ΣΠΥΡΙΔΟΥΛΑ ● ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
________________________________________
Ο Ρέιμοντ Τσάντλερ διατεινόταν, σωστά, ότι μεγαλύτερη αρετή του Ντάσιελ Χάμμετ ήταν ότι πήρε το έγκλημα από τα σαλόνια και το έφερε στον φυσικό του χώρο, στα καταγώγια και στους δρόμους. Μπορούμε να πούμε κάλλιστα ότι μεγαλύτερη αρετή αυτής της ιστορικής, και παρούσας πάλι, μπάντας που ακούει στο αινιγματικό όνομα «Σπυριδούλα» είναι ότι την κρίσιμη στιγμή πήρε το ροκ της Ελλάδας από τα αναιμικά φεστιβάλ του τίποτε και την πάντα επικίνδυνη γραφικότητα για να το επαναφέρει στον φυσικό του χώρο: στην καρδιά της φλεγόμενης νιότης. Και μάλιστα, με έναν καθ’ όλα πετυχημένο δυναμισμό, με ό,τι είναι ακριβώς η ψίχα της ψυχής του ροκ: η ανυπακοή, ο διαρκής πειραματισμός με ήδη υπάρχουσες στάνταρ φόρμες, ο δεμένος ήχος, η επιμονή στις ζωντανές εμφανίσεις.
Το 1977, το ροκ ήταν στη χώρα μας δυσφημισμένο σχεδόν από παντού και παντελώς. Τα παλικάρια της «Σπυριδούλας» (πρώτος πυρήνας οι αδελφοί Βασίλης και
Νίκος Σπυρόπουλος, στις κιθάρες και τα πλήκτρα, ο Ανδρέας Μουζακίτης στα ντραμς, ο Κώστας Κουρεμένος, φωνή, και ο
Μάκης Μπλαζής, στο μπάσο) σμίγουν και παράγουν το μελωδικό νίτρο και την ρυθμική γλυκερίνη που απαιτούνται για ένα εμπρηστικό κοκτέιλ πάθους αλλά και σύνεσης, ονείρου αλλά και λογισμού, οράματος αλλά και άμεσης επαφής με την πραγματικότητα.
Ακολουθεί μια πασίγνωστη ιστορία: συναυλίες και ξανά συναυλίες, συνεργασίες με ό,τι πιο έντιμο και πρωτότυπο διέθετε η κατά τα άλλα αποδιαρθρωμένη ροκ σκηνή, δημιουργία ενός κλίματος ευνοϊκού για μια ροκ αντεπίθεση, ο θρυλικός δίσκος «Φλου», με τον αείμνηστο Παύλο Σιδηρόπουλο, τα «Νάυλον Ντέφια και Ψόφια Κέφια». Αλλά και ρήξεις, κορεσμός, το άγγιγμα του Μαγκούφη Καμπούρη, του Χάρου, δυσκολίες επικοινωνίας, εσωτερικά ψαξίματα, διάλυση της μπάντας, συνέχιση της περιπέτειας με άλλα μέσα, επανασύσταση, και τώρα, το Φθινόπωρο του 2006, κοντά τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη αρχή, το δυναμικό «παρών!» και πάλι, με ένα έργο έμπλεο συνοχής, με ένα έργο που θα αποτελέσει, και αυτό, έναν σταθμό στην ιστορία του ελληνικού ροκ.
Πιστοί στην ουσία του ροκ, στη συλλογική δουλειά, ο Βασίλης και ο Νίκος συμπράττουν με μια πλειάδα προσωπικοτήτων του σήμερα, αλλά, συνάμα, κλείνουν το μάτι στο παρελθόν, ξαναφέρνουν στο προσκήνιο πράγματα και θέματα και αξίες που είναι άδικο να χάνονται στις λίμνες της λήθης. Με δεκατρία κομμάτια, όλα συμπαγή, συνεκτικά, δεμένα, όλα συνδυασμοί μελωδίας και ρυθμού, προβαίνουν σε μια θλιμμένη αλλά πάντα αγέρωχη μουσική παρέμβαση και σε έναν αιχμηρό κοινωνικό σχολιασμό, για να μας θυμίσουν, θαρρείς, ότι το ροκ δεν είναι φυγή αλλά έλευση, δεν είναι αποφυγή της πραγματικότητας αλλά κριτική παρουσίασή της. Ο κορμός του έργου «Το Βλέμμα των Ανθρώπων» συγκροτείται από κομμάτια του Νίκου και του Βασίλη σε ποίηση του Βίκτωρα Αναγνωστόπουλου-Μέλκιαδες, σε λόγια που είναι θυμός και θύμηση, τρυφερότητα και τρομερότητα, πάθος και περισυλλογή. Ο Βίκτωρ μοιάζει να είναι ένας από τους πιο εύστοχους και ευαίσθητους κοινωνικούς αναλυτές μέσα από την ποίησή του, μια λιτή, κοφτή, μεστή, πληγωμένη ποίηση που με την ευφυέστατη γείωσή της στην πραγματικότητα θυμίζει τις καλύτερες στιγμές του Μπέρτολτ Μπρεχτ.
Κι ακόμα, γεφυρώνοντας τις γενιές, για να μας δείξουν πως το ροκ είναι το βλέμμα των ανθρώπων, και το βλέμμα των ανθρώπων υπερβαίνει πάντα τα ηλικιακά όρια, γράφοντας την ιστορία των στιγμών της ανυπακοής, ο Βασίλης και ο Νίκος επιστρατεύουν ιστορικές, και πάντα αειθαλείς, μορφές, όπως
Δημήτρης Πουλικάκος και οι αδελφοί Χάρης και
Πάνος Κατσιμίχας, μας θυμίζουν μιαν από τις καλύτερες εκλάμψεις του μακαρίτη Νικόλα Άσιμου, το «Φαλιμέντο», στην πιο αξιοπρεπή και δυναμική εκδοχή του, και μπολιάζουν το εγχείρημά τους με νέο αίμα, και μάλιστα εξόχως ταλαντούχο, όπως αυτό που κυλάει στις φλέβες του μπασίστα και συνθέτη Βαγγέλη Χάνου, του τραγουδιστή Γιώργου Μανδηλά, του ντράμερ Παναγιώτη Βουρδουμπά, και last but not least, της Αφροδίτης Ρήγα, που γράφει στίχους, τραγουδάει, παίζει πλήκτρα, ακορντεόν και κρουστά.
Κι ακόμα, συναντιούνται με την συγγραφέα και μουσικό, και παλιό μέλος της μπάντας,
Μελίνα Καρακώστα, που παίζει έξοχο κοντραμπάσο και απαγγέλλει, τον Σόλη Μπαρκή, που προσφέρει στίχους και παίζει congas, didgeridoo, στάμνα, και διατηρεί τον ρόλο παραγωγού λοιπών θορύβων, τον Κώστα Χρονόπουλο και τον Αποστόλη Αργυρίου, δύο νέες φωνές, που προσφέρουν το ιδιαίτερο χρώμα τους, τον Δημήτρη Δεμίρη, που παίζει ηλεκτρική
κιθάρα, την Μαργαρίτα Συγγενιώτου, στα φωνητικά, και την Γιάννα και την μικρή
Δανάη.
[ Το μήνυμα τροποποιήθηκε από τον/την : jorge στις 02-11-2006 16:57 ]