Σήμερα ξέρουμε ότι πίσω από το ψευδώνυμο Α.Κωστής κρυβόταν ο Κώστας Μπέζος, ένας ξεχασμένος μουσικός του Μεσοπολέμου.
Το πρόσωπο του ρεμπέτη «Α. Κωστή», δημιουργού της «Υπόγας», της «Παξιμαδοκλέφτρας» κλπ, παρέμενε μυστήριο. Σήμερα ξέρουμε ότι πίσω από αυτό το ψευδώνυμο κρυβόταν ο Κώστας Μπέζος, ένας σχεδόν ξεχασμένος μουσικός του Μεσοπολέμου.
Πρόσφατα ο Μπέζος ξαναήρθε στο προσκήνιο, από ένα διαφημιστικό βίντεο της Apple, με μουσική επένδυση τη σύνθεσή του «Πάμε στη Χονολουλού». Επίσης η Olvido Records (ΗΠΑ) κυκλοφόρησε 2 συλλογές με 32 κομμάτια του Μπέζου, μετά από έρευνα ενός Βρετανού και ενός Αμερικανού.
Ο Κώστας Μπέζος (1905-1943) ήταν μια πραγματικά ακατάτακτη περίπτωση καλλιτέχνη. Πολυτάλαντου, πολυσχιδή και πολυπράγμονα, που άφησε μικρό αλλά αριστουργηματικό έργο. Συνθέτης, στιχουργός, κιθαρίστας, μαέστρος και τραγουδιστής.
Όχι και τόσο λαϊκής προέλευσης, ξεκίνησε από τη Σχολή Καλών Τεχνών κι έγινε «ρεμπέτης», μέλος της Μάντρας του Αττίκ, δημιουργός συγκροτήματος με χαβάγιες, σκιτσογράφος, γελοιογράφος, δημοσιογράφος και ηθοποιός.
Γεννήθηκε το 1905 στο χωριό Μπολάτι Κορινθίας από μεσοαστική οικογένεια.
Τέλειωσε το γυμνάσιο στην Κόρινθο και ήρθε στην Αθήνα, όπου γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών ενώ παράλληλα παρακολουθούσε μαθήματα κιθάρας και έτσι τον απορρόφησε η μουσική.
Εργάστηκε στις εφημερίδες «Πρωΐα» και «Ακρόπολη» (πιθανόν και σε άλλες) ως κειμενογράφος, σκιτσογράφος και γελοιογράφος.
Βασικά ήταν εκπληκτικός μουσικός, συνθέτης και στιχουργός. Από νέος έπαιζε δεξιοτεχνικά κιθάρα και χαβάγια.
Μέλος της «Μάντρας» του Αττίκ και συνεργάτης του διάσημου συνθέτη.
Πρωτοηχογράφησε τραγούδια του το 1930.
Αρκετά από τα τραγούδια του, που ισορροπούσαν ανάμεσα στο ρεμπέτικο, στο επιθεωρησιακό και στο «ελαφρό», είναι γνωστά και σήμερα, αν και δεν είναι πάντοτε γνωστό πως είναι δικά του.
Ταλαντούχος και στη ζωγραφική, σπούδασε για λίγα χρόνια στη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά την παράτησε. Όμως δεν εγκατέλειψε την εικαστική έκφραση, αναδεικνυόμενος ως ο βασικός σκιτσογράφος της εφημερίδας “Πρωία” (στην οποία συχνά αρθρογραφούσε). Χαρακτηριστικές είναι οι γελοιογραφίες του με τον Μουσολίνι.
Μετά το 1935 και μέχρι την Κατοχή, επισκεπτόταν κάθε χρόνο τη Θεσ/νίκη με το Συγκρότημα του Αττικ, ή με το 8μελές προσωπικό του συγκρότημα και εμφανιζόταν στο Κέντρο του Λευκού Πύργου, μετέχοντας σε θιάσους βαριετέ.
Πραγματοποίησε και περιοδείες στην Αίγυπτο κ.α., φτάνοντας ώς την Αμερική.
Εργάστηκε και σαν ηθοποιός και μάλιστα το 1941-42 έπαιξε στην κινηματογραφική ταινία “Μάγια η τσιγγάνα”, του Γιάννη Χριστοδούλου. Ήταν επίσης αναμεμειγμένος σε μερικές ταινίες στις αρχές του ’40.
