ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Συνέντευξη Νίκος Πορτοκάλογλου - Τρεις ιστορίες τραγουδιών

    Ο Νίκος Πορτοκάλογλου αποκαλύπτει την ιστορία πίσω από τρία αγαπημένα τραγούδια.

    Συνέντευξη Νίκος Πορτοκάλογλου - Τρεις ιστορίες τραγουδιών

    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παυλικιάνης (CHE)
    230 άρθρα στο MusicHeaven
    Τρίτη 15 Μαρ 2022

    Νομίζω ότι κάθε εισαγωγή, πρόλογος κ.λπ. για κάποιον τραγουδοποιό του βεληνεκούς του Νίκου Πορτοκάλογλου είναι πλέον περιττή. Η πορεία του γνωστή, τα τραγούδια του έχουν για τα καλά ριζώσει στην καρδιά και την ψυχή μας, οπότε είπα να το "πάρω αλλιώς" αυτή τη φορά.

    Ήταν 28η Οκτωβρίου. Βρισκόμουν στη Μονεμβασιά για... χαλάρωση αλλά ήταν κι η μοναδική ημέρα που μπορούσα να μιλήσω με τον Νίκο Πορτοκάλογλου, καθότι οι πρόβες και τα γυρίσματα για το "Μουσικό Κουτί" καθιστούσαν τον ελεύθερο χρόνο του ελάχιστο. Κάπως έτσι, τον πήρα τηλέφωνο για να μου διηγηθεί τις ιστορίες τριών τραγουδιών που επέλεξα. Η αλήθεια είναι ότι θα ήθελα να καταγράψω τις ιστορίες πολλών περισσότερων τραγουδιών, αλλά θα έκανα κατάχρηση χρόνου, οπότε είπα να περιοριστώ σ' αυτές τις τρεις -τουλάχιστον προς το παρόν.

    Αυτή δεν είναι η πρώτη συνέντευξη που έκανα με τον Νίκο Πορτοκάλογλου. Είχαν προηγηθεί άλλες τρεις. Μία στο σπίτι του, μία στον Σταυρό του Νότου και μία στην Πειραιώς. Όλες, δηλαδή, δια ζώσης. Αυτή η τελευταία μόνο, λόγω αποστάσεως και COVID, έγινε τηλεφωνικά. Όμως, έστω κι έτσι, οι αφηγήσεις του είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες, δυνατές και με συναίσθημα. Κι αυτές οι ιστορίες βοηθούν να καταλάβουμε ακόμα καλύτερα τον ψυχισμό του όταν έγραφε τους στίχους, συνέθετε τη μουσική κι έβαζε τη φωνή του πριν φτάσουν τα τραγούδια του να τραγουδιούνται από το κοινό. Καιρός, λοιπόν, να μάθουμε την αλήθεια τους.

    ΨΕΜΑΤΑ – Φατμέ
    (1982, μουσική-στίχοι: Νίκος Πορτοκάλογλου)

    Ν.Π.: Τα «Ψέματα» είναι ένα από τα πρώτα τραγούδια μου και για την ακρίβεια είναι το πρώτο ερωτικό τραγούδι που έγραψα. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα πραγματικά ερωτευμένος και η πρώτη μεγάλη απογοήτευση από τον χωρισμό. Στον πρώτο δίσκο των Φατμέ ουσιαστικά δεν υπήρχανε ερωτικά τραγούδια. Τα τραγούδια μιλούσανε για τη φιλία, για την πόλη, για προσωπικές αγωνίες κι ανησυχίες ενός νέου παιδιού που προσπαθούσε να βρει τον δρόμο του καθώς μόλις είχε φύγει από το πατρικό του σπίτι και προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια του. Αυτό ήταν το στιχουργικό μοτίβο στον πρώτο δίσκο. Στον δεύτερο, όμως, επειδή μεσολάβησε αυτό το γεγονός, εμφανίστηκαν ερωτικά τραγούδια. Και μάλιστα το τραγούδι αυτό έδωσε και τον τίτλο στον δίσκο.

    Γράφτηκε μετά από αρκετούς μήνες αφού γυρνούσαμε σε διάφορες γειτονιές της Αθήνας ερωτοχτυπημένοι, αλλά τέλος πάντων φτάσαμε σ’ ένα αδιέξοδο και χωρίσαμε και, για την ακρίβεια, το κορίτσι με χώρισε. Σ’ εκείνη τη φάση, εντελώς εν θερμώ, έγραψα το τραγούδι, κάτι που δεν μου συμβαίνει συχνά.

    Συνήθως τα τραγούδια έρχονται μετά από κάποιο χρονικό διάστημα που αποκτάω μια απόσταση απ’ αυτό που μου ‘χει συμβεί. Εκεί, όμως, γράφτηκε το τραγούδι εντελώς εν θερμώ. Θα έλεγα ότι μουσικά η επιρροή γι’ αυτό το τραγούδι ερχόταν από τα λαϊκά τραγούδια και ιδίως από τα «Τραγούδια Της Χαρούλας» (1979) του Μάνου Λοΐζου και του Μανώλη Ρασούλη, έναν δίσκο τον οποίο είχα αγαπήσει πολύ και που για μένα ήταν και μια γέφυρα για το λαϊκό τραγούδι, το πιο βαρύ, το πιο αυθεντικό, το οποίο δεν το άκουγα μέχρι τότε αλλά αυτός ο δίσκος του Λοΐζου, που είναι και ο πιο λαϊκός του δίσκος, ήταν η γέφυρα για να ανακαλύψω τον Άκη Πάνου. Ήδη αγαπούσα τον Τσιτσάνη ιδιαίτερα, τον Βαμβακάρη και τα ρεμπέτικα τα είχα ήδη ανακαλύψει και συγκεκριμένα όταν πήγα στις Βρυξέλλες για να σπουδάσω. Είναι αυτή η απόσταση από την πατρίδα που σε κάνει να την ανακαλύπτεις πιο βαθιά. Αλλά αυτά τα πιο καινούργια λαϊκά, τα τραγούδια που τραγουδούσε ο Στράτος Διονυσίου, αυτά που έγραφε ο Σούκας, ο Μουσαφίρης, ο Νικολόπουλος, τα ανακάλυψα μετά τον δίσκο του Λοΐζου. Τέλος πάντων, είχα στ’ αυτιά μου λοιπόν αυτά τα τραγούδια, το «Όλα Σε Θυμίζουν» ας πούμε, και μου βγήκε αυτή η επιρροή μουσικά όταν έγραφα τα «Ψέματα». Θυμάμαι ότι παιδεύτηκα αρκετά με τους στίχους, πράγμα που μου συμβαίνει συχνά βέβαια, γιατί θέλω το αποτέλεσμα να είναι όσο γίνεται πιο άμεσο και απλό και φυσικό. Αυτό είναι κάτι που μ’ αρέσει να συμβαίνει και στη μουσική και στον στίχο. Όσο παίδεμα, όση δουλειά κι αν υπάρχει από πίσω, θέλω το τελικό αποτέλεσμα να φαντάζει φυσικό, σαν να ‘χει βγει αβίαστα και εύκολα. Ναι, θυμάμαι ότι παιδεύτηκα με τους στίχους αλλά η ουσία είναι ότι αισθανόμουνα βαθιά πληγωμένος, ένιωθα πολύ μεγάλο πόνο κι ήθελα να το αποτυπώσω σε τραγούδι αυτό. Ήταν η πρώτη φορά που μου συνέβαινε. Και το ωραίο μ’ αυτή την ιστορία είναι ότι αυτό το τραγούδι έπαιξε τεράστιο ρόλο γιατί συμπτωματικά μετά από μήνες, αφού το είχα γράψει κι είχαμε αρχίσει να το ηχογραφούμε στο σπίτι που κάναμε πρόβες τότε, στο Παλιό Φάληρο, έτυχε να περάσει το κορίτσι αυτό από το σπίτι -ήταν και γενικώς φίλη των φίλων μου- και ν’ ακούσει το συγκεκριμένο τραγούδι. Το άκουσε πριν κυκλοφορήσει. Και το αποτέλεσμα ήτανε εντυπωσιακό γιατί… (γελάει) μάλλον την έκανε να μετανιώσει και να την πιάσουν τα κλάματα και, για να μην τα πολυλογώ, μετά από λίγο καιρό γύρισε σε μένα και από τότε είμαστε μαζί.

    Α, είναι η σύζυγός σας δηλαδή!
    Ν.Π.: Είναι η γυναίκα μου. Έγραψα δηλαδή ένα τραγούδι για ένα κορίτσι που τελικά έγινε η γυναίκα της ζωής μου. Κι ούτε φανταζόμουνα ότι ήταν κάτι ιδιαίτερο αυτό το τραγούδι, μέχρι που το άκουσε ο Τάσος Φαληρέας και μου είπε:
    - Είναι το καλύτερο πράγμα που έχεις κάνει».
    Ο Τάσος ήταν ο καλός μου άγγελος. Χάρη σ’ αυτόν μπήκαμε στο στούντιο και γράψαμε τον πρώτο δίσκο και βέβαια όταν έγραψα τα τραγούδια του δεύτερου δίσκου ήταν ο πρώτος άνθρωπος που τα άκουσε και συγκινήθηκε ιδιαίτερα μ’ αυτό το τραγούδι. Και μου ‘πε:
    - Δεν έχεις καταλάβει τι έχεις γράψει ακόμα. Θα καταλάβεις αργότερα.

    Και γνώρισε κι άλλη εκτέλεση από τον Χάρη Κατσιμίχα.
    Ν.Π.: Αυτό ήταν στον δίσκο που έκανα με τις επανεκτελέσεις, τον «Άσωτο Υιό» (1996). Κάλεσα συναδέλφους, τραγουδοποιούς και τραγουδιστές που αγαπούσα και θαύμαζα, και τους ζήτησα να συμπράξουμε και να δώσουμε νέα μορφή σε κάποια παλαιότερα τραγούδια μου. Κι όταν πήρα τον Χάρη, που πάντα αγαπούσα τα τραγούδια του και τη φωνή του ιδιαίτερα, μου είπε:
    - Ξέρεις ποιο θέλω να πω εγώ. Σου το ‘χω πει από την αρχή. Θέλω να πω τα «Ψέματα».
    Ήταν αποφασισμένος.

    Άρα είχε δίκιο ο Φαληρέας.
    Ν.Π.: Ο Φαληρέας πάντα είχε δίκιο (γέλια). Ακόμα κι όταν δεν το καταλάβαινα τότε.

    ΚΛΕΙΝΩ ΚΙ ΕΡΧΟΜΑΙ – Νίκος Πορτοκάλογλου & Δημήτρης Μητροπάνος
    (1991, μουσική-στίχοι: Νίκος Πορτοκάλογλου)

    Ν.Π.: Αν τα «Ψέματα» ήταν το τραγούδι του πρώτου χωρισμού και τελικά προμήνυε τη σχέση με τη γυναίκα της ζωής μου, το «Κλείνω Κι Έρχομαι» είναι η φάση της πρώτης κρίσης του γάμου, αρκετά χρόνια αργότερα δηλαδή, όπου είχα φύγει μ’ έναν φίλο μου, είχα πάει Θεσσαλονίκη, κι εγώ ήμουν πολύ στεναχωρημένος, σ’ ένα αδιέξοδο, το οποίο είχε να κάνει και με τις επαγγελματικές δυσκολίες μετά τη διάλυση των Φατμέ. Αλλά αυτό είχε βγάλει στη φόρα και τα ψυχολογικά μου και τα υπαρξιακά μου και τα πάντα. Οπότε ήμουνα σε μια μαύρη περίοδο. Έφυγα με τον φίλο μου, περιπλανηθήκαμε μ’ ένα αυτοκίνητο, φτάσαμε στη Χαλκιδική, ξαναγυρίσαμε στη Θεσσαλονίκη, μείναμε σ’ ένα φίλο… Ένιωθα εντελώς χαμένος, χωρίς προσανατολισμό, χωρίς στόχο, χωρίς να ξέρω από που έρχομαι και που πηγαίνω. Κι έπειτα από ένα βράδυ με αρκετά ποτά και τα λοιπά, ξύπνησα τα ξημερώματα με μια έκλαμψη. Είναι αυτή η στιγμή που λες «τι δουλειά έχω εγώ εδώ; Γιατί χάνω έτσι τον καιρό μου; Γιατί σπαταλάω τις δυνάμεις μου; Ξέρω που ανήκω και θέλω να γυρίσω εκεί». Και ξύπνησα τον φίλο μου, 7 η ώρα το πρωί, και του λέω:
    - Εγώ θέλω να φύγω!
    - Τί έπαθες ξαφνικά;
    - Θέλω να γυρίσω πίσω!
    Γυρνώντας, έγραφα στο μυαλό μου τους στίχους του τραγουδιού. «Κλείνω κι έρχομαι, έρχομαι, φτάνω, με το πρώτο το αεροπλάνο». Δηλαδή είναι εντελώς στηριγμένο στην πραγματικότητα, αλλά είναι και λίγο σενάριο. Το αεροπλάνο δεν υπάρχει, με το αυτοκίνητο γυρίσαμε (γέλια). Αλλά στην πραγματικότητα θα ήθελα να μπω στο πρώτο αεροπλάνο, ξέροντας ότι δεν θα λυνόταν το πρόβλημα. Είναι, όμως, αυτό που ξαφνικά βρίσκεις τη δύναμη να το αντιμετωπίσεις και να βάλεις τα δυνατά σου για να ξαναφτιάξουν τα πράγματα, να κάνεις ένα νέο ξεκίνημα, να κάνεις ένα restart. Αυτό είναι το αίσθημα αυτού του τραγουδιού. Και πέτυχε αυτή η προσπάθεια, αλλά αυτά δεν γίνονται με το πάτημα ενός κουμπιού ή μ’ ένα μαγικό ραβδάκι. Θέλει δουλειά, όπως θέλει δουλειά ένα λουλούδι στη γλάστρα για ν’ ανθήσει και μη μαραθεί, έτσι θέλει και η σχέση. Μετά την πρώτη φάση που υπάρχει πάθος και έρωτας και όλα είναι μαγικά, θέλει αγάπη, δουλειά και ενέργεια.

    Η συμμετοχή του Μητροπάνου πώς προέκυψε;
    Ν.Π.: Να, τώρα που το συζητάμε, σκέφτομαι ότι όταν προκύπτει κάποιο σοβαρό αισθηματικό πρόβλημα, η καρδιά μου πάει προς το λαϊκό τραγούδι. Εκεί βρίσκω, δηλαδή, τα «μέσα», εκεί βρίσκω τα «εργαλεία» για να μιλήσω. Αυτή είναι η γλώσσα που μου πάει περισσότερο. Γενικώς εγώ έχω τεράστια αγάπη για το λαϊκό τραγούδι. Και ουσιαστικά και το ξένο τραγούδι που αγαπάω, λαϊκό τραγούδι είναι, είτε είναι Rock είτε είναι Reggae. Όταν λέω «λαϊκό», εννοώ μια πιο άμεση γλώσσα, η οποία όμως μπορεί να είναι και μια πιο υψηλού επιπέδου ποίηση από ένα λεγόμενο «έντεχνο» τραγούδι, που μιλάει με έμμεσο και υπαινικτικό τρόπο και πολλές φορές παραφορτώνεται και με καλολογικά στοιχεία. Το λαϊκό έχει μια αμεσότητα, μια σκληρότητα πολλές φορές, αλλά όταν είναι από έναν σπουδαίο δημιουργό, για μένα είναι το ιδανικό. Το ιδανικό στην τέχνη μου είναι αυτό. Γράφοντας, λοιπόν, το τραγούδι κι επειδή είχε ένα λαϊκό αίσθημα, άκουγα τη φωνή του Μητροπάνου σ’ αυτιά μου, τον οποίο τον αγαπούσα από τα τραγούδια του Μουσαφίρη. «Κάνε Κάτι Να Χάσω Το Τρένο», «Σε Μια Στοίβα Καλαμιές»… Αυτά τα τραγούδια με είχαν συγκινήσει ιδιαίτερα. Οπότε, λέω, αφού το ‘χω στο κεφάλι μου αυτό, ας κάνω μια προσπάθεια. Έγινε η επαφή μέσω της εταιρείας, του άρεσε το τραγούδι κι έτσι το είπαμε μαζί.

     

    ΤΙ ΛΕΙΠΕΙ – Ελευθερία Αρβανιτάκη
    (2001, μουσική-στίχοι: Νίκος Πορτοκάλογλου)

    Ν.Π.: Το «Τι Λείπει» είναι ένα τραγούδι που το έγραψα για την ταινία του Σωτήρη Γκορίτσα «Μπραζιλέρο». Η ιδέα έχει ξεκινήσει από έναν δίσκο που άκουγα εκείνη την εποχή με πολύ ενθουσιασμό, έναν δίσκο του Moby, όπου είχε κάποια τραγούδια με μια πολύ minimal φόρμα, δηλαδή με πολύ λίγους στίχους. Κι αυτό μου άρεσε ιδιαίτερα, οπότε θυμάμαι ότι είχα γράψει το μουσικό θέμα, το οποίο μάλιστα το δοκιμάζαμε όταν κάναμε soundcheck με τα παιδιά της μπάντας εκείνη την εποχή, με τον Οδυσσέα Τσάκαλο, τον Αλέκο Αράπη και τον Μάκη Μουράτογλου -ήταν η μπάντα με την οποία είχαμε ηχογραφήσει μαζί τα «Παιχνίδια Με Τον Διάβολο» (1999) κι ήταν μια μπάντα που την είχα για αρκετά χρόνια, σχεδόν όσα χρόνια υπήρχαν κι οι Φατμέ, κι είχαμε αποκτήσει τρομερό δέσιμο. Τους είχα παίξει αυτό το θέμα, λοιπόν, και το δοκιμάζαμε στο soundcheck πριν από τις συναυλίες. Κάποια στιγμή, μου ήρθε η ιδέα αυτή. Θυμήθηκα αυτό το τραγούδι του Moby, που έλεγε «Why Does My Heart Feel So Bad?» (1999), κι από κει «έκλεψα» την ιδέα. Εγώ έγραψα αυτές τις τρεις φράσεις: «Τι λείπει, τι φταίει και η καρδιά μου κλαίει».

    Αυτό το τραγούδι, όμως, δεν έχει μόνο αυτή την πρωτοτυπία, δηλαδή ένας και μοναδικός επαναλαμβανόμενος στίχος σε τραγούδι σας, αλλά είναι και η ενορχήστρωση διαφορετική.
    Ν.Π.: Πολύ σωστά. Η ιδιαιτερότητα αυτού του τραγουδιού, εκτός από τον ένα στίχο που επαναλαμβάνεται, είναι και ο ήχος, που συνδυάζει την κρητική λύρα με έναν Dance ρυθμό και τη σούστα την κρητική -ή τον μαλεβιζιώτικο ρυθμό αν θέλετε- με τον Dance ρυθμό που ακούς σ’ ένα club, όπου πάνε οι πιτσιρικάδες για να χορέψουνε. Αυτό ήτανε επίσης ένα στοιχείο που μ’ ενθουσίασε. Το πώς αυτοί οι δύο ρυθμοί συνδυάζονται και βγαίνει κάτι καινούργιο. Το είχα στο μυαλό μου από την αρχή. Έπαιζα το θέμα με την κιθάρα, δηλαδή, αλλά φανταζόμουνα λύρα. Έπαιξε ρόλο και κάτι άλλο. Εκείνη την εποχή διάβαζα το σενάριο της ταινίας και η αρχική ιδέα του Σωτήρη ήταν ότι η ταινία εκτυλίσσεται σε μια πόλη της Κρήτης, οπότε το είχα στο μυαλό μου. Χωρίς να έχω καμία σχέση με την Κρήτη, σχέση καταγωγής δηλαδή, είχα μια μεγάλη αγάπη για την κρητική μουσική, χωρίς να έχω ασχοληθεί ή μελετήσει ιδιαίτερα. Αλλά κάθε φορά που άκουγα κρητικά, με συγκινούσαν ιδιαίτερα. Οπότε είχα στο μυαλό μου, στο soundtrack γενικά, να χρησιμοποιήσω στοιχεία από την κρητική μουσική. Η κρητική λύρα του Μάνου Πυροβολάκη δεν υπάρχει μόνο σ’ αυτό το κομμάτι, υπάρχει ακόμα και στο «Θάλασσά Μου Σκοτεινή».

    Και πως δεν το είπατε εσείς ο ίδιος και κατέληξε στην Ελευθερία Αρβανιτάκη;
    Ν.Π.: Είχα φωνάξει την Ελευθερία στο στούντιό μου για να πει ένα τραγούδι που το προόριζα για τους τίτλους τέλους, ένα τραγούδι που έχει τον τίτλο «Τέλος (Όλα Αρχίζουν Εδώ)». Ήρθε, λοιπόν, η Ελευθερία, είπε το τραγούδι -και πολύ ωραία μάλιστα- και, όταν τελείωσε, της είπα:
    - Έχω κι αυτήν την ιδέα. Δεν το δοκιμάζεις να πεις κι αυτούς τους στίχους;
    Ακόμα το τραγούδι ήταν ορχηστρικό, το είχαμε ηχογραφήσει δηλαδή σε ορχηστρική μορφή και δεν είχε φωνή. Και δεν είχα αποφασίσει ακόμα και τη δομή που θα έχει. Οπότε την έβαλα να πει δύο φορές αυτούς τους τρεις στίχους και μετά καθίσαμε με τον Μουράτογλου και κάναμε ένα κολάζ, δηλαδή βάλαμε τους στίχους πάνω στο ορχηστρικό δοκιμάζοντάς τους σε διάφορα σημεία κι έτσι φτιάξαμε την τελική δομή του τραγουδιού. Η Ελευθερία δεν είχε εικόνα του πώς θα καταλήξει αυτό το πράγμα. Ναι, ήταν ένα ωραίο «παιχνίδι».

    Σας ευχαριστώ πολύ και επιφυλάσσομαι να επανέλθω στο μέλλον και γι' άλλες ιστορίες!
    Ν.Π.: Κι εγώ ευχαριστώ. Να 'σαι καλά!


    Tags
    Μουσικά Είδη:DanceReggaeRockΚαλλιτέχνες:ΦατμέΝίκος ΠορτοκάλογλουΣτράτος ΔιονυσίουMobyΜουσικά Όργανα:κιθάραΜουσική Γενικά:συνέντευξη



    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε