Ο ελεύθερος αυτοσχεδιασμός, θεωρώ πως είναι -στα καλύτερά του- κάτι σαν έκσταση. Να μπορεί, δηλαδή, ο μουσικός να απελευθερωθεί πλήρως από κάθε είδους έλεγχο και σκέψη γύρω από το πώς θα πρέπει να παίξει, και να μπορέσει τις στιγμές εκείνες να εκμεταλλευτεί τις δυνατότητες αυτής της πλήρους απελευθέρωσης. Αυθορμητισμός και ελεύθερος αυτοσχεδιασμός πηγαίνουν πάντα χέρι-χέρι. Αν ο μουσικός το καταφέρει αυτό, τότε μπορεί πραγματικά να επικοινωνήσει άμεσα με τον συναισθηματικό του κόσμο και να τον μοιραστεί με κάθε διαθέσιμο δέκτη σε σημείο που να τον συγκλονίσει. Τέτοιες στιγμές, ο μουσικός έχει, πραγματικά, έμπνευση.
Αυτού του είδους η απελευθέρωση, όμως, προϋποθέτει την ύπαρξη μιας σαφούς μουσικής ταυτότητας, μιας μουσικής γλώσσας σε συνεχή αλλαγή και εξέλιξη και μιας ικανότητας άμεσης επικοινωνίας με το συναισθηματικό κόσμο, από τη στιγμή που μουσική είναι στην ουσία μοίρασμα συναισθημάτων. Αυτό είναι, κατά τη γνώμη μου, και η διαφορά ανάμεσα σε έναν πολύ καλό εκτελεστή και έναν εμπνευσμένο μουσικό που μπορεί και δημιουργεί.
Όπως ακριβώς και στη ζωγραφική, όπου υπάρχουν ζωγράφοι με τέλεια τεχνική που μπορούν να αντιγράψουν παντελώς πιστά αριστουργήματα γνωστών ζωγράφων σε σημείο μη εύκολης αναγνώρισής τους, χωρίς, όμως, την ικανότητα της έμπνευσης που θα οδηγούσε στη δημιουργία δικών τους αριστουργημάτων.
Πριν από πολλά χρόνια, ήμουν παρών σε μία συνομιλία του Μ. Θεοδωράκη με τον βιρτουόζο μπουζουξή Γρ. Τζιστούδη, στη Στοκχόλμη, μετά από μια συναυλία του Μίκη, όπου σολίστ ήταν ο Γρ. Τζιστούδης. Ο τελευταίος είναι αυτοδίδακτος, αλλά έχει χάρισμα ως μουσικός και οι αυτοσχεδιασμοί του είναι καταπληκτικοί. Ρώτησε, λοιπόν, το Μίκη αν έκρινε σκόπιμο να κάνει θεωρητικά μαθήματα μουσικής. Ο Μίκης του απάντησε πως η γνώμη του είναι να μην κάνει τίποτα στην ηλικία που είναι γιατί υπάρχει η πιθανότητα να χάσει τον αυθορμητισμό του και να αλλοιωθεί ο τρόπος που είχε συνηθίσει να παίζει μέχρι τη στιγμή εκείνη και που ήταν πολύ ικανοποιητικός…