Ωδείο Ηρώδου Αττικού. Για όλα υπάρχει η πρώτη φορά & κάποιες φορές απλώς μαγεύει...
Τετάρτη 29 Αυγούστου 2012. Η ζέστη υποχώρησε αρκετά. Το καλοκαίρι επίσημα ξεγλιστράει στο χρόνο. Ένα πέρασμα σε μια άλλη εποχή. Ακόμη πιο ζοφερή, πιο δύσκολη με όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για συλλογισμό, συνειδητοποίηση, ξέσπασμα, αλλά και για τραγούδι. Φρόντισε να το τονίσει κι ο Θάνος Μικρούτσικος στην έναρξη της παράστασης, δηλώνοντας πως ακόμα και σε αυτούς τους καιρούς, εμείς θα τραγουδάμε.
Στο Ηρώδειο, έχω περάσει πολλές στιγμές καλοκαιριού διαβάζοντας κάποιο βιβλίο στα παγκάκια του εξωτερικού χώρου. Πάντα απέξω, ποτέ από μέσα. Έχω συνυπάρξει στιγμιαία με τους κατά καιρούς θεατές κάποιας παράστασης που περιμένουν να εισέλθουν στο χώρο του θεάτρου ενώ εγώ ήμουν περαστικός. Πάντα απέξω, ποτέ από μέσα. Κι όμως χτες, βρέθηκα στη μέσα πλευρά. Και αφού βρήκα τη θέση μου με την καθοδήγηση των ευγενικών ταξιθετριών, αρκέστηκα σε ένα χάζεμα του χώρου προσπαθώντας να φανταστώ αρχαίους να τριγυρίζουν εκεί πριν από αιώνες, βάφοντας με το νου τις πέτρες κι όλα αυτά με το αχόρταγο βλέμμα & ύφος του επαρχιωτόπουλου της δεκαετίας του ’60, όπου για πρώτη φορά αντικρίζει την πρωτεύουσα. Μετά από λίγο, τα δυνατά χειροκροτήματα του κόσμου με έκαναν να επιστρέψω στο παρόν και να προσηλωθώ στη μορφή του Μίκη Θεοδωράκη που μόλις είχε κάνει την εμφάνισή του στο θέατρο, που αν και υποβασταζόμενος παραμένει πελώριος και δυνατός ως σώμα και πνεύμα και πάντα χαμογελαστός και σεμνός.
Πώς να μη χαμογελούσε άλλωστε, αφού το Ηρώδειο κατάμεστο είχε προσέλθει για να ακούσει όχι μόνο τα εξαιρετικά τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου, αλλά κι ένα από τα σημαντικότερα μετασυμφωνικά έργα του Μίκη Θεοδωράκη ή «τραγούδι – ποταμός» όπως έχει χαρακτηρίσει ο ίδιος, και δεν είναι άλλο από την «Κατάσταση Πολιορκίας» σε ποίηση Ρένας Χατζηδάκη.
Όταν πια νύχτωσε για τα καλά, ο Θάνος Μικρούτσικος ως οικοδεσπότης σε αυτόν τον αρχαίο οίκο της τέχνης, μας καλωσόρισε παίζοντας στο κλασσικό πιάνο και τραγουδώντας το «Άννα μην κλαις» σε ποίηση Bertolt Brecht. Κατόπιν άρχισε να μας συστήνει τους μουσικούς συνδαιτυμόνες παρουσιάζοντας τον Θύμιο Παπαδόπουλο στα πνευστά και τον υπέροχο ερμηνευτή Κώστα Θωμαΐδη που δρόσισε ακόμη περισσότερο την καλοκαιρινή νύχτα, ταξιδεύοντας μας νοσταλγικά στο «Γενάρη του 1904» σε ποίηση Κωνσταντίνου Καβάφη με το λυρισμό του πιάνου και του μαντολίνου. Η παρέα εμπλουτίστηκε από τον Θοδωρή Οικονόμου στο δεύτερο πιάνο, που ο Θάνος φρόντισε να μας πληροφορήσει επαρκώς για την πορεία του στο μουσικά δρώμενα με περηφάνια, ως ο δάσκαλός εξαίρει την ικανότητα του μαθητή του. Κι έτσι νωρίς – νωρίς, φτάσαμε στο πρώτο μεγάλο μουσικό ρίγος, που δεν ήταν άλλο από τη «Σονάτα του σεληνόφωτος» σε ποίηση Γιάννη Ρίτσου. Η μουσική, η ερμηνεία, ο λόγος, τρία στοιχεία ικανά να εξαϋλώσουν το σώμα και να μείνει μόνο το πνεύμα μετέωρο με τη συντροφιά των αισθήσεων να το τυλίγουν … βαθειά… βαθειά... Αν και η πανσέληνος ήταν δύο μέρες μετά, το φεγγάρι ήταν αρκετά γεμάτο, ακριβώς σαν μια… τρύπα στην καρδιά του κόσμου… Η παρουσία του Κώστα Θωμαΐδη έκλεισε στο πρώτο μέρος με την κλασσική πλέον ερμηνεία του εδώ και σχεδόν 30 χρόνια στο «Επέστρεφε» σε ποίηση Κωνσταντίνου Καβάφη, όπου με το μαντολίνο του μας χάρισε την εμβληματική πλέον μελωδία του!
