Ο σημαντικότερος στιχουργός της νέας γενιάς, αποκαλύπτει τις ιστορίες πίσω από τους στίχους του!
Από πολλούς θεωρείται ως ο σημαντικότερος στιχουργός της νέας γενιάς. Είτε το πάρει κανείς με υποκειμενικά κριτήρια (τα ίδια τα τραγούδια) είτε με αντικειμενικά (αριθμοί πωλήσεων), καταλαβαίνει κανείς ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για να αμφισβητήσει αυτόν τον χαρακτηρισμό. Ο Νίκος Μωραΐτης έχει γράψει τους στίχους σε πολλά από τα σημαντικότερα τραγούδια της τελευταίας 20ετίας και συνεχίζει ακάθεκτος.
Προσωπικά, είχα επιφυλάξεις στο κατά πόσον θα ήταν συνετό να πάρω συνέντευξη από τον Νίκο Μωραΐτη για να μας διηγηθεί τις ιστορίες των τραγουδιών του, όταν συνεχίζει να προσφέρει «δυνατούς» στίχους μέσα από τα χείλη των σημαντικότερων τραγουδιστών της χώρας μας. Ωστόσο, πέρασαν σχεδόν 20 χρόνια από την πρώτη του εμφάνιση ως στιχουργός και αυτή η επέτειος είναι μία καλή αφορμή για ένα αφιέρωμα. Άλλωστε, με τις συνεντεύξεις που είχα την τιμή να μου παραχωρήσουν μέχρι σήμερα σημαντικότατοι δημιουργοί, καλύφθηκε ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας των ελληνικών τραγουδιών από τη δεκαετία του 1960 έως τη δεκαετία του 1990. Ήταν, λοιπόν, καιρός να πάμε και στη νεότερη γενιά και να μπούμε στον 21ο αιώνα. Και ο Νίκος Μωραΐτης έρχεται να καλύψει αυτό το «κενό» αποκαλύπτοντας τις ιστορίες πίσω από τα υπέροχα τραγούδια του.
Όπως πάντα, τα τραγούδια παρουσιάζονται με χρονολογική σειρά κι έτσι ο Νίκος Μωραΐτης μας ξεναγεί σ’ ένα υπέροχο ταξίδι που άρχισε το 1997…
«Τα Χάρτινα» Δήμητρα Γαλάνη (σύνθεση: Τάκης Σούκας, 1997)
Νίκος Μωραΐτης: Η Δήμητρα Γαλάνη είναι αυτή που μου άνοιξε το δρόμο και χωρίς αυτήν δεν θα ‘χα βγει στο τραγούδι. Της πάω κάποιους στίχους, τους διαβάζει επί τόπου–καμιά δεκαριά στίχους τής πήγα- και μου λέει:
- Αυτά είναι ωραία. Δεν ξέρω που με πάνε αλλά εγώ κάτι θα κάνω μ’ αυτά.
- Πότε να σας πάρω τηλέφωνο; Να σας πάρω σ’ ένα δίμηνο;
- Ναι, ναι, να με πάρεις.
Είχα πάει Σεπτέμβριο. Την παίρνω τον Νοέμβριο και μου λέει:
- Αχ, κάτι θα τα κάνω αυτά. Δεν ξέρω τι να σου πω, αλλά κάτι θα κάνω… Δεν έχω σκεφτεί κάτι.
Κλείνω το τηλέφωνο και λέω «Εντάξει, Ο.Κ. Τίποτα…». Και τον επόμενο Απρίλιο με παίρνει τηλέφωνο:
- Έλα Νίκο, είμαι η Δήμητρα Γαλάνη! Ήθελα να σε ρωτήσω αν συμφωνείς να δώσω τα «Χάρτινα» στον Τάκη Σούκα για να τα μελοποιήσει.
Εγώ, 24 χρόνων τότε, έχω μείνει. Δεν μπορούσα να μιλήσω. Τι θα έλεγα; Όχι;
- Ναι… Ναι…
- Ωραία! Κι έλα από το σπίτι το απόγευμα γιατί έχω και κάτι άλλα πράγματα να σου πω.
Πάω σπίτι της λοιπόν και μου λέει:
- Θα κάνω δίσκο με τον Τάκη Σούκα αλλά θα ‘χει κι άλλα πράγματα. Πάρε αυτή τη μελωδία από το Τουρκμενιστάν για να γράψεις πάνω. Έχεις ξαναγράψει πάνω σε μελωδία;
- Όχι.
Πάω σπίτι και, σε δύο ώρες, της στέλνω φαξ. Έχω γράψει το «Όσες Φωτιές». Μου λέει:
- Δεν το πιστεύω ότι το έγραψες σε τόσο λίγο χρόνο και ότι όλες οι συλλαβές είναι σωστές.
Κι εκεί αρχίζει να ενθουσιάζεται και τελικά φτάσαμε να κάνουμε σχεδόν όλο τον δίσκο μαζί και να με βγάλει η Δήμητρα μ’ αυτόν τον τρόπο και να με σπρώξει προς το φως, όπως ξέρει να κάνει –γιατί η Δήμητρα έτσι κάνει όταν πιστεύει σε κάτι. Και βέβαια με «κακόμαθε» πάρα πολύ, γιατί νόμιζα ότι και σε επόμενες συνεργασίες θα είχα να κάνω με συνεργάτες που θα μου έδιναν την ίδια σημασία. Αλλά δεν ήταν έτσι τα πράγματα και πέρασα επτά δύσκολα χρόνια στη συνέχεια, μέχρι να ισορροπήσω και να μπορέσω μόνος μου να διεκδικήσω το ζωτικό μου χώρο.
