ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Συνέντευξη με την Ευτυχία Μητρίτσα - Μια φωνή που σμίγει τη Δύση με την Ανατολή

    Από το Ωδείο και το πιάνο με τα ανώτερα θεωρητικά, στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου και το σμυρναίκο τραγούδι και από το έντεχνο και το κλασικό στο λαϊκό και ρεμπέτικο, η πορεία της Ευτυχίας Μητρίτσα κάνει πράξη με τις επιλογές και κυρίως με τη φωνή της αυτό που γράφει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στον «Βυζαντινό Εσπερινό» του Καλδάρα: «Εκεί που σμίγει η Δύση κι η Ανατολή» .

    Συνέντευξη με την Ευτυχία Μητρίτσα - Μια φωνή που σμίγει τη Δύση με την Ανατολή

    Γράφει ο Σπύρος Αραβανής (spiroos)
    63 άρθρα στο MusicHeaven
    Παρασκευή 08 Μαΐ 2015

    Πριν λίγους μήνες κυκλοφόρησε τη δεύτερη δισκογραφική της δουλειά, «Το σωσίβιο», συνεργαζόμενη με έναν νέο συνθέτη, τον Κώστα Μπουντούρη, δηλώνοντας πάντα την παρουσία της στον κόσμο της μουσικής και μέσω μιας άλλης πλευράς, ως καθηγήτρια σε Μουσικά Σχολεία.

    Ευτυχία, αυτόν τον καιρό εμφανίζεσαι επί σκηνής με τον Μανώλη Λιδάκη. Ας ξεκινήσουμε από αυτή τη συνεργασία.

    Εμφανιζόμαστε σε έναν ιστορικό χώρο, «Το περιβόλι του ουρανού», στον οποίο έχουν εμφανιστεί σπουδαία ονόματα της μουσικής. Θυμάμαι τον χώρο από τα φοιτητικά μου χρόνια, όταν είχα αρχίσει να μελετάω πιο επισταμένα το σμυρναίκο τραγούδι και το ρεμπέτικο, λόγω ενός συγκροτήματος που συμμετείχα τότε και παίζαμε σμυρναίικα σε αυθεντικές εκτελέσεις, και  τα μέλη αυτού του συγκροτήματος εμφανίζονταν σε τέτοιους χώρους. Αποτελεί μια πρόκληση για μένα γιατί είναι η πρώτη ουσιαστικά φορά που συμμετέχω σε ένα πρόγραμμα με ένα τόσο ξεκάθαρο λαϊκό στίγμα παρόλο που πάντοτε στις εμφανίσεις μου εντάσσω τραγούδια με λαϊκό και δημοτικό χαρακτήρα. Είναι βεβαίως και μεγάλη εμπειρία να δουλεύεις δίπλα στον Λιδάκη, δίπλα σε μια τόσο μεγάλη φωνή.

    Συνέντευξη με την Ευτυχία Μητρίτσα - Μια φωνή που σμίγει τη Δύση με την Ανατολή

    Τραγούδια από το καινούριο σου δίσκο, «Το σωσίβιο»,  λες;

    Λέω ένα ζεϊμπέκικο, το «Η ζωή ακόμα αντέχει», σε στίχους του Πόλυ Κυριάκου, το οποίο στο δίσκο έχει μια πιο σύγχρονη ενορχήστρωση, στο πρόγραμμα όμως ακολουθεί μια πιο παραδοσιακή γραμμή.

    Αυτή η κατεύθυνση προς έναν πιο παραδοσιακό ήχο, με έναν όμως πιο σύγχρονο τρόπο, αποτελεί κι ένα από τα χαρακτηριστικά της μουσικής μας εποχής κατά τη γνώμη μου. Συμφωνείς;

    Ναι, υπάρχει ένα ξανακοίταγμα. Ίσως είναι σημείο των καιρών λόγω της κρίσης. Οι άνθρωποι για να αισθανθούμε ξανά ασφαλείς και να πατήσουμε στα πόδια μας αναζητούμε τα πρωταρχικά μας στοιχεία, κοιτάμε πιο βαθιά στο DNA μας, το ποιοι είμαστε και πώς προσδιορίζουμε τον εαυτό μας. Αυτή είναι η πρώτη τάση που επικρατεί. Η δεύτερη, όμως, είναι το αγγλόφωνο τραγούδι· υπάρχει μια μερίδα του κόσμου η οποία «αποποιείται» την καταγωγή της και κοιτάζει εκτός· κι αυτό ίσως από αντίδραση για αυτό που βιώνει και τήν πληγώνει, σε συνδυασμό όμως και με ένα κενό παιδείας όσον αφορά τη γνώση της παράδοσής μας και της επαφής με τον ελληνικό πολιτισμό. Προσωπικά, πάντως, η αγωνία μου πια και στη δισκογραφία, είναι να γίνει πιο εμφανής η λαϊκή μου ρίζα με έναν πιο σύγχρονο ήχο, χωρίς όμως αυτός να αποτελεί υπεραπλούστευση και να είναι στυλιζαρισμένος: «πώς θα διασκευάσω έναν Χιώτη; Θα τον κάνω Swing..». Στο «Σωσίβιο» νομίζω οτι πηγαίνουμε προς μια πιο βαθύτερη κατεύθυνση, καθώς πρόκειται για μια δουλειά με ακουστικό ήχο που έχει κρυμμένες επιρροές οι οποίες  πατάνε στον ελληνικό ήχο τόσο ρυθμολογικά όσο και ενορχηστρωτικά. Το έχουμε ψάξει πολύ με το Μπουντούρη παράλληλα με την πολύτιμη συνεργασία και βοήθεια του Γιώργου Ανδρέου.

    Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Μπουντούρη;

    Ήταν φίλος του Πόλυ Κυριάκου, τον οποίο ήξερα από το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, αλλά και του Ανδρέου μέσω ενός διαγωνισμού που τον είχε βραβεύσει. Είχε μόλις γυρίσει από την Αγγλία όπου είχε ολοκληρώσει τις μουσικές σπουδές του και ψαχνόταν. Με πήρε, λοιπόν, ένα τηλέφωνο για να μου κάνει κριτική για τον πρώτο δίσκο που είχα βγάλει τότε και έτσι γνωριστήκαμε! Στην αρχή η επαφή μας ήταν φιλική, δεν είχαμε σκέψεις για να συνεργαστούμε. Τον βοηθούσα απλώς να κάνει demo στα τραγούδια που ήδη είχε, στην πορεία, όμως, είδαμε οτι τα τραγούδια αυτά «έδεναν» και με εμένα. Και έτσι δίπλα στα δικά του, προστέθηκαν και νέα τραγούδια σε δικούς μου στίχους, του Οδυσσέα Ιωάννου και του Λάμπρου Μπαλού, ενώ τα τραγούδια του Κυριάκου προυπήρχαν. Να τονίσω δε εδώ οτι το ομότιτλο, «Σωσίβιο», «Της χώρας μου ποιος είδε το κρικέλι/ να τη σηκώσω θέλω ξαφνικά,/ όπου αγαπά να πάει όπου θέλει,/ να μη γυρεύει άλλο δανεικά», είναι γραμμένο από το 2009!

    Αναφέρθηκες προηγουμένως στο κενό της παιδείας. Ποια είναι η άποψή σου για τα μουσικά σχολεία βλέποντας το θέμα από μέσα ως καθηγήτρια;

    Έχω αρκετά χρόνια στα μουσικά σχολεία, πρώτα στην Καβάλα, μετά στην Καρδίτσα και τώρα στην Παλλήνη. Είμαι αισιόδοξη για την παρουσία τους, παρόλα τα προβλήματα (μεταφορά μαθητών, έλλειψη καθηγητών κ.ά.). Έχουν κοινωνικό έρεισμα, ο κόσμος τα αγαπάει και τα υποστηρίζει. Από τα σχολεία έχουν βγει πολλά παιδιά που τώρα παίζουν είτε με δικά τους συγκροτήματα είτε με μεγάλους καλλιτέχνες, ιδίως στο χώρο της τζαζ και του δημοτικού τραγουδιού. Η μεγάλη προσφορά αυτών των σχολείων είναι οτι φέρνουν σε επαφή τα παιδιά με την παράδοση κάτι που δεν είχαμε εμείς παλαιότερα, όσοι, δηλαδή, φοιτήσαμε σε ωδεία. Υπάρχει, επίσης, μια ελευθερία, δηλαδή πέραν της διδασκαλίας των ατομικών οργάνων, υπάρχουν δυο τρίωρα την εβδομάδα στα οποία τα παιδιά συναντιούνται σε γκρουπ διαφορετικών τάξεων και παρουσιάζουν ό,τι θέλουν.

    Συνέντευξη με την Ευτυχία Μητρίτσα - Μια φωνή που σμίγει τη Δύση με την Ανατολή

    Το έντεχνο ελληνικό τραγούδι τι θέση έχει μέσα σε αυτά τα σχολεία;

    Δεν διδάσκεται, είναι στην ευθύνη και στη «λόξα» του κάθε ενός καθηγητή. Όσες φορές έχω επιχειρήσει να ασχοληθούμε με αυτό, τα παιδιά έχουν ξετρελαθεί. Όμως, όχι, δεν είναι θεσμοθετημένο ως μάθημα μέσα στο πρόγραμμα των σχολείων.

    Έχεις συμμετάσχει στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης. Ποια είναι η γνώμη σου για τέτοιους θεσμούς;

    Θεωρώ οτι έχει νόημα να γίνονται τέτοιοι διαγωνισμοί, όπως είναι και οι Ακροάσεις της Μικρής ’ρκτου και το Ελληνικό Σχέδιο, σε σχέση με το τραγούδι γιατί βασικά αποτελούν χώρους συνάντησης νέων ανθρώπων και έναν τρόπο ευρύτερης κοινοποίησης μιας δουλειάς. Χρειάζεται όμως να υπάρχει και μια συνέχεια σε αυτό, να γίνονται σεμινάρια, συζητήσεις και να καλλιεργείται μια δημιουργική σχέση μεταξύ των νεοτέρων με τους παλαιότερους ανθρώπους του χώρου.

    Όπως είναι η δική σου με τον Γιώργο Ανδρέου, ο οποίος αποτελεί σημείο αναφοράς στην μέχρι τώρα πορεία σου...

    Αν και μαζί έχουμε κάνει μόνο ένα τραγούδι, «Το κτήνος κι εγώ», σε στίχους της Αθηνάς Σπανού, το οποίο πήρε το βραβείο κοινού στους Αγώνες Δημιουργίας Ελληνικού Τραγουδιού, από το 2006 που συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά μετά το Φεστιβάλ Τραγουδιού, στην περιοδεία που κάναμε τότε με τον Χρήστο Θηβαίο για το «Μυστήριο Τραίνο» μέχρι και τα live πιάνο-φωνή, την επιμέλεια των δικών μου δισκογραφικών εργασιών κ.ά. έχω γνωρίσει μέσω του Ανδρέου τη σχέση με τη μουσική σε όλη τη γκάμα της, την παραγωγική, την ερμηνευτική, την ενορχηστρωτική. Είναι μια τεράστια προσωπικότητα, ολιστική και μου έχει προσφέρει πάρα πολλά.

    Εκτός από μεγαλύτερους χώρους εμφανίζεσαι και σε μικρούς οι οποίοι πολλαπλασιάζονται κόντρα στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Πώς βλέπεις αυτό το γεγονός;

    Ναι, έχουν ανοίξει αρκετοί μικροί χώροι οι οποίοι φιλοξενούν νέους καλλιτέχνες και οι ιδιοκτήτες τους έχουν μια ευρύτητα στη σκέψη, είναι πιο ανοικτοί και ορεξάτοι, με μια πιο φρέσκια ματιά που μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα social media για την προβολή κ.ά. Οι νέοι καλλιτέχνες, επίσης, παλεύουν με τις δικές τους δυνάμεις και έχουν την υποστήριξη των μουσικών. Υπάρχει πολλή ομοψυχία και αγάπη. Δηλαδή, οι δυνατές προσωπικές σχέσεις των μουσικών είναι αυτές που συντηρούν  τα πράγματα καθώς κανείς πια δεν χρηματοδοτεί τίποτα και τα live σε μικρούς χώρους δεν μπορούν να σου εξασφαλίσουν το βιοπορισμό. Ωστόσο, έτσι όπως είναι η δισκογραφία, υπάρχεις στον χώρο μόνο όταν παίζεις σε live. Ουσιαστικά προσπαθείς να κινείσαι επαγγελματικά στο χώρο της μουσικής, πλέον, όμως με πιο ερασιτεχνικούς όρους.

    Σκηνικά, Θα έλεγα, πως σε χαρακτηρίζει μια στατική κινητικότητα...

    Όταν είμαι στη σκηνή έχω μια εσωτερικότητα και ταυτόχρονα μια υπερδιέργεση τα οποία  έρχονται σε κόντρα και έτσι προσπαθώ να βρω την ισορροπία μου. Προσπαθώ, πάντως, ακόμα να βρω τον εαυτό μου επί σκηνής, το κέντρο μου, καθώς δεν έχω ασχοληθεί έτσι κι αλλιώς με την κινησιολογία.

    Για το τέλος, θέλω να μου αναφέρεις ορισμένες από τις φωνές που σε έχουν «στοιχειώσει»...

    Αγαπώ τις φωνές που έχουν μεν μια δωρικότητα, αλλά κουβαλάνε και έναν απόηχο Ανατολής: Αλεξίου, Βιτάλη, Γλυκερία, Τσαλιγοπούλου και ασφαλώς οι παλαιότερες, Εσκενάζυ, Αμπατζή, Πολίτισσα (μια φωνή πιο μπροστά από την εποχή της) κ.ά. Ο τρόπος τραγουδίσματος της Σχολής της Σμύρνης πάντως δεν θα ξαναυπάρξει. Οι τόνοι, για παράδειγμα, στις ηχογραφήσεις ήταν πολύ ψηλοί εξ ανάγκης, αφού δεν υπήρχε ενίσχυση και έπρεπε να ακούγονται σε ένα μεγάλο ακροατήριο. Η στουντιακή ηχογράφηση, πλέον,  έχει αλλάξει και τον τρόπο τραγουδίσματος αφού, ακόμα και αν σιγοψιθυρίζεις,  αυτό ακούγεται και καταγράφεται.





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #29173   /   11.05.2015, 18:55   /   Αναφορά
    Μια πολύ καλή φωνή όντως, εύχομαι να βρει τραγούδια να πει. ’ξιζε τον κόπο να της κάνεις συνέντευξη.