Ο τρόπος που ακούμε μουσική στις μέρες μας έχει αλλάξει δραματικά τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες ιδιαίτερα. Η τεχνολογία έχει επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό τις προσωπικές και κοινωνικές μας συνήθειες, αλλά και την κοινωνική διάσταση/λειτουργία της μουσικής. Παντού υπάρχει μουσική, στο ραδιόφωνο, στην TV, στα καταστήματα, στα Supermarkets, στο αυτοκίνητο, στο σπίτι, στις δεκάδες προσωπικές ψηφιακές συσκευές μας. Η απόλαυση της μουσικής έχει σε μεγάλο βαθμό εξατομικευθεί. Δεν ακούμε πλέον συχνά μουσική μαζί με άλλους, απομονωνόμαστε στον προσωπικό μας μουσικό μικρόκοσμο -με τη συνδρομή του υπολογιστή, της TV, των διαφόρων φορητών ψηφιακών συσκευών κ.τ.λ.- δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό αόρατα σύνορα προς τον έξω κόσμο και ελέγχοντας κατά βούληση το βαθμό της όποιας αλληλεπίδρασής μας με τους άλλους.
Στο απρόσωπο περιβάλλον μιας μεγαλούπολης, η δυνατότητα να δείχνουμε πως είμαστε απασχολημένοι με κάτι πολύ προσωπικό -όπως το να ακούμε μουσική από ένα φορητό μέσο- αποτελεί έναν τρόπο προστασίας απέναντι σε ένα αφιλόξενο συχνά περιβάλλον και στρατηγική που δημιουργεί μια αίσθηση προσωπικής ταυτότητας που είναι τόσο απαραίτητη -ιδιαίτερα σε νεότερης ηλικίας άτομα- σε αυτό το απρόσωπο περιβάλλον. Όσο καλό και αν ακούγεται κάτι τέτοιο, δεν παύει να αποτελεί ακόμα ένα βήμα προς τη μεγαλύτερη απομόνωσή που μας οδηγεί η σύγχρονη κοινωνία…
Δεν είναι, όμως, μόνο η αλληλεπίδραση με τους άλλους που επηρεάζεται με τον τρόπο αυτό. Πλέον, όλο και λιγότεροι είναι αυτοί που ακούνε ένα ολόκληρο μουσικό άλμπουμ. Οι περισσότεροι από εμάς έχουμε πλέον τις αγαπημένες μας λίστες τραγουδιών, που μπορεί να δημιουργούν μια αίσθηση προσωπικού ελέγχου και να είναι «βολικές», αλλά αυτή η ελευθερία επιλογής καθώς και η ευκολία πρόσβασης μειώνουν την ένταση της διάθεσης και μας μετατρέπουν -χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε- σε ανυπόμονους ακροατές που προσδοκούν απλά να ικανοποιούνται διαρκώς χωρίς να παρακολουθούν τη συνολική μουσική πρόταση ενός δημιουργού/μουσικού.
Η μουσική απόλαυση δεν είναι πλέον αυτοσκοπός αλλά συχνά κάτι που κάνουμε παράλληλα με κάτι άλλο, για να δημιουργήσουμε «ατμόσφαιρα», για να ενισχύσουμε τα επίπεδα ενέργειάς μας κ.τ.λ. Ο ήρεμος τρόπος απόλαυσης της μουσικής έχει σχεδόν παύσει να υφίσταται. Το να ακούμε μουσική, δηλαδή, γίνεται όλο και περισσότερο συνάρτηση κάποιας άλλης συγκεκριμένης κατάστασης, η δε ευκολία πρόσβασης στη μουσική μειώνει την επικέντρωσή μας σε αυτήν, όπως και τον ενεργητικό τρόπο με τον οποίο την ακούμε. Πολύ πιο ενεργητικά δημιουργούμε τις μουσικές μας λίστες παρά ακούμε τα τραγούδια που τις αποτελούν.
Όμως, η ευκολία πρόσβασης στη μουσική διαμέσου του διαδικτύου έχει και αρκετές θετικές πλευρές για τους χρήστες. Για παράδειγμα, το ατομικό οικονομικό όφελος είναι μεγάλο και η δυνατότητα γνωριμίας με κάθε είδους μουσική και από οποιοδήποτε μέρος/κουλτούρα του πλανήτη είναι πλέον θέμα λίγων «κλικ» στο πληκτρολόγιό μας. Η τεχνολογία, όμως, δημιουργεί και απόσταση, τόσο φυσική όσο και ψυχική ανάμεσα στο δημιουργό και τους ακροατές, κάτι που παλιά δεν υπήρχε, στο βαθμό αυτό τουλάχιστον, και που έχει διαφοροποιήσει τη στάση μας απέναντι στη μουσική και στον τρόπο που τη χρησιμοποιούμε και την αντιμετωπίζουμε.
Το να βάλω ένα βινύλιο στο πικάπ και να αράξω τον δερμάτινο καναπέ για να τον απολαύσω, δεν υφίσταται πλέον. Τα περίφημα πάρτι -όπου η καλή μουσική ήταν ένα “must”, όπως και η άμεση επαφή μεταξύ των παρευρισκομένων (δες, 8 στα 10 slow κομμάτια!!!)- αντικαταστάθηκαν από τεράστιους και απρόσωπους χώρους-σαρδελοκούτια ή από άπειρα μπαράκια όπου συνήθως είμαστε άγνωστοι μεταξύ αγνώστων, κι αυτό που μας απασχολεί δεν είναι τόσο η καλή μουσική που ακούγεται όσο η εντύπωση που δημιουργώ, το πώς θα προσεγγίσω κάποιον/-α ή το πώς να περάσω ευχάριστα την ώρα μου…
Η μουσική και ο τρόπος που την προσεγγίζουμε και τη βιώνουμε αλλάζει σταδιακά μαζί με μας. Απομένει να ευχηθούμε να παραμείνει όσο γίνεται περισσότερο ως τρόπος απόλαυσης και ψυχικής ανάτασης, και να μη μετατραπεί σε έναν απλό ήχο -ανάμεσα στους τόσους άλλους- ή ένα απλό «διακοσμητικό» στοιχείο της πιεσμένης, συχνά απρόσωπης και ιλιγγιώδους καθημερινότητάς μας…