Αυτό που στην εποχή μας ονομάζουμε λαϊκό τραγούδι, θα μπορούσαμε να το προσδιορίσουμε ακριβέστερα ως Αστικό λαϊκό τραγούδι ή Λαϊκό τραγούδι των πόλεων. Διότι, ποιος είναι αυτός που θα μπορούσε να πει πως το λεγόμενο δημοτικό, δεν είναι λαϊκό τραγούδι; Θα λέγαμε λοιπόν πως από τη μια έχουμε το Λαϊκό τραγούδι της υπάιθρου [δημοτικό] κι από την άλλη το λαϊκό τραγούδι των αστικών κέντρων [λαϊκό].
Αυτός ο διαχωρισμός είναι απαραίτητος, αφενός μεν διότι το πρώτο είναι ένα "νεκρό", μουσειακό είδος, ενώ το δεύτερο είναι η ζώσα λαϊκή μουσική μας, που αναπτύσεται και εξελίσεται συνεχώς. Αφετέρου δε, το δημοτικό παρουσιάζει ευρεία ποικιλομορφία ακουσμάτων και οργάνων από τόπο σε τόπο ενώ το Λαικό από τα πρώτα χρόνια που αρχίζει να διαμορφώνεται, παρουσιάζει μια εκπληκτική ομοιομορφία σε όλο το γεωγραφικό εύρος της ελληνικής παρουσίας και δράσης...
Από την άλλη - και πρωτίστως - είναι απαραίτητος ένας ακόμα διαχωρισμός. Αυτός ανάμεσα στην Λαϊκή και την λόγια μουσική. Ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί πως ο Τσιτσάνης και ο Χατζιδάκις εμπνέονται, συνθέτουν, δημιουργούν με τον ίδιο τρόπο; Δίχως να αποκλείουμε την διείσδυση του ενός στο άλλο, είναι απαράιτητο να κάνουμε τον διαχωρισμό αυτών των δύο ειδών. Λαϊκό λοιπόν είναι εκείνο το τραγούδι που παράγεται κατά βάσιν από αυτοδίδακτους, εμπειρικόυς καλλιτέχνες και απευθύνεται κυρίως στις πλατιές λαϊκές μάζες.
Μετά από τους απαραίτητους αυτόυς ορισμούς, μένει να ορίσουμε και κάτι ακόμα:
Πότε και πού εμφανίζεται το αστικό λαϊκό τραγούδι;
Μα φυσικά όταν διαμορφώνονται τα μεγάλα αστικά κέντρα. Ωστόσο δεν θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε τις ρίζες του Αστικού λαϊκού τραγουδιού στις μεγάλες πόλεις της αρχαιότητας [Αθήνα, Συρακούσες, Μίλητος...]. Όχι μόνο λόγω της απουσίας μνημείων περί της μουσικής αλλά και διότι οι δραματικές ανακατατάξεις που συνέβησαν δεν ευνοούν την σαφή συνέχεια ενός τόσο ειδικού και ιδιαίτερου μουσικού είδους. Από τα [λίγα έστω] μνημεία που υπάρχουν, μπορούμε με ασφάλεια να συνδέσουμε την εμφάνιση του αστικού λαϊκού τραγουδιού, με την εμφάνιση της αστικής τάξης - και ταυτόχρονα της εργατικής, που είναι το κατεξοχήν ακροατήριο της αστικής λαϊκής μουσικής. Αν λοιπόν, οι πρώτες φόρμες, τάσεις, ιδέες, που θα καθορίσουν το λαϊκό μας τραγούδι υπάρχουν ήδη από τα Βυζαντινά χρόνια, είναι ο καιρός της Τουρκοκρατίας που το λαϊκό τραγούδι των πόλεων θα εμφανιστεί ως σαφές και ομοιογενές ρεύμα. Τότε είναι που διμορφώνονται τα μεγάλα αστικά κέντρα - κυψέλες της λαϊκής μουσικής δραστηριότητας. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον θα συμβούν σημαντικές και καθοριστικές αλλαγές.
Ο νέος τρόπος ζωής δημιουργεί νέες ανάγκες έκφρασης στη θεματολογία του στίχου και στο συναίσθημα της μουσικής. Η έλλειψη ανοιχτών χώρων και ο συχνωτισμός σε μικρές ταβέρνες, αναδεικνύει σε κορυφάια, μουσικά όργανα όπως τα σάζια και οι ταμπουράδες, το
βιολί και το ούτι, το σαντούρι και το κανονάκι. Η αναγκαστική συνύπαρξη με τις δεκάδες εθνότητες της αυτοκρατορίας εισάγει δάνεια: Περσαραβικά μακάμια, δυτική ομοιοκαταληξία και επωδός [ρεφρεν], αμανές, ταξίμι [μουσικός αυτοσχεδιασμός]. Παράλληλα η τεχνολογική εξέλιξη μικράινει τις αποστάσεις, κι έτσι ο νοητός χώρος που ορίζουν τα μεγάλα αστικά κέντρα της αυτοκρατορίας [Πόλη, Σμύρνη, Θεσσαλονίκη, Χίος, Χάνδακας, Τραπεζούντα, Σύρος, Βόλος, Καβάλα, ...] ενοποιείται πολιτιστικά, ομογενοποιώντας έτσι το λαικό τραγούδι.
Η πορεία προς την οριστική διαμόρφωση.
Επί ενάμισυ λοιπόν αιώνα και παραπάνω το Ελληνικό λαϊκό αστικό τραγούδι ζει και αναπτύσεται αλληλεπιδρώντας με τόσα άλλα εθνικά μουσικά μορφώματα. Οι αλληλεπιδράσεις είναι τόσο βαθιές που ακόμα και σήμερα μπορούμε να δούμε ευθείς αναλογίες ανάμεσα στην Ελληνική και την Τούρκικη μουσική, ανάμεσα στην Ελληνική και την Αράβικη, την Ελληνική και την Περσική, και πάει λέγοντας.... Είναι σχεδόν αδύνατον να διακρίνουμε αν τελικά ο Ζειμπέκικος χορός είναι Ελληνικός, Τούρκικος, Περσαραβικός, ή [όπως εσχάτως διατείνοται οι λαογράφοι] αρχαιότατος Θρακοφρυγικός. Αν το ηδυπαθές τσιφτετέλι προέρχεται από τα χαρέμια της ανατολής ή από τον Ελληνικότατο κόρδακα. Αν οι δρόμοι της σύνθεσης είναι τα μακάμια των Αράβων ή οι
κλίμακες των Βυζαντινών και του Πυθαγόρα. Αν ο κυρίαρχος 15σύλλαβος στίχος κατάγεται από τα πέρσικά ρουμπαγιάτ ή από το Ελληνικότατο ιαμβικό μέτρο. Πάντως σε αυτό το τελευταίο οφείλουμε να εντοπίσουμε μια σημαντική διαφοροποίηση: Ενώ το ιαμβικό μέτρο κυριαρχεί σε όλα τα εθνικά ρεύματα, οι Έλληνες επιμένουν να το τραγουδούν 15σύλλαβο, ενώ οι Τούρκοι 16σύλλαβο!
Όλα αυτά όμως, χωρίς να πάψουν να αποτελούν σημαντική προίκα της ελληνικής αστικής λαϊκής μουσικής, θα πάψουν να επιδρούν σημαντικά όταν ο ελληνισμός θα απομονωθεί οριστικά από τα άλλα έθνη και θα αποχτήσει εκτός από εθνική και οριστική γεωγραφική ταυτότητα. Η αρχή θα γίνει με την εθνική επανάσταση του ’21 και θα ολοκληρωθεί με την δραματική - όσο και κοσμογονική - Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών...
Το άρθρο αυτό είναι η εισαγωγή μιας σειράς άρθρων μου, που συνιστούν μια σύντομη ιστορική επισκόπιση του αστικού λαϊκού τραγουδιού μας, και δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα Music & Music club.
ALKIBIADES.