Υπήρξε γοητευτικός άνδρας, αλλά δεν παντρεύτηκε ποτέ, ούτε έκανε παιδιά.
Η ζωή του ήταν πολύ δημιουργική αλλά δυστυχώς σύντομη. Πέθανε το 1943, 38 μόλις ετών, στην Αθήνα από φυματίωση. Μέσα στην Πείνα, τις στερήσεις και τις κακουχίες της Γερμανικής Κατοχής. Τάφηκε στο Γ’ Νεκροταφείο.
Το 1943 έγινε μια έκθεση της σκιτσογραφικής δουλειάς του εις μνήμην του, επειδή άνηκε στην Ένωση Σκιτσογράφων.
Είχε δικό του 8μελές συγκρότημα με χαβάγιες, τα «Άσπρα πουλιά», που ήταν αρκετά γνωστό. Ονομάστηκαν έτσι επειδή έπαιζαν πάντα ντυμένοι στα άσπρα.
Έκαναν γραμμοφωνήσεις και εμφανίζονταν σε θέατρα, εκδηλώσεις κλπ.
Μέλος του συγκροτήματος ήταν και ο κιθαρίστας Τίτος Καλλίρης, γιός της αδελφής του Μπέζου.
Επίσης σ’αυτό άρχισε την καριέρα του σαν κιθαρίστας ο Μανώλης Χιώτης. Όπως λέει σε μια συνέντευξή του: «Το ξεκίνημά μου ήτανε από το συγκρότημα του Μπέζου, του συγχωρεμένου του Κώστα, που είχε το συγκρότημα «Τα άσπρα πουλιά». Ήταν ένα συγκρότημα που ήτανε «οι χαβάγιες», τότε που λέγανε. Και ήμουνα σαν 1ος κιθαρίστας του Μπέζου. Όταν πρωτοπήγα στο ωδείο, πήγα για να μάθω βιολί. Αλλά ξεμυαλίστηκα με την κιθάρα και με τις καντάδες. Και από εκεί ξεκινησα, από του Μπέζου το συγκρότημα... Αυτό ήτανε προπολεμικά. Ήτανε συγκρότημα που έπαιζε σε δίσκους και κάνανε εμφανίσεις σε θέατρα, σε χορούς κλπ.»
Το συγκρότημα του Μπέζου υπήρξε φυτώριο και για άλλα πολύ μεγάλα ονόματα της μουσικής και του τραγουδιού, όπως η Δανάη και ο Νίκος Γούναρης.
Ήταν στενός συνεργάτης του Αττίκ και μέλος της περίφημης «Μάντρας» του.
Φίλος της Δανάης (Στρατηγοπούλου), που τότε εργαζόταν σαν νεαρή δημοσιογράφος στην «Πρωία». Τη γνώρισε στον Αττίκ και έτσι άρχισε την καριέρα της. Στην αυτοβιογραφία της μιλάει πολύ θετικά γι’ αυτόν. Ότι δούλευαν μαζί, ότι ήταν πολύ σέξι άνδρας, ότι την ενθάρρυνε στην μουσική της, ότι την γνώρισε στον Αττίκ, κτλ.
Θεωρείται "ο πιο αινιγματικός ρεμπέτης".
Το 1930 και 1931 ηχογράφησε στην Αθήνα για την Αμερικάνικη αγορά με προτροπή του Τέτου Δημητριάδη 6 δίσκους με 12 ρεμπέτικα που είχαν θέμα τη μαγκιά. Σ’αυτά τραγούδησε και έπαιξε κιθάρα ο ίδιος ο Μπέζος, με συνοδεία και δεύτερης κιθάρας. Το ποιός ήταν ο δεύτερος κιθαρίστας παραμένει μυστήριο.
Σ’ αυτά χρησιμοποίησε το ψευδώνυμο «Α. Κωστής» (σε 2 απ’αυτά «Κ. Κωστής»).
Κομμάτια με μοναδικά κιθαριστικά ντουέτα και στίχους μαύρου χιούμορ για τεκέδες, κουλτούρα φυλακής κλπ. της παλιάς Αθήνας.
Γοητευτικότατα, ελκυστικότατα, ηδονικότατα, ευφυέστατα και πρωτότυπα, μουσικά και στιχουργικά. Εξαιρετικά και από μουσική άποψη και παιγμένα με άψογη μαεστρία.
Η χρήση της κιθάρας σ’αυτά τα κλασσικά ρεμπέτικα δείχνει μια δεξιοτεχνία παιξίματος με τα δάχτυλα σε Μικρασιάτικους δρόμους και ασυνήθιστα κουρδίσματα στην αυγή των ρεμπέτικων, πριν την επικράτηση του μπουζουκιού, που για πρώτη φορά ηχογραφείται στην Ελλάδα το 1931.
Το όνομα του Κώστα Μπέζου δεν είχε συνδεθεί με αυτές τις ηχογραφήσεις. Χρειάστηκαν περίπου 50 χρόνια για να ανακαλυφθεί ότι ήταν αυτός, μετά από μια έρευνα του Παναγιώτη Κουνάδη, το 1970.
Ο Μπέζος, μάλλον εσκεμμένα παρέμεινε σιωπηλός σχετικά με τους συγκεκριμένους δίσκους, επειδή δεν ήθελε να σχετιστεί με κάτι που θα κηλίδωνε τη μεσοαστική φήμη του.
Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο της Αθηνάς Σπανούδη για το «Ήσουνα ξυπόλυτη» στη "Μουσική Ζωή"(1.10.1931): "Υπόδειγμα ταπεινού, χυδαίου και γαιώδους κομματιού, που χαμοσέρνει την τέχνην των ήχων στα βρωμερώτερα επίπεδα της σαρκικής μουσικής ρυπαρογραφίας".
Ο Μπέζος δεν ήταν βέβαια αυθεντικός ρεμπέτης. Θεωρούνταν αξιαγάπητος αριστοκράτης, πέραν της προσεγμένης ένδυσής του. Ένας από τους γνησιότερους “αριστοκράτες μάγκες”.
Δεν είχε σχέση με τη μαγκιά και τον κόσμο του περιθωρίου. Όμως ακουγόταν σαν αληθινός μάγκας, σαν ένας ώριμος, σκληρός άντρας που ζει στον υπόκοσμο.
Πώς μπόρεσε να κάνει την τέλεια εκδοχή αυτού του χαρακτήρα ένας 25χρονος μεσοαστός από την Κόρινθο, που δεν κάπνιζε χασίσι, δεν είχε πάει στη φυλακή και δεν είχε καμία σχέση με αυτό τον τρόπο ζωής, παραμένει μυστήριο. Ίσως να βοήθησε το ότι ήταν και ηθοποιός.
Φαίνεται ότι ήξερε τον κόσμο της μαγκιάς που αντέγραφε. Συναλλάσσονταν με τους μάγκες, γιά να μην πούμε πως ήταν κι ο ίδιος μάγκας, όπως π.χ. ο Πέτρος Κυριακός.
Στην "Υπόγα" τα κατάφερε, αλλά άλλα κομμάτια φαίνονται από μακριά ότι αντιγράφουν τα μάγκικα αλλά δεν είναι.
Είναι ενδιαφέρουσα η νεκρολογία που έγραψε για τον θάνατο του Μπέζου ο μεγάλος ποιητής Κώστας Βάρναλης, συνάδελφός του στην «Πρωία».
«Μιαν εξαιρετική φυσιογνωμία έχασε ο καλλιτεχνικός κόσμος της Αθήνας κ’ έναν πολύτιμο συνεργάτη η «Πρωία», τον Κώστα Μπέζο. Νέος ακόμα νικήθηκε από την ύπουλη αρρώστεια, που τον έφθειρε χρόνια και τώρα τελευταία τον έρριξε χάμου, για να μη σηκωθεί πια.
Ο Μπέζος ήτανε πολύπλευρη καλλιτεχνική φύση. Σκιτσογράφος, ποιητής, συνθέτης, κιθαριστής, τραγουδιστής, ηθοποιός, επιθεωρησεογράφος, πεζογράφος. Και σ’ όλ’ αυτά είχε λεπτό γούστο και πνεύμα και στα περισσότερα αναγνωρισμένο τάλαντο. Αλλά κυρίως ήταν ένας από τους πιο γνήσιους τύπους της μποέμικης ζωής. Ξενύχτης αδιόρθωτος, γλεντζές, καλόκαρδος – ένα μεγάλο παιδί, που δεν ήξερε τι θα πει «αύριο». Κι ήταν αγαπητός απ’ όλους και περιζήτητος στις παρέες. Και για το πλήθος των ταλάντων του και για την ευθυμία του και για τα γουστόζικα ανέκδοτά του, που ήξερε να τα διηγιέται με μοναδικό μπρίο.
Ως γελοιογράφος των εφημερίδων δεν είχε το ταίρι του. Το χιούμορ του ήτανε πάρα πολύ φίνο κι η γραμμή του σίγουρη. Χαριτωμένος και πνευματώδης κι ανεξάντλητος. Κι όμως πόσο βαριότανε τη δουλειά! Όταν ερχότανε τα βράδια στα γραφεία της «Πρωίας» για να φκιάσει το καθημερινό του σκίτσο, ήτανε άθυμος σα να τον είχανε καταδικάσει σε καταναγκαστικά έργα.
– Τι να φκιάσω; έλεγε, το κεφάλι μου είναι άδειο.
– Κάτσε και πάρε χαρτί και πένα. Κάτι θα βγει.
Και πραγματικά, σε λίγη ώρα το σκίτσο ήτανε έτοιμο, φρέσκο και σπαρταριστό κι απορούσες πούθε βγήκε όλο αυτό το κέφι. Κ’ έπειτα, άμα έπαιρνε την «αντιμισθία», έτρεχε να την χαλάσει. Λες και τα λεφτά τού καίγανε τις φούχτες.
Είχε μια καταπληκτική ευκολία να εφευρίσκει κωμικές σκηνές και να γράφει σατιρικούς στίχους. Αλλά σχεδόν ποτέ του δεν είχε την υπομονή να τελειώσει ένα έργο. Αφού το έφκιανε όλο μες στο κεφάλι του και προχωρούσε αρκετά στην πραγματοποίηση, ξαφνικά τα παρατούσε όλα. Τον έπαιρνε το ρέμα της μποεμικής ανεμελιάς –ναυάγιο της νύχτας και της ημέρας.
Ως κιθαριστής ήτανε μαέστρος κι ως τραγουδιστής περίφημος για τη λεπτή του τέχνη και το αληθινό αίσθημα. Πόσες φορές πηγαίναμε να τον βρούμε σε διάφορα κέντρα, όπου καταντούσε να διασκεδάζει το κοινό. Κάπου – κάπου τα μάζευε κι έφευγε με μερικούς άλλους συντρόφους για καλλιτεχνική περιοδεία στην Αίγυπτο και στην Πόλη. Ξαναγύριζε μετά καιρό στα παλιά του λημέρια και στις παλιές του συνήθειες με κέφι και παράδες. Και σε λίγο έτρωγε τους κόπους του και ξαναγινότανε σκιτσογράφος. Αυτήν τη δουλειά τη θεωρούσε ρουτινιέρικη. Κι αν μπορούσε, θα πλήρωνε όσα είχε για να την αποφύγει!
Αυτή η μποέμικη αταξία της ζωής του τον έφαγε. Διαρκώς αδυνάτιζε. Έβηχε. Και πριν από ένα χρόνο και πλέον τόνε δέχτηκε η «Σωτηρία». Οι φίλοι, που τον αγαπούσαν, κι οι γνωστοί, που τον εχτιμούσαν, λυπηθήκανε πολύ. Γιατί η κατάστασή του δε σήκωνε διόρθωση. Έφυγε κι από κει , γιατί η μοίρα του το είχε να μη ριζώνει πουθενά. Πήγε στην Αγία Παρασκευή. Εκεί σ’ ένα δωμάτιο ακατάστατο και υγρό έρεβε τελειωτικά και καμιά βοήθεια δεν μπορούσε πια να τον σώσει. Ο γιατρός τελευταία, αφού απελπίστηκε, του κατάργησε κάθε δίαιτα και του επέτρεψε να τρώγει ό,τι ήθελε. Γιατί να τον βασανίζει άδικα;
– Γιατρέ, του είπε μπροστά σε κάτι φίλους, που πήγανε να τον ιδούνε, σου χρωστώ μεγάλη χάρη για όσα μου έκανες. Αλλά σε παρακαλώ να μη μου αρνηθείς μια τελευταία χάρη.
– Ποιαν;
– Δώσε μου ένα φάρμακο να πεθάνω απόψε. Γιατί να βασανίζομαι άδικα;
– Δεν ντρέπεσαι; του απάντησε ο γιατρός. Θα γίνης καλά την άνοιξη.
Και πραγματικά μέσα σε μια βδομάδα έγινε απολύτως καλά. Πέθανε.
Μια ζωή, ένα παραμύθι, ένας τάφος. Τι άδικα που χάθηκε μια εξαιρετική καλλιτεχνική ψυχή, ένας θαυμάσιος άνθρωπος – ο τελευταίος της γενεάς των βοημών!
«Πάμε (ταξιδάκι) στη Χονολουλού» , στίχοι & μουσική Κώστας Μπέζος. Αναστάσιος Βάμπαρης, Χρήστος Μνηματίδης και Ρ. Τάλμας, χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά» 1935
«Τρέλα πέρα για πέρα» Μουσική Κώστας Μπέζος, στχοι Αιμίλιος Σαββίδης. Χρήστος Μνηματίδης, Αναστάσιος Βάμπαρης, Χαβάγιες «Άσπρα πουλιά» 1936
«Εν τάξει» χιουμοριστικό τραγούδι, που σατιρίζει την κατάσταση στην Ελλάδα του μεσοπολέμου. Στίχοι & μουσική Κώστας Μπέζος.
Χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά», 1935
1ηεκτέλεση, Λεοπόλδος (Πώλ) Γαδ, 1934
“Tα άσπρα (πουλιά) στα βουνά» Aν.Βάμπαρης, Χρ.Μνηματίδης, Ρ.Τάλμας, χαβάγιες «Άσπρα πουλιά» Κώστα Μπέζου, 1936
«Γλυκιά Σταμπούλ» (ρούμπα) Στίχοι & μουσική Κώστα Μπέζου. Νικ.Γύζης, Δανάη Στρατηγοπούλου, χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά» 1934
«Μικρούλα Μπιμπί» Φοξτροτ, Στίχοι & μουσική Κώστας Μπέζος, Χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά» 1935
«Nτίπι ντίπι ντοπ (Μεσ’ τη Χαβάη όποιος κι αν πάει)» φοξτροτ, Στίχοι & μουσική Κώστα Μπέζου. Αθ. Παναγόπουλος, Αρ. Δημητρίου, Χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά» 1933
«Πες μου» (φοξτροτ) Κώστα Μπέζου. Χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά»,1936
«Χιπ χοπ» φοξτροτ , Χαβάγιες «Ασπρα πουλια», 1934
«Ένα τραγούδι στο τραίνο» Δανάη, Χρ. Μνηματίδης, Αν. Βάμπαρης, χαβάγιες
«Άσπρα πουλιά» 1934
«Γυναίκας ψεύτικα φιλιά» Γρ. Κωνσταντινίδη. Χαβάγιες Αρ. Δημητρίου, Κώστας Μπέζος, 1931
«Σε παίρνω δίχως προίκα» (φοξτροτ) στίχοι & μουσική Γιάννης Βέλλας. Δημ.Καββαδίας, Φώτης Πολυμέρης, Χαβάγιες Κώστα Μπέζου, 1936
«Κλάψε καρδιά μου» (ταγκό) Μουσική Κώστας Μπέζος Στίχοι Αιμίλιος Σαββίδης. Λουντλιάνα
«Και όμως» (ταγκό) Μουσική Αττίκ. Χαβάγιες Κώστας Μπέζος & Αρ. Δημητρίου –Δ/νση Γρ. Κωνσταντινίδης
«Τί μάτια» ταγκό Γρ. Κωνσταντινίδη. Χαβάγιες Κώστας. Μπέζος & Αρ. Δημητρίου
«Μόνα-Μόνα» Στίχοι & μουσική Κώστας Μπέζος. Κάκια Μένδρη, Νικ.Γύζης, Ξεν. Στελλάκης & «Άσπρα Πουλιά» 1935
«Κατινάκι μου» (Καλαματιανό) Στίχοι & μουσική Κώστας Μπέζος . Νίκος Γούναρης & Χρ.Μνηματίδης, 1937
«Δεν θέλουμε γυναίκες» Κώστα Μπέζου Νίκος Γούναρης
«Το Ταγκό του μυστηρίου» (Τη νύχτα που λάμπουνε τ’άστρα) Κώστα Μπέζου Νίκος Γούναρης & Μαριάννα Μόρσυ, Χαβάγιες Κώστα Μπέζου, 1937
«Ινούρμι» (Φοξ) Μουσική Κώστα Μπέζου, στίχοι Ορέστη Λάσκου. Χρ. Μνηματίδης Αν. Βάμπαρης, Δανάη, χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά», 1934
«Λαίντη Γιουκουλελέ» Κώστα Μπέζου Αν. Βάμπαρης, Δανάη, χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά»,1936
«Κοπελίτσα μου χρυσή» Τρίο Τάσου Βάμπαρη, χαβάγιες «Άσπρα Πουλιά» 1937
«Στην υπόγα» Ζειμπέκικο (Αγνώστου;) Στίχοι & μουσική Α.(ντώνης) Κωστής (Κώστας Μπέζος), 2 κιθάρες Kώστας Καρίπης & Κώστας Μπέζος 1930
«Ήσουνα ξυπόλυτη» (Παξιμαδοκλέφτρα) Μυρμούρικο αγνώστου, Ζειμπέκικο Α. Κωστής (Κώστας Μπέζος) 2 κιθάρες (1930)
«Κάηκε κι ένα σχολείο» Α. Κωστής (Κώστας Μπέζος) 2 κιθάρες 1930
«Ντερτιλίδικο» Οργανικό με 2 κιθάρες, Κώστας Μπέζος, 1930
«Mε πιάνουνε ζαλάδες» Α.Κωστής (Κώστας Μπέζος) 2 κιθάρες 1931
«Απ’την πόρτα σου περνώ» Κ.Κωστής (Κώστας Μπέζος) 2 κιθάρες 1931
«Η φυλακή είναι σχολείο» Scotti ή Κ. Κωστής (Κώστας Μπέζος) 2 κιθάρες 1931
«Αδυνάτισα ο καημένος», Ζειμπέκικο, Α.Κωστής (Κώστας Μπέζος) 1931
«Τρούμπα» χασάπικο (οργανικό με 2 κιθάρες) Α.Κωστής (Κώστας Μπέζος)
«Τούτο το καλοκαιράκι» Τσιφτετέλι Α.Κωστής (Κώστας Μπέζος) 1931
«Τουμπελέκι τουμπελέκι» Καρσιλαμάς Α.Κωστής (Κώστας Μπέζος) 1931
«Γιάννης Χασικλής» Ζειμπέκικο Α. Κωστής (Κώστας Μπέζος ) 1931
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο
#29598 / 20.04.2017, 11:32 / Αναφορά Πολύ ενδιαφέρον και εμπεριστατωμένο άρθρο/έρευνα, για έναν σημαντικό, απ΄ό,τι φαίνεται, καλλιτέχνη την ύπαρξη του οποίου αγνοούσα ως τώρα. Ευχαριστούμε και μπράβο σας! |
#29599 / 20.04.2017, 13:40 / Αναφορά Ευχαριστώ, Κώστα, για το ωραίο άρθρο. Έμαθα αρκετά πράγματα για τον "άγνωστο" ρεμπέτη. Ε.Σ. |
#29600 / 21.04.2017, 00:29 / Αναφορά Εκτός από τα ρεμπέτικα του Μπέζου -που τα είχα ψάξει επισταμένως- ελάχιστα γνώριζα για τις άλλες δραστηριότητές του, και με αυτό το άρθρο/έρευνα συμπληρώθηκε η εικόνα του καλλιτέχνη... πολύ ωραίο και λεπτομερές άρθρο Κώστα, ευχαριστούμε!! |
#29601 / 22.04.2017, 15:23 / Αναφορά Συμπληρώνω με το "Ντερτιλίδικο" τιυ Μπέζου, που τελικά βρέθηκε https://www.youtube.com/watch?v=15zVQtSHcdE |
#29602 / 22.04.2017, 18:15 / Αναφορά Μπράβο. Ενδιαφέρον άρθρο για έναν καλλιτέχνη που δεν γνώριζα. |
#29603 / 28.04.2017, 00:53 / Αναφορά Συμπληρωματικά “Ηawaian Orchestra-White Birds” Mississippi Records Catalog#: MR-029 Vinyl, LP, Compilation https://www.youtube.com/watch?v=EgtRFe2QhAU «Λαίδη Γιουκούλελε» Κώστας Μπέζος , χαβάγιες «Τα άσπρα πουλιά» https://www.youtube.com/watch?v=W72Cf-Ffcy4 «Μαγιάτικες νύχτες» Φοξ, χαβάγιες Αρ.Δημητρίου- Π. Παναγοπούλου, 1934 https://www.youtube.com/watch?v=DRzysa8IW-0 <<Όταν κλαίνε οι κιθάρες» Γ. Μακρή, Ι.Γεωργίου –Α. Μπαρκούκης, χαβάγιες Μακρή 1934 https://www.youtube.com/watch?v=TTepZoprtLI |