Ο εύκολος δρόμος για έναν Ευρωπαίο τζαζίστα είναι να μιμηθεί τους Αμερικανούς συναδέλφους του. Ο Garbarek διάλεξε το δύσκολο δρόμο...
Ο σαξοφωνίστας
Jan Garbarek γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου 1947 στη Νορβηγία. Το 1961 άκουσε για πρώτη φορά τον John Coltrane στο
ραδιόφωνο και η ζωή του άλλαξε για πάντα. Δάσκαλός του υπήρξε ο George Russell και κατά καιρούς είχε την τύχη να συνεργαστεί με μερικούς από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της
Jazz (Terje Rypdal, Keith Jarrett, Don Cherry μεταξύ πολλών άλλων) εξελίσσοντας έναν ήχο προσωπικό, βασισμένο στην ενδοσκόπηση και τον αυτοσχεδιασμό , που πάντρευε στοιχεία από τη
Free Jazz, το
Jazz Rock, τη μουσική folk και την ευρωπαϊκή avant-garde.
Στην επιτυχημένη και πολυκύμαντη μέχρι σήμερα καριέρα του, ο Garbarek έχει συνθέσει μουσική για την τηλεόραση, το θέατρο, τον κινηματογράφο αλλά και ολοκληρωμένα μουσικά έργα που ξεφεύγουν από τα στενά πλαίσια της
Jazz ενσωματώνοντας κλασικές επιρροές, όπως η έντονη ευαισθησία και οι δυναμικές αντιθέσεις, σε μια συνθετική αίσθηση κλιμακωτής ανάπτυξης και απότομων μεταπτώσεων διάθεσης.
Ο εύκολος δρόμος για έναν Ευρωπαίο τζαζίστα είναι να μιμηθεί τους Αμερικανούς συναδέλφους του. Ο Garbarek διάλεξε το δύσκολο δρόμο. Άπλωσε τις ευρωπαϊκές στιλιστικές του αναφορές από τις παραδοσιακές εκκλησιαστικές και folk αρμονίες μέχρι τις μινιμαλιστικές δοκιμές της έντεχνης μουσικής του αιώνα μας.
Οι συνθέσεις του είναι συχνά πιο νωχελικές, ατμοσφαιρικές, συναισθηματικά φορτισμένες και μεγαλόπνοες σε σχέση με την υπέρπυκνη υφή της
Jazz των μεγαλουπόλεων. Ωστόσο η δυναμική τεχνική του σε ό,τι αφορά τις τονικότητες και τη ρευστότητα του ήχου (επηρεασμένη από τον έντονο και εξερευνητικό ήχο του Coltrane) τον κατατάσσει τελικά στην
Jazz παράδοση.
Το Rites (1999) συγκεντρώνει σε ένα διπλό CD 16 νέες επισκέψεις σε ισάριθμους επιλεγμένους σταθμούς από τις μέχρι σήμερα διαδρομές του. Τον ίδιο σε σοπράνο και τενόρο σαξόφωνα, συνθεσάιζερ, sampler και κρουστά πλαισιώνουν οι Rainer Bruninghaus (πιάνο, κίμπορντς), Eberhard Weber (μπάσο), Marilyn Mazur (τύμπανα, κρουστά) και Bugge Wesseltoft (ακορντεόν, συνθετητές), αν και η όλη απόπειρα απέχει αρκετά από το να χαρακτηριστεί συλλογική: σε ένα κομμάτι ("Pan") ο Garbarek εμφανίζεται σόλο. Σε δύο άλλα στο πλευρό του στέκεται μόνο η Mazur. Σε τέσσερα υποστηρίζεται αποκλειστικά από τα ηλεκτρονικά εφέ και τα πλήκτρα του Wesseltoft.
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές αντιπροσωπεύει η σύνθεση "It's High Time", όπου ο Garbarek χτίζει τις μελωδίες του πάνω στον ανακυκλωμένο ρυθμό του τυμπάνου από ένα παραδοσιακό τραγούδι "joik" των Sami, μιας εθνικής ομάδας του φινλανδικού Βορρά. Στο "Her Wild Ways" η ομάδα συμπράττει σε πλήρη ανάπτυξη διηθώντας μέσα από το φίλτρο του αυτοσχεδιασμού παραδοσιακούς σκανδιναβικούς ρυθμούς και μελωδίες, ενώ στο Rites παρουσιάζονται ήχοι από την καθημερινή ζωή ενός χωριού στην Ινδία, που ηχογράφησε ο ίδιος ο Garbarek στη ενός ταξιδιού του. Επίσης, η σύνθεση "We Are The Stars" βασίζεται σε ένα ποίημα της ινδιάνικης φυλής Passamaquoddy κι εδώ το σαξόφωνο συνοδεύει τις φωνές μιας νορβηγικής παιδικής χορωδίας. Υπάρχει τέλος κι ένα τραγούδι ("The Moon Over Mtatsminda") του Γεωργιανού συνθέτη Jansug Kakhidze, στο οποίο ο Garbarek δεν συμμετέχει ούτε καν ως ερμηνευτής, αποφάσισε όμως να το συμπεριλάβει μετά την εξαιρετική εντύπωση που του έκανε όταν το πρωτάκουσε στην Τιφλίδα.