Περισσότεροι από
18.000 ελληνικοί δίσκοι και
9.000 καλλιτέχνες και συγκροτήματα σε ένα βιβλίο; Τα κατάφερε ο
Πέτρος Δραγουμάνος, παραγωγός και δημοσιογράφος, ο οποίος από το 1985 ξεκίνησε να καταγράφει στον υπολογιστή του τα δεδομένα της ελληνικής δισκογραφίας. Μιλάμε για
950 σελίδες που περιλαμβάνουν την
πλήρη δισκογραφία και μικρό
βιογραφικό κάθε καλλιτέχνη, αλλά και λεπτομέρειες για κάθε δίσκο (ακόμα και τον ...κωδικό αριθμό του)...
Παραθέτουμε από την
Καθημερινή:
Ο Πέτρος Δραγουμάνος, μαθηματικός στο επάγγελμα αλλά λάτρης της μουσικής, ξεκίνησε εδώ και πολλά χρόνια να καταγράφει στο κομπιούτερ του όλους τους ελληνικούς δίσκους από τη δεκαετία του '50. Το 1990 εξέδωσε τον πρώτο του κατάλογο ο οποίος εμπλουτίστηκε το '92, το '94 και το '97 με τις νέες εκδόσεις που ακολούθησαν. Τώρα, η πέμπτη έκδοση του καταλόγου που ήδη κυκλοφορεί είναι σίγουρα η πληρέστερη. Ολοκληρωμένη για τα χρόνια που πέρασαν, πλουσιότερη αφού και η δισκογραφία όλο πιο πλούσια γίνεται, περιέχει την ιστορία του ελληνικού τραγουδιού τα τελευταία 50 χρόνια.
Η πρόσφατη έκδοση στις 960 σελίδες της, περιλαμβάνει τους ελληνικούς δίσκους που κυκλοφόρησαν από το 1950 ώς τον Απρίλιο του 2000. Συγκεκριμένα 18.300 LP, CD και singles των τελευταίων πέντε δεκαετιών. Βέβαια, απευθύνεται κυρίως σε ειδικούς που ασχολούνται με το τραγούδι ή ερευνητές, και λιγότερο στο ευρύ κοινό, που όμως κι αυτό έχει πολλά να μάθει ξεφυλλίζοντας την πολυσέλιδη έκδοση. Για κάθε δίσκο, ο αναγνώστης μπορεί να πληροφορηθεί το έτος κυκλοφορίας του, τον τίτλο, τους συντελεστές, τους κωδικούς αριθμούς του LP και του CD, τη δισκογραφική εταιρεία κ.ά. Υπάρχει ακόμη ένα αλφαβητικός κατάλογος των 8.194 Ελλήνων συνθετών, στιχουργών, τραγουδιστών και συγκροτημάτων, ενώ για κάθε έναν απ' αυτούς με χρονολογική σειρά αναφέρονται οι προσωπικοί δίσκοι και οι συμμετοχές τους.
Στον «Κατάλογο της Ελληνικής Δισκογραφίας» αν κάποιος έχει την υπομονή και μετρήσει τι βγήκε σε αυτά τα 50 χρόνια, θα διαπιστώσει ότι υπάρχουν 520 χρυσοί δίσκοι και 327 πλατινένιοι, 267 σάουντρακ του ελληνικού κινηματογράφου, 174 δίσκοι με μουσική και τραγούδια από θεατρικές παραστάσεις, 79 τηλεοπτικά σάουντρακ με μουσική και τραγούδια από τηλεοπτικές σειρές. Ολα αυτά μέχρι τον περασμένο Απρίλιο γιατί τα νέα της δισκογραφίας δεν τελειώνουν όπως δεν τελειώνουν και οι εκδόσεις της.
Οι ελληνικοί δίσκοι που αφορούν τη λεγόμενη ορχηστρική μουσική είναι 1.527, ενώ οι δίσκοι με παιδικά τραγούδια και παραμύθια φτάνουν αισίως τους 411. Μεγάλος αναλογικά είναι και ο αριθμός των εκδόσεων με τροπάρια και ύμνους της ορθοδοξίας που ο Π. Δραγουμάνος τους υπολογίζει 238, ενώ 337 είναι εκείνοι οι δίσκοι που περιλαμβάνουν ζωντανές ηχογραφήσεις προγραμμάτων σε κέντρα ή συναυλίες. Τα ελληνικά συγκροτήματα φαίνεται να έχουν μεγάλη ιστορία από παλιά αφού ήδη καταμετρούνται 1.281 δίσκοι στο ενεργητικό τους.
Οι καλλιτέχνες που συστήνονται τραγουδοποιοί είναι επίσης αρκετοί, 1.460 αριθμούνται οι δίσκοι τους, δεν ξεπερνούν όμως τον αριθμό των τραγουδιστών των οποίων οι προσωπικοί δίσκοι υπολογίζονται σε 7.874. Συνολικά, πάντως, οι ελληνικοί δίσκοι που κατέγραψε από το '50 ώς τον περασμένο Απρίλιο ο Π. Δραγουμάνος, είναι 18.300. Παραγωγή 52 ελληνικών δισκογραφικών εταιρειών, πολυθενικών ή αμιγώς ελληνικών, εν ενεργεία ή μη.
Ο ίδιος ο Πέτρος Δραγουμάνος αναφέρει πως το 1990 η ετήσια δισκογραφική παραγωγή ήταν 733 δίσκοι, την επόμενη χρονιά η παραγωγή σημείωσε μείωση με 679 δίσκους, το '92 επίσης δεν υπήρχαν εντυπωσιακές αλλαγές με τους 701 δίσκους, το '93 αυξήθηκαν πάντως σε 810 για να συνεχίσει η άνοδος το '94 με 908 δίσκους. Το '95 ήταν η χρυσή χρονιά της δεκαετίας που έφυγε, αφού οι εκδόσεις άγγιξαν το μαγικό νούμερο των 1.041 δίσκων. Εκτοτε ο αριθμός των ετήσιων παραγωγών άρχισε να μειώνεται με αρχή το 1996 που είχαμε 976 εκδόσεις, το '97 με 970, το '98 με 998 δίσκους και το '99 με 617 δίσκους.
«Οι πωλήσεις έπεσαν από το 1997 και μετά, γεγονός που ανάγκασε και τις εταιρείες να περιορίσουν τον αριθμό των εκδόσεών τους, αφού διαπίστωσαν ότι δεν πουλάνε με την ίδια ταχύτητα» λέει ο Π. Δραγουμάνος.
Τη δεκαετία που πέρασε, όμως, δεν είχαμε μόνο την αύξηση των δίσκων cd αλλά και την εξαφάνιση των εκδόσεων βινυλίου (LP). Κατά διαστήματα παρατηρούνται κάποιες μεμονωμένες προσπάθειες έκδοσης βινυλίου όπως αυτή που έγινε τον περασμένο Απρίλιο. Η τελευταία παραγωγή αφορούσε το συγκρότημα «Διάφανα Κρίνα». «Στην ουσία ήταν δύο 45άρια που σχημάτιζαν ένα χάρτινο άλμπουμ, σε μέγεθος μικρού δίσκου. Εκδόθηκαν 2000 αντίτυπα, τα οποία εξαντλήθηκαν αμέσως. Υπήρξαν μάλιστα κάποιοι που αγόρασαν εκατό και πλέον κομμάτια με σκοπό ύστερα από τρία τέσσερα χρόνια να τα πουλήσουν για συλλεκτικά».
Είναι αλήθεια ότι οι δίσκοι βινυλίου έχουν τέτοια τύχη που ποτέ δεν θα την φαντάζονταν. 'Η μάλλον κάποιες εκδόσεις τους. Δίσκοι, οι οποίοι στην αγορά των συλλεκτών μπορούν να αγγίξουν ακόμη και τις 60.000 δρχ. ο καθένας. «Υπάρχουν στην Αθήνα μερικά καταστήματα, δεν είναι πάνω από επτά, στα οποία η πρώτη εκδόση ή η δεύτερη ενός δίσκου βινυλίου μπορεί να πουληθεί σε αυτή την τιμή. Συνήθως οι τιμές αυτές αφορούν δίσκους του Νίκου Ξυλούρη αλλά και τις ελληνικές εκδόσεις των Μπιτλς καθώς και τα ελληνικά συγκροτήματα της δεκαετίας του '70».
Τα premium Cds, οι δίσκοι δηλαδή που μοιράζουν δωρεάν τα έντυπα, στην Ελλάδα «γεννήθηκαν» το 1993. Αρχικά αφορούσαν το ρεπερτόριο της κλασικής μουσικής, από το '94, όμως, άρχισε το φλερτ με την ελληνική και την
ξένη μουσική. «Στην αρχή οι δισκογραφικές εταιρείες θεώρησαν ότι η προσφορά βοηθούσε στη διάδοση του νέου ηχητικού μέσου όπως ήταν τότε το cd στην ελληνική αγορά, καθώς και στη διάδοση των cd- players. Η πρώτη εταιρεία που ξεκίνησε αυτό το είδος πωλήσεων ήταν η
SONY, ακολούθησαν η Minos - ΕΜΙ και η σημερινή Universal (τότε "Πόλυγκραμ") για να προστεθούν και οι άλλες στη συνέχεια». Υπήρχαν και υπάρχουν ανεξάρτητες εταιρείες, λέει ο Π. Δραγουμάνος «που δεν έχουν σχέση με λιανεμπόριο δίσκων και μοναδική ασχολία τους είναι να εξασφαλίζουν ηχογραφήσεις από τη διεθνή αγορά για πώληση του ηχητικού υλικού αποκλειστικά μέσα από τα premium. Προκειμένου να πέσει το κόστος κατασκευής τους, τα πρίμιουμ αυτά τυπώνονται σε εργοστάσια του εξωτερικού όπως στην Τσεχία, στο Ισραήλ, τη Βουλγαρία αλλά και την Ιραλανδία».
Οι αριθμοί είναι πραγματικά εντυπωσιακοί. Μόνο το 1995 διατέθηκαν 3.384.000 πρίμιουμ στην αγορά και 7.048.000 non premium cd (οι κανονικές δηλαδή εκδόσεις). Το 1996, κατά τον Π. Δραγουμάνο, τα πρίμιουμ έφτασαν τα 23.916.000 ενώ τα κανονικά cd που διατέθηκαν ήταν 15.547.000. Το '97 δόθηκαν 21.494.000 και 6.842.000 αντίστοιχα, ενώ το πρώτο εξάμηνο του '98 είχαμε 3.223.000 πρίμιουμ και 3.111.000 κανονικά cd.
Βαθμολογία που έδωσε το MusicHeaven