«Αντίθετα Πια» Άλκηστις Πρωτοψάλτη (σύνθεση: Κώστας Μπαλταζάνης, 2002)
Ν.Μ.: Αυτό το θεωρώ από τα ωραιότερα τραγούδια μου. Ο Κώστας Μπαλταζάνης ήταν ο συνθέτης των Ίασις, ενός εξαιρετικού συγκροτήματος. Τους στίχους τους έγραψα πάνω στη μουσική. Δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω αυτό το στίχο χωρίς τη μουσική. Ήξερα ότι το τραγούδι προοριζόταν για την Πρωτοψάλτη, η οποία είχε διαλέξει τη μελωδία. Ήταν η πρώτη φορά που συνεργαζόμουνα μαζί της. Θυμάμαι ότι ήμουν ξαπλωμένος και το έγραφα. Άκουγα συνέχεια τη μελωδία και ταξίδευα, είχα «φύγει» τελείως από το σώμα μου. Είχα την αίσθηση δύο ανθρώπων που αποχωρίζονται, για λόγους που μπορεί να είναι ή μην είναι ερωτικοί. Δεν ξέρω, αυτό που με συγκινεί πολύ σ’ αυτό το τραγούδι είναι ότι τα δάκρυα τρέχουν στην πλάτη. Δηλαδή, είναι τόσο γυρισμένο το πρόσωπο προς τα πίσω, κοιτώντας τον άλλο να φεύγει, που αντί τα δάκρυα να τρέχουν στο μπροστινό μέρος του σώματος, τρέχουν προς τα πίσω.
«Τετράγωνη Γη» Έλλη Πασπαλά (σύνθεση: Στάμος Σέμσης, 2002)
Ν.Μ.: Κοίτα, οι πολύ ψαγμένοι ακροατές λένε ότι αυτός είναι ο καλύτερός μου δίσκος («Σε Ποιο Θεό Να Πιστέψω»). Βεβαίως, δεινοπάθησα γι’ αυτό το δίσκο γιατί ήμουν παιδί ακόμα, χωρίς κάποιο «όνομα» ούτε επιτυχίες ώστε να μπορώ έναν τόσο ιδιόμορφο λόγο. Εγώ όμως ήθελα να κάνω αυτό το συγκεκριμένο πράγμα, να βγάλω αυτόν το συγκεκριμένο λόγο, που είναι ένας λόγος που μου βγαίνει ανά περιόδους, όπως στο δίσκο που κάναμε με τον Σάμση και την Μπάμπαλη ή το δίσκου που κάνουμε τώρα με τη Γαλάνη και το Στάθη Δράκο. Αλλά, ξέρεις ότι όταν έχεις πίσω σου κάποια δεδομένα, είναι πιο εύκολο να αποδεχτούν το λόγο σου. Τότε ήμουν 26 χρονών, τα πήρε ο Σέμσης τα τραγούδια, τα πήγε αλλού να τα γράψουνε άλλοι, τα ξανάφερε, καθυστερούσε, δεν με πολυ-ήθελε και η Πασπαλά καθώς ήταν ένας λόγος που δεν την ακουμπούσε… Πάρα πολύ μεγάλη δυστοκία, για ένα δίσκο που μου λένε ακόμα και σήμερα ότι «δεν το ξεχνάμε το ‘‘Σε Ποιο Θεό Να Πιστέψω’’». Εκεί ένιωσα για πρώτη φορά τη δυστυχία ενός νέου ανθρώπου που ξέρει τι θέλει να πει αλλά του λένε «άσε παιδάκι μου!». Η «Τετράγωνη Γη» είναι η επιστροφή στην αθωότητα πριν ο άνθρωπος αρχίσει να γνωρίζει. Πήρα σαν ένα σημείο καμπής της ανθρωπότητας τη στιγμή που ο άνθρωπος μαθαίνει ότι η Γη είναι στρογγυλή. Άρα ζητάω μία επιστροφή στην τετράγωνη Γη, στην εποχή που ξέραμε λιγότερα. Με την έννοια της φυσικής επιστροφής, της επιστροφής στα πρώτα συναισθήματα και στην αθωότητά τους.
«Ο Άγγελός Μου» Άλκηστις Πρωτοψάλτη (σύνθεση: Στέφανος Κορκολής, 2004)
Ν.Μ.: Αυτό είναι το τραγούδι που μου άλλαξε τη ζωή. Δεν νομίζω ότι υπάρχει τραγούδι για το οποίο θα έχω ποτέ τέτοια συναισθήματα, γιατί αυτό το τραγούδι μού προσέφερε την δυνατότητα να γίνω αυτό που ήθελα στη ζωή μου. Στιχουργός. Ως τότε ήμουνα ένα παιδί το οποίο προσπαθούσε να αποδείξει ότι μπορεί να σταθεί σ’ αυτόν το χώρο, ότι μπορεί να γράφει, με χίλιες δυο αντιδράσεις, «μα αυτός τι μας το παίζει τώρα, είναι δημοσιογράφος ή στιχουργός;», «μα αυτός δεν μπορεί να κάνει ένα τραγούδι που ν’ ακουστεί». Όλα αυτά τα σάρωσε ο «Άγγελος». Νομίζω –και το ‘χω ξαναπεί αυτό- ότι υπήρξε τόσο καθοριστικό το αποτέλεσμα διότι συνέπεσαν τρεις τεράστιες επιθυμίες. Η Άλκηστη ήταν για πρώτη φορά μόνη της, και σε καινούργια εταιρεία. Υπήρχαν πολλοί που ήθελαν να τη δουν να αποτυγχάνει και υπήρχε και η τεράστια επιθυμία της να τους διαψεύσει. Ο Στέφανος (Κορκολής) ήθελε να επιστρέψει από εκείνη την απίστευτη τηλεοπτική ιστορία, που άκουγαν το όνομά του και το συνέδεαν με πράγματα έξω από τη μουσική. Είχε την τεράστια επιθυμία να δείξει πόσο σημαντικός μπορεί να είναι. Κι εγώ παιδευόμουν επτά χρόνια στο στίχο και είχα την τεράστια επιθυμία να δείξω ότι μπορώ να κάνω τραγούδι το οποίο μπορεί να αγαπηθεί από όλους. Από αυτό που έζησα με τον «Άγγελο», θυμάμαι δύο πράγματα. Θυμάμαι την πρώτη παρουσίαση του τραγουδιού στο Ηρώδειο. Ήταν Σεπτέμβριος. Με τον Στέφανο στο πιάνο, και με συμφωνική ορχήστρα νομίζω, η Άλκηστις παίζει δύο τραγούδια από το δίσκο της που θα κυκλοφορούσε το Νοέμβριο, μεταξύ των οποίων και τον «Άγγελο». Και όταν φτάνουμε στα encore, ο κόσμος φωνάζει «Ο Άγγελός Μου»! Δηλαδή, έχει πει όλα τα μεγάλα της τραγούδια και ο κόσμος ήθελε ν’ ακούσει το άγνωστο, που τ’ άκουσε για πρώτη φορά. Είχα μείνει άναυδος.
Το δεύτερο που δεν θα ξεχάσω είναι οι πρώτες στιγμές στο Vox. Δεν είχε κυκλοφορήσει ακόμα ο δίσκος, το τραγούδι παιζόταν αποκλειστικά μόνο σε ένα ραδιοφωνικό σταθμό, τραγουδάει στο Vox η Άλκηστη τον «Άγγελο» και το τραγουδάνε από κάτω όλοι! Είχε γίνει η διάδοση «στόμα με στόμα». Τρομερή δύναμη. Δεν θα τα ξεχάσω αυτά τα δύο πράγματα ποτέ. Κι όλα ξεκίνησαν από μία ξένη μελωδία. Έχω γράψει τους στίχους πάνω της, δεν παίρνουμε την άδεια, παίρνει η Άλκηστη το στίχο, τον πάει στο Στέφανο, τον διαβάζει ο Στέφανος πάνω στο πιάνο και βγάζει αμέσως τη μελωδία.
«Εγώ Για Σένα» Ραλλία Χρηστίδου (σύνθεση Giulio Rapeti, Giovanni Bella, 2005)
Ν.Μ.: Το τραγούδι αυτό είναι από τις περιπτώσεις που, παρόλο που είναι ενός πολύ μεγάλου τραγουδοποιού, του Adriano Celentano, δεν είχε κάνει επιτυχία στην Ιταλία. Σ’ ένα ταξίδι στην Ιταλία, αγόρασα κάποια CD κι ερχόμενος στην Ελλάδα ανακάλυψα αυτό το κομμάτι. Το άκουσα και οι στίχοι ήρθαν αυτόματα. Άμα με συνεπάρει ένα κομμάτι, βγαίνει ο στίχος κατ’ ευθείαν. Πήγα στον παραγωγό Κώστα Καλημέρη και του είπα:
- Έχω ένα τραγούδι στο οποίο πιστεύω πάρα-πάρα πολύ.
Μου λέει:
- Να το πει η Ραλλία.
Κανείς δεν περίμενε ότι θα κάνει με μία πρωτοεμφανιζόμενη τραγουδίστρια κάτι τόσο μεγάλο. Μιλάμε για 10-12 εβδομάδες στο Νο 1. Όλοι είχανε μείνει. Βεβαίως πρέπει να πω ότι δεν την έχω ακούσει τη Ραλλία καλύτερη. Έχει τη δυναμική μίας wannabe μεγάλης τραγουδίστριας. Σαν πρώτη είσοδος είναι πραγματικά εντυπωσιακή.
«Σβήσε Το Φεγγάρι» Δημήτρης Μητροπάνος (σύνθεση: Στέφανος Κορκολής, 2005)
Ν.Μ.: Ε, εντάξει. Εδώ είναι πάλι τα μαγικά του Στέφανου. Ο Στέφανος είναι ο άνθρωπος που μπορεί να πάρει ένα στίχο σου κι άμα τον συγκινήσει, θα κάτσει το ίδιο δευτερόλεπτο στο πιάνο και θα γράψει κάτι που θα μείνεις μετά άναυδος. Ο στίχος ήρθε ουρανοκατέβατος, την ώρα που οδηγούσα. Όλα έτσι μου έρχονται. Όταν έγραψα τον στίχο, τον κράτησα και κάποια στιγμή μου λέει ο Στέφανος:
- Νίκο, θα κάνουμε Μητροπάνο! Μισό εσύ, μισό η Ρεβέκκα (Ρούσση). Στείλε μου!
Είναι το πρώτο που του στέλνω, είναι το πρώτο που γράφει και… νομίζω ότι ήδη είχαμε «καθαρίσει». Το «Σβήσε Το Φεγγάρι» είναι από τα πολύ αγαπημένα μου κομμάτια. Ήταν και το τελευταίο τραγούδι του Μητροπάνου που χτύπησε κορυφή στα ραδιοφωνικά charts. Βεβαίως, πετύχαμε έναν Μητροπάνο που ήταν άρρωστος, πριν από τη μεταμόσχευση. Ήταν στην πιο δύσκολη στιγμή της ασθένειας. Χρειαζόταν να κάνει αιμοκάθαρση τρεις φορές την εβδομάδα. Ήταν ένας άνθρωπος ωσεί παρών. Το τραγούδι λειτούργησε σχεδόν ερήμην του. Δεν ήταν καν η στιγμή της επιστροφής, του «έχω κάνει την μεταμόσχευση, είμαι γερός, είμαι εδώ». Ήταν η περίοδος του μεγάλου χαστουκιού της υγείας. Είχα πάει στο στούντιο την ώρα που ηχογραφούσε το κομμάτι, αλλά είχα τόση αγωνία που δεν μπορώ να σου πω ότι το χάρηκα. Περισσότερο υπήρχε καρδιοχτύπι: «Θα ‘ναι καλά;», «θα μπορέσει;», «μήπως τον κουράζουμε;». Η πιο συγκινητική στιγμή ήταν όταν έμαθα ότι στην κηδεία του ήταν το ένα από τα 4-5 τραγούδια που του τραγουδούσαν από πάνω. Βγήκαν και εφημερίδες με τον τίτλο αυτό («Σβήσε Το Φεγγάρι») την ημέρα του θανάτου και της κηδείας αλλά το βασικό για μένα ήταν ότι ο κόσμος μέσα στα τραγούδια που τραγούδησε στο κατευόδιο, τραγούδησε κι αυτό.
«Δε Φεύγω» Μιχάλης Χατζηγιάννης (σύνθεση: Μιχάλης Χατζηγιάννης, 2006)
Ν.Μ.: Αυτό έχει αστεία ιστορία. Διότι εγώ κοκορεύομαι ότι πολύ συχνά τα τραγούδια τα «πιάνω», ότι ξέρω ποιο θα γίνει επιτυχία… Είναι η πρώτη μου συνεργασία με τον Μιχάλη. Υπήρξε ένα «φλερτ» με τον Μιχάλη, μου είχε πει από τον προηγούμενο δίσκο να συνεργαστούμε, μετά δεν με πήρε τηλέφωνο, ε, μετά με ξαναβρήκε και μου λέει:
- Τώρα είναι η ώρα! Σου στέλνω μελωδία.
Την ακούω την μελωδία και δεν μου έκανε καμία εντύπωση. Και του στέλνω ένα ηλίθιο sms, το οποίο έλεγε: «ελπίζω να μου στέλνεις τις καλές σου μελωδίες»! Κάπως έτσι. Στην ουσία ήταν ένα βλακώδες και ανασφαλές sms. Και μου απαντάει: «Τί εννοείς; Είναι η ωραιότερη μελωδία που έχω γράψει ποτέ μου!». Ήξερε όλο το παιχνίδι. Ήξερε πάρα πολύ καλά ότι θα γίνει αυτό που έγινε. Εγώ δεν είχα καταλάβει τίποτα από τη δυναμική του κομματιού. Τίποτα απολύτως. Προσπάθησα να εμπνευστώ από τη φωνή του, γιατί η μουσική δεν με ενέπνεε, και εκ των υστέρων πιστεύω ότι είναι το καλύτερο κομμάτι που έχουμε κάνει μαζί. Αλλά τότε δεν το ‘χα καταλάβει. Νομίζω ότι είχε και το ρεκόρ παραμονής στο επίσημο chart αυτό το κομμάτι. Έσπασε ο ίδιος το προηγούμενο ρεκόρ του μ’ αυτό. Κάπου… 17 εβδομάδες; Κάτι τέτοιο.
«Χέρια Ψηλά» Μιχάλης Χατζηγιάννης (σύνθεση: Μιχάλης Χατζηγιάννης, 2006)
Ν.Μ.: Αυτό έχει αναδειχθεί σύμφωνα με τα στοιχεία της I.F.P.I. ως το πιο δημοφιλές τραγούδι της δεκαετίας του 2000. Ο Μιχάλης μού δίνει τη μελωδία, γράφω έναν αρχικό στίχο… και δεν μ’ αρέσει ο στίχος που ‘χω γράψει! Δηλαδή καταλαβαίνω ότι η μελωδία είναι πολύ ανώτερη του στίχου. Είναι από τις λίγες φορές που έχω παιδέψει τόσο πολύ ένα κομμάτι, γιατί συνήθως η μελωδία μού βγάζει το αντίστοιχό της σε στίχο αμέσως. Εδώ γράφω κάτι και καταλαβαίνω ότι είναι πολύ κατώτερο. Το παλεύω, το παλεύω, το παλεύω, και προσπαθώ να φέρω τον εαυτό μου στο κλίμα των συναυλιών του Μιχάλη. Από κει, από τη φράση που έλεγε ο Μιχάλης «να δω τα χέρια σας ψηλά», βγήκε το «Χέρια Ψηλά». Βγαίνει κι η φράση «κι όλα τα φτάνω», που το πάει σ’ ένα άλλο concept, «απ’ την αγάπη πιο πάνω». Επειδή η φράση είναι τόσο χαρακτηριστική και τόσο «χιτάκι», ήθελα μέσα στο υπόλοιπο στιχούργημα να θεμελιώνεται κάτι πιο σοβαρό. Μπορεί να μην καταλάβαιναν οι περισσότεροι τι ήθελε να πει το «μαζί σου έμαθα τα ρήματα να σπάω», αλλά δεν τους πείραξε κιόλας. Το μάθανε κι αυτό και το λέγανε. Ήθελα έναν αντίποδα σ’ όλο αυτό το hit που κουβαλούσε η φράση «Χέρια ψηλά» κι η μελωδία. Γενικά εγώ το ‘χω αυτό στα τραγούδια μου. Όταν βλέπω ότι το τραγούδι πάει να γίνει πολύ «ευκολάκι», θέλω λίγο να του δυσκολεύω το δρόμο. Θυμάμαι πάρα πολύ έντονα, σε συναυλία του, να είμαι άγνωστος μεταξύ αγνώστων και να γίνεται αυτό το πανδαιμόνιο την ώρα που το έπαιζε...
Δεν σου ‘ρθε εκείνη την ώρα να φωνάξεις «εγώ το ‘γραψα, εγώ το ‘γραψα!»;
Ν.Μ. (γέλια): Το φαντάζεσαι; Αυτή είναι μια ωραία «ηδονή» του στιχουργού, να μπορεί να είναι άγνωστος και να βλέπει τους άλλους… Μαζί με τον «Άγγελο», είναι το τραγούδι που έχω ζήσει πιο έντονα το αποτέλεσμά του συναυλιακά.
«Δες Καθαρά» Ανδριάνα Μπάμπαλη (Calogero, 2007)
Ν.Μ.: Το ‘χω ακούσει στο Παρίσι, παίρνω το CD του Calogero, το προτείνω στην Ανδριάνα και της αρέσει πολύ. Έχω ευστοχία στις διασκευές. Ξέρεις γιατί; Γιατί τις ακούω με ελληνικό αυτί. Εγώ ποτέ δεν αγάπησα την ξένη μουσική, ώστε να μπορώ να φύγω από το έδαφος εδώ. Πάντα ακούω ένα ξένο κομμάτι και αντιλαμβάνομαι αν μ’ αρέσει ως εν δυνάμει ελληνικό. Γι’ αυτό θα δεις ότι τα ξένα τραγούδια που έχω κάνει στα ελληνικά έχουν ένα δικό μας, μεσογειακό DNA. Στο «Δες Καθαρά», την ενορχήστρωση έχει κάνει ο Νάστας από τους Xaxakes. Μετά το πήρε ο Stereo Mike και έκανε την Rap εκδοχή.
«Γύρω Απ’ Την Αγάπη» Γιάννης Κότσιρας (σύνθεση: Γιάννης Κωνσταντινίδης, 2008)
Ν.Μ. (σκέφτεται): Δεν θυμάμαι πώς το έγραψα, Τίποτα δεν θυμάμαι! Μ’ αρέσει το κομμάτι, δεν είμαι όμως συνδεδεμένος συναισθηματικά μ’ αυτό, περισσότερο συνδεδεμένος είμαι με το «Και Πάλι Παιδί». Νομίζω ότι το «Και Πάλι Παιδί», που είναι στον ίδιο δίσκο, είναι πολύ πιο κοντά και στη δική μου ψυχοσύνθεση και στου Γιάννη.
«Δε Μιλώ Για Μια Νύχτα Εγώ» Ελευθερία Αρβανιτάκη (Παραδοσιακό, 2008)
Ν.Μ.: Το αγαπάω πάρα πολύ αυτό το τραγούδι. Χαίρομαι που τ’ αγαπάει πολύ κι η Ελευθερία, απ’ ό,τι διάβασα σε μία συνέντευξή της. Είμαι στην Κωνσταντινούπολη, στην Istiklal Caddesi (σ.σ.: Ιστικλάλ Τζαντεσί, στα ελληνικά είναι γνωστή ως Μεγάλη Οδός του Πέραν), και ακούω από ένα δισκάδικο το τραγούδι «Bukovina». Αμέσως σκέφτομαι: «Αμάν, Ελευθερία»! Ορμάω στο δισκάδικο, παίρνω το δίσκο κι ευτυχώς πήγε εκεί που έπρεπε: στην Ελευθερία. Νομίζω ότι αυτό το κομμάτι έχει τον αέρα της Ελευθερίας. Και βεβαίως, ενώ δεν πιστεύω πολύ στο βιωματικό στίχο, εδώ το «Δε μιλώ για μια νύχτα εγώ, για όλη τη ζωή μας σου μιλώ» είναι 100% εγώ.
«Μην Ορκίζεσαι» Ελευθερία Αρβανιτάκη (Giuseppe Mango, 2008)
Ν.Μ.: Άλλη μία διασκευή. Το ‘χω ακούσει στην Ιταλία, πάλι ψάχνω να το βρω σαν τρελός γιατί μου έχουν κατέβει λόγια κι εγώ τρέχω να ψάξω να μη φύγουνε. Έτσι παθαίνω πάντα μ’ αυτά τα τραγούδια που γίνονται διασκευές! Μόλις το φτιάχνω, ακαριαία πάλι, το δίνω στον παραγωγό της Ελευθερίας και της το δίνει. Η Ελευθερία, όμως, δεν νιώθει ασφαλής με το κομμάτι και θέλει ν’ αλλάξω το «μην κάνεις τον κόπο». Για μένανε ο στίχος αυτός είναι το μισό τραγούδι. Της λέω «βρε Ελευθερία μου, έτσι, βρε Ελευθερία μου αλλιώς», της κάνω μία δεύτερη εκδοχή, «θα πω», λέει, «και τις δύο και θα διαλέξουμε». Τελικά με μισή καρδιά βάζει το «μην κάνεις τον κόπο». «Μην ορκίζεσαι / μην ορκίζεσαι μάτια μου / μην μ’ αγαπάς / μην κάνεις τον κόπο». Έχεις φτάσει στο σημείο που η αγάπη είναι κόπος για να ειπωθεί. Οπότε, ασ’ το καλύτερα... Έχει τέτοια βαθιά πηγή αυτή η παραδοχή που καμία άλλη λέξη δεν θα μπορούσε να την αντικαταστήσει. Το λέει η Ελευθερία, είναι το Νο 1 τραγούδι σε ραδιοφωνικές μεταδόσεις το 2008, σαρωτικό σε όλα τα ραδιόφωνα –από τα πιο έντεχνα μέχρι τα πιο εμπορικά- και η Ελευθερία δύο χρόνια μετά μου λέει:
- Νίκο, έκανα λάθος για το «μην κάνεις τον κόπο»!
Η Ελευθερία είναι ένας πολύ καθαρός άνθρωπος. Μπορεί να έχει επιμείνει για κάτι, αλλά άμα καταλάβει ότι ήταν λάθος, είναι τόσο ακομπλεξάριστη ώστε δεν έχει κανένα πρόβλημα να το παραδεχτεί ότι δεν ήταν σωστό.
«Τέρμα Η Ιστορία» Αντώνης Ρέμος (Antonello De Sanctis, Daniele Ronda, 2009) (σ.σ.: πρόκειται για την ελληνική εκδοχή του τραγουδιού «Lascia Che Io Sia» που ερμήνευσε ο Nek στο άλμπουμ «Una Parte Di Me», που κυκλοφόρησε το 2005).
Ν.Μ.: Με τον Γιώργο Κυβέλο, τον παραγωγό του Αντώνη Ρέμου που ήταν και παραγωγός της Ελευθερίας, έχουμε κάνει ήδη το «Μην Ορκίζεσαι» και μου λέει ότι θέλει να γράψω οπωσδήποτε για τον Αντώνη. Ο Αντώνης εκείνη την περίοδο δεν ήταν στα πολύ πάνω του. Είχε μεσολαβήσει όλη εκείνη η τεράστια καριέρα με τον Θεοφάνους και τον Βαρδή, με τις τεράστιες επιτυχίες, και έχει λίγο ατονήσει το πράγμα. Σκέφτομαι τί restart να του δώσω; Ο Ρέμος δεν είναι ο μεγαλύτερος τραγουδιστής του σύγχρονου λαϊκού τραγουδιού; Ναι. Αν ήταν, λοιπόν, Ιταλός ποιός θα ‘τανε; Αυτός. Αυτή την μεταφορά κάνω, και του δίνω το «Τέρμα Η Ιστορία». Και πραγματικά, είναι το τραγούδι που τον επαναφέρει στο Νο 1. Έκανε πολύ μεγάλες επιτυχίες αργότερα. Μεγαλύτερες από το «Τέρμα Η Ιστορία». Και μαζί κάναμε μεγαλύτερες από το «Τέρμα Η Ιστορία», αλλά αυτό είναι το restart. Ο Αντώνης, θυμάμαι, δεν ήθελε το στίχο «Σου ‘χω αδυναμία απ’ το δάκρυ ως το δέρμα». Και του λέω:
- Αντώνη μου, χωρίς αυτό το στίχο δεν είναι εγώ. Είναι οποιοσδήποτε άλλος στιχουργός. Οπότε, αφού σ’ αρέσει το υπόλοιπο, πες κι αυτό που είμαι εγώ.
«Κομμένα Πια Τα Δανεικά» Αντώνης Ρέμος (Magic System, 2011)
Ν.Μ.: Κι αυτό διασκευή (σ.σ.: του τραγουδιού «Meme Pas Fatigue» των Magic System). Το έγραψα το Μάιο του 2010, μόλις είχαμε μπει στο μνημόνιο. Δηλαδή ήταν φρέσκο όλο αυτό. Αυτό το τραγούδι είναι το πρώτο τραγούδι που βγαίνει και έχει ένα επικαιρικό περιεχόμενο σε σχέση μ’ αυτό που περνάει η χώρα. Να σου πω κάτι; Αν είχε γραφτεί άλλο, εγώ δεν θα το ‘γραφα. Γιατί μετά βλέπω διάφορους που άρχισαν τις… επαναλήψεις. Εάν το είχε κάνει κάποιος άλλος, κατ’ αρχάς θα ήταν μπανάλ να το κάνω. Αυτά γίνονται μια φορά. Το επικαιρικό το πιάνεις τη στιγμή που συμβαίνει, άπαξ. Το τραγούδι το έγραψα με πλήρη συναίσθηση ότι θέλω να το πει ο Αντώνης. Γιατί ο Αντώνης, στις περιόδους της πλαστής ευμάρειας, είχε ενσαρκώσει τον «άνθρωπο της πίστας», που από κάτω –στα πρώτα τραπέζια- ήταν οι πλουσιότεροι Έλληνες και τον έραιναν με γαρύφαλλα. Ήθελα ο ίδιος, λοιπόν, να δώσει το σήμα ότι όλη αυτή η ψεύτικη ευμάρεια τελείωσε. Τώρα θα μου πεις, όλοι αυτοί που έκαναν το τραγούδι πάλι Νο 1, το κατανάλωσαν ως τέτοιο; Όχι. Αλλά εγώ αυτό που ήθελα να πω το είπα, κι από κει και πέρα όπως το αντιληφθεί ο καθένας. Το ότι δυστυχώς ένα κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας συνεχίζει να κάνει περιφορά πλούτου, είναι αδιανόητο. Το έκαναν τότε, που δίπλα ο άλλος είχε να φάει. Όταν το κάνεις τώρα, που ο άλλος δεν έχει να φάει, είναι ύβρις. Είναι ύβρις και θα την πληρώσουν από την ίδια τη ζωή.
«Πόσες Χιλιάδες Καλοκαίρια» Demy (σύνθεση: Δημήτρης Κοντόπουλος, 2012)
Ν.Μ.: Καταρχάς θέλω να σου πω ότι την Demy τη συμπαθώ πάρα πολύ. Και τη συμπαθώ πάρα πολύ –πως θα το γράψεις αυτό;- γιατί δεν είναι «ξέκωλο». Γιατί όλες αυτές οι Pop τραγουδίστριες οι καινούριες ντύνονται μ’ ένα μαγιό και βγαίνουν και προωθούν αυτό το πολύ φθηνό σέξι στιλ. Βρίσκω ότι αυτή την κοπέλα την έχουν χειριστεί συνολικά –προφανώς και με βάση του τι θέλει η ίδια- ως ένα πιο εστέτ νεανικό πρόσωπο. Έτσι, όταν ήρθε ο Δημήτρης Κοντόπουλος και μου πρότεινε να της γράψουμε, είπα «ναι» χωρίς δεύτερες σκέψεις. Σε μία μουσική βιομηχανία που θέλει να βγάλει ένα φρέσκο Pop πρόσωπο, εγώ σ’ αυτό το στιλ θα ήθελα να δώσω ένα χάδι. Όχι στο άλλο που πουλάς το κρεβάτι δίπλα με τις ζαρτιέρες.
«Μπορεί Να Βγω» Αντώνης Ρέμος, Μάνος Πυροβολάκης (Μάνος Πυροβολάκης, Γιάννης Στίγκας, 2013)
Ν.Μ.: Η δεύτερη καριέρα του Ρέμου έχει να κάνει μ’ ένα σκεπτικό τού πώς μπορεί ο πιο εμπορικός τραγουδιστής σήμερα Ρέμος να το κοινό της μέρας και όχι μόνο της νύχτας. Σε αυτό ακριβώς διαφέρει ο Ρέμος στην απήχηση απ’ όλους τους άλλους που γεμίζουν μαγαζιά της νύχτας. Ο Πυροβολάκης έγραψε πρώτα τη μουσική και το ήθελε για δικό του κομμάτι. Του λέω:
- Πάμε στον Ρέμο! Μην το συζητάς!
- Με χαρά, αλλά να το πούμε μαζί!
Βάζω στον Γιώργο Κύβελο, τον παραγωγό του Ρέμου, το κομμάτι και «πιάνει» αμέσως ότι αυτή είναι η επόμενη κίνηση-ματ για τον Αντώνη.
- Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα, του λέω. Πρέπει να πείσεις τον Αντώνη να το πούνε ντουέτο.
Ο Αντώνης, όμως, δεν είχε τέτοια θέματα. Πολύ εύκολα έγινε κάτι που εμείς οι υπόλοιποι νομίζαμε ότι θα ήταν μία δύσκολη διαδικασία.
«Το Λυόμενο» Χάρις Αλεξίου (σύνθεση: Στάθης Δρογώσης, 2014)
Ν.Μ.: Είναι οι πιο προσωπικοί στίχοι που έχω γράψει. Νομίζω ότι το «Λυόμενο» είναι ένα τραγούδι που έπαιξε ρόλο στο ότι έκανα το δίσκο («Τα Όνειρα Γίνονται Πάλι») με τη Χαρούλα. Δηλαδή, όταν πήγα σπίτι της τα πρώτα τραγούδια με τον Δρογώση και της είπα «έχω ένα υλικό να ακούσετε», στο «Λυόμενο» γύρισε από την άλλη και έκλαιγε. Αυτό, λοιπόν, είναι ένα τραγούδι που το ‘χω γράψει για το σπίτι στο οποίο μεγάλωσα, το «εξοχικό» σπίτι. Ήταν το σπίτι της θείας μου, στο οποίο πηγαίναμε μικρά, κι επειδή μετά το θάνατο του πατέρα μου δεν μπορέσαμε να ξαναπάμε -και δεν είχαμε το κουράγιο να ξαναπάμε- το ‘κανα τραγούδι. Όταν η Χαρούλα έγραψε το «Χειρόγραφο» -που είναι μ’ έναν τρόπο η δική της ζωή- με πήρε τηλέφωνο και μου είπε:
- Έλα. Έγραψα το «Λυόμενό» μου!
Και βέβαια μέσα στο «Χειρόγραφο» παίζει το «Λυόμενο». Πολύ ακριβή στιγμή. Αυτή η συνεργασία με τη Χαρούλα, είναι κάτι που το περίμενα σ’ όλη μου τη ζωή και χαίρομαι πολύ που, μέσα σ’ όλη αυτή την κρίση, πήγε πολύ καλά. Χαίρομαι γιατί ήθελα να δείξω ότι η Χαρούλα είναι εδώ, και είναι εδώ με όλες τις διαστάσεις, όχι μόνο ως ένα ιστορικό πρόσωπο λατρείας αλλά και ως ένα πρόσωπο της τρέχουσας καθημερινότητας.
«Κάτι Ελλάδες» Δάφνη Λέμπερου (σύνθεση: Νίκος Μερτζάνος, 2014)
Ν.Μ.: Είναι σχεδόν ακυκλοφόρητο. Το δώσαμε σε 5-6 σταθμούς και το ‘στειλα κι εγώ σε καμιά δεκαριά δημοσιογράφους. Δεν κυκλοφόρησε ούτε σε single. Παρόλα αυτά, το πήρε ο Νταλάρας και το ‘πε στην Ιερά Οδό, το πήρε πέρυσι ο Κότσιρας κι άρχισε να το λέει στα δικά του live, έγραψαν γι’ αυτό ο Δαβαράκης, ο Δημοκίδης, ο Πιτσιρίκος… Είναι ένα τραγούδι που μιλάει καθαρά για την Ελλάδα. Αν με ρωτάς σε όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης, τί έχω να πω, είναι αυτό το τραγούδι. Η Δάφνη έχει κάνει μία εξαιρετική ερμηνεία, πάρα πολύ στερεή, αλλά τώρα αυτό το τραγούδι κάνει μία πολύ περίεργη καριέρα, κινείται τρομερά υπόγεια κι όλο κι έρχεται μία νέα έκπληξη απ’ αυτό το κομμάτι. Το αγαπάω υπερβολικά και χαίρομαι πολύ που μου έρχονται εκπλήξεις γύρω απ’ αυτό.
«Το Βαλς Των Χαμένων Μετά» Δήμητρα Γαλάνη (σύνθεση: Ευστάθιος Δράκος, 2016)
N.M.: Όταν άκουσα το δίσκο των Minor Project, δηλαδή του Στάθη Δράκου και του συγκροτήματός του, μου ερχόντουσαν ελληνικά λόγια και η φωνή της Δήμητρας. Προσπάθησα να βρω τον Στάθη, τον βρήκα, του είπα ότι θέλω να γράψουμε για τη Δήμητρα, χωρίς να το ξέρει η Δήμητρα –όπως είχα κάνει και με τη Χαρούλα. Είναι πάρα πολύ ριψοκίνδυνο αυτό, γιατί γράφω τραγούδια γι’ αυτούς χωρίς να το ξέρουνε, αλλά -δόξα τω Θεώ- η τύχη ήταν παρούσα. Γιατί αλλιώς θα ήταν πολύ μεγάλη απογοήτευση. Ξέρεις τι είναι να γράφεις για την Αλεξίου ή για τη Γαλάνη, χωρίς να τους το ‘χεις πει, και μετά να τα παίρνουν; Είναι στην κόψη του ξυραφιού όλο αυτό. Η Δήμητρα, λοιπόν, τα άκουσε μετά τα τραγούδια και τώρα γίνεται ένας δίσκος μαζί με τον Στάθη, που θα βγει σε λίγες εβδομάδες. Το πρώτο δείγμα είναι το «Βαλς Των Χαμένων Μετά». Μόλις μου ‘στειλε ο Στάθης τη μουσική, ένιωσα αυτό που ένιωθα και στο δίσκο τους. Ότι αυτός ο τύπος με κάποιο τρόπο έχει «καταπιεί» τον Χατζιδάκι, αλλά χωρίς να επαίρεται γι’ αυτό. Χωρίς να λέει «Γεια σας, εγώ είμαι που έχω καταπιεί τον Χατζιδάκι». Οπότε, ακούγοντας εκείνο το βαλς, ήθελα να υπάρχει μία αναφορά. Αλλά όχι ως «διεκδικητές» του Χατζιδάκι, γιατί ο Χατζιδάκις είναι πολύ πιο μεγάλο πράγμα και καθολικό από τον καθένα μας. Μου ήρθε η φράση «κι η ζωή να κυλά / σ’ ένα βαλς των χαμένων μετά», σαν σχόλιο. Αν τότε, στο «Βαλς Των Χαμένων Ονείρων» ήταν τα όνειρα αυτά που χάθηκαν, σήμερα χάθηκε η ίδια η πραγματικότητα. Είναι το «μετά» εκείνης της εποχής.
Έχοντας περάσει από το στάδιο του δημοσιογράφου που έπαιρνε συνεντεύξεις από σημαντικούς τραγουδιστές, και τώρα συνεργάζεσαι μαζί τους ως δημιουργός, έχει υπάρξει κάποιος που να τον εκτίμησες ακόμα περισσότερο ή κάποιος που να σε απογοήτευσε;
Ν.Μ.: Απ’ όλα τα μεγάλα πρόσωπα για τα οποία συζητάμε, δεν υπάρχει πρόσωπο που να μ’ έχει απογοητεύσει. Γιατί αυτά τα μεγάλα πρόσωπα δεν είναι τυχαία μεγάλα. Είναι άνθρωποι που κουβαλούν σοφία ή κάποια ιδιαίτερη δύναμη ή κάποιο ιδιαίτερο ένστικτο. Δεν είναι πρόσωπα που μπορούν να σε απογοητεύσουν.
Το 2017 κλείνεις 20 χρόνια στη δισκογραφία. Ποιά είναι η διαφορά του Νίκου Μωραΐτη του σήμερα σε σχέση με τον νεαρό Μωραΐτη που έκανε τα πρώτα του βήματα στη δισκογραφία το 1997;
Ν.Μ.: Απλά αυτό που έχω καταφέρει είναι να προστατεύω την ψυχή μου. Να μην στεναχωριέται από τις κακές καταστάσεις, ενώ τότε δεν ήξερα πώς να το κάνω. Κατά τ’ άλλα βουτάω μέσα σ’ αυτή τη διαδικασία με το ίδιο πάθος.
Σου εύχομαι ολόψυχα να διατηρήσεις το πάθος σου και να συνεχίσεις ακάθεκτος!
Ν.Μ.: Σ' ευχαριστώ πολύ!
Υ.Γ. Ο Νίκος Μωραΐτης ανέλαβε πρόσφατα διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού Μέντα 88FM.
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο
#29514 / 09.11.2016, 10:35 / Αναφορά ωραία συνέντευξη :-) |