Τη σκυτάλη πήρε μία νέα ερμηνεύτρια και συνεργάτιδα του Θάνου Μικρούτσικου, η Άννα Λινάρδου. Την είχα πρωτοδεί να κάνει φωνητικά κι να ερμηνεύει κάποια τραγούδια μαζί με το Χρήστο Θηβαίο στο φεστιβάλ «Αναιρέσεις» τον Ιούνιο, χωρίς να καταφέρω να βγάλω κάποιο συμπέρασμα για τις φωνητικές της δυνατότητες.
Ωστόσο, χτες τα πράγματα ήταν πολύ ξεκάθαρα, αφού η ερμηνεύτρια ξεκίνησε να μας ταξιδεύει με ένα ανατολίτικο αμανέ ως εισαγωγή για το τραγούδι «Είσαι η Πρέβεζα, τα Γιάννενα και το Κιλκίς» σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, προκαλώντας και το συνολικό κι ένθερμο χειροκρότημα του κόσμου, τραγουδώντας πως… θα ‘ρθει καιρός για να φανούν οι κήρυκες, κι όχι μονάχα ψεύτες και ρουφιάνοι… Η συνέχεια ήρθε με τον «Τυμβωρύχο» σε στίχους Κώστα Λαχά και με το μελοποιημένο «Κι ήθελε ακόμη» σε ποίηση Μανώλη Αναγνωστάκη, όπου ο συνθέτης αφιέρωσε στον ποιητή, αλλά και στην ιστορική πρώτη ερμηνεύτρια του τραγουδιού & πρόωρα χαμένη Μαρία Δημητριάδη.
Και κάπου εκεί ήρθε το δεύτερο μεγάλο μουσικό ρίγος. Το συγκρότημα κρουστών ΗΧΟΔΡΑΣΗ αποτελούμενο από τους S. Mongelli, Κ. Παριορίστα, Ν. Παυλάτου, Κ. Τζαμόπουλο, Κ. Τσακιρίδου, Φ. Φωτόπουλο, Γ. Χιντιράκη και καθοδηγούμενο από τον Νίκο Τουλιάτο. Και κατόπιν, μετά από 45 χρόνια βρέθηκαν επί σκηνής για μία από κοινού συνεργασία ο Θ. Μικρούτσικος και η Μαρία Φαραντούρη, όπου με την ερμηνευτική σύμπραξη του Κώστα Θωμαΐδη παρουσίασαν την «Κατάσταση Πολιορκίας» του Μίκη, σε μία διαφορετική ενορχήστρωση για δύο πιάνα, έναν εκτελεστή πνευστών και κρουστά. Μία προσέγγιση όπως χαρακτήρισε ο ίδιος ο Μικρούτσικος σε ένα οριακό έργο του Μίκη Θεοδωράκη αναφέροντας ότι στο Μίκη και στο συγκεκριμένο έργο χρωστάει την ύπαρξή του ως συνθέτης.
Η Κατάσταση Πολιορκίας γράφτηκε το 1967 από την ποιήτρια Ρένα Χατζηδάκη όντας φυλακισμένη στις γυναικείας φυλακές Αβέρωφ από τη χούντα. Για το λόγο αυτό ο αρχικός τίτλος του έργου ήταν «Γυναικείες Φυλακές Αβέρωφ», με το ψευδώνυμο Μαρίνα για προφύλαξη, όσο διήρκησε η χούντα. Την ποιήτρια είδε για πρώτη και τελευταία φορά στους διαδρόμους της Γενικής Ασφάλειας λίγο μετά τη σύλληψή του. Το χειρόγραφο του ποιήματος έφτασε στα χέρια του συνθέτη από τη συγκρατούμενη της Χατζηδάκη, Σύλβα Ακρίτα στα χέρια του το πρώτο μέρος το οποίο και μελοποίησε σχεδόν αμέσως μέσα στη φυλακή, ενώ το υπόλοιπο μελοποίησε βρισκόμενος αργότερα σε απομόνωση από τη χούντα στο σπίτι του στο Βραχάτι. Παρανόμως, έφτασε στα χέρια της Μαρίας Φαραντούρη στο Λονδίνο όπου παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο κοινό το 1969 και δισκογραφήθηκε το 1970 με ερμηνευτές την ίδια και το Αντώνη Καλογιάννη και ενορχηστρωμένο από το μουσικοσυνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλο.
Πρόκειται για ένα ποιητικό έργο που έχει έντονο τόσο το ερωτικό όσο και το κοινωνικοπολιτικό στοιχείο. Η Μαρίνα δεν απευθύνεται απλώς σε έναν ερωτικό σύντροφο και στην απώλειά του λόγω του εγκλεισμού της στις φυλακές Αβέρωφ, αλλά κάνει αισθητό το ίδιο το γεγονός του εγκλεισμού και των αιτιών που τον προκάλεσαν, καταγγέλλοντας τη βαρβαρότητα του χουντικού καθεστώτος. Ξεφεύγει, όμως και βήματα παραπέρα απευθυνόμενη προς όλους μας να αναλογιστούμε πως θα είναι μετά ο κόσμος μας, για το πώς θα είμαστε μεταξύ μας. Για όσους βρέθηκαν χτες στο Ηρώδειο, ελπίζω να μπόρεσαν να σκεφτούν πως έγινε ο κόσμος μας και τι θέλει για να αλλάξει.
Η ενορχηστρωτική προσέγγιση του Θάνου Μικρούτσικου ανέδειξε ακόμη περισσότερο το δυναμισμό της σύνθεσης του Θεοδωράκη. Καθ’ όλη τη διάρκεια, ο ήχος των κρουστών δεν με άφηνε να ξεφύγω σωματικά, νοητικά, συναισθηματικά. Με κρατούσε προσηλωμένο και το «λαχάνιασμα» αυτής τη μουσικής σύνθεσης, όπως τη χαρακτήρισε ο Μικρούτσικος, αυξομειωνόταν για να φτάσει στην τελική κορύφωση. Η ερμηνευτική δεινότητα της Φαραντούρη και του Θωμαΐδη, μα και η θεατρικότητα της ερμηνείας που απαιτείται σε ένα τόσο πολυσχιδές μουσικό έργο, επιβεβαιώθηκε με το παραπάνω σε ένα μουσικό έργο σαν αυτό, όπου ο λόγος όχι απλώς δεν απουσιάζει σχεδόν ποτέ αλλά είναι και χειμαρρώδης.
Κάπως έτσι ήρθε το τέλος του πρώτου μέρους της μουσικής παράστασης μαζί με ένα θερμότατο χειροκρότημα από το σύνολο του κοινού τόσο κατά το τέλος του έργου, όσο και κατά τον εναγκαλισμό Θεοδωράκη – Μικρούτσικου και την αποχώρηση του τελευταίου από το χώρο του θεάτρου. Ένα χειροκρότημα τόσο εγκάρδιο από έναν κόσμο που οπωσδήποτε εκείνη τη στιγμή δεν είχε συνειδητοποιήσει το αποτύπωμα που άφησε μέσα του ό,τι είχε προηγηθεί.
Η συνέχεια του δευτέρου μέρους έφερε στη σκηνή του Ηρωδείου την ορχήστρα του Θάνου Μικρούτσικου, που εκτός του Οικονόμου και του Παπαδόπουλου, ολοκληρωνόταν στα τύμπανα από τον Άκη Γαβαλά, στις κιθάρες από τον Χρήστο Περτσινίδη και στο ηλεκτρικό μπάσο από τον Γιώτη Κιουρτσόγλου. Η Μαρία Φαραντούρη, ερμήνευσε πολλά και διαφορετικά είδη τραγουδιών από τζαζ (Mac the knife – Kurt Weill & B. Brecht), μπλουζ (Song Blues – στίχοι Κώστα Τριπολίτη), ιταλικά (Caruso – Lucio Dalla), Μάνο Χατζιδάκη (Κεμάλ – Νίκος Γκάτσος), νεότερες συνθέσεις του Μικρούτσικου σε στίχους Μάνου Ελευθερίου (Ο Άμλετ της Σελήνης) και Οδυσσέα Ιωάννου (Θέλω τη μέρα που θα φύγεις) ένα μέρος από τους κλασσικούς πλέον μελοποιημένους στίχους του Νίκου Καββαδία (Ο Σταυρός του Νότου, A bord de l’ Aspasia, Θεσσαλονίκη, Ένας νέγρος θερμαστής από το Τζιμπουτί). Όλα ερμηνευμένα μοναδικά από τη Μαρία Φαραντούρη αλλά και μουσικώς εκτελεσμένα με αρτιότητα από τους έμπειρος και μακροχρονίως συνεργαζόμενους μουσικούς της ορχήστρας.
Σίγουρα, ιδιαίτερη αίσθηση έκανε η εκτέλεση των «Επτά Νάνων» (ποίηση Νίκου Καββαδία) ως προς την εισαγωγή που χρόνια τώρα ο Θάνος Μικρούτσικος συνηθίζει να αλλάζει αυτοσχεδιάζοντας και ως προς την γεμάτη πάθος και εσωτερικότητα χαρακτηριστική ερμηνεία του. Επίσης, η ερμηνεία της Φαραντούρη στην «Ελένη» σε στίχους Μπάμπη Τσικληρόπουλου, όπου η κατάληξη του ρεφραίν μας θύμισε πως… άλλο να πεθαίνεις για την Ελλάδα, κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει.
Το κλείσιμο της βραδιάς ήρθε με το «Ποιος τη ζωή μου» σε σύνθεση Μίκη Θεοδωράκη και στίχους Μάνου Ελευθερίου, όπου και μετά τις ευχαριστίες του Θάνου Μικρούτσικου προς απάντες, από τεχνικούς (Γ. Κορρές, Ν. Μπλαζουδάκης, Ν. Λαγός στον ήχο και Γ. Κλαδούρης στα φώτα) μέχρι τις ταξιθέτριες και τις καθαρίστριες, έπεσε το “sultans of swing” των Dire Straits κι ο κόσμος άρχισε να αποχωρεί.
Αν κάτι έλειψε από τη χθεσινή βραδιά , ίσως ήταν το … να είχαμε λίγο ακόμα. Ήταν μια μουσική παράσταση άψογη από κάθε άποψη, ηχητική, εκτελεστική, μα πάνω από όλα με τροφή για σκέψη εφόσον ένα μουσικό έργο γραμμένο με αφορμή την ιστορική συγκυρία του παρελθόντος, παρουσιάστηκε μετά από τόσα χρόνια για να αναδείξει, ότι οι εποχές κάνουν κύκλους, και να μας θυμίσει τη διαχρονικότητά του όχι ως έργου αλλά ως νοημάτων αυτού. Ξεκίνησα, λέγοντας πως ο Θάνος Μικρούτσικος μας καλωσόρισε ως οικοδεσπότης, ζεστός, φιλικός και με χιούμορ ως Θάνος αλλά και εξαιρετικός μουσικός δημιουργός ως Μικρούτσικος.
*Ιστορικές πληροφορίες για την «Κατάσταση Πολιορκίας» από το πρόγραμμα της παράστασης, αλλά και από το βιβλίο «Μίκης Θεοδωράκης – Μελοποιημένη ποίηση, τόμος Β’», Εκδόσεις Ύψιλον.
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο