Πάντα πίστευα (και είμαι πια πεπεισμένος γι αυτό), ότι στο μουσικό στερέωμα υπάρχουν τραγουδιστές, ερμηνευτές και κάποιοι που συνδυάζουν και τα δύο. Σήμερα λοιπόν, θα σας μιλήσω για τον εξής…έναν! Τον Robert Anthony Plant.
Ίσως η διαφορά να μην γίνεται αντιληπτή, αλλά υπάρχει. Βλέπετε, ο τραγουδιστής είναι αυτός που οι νότες του «πατάνε» γερά, η έκταση της φωνής του είναι μεγάλη, το χρώμα της είναι ξεχωριστό και πολλές φορές μοναδικό, η τεχνική του είναι άρτια…Από μόνα τους αυτά όμως, δεν αρκούν για να ζεστάνουν την καρδιά του ακροατή…Απ την άλλη, ο ερμηνευτής, έχει έκφραση, παρουσιάζει το τραγούδι με τρόπο που δημιουργεί εικόνες και παρ όλο που η φωνή του δεν φτάνει τα επίπεδα ενός τραγουδιστή, η ανταπόκριση του κοινού, που εισπράττει βαθιά μέσα του το τραγούδι, είναι καταλυτική…
Κι ερχόμαστε σ αυτούς που συνδυάζουν και τα δύο…
Σήμερα λοιπόν, θα σας μιλήσω για τον εξής…έναν! Τον Robert Anthony Plant.
Παρ ότι γεννήθηκε στις 20 Αυγούστου του 1948 στο West Bromwich, της Αγγλίας, μεγάλωσε στο Halesowen, (παλαιότερα γνωστό σαν Worcestershire). Άφησε το σχολείο νωρίς στα νεανικά του χρόνια, παρασυρμένος από την αγάπη του για τα
Blues και εγκαταλείποντας μια πολλά υποσχόμενη καριέρα, σαν λογιστής, έγινε κομμάτι της μουσικής σκηνής στα Midlands. Για να συντηρηθεί, έκανε διάφορες δουλειές, δούλεψε ακόμη το 1966 και στην επίστρωση με ασφαλτοτάπητα των δρόμων του Birmingham.
Εκείνη την εποχή, έκανε και τρία singles με την τότε CBS, τραγούδησε με διάφορες μπάντες (όπως με τους The Crawling King Snakes,) πράγμα που τον έφερε σε επαφή με τον ντράμερ John Bonham. Μαζί παίξανε με τους Band of Joy, ένα μίγμα
Blues με ψυχεδελικές προεκτάσεις. Παρ ότι αυτή η περίοδος της ζωής του δεν συνοδεύτηκε από εμπορική επιτυχία, ο κόσμος άρχισε να συζητάει για τον «νεαρό με την δυνατή φωνή».
Στα 1968, ο κιθαρίστας Jimmy Page, έψαχνε για lead singer κι έπεσε επάνω στον Robert, αφού προηγουμένως η πρώτη του επιλογή, ο Terry Reid, απέρριψε την πρόταση. Ο Plant και ο Jimmy, αμέσως βρήκαν κοινό παρανομαστή στη μουσική, και ξεκίνησαν να διασκευάζουν παλιότερες
Blues επιτυχίες. Ο Plant, έφερε και τον John Bonham σαν ντράμερ, ενώ προστέθηκε στην παρέα και ο John Paul Jones, που είχε συνεργαστεί παλαιότερα με το Jimmy, στο στούντιο.
Οι
Led Zeppelin, γεννήθηκαν εκείνη την ημέρα του 1968!
Το ομότιτλο άλμπουμ τους κυκλοφόρησε στα καταστήματα το 1969, έτυχε ευρείας αποδοχής σαν το γενεσιουργό της heavy metal…Κατά μία ειρωνική συγκυρία, ο Plant παραπονιότανε γι αυτόν τον χαρακτηρισμό μιας και όπως έλεγε, το 1/3 των τραγουδιών τους ήταν…ακουστικά!
Η φωνή του Plant και η τεχνική της, ήταν τόσο διαφορετική εκείνη την εποχή, για ένα κοινό που είχε συνηθίσει ν ακούει άλλους τραγουδιστές της
Rock, όπως π.χ.
John Lennon, Mick Jagger, και άλλους.
Η δυνατότητα της επιθετικής φωνής του (alto), να «κουρδίζει» γεμάτα σε πολύ ψηλές νότες, ψηλότερα από κάθε άλλη αντρική φωνή της εποχής, έχει σημαδέψει πολλά από τα τραγούδια τους όπως τα "Communication Breakdown", "Dazed and Confused", και "Whole Lotta Love". Μάλιστα η ερμηνεία του στο 1ο , έχει στοιχεία που άνοιξαν το δρόμο στο ύφος της modern
Punk. Τα συνήθως ήσυχα και τρυφερά κουπλέ του Plant, συνοδεύονται από εντυπωσιακά στο ξέσπασμά τους ρεφρέν, (βλέπε "Thank You", "Ramble On", and "Stairway to Heaven), και είναι αυτά που επέβαλαν από κει και πέρα τις
Rock ballads, στις μουσικές συνειδήσεις των ακροατών.
Ο Plant έγινε έτσι ο μεγαλύτερος τραγουδιστής της
Rock την δεκαετία του 1970, επηρεάζοντας άμεσα άλλους όπως π.χ. οι Bon Scott και Steven Tyler και αργότερα τους Axl Rose, Brian Johnson, Justin Hawkins και Chris Robinson.
Οι στίχοι του ήταν πάντοτε πνευματικοί, μυστικιστικοί και φιλοσοφικοί, επηρεασμένοι πολλές φορές από την προ-Χριστιανική Σκανδιναβική Μυθολογία, όπως π.χ. στο τραγούδι "No Quarter", που αναφέρεται στον Θεό Thor και στο “Immigrant Song", που αναφέρεται στη Valhalla και στις κατακτήσεις των Viking.
Άλλο παράδειγμα είναι το "The Rain Song", για τις παγανιστικές γιορτές.
Ο Plant επηρεασμένος και από τον J. R. R. Tolkien, εμπνεύστηκε στίχους για τα αρχικά άλμπουμ των
Led Zeppelin. Τα "Battle of Evermore", "Misty Mountain Hop" και "Ramble On" όλα περιέχουν στίχους από το έργο του Tolkien, The Lord of the Rings. Στον αντίποδα, πολλές φορές έγραψε απλούστερους στίχους, που περιείχαν sex, drugs και βία,- "Dazed and Confused", "The Lemon Song", "Trampled Underfoot", και "Black Dog".
Το πάθος του για διαφορετικές μουσικές φόρμες και ύφη, οδήγησε το Plant στην Αφρική, και ειδικότερα στο Μαρόκο, όπου δημιούργησε το καταπληκτικό "Kashmir."
Και αυτός αλλά και ο Jimmy Page, απέδωσαν αυτές τις επιρροές με τον καλύτερο τρόπο στο άλμπουμ της επανασύνδεσής τους, το No Quarter: Jimmy Page and
Robert Plant Unledded το 1994.(Ακόμη και στη σόλο καριέρα του, η Αφρικανική μουσική φάνηκε σε άλμπουμ όπως το Dreamland του 2002).
Αδιαφιλονίκητα μία από τις πιο σημαντικές συνεισφορές του Plant στη ιστορία των Zeppelin, ήταν στο "Stairway to Heaven", μια επική fantasy
Rock ballad που συμπεριλήφθηκε στο
Led Zeppelin IV. Το συγκεκριμένο τραγούδι έχει μέσα του folk,
Blues, Celtic παραδοσιακή μουσική και
Hard Rock. Πολλοί από τους στίχους γράφτηκαν αποσπασματικά από τον Plant το 1970 στο Headley Grange. (Λεπτομέρειες έχει αναφέρει σχετικά σε προηγούμενο άρθρο του ο Orpheus).
Αν και ποτέ δεν εκδόθηκε σαν single, το τραγούδι έχει ανέβει σε πάμπολλα charts ανά τον κόσμο κατά περιόδους, σαν το καλύτερο όλων των εποχών!
Σε πολλές ζωντανές του εμφανίσεις, o Plant έχει δώσει εξαιρετικά δείγματα των φωνητικών του ικανοτήτων, «παίζοντας» με τους στίχους και προσθέτοντας σε αυτές (τις εμφανίσεις), άλλους που δεν υπάρχουν σε κάποιον από τους δίσκους.
Για να μην αναφερθώ στις παροιμιώδεις μιμήσεις-ντουμπλαρίσματα με την φωνή του των ήχων της κιθάρας του Page στα σόλο…(Ακούστε τον στα "How Many More Times", "Dazed and Confused", "You Shook Me", "Sick Again" και θα καταλάβετε)
Ο Plant απόλαυσε την συνεργασία του με τους
Led Zeppelin κατά την διάρκεια των 70ς, δημιουργώντας όσο κανείς άλλος την εικόνα του «μπροστάρη» τραγουδιστή μιας
Rock band, με τα ξανθά μαλλιά του ν ανεμίζουν, το στήθος διάπλατα ανοιχτό και με κινήσεις του σώματος να συμπαρασέρνουν σε ξέφρενους ρυθμούς τα πλήθη!
Επάνω στη σκηνή, ήταν ο Θεός της
Rock…Ιδιαίτερα κινητικός, συχνά χορεύοντας, πηδώντας, κτυπώντας τα δάχτυλά του, τα χέρια του, κάνοντας περιγραφικές κινήσεις ενισχύοντας τους στίχους η το κτύπημα στο πιατίνι της ντραμς, τοποθετώντας με την μοναδική του χάρη σαν χορευτής μπαλέτου τα χέρια του στους γοφούς, «πετώντας» πίσω το κεφάλι!
Η θητεία του με τους Zeppelin, δεν ήταν παρ όλ αυτά χωρίς προβλήματα…Το 1975, αυτός μαζί με την γυναίκα του Maureen, είχαν ένα τρομακτικό τροχαίο στην Ρόδο…Τροχαίο, που καθυστέρησε την έκδοση του νέου τους άλμπουμ Presence και ανάγκασε την ακύρωση της περιοδείας του συγκροτήματος για εκείνο το χρόνο.
Τα πράγματα πήραν χειρότερη τροπή, όταν το 1977 πέθανε ο γιος του Karac από στομαχική μόλυνση.
Ο θάνατος του Karac, τον ενέπνευσε στο να γράψει σαν φόρο τιμής γι αυτόν το "All My Love" που συμπεριελήφθη στο studio LP, του 1979 In Through the Out Door.
Solo Καριέρα
Στα 1980, πεθαίνει ο ντράμερ John Bonham κι ακολουθεί η διάλυση του συγκροτήματος. Ο Plant ξεκινάει μια επιτυχημένη solo καριέρα παρουσιάζοντας το 1ο του άλμπουμ το 1982 με τίτλο Pictures at Eleven. Δημοφιλή tracks από αυτή την περίοδο συμπεριλαμβάνουν τραγούδια όπως τα "Big Log" ( Top 20 hit 1983), "In the Mood (1984), "Little by Little" (1985), "Tall Cool One" ,and "I Believe" (1993), τραγούδι που κι αυτό γράφτηκε για το αδικοχαμένο γιο του.
Στα 1984, δημιουργεί μια νέα μπάντα με μικρή διάρκεια ζωής, μαζί με τους Jimmy Page και Jeff
Beck τους The Honeydrippers, κάνοντας μία Νο 3 επιτυχία με την διασκευή του παλιού τραγουδιού του Phil Phillips' , το "Sea of Love", μαζί με μια μικρότερη το "
Rockin' at Midnight." Κατά την διάρκεια αυτής της περιόδου, απέφευγε να παρουσιάζει επιτυχίες των Zeppelin.
Σε σπάνιες περιπτώσεις, εμφανιζόταν με μέλη τους, όπως στο Live Aid (Phil Collins Tony Thompson στα ντραμς), στην 40 επέτειο της Atlantic Records, το 1988, και το 1995, όταν το γκρουπ συμπεριελήφθη στο
Rock and Roll Hall of Fame, όπου στις τελευταίες 2, στα ντραμς κάθισε ο γιος του Bonham, ο Jason. Επιπρόσθετα, ο Plant, o Jones και o Page, παίξανε μαζί στον γάμο του Jason το 1990.
Ανάμεσα στα 1980-1990, ο Plant, έκανε την συμπαραγωγή 3 δίσκων, μαζί με τον συνθέτη / πιανίστα Phil Johnstone . Τα Now and Zen, Manic
Nirvana, και Fate of Nations. Ήταν ο Phil Johnstone, που έπεισε τον Plant να συμπεριλάβει στις εμφανίσεις του στο εξής και τραγούδια των Zeppelin, μιας και μέχρι τότε φοβόταν πως θα χαρακτηριστεί σαν «πρώην τραγουδιστής του συγκροτήματος» και δεν θα δημιουργούσε σόλο καριέρα.
Ξανασυνεργάστηκε και με τον Page το 1988, κατά την εγγραφή του άλμπουμ του δεύτερου στο στούντιο, του Outrider. Επίσης και μετά από 10 χρόνια, το 1998, για το άλμπουμ Walking into Clarksdale, που εμπεριέχει νέες συνθέσεις και των δύο.
Το 2002, με την νεοδημιουργηθείσα μπάντα του Strange Sensation, παρουσιάζουν τον δίσκο Dreamland. Που αποτελείται κυρίως από
Blues και folks remakes. To 2005, μαζί με τους ίδιους, κυκλοφορούν νέο υλικό, κάτω από τον τίτλο Mighty ReArranger.
Τα 2 αυτά άλμπουμ, περιέχουν μερικές από τις καλύτερες σόλο στιγμές του Plant, έχουν δεχθεί εξαιρετικές κριτικές, καθώς και 4
Grammy υποψηφιότητες, 2 το 2003 και 2 το 2006.
Μαζί με τους υπόλοιπους
Led Zeppelin, έχει παραλάβει το
Grammy Lifetime Achievement Award το 2005 καθώς και το Polar Music Prize το 2006.
Ο
Robert Plant εξακολουθεί να εμφανίζεται σε Αμερική και Ευρώπη με τους Strange Sensation και δεν θα πρέπει να χάσετε την ευκαιρία να απολαύσετε τον τελευταίο από μια γενιά Super
Rock Stars, όποτε μπορέσετε.
Τον Οκτ. 2006 κυκλοφόρησε ένα DVD με τίτλο «
Robert Plant and the Strange Sensation", καθώς και ένα CD με επιτυχίες της solo καριέρας του με τίτλο Nine Lives.