Τραγουδάμε, θυμόμαστε και κινητοποιούμαστε, για να μη μένει κανένας μόνος του πιο κοντά στην άκρη...
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ο Χρήστος Θηβαίος και ο Οδυσσέας Ιωάννου ενώνουν τις δυνάμεις τους στο θέατρο Διάνα, Ιπποκράτους 7, στο κέντρο της Αθήνας, με τον Παντελή Βούλγαρη, ο οποίος υπογράφει τη σκηνοθεσία, για το στήσιμο της μουσικοθεατρικής παράστασης «Εννέα και Πέντε» − 9:05. Την παρακολουθήσαμε και ακούσαμε τραγούδια του Μάνου Χατζηδάκι, του Σταύρου Ξαρχάκου, του Μίκη Θεοδωράκη, του Θάνου Μικρούτσικου, του Μάνου Λοΐζου και άλλων, και βέβαια των Βασίλη Παπακωνσταντίνου και Χρήστου Θηβαίου, που τραγούδησαν δυόμισι περίπου γεμάτες ώρες, ενώ επρόκειτο για την απογευματινή παράσταση του Σαββάτου, καθώς θα ακολουθούσε στη συνέχεια άλλη μία.
«Ο Μαύρος Γάτος», από το δίσκο «Διαίρεση» (1984), σε μουσική Βασίλη Παπακωνσταντίνου και με στίχους του Θανάση Παπακωνσταντίνου. Ερμηνεύει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Η σκηνοθεσία έχει επιτύχει μία αρμονική σύνθεση ανάμεσα στα βασικά έμψυχα και μη υλικά της μουσικοθεατρικής παράστασης, αξιοποιώντας πολύ εύστοχα την ιδιαίτερη και ξεχωριστή δυναμική του κάθε συντελεστή της, ενώ αφήνει το περιθώριο στους κεντρικούς πρωταγωνιστές αλλά και στα υπόλοιπα μέλη της μπάντας να αυτοσχεδιάσουν. Κάποια στιγμή, μάλιστα, το μικρόφωνο παρουσίασε κάποιο πρόβλημα, ωστόσο κανείς δεν πτοήθηκε, το γεγονός αντιμετωπίστηκε με χιούμορ, και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου τραγούδησε χωρίς μικρόφωνο, έως ότου να επιλυθεί το θέμα. Μου δόθηκε η εντύπωση ότι αυτή η παράσταση δεν παίζεται κάθε φορά με τον ίδιο απαράλλαχτο τρόπο, αλλά οι «ήρωές» της ζουν τα γεγονότα επί σκηνής κάθε φορά από την αρχή και πάντα λίγο διαφορετικά.
«Δεν είμαι άλλος», από το δίσκο «Ο Άμλετ της Σελήνης» (2002), σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου και με στίχους του Μάνου Ελευθερίου. Ερμηνεύει ο Χρήστος Θηβαίος.
Η πλοκή λειτουργεί υποστηρικτικά για το κεντρικό νόημα και τα μηνύματα των τραγουδιών και της αφήγησης. Σε ένα σταθμό τρένου, όπου άλλοι έρχονται, άλλοι φεύγουν και άλλοι περιμένουν, μία μπάντα αισιοδοξεί ότι το τρένο των 9:05, που δε λέει να ’ρθει, κάποια στιγμή θα φανεί στον ορίζοντα. Έτσι γεμίζει το κενό αυτής της αναμονής κάνοντας στο μεταξύ πρόβα. Τη συντροφιά συμπληρώνει ένας αφηγητής ως ραδιοφωνικός παραγωγός, ο Οδυσσέας Ιωάννου, που έχει γράψει επιπλέον τα κείμενα, προσμένοντας τον πατέρα του να καταφθάσει με το ίδιο τρένο, τον οποίο έχει χρόνια να συναντήσει.
Όσο λοιπόν αυτό καθυστερεί, εκείνος αναστοχάζεται τη ζωή του μέσω μίας νοερής συζήτησης – εξομολόγησης με και προς τον πατέρα του και προς τον ίδιο ίσως. Έτσι, ξετυλίγει τον πάπυρο της μνήμης ανατρέχοντας σε προσωπικά βιώματα και επαναφέροντας συνάμα κομβικά σημεία της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας, όπως είναι η μετανάστευση, η δικτατορία, η εισβολή στην Κύπρο, η μεταπολίτευση, ο σεισμός του 1999, οι Ολυμπιακοί αγώνες, η κρίση τού σήμερα, που αναπόφευκτα αποδιαρθρώνει ή μουδιάζει και τις ανθρώπινες σχέσεις κ.ά. Στο επίκεντρο βρίσκονται ο συνθέτης και ερμηνευτής Βασίλης Παπακωνσταντίνου και ο τραγουδοποιός και ερμηνευτής Χρήστος Θηβαίος, ενώ με τη συμβολή του Οδυσσέα Ιωάννου τα αφηγηματικά μέρη παρεμβάλλονται στα «χορικά» και περιπλέκονται ευφάνταστα μαζί τους.
Μικρά επεισόδια ανάμεσα στα μέλη της μπάντας και των κεντρικών προσώπων, επίσης, φέρουν ένα χιουμοριστικό ή και τρυφερό, γλυκό στοιχείο, εξισορροπώντας τις συγκινησιακές κορυφώσεις, όπως αυτές προκύπτουν μέσα από τα τραγούδια και τις αφηγήσεις. Από τα μικρά αυτά σκετσάκια, αφορμή των τραγουδιών, αναδεικνύονται έτσι αποσπασματικά και οι πιο πολλοί από τους άλλους μουσικούς. Πιο συγκεκριμένα, στα πλήκτρα, αριστερά για το θεατή, είδαμε και ακούσαμε το Μάξιμο Δράκο και δεξιά τον Ανδρέα Αποστόλου, που έπαιξε και πιανίκα − μελόντικα. Κιθάρες και πνευστά έπαιξε ο Γιάννης Αυγέρης, τύμπανα και κρουστά ο Στέφανος Δημητρίου, μπάσο ο Βαγγέλης Πατεράκης, βιολί, μαντολίνο και egg shaker η Μαίρη Μπρόζη, η οποία στην αρχή του έργου βρίσκεται μόνη της επί σκηνής και διατηρώ τη ζωηρή εντύπωση ότι παίζει για λίγο στο βιολί την αιθέρια μελωδία από το τραγούδι «Hijo de la luna». Φωνητικά, ακόμα, έκαναν ο Γιάννης Αυγέρης και η Μαίρη Μπρόζη. Άλλοι συντελεστές, τέλος, είναι η Κατερίνα Μαραγκουδάκη στους φωτισμούς, ο Αντώνης Δαγκλίδης στα σκηνικά, ο Ανδρέας Αποστόλου στην ενορχήστρωση, ο Αλέκος Μπίτος στην ηχοληψία, ενώ τα βίντεο επιμελήθηκε η grou3.
«Τα λιανοτράγουδα», παραδοσιακό τραγούδι σε μουσική Μάνου Χατζιδάκι. Ερμηνεύουν ο Χρήστος Θηβαίος και η Μαίρη Μπρόζη:
Το σκηνικό είναι λιτό, αποτελείται κυρίως από τις βαλίτσες και τα όργανα των μουσικών, ένα κυλικείο, αναρτημένες ανακοινώσεις, και από ό,τι άλλο συμπληρώνει απλά και λειτουργικά αυτή την εικόνα, πέραν των ονείρων, των προσδοκιών και της άσβεστης ελπίδας. Στο background βλέπουμε τις ράγες του τρένου σε ένα σταθμό και το ρολόι του με τους δείχτες κολλημένους στις 9:05. Εκεί προβάλλονται διάφορα βίντεο στη διάρκεια της μουσικοθεατρικής παράστασης, με στιγμιότυπα από πρόβες του Μάνου Χατζηδάκι, από το Μάη του ’68, από τα «Στρατόπεδα Πειθαρχημένης Διαβίωσης» στη Γυάρο, από την εξέγερση του Πολυτεχνείου το ’73, από οικογενειακές στιγμές και γλέντια, από μία απέραντη θάλασσα στην οποία μοιάζει όλοι να ταξιδεύουμε μαζί κ.ά., τα οποία έδεναν με ό,τι εκτυλισσόταν εκείνη τη στιγμή στη σκηνή ή με το τραγούδι που ακούγαμε.
«Πρώτη Μαΐου», από το δίσκο «Φοβάμαι» (1982), σε μουσική και στίχους του Μάνου Λοΐζου. Ερμηνεύει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
Στην ολοκλήρωση κάθε μέρους ήταν ωραία η μικρή κωμωδία που στηνόταν με το Χρήστο Θηβαίο, το Βασίλη Παπακωνσταντίνου και περιφερειακά με τη συμμετοχή της μπάντας. Σε αυτή ο Χρήστος Θηβαίος ως χαρακτήρας «ξανακυλάει», όπως λέει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, στην τρέλα − φαντασίωσή του να παίξει Άμλετ ή ακόμα να μεταμορφωθεί σε ρόλο, και καταλήγει κάθε φορά να ανοίγει διάλογο με το κοινό, βγάζοντας μία χιουμοριστική παλαβομάρα, υποδυόμενος τον υστερικό, που γίνεται μέχρι και ξεκαρδιστική. Να το πω, γέλασα με δάκρυα. Στο τέλος «ξεχνάει» τα λόγια του, αλλά, βρίσκοντας τα «σωστά» μαζί με το Βασίλη Παπακωνσταντίνου, μιλάνε την αλήθεια και συγκινούν.
«Ο Άμλετ της Σελήνης», από τον ομώνυμο δίσκο, σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου και με στίχους του Μάνου Ελευθερίου. Ερμηνεύει ο Χρήστος Θηβαίος.
Η ατμόσφαιρα είναι εκείνη μίας μουσικής παρέας που μας τραγουδάει ό,τι αγαπάει να τραγουδήσει. Το κοινό, άλλωστε, βρίσκεται «παρεμπιπτόντως» εκεί και, καθώς επισημαίνει μάλιστα με άλλα λόγια ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, εμείς μια πρόβα θα κάνουμε, δεν ενοχλείστε! Δημιουργείται ένα κλίμα οικειότητας θερμό, οι μουσικοί στη σκηνή έχουν μεγάλη άνεση, η επικοινωνία με το κοινό είναι κατακτημένη στα χρόνια, η ανταπόκρισή του αντίστοιχα είναι άμεση, αυθόρμητη, σχεδόν διαλογική, καθώς ακούει πολύ αγαπημένα τραγούδια και αγκαλιάζει τους μουσικούς και ερμηνευτές, θεωρώντας τους «δικούς» του.
«Περικοπές Ενός Απόκρυφου Ευαγγελίου», σε μουσική και στίχους του Χρήστου Θηβαίου, Συνήθεις Ύποπτοι, από το δίσκο «Μέρες Αδέσποτες» (1995).
Αυτή η παράσταση ίσως να λειτουργεί όπως παλαιότερα άλλες παραστάσεις σε δίσεκτα χρόνια, αποφορτίζοντας ένα λίγο από το βάρος που όλοι φέρουμε λόγω της διάχυτης ανασφάλειας, της απογοήτευσης, της οικονομικής κρίσης, της κρίσης αξιών, της αυτοαμφισβήτησης, και επισημαίνει ότι υπάρχει ελπίδα, ότι κάτι θα κάνουμε με όλο αυτό το υλικό, αρκεί να μην ξεχνάμε τον εαυτό μας, τις κατακτήσεις μας, τους άλλους, γιατί όλοι είμαστε ένα, σε μία κατάσταση που δε λύνεται αν λειτουργούμε διάσπαρτα και κομματιαστά, διαιρεμένοι και αποσπασμένοι από το σύνολο, όπως έχει συμβεί πολλές φορές στη νεότερη και σύγχρονη ελληνική ιστορία. Και, επειδή υπάρχουν και εκείνοι που πάντα θα βρίσκονται πιο κοντά στην άκρη, όπως λέει ο Οδυσσέας Ιωάννου, η αλληλεγγύη μπορεί να τους φέρει όλους πιο κοντά, χωρίς να αφήσει κανέναν απέξω, σε ένα μετέωρο και επισφαλές περιθώριο, πραγματικό ή εσωτερικό.
«Ένα Μαχαίρι», από το δίσκο «Ο Σταυρός του Νότου» (1979), σε μουσική Θάνου Μικρούτσικου και σε στίχους του Νίκου Καββαδία. Ερμηνεύει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
«Ένα Μαχαίρι»
«[...] Ένα στιλέτο έχω μικρό στη ζώνη μου σφιγμένο,
που η ιδιοτροπία μ’ έκαμε και το ’καμα δικό μου,
κι αφού κανέναν δε μισώ στον κόσμο να σκοτώσω,
φοβάμαι μην καμιά φορά το στρέψω στον εαυτό μου...»
Όλοι γύρω μου τραγουδούσαν, γελούσαν, συγκινούνταν, χαίρονταν, εκδήλωναν προβληματισμό, μεστωμένη και συνειδητή θλίψη, αλλά και ένα ξεφύσημα ανακούφισης, ότι τίποτα δεν έχει ακόμα χαθεί. Υπήρξαν στο παρελθόν, θα υπάρξουν και άλλες κρίσιμες καμπές στο μέλλον, το ζήτημα είναι τι κάνουμε στο τώρα με όσα έχουμε και όπως μπορούμε, χωρίς να καθηλωνόμαστε σε ατέρμονες αναμονές για όσα δεν ξέρουμε αν θα ’ρθουν, πότε, πώς, με τι περιεχόμενο, και κυρίως χωρίς να ξεχνάμε την ιστορία, εμάς, ό,τι γνωρίζουμε, καταφέραμε, αγαπάμε...
«Αγάπη», από το δίσκο «Ο Μεγάλος Θυμός» (1998) της τηλεοπτικής σειράς, που βασίστηκε στο ομότιτλο μυθιστόρημα της Ντόρας Γιαννακοπούλου, σε μουσική Βασίλη Δημητρίου και σε στίχους της Κατίνας Παΐζη. Ερμηνεύει ο Χρήστος Θηβαίος.
Το θέμα είναι να υπάρχει πάντα κίνηση, γιατί, διαφορετικά, βαλτώνουμε, λιμνάζουμε, εξαντλούμαστε άσκοπα και αναποτελεσματικά. Στεκόμαστε μόνο λίγο, να χωνέψουμε, να εμπεδώσουμε, να συλλογιστούμε και μετά κατεβαίνουμε πάλι σε πραγματικούς και νοερούς δρόμους, για να τους περπατήσουμε, να τους τρέξουμε, να τους διευρύνουμε, βάζοντας το δικό μας λιθαράκι, για να δημιουργήσουμε άλλους και να αγωνιστούμε γι’ αυτούς, τιμώντας το παρόν της ζωής, όσους έφυγαν και όσους μένει ακόμα να ’ρθουν...
«Μαμά», από το δίσκο «Το Παιχνίδι Παίζεται» (2010), σε μουσική Charles Aznavour και σε στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου. Ερμηνεύει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
«Μαμά»
«[...] Ζωγράφιζες και μια καρδιά, με νίκαγες με ζαβολιά
κι έβαζες πάντα στο πικάπ το δίσκο με το Ave Maria.
Ave Maria.
Χανόσουνα στη μουσική, εσύ γινόσουν το παιδί
κι εγώ ένας άγγελος στη Γη, να σε προσέχω μια ζωή.
Μαμά, πού πας, πού πας;
Μαμά, πού πας;»
«Κάποτε θα ’ρθουν», από τη μουσική της ταινίας του Ανδρέα Θωμόπουλου «Ο Ασυμβίβαστος» (1979), σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη και σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Ερμηνεύει ο Παύλος Σιδηρόπουλος.
«Κάποτε θα ’ρθουν»
«[...] Έχε το νου σου στο παιδί,
κλείσε την πόρτα με κλειδί,
θα σε πουλήσουν.
Και όταν θα ’ρθουν οι καιροί
που θα ’χει σβήσει το κερί
στην καταιγίδα,
υπερασπίσου το παιδί,
γιατί, αν γλιτώσει το παιδί,
υπάρχει ελπίδα».
«Να κοιμηθούμε αγκαλιά», από το δίσκο «Μετωπική» (2007), σε μουσική Σοφίας Βόσσου και σε στίχους του Γιώργου Κλεφτογιώργου. Ερμηνεύει ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου.
«Να κοιμηθούμε αγκαλιά»
«[...] Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
και στων φιλιών τη μουσική ρυθμό να δίνει η καρδιά μας.
Να κοιμηθούμε αγκαλιά να μπερδευτούν τα όνειρά μας
για μια ολόκληρη ζωή να είναι η βραδιά δικιά μας.
Να κοιμηθούμε αγκαλιά...»
Μπορείτε να πάρετε μία ιδέα από το παρακάτω βιντεάκι για την παράσταση.
Οι φωτογραφίες είναι από τις επίσημες σελίδες του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, του φωτογράφου της παράστασης Γιάννη Μαργετουσάκη (Yiannis Margetousakis) και του Θεάτρου Διάνα στο Facebook.
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο
#29163 / 27.04.2015, 16:48 / Αναφορά Υπέροχη σύμπραξη και σίγουρη η επιτυχία ! Για τον καλό υποθέτουμε, τον άσχημο τον ξέρουμε, το κακό μάλλον δεν θα τον βρούμε σε αυτήν την παρέα :) Μπράβο Ιουλία!Σ'ευχαριστούμε ! |
#29164 / 27.04.2015, 17:16 Ευχαριστώ θερμά! Κάθε κακό και δυσάρεστο μακριά και ούτε αγαπημένοι και με την πίστη ότι τα άσχημα θα βελτιωθούν και τα όμορφα θα γίνουν ακόμα πιο δελεαστικά όμορφα... Καλή συνέχεια! |
#29165 / 28.04.2015, 15:07 / Αναφορά Ανυπομονούμε για Θεσσαλονίκη !!! |