Η αλήθεια πίσω από το φιλανθρωπικό magnus opus που επικρίθηκε από πολλούς!
Το «Do They Know It’s Christmas?» κυκλοφόρησε σε single το 1984. Ο Ιρλανδός τραγουδιστής Bob Geldof (των Boomtown Rats) έγραψε τους στίχους του τραγουδιού και ο Midge Ure (των Ultravox) τη μουσική.
Πολλές φορές έχουμε ακούσει να λένε «φάε το φαγητό σου, γιατί υπάρχουν άνθρωποι που πεθαίνουν από την πείνα». Το πιθανότερο, λοιπόν, είναι ότι εννοούσαν την Αιθιοπία.
Το «Do They Know It’s Christmas?» είναι ένα φιλανθρωπικό single που οργανώθηκε από τον Bob Geldof, ο οποίος εμπνεύστηκε την ιδέα βλέποντας ένα οδυνηρό τηλεοπτικό ρεπορτάζ του Michael Buerk στο δελτίο ειδήσεων του BBC σχετικά με τον λιμό που έπληξε εκείνη την εποχή την Αιθιοπία και που προκάλεσε το θάνατο περίπου 1.000.000 ανθρώπων, σε μία από τις πιο τρομακτικές ιστορίες ανθρώπινου λάθους και αμέλειας στη σύγχρονη ιστορία. Ο μεγάλος πληθυσμός της χώρας, σε συνδυασμό με το χαμηλό Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα και την αυξανόμενη ξηρασία μετά από μία μακρά περίοδο εμφυλίου πολέμου, δημιούργησαν ένα σύνολο πτυχών της ζωής στην Αιθιοπία που προσπαθούσε απεγνωσμένα να σκοτώσει το λαό της.
Ο τραγουδιστής των Boomtown Rats, Bob Geldof, και η σύζυγός του, τηλεοπτική παρουσιάστρια Paula Yates, παρακολούθησαν το δελτίο ειδήσεων στις 23 Οκτωβρίου του 1984 κι επηρεάστηκαν βαθύτατα απ’ αυτό. Στις 2 Νοεμβρίου η Yates ταξίδεψε από το Λονδίνο στο στούντιο Tyne Tees στο Νιούκαστλ, όπου παρουσίαζε το εβδομαδιαίο ζωντανό τηλεοπτικό μουσικό show «The Tube». Μεταξύ των καλλιτεχνών που έπαιξαν στο πρόγραμμα εκείνης της εβδομάδας ήταν οι Ultravox, που προωθούσαν το δίσκο «The Collection» με τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους. Ο τραγουδιστής των Ultravox, Midge Ure, έτυχε να συζητά με την Paula Yates στα καμαρίνια μετά την παράσταση όταν την πήρε τηλέφωνο ο Bob Geldof. Ανακαλύπτοντας ότι η Yates ήταν με τον Midge Ure, παλιό φίλο του Geldof, ο Geldof ζήτησε να του μιλήσει και του είπε ότι ήθελε να κάνει κάτι για να αντιμετωπίσει τη δυστυχία στην Αιθιοπία. Ο Midge Ure συμφώνησε αμέσως να βοηθήσει κι έτσι οι δυο τους κανόνισαν να συναντηθούν την επόμενη Δευτέρα, 5 Νοεμβρίου, και να συζητήσουν τις ιδέες τους ενώ θα έπαιρναν το γεύμα τους. Η αρχική σκέψη ήταν να διασκευάσουν ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι όμως τελικά αποφάσισαν να γράψουν ένα δικό τους φιλανθρωπικό single ώστε να ευαισθητοποιήσουν το κοινό και να συγκεντρώσουν χρήματα δίνοντας και τα έσοδα των δικαιωμάτων ως δωρεά.
Μετά τη συνάντησή τους, ο Bob Geldof –με την ουσιαστική βοήθεια της Paula Yates- προσπάθησε να προσεγγίσει και άλλους γνωστούς μουσικούς για να συμμετάσχουν στην ηχογράφηση. Ο ίδιος ο Bob Geldof είπε:
- Τότε κάλεσα τον Sting και μου είπε «ναι, υπολόγισέ με» και στη συνέχεια τον [Simon] Le Bon, που αμέσως μου είπε «πες μου την ημερομηνία και θα το βάλω στο ημερολόγιο». Την ίδια μέρα περνούσα από ένα κατάστημα με αντίκες κι εκεί στεκόταν ο Gary Kemp, ο οποίος μόλις έφευγε για περιοδεία στην Ιαπωνία. Μου είπε ότι ήταν κι αυτός τρελός γι’ αυτό και να περιμένω 10 ημέρες μέχρι [οι Spandau Ballet] να επιστρέψουν στη χώρα… Ξαφνικά μου ήρθε. Σκέφτηκα «Χριστέ μου, έχουμε πραγματικά τα κορυφαία αγόρια εδώ», όλα τα μεγάλα ονόματα της Pop είναι ξαφνικά έτοιμα και πρόθυμα να το κάνουμε… Ήξερα τότε ότι ήμασταν μακριά κι εγώ μόλις αποφάσισα να ψάξω για τα υπόλοιπα πρόσωπα και άρχισα να καλώ τους πάντες, ζητώντας τους να το κάνουν.
Το μοναδικό κριτήριο για την επιλογή των καλλιτεχνών ήταν το πόσο διάσημοι ήταν, προκειμένου να μεγιστοποιηθούν οι πωλήσεις του δίσκου. Περαιτέρω τηλεφωνήματα από τον Geldof εξασφάλισαν επίσης υποσχέσεις απ’ όλους τους εμπλεκόμενους στο δίσκο ότι θα παρέχουν τις υπηρεσίες τους δωρεάν, συμπεριλαμβανομένων και των περισσότερων βρετανικών μουσικών περιοδικών που παραχώρησαν δωρεάν διαφημιστικό χώρο στις εκδόσεις τους για την προώθηση του single, της δισκογραφικής εταιρίας του Geldof Phonogram που κυκλοφόρησε το single, της μητρικής εταιρίας Polygram που έκανε τη διανομή και του καλλιτέχνη Peter Blake που δημιούργησε το εξώφυλλο.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Bob Geldof και του Midge Ure ήταν να δημιουργήσουν ένα τραγούδι που θα μπορούσε να ηχογραφηθεί και να κυκλοφορήσει εγκαίρως για τα Χριστούγεννα. Αμφότεροι συνειδητοποίησαν ότι έπρεπε να γράψουν ένα δικό τους τραγούδι και όχι να ηχογραφήσουν μία διασκευή, διαφορετικά θα έπρεπε να πληρώσουν δικαιώματα τα οποία θα αφαιρούνταν από το ποσό που θα συγκεντρωνόταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Ο Midge Ure έκανε σ’ ένα φορητό αρμόνιο της Casio ένα περίγραμμα μίας μελωδίας που ένιωθε ότι ακουγόταν σαν χριστουγεννιάτικη. Την ηχογράφησε σε μία κασέτα και την έστειλε στον Geldof, ο οποίος του είπε σαρκαστικά ότι η μελωδία ακουγόταν σαν το μουσικό θέμα της τηλεοπτικής σειράς «Z Cars». Την επόμενη μέρα, ο Geldof πήγε στο σπίτι του Ure και μαζί δουλέψανε τη μελωδία με τον Geldof στην ακουστική του κιθάρα. Ο Geldof πρόσθεσε στίχους βασισμένους σ’ ένα τραγούδι που αρχικά είχε γράψει για τους Boomtown Rats.
Bob Geldof: Ήταν τυχερό κατά κάποιο τρόπο, επειδή είχα γράψει ήδη αυτό το τραγούδι, το οποίο είχα ονομάσει προσωρινά «It’s My World», και ήξερα ότι θα ήταν κατάλληλο αν άλλαζα λίγο τις λέξεις και το ονόμαζα «Do They Know It’s Christmas?». Ο Midge, αξιόπιστος όπως πάντα, δούλεψε με τη μελωδία που είναι λίγο χριστουγεννιάτικη στο τέλος και παντρέψαμε τα δύο μαζί.
Midge Ure: Ο Bob εμφανίστηκε στο σπίτι μου με μία κιθάρα που έμοιαζε σαν να είχε βρεθεί σε χωματερή. Δεν είχε σχεδόν καθόλου χορδές πάνω της. Ξεκίνησε να μου τραγουδάει αυτό το πράγμα –ήταν φανερό ότι το έφτιαχνε καθώς συνέχιζε. Ακουγόταν σαν ένας παράφρονας Bob Dylan. Δεν υπήρχε μελωδία, δεν υπήρχε δομή και κάθε φορά που το τραγουδούσε ακουγόταν διαφορετικό.
Ο Midge Ure ηχογράφησε τον Geldof και την κιθάρα του και χρησιμοποίησε την ηχογράφηση για να αναπτύξει αργότερα τις ιδέες του Geldof στο στούντιο του σπιτιού του, προσθέτοντας τη δικιά του μελωδία στο τέλος ως ρεφρέν. Ο ίδιος δήλωσε αργότερα ότι δεν μπόρεσε να βελτιώσει τους στίχους του Geldof και άφησε τους περισσότερους όπως ήταν.
Midge Ure: Ο Bob είχε γράψει το σκελετό του τραγουδιού. Δεν μου είπε τότε ότι ήταν κάτι που το είχε προτείνει στους Boomtown Rats, στους οποίους δεν άρεσε και το απέρριψαν. Έτσι εμφανίστηκε στο στούντιό μου και το τραγούδησε σε μένα και, κάθε φορά που το τραγουδούσε, ήταν διαφορετικό. Ήταν, λοιπόν, ακόμα στη διαδικασία που κόλλαγε στοιχεία μαζί και άλλαζε τη μελωδία, γιατί ο Bob δεν είναι ο άνθρωπος της μελωδίας –είναι σ’ ένα χάος. Ηχογράφησα ό,τι είχε κάνει σε ένα κασετόφωνο. Τον έστειλα έξω και άρχισα να το βελτιώνω και να του δίνω μία μορφή έτσι ώστε να αποκτήσει κάποια δομή. Αλλά ακόμα και τότε το τραγούδι από μόνο του δεν είχε κάποιο ρεφρέν! Είναι πραγματικά περίεργη δομή τραγουδιού. Η μεγαλύτερη συμβολή μου στους στίχους υποθέτω ότι ήταν που άλλαξα το στίχο «And there won't be snow in Ethiopia this Christmas» σε «And there won't be snow in Africa this Christmas», επειδή ασχέτως πόσο προσπαθείς, δεν μπορείς να ξεχωρίσεις μόνο την Αιθιοπία –αυτό απλά δεν λειτουργεί. Και οι δύο συνεισφέραμε στο μεσαίο τμήμα και στο μέρος του «Here’s to you». Και αμφότεροι καταλήξαμε στο «Feed the world» και στο «Do they know it's Christmas time again?». Οι στίχοι δεν ήταν σπουδαίοι και ξέρω ότι κι ο Bob το πιστεύει αυτό, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι στίχοι είναι δικοί του. Αλλά μου είπε: «Αν μπορείς να καταλήξεις σε κάτι καλύτερο, θα ‘ναι εξαιρετικό». Προσπάθησα και δεν μπόρεσα.
Το νόημα των στίχων είναι απλό. Το τραγούδι ζητάει από τον ακροατή να σκεφτεί αυτούς που ζουν στην Αφρική σε κατάσταση φτώχειας και πείνας κατά την περίοδο των Χριστουγέννων, υπενθυμίζοντάς μας ότι ενδέχεται να μη γνωρίζουν καν ότι είναι Χριστούγεννα. Ακόμα κι αν αυτή είναι μία συγκρατημένη περιγραφή, ήταν τουλάχιστον μία προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις άβολες τύψεις συνείδησης που μπορεί να αισθάνονται κάποιοι αυτή την εποχή του έτους, όταν βρίσκονται μέσα στα δώρα και τη γαλοπούλα και τα μέσα ενημέρωσης τούς αναγκάζουν να θυμηθούν ότι υπάρχουν μέρη σ’ αυτόν τον κόσμο όπου τα Χριστούγεννα δεν έρχονται ποτέ. Ενώ η ατμόσφαιρα και η μελωδία του τραγουδιού είναι ευχάριστη, οι στίχοι είναι αρκετά δυσοίωνοι: «The Christmas bells that ring there are the clanging chimes of doom» (οι καμπάνες των Χριστουγέννων που ηχούν εκεί είναι οι κωδωνοκρουσίες της μοίρας).
Η αρχική ιδέα του Bob Geldof ήταν να ζητήσει από τον Trevor Horn να κάνει την παραγωγή του τραγουδιού. Εκείνη την εποχή ο Trevor Horn ήταν περιζήτητος, έχοντας κάνει την παραγωγή στα τρία Νο 1 singles που είχαν το 1984 οι Frankie Goes To Hollywood. Παρά το γεγονός ότι ο Horn ήταν δεκτικός στην ιδέα, είπε στον Geldof ότι λόγω φόρτου εργασίας χρειαζόταν τουλάχιστον έξι εβδομάδες για να μπορέσει να κάνει την παραγωγή στο τραγούδι, γεγονός που το καθιστούσε αδύνατον να είναι έτοιμο πριν τα Χριστούγεννα. Ωστόσο, πρόσφερε τα στούντιό του, τα Sarm West Studios στο Notting Hill στο δυτικό Λονδίνο (που ανήκαν στον Trevor Horn και τη σύζυγό του, Jill Sinclair), χωρίς χρέωση για 24 ώρες την Κυριακή 25 Νοεμβρίου. Εν τη απουσία του Horn, ανατέθηκε στον Midge Ure και το έργο του παραγωγού και πέρασε αρκετές ώρες στο σπιτικό του στούντιο με τον μηχανικό Rik Walton για να δημιουργήσουν την υποστηρικτική διαδρομή του τραγουδιού, να προγραμματίσουν τα keyboards και τα drum machines και να χρησιμοποιήσουν για την εισαγωγή του ένα μέρος από το τραγούδι των Tears for Fears «The Hurting» (από τον ομώνυμο δίσκο, χωρίς ποτέ να τους ζητήσουν την άδεια για το δείγμα). Ο John Taylor των Duran Duran και ο Paul Weller επισκέφθηκαν το στούντιο του Midge Ure μία μέρα πριν την ηχογράφηση στα Sarm West Studios για να προσθέσουν μπάσο και κιθάρα αντίστοιχα, αν και ο Ure και ο Weller αργότερα συμφώνησαν ότι η κιθάρα δεν ταίριαζε με το βασισμένο κυρίως σε synthesizer τραγούδι και στη συνέχεια αποφάσισαν να μην χρησιμοποιήσουν τη συνεισφορά του Weller. Ο Midge Ure τραγούδησε τον αρχικό φωνητικό οδηγό, παρόλο που ο Simon Le Bon και ο Sting πέρασαν αμφότεροι από το στούντιο του Midge Ure για να προσθέσουν τα φωνητικά των στίχων τους.
Ενώ ο Midge Ure ήταν απασχολημένος με τη δημιουργία της μουσικής στο στούντιο, ο Bob Geldof άρχισε να επικοινωνεί με διάφορους Βρετανούς καλλιτέχνες για να τους ζητήσει να εμφανιστούν στην ηχογράφηση. Το συγκρότημα που θα προέκυπτε από τη συνεύρεση αυτή ονομάστηκε Band Aid, δηλαδή «συγκρότημα βοήθειας» αλλά σημαίνει και «τσιρότο», σαν μία προσωρινή λύση για να κλείσεις μια πληγή.
Το σχέδιο του Bob Geldof ήταν να έχει στο δίσκο τα μεγαλύτερα ονόματα της βρετανικής μουσικής σκηνής εκείνης της εποχής και κάποιοι –λίγοι- αρνήθηκαν. Ο Bob Geldof αποκάλυψε αργότερα ότι μόνο τρεις άνθρωποι το απέρριψαν, παρόλο που ο ίδιος αρνήθηκε να πει ποιοι ήταν. Εκείνοι που ρωτήθηκαν αλλά δεν μπορούσαν να εμφανιστούν, έστειλαν ηχογραφημένα μηνύματα υποστήριξης που συμπεριλήφθηκαν στη β’ πλευρά του single, συμπεριλαμβανομένων του David Bowie και του Paul McCartney. Άλλο ένα βρετανικό συγκρότημα που γνώριζε επιτυχία το 1984, οι Thompson Twins, δεν μπορούσαν να εμφανιστούν στην ηχογράφηση της Band Aid καθώς έλειπαν στο εξωτερικό και όταν έμαθαν για την ηχογράφηση ήταν πολύ αργά για να επιστρέψουν και να συμμετάσχουν, αλλά δώρισαν μέρος των εσόδων του single «Lay Your Hands On Me», που κυκλοφορούσε εκείνη την εποχή, στη φιλανθρωπική δράση για την Αιθιοπία.
Ο Bob Geldof είχε το Νοέμβριο μία συνάντηση με τον ραδιοφωνικό παραγωγό Richard Skinner του BBC Radio 1 για να εμφανιστεί στην εκπομπή του, αλλά αντί να συζητήσει για το νέο του δίσκο (που ήταν η αρχική αιτία για την εκπομπή), χρησιμοποίησε το χρόνο για να δημοσιοποιήσει την ιδέα για το φιλανθρωπικό single κι έτσι τη στιγμή που επιστρατεύθηκαν οι μουσικοί υπήρχε έντονο ενδιαφέρον των μέσων ενημέρωσης για το θέμα.
Ο Bob Geldof και ο Midge Ure έφτασαν στα Sarm West Studios νωρίς το πρωί της Κυριακής 25 Νοεμβρίου, για να βάλουν το προ-ηχογραφημένο υποστηρικτικό κομμάτι στο σύστημα του στούντιο. Εν τω μεταξύ, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης στέκονταν ήδη έξω από το στούντιο. Με την ηχογράφηση να έχει προγραμματιστεί να ξεκινήσει στις 10:30 π.μ., από τις 9 π.μ. άρχισαν να έρχονται οι καλλιτέχνες που αποτελούσαν την αφρόκρεμα της βρετανικής Pop και που στρατολογήθηκαν γι’ αυτή τη μοναδική ηχογράφηση. Όλοι αυτοί οι αστέρες, που δεν είχαν συναντηθεί ποτέ πριν, άφησαν τους εγωισμούς τους στην πόρτα και έπιασαν δουλειά ηχογραφώντας ένα κομμάτι της μουσικής ιστορίας της Pop. Οι Duran Duran και οι Spandau Ballet έφτασαν μαζί… μεθυσμένοι!
Tony Hadley (Spandau Ballet): Το προηγούμενο βράδυ ήμασταν στη Γερμανία και τα πίναμε για τα καλά με τους Duran. Το πρωί ήμασταν όλοι λίγο χάλια. Δεν φαινόμασταν καλά. Θυμάμαι που επιστρέψαμε πίσω στο Heathrow και κάποιος είπε «Είναι εδώ όλος ο Τύπος, υπάρχουν κάμερες έξω και περίπου 400 θαυμαστές που ουρλιάζουν». Ξαφνικά βρεθήκαμε όλοι στο μπάνιο προσπαθώντας να γίνουμε λίγο πιο ευπαρουσίαστοι, ξέρετε. Ο Nick Rhodes έβαλε στοίβες μακιγιάζ πάνω του. Στην πραγματικότητα, νομίζω ότι όλοι βάλαμε λίγο μακιγιάζ εκείνη την ημέρα.
Simon Le Bon: Θυμάμαι να μπαίνω στο αυτοκίνητο με πονοκέφαλο από το πιοτό. Έκανα τα πάντα με hangover εκείνες τις ημέρες. Δεν νομίζω ότι ο John (Taylor, των Duran Duran) κοιμήθηκε καθόλου. Αλλά αυτός ήταν ο John. Απλά δεν χρειαζόταν πολύ ύπνο εκείνες τις ημέρες λόγω του… χημικού ύπνου που έπαιρνε.
Ο Bob Geldof είχε κανονίσει για τη βρετανική εφημερίδα Daily Mirror να έχει αποκλειστική πρόσβαση μέσα στο στούντιο και εξασφάλισε μία «ομαδική φωτογραφία» που θα έπαιρνε ο φωτογράφος της εφημερίδας, Brian Aris, πριν ξεκινήσει η ηχογράφηση, γνωρίζοντας ