@ Εντελώς παράφωνος είναι, αλλά έλα που αρέσει στο φιλαράκι Tazz.
_______________________________________________________________________
ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ
«Το ύφος μου είναι ότι δεν έχω ύφος»
Της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ
Επιμένει πως είναι παράφωνος. Και άχαρος στη σκηνή. Και ότι κάνει μόνον «τραγουδάκια». Αλλά εδώ και χρόνια, κάθε φορά που ο
Θανάσης Παπακωνσταντίνου παίζει τα «τραγουδάκια» του, το κοινό σπεύδει.
«Νομίζω ότι οι σημαντικότερες στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου είναι όταν φεύγει η γη κάτω από τα πόδια του», λέει ο
Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Και πρσθέτει: «Και η τέχνη αυτό κάνει: περιγράφει τα μυστήρια, χωρίς να τα εξηγεί».
Νέοι κυρίως, σχεδόν ένα κίνημα ακροατών που γεμίζει ασφυκτικά όποιον χώρο φιλοξενεί τον ίδιο και την μπάντα του, που ξέρει όλα τα τραγούδια απέξω κι ανταλλάσσει στο διαδίκτυο απίθανες πληροφορίες.
Πρώτοι αυτοί, αφού κατέλαβαν κάθε σπιθαμή ελεύθερου χώρου στον «Σταυρό του Νότου» τις βραδιές που εμφανιζόταν, κυκλοφόρησαν την είδηση για τον νέο του δίσκο. Ο «Διάφανος» («Λύρα») έρχεται εννέα μήνες έπειτα από τη «Βροχή από κάτω». Αν εκείνος ο δίσκος αποδομούσε τη μουσική φόρμα και την παραδοσιακή στιχουργική και σύστηνε έναν Παπακωνσταντίνου πιο πειραματικό από ποτέ, εδώ εκείνος επιστρέφει σε οικειότερες φόρμες: 11 τραγούδια και δύο «περίεργα» ορχηστρικά ξαναβρίσκουν στην ερμηνεία τον ίδιο τον δημιουργό, τον Σωκράτη Μάλαμα, τη Μάρθα Φριτζήλα τον Φώτη Σιώτα και την εδώ και καιρό σταθερή μπάντα του.
Το προσωπικό του ύφος παραμένει γοητευτικά απρόβλεπτο, μοιρασμένο σε τραγούδια που είτε έχουν σαφή αφηγηματικό χαρακτήρα είτε επιδεικνύουν υπερρεαλιστικές αρετές στην περιγραφή καθημερινών εικόνων: τα εκκλησάκια των δρόμων, τα πατσατζίδικα, οι μετανάστες, τα κομμωτριάκια, είναι όσα ταπεινά αποκτούν πρωταγωνιστικό ρόλο στην προσωπική εικονοποιία ενός τραγουδοποιού που παραμένει παράδοξα λαϊκός.
- Ο «Διάφανος», το ομώνυμο του δίσκου...
«Είναι εμπνευσμένος από την ποίηση του Περουβιανού Καίσαρα Βαλιέχο που, αν και προϋπήρξε του σουρεαλιστικού κινήματος, ήταν κατά κάποιο τρόπο σουρεαλιστής. Το 'χω ξανακάνει 2-3 φορές αυτό: με τον Πεσόα, με τον Κορμπιέ, με το "Αστρο του Πρωινού" που έβαλα μια φράση από ένα ινδιάνικο ποίημα ("και τούτη η μέρα ας μας βρει μ' αυτούς που αγαπούμε"). Οταν νιώθω εγκλωβισμένος στιχουργικά, καταφεύγω στη λογοτεχνία για να εμπνευστώ ή και για να χρησιμοποιήσω αυτούσιες φράσεις. Μπορεί να είναι ιεροσυλία. Τουλάχιστον αναφέρω κάθε φορά από πού έχω πάρει και τι».
- Το «Στην Αμερική» είναι η ιστορία των ελλήνων μεταναστών. Γιατί τώρα;
«Είναι σημαντικό η Ελλάδα που δεν εξάγει πια μετανάστες αλλά εισάγει, να θυμάται. Ο Κούντερα έχει πει πως "Ο αγώνας του ανθρώπου ενάντια στην εξουσία είναι ο αγώνας της μνήμης ενάντια στη λήθη"».
- Το μεγαλύτερο μέρος του δίσκου είναι οι παρατηρήσεις ενός μοναχικού.
«Ξένοι δεν είμαστε κατά κάποιο τρόπο όλοι μεταξύ μας; Εχουμε βέβαια βαθιά μέσα μας ένα κοινό υπόβαθρο. Γι' αυτό μας αγγίζει η Τέχνη. Και γι' αυτό κάτι που κάνει κάποιος αιώνες πριν και χιλιόμετρα μακριά, μπορεί να αγγίξει σήμερα εμένα».
- Εχετε καιρό να γράψετε ερωτικό τραγούδι. Γιατί;
«Αφήνω να τα γράψουν οι πιο ερωτύλοι κι αλανιάρηδες. Κι ύστερα εδώ και καιρό δεν αντέχω τον λυρισμό με τον οποίο είναι συνυφασμένος ο έρωτας. Και στα διαβάσματά μου. Οσο πιο γυμνό από συναισθήματα είναι κάτι που διαβάζω τόσο περισσότερο με αγγίζει».
- Στο δίσκο υπάρχει κι ο συνδετικός κρίκος με τη «Βροχή από κάτω»: το «You, the universe»...
«Το Διαδίκτυο είναι ένα καινούριο, φοβερό σύμπαν τόσο χαοτικό όσο και το σύμπαν μας. Κι έχει κι αυτό τις μαύρες τρύπες του. Αυτό με μαγεύει μουσικά: σκέφτομαι ότι με ήχους από υπολογιστές μπορείς να φτιάξεις κομμάτια που δεν μπορεί να γράψεις με κανένα άλλο μουσικό όργανο».
- Στον αντίποδα, γράψατε ένα ωραίο, λαϊκό τραγούδι για ένα «Κομμωτριάκι».
«Το έγραψα με σκοπό να κάνω επιτυχία. Δεν θα υπάρχουν στην Ελλάδα 30.000 κομμωτριάκια; Μόνο αυτά να αγοράσουν τον δίσκο, θα κάνω επιτέλους μια φορά κι εγώ χρυσό δίσκο! Αλλά, για να σοβαρευτώ, αισθάνομαι πολύ τρυφερά για όσους κάνουν δουλειές που δεν τις γουστάρουν και ο νους τους ταξιδεύει. Οταν κάποιος κάνει 30 χρόνια μια δουλειά απάνθρωπη, μηχανιστική όπως την περιέγραψε ο Τσάπλιν στους "Μοντέρνους Καιρούς", εμφανίζει νευρώσεις, φτιάχνει ψεύτικους κόσμους, θέλει να ξεφύγει».
- Αλλο χαρακτηριστικό, ο υπερρεαλισμός σας: τα «360 χιλιόμετρα» είναι μια τέτοια περιγραφή της διαδρομής Λάρισα-Αθήνα όπου λέτε π.χ. πώς στάζει από εκκλησάκια ταγκισμένο λάδι.
«Αν σκύψεις στα πιο ασήμαντα, ανακαλύπτεις θησαυρούς. Αυτά τα εκκλησάκια εμένα μου φέρνουν ρίγος. Συνήθως κρύβουν μια απώλεια. Και είναι και σημαντικά τροχαία σήματα. Εμένα συχνά με έχουν σώσει. Αλλά δεν θέλω να δίνω απαντήσεις για το τι σημαίνει κάθε τι. Είναι σαν να ακυρώνω τον ακροατή μου. Προτιμώ να τον αφήνω να φτιάξει τον δικό του κόσμο. Ούτως ή άλλως δεν ξέρω τι ακριβώς εννοώ».
- Πάντως είναι εντυπωσιακό το ρεύμα σας στους νέους.
«Και εμένα μ' έχει εντυπωσιάσει αυτό. Ισως να συμβαίνει γιατί οι νέοι, που είναι το πιο προωθημένο κομμάτι της κοινωνίας ως προς την αποδοχή και την κατανόηση της τέχνης αλλά κι αυτό που βομβαρδίζεται περισσότερο απ' την ασχήμια, έχουν μια αγωνία να γνωρίσουν αυθεντικά πράγματα».
«Εχω το θράσος της άγνοιας»
- Κάποιος μου είχε πει για σας: «Τολμά να κάνει αλλαγές στις
κλίμακες τόσο τολμηρές, που ίσως να μην έκανε αν είχε σπουδάσει μουσική».
«Εχω το θράσος της άγνοιας. Συχνά σκέφτομαι ότι αυτολογοκρίνομαι επειδή δεν γνωρίζω μουσική. Και τεχνικά δεν είμαι κανένας σπουδαίος οργανοπαίκτης. Αλλά ίσως, αν ήμουν τεχνικά άρτιος, να μην ήταν αυτό το αποτέλεσμα. Οπως κάποιος που είναι τυφλός και εξασκεί τις υπόλοιπες αισθήσεις του, έτσι κι εγώ που δεν γνωρίζω θεωρία της μουσικής, έχω αναπτύξει άλλους δρόμους. Εχω π.χ. εξασκήσει τα κουρδίσματα».
- Και ερμηνευτικά; Συχνά λέτε πως δεν ξέρετε να τραγουδάτε.
«Τα τραγούδια υπάρχουν σαν αρχέτυπα μέσα μου. Τα ακούω πριν τα πω. Οταν τα συγκρίνω με ό,τι τελικά βγαίνει, καταλαβαίνω πως υπολείπομαι. Και στη σκηνή βγαίνω σαν ξυλάγγουρο. Στη δική μου περίπτωση τα τραγούδια παλεύουν μόνα τους να βγουν από το βούρκο. Και το παράδοξο είναι ότι, παρά τα βαρίδια που τους βάζω, τα καταφέρνουν».
- Μήπως οι «ατέλειες» είναι το ύφος σας;
«Το ύφος μου είναι ότι δεν έχω ύφος».
- Υπάρχει όμως και κάτι απροσδιόριστο που αφορά τους καλλιτέχνες. Ο,τι λέμε «περνάει κάτω». Τι είναι αυτό;
«Από τα μυστήρια της ζωής. Βλέπεις ανθρώπους που αξίζουν κι είναι σαν να υπάρχει ένα τείχος μπροστά τους και δεν κάνουν τίποτα. Και βλέπεις ένα χωριατόπαιδο σαν εμένα, χωρίς εφόδια και κάτι κάνω. Είναι μοιραίο; Δεν ξέρω. Κάποτε έκανα γιόγκα. Καθόμουν πίσω, ντρεπόμουν κιόλας. Προσπαθούσα να συγκεντρωθώ αλλά έρχονταν οι σκέψεις σαν καλικαντζαραίοι και δεν με άφηναν να χαλαρώσω. Μια μέρα ήρθε λοιπόν η δασκάλα και μας ζήτησε να γράψουμε σε ένα χαρτί την ημερομηνία γέννησης και το βαφτιστικό μας, για να το μελετήσει και να μας δώσει ένα όνομα που θα ανταποκρίνεται σε ό,τι πραγματικά είμαστε. Το πραγματικό σου όνομα είναι "Σιντάρτα", μου είπαν αργότερα. Επαθα πλάκα. Οχι μόνο γιατί είχα μόλις διαβάσει τον Εσσε και είχα συγκλονιστεί, αλλά και γιατί το χαρακτηριστικό μου είναι ότι δεν μπορώ να ενστερνιστώ καμία διδασκαλία. Ψάχνω μόνος μου να βρω άκρη».
- Αλλά τα ανεξήγητα σας ενδιαφέρουν.
«Νομίζω ότι οι σημαντικότερες στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου είναι όταν φεύγει η γη κάτω από τα πόδια του. Γι' αυτό, παρότι είμαι ορθολογιστής κατά βάση, αφήνω σιγά σιγά περιθώριο στο ανεξήγητο. Δεν είναι μόνο η λογική το κλειδί. Και η τέχνη αυτό κάνει: περιγράφει τα μυστήρια, χωρίς να τα εξηγεί».
ενετ- 10/12/2006
[ Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/την : nefos στις 11-12-2006 01:10 ]