της τοπικής σχολής, στην πλειοψηφία τους γένους θηλυκού. Μετά από τις τελευταίες του φωτογραφίσεις στο γαλλικό Maxim, οι γυμνασμένοι μυς του αρχιτέκτονα ήταν κοινό μυστικό που αρκούσε από μόνο του για να τραβήξει στην παρουσίαση όλο σχεδόν το γυναικείο πληθυσμό της σχολής. Παρά το χειροκρότημα, κατάφερε να κρατήσει το πρόσωπό του αφύσικα ανέκφραστο και παγωμένο, όπως συνήθιζε σε κάθε δημόσια εμφάνιση. Κατευθύνθηκε προς το βήμα, όπου με γρήγορες και σταθερές κινήσεις συνέδεσε στον προτζέκτορα το IBM laptop του. Το κομπιούτερ του τράβηξε αμέσως τα βλέμματα. Επρόκειτω για ένα παλιό μηχάνημα, αφού η IBM είχε σταματήσει να κατασκευάζει φορητούς από το 2004. Παρόλα αυτά το μηχάνημα είχε κάτι το παράξενο, κάτι το ξεχωριστό. Ο αρχιτέκτονας, θέλοντας για τραβήξει για άλλη μια φορά τα βλέμματα, είχε ανακαλύψει αυτό το εξαιρετικό μοντέλο του 1992, το πρώτο φορητό της IBM, το thinkpad700c. Με επεξεργαστή 486SLC στα 25 MHz και 120Mb σκληρό δίσκο, το laptop αυτό ήταν ό,τι καλύτερο είχε να αναδείξει η εποχή εκείνη. Θυμήθηκε τι στιγμή που το μάζευε από εκείνο τον κάδο σκουπιδιών, στο ανατολικό LA το 2012. Η οθόνη "καλωσορίσματος" των windows 95 φάνηκε στο πανί προβολών. Με την άκρη του ματιού του πρόσεξε τους απορημένους θεατές, κάποιοι από τους οποίους δεν είχαν καν γεννηθεί το 1995. Έκανε διπλό κλικ στο εικονίδιο, παύση 8 δευτερολέπτων μέχρι να φορτώσει η πρώτη διαφάνεια, πήρε μια αναπνοή με το στομάχι, όπως τον είχε συμβουλεύσει ο δάσκαλος ορθοφωνίας, και άρχισε να μιλάει.
Το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Η ομιλία τέλειωσε και εκείνος, ανέκφραστος όπως πάντα, περίμενε το τέλος των χειροκροτημάτων. Κοίταζε την οθόνη προβολών. Η τελευταία διαφάνεια δεν ήταν αφιερωμένη στο Νέο Μουσείο που σχεδίασε. Στην οθόνη φαινόταν ένα πολυώροφο γυάλινο κτίριο. Ήταν μια εικόνα από τη σπουδαστική διπλωματική του εργασία, το 2003. Μια νέα, διαφορετική εκκλησία στη Θεσσαλονίκη. Ένα project που εδώ και λίγο καιρό αποτελούσε τον επίλογο κάθε ομιλίας του. Από τότε που η εκκλησία απέρριψε την πρότασή του, αποφάσισε να το προβάλει σε όλο τον κόσμο, προσπαθώντας να δώσει δημοσιότητα σε ένα θέμα που θα άνοιγε το δρόμο της επιστροφής του στην Ελλάδα. Τα χειροκροτήματα κόπασαν και το βλέμμα του τράβηξαν τα μάτια μιας νεαρής γαλλίδας που τον κοιτούσε επίμονα. Σκεπτόμενος πως δεν έχει καιρό για "τέτοια" τράβηξε γρήγορα τα μάτια του προσπαθώντας να μην φανερώσει τη στιγμιαία ευαισθησία του. Μάζεψε το ΙΒΜ και κατέβηκε από το βήμα για να δεχθεί με ένα τέλειο πλαστικό χαμόγελο τα συγχαρητήρια των γάλλων συναδέλφων του. Ο πρόεδρος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων της πόλης του ανακοίνωσε πως είχαν κανονίσει προς τιμήν του τραπέζι σε ένα από τα παλαιότερα και φημισμένα εστιατόρια του μεσαιωνικού κέντρου. Το εστιατόριο ήταν κόντα και γρήγορα βρέθηκε να κάθεται αναπαυτικά σε μια πανέμορφη καρέκλα του 1933, προϊόν σχεδιασμού του Walter Gropius. Με κομψές κινήσεις έβγαλε από πάνω του το σακάκι, αφήνοντας σε κοινή θέα το αγαπημένο του φθαρμένο πουλόβερ, εκείνο με την τρύπα στη δεξιά μασχάλη. Έβγαλε από την εσωτερική τσέπη το αγαπημένο του πακέτο, Παπαστράτος Classic Lights και άναψε ένα τσιγάρο πριν μπει κι αυτός, επιθετικά σχεδόν, στην κουβέντα που είχαν αρχίσει οι συνάδελφοί του. Παρήγγειλε τα αγαπημένα του πιάτα, μια σαλάτα με τυρί chevre και ένα βοδινό φιλέτο, σχεδόν ωμό. Για ποτό πήρε μια fanta με ανθρακικό, γεγονός που εξέπληξε τους γάλλους συναδέλφους του, αλλά και το σερβιτόρο που φάνηκε να βγαίνει έξω από το μαγαζί, κατευθυνόμενος προς το κοντινότερο minimarket.

 

[συνεχίζεται]

- Στείλε Σχόλιο
Συγγραφέας
nkaradimas
Νικόλαος Καραδήμας
Αρχιτέκτων
από ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΚΕΝΤΡΟ


Περί Blog
blogs.musicheaven.gr/nkaradimas

Κείμενα περί την αρχιτεκτονική

Tags

Louise αρχιτεκτονική ξάδερφος τζιν χάρτης λογοτεχνία μυθιστόρημα

Γίνε επίσημος αναγνώστης!

Πρόσφατα...
Δημοφιλέστερα...

    Αρχείο...

    Links