τι θα λέγατε για ένα ομαδικό παραμύθι ή διήγημα...? ο καθένας θα συμπληρώνει τη δική του συνέχεια και είμαι σίγουρη ότι θα βγει κάτι πολύ όμορφο...
λέω ν'αρχίσω εγώ και όσοι ενδιαφέρονται να το συνεχίσουν ευπρόσδεκτοι, ο καθένας όσο θέλει και μπορει..
"κάποτε ήταν ένα αγόρι τόσο σιωπηλό..αλλά που εκτιμούσε τη ζωήπερισσότερο από εμάς τους υπόλοιπους γιατί άκουγε και τη σιωπή των άλλων..κάποτε όμως δεν άντεχε άλλο την αποπνικτική εικόνα των τεσσάρων τοίχων.. έξω ο ήλιος να του γελά... και αποφάσισε να φύγει.. άρπαξε μερικά πράγματα και βγήκε έξω.. κοίταξε τον ήλιο και του γέλασε ύπουλα, λέγοντας του μυστικά πως θα τον φτάσει..και ζαλισμένος από το φως απλά άρχισε να περπατά μην ξέροντας που θα τον φτάσει ο δρόμος..
καθώς προχωρούσε.......
η συνέχεια δική σας...
ο άνεμος έφερε ένα χαρτί στα χέρια του, το διάβασε φωναχτά:
να μάθεις να είσαι ευτυχισμένος όπου σταθείς κι όπου βρεθείς...
Το αγόρι σήκωσε τους ώμους, έβαλε το χαρτί στην τσέπη του και συνέχισε το δρόμο του... ώσπου βρέθηκε σε ένα σταυροδρόμι...
Καθώς στεκόταν δίβουλος,μήν ξέροντας ποιό δρόμο νά ακολουθήση,παρουσιάστηκε μπροστά του ένας γέροντας καί τού είπε "νά πάρης εκείνο το δρόμο που θά σού πή το χαρτί που έχεις στην τσέπη σου"...
..Το αγόρι στάθηκε στη μέση του δρόμου, έβαλε το χέρι του στην τσέπη και έβγαλε το χαρτι που του ειχε φέρει ο άνεμος. Εκλεισε τα ματια και σήκωσε τα χέρια του ψηλά ανοίγοντας τις παλάμες του..Να σου πάλι, ο καλός του φίλος ο άνεμος, αυτός που ποτέ δεν τον πρόδωσε..πήρε το χαρτί απο τα χερια του, του δωσε φτερά και το αφησε να πετάξει προς το δρομάκι που οδηγούσε προς τη μεγάλη λίμνη.. Το αγόρι άνοιξε τα μάτια, χαμογέλασε, και κίνησε για τη λίμνη..
Θυμήθηκε ότι ο δρόμος για την λίμνη ήταν μεγάλος και δύσκολος. Στο χωρίο του τις Κυριακές μαζεύονταν όλοι οι κάτοικοι για να διηγηθούν ιστορίες από εποχές άλλες ... παλιές ... και μυστήριες. Οι θρύλοι είχαν την τιμητική τους. Θυμήθηκε έναν από αυτούς που μιλούσε για την λίμνη. Πριν από 600 χρόνια...
Ο ήλιος που έδυε είχε ήδη αρχίσει να χρωματίζει τα ήρεμα νερά της λίμνης με αποχρώσεις μαβί και πορτοκαλί...Το αγόρι ξάπλωσε μέσα στις γιγάντιες καλαμιές που περιστοίχιζαν τη λίμνη και ρούφηξε με όλη τη δύναμη της ψυχής του την ομορφιά της γαλήνης που δέσποζε ολόγυρά του...Μα ξάφνου, μια ομάδα από κύματα σαν να ήρθε από το πουθενά τάραξε την ησυχία της λίμνης και το αγόρι είδε σιγά-σιγά να ξεπροβάλλει στην επιφάνεια ένα ζευγάρι ολοφώτεινα μάτια. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα διαπίστωσε πως πρόκειται για ένα δράκο...ένα δράκο από αυτούς που δεν βγάζουν φωτιά για την πλάκα τους, που αναγνωρίζουν τον άνθρωπο που είναι αδερφός τους και μάχεται πάντα για το καλό της ανθρωπότητας, που γίνονται φύλακες-άγγελοι. Αυτός ο δράκος είδε στα μάτια του παιδιού την ίδια λάμψη με αυτήν που έχουν οι ήρωες και του χάρισε για αντάλλαγμα μια ανεπανάληπτη πτήση μέσα στα βελούδινα σύννεφα του ουρανού: ο άνεμος εκεί πάνω ήταν γλυκός και τα φτερά του δράκου συνέθεταν μια μελωδία που όμοιά της δεν είχε ξανακούσει...τόσο τέλειος συγκερασμός όλων των ήχων που υπήρχαν και δεν υπήρχαν ως εκείνη τη στιγμή! Το αγόρι εκείνη τη στιγμή κοιτώντας πόσο μικρά φάνταζαν όλα από εκεί ψηλά στη ράχη του φίλου του σκέφτηκε:''τελικά αξίζει να ονειρεύεσαι..."
... αλλά πάνω απ' όλα αξίζει να ζεις! Κι αυτό που ζούσε δεν ήταν παραμύθι, δεν ήταν όνειρο, ήταν ό,τι είχε επιθυμήσει περισσότερο. Και αυτό που επιθυμείς περισσότερο το ξέρουν οι καλές νεράιδες, και σου στέλνουν πάντα έναν δράκο για να σε οδηγήσει εκεί. Στον τόπο που έχεις επιθυμήσει περισσότερο...
… ξαφνικά νιώθει τον δράκο να χάνει ύψος. Από κάτω έβλεπε μια μικρή πολιτεία να γίνετε όλο και πιο μεγάλη καθώς κατέβαιναν όλο και πιο κάτω. Πιο κοντά στην πολιτεία αλλά και πιο μακριά από τα σύννεφα. Στην αρχή το αγόρι δεν ήθελε να τελειώσει αυτό το υπέροχο ταξίδι. Φοβήθηκε πως δεν θα ήταν τόσο ωραία κάτω στην πολιτεία. Όταν προσγειώθηκαν όμως τελικά διαπίστωσε πως είχε άδικο και δεν είχε κανένα λόγο να φοβάται…
ο δράκος αλλάζοντς μορφή έγινε ένας γεράκος, ρυτιδιασμένος αλλά χαμογελαστός και το μόνο που ήταν το ίδιο τα μάτια να σπινθιροβολούν και η καρδια.. και τότε του αποκάλυψε το πιο μεγάλο μυστικό, της ζωής.. ότι.......
..."ότι δεν υπάρχουν μυστικά. Όλα βρίσκονται μέσα στην καρδιά μας κι αρκεί μονάχα να κλείσουμε τα μάτια μας και να ανοίξουμε χωρίς φόβο εκείνα της ψυχής μας." Και ο γέροντας εξαφανίστηκε, έτσι απλά, μαγικά.
Ο νέος μας, όμως, συνέχισε το δρόμο του...
Είχε βραδυάσει όταν το αγόρι μπήκε σέ μιά μεγάλη πολιτεία.Τά φώτα στους δρόμους ήταν ελάχιστα,τό ίδιο καί οι άνθρωποι.Περπατούσαν σκυφτοί καί αμίλητοι-κάποιοι απ’αυτούς μάλιστα δέν είχαν κάν στόμα.Το αγόρι παραξενεύτηκε καί πλησίασε έναν απ’αυτούς,νά τόν ρωτήση ποιά ήταν αυτή η πολιτεία,μά αμέσως ο άγνωστος έβγαλε ένα μουγκρητό καί εξαφανίστηκε.
Συνέχισε να προχωρά, παρατηρώντας γύρω του. Άνθρωποι σκυθρωποί, σπίτια γκρίζα, παιδιά ελάχιστα κι αυτά θλιμμένα. Μόνο κάτι πνιχτές ομιλίες ακούγονταν, πίσω από κάθε βήμα του... Τα βλέμματα και τα μουρμουριτά τον ανησύχησαν... Για να λέμε την αλήθεια, όχι απλά τον ανησύχησαν αλλά τον τρόμαξαν...
Σκέφτηκε να πάρει το δρόμο προς τα πίσω, από εκεί που ήρθε, να φτάσει πάλι στο σταυροδρόμι και να διαλέξει τον άλλο δρόμο...
Το χαρτί, όμως, ο άνεμος δεν μπορεί τυχαία να το φύσηξε ως εδώ, όπως δεν μπορεί τυχαία να το έριξε στα χέρια του, πριν λίγες ώρες...
Κι ύστερα, ... από μικρός άκουγε τον παππού του που του έλεγε: "Αν έχεις να διαλέξεις ανάμεσα σε δυο δρόμους και ο ένας σου φαίνεται μεγάλος και πλατύς και εύκολος και ο άλλος δύσκολος, τραχύς και δύσβατος, να διαλέγεις τον δεύτερο...Ο πρώτος κρύβει παγίδες που δε βλέπεις και ο δεύτερος χαρές που δεν περιμένεις"...
Αποφάσισε να συνεχίσει και για να διασκεδάσει το φόβο του, άρχισε να σιγομουρμουρά ένα τραγουδάκι του παππού του... και τότε συνέβη κάτι τόσο αναπάντεχο και παράδοξο...
Με το άκουσμα της μελωδίας....
...με το άκουσμα της μελωδίας τα πάντα στην πολύβουη πολιτεία σώπασαν! Άνθρωποι, ζώα, μηχανές...όλα σώπασαν. Και όσοι βρίσκονταν γύρω του γύρισαν και τον κοίταξαν με ένα βλέμμα διαπεραστικό και γεμάτο έκπληξη. Κανείς δεν τολμούσε να κάνει μια κίνηση, να τον πλησιάσει, να πει κάτι. Μόνο μια νεαρή κοπέλα με βήμα αργό πήγε κοντά και του είπε: "Σε περιμέναμε...πολύ καιρό τώρα!"
«Γιατί μέ περιμένατε;» ρώτησε έκπληκτο το αγόρι
«Γιά νά μάς σώσης από τον κακό βασιλιά που μάς έχει απαγορέψει νά τραγουδάμε»,απάντησε η κοπέλα»
«Και ποιός είναι αυτός ο κακός βασιλιάς»ξαναρώτησε το αγόρι
«Μόνο αυτός μπορεί να σού πή το όνομά τοτου»,απάντησε η κοπέλα. "Οποιος από εμάς το προφέρει,αυτόματα χάνει το στόμα το».
"και στο τρελλάδικο με τον ζουρλομανδύα
θα παίζω τάβλι με τον Μάρξ και τον Φειδία"
[ Το μήνυμα επεξεργάστηκε από: Hastaroth on 12-05-2005 14:56 ]
"τι μπορώ να κάνω εγώ όμως που θα βοηθήσει...;"
"ξεκίνα για το μαγεμένο κάστρο ψηλά στο λόφο, το κάστρο του βασιλιά.. η καρδιά σου θα σου δείξει τον τρόπο..το μόνο που χρειάζεσαι είναι αυτή η φλογέρα, λέγεται ότι οι ήχοι είναι μαγικοί αν την παίξει ο κατάλληλος άνθρωπος.."
έτσι ο νεαρός ξεκίνησε με μόνη συντροφιά μια φλογέρα..
Ανεβαίνοντας τον λόφο.........
…άρχισε νά παίζη στην φλογέρα τον σκοπό που θυμόταν πως τού τραγουδούσε,σάν ήτανε μικρός,ο παππούς του.Ξαφνικά παρουσιάστηκε μπροστά του ένα πελώριο όν,πανύψηλο μέ μακρύ ρύγχος.
«Πώς τολμάς νά φέρνης στη χώρα μου αυτούς τους διεφθαρμένους ήχους τής φλογέρας;» ρώτησε άγρια.
«Εσύ είσαι ο βασιλιάς;» τόν ρώτησε,αντί ν’απαντήση,το αγόρι.
«Ναί,εγώ είμαι,ο Μέλεχ Καχέν ο βασιλιάς»,απάντησε το πανύψηλο όν. «Καί σού απαγορεύω νά παίζης μουσική σ’αυτήν εδώ την χώρα,ή νά τραγουδάς.Αν σέ ξανακούσω,θά σού σβήσω το στόμα.»
«Καί γιατί απαγορεύεις στους υπηκόους σου να παίζουν μουσική καί να τραγουδάνε;»
«Γιατί η μουσική είναι διεφθαρμένη»,απάντησε ο βασιλιάς. «Ημουν κι’εγώ μουσικός πρίν πολλά χρόνια,όταν βασιλιάς ήταν ο πατέρας μου κι’εγώ ήμουν απλά ένας πρίγκηπας.Είχα τους καλύτερους δασκάλους κι’έμαθα να παίζω τέλεια όλα τά όργανα που υπάρχουν στη Γή.Μά νά:ο κακός μάγος Σομρόν κατάφερε νά ξελογιάση την μοναδική κοπέλα που αγάπησα και ήθελα νά την κάνω γυναίκα μου καί βασίλισσα,όταν θά γινόμουν βασιλιάς.Την ξελόγιασε κι’αυτή μέ παράτησε.Καί ξαφνικά έχασα το ταλέντο μου,δέν μπορούσα πιά ούτε μιά απλή παιδική μελωδία να παίξω.Κι’έτσι όταν έγινα βασιλιάς,έβγαλα αυτό το νόμο πως όποιος στο βασίλειό μου τολμήση νά παίξη μουσική ή να τραγουδήση,θά τού σβήνω το στόμα από το πρόσωπό του»
"Είσαι ανόητος!" του είπε το αγόρι με θράσος και συνέχισε να παίζει τη φλογέρα του κάνοντας κύκλους γύρω από τον "κακό" βασιλιά.
τότε ο βασιλιάς κουλουριάστηκε προσπαθώντας να μην ακούει...
"πως μπορείς να είσαι ευτυχισμένος χωρίς μουσική...? πως μπορείς να σταματήσεις τα πουλιά να κελαηδούν και το θρόισμα των φύλλων...? την καρδιά σου να κτυπά..?" ρώτησε το αγόρι σταματώντας για λίγο..
If I could just see you Everything would be alright If I had to see you This darkness would turn to light And I would walk on water And you will catch me if I fall And I will get lost into your eyes And everything will be alright...
[ Το μήνυμα επεξεργάστηκε από: avgi on 12-05-2005 16:59 ]
τότε μέσα από μια λαμπρή αστραπή φάνερώθηκε μια μικρή νεράιδα που είχε στα φτερά της νότες και κάθησε πάνω στον ώμο του αγοριού, εκείνο ανοιγόκλεισε τα μάτια του και...
..και τότε άκουσε να βγαίνει απο τη φλογέρα του η πιο όμορφη μελωδία του κόσμου!! Μια μελωδία που δεν την είχε ξανακούσει ποτέ του, ούτε ηξερε πως να την παίξει! Ηταν η καλή του η νεράιδα που έκανε τα δάχτυλα του να χαϊδεύουν με τόση τέχνη τη φλογέρα και να την κάνουν να τραγουδά αυτο το τραγούδι που όμοιου του δεν υπάρχει! Και τότε, ως εκ θαύματος...