«…στο μοντάζ, έμενε σιωπηλός να κοιτά τα χρώματα, τις κινήσεις της μηχανής και των ηθοποιών τις ερμηνείες. Η εικόνα γινόταν ήχος, οι αποχρώσεις της φωτογραφίας μελωδία, οι παύσεις δημιουργικές σιωπές. Τον είχα πια καταλάβει. Ο Βασίλης Δημητρίου ήταν ο μουσουργός της εικόνας. Ο συνθέτης που έδινε ψυχή στη φωτογραφία και τη δράση και προέκτεινε τον λόγο σε μουσική…»
Έφυγε στις 27 Απριλίου 2015, σε ηλικία 70 ετών ο Βασίλης Δημητρίου. Ο «μουσουργός» της εικόνας, όπως τον χαρακτήρισε ο σκηνοθέτης Τάσος Ψαρράς σε συνέντευξή του, αναφερόμενος στη συνεργασία τους στη σειρά «Κ.Γ. Καρυωτάκης».
Γεννήθηκε στις 12 Απριλίου 1945 στην Αθήνα, από μητέρα Μικρασιάτισσα και πατέρα Αθηναίο. Έχοντας χάσει τον πατέρα του σε πολύ μικρή ηλικία, αναγκάζεται να εργαστεί ως εμποροϋπάλληλος, αμέσως μετά το Δημοτικό. Τελειώνει το σχολείο, παρακολουθώντας μαθήματα σε νυχτερινό γυμνάσιο, το οποίο έχει παραλληλίσει με "στρατόπεδο συγκέντρωσης, ιδιαίτερα για τα παιδιά που εργάζονταν...κάτι απαίσιο και χυδαίο". Αργότερα, ξεκινάει σπουδές στη μουσική, φοιτώντας στο Ελληνικό Ωδείο. Ο ίδιος, θεωρεί ότι καταλυτικό ρόλο ώστε να ασχοληθεί με τη μουσική, έπαιξαν η φωνή της μάνας του που τραγουδούσε, ενώ δούλευε πάνω από τη μηχανή ως μοδίστρα, η μουσική από τις επιθεωρήσεις και η λειτουργία της εκκλησίας.
Το 1966, περίοδο άνθησης του Νέου Κύματος, εγκαταλείπει την εμποροϋπαλληλική ιδιότητα και αρχίζει την επαγγελματική του ενασχόληση με τη μουσική. Αρχικά, στην μπουάτ «ΚΑΤΑΚΟΜΒΗ» συνοδεύει στο πιάνο, πρωτοεμφανιζόμενους, όπως εκείνος άλλωστε, νέους τραγουδιστές. Κατόπιν, συνοδεύει την Καίτη Χωματά στην «ΠΑΡΑΓΚΑ» μέχρι την 21η Απριλίου 1967, όπου επιβάλλεται η στρατιωτική χούντα και η «ΠΑΡΑΓΚΑ» κλείνει. Την ίδια περίπου περίοδο, λήγει η στρατιωτική αναβολή που έχει, οπότε υποχρεώνεται να καταταγεί στο στρατό, όπου σύμφωνα με τον ίδιο πέρασε το «χειρότερο χρόνο της ζωής του - τουλάχιστον μέχρι τότε…»
Αμέσως, μετά την απόλυσή του, το 1968 αρχίζει ξανά την περιπλάνησή του στην Πλάκα και στις Μπουάτ «ΚΑΤΑΚΟΜΒΗ», «ΤΑΒΑΝΙΑ», «ΛΕΩΝΙΔΑΣ», «ΕΣΠΕΡΙΔΕΣ» κ.ά.
Το 1969-70 γνωρίζεται με την Ραλλού Μάνου, η οποία του δίνει την ευκαιρία να γράψει το χορόδραμα «Άστραψε η Ανατολή», ανοίγοντάς του παράλληλα το δρόμο, για να υπογράψει το πρώτο του συμβόλαιο με τη μεγάλη δισκογραφική εταιρία εκείνης της εποχής, την ΕΜΙΑΛ-COLUMBIA. Έτσι, το 1971 έκανε τις πρώτες επιτυχίες, προσεγγίζοντας τους δρόμους του δημοτικού τραγουδιού με τα τραγούδια «Μαρία με τα κίτρινα» και «Χαλασιά μου», τα οποία ερμήνευσε η πρωτοεμφανιζόμενη στη δισκογραφία Δήμητρα Γαλάνη.
Έκτοτε, ακολουθεί μία επιτυχημένη πορεία, γράφοντας πλήθος τραγουδιών (περί τα 350) που τραγούδησαν οι μεγαλύτεροι Έλληνες ερμηνευτές, μεταξύ άλλων, οι: Γιώργος Νταλάρας, Χάρις Αλεξίου, Μαρινέλλα, Δήμητρα Γαλάνη, Μανώλης Μητσιάς, Στράτος Διονυσίου, Γιάννης Καλατζής, Ελένη Βιτάλη, Χρήστος Θηβαίος, Αφροδίτη Μάνου, Καίτη Χωματά, Πόπη Αστεριάδη.
Ήταν ένας από τους συνθέτες που συνέβαλε στη δεύτερη καριέρα της Σωτηρίας Μπέλλου τη δεκαετία του ’70, με την ερμηνεία της στο δίσκο «Σεργιάνι στον Παράδεισο» του 1974, σε μουσική του ίδιου και στίχους Μάνου Ελευθερίου.
Έγραψε μουσική για θέατρο, μπαλέτο, τηλεόραση ενώ συνεργάστηκε με στιχουργούς και ποιητές, όπως οι Νίκος Γκάτσος, Μάνος Ελευθερίου, Λευτέρης Παπαδόπουλος, Βαγγέλης Γκούφας, Άκος Δασκαλόπουλος.
Δραστήριος, πέρα από την καλλιτεχνική του δημιουργία, υπήρξε:
Για το καλλιτεχνικό έργο του, τιμήθηκε τα τελευταία χρόνια με πλήθος βραβείων.
Σημαντική και πλούσια υπήρξε η συνθετική του δραστηριότητα στο «ιδίωμα της σύγχρονης μουσικής», όπως έλεγε ο ίδιος. Οι συνθέσεις του, αφορούν σόλο για τσέμπαλο, σουίτες για δύο πιάνα, σόλο για κλαρινέτο, σονάτες, έργα για βιολί και βιολοντσέλο, για μικρή αλλά και για μεγάλη ορχήστρα κ.α:
Στα τέλη της δεκαετίας του ‘70, και συγκεκριμένα το 1979, ανέλαβε έναν ελαφρώς διαφορετικό ρόλο στην εκπομπή της ΕΤ1, «Τα τραγούδια στο συρτάρι». Επρόκειτο για μια μουσική εκπομπή, που παρουσίαζε σε πρώτη εκτέλεση, οργανική μουσική και τραγούδια Ελλήνων συνθετών, καλύπτοντας τη διαφορετικότητα στη μουσική κάθε συνθέτη.
Ο τίτλος (σ.σ. «Τα τραγούδια στο συρτάρι») προέκυψε από το ίδιο το περιεχόμενο της εκπομπής. Ο Βασίλης Δημητρίου, ως δημιουργός και παρουσιαστής της για περίπου δύο χρόνια, έδωσε τη δυνατότητα σε μια σειρά συνθετών και στιχουργών, να παρουσιάσουν όσο καλύτερα μπορούσαν, ό,τι οι ίδιοι είχαν επιλέξει από το υλικό που είχαν στα "συρτάρια τους". Έτσι, χάρη σε αυτήν, αρκετές φορές η δισκογραφία ενδιαφέρθηκε για έργα που της είχαν φανεί αδιάφορα.
Μέσα από αυτή την εκπομπή ακούστηκε για πρώτη φορά «Ο Σταυρός του Νότου» του Θ. Μικρούτσικου, «Το Φράγμα» του Δ. Μούτση, ανέκδοτες μουσικές των Θ. Αντωνίου, Μ. Γρηγορίου, Γ. Κουρουπού, ακυκλοφόρητα μέχρι τότε τραγούδια των Γ. Μητσάκη, Κ. Καπλάνη, Γ. Χατζηνάσιου, Μ. Πλέσσα, Ν. Μαυρουδή, Μ. Κωχ, Γ. Γλέζου, Λ. Κόκοτου, Γ. Αργύρη κ.ά. Επίσης, παρουσιάστηκαν ξεχασμένα παραδοσιακά τραγούδια της Μικράς Ασίας, ενώ μια εκπομπή ήταν αφιερωμένη στην αρχαία ελληνική μουσική.
Στη συνέχεια (σ.σ. 1983) πέρασε στο ραδιόφωνο με την εκπομπή «Τα τραγούδια του αύριο», όπου παρουσίαζε ελληνικά τραγούδια σε πρώτη παρουσίαση, αρκετό καιρό πριν από την κυκλοφορία τους.
Ιδιαίτερη ήταν η αγάπη του Βασίλη Δημητρίου για το θέατρο. Εξάλλου, ως συνθέτης έγραψε πολλές μουσικές για δεκάδες θεατρικά έργα από το 1972 μέχρι το 2008 που καταλαμβάνουν όλα τα είδη θεάτρου. Μποστ, Κ. Μουρσελάς, Ντάριο Φο, Μπ. Μπρεχτ, Στρινμπεργκ, Πάμπλο Νερούδα, Δ. Χριστοδούλου, Τα΄νεσσυ Ουΐλιαμς, Ευγένιος Ο ‘Νηλ, Π. Μεντής, Β. Ουγκώ είναι μερικοί μόνο από τους συγγραφείς, θεατρικά έργα των οποίων έντυσε με τη μουσική του.
Ασφαλώς, δεν έλειψε η ενασχόληση του με τη μουσική επένδυση του αρχαίου θεάτρου, συνθέτοντας μουσική κυρίως για κωμωδίες του Αριστοφάνη (Πλούτος, Νεφέλες, Όρνιθες, Αχαρνείς, Θεσμοφοριάζουσες, Εκκλησιάζουσες, Ιππής, Λυσιστράτη) αλλά και για τις τραγωδίες «Ορέστης» του Ευριπίδη και «Χοηφόροι» του Αισχύλου.
Τη δεκαετία του ’80, τότε που ακόμα στην ελληνική τηλεόραση υπήρχε θέση για το Θέατρο, έγραψε μουσική για θεατρικά έργα της τηλεόρασης, όπως:
Κουβαλώντας μεγάλη θεατρική γνώση και πείρα, από το 2006 παρουσίαζε κάθε Κυριακή μεσημέρι από το Β' πρόγραμμα της ΕΡΑ, την εκπομπή «Η μαγεία της αυλαίας», μια ενημερωτική εκπομπή για το Ελληνικό Θέατρο.
Ο Βασίλης Δημητρίου, ως επί το πλείστον, σε συνεργασία με το σεναριογράφο Βαγγέλη Γκούφα και το σκηνοθέτη Κώστα Κουτσομύτη, έντυσε με τη μουσική του πλήθος τηλεοπτικών σειρών, των οποίων τα σενάρια ήταν βασισμένα σε σημαντικά μυθιστορήματα της ελληνικής πεζογραφίας. Ενδεικτικά αναφέρονται:
Είναι αξιοσημείωτο ότι μέσα από τις συνθέσεις του για τις τηλεοπτικές σειρές, πολλά τραγούδια ξεχώρισαν ακολουθώντας αυτόνομη πορεία. Σε πολλά δε από αυτά, οι στίχοι ανήκαν στον ίδιο το συνθέτη, αναδεικνύοντας μία ακόμη πτυχή του πολύπλευρου ταλέντου του. Μεταξύ αυτών τα «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά», «Το πεπρωμένο», το «Κάτω από γέφυρες» από τη σειρά «Βαμμένα κόκκινα μαλλιά» του 1993 που ερμήνευσε ο Γιώργος Νταλάρας.
Επίσης, από την σειρά «Πρόβα νυφικού» του 1995, όπου ξεχώρισε το ομώνυμο τραγούδι με τη Μαρινέλλα, αλλά και η ερμηνεία της Πέμυς Ζούνη στο τραγούδι με τίτλο «Για τα μάτια σου».
Ίσως, λίγοι θυμούνται πως το τραγούδι με τίτλο «Αγάπη» που έχει σημαδευτεί από την εμβληματική ερμηνεία του Χρήστου Θηβαίου σε στίχους της Κατίνας Παΐζη, ανήκει μουσικά στο Βασίλη Δημητρίου, όπως και τα τραγούδια «Ποια θάλασσα» σε ποίηση Νάνου Βαλαωρίτη και «Θυμάμαι» σε στίχους Λέοντα Κουκούλα. Και τα 3 τραγούδια προέρχονται από τη σειρά «Μεγάλος θυμός» του 1998.
Η τελευταία τηλεοπτική σειρά για την οποία έγραψε μουσική ήταν σε συνεργασία με το σκηνοθέτη Τάσο Ψαρρά με τίτλο «Γ.Κ. Καρυωτάκης», το 2009. Από αυτή τη σειρά μας χάρισε μάι ακόμη επιτυχία μελοποιώντας το ποίημα του Καρυωτάκη «Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες κιθάρες», σε ερμηνεία του Χρήστου Θηβαίου.
Η τηλεόραση δεν ήταν πάντα μόνο άχρωμη, άοσμη, ασκόπως επαναλαμβανόμενη ή στατική, όπως σήμερα. Εξάλλου, πρόκειται για ένα εργαλείο, όπου η δημιουργικότητά του εξαρτάται από το χειριστή. Ο Βασίλης Δημητρίου, σίγουρα δεν ανήκε σε όσους συντέλεσαν στη σημερινή αισθητική παρακμή της τηλεόρασης, όπου - χωρίς την παραμικρή διάθεση παρερμηνείας ή εγέρσεως ρατσιστικού ερείσματος - επικρατεί η ακατάσχετη – πλην ελαχίστων εξαιρέσεων - «ελληνοποίηση» σεναρίων ξένων παραγωγών. Η άποψη περί συνωμοσίας, ώστε να χτυπηθεί η γλώσσα, ο ελληνισμός και λοιπών άλλων υπερφίαλων εθνικιστικών κορωνών, βρίσκονται έτη φωτός μακριά από την αντίληψη του γράφοντα. Η μόνη «συνομωσία» βρίσκεται πίσω από την ευκολία του οικονομικού κέρδους στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Ο Βασίλης Δημητρίου υπήρξε σημαντικός συνθέτης, ακάματος εργάτης της τέχνης του αλλά και ευγενής άνθρωπος, σεμνός με κοινωνικές ανησυχίες. Το 1973, έγραψε μουσική για τη θεατρική παράσταση στο έργο του Κώστα Μουρσελά, «Ω, τι κόσμος μπαμπά» σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Ντε Πιάν με τους Βασίλη Διαμαντόπουλο και Γιώργο Μιχαλακόπουλο, που ανέβηκε στο Θέατρο Σάτιρας. Επρόκειτο για μία πολιτική σάτιρα που όπως είχε πει το 2008, για το ομώνυμο τραγούδι της θεατρικής παράστασης το έγραψε «κάποια δύσκολα χρόνια... το κακό είναι ότι σήμερα, δυστυχώς, είναι πολύ πιο δύσκολα από τότε!». Αργότερα σε μία συνέντευξή του, σχολιάζοντας περαιτέρω αυτή τη δήλωσή του, διευκρινίσε:
«Εννοούσα ότι σήμερα είναι πιο επίκαιρο το τραγούδι. Καταρχήν η “δημοκρατική εποχή”, πάντα μπαίνει σε εισαγωγικά και πριν τη χούντα και μετά. Δεύτερον, δε φτάνει η δημοκρατική ταμπέλα για να έχεις δημοκρατία και τρίτον, και σπουδαιότερο, ο άνθρωπος ζει με μια ελπίδα και σήμερα αυτό που λείπει απ’ τον κόσμο είναι η ελπίδα. Δεν έχουμε μέλλον. Τότε, η γενιά μου, είχε μέλλον, σήμερα η νέα γενιά του γιου μου δεν έχει μέλλον, γι’ αυτό τα σπάει! Το βλέπει ότι εδώ θα είναι καθηλωμένη. Εμείς δεν τα σπάγαμε, βγαίναμε και φωνάζαμε, όχι γιατί ήμασταν καλύτερα παιδιά κι αυτοί είναι αλήτες, αυτοί τα σπάνε για να τα ανατρέψουνε, εμείς μπορούσαμε να τα ανατρέψουμε χωρίς να τα σπάσουμε. Έχουμε δημοκρατία στα λόγια, αλλά εμένα με ενδιαφέρει η πράξη. Δεν συγκρίνω, σε καμία περίπτωση, τη σημερινή δημοκρατία με το 1972, που έγραψα το τραγούδι, δεν κάνω τέτοιους παραλληλισμούς, να μην παρεξηγηθώ, να διευκρινιστεί. Αλλά τι σημαίνει δημοκρατία; Που τη βλέπετε; Υπάρχει πουθενά; Εφαρμόζεται η δημοκρατία; Εγώ βλέπω, πως τα παιδιά σήμερα δεν έχουν μέλλον!»
«Τόσος κόπος γιατί, τόσο αίμα και δάκρυ
να μπορούσα με κάτι να τον κάνω καπνό,
όλα τέλειωσαν πια, όλα πήγαν χαμένα,
ένα μένει σ' εμένα, να του βάλω φωτιά.»
Πηγές:
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο
#29166 / 29.04.2015, 17:45 / Αναφορά Μπράβο σου που ενεργοποιήθηκες άμεσα για να γράψεις ένα τέτοιο άρθρο. Δυστυχώς αυτά τα άρθρα δεν έχουν ίντριγκα για να προσελκύουν κόσμο. Εγώ μόλις ολοκλήρωσα την συγγραφή του δικού μου άρθρου για τον Βασίλη Δημητρίου. |
#29167 / 29.04.2015, 18:21 / Αναφορά Από τους πολύ ποιητικούς μάλιστα στιχουργούς και μουσικούς! Διόλου τυχαίο το ότι ήταν γόνος μικρασιατικής οικογένειας!!! Χαίρομαι που βρέθηκε να τον τιμήσει κάποιος με αυτό το άρθρο!!! Θέλω να ελπίζω πως δεν θα ξεχαστεί η συνεσιφορά στον καλλιιτεχνικό χώρο! |