Ακαδημία «Η ουτοπία»
Άρθρο της Σταυρούλας Παπασπύρου από την Ελευθεροτυπία (26/03/2006)
Δούλεψαν επί μήνες «αφιλοκερδώς, με αγάπη, ενθουσιασμό και πάθος», αντλώντας από την πολύχρονη πείρα τους και από προγράμματα σπουδών «φημισμένων σχολών του εξωτερικού».
Κάτω από συνθήκες «απόλυτης ελευθερίας», αλλά αγνοώντας τα οικονομικά περιθώρια μέσα στα οποία έπρεπε να κινηθούν, κατάρτισαν ανά ομάδες ένα σχέδιο πλεύσεως
Συνεπαρμένοι από το ίδιο όραμα, την ίδρυση επιτέλους και στην Ελλάδα μιας ανώτατης καλλιτεχνικής Ακαδημίας, έδωσαν πίστη στην προεκλογική εξαγγελία του πρωθυπουργού, αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν στο ζιζάνιο της καχυποψίας να τους κυριεύσει. Μένει να δούμε αν οι ελπίδες τους θα επιβεβαιωθούν...
Ο λόγος για τους καταξιωμένους εκπροσώπους της τέχνης, τους εκπαιδευτικούς και τους εμπειρογνώμονες που στελέχωσαν τις ομάδες εργασίας μουσικής, χορού, θεάτρου και κινηματογράφου -τα γνωστικά αντικείμενα της Ακαδημίας- βάζοντας έτσι τα θεμέλιά της. Ανάμεσά τους, θεατράνθρωποι όπως οι Θόδωρος Τερζόπουλος, Βασίλης Παπαβασιλείου, Ρούλα Πατεράκη και Λευτέρης Βογιατζής, η διευθύντρια του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, Βίκυ Μαραγκοπούλου, και ο Δημήτρης Παπαϊωάννου, ο μαέστρος Θόδωρος Αντωνίου και οι σολίστ Γιάννης Βακαρέλης και Λεωνίδας Καβάκος, κινηματογραφιστές όπως η βραβευμένη με Οσκαρ Αθηνά-Ραχήλ Τσαγγάρη και η Εύα Στεφανή. Κι ακόμα, πανεπιστημιακοί, σαν τον κοσμήτορα της Σχολής Μουσικολογίας του Αμβούργου Κωνσταντίνο Φλώρο ή τον ειδικό περί τα οπτικοακουστικά από το Πανεπιστήμιο της Αριζόνας Θανάση Ρικάκη.
Τι κι αν, παραμονές του ανασχηματισμού, ο τότε υφυπουργός Πολιτισμού Πέτρος Τατούλης διαβεβαίωνε ότι τον ερχόμενο Σεπτέμβριο η Ακαδημία θα ήταν έτοιμη να λειτουργήσει πειραματικά; Στην πραγματικότητα, κανείς από τους παραπάνω δεν πιστεύει ότι είναι εφικτό κάτι τέτοιο. «Οτιδήποτε σχετίζεται με τον πολιτισμό δεν γίνεται μέσα σε μία νύχτα» λέει ο Θόδωρος Αντωνίου. Πράγματι. Θυμίζουμε ότι και παλιότερα είχε γίνει μια προσπάθεια να δημιουργηθεί Ακαδημία Κινηματογράφου, με πρωτεργάτες όπως ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, ο Μάνος Ζαχαρίας, ο Γιάννης Μπακογιαννόπουλος κι ο Φώτος Λαμπρινός, και, έπειτα από οχτώ χρόνια... συσκέψεων και επιτροπών, έγινε σε όλους σαφές ότι το καθεστώς που διέπει τα ΑΕΙ είναι εξαιρετικά άκαμπτο. Κι έτσι, το θέμα έληξε, με τη δημιουργία, χάρη σε ευρωπαϊκά κονδύλια, ενός τμήματος κινηματογραφίας στη Σχολή Καλών Τεχνών του ΑΠΘ, που ακόμα στερείται αξιόλογου τεχνικού εξοπλισμού, ενώ και η στέγασή του σε καπναποθήκη της Σταυρούπολης έχει αναβληθεί για το 2008.
Αισιόδοξοι και μη
«Πρέπει να τρέξουμε για να γίνει κάτι» συμπληρώνει ο Θόδωρος Τερζόπουλος. Κι όπως επισημαίνει κι ο νεαρός σκηνοθέτης Αγγελος Φραντζής, απ' την ομάδα του σινεμά, «εκείνο που σίγουρα χρειάζεται είναι ένας καλύτερος συντονισμός από την πλευρά του ΥΠΠΟ».
Εδώ και λίγες μέρες, χρέη συντονιστή έχει αναλάβει ο σύμβουλος του Γιώργου Βουλγαράκη Βασίλης Λούρας, γνωστός μέχρι προ τινος στους καλλιτεχνικούς συντάκτες ως απλός υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων του «Club 22»... Σ' αυτόν ανατέθηκε και η σχετική με την Ακαδημία πληροφόρηση του νέου υπουργού, ενόψει διαδοχικών συναντήσεων του τελευταίου με τα μέλη κάθε ομάδας χωριστά, που πραγματοποιήθηκαν, μετά γεύματος, την εβδομάδα που μας πέρασε στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
Μεταφέροντάς μας το κλίμα από τη συνάντηση της ομάδας θεάτρου με τον Γιώργο Βουλγαράκη, ο Θ. Τερζόπουλος δείχνει εξαιρετικά αισιόδοξος:
«Του δώσαμε το πόρισμα των εργασιών μας, μας άκουσε, συνεννοηθήκαμε ευθέως για πρακτικά ζητήματα, κι εντυπωσιαστήκαμε από την αμεσότητα, την απλότητα και την αποφασιστικότητά του. Θα 'μασταν ηλίθιοι αν βλέπαμε κομματικά αυτή την εθνικής σημασίας υπόθεση. Προσωπικά, θεωρώ πως το σύνθημα της υλοποίησης δόθηκε». Πέρα ωστόσο από τις επικοινωνιακές ικανότητες του διαδόχου του πρωθυπουργού στο ΥΠΠΟ, το τοπίο παραμένει θολό και οι εκκρεμότητες άπειρες: από το πώς θα χρηματοδοτηθεί και πού θα στεγαστεί η Ακαδημία, μέχρι το τι είδους και πόσοι φοιτητές θα εισάγονται σ' αυτήν και τι αντίκρισμα θα έχουν τα πτυχία τους όχι μόνο εδώ αλλά και διεθνώς. Ας δούμε τουλάχιστον πώς οραματίζονται οι ίδιοι οι καλλιτέχνες την Ακαδημία.
Κάθε ομάδα εργάστηκε όπως έκρινε σκόπιμο η ίδια, καταγράφοντας στις προτάσεις της ακόμα και ζητήματα που, στα μάτια των ειδημόνων, είναι αυτονόητα. Οταν σε κάθε γειτονιά λειτουργούν μισή ντουζίνα σχολές χορού και ωδεία αλλά καμία αντίστοιχη αγάπη για τις τέχνες δεν εκφράζεται σε συλλογικό επίπεδο, όταν «η τηλεόραση έχει σφετεριστεί ένα κομμάτι αναπαραγωγής του θεατρικού χώρου», όπως το θέτει ο Β. Παπαβασιλείου, και οι δραματικές σχολές παράγουν στρατιές ανέργων, όταν τα πανεπιστημιακά τμήματα Θεατρολογίας ή Μουσικολογίας επανδρώνονται από φοιτητές που τυχαία κατέληξαν σ' αυτά επειδή απέτυχαν αλλού, κι όταν η ζύμωση με τις ραγδαίες αλλαγές που συμβαίνουν στον οπτικοακουστικό χώρο είναι ανύπαρκτη, τότε σίγουρα κάτι πάει στραβά με την καλλιτεχνική μας παιδεία.
Ποια είναι, λοιπόν, τα αυτονόητα που προτείνουν τα μέλη των επιτροπών;
Πρώτα απ' όλα, ότι η Ακαδημία πρέπει ν' αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Γι' αυτό και ορισμένοι δεν συμφωνούν κάν με τον όρο ακαδημία και μιλούν για ένα πανεπιστήμιο με νομικό πλαίσιο αντίστοιχο με της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.
Ο Θόδωρος Αντωνίου αναφέρεται σε «πολύ υψηλού επιπέδου εισαγωγικές εξετάσεις» και σε εξειδικευμένο ανά μουσικό όργανο διδακτικό προσωπικό, που «αναπόφευκτα δεν θα προέρχεται αποκλειστικά από την Ελλάδα. Πόσοι μπορούν να ισχυριστούν ότι αφθονούν εδώ οι δεξιοτέχνες, π.χ., της βιόλας;». Οπως λέει, «το να καταρτίσει η ομάδα μας ένα πρόγραμμα σπουδών ήταν το ευκολότερο πράγμα του κόσμου. Υπάρχουν ήδη διεθνείς νόρμες γι' αυτό. Κινηθήκαμε λοιπόν στο θεσμικό πλαίσιο, κυρίως, που δίχως τη συνεργασία του υπουργείου Παιδείας δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Και φροντίσαμε να μη θίξουμε τον ρόλο ούτε των ωδείων, ούτε των πανεπιστημιακών τμημάτων Σύνθεσης ή Μουσικολογίας που υπάρχουν. Αλλωστε τα ωδεία θα μπορούσαν να προετοιμάζουν κατάλληλα τους υποψήφιους φοιτητές».
Παρ' όλο που η ομάδα κινηματογράφου συστήθηκε με καθυστέρηση έξι μηνών από τις υπόλοιπες, δέκα συναντήσεις των μελών της (σπουδαγμένων όλων στο εξωτερικό) ήταν αρκετές ώστε να συγκρίνουν τα προγράμματα είκοσι περίπου σχολών των ΗΠΑ, αλλά και ακαδημιών του Λονδίνου, της Πράγας, του Βερολίνου, του Λοτζ και του Παρισιού, για να καταλήξουν σε μια πρόταση όπου υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα για έναν πρακτικό προσανατολισμό των σπουδών.
«Δεν αναφερθήκαμε σε αριθμό εισακτέων, γιατί αυτό εξαρτάται από την υλικοτεχνική υποδομή που θα διαθέτει τελικά η Ακαδημία» επισημαίνει η Αθηνά Τσαγγάρη. «Προβλέψαμε όμως τρία πρακτικά στούντιο ανά εξάμηνο, στους τομείς της σκηνοθεσίας, του ήχου ή του μοντάζ, επιμείναμε στις νέες τεχνολογίες, το ψηφιακό σινεμά, την βίντεο αρτ ή τα σπέσιαλ εφέ, πλάι στα μαθήματα ιστορίας ή κοινωνιολογίας του κινηματογράφου, και τονίσαμε πόσο απαραίτητη είναι η ένταξη της Ακαδημίας σ' ένα δίκτυο ανάλογων ξένων ιδρυμάτων, ώστε το πρόγραμμά της να μπολιάζεται με σεμινάρια και διαλέξεις διεθνώς καταξιωμένων δημιουργών».
Οπως η ομάδα μουσικής, έτσι και η ομάδα χορού θεωρεί αυτονόητο ότι οι εισακτέοι φοιτητές πρέπει να είναι άτομα αφοσιωμένα και ήδη εκπαιδευμένα στην τέχνη τους. Κι αν οι προτάσεις της υιοθετηθούν, οι απόφοιτοι θα μπορούν να δραστηριοποιηθούν επαγγελματικά από δάσκαλοι χορού στα σχολεία μέχρι σκηνοθέτες σε μουσικοχορευτικά τηλεοπτικά προγράμματα. Τα μέλη της θεωρούν ότι τα επιστημονικά εφόδια των καθηγητών πρέπει να είναι ανάλογα με την καλλιτεχνική φύση του ιδρύματος, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ζητούνται «αμόρφωτοι καλλιτέχνες». Κι ακόμη, ότι η Ακαδημία δεν πρέπει να λειτουργήσει εις βάρος της Κρατικής Σχολής Ορχηστικής Τέχνης. Αντίθετα, λένε, η ΚΣΟΤ πρέπει να ενισχυθεί διατηρώντας την οντότητά της.
Μάθημα στο γυμναστήριο;
Τι προέκυψε μέσα από τις τριάντα περίπου συναντήσεις της ομάδας θεάτρου; Σύμφωνα με τον Βασίλη Παπαβασιλείου, «όσο διαφορετικό κι αν είναι το αισθητικό στίγμα του καθενός μας, η περίφημη ανταγωνιστικότητα μεταξύ καλλιτεχνών δεν προέκυψε ούτε στιγμή. Εργαστήκαμε σε κλίμα απόλυτης σύμπνοιας, με κοινό παρανομαστή την αγωνία μας να πετύχει το εγχείρημα. Και συμφωνήσαμε ότι το θεατρικό τμήμα έπρεπε να επικεντρωθεί στην ιδιαιτερότητα της ελληνικής έκφρασης, με τους φοιτητές να μελετούν όχι μόνο τη δημοτική γλώσσα αλλά και τον αρχαίο λόγο. Ως προς την ενίσχυση της Ακαδημίας, προσωπικά πρότεινα τη δημιουργία ενός ειδικού ταμείου χρηματοδότησης των τεχνών, αντίστοιχο μ' αυτό που καταβάλλουμε μέσω της ΔΕΗ στην ΕΡΤ».
Θα είναι δωρεάν η φοίτηση στην Ακαδημία ή μέρος του κόστους θα καλύπτεται από δίδακτρα;
Αγνωστο. Πόσα θα είναι τα έτη σπουδών και ποιος ο κοινός κορμός των μαθημάτων για τα τέσσερα τμήματα; Θα εμπίπτει η σχολή στις προδιαγραφές της συνθήκης της Μπολόνια ώστε ν' αναγνωρίζεται και σ' ευρωπαϊκό επίπεδο; Ολα αυτά εξαρτώνται από την πολιτική βούληση και θ' αποτελέσουν αντικείμενο μελέτης μιας νομοπαρασκευαστικής επιτροπής.
Οσο για το ζήτημα της στέγασης, σύμφωνα με νόμο του 2005, έχει επιλεγεί κατ' αρχάς το Ολυμπιακό Γυμναστήριο των Νέων Λιοσίων, αλλά η παραχώρηση της χρήσης του δεν μπορεί να ενεργοποιηθεί δίχως σχετικό προεδρικό διάταγμα.
Για τους κινηματογραφιστές, «ο χώρος είναι καταπληκτικός και η λειτουργία κινηματογραφικών εργαστηρίων σ' αυτόν δεν απαιτεί πολλές μετατροπές». Από την πλευρά των μουσικών, όμως, θεωρείται δεδομένο ότι «χρειάζονται δαπανηρές αλλαγές για την κατάλληλη διαμόρφωση και την ηχομόνωση των τάξεων». Ενώ και τα μέλη της ομάδας θεάτρου πιστεύουν ότι «τα συνθετικά υλικά κατασκευής του κτιρίου είναι εντελώς ακατάλληλα για τη διάδοση φυσικού ήχου». Ωστόσο, όλοι επιδοκιμάζουν τη συστέγαση των τμημάτων σ' ένα «κάμπους», όπου θα είναι δυνατή η καθημερινή τριβή των σπουδαστών όλων των ειδικοτήτων.
Καθώς ο Γιώργος Βουλγαράκης μόλις άρχισε να ενημερώνεται, δύσκολα φαντάζεται κανείς ότι, ώς τον Μάιο, οπότε τα μέλη των ομάδων εργασίας θα συναντηθούν για να δουλέψουν αυτή τη φορά από κοινού, θα έχει συνταχθεί και το απαραίτητο νομοσχέδιο που θα ρυθμίζει τα της Ακαδημίας.
Σε μια χώρα όπου πολλά μεγαλόπνοα οράματα εξαγγέλλονται αλλά συχνά στην πορεία ξεθυμαίνουν (βλ. την εγκατάλειψη του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, την αναβολή της επέκτασης της Εθνικής Βιβλιοθήκης, το πάντα άλυτο ζήτημα στέγης της Λυρικής), τι έχεγγυα υπάρχουν ότι η Ακαδημία Τεχνών θα πάρει σίγουρα σάρκα και οστά; «Επειδή πρόκειται για κάτι εντελώς καινούριο, μοιάζει με ουτοπία» λέει η Αθηνά Τσαγγάρη. «Ομως, δεν θέλω να κινδυνολογώ, ούτε είμαι από τη φύση μου πεσιμίστρια. Θέλω να πιστεύω ότι η βούληση να προχωρήσει το σχέδιο υπάρχει».
Και, όπως συμπληρώνει ο Θόδωρος Αντωνίου, ο οποίος στο παρελθόν είχε εμπλακεί με προσπάθειες που ουδέποτε ευοδώθηκαν, «αν ξεκινάς με την υποψία ότι δεν γίνεται τίποτε, κι εσύ, με τη σειρά σου, τίποτε δεν κάνεις...»