ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Βιογραφίες

    Σταύρος Τζουανάκος

    Τη χρονική περίοδο από το 1948 έως και το 1964 πρόσφερε στο ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι περίπου 100 όμορφα τραγούδια που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία.
    Σταύρος Τζουανάκος
    Γράφει ο PHILIPPOSSM
    24 άρθρα στο MusicHeaven
    Πέμπτη 14 Αύγ 2008
    Απόσπασμα από το rebetiko.gr

    Ο Σταύρος Τζουανάκος γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1925 στον Πειραιά και πέθανε στη μακρινή Φλώριδα των ΗΠΑ στις 17 Δεκεμβρίου του 1974, σε ηλικία μόλις 49 ετών. (Κατά τον Τάσο Σχορέλη γεννήθηκε το 1921, όμως η πληροφορία αυτή δεν είναι σωστή). Κατάγεται από φτωχή οικογένεια και είναι γόνος του Μανιάτη Θανάση και της Πειραιώτισσας Ελένης Τζουανάκου.


    Ο Σταύρος Τζουανάκος αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ολοκληρωμένου δημιουργού. Τη χρονική περίοδο από το 1948 έως και το 1964 πρόσφερε στο ρεμπέτικο και λαϊκό τραγούδι περίπου 100 όμορφα τραγούδια που γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Είναι αναμφίβολα σημαντικός συνθέτης του Ρεμπέτικου και εκφραστικότατος τραγουδιστής του.
    Ανήκει στην τελευταία «φουρνιά» των δημιουργών του νεώτερου ρεμπέτικου τραγουδιού (1940 – 1955) και θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι ο τελευταίος των «Μοϊκανών»-Ρεμπετών σαν συνθέτης και στιχουργός. Αποτελεί σοβαρό κεφάλαιο για το Ρεμπέτικο Τραγούδι, που είναι άγνωστο τι διαστάσεις θα είχε πάρει το έργο του αν δεν έφευγε τόσο νέος από τη ζωή. Μάλλον δεν πρόλαβε να δώσει στο έργο του την πλήρη διάστασή του από άποψη όγκου και ποικιλίας. Η ποιότητά του όμως, στις υπάρχουσες δημιουργίες του, είναι αναμφίβολα δεδομένη.

    - Η φωνή του ήταν υπέροχη, με τεράστιες δυνατότητες και σαν πρώτη και σαν δεύτερη. Γνήσια ρεμπέτικη, φωνάρα, εκφραστική και νταλγκαδιάρικη. Την ακούς και σε «πειράζει» στην καρδιά, «φτιάχνεσαι»………
    Το έχω ξαναπεί και θα το ξαναπώ για μια φορά ακόμη πως: Κατά προσωπική μου εκτίμηση και προτίμηση, ο Σταύρος Τζουανάκος, ως ερμηνευτής, κατατάσσεται αναμφίβολα ανάμεσα στους πέντε πρώτους μεταπολεμικούς άντρες τραγουδιστές του γνήσιου ρεμπέτικου (με τυχαία κατάταξη: Πρόδρομος Τσαουσάκης, Σταύρος Τζουανάκος, Οδυσσέας Μοσχονάς, Θανάσης Ευγενικός και Γιάννης Κυριαζής). Με εξαίρεση βέβαια πάντα, μετά το 1952, τον ανυπέρβλητο Στέλιο Καζαντζίδη, βασιλιά του κατοπινού (μετά το 1955) λαϊκού τραγουδιού.

    Από πολύ μικρή ηλικία ο Σταύρος έδειξε πως είχε κλίση στη μουσική, λόγω όμως οικογενειακών οικονομικών δυσκολιών οι γονείς του δεν μπόρεσαν να τον ωθήσουν, παρά μόνον στην εφηβεία του, προσφέροντάς του το πρώτο του όργανο, που ήταν μια κιθάρα. Αυτοδίδακτος, με πολύ όρεξη, έμαθε πολύ γρήγορα να παίζει αρκετά καλά. Αργότερα μαθαίνει και τρίχορδο μπουζούκι, στο οποίο τελειοποιείται.

    Για να βοηθήσει οικονομικά την οικογένειά του, αναγκάζεται από πολύ μικρός να εργαστεί. Μαθαίνει λίγο την τέχνη του χρυσοχόου εργαζόμενος σ’ ένα μαγαζί στην Ομόνοια, στο χρυσοχοείο του νονού και θείου του, κυρίως όμως έκανε βοηθητικές δουλειές. Ταυτόχρονα, πηγαίνει στο σχολείο στον Πειραιά και τελειώνει με χίλιες δυσκολίες το νυχτερινό Γυμνάσιο (οκτατάξιο τότε). Παράλληλα, στην εφηβεία του, μαθαίνει και την τέχνη του υδραυλικού, την οποία έκτοτε εξασκούσε στις δύσκολες περιόδους της ζωής του παράλληλα με την απασχόλησή του σαν μουσικός και τραγουδιστής.
    Από τα πρώτα ακόμα χρόνια της Κατοχής ο Σταύρος Τζουανάκος ασχολήθηκε με το ρεμπέτικο τραγούδι σαν συνθέτης, μπουζουξής, κιθαρίστας και τραγουδιστής, όταν πρωτοεμφανίστηκε το 1942 (ή λίγο πριν) με τον Γιάννη Σαμιώτη, τον Παναγιώτη Πετσά και άλλους στην ταβέρνα του Γιούλη, στην οδό Πατησίων της Αθήνας. Ξεκίνησε λοιπόν παίζοντας σε ταβέρνες, ενώ παράλληλα εργαζόταν και σαν υδραυλικός.

    Η σοβαρή επαγγελματική του καριέρα αρχίζει αμέσως μετά την απελευθέρωση (1944), δίπλα στον Μανώλη Χιώτη, ο οποίος εκτιμώντας ιδιαίτερα το ερμηνευτικό ταλέντο του Τζουανάκου, τον πήρε μαζί του στο πάλκο.
    Σιγά-σιγά γνωρίζεται με τους γνωστότερους καλλιτέχνες του χώρου και της εποχής εκείνης και το 1948 του δίνεται η ευκαιρία να γραμμοφωνήσει τα δύο πρώτα του τραγούδια στην Columbia: το «Ένας διαβάτης», με στίχους του Κώστα Κοφινιώτη και ερμηνευμένο απαράμιλλα από τον ίδιο και το «Θέλω να πάψεις να γελάς, θέλω να κλαις», με στίχους δικούς του, ερμηνευμένο από τον πρωτοεμφανιζόμενο Ανδρέα Σπαγγαδώρο και τον Μανώλη Χιώτη και με μπουζούκια το Χιώτη και τον ίδιο τον Τζουανάκο. Ο πρώτος του δίσκος γραμμοφώνου, με τα δυο συγκεκριμένα τραγούδια, κυκλοφόρησε λίγο αργότερα στις 17 Φεβρουαρίου του 1949 με μεγάλη επιτυχία.

    Λίγες ημέρες αργότερα από την πρώτη του ηχογράφηση το 1948, γραμμοφωνεί στην His Master’s Voice το περίφημο τραγούδι του «Γυναίκα είναι, γυναίκα μένει», με δικούς του στίχους, ερμηνευμένο υπέροχα και μοναδικά από το θρυλικό ντουέτο του ελληνικού λαϊκού πενταγράμμου Στελλάκης Περπινιάδης και Ιωάννα Γεωργακοπούλου

    Επηρεασμένος έντονα από τα σκληρά και απάνθρωπα χρόνια της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου, ο Σταύρος Τζουανάκος μεταφέρει στα τραγούδια του –ίσως καλύτερα και εντονότερα από τους άλλους λαϊκούς συνθέτες της εποχής του– το κλίμα της μελαγχολίας, της κοινωνικής αδικίας, της στέρησης, της απόγνωσης και αποσύνθεσης της ελληνικής κοινωνίας, της ερωτικής απόγνωσης και της απιστίας, του χωρισμού, του Χάρου και του Άδη, κλπ. Συχνά όμως στα τραγούδια του κινείται και σε κλίμακες αισιοδοξίας.

    Προσωπικά, νομίζω πως στο είδος του είναι μοναδικός και ανεπανάληπτος!

    Είναι τόσο ωραία τα τραγούδια του που προκαλούν θαυμασμό και ζήλια στο σινάφι του, ανάμεσα στους γνωστούς συνθέτες της εποχής. Ο νέος συνθέτης Τζουανάκος κερδίζει γρήγορα την εμπιστοσύνη των διασημότερων στιχουργών της εποχής, που του δίνουν μερικά από τα καλύτερά τους τραγούδια. Έτσι, από τους παλαιότερους, συνεργάζονται μαζί του ο Νίκος Μάθεσης-Τρελλάκιας, ο Μπάμπης Βασιλειάδης-Τσάντας, ο Νίκος Ρούτσος, ο Κώστας Μάνεσης, ο Κώστας Κοφινιώτης και ο Κώστας Μακρής. Και από τους νεώτερους, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου (η θρυλική Γριά), ο Κώστας Βίρβος, ο Χρήστος Αργυρόπουλος, ο Ν. Μεϊμάρης, ο Νίκος Γκούμας, ο Χρήστος Κολοκοτρώνης, κ.α.
    - Είναι αξιοσημείωτο να τονιστεί ότι η μεγάλη του επιτυχία συμπορεύεται την ίδια εποχή που μεσουρανούν τα «ιερά τέρατα» του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού, όπως ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Γιάννης Παπαϊωάννου και ο Μανώλης Χιώτης, με πολλές και τεράστιες επιτυχίες στο ενεργητικό τους ο καθένας απ’ αυτούς. Μιλάμε για την τετράδα των δημιουργών με την κατ’ εξοχή μεγαλύτερη δισκογραφική παρουσία και τις μεγαλύτερες λαϊκές επιτυχίες της περιόδου εκείνης.

    Όμως, φαίνεται πως εκτός συναγωνισμού, ο Σταύρος Τζουανάκος γράφει τη δική του καλλιτεχνική πορεία, γιατί είναι καμωμένος από άλλη στόφα και ανήκει σ’ άλλη σχολή! Με άλλο ύφος και ποιότητα «μεταξένια» (χωρίς να γίνονται συγκρίσεις).

    Μπορεί να πει κανείς πως μοιάζει κάπως με τον Γιάννη Τατασόπουλο-Ντίλιγκρερ, με τον οποίο «έδεσε» σαν δίδημο μπουζουκικό και τραγουδιστικό στο πάλκο και στα στούντιο (κυρίως ως εκτελεστές), παίζοντας οι δυο τους μπουζούκι πρίμο-σεγκόντο (ψηλά-χαμηλά) και ηχογραφώντας μαζί αρκετά τραγούδια τους. Κατά τη διάρκεια της επιτυχούς συνεργασίας τους, το δίδυμο Τζουανάκος – Τατασόπουλος, εμφανίστηκε κατά καιρούς με δικά του συγκροτήματα σε διάφορα λαϊκά μαγαζιά, όπως το «Ταμπού» στη Μεσογείων, κ.α.

    Από το 1948 μέχρι και το 1956 ο Τζουανάκος εμφανίζεται με διάφορα λαϊκά σχήματα, σε διάφορα γνωστά λαϊκά μαγαζιά της εποχής εκείνης. Την περίοδο 1950 – 1953 εμφανίζεται αρκετές φορές στα κέντρα διασκέδασης «Πίνδος» του Αλεξανδριανού και «Θείος» στη Νέα Φιλαδέλφεια, παρέα με τον Μανώλη Χιώτη, τον Απόστολο Καλδάρα, τον Δημήτρη Στεργίου-Μπέμπη, κ.α. Επίσης εμφανίστηκε και σ’ άλλα μαγαζιά μαζί με τους Ανδρέα Σπαγγαδώρο, Γιάννη Σταματίου-Σπόρο, Μαρίκα Νίνου (με την οποία τραγούδησε ντουέτο –και σε δίσκους, ευτυχώς για μας– εκπληκτικά τραγούδια), Ρένα Ντάλια, Χρήστο Σύρπο (Χρηστάκης), Πόλυ Πάνου, κ.α.

    Ο Σταύρος Τζουανάκος, εκτός από τα δικά του τραγούδια, τραγούδησε σε δίσκους υπέροχα, με έντονο προσωπικό στυλ, ωραιότατα τραγούδια και άλλων συνθετών, όπως των Βασίλη Τσιτσάνη, Μανώλη Χιώτη, Γιάννη Τατασόπουλου, Γιώργου Μητσάκη, Γιάννη Κυριαζή, Μπάμπη Μπακάλη-Τρικαλινού, Γιώργου Λαύκα, Στέλιου Χρυσίνη, Κώστα Καπλάνη, Ακη Σμυρναίου, Παναγιώτη Πετσά, Γρηγόρη Μπιθικώτση, κ.α.
    Το 1956 γνωρίζει τη μέλλουσα σύζυγό του Μαρία-Ρίτα Μπινοπούλου, αδελφή της γνωστής ηθοποιού Άννας Γκαλ, η οποία ήταν γυναίκα του Μάριου Δαλέζιου, γνωστού ιδιοκτήτη του πασίγνωστου λαϊκού κέντρου-καφενείου στην οδό Ίωνος 8 (που ήταν το στέκι των μεγαλύτερων λαϊκών καλλιτεχνών της εποχής). Η γνωριμία τους έγινε στη περίφημη «Τριάνα» του Χειλά, στη Συγγρού, που τότε ήταν το πρώτο λαϊκό μαγαζί της Αθήνας και ο Σταύρος Τζουανάκος εμφανιζότανε εκεί με δικό του λαϊκό συγκρότημα το χρονικό διάστημα 1955 - 1956. Οι δύο νέοι, Σταύρος και Μαρία, ερωτεύονται κεραυνοβόλα και παντρεύονται το 1957.

    Την ίδια χρονιά, ο Σταύρος πραγματοποιεί το πρώτο του ολιγόμηνο καλλιτεχνικό ταξίδι του στην Αμερική, όπου εμφανίστηκε στα Ελληνικά κέντρα διασκέδασης «Νέα Ζωή», «Club Astor», «Zorba» και «Garden of Allah» και συνεργάστηκε εκεί με άλλους Έλληνες ξενιτεμένους μουσικούς και τραγουδιστές όπως, οι Γιάννης Τατασόπουλος, Μαρίκα Νίνου, Κώστας Καπλάνης, κ.α.

    Επιστρέφει στην Ελλάδα και εντυπωσιασμένος από το ταξίδι του αυτό αποφασίζει με τη γυναίκα του να μεταναστέψει για οριστική εγκατάσταση πλέον στην Αμερική, το 1958. Με το ζεύγος Τζουανάκου αποφασίζει να φύγει και η Άννα, η αδελφή της Μαρίας, εγκαταλείποντας τον Μάριο Δαλέζιο.
    (Κατά μια άλλη πληροφόρηση, ο Τζουανάκος πρωτοπήγε για εμφανίσεις στην Αμερική το 1954, όπου γνώρισε μεγάλη επιτυχία και έμεινε εκεί δύο χρόνια. Όμως, η πληροφορία αυτή –από διασταυρωμένα στοιχεία– είναι παντελώς αβάσιμη).
    Η Μαρία, η σύζυγός του Σταύρου, τον συμπαραστέκεται όχι μόνο στις αποφάσεις του αλλά και στο πάλκο, συνοδεύοντάς τον με την ωραία φωνή που διέθετε. Με την αναχώρηση του Τζουανάκου, η Ελλάδα, το ρεμπέτικο σινάφι, το Ρεμπέτικο Τραγούδι και οι χιλιάδες των θαυμαστών του χάνουν από κοντά τους ακόμα έναν απαράμιλλο λαϊκό καλλιτέχνη. Τον έφαγε κι αυτόν η Αμερική. Είναι η μοίρα των φτωχών, γιατί ο Σταύρος δεν ήταν τυχοδιώκτης. Απλά έψαχνε κι αυτός για μια καλύτερη μοίρα.
    Το ζεύγος Τζουανάκου, ένα χρόνο μετά το γάμο τους, αποκτούν το 1958 το πρώτο τους παιδί, το Θανάση και το 1964 την κόρη τους Ιωάννα (Joanna). Και τα δυο παιδιά παρέμειναν και ζουν στην Αμερική. Η μικρή Τζοάννα φαίνεται πως έχει καλή φωνή, αφού στο (μάλλον) τελευταίο τραγούδι του Τζουανάκου, το «ΔΕΝ ΕΙΜ' Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΟΥ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑΣ», το 1974, συνοδεύει τον πατέρα της τραγουδώντας μαζί με την Μαρία Φλώρη, στην τρυφερή ηλικία των μόλις 10 ετών!
    Μετά την εγκατάστασή τους στις ΗΠΑ και πολύ σύντομα, ο Τζουανάκος γίνεται πασίγνωστος και περιζήτητος, ένα από τα πρώτα ονόματα των Ελλήνων μουσικών. Δουλεύει ασταμάτητα, όπου τον καλούν, σε εκδηλώσεις, συναυλίες, γιορτές, γάμους, κλπ.

    Η συνέχεια στο rebetiko.gr




    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #15984   /   14.08.2008, 13:33   /   Αναφορά
    " Είναι αναμφίβολα σημαντικός συνθέτης του Ρεμπέτικου και εκφραστικότατος τραγουδιστής του. " ... Συμφωνώ απόλυτα με αυτήν την πρόταση !! - Εγώ προσωπικά δεν τον ακούω ... αλλά τον ακούω από τον μπαμπά μου ... !! Έχει φοβερή φωνή ... και η αλήθεια όλα αυτά δεν τα γνώριζα ... και δεν γνώριζα ότι είναι τόοσο καλός !!!
    #15999   /   14.08.2008, 21:22   /   Αναφορά
    αποτελεσε τομη για το ρεμπετικο τραγουδι.και κυριως μια εποχη,οπου τα περιθωρια ηταν στενα,κυριαρχουσαν αλλα αξεπεραστα ονοματα.

    Εχει δωσει καταπληκτικα ρεμπετικα...