Το πρωταρχικό ερώτημα δεν θα έπρεπε να είναι -κατά τη γνώμη μου- ΑΝ ΑΞΙΖΕΙ να δείχνουμε, αλλά ΑΝ ΘΕΛΟΥΜΕ να επικοινωνούμε τα συναισθήματά μας στους άλλους, ως ένα μέρος της βασικής μας ανάγκης να εκφράζουμε τον αληθινό μας εαυτό. Αυτό το τελευταίο ΔΕΝ βασίζεται στο ΤΙ ΜΑΣ ΣΥΜΦΕΡΕΙ ή στο ΑΝ ΑΞΙΖΕΙ να είμαστε ή να εκφραζόμαστε κάπως, αλλά στο τι μας κάνει να νιώθουμε πραγματικά καλά και αληθινοί, άσχετα από το αν αυτό σημαίνει κάποιες φορές στεναχώρια, ματαίωση, απογοήτευση, πόνο κ.λ.π.
Αν αποκλειστικός σκοπός της ζωής μας ήταν να λειτουργούμε με βάση το τι μας κάνει να νιώθουμε ευφορία ή το τι αξίζει, τότε θα στερούσαμε τον εαυτό και τη ζωή μας την ίδια τη δυνατότητα εξέλιξης και ωρίμανσης και το αληθινό μέτρο του να μπορούμε να αξιολογούμε και να εκτιμούμε πραγματικά ό,τι μας κάνει να αισθανόμαστε αυθεντικά καλά χωρίς αποκλεισμούς και αποφυγές βασικών εκβάσεων της ίδιας της ζωής και των ανθρωπίνων σχέσεων.
Σύμφωνα με το σκεπτικό σου, αν ΔΕΝ της είχες μιλήσει, μπορεί να μην είχες ματαιωθεί με τον τρόπο που ματαιώθηκες, σίγουρα όμως θα ματαιωνόσουν διαφορετικά αργότερα, σκεπτόμενος το τι πιθανόν έχασες που ΔΕΝ της μίλησες και το τι όμορφα που μπορεί να ήταν αν της είχες μιλήσει, και τότε θα τάβαζες με τον εαυτό σου και ΔΕΝ θα αισθανόσουν καλά μαζί του. Θα είχες στερήσει, επίσης, τον εαυτό σου την ευκαιρία να τολμήσει, να δοκιμάσει τα όρια και τα θέλω του, να αντιμετωπίζει ενεργητικά και όχι αμυντικά και παθητικά τη ζωή, σκεπτόμενος συνεχώς τα ωφέλη σε άμεσο ανταποδωτικό επίπεδο...