Ονομάζονται τα σημεία αλλοίωσης (δίεση, ύφεση, αναίρεση) που παρουσιάζονται κατά τη διάρκεια ενός μουσικού κομματιού, χωρίς να υπάρχουν στον οπλισμό της κλίμακας, στην οποία έχουν γραφεί. Αν ένας φθόγγος ενός μέτρου αλλοιώνεται με ένα τυχαίο σημείο αλλοιώσης (π.χ. ο re), τότε αν στο ίδιο μέτρο ξαναπαρουσιαστεί στη συνέχεια ο re, τότε και αυτός θα εκτελεστεί με το ίδιο τυχαίο σημείο αλλοίωσης, όπως ο προηγούμενος re. Αν όμως ο re εμφανιστεί ξανά σε επόμενο μέτρο, τότε αυτός εκτελείται ως φυσικός και όχι με το τυχαίο σημείο αλλοίωσης. Αν πάλι γράφοντας ένα μουσικό κείμενο, θέλουμε να αποφύγουμε την παραπάνω περίπτωση, δηλαδή θέλουμε π.χ. ο πρώτος φθόγγος re ενός μέτρου να εκτελεστεί με ένα τυχαίο σημείο αλλοίωσης, αλλά ο δεύτερος re που εμφανίζεται ΣΤΟ ΙΔΙΟ ΜΕΤΡΟ να εκτελεστεί φυσικά, τότε σε αυτόν τον δεύτερο θέτουμε αναίρεση. Σημ: Τυχαία σημεία αλλοίωσης χρησιμοποιούμε συχνά για τη μεταφορά των κλιμάκων της βυζαντινής μουσικής στην ευρωπαϊκή, ενόψει του ότι δεν αντιστοιχούν όλες οι κλίμακες της βυζαντινής απόλυτα με αυτές της ευρωπαϊκής μουσικής (για περισσότερες λεπτομέρειες βλ. στη λέξη «μεταφορά» στην εγκυκλοπαίδεια μουσικών όρων του ΜΗ).
Βιβλιογραφία: Γεωργίου Διαμαντή, «Η κλασική θεωρία της μουσικής», εκδ. Φ. Νάκα 2001, Θεόδωρου Σακελλαρίου, «Εισαγωγή στη φιλολογία της μουσικής» εκδ. Παν/μιου Ιωαννίνων, Διαμαντή Μαυραγάνη, «Μουσική ανθοδέσμη», εκδ1968
επιστροφή
6568 |