ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997

    Σαββόπουλος: Τελείωσα...

    jorge
    27.09.2004, 11:08
    Άρθρο του Γ.Τσάμπρα από τη χθεσινή Ελευθεροτυπία:



    Ηταν πράγματι ένα εντυπωσιακό γεγονός η επιβεβαίωση του Διονύση Σαββόπουλου, σε σχετική ερώτηση αναγνώστριας του «Διφώνου» κι έπειτα σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή», ότι «δεν έχουμε πια να περιμένουμε κάτι άλλο νέο» απ' αυτόν.



    Βέβαια, κράτησε μίαν ασφαλιστική δικλίδα: «Κι αυτή τη φορά, μα το Θεό, μακάρι να βγω ψεύτης», συμπληρώνει. Αλλωστε, «κι όλο λέω τέλειωσα/ τραγούδια πια δε βρίσκω/ και να που πάλι βγάζω δίσκο» τραγουδούσε 21 χρόνια πριν στα «Τραπεζάκια έξω». Κι όμως στα χρόνια που ακολούθησαν ήρθε το «Κούρεμα», το «Μην πετάξεις τίποτα» και ο «Χρονοποιός».

    Στην πραγματικότητα, με τη δήλωσή του αυτή, ο Σαββόπουλος δεν ομολόγησε παρά κάτι που, λίγο-πολύ, συμβαίνει αυτά τα χρόνια -ή για να ακριβολογούμε, «εδώ και χρόνια»- σ' όλους σχεδόν τους δημιουργούς της γενιάς του, της ηλικίας του. Και πολύ περισσότερο... Οπως έχει πολλές φορές αποδειχτεί, συμβαίνει σε κάθε εποχή, στους καλλιτέχνες, καθώς ο χρόνος προχωρά γύρω τους και απάνω τους. Μπορεί βεβαίως να υπάρχουν εξαιρέσεις, αυτές όμως πραγματικά πιστοποιούν τον κανόνα. Κι αυτός λέει ότι ο δημιουργικός οίστρος έχει και χρονικό όριο.

    Στις μέρες μας, η γενιά των δημιουργών που εμφανίζεται μέχρι τη μεταπολίτευση του '74, αυτή που συνηθίσαμε να λέμε «γενιά του έντεχνου λαϊκού τραγουδιού», δίνει πληθώρα ανάλογων αποδεικτικών στοιχείων. Υπάρχουν βέβαια αρκετοί δημιουργοί εκείνης της εποχής που συνειδητά έχουν αποχωρήσει από τις δραστηριότητές τους -τελεσίδικα ή με διακριτικές «επιστροφές»... Υπάρχουν άλλοι που εξακολουθούν να παρουσιάζουν καινούριες δουλειές τους, ανεξάρτητα από την αποδοχή που έχουν αυτές στο σύγχρονο κοινό. Αλλά είναι και πολλοί -ίσως οι περισσότεροι- που συνειδητά ή ασυνείδητα «διασώζονται» στην επικαιρότητα υπό το βάρος του -κάποτε σε εισαγωγικά- κλασικού τους υλικού. Κάποτε, μάλιστα, αυτό το «βάρος» είναι τέτοιο, που μάλλον δύσκολα συνειδητοποιεί κανείς ότι έχει να κάνει με δημιουργούς που, εδώ και χρόνια, έχουν αποχωρήσει από τη δημιουργία.

    Αυτό που είναι πραγματικά εντυπωσιακό -και χαρακτηριστικό κάποιων σταθερών που έχουν διαμορφωθεί στον ελληνικό πολιτισμό- είναι ότι υπάρχουν πολλοί Ελληνες που, καθώς μιλούν, ας πούμε, για «μεγάλους συνθέτες», αναφέρονται σε πρόσωπα που ο δημιουργικός τους κύκλος έχει συμπληρωθεί μία ή και περισσότερες δεκαετίες πριν. Κάπως έτσι βέβαια λειτουργούν όχι μόνο ανυποψίαστοι ακροατές αλλά και επίσημοι πολιτιστικοί φορείς... Και φτάνουμε σε φαινόμενα τύπου «τελετή λήξης Ολυμπιάδας», όπου από τη μια η «υποχρέωση» τιμά πάντα τον Χατζιδάκι, τον Θεοδωράκη και τον Ξαρχάκο και μόνον και από, την άλλη, η «ανάγκη εκσυγχρονισμού» πάει στον Καρβέλα και τον Θεοφάνους, χωρίς ενδιάμεσους σταθμούς. Το ελληνικό τραγούδι δεν έχει και δεν αντέχει τόσο απόλυτους διαχωρισμούς, έτσι κι αλλιώς... Είναι τόσο πλατύ όμως, που κάθε συντεχνιακή, αναγκαστική ή και αμήχανη, υπεραπλουστευτική επιλογή, φωνάζει την προέλευσή της.

    Αδιαμφισβήτητα οι «μεγάλοι συνθέτες του '60» αποτελούν τεράστιο κεφάλαιο για το ελληνικό τραγούδι αλλά:

    **Ο Μίκης Θεοδωράκης -το παλιό υλικό του οποίου μονοπωλεί τον επανεκδοτικό οίστρο δύο μεγάλων εταιρειών και οι επανεκτελέσεις των 10/15 πιο γνωστών τραγουδιών του αγγίζουν διψήφιους αριθμούς στα χρόνια μας- εξέδωσε για τελευταία φορά καινούρια τραγούδια το 1998 («Σερενάτες») κι αυτά είχαν γραφτεί, σύμφωνα με το σχετικό σημείωμα του εξωφύλλου, κατ' εξοχήν μια δεκαετία πριν...

    **Ο Σταύρος Ξαρχάκος, με ποικίλες άλλες δραστηριότητες και με αρκετά νέα κοιτάγματα παλιού υλικού τελευταία, μετά το «Ρεμπέτικο» του 1983, έχει περιοριστεί στις τρεις δισκογραφικές συνεργασίες με Πάριο, Νταλάρα και Νάνα Μούσχουρη.

    **Ο τελευταίος δίσκος του Γιάννη Μαρκόπουλου με καινούρια τραγούδια εκδόθηκε το 1997. Αυτά τα χρόνια ο συνθέτης ασχολείται κατεξοχήν με μια σειρά «πολύτεχνα» έργα που κρατούν αποστάσεις από τη φόρμα του απλού τραγουδιού.

    **Ο τελευταίος δίσκος του Δήμου Μούτση με καινούριο υλικό εξεδόθη το 1994.

    **Ο Γιάννης Σπανός έγραψε τελευταία φορά ολόκληρο δίσκο με καινούρια τραγούδια -και μάλιστα αυτό ήταν δισκογραφικό πορτρέτο της Κατερίνας Κούκα- το 1997, ενώ η τελευταία μεγάλη τραγουδιστική του επιτυχία, το «Ρίξε στο κορμί μου σπίρτο», βγήκε το '92.

    **Ο Σταύρος Κουγιουμτζής, από τους «Τρελούς και άγγελους» του 1986, διέκοψε για μία και μοναδική φορά τη δισκογραφική σιωπή του το 2002.

    **Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης παρουσίασε για τελευταία φορά καινούρια τραγούδια του το 1990.

    **Ο -πάντα αποστασιοποιημένος από τη δισκογραφία- Χρήστος Λεοντής, πέρα από κάποιες ειδικές εκδόσεις των τελευταίων χρόνων και τις θεατρικές του μουσικές, από το '80 μέχρι σήμερα έχει εκδώσει δύο δίσκους με τραγούδια.

    **Ο εξίσου φειδωλός δισκογραφικά Γιάννης Γλέζος εξέδωσε πρόσφατα έναν δίσκο ύστερα από... 25άχρονη σιωπή.

    **Ο Μίμης Πλέσσας, που την τελευταία εικοσαετία έχει αναθεωρήσει το ενδιαφέρον για μεγάλο μέρος του παλιού υλικού του, σ' αυτά τα χρόνια έχει εκδώσει ελάχιστα καινούρια τραγούδια -αυτά που συζητήθηκαν περισσότερο ήταν το '92 με τον Λευτέρη Πανταζή...- ένα «ορατόριο» και μια «λαϊκή όπερα».

    **Ο τελευταίος τραγουδιστικός δίσκος του Γιώργου Χατζηνάσιου βγήκε το 1991 κι ήταν ένα πορτρέτο του Γιάννη Πάριου. Εκτοτε εξέδωσε μόνο κάποια τηλεοπτικά σάουντρακ, κάνοντας επιτυχία μόνο με το «Αγγιγμα ψυχής» που μας γνώρισε το '98 τον Μιχάλη Χατζηγιάννη.

    Ακόμα και ο μεγάλος απών, ο Μάνος Χατζιδάκις, τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής και της μουσικής του πορείας (1979-1994), ανάμεσα στις ποικίλες άλλες δραστηριότητές του και τις πολλές αναθεωρήσεις, επανεκτελέσεις και επανεκδόσεις του παλιού υλικού του, εξέδωσε συνολικά 6 δίσκους με καινούργιο υλικό.

    Θα μου πείτε ότι οι ρυθμοί της δισκογραφικής αγοράς έτσι κι αλλιώς είναι ταχύτεροι από εκείνους των πραγματικών δημιουργών. Μα πολλοί από τους ίδιους αυτούς δημιουργούς δεν δυσκολεύονται καθόλου να ανταποκρίνονται στους ρυθμούς της αγοράς, μέσω της εκ νέου χρήσης παλιού υλικού, δικού τους ή ξένου, και της απόδοσης «τιμής» στο όνομα και την ιστορία τους.

    Γεγονός είναι ότι μια μεγάλη σειρά συνθετών που βρίσκονται ανάμεσα στα 60 και τα 80 τους, διεκδικούν την επικαιρότητά τους με αποκλειστικό εφόδιο την ιστορία τους. Μπορεί αυτή η ιστορία να μην είναι καθόλου μικρή και μια τέτοια διαπίστωση ν' ακούγεται ανθρώπινα σκληρή για κάποιους σπουδαίους και εξαιρετικά αγαπημένους καλλιτέχνες. Μπορεί ακόμα η δημιουργική υπόσταση πολλών απ' αυτούς να έχει μεταλλαχθεί σε κάτι πέρα απ' το τραγούδι που διακινεί η «επίσημη» δισκογραφία...

    Η πραγματικότητα παραμένει η ίδια. Και την έχουν αντιμετωπίσει ή την έχουν βιώσει στο παρελθόν πολλοί μεγάλοι καλλιτέχνες... Ακόμα και ο Τσιτσάνης, όταν έπαψε να υπερασπίζεται δημιουργικά την πρωτοκαθεδρία του, ήταν δεν ήταν 50 χρόνων...

    Αυτό σε τίποτα δεν τον εμπόδισε να κάνει σουξέ στα 62 του (1977) «Το βαπόρι απ' την Περσία» ή να γράψει το «Μωρό μου», που έκανε χρόνια μετά το θάνατό του επιτυχία ο Μανώλης Λιδάκης. Ασε που υπάρχουν εξαιρετικά αυστηρές εκτιμήσεις (Ντίνος Χριστιανόπουλος) που θέλουν ως θεμελιακή για τη δημιουργία του την προπολεμική περίοδο, αυτή που ο δημιουργός είναι λιγότερο από... 30 χρόνων.

    Ο Μάρκος Βαμβακάρης γνώρισε τις μεγαλύτερες επιτυχίες του προπολεμικά, προτού καλά καλά συμπληρώσει τα 35 του, ενώ δυσκολεύτηκε πολύ μετά το '50, όταν ήταν μόλις 45 χρόνων. Και -για να πάμε πιο πέρα- δεν ξέρω πόσοι έχουν συνειδητοποιήσει ότι ο Καζαντζίδης εγκατέλειψε το πάλκο στα... 34 χρόνια του και στα 45 αποφάσισε την πολυσυζητημένη 12άχρονη δισκογραφική σιωπή του...

    Υπάρχουν βέβαια δημιουργοί που έχουν πλήρη επίγνωση της θέσης τους, των επιλογών, των δυνατοτήτων και των «ευκαιριών» τους -ηλικιακά και καλλιτεχνικά.

    Είναι όμως και πολλοί δημιουργοί -όπως και πολλοί «οπαδοί»- που δυσκολεύονται πολύ να συνειδητοποιήσουν ακόμα και νομοτελειακά δεδομένα. Και καθώς οι αναπτυγμένοι στις μέρες μας «μηχανισμοί στήριξης» ανεξαρτήτως έργου προσφέρουν τις ευκαιρίες, επιδίδονται σ' ένα ατέλειωτο κυνήγι μαγισσών. Αναπαράγουν τον παλιό εαυτό τους, προσπαθούν ατυχώς να ενταχθούν στο παρόν, επιτίθενται στο νέο «κατεστημένο» που τους κατατρέχει ή στους «ανάξιους» νέους δημιουργούς κ.ο.κ. Κι όταν κάποιοι απ' αυτούς «γαντζώνονται» σε καίριες θέσεις «πολιτισμού» ή «δημοσιότητας» (συνήθης ανταμοιβή, εν ονόματι λαμπρού παρελθόντος), η πλαστογράφηση της πραγματικότητας, ενίοτε και της ιστορίας, έχει αρχίσει...

    Το «Δεν έχω ήχο, δεν έχω υλικό» είναι μια πολύ γενναία παραδοχή που λίγοι αντέχουν -για προσωπικούς, καλλιτεχνικούς, ακόμα και οικονομικούς λόγους. Και η αλήθεια είναι ότι ειδικά το λεγόμενο «έντεχνο» του '60 έχει πληρώσει πολύ ακριβά κάτι τέτοιες αδυναμίες...

    26/09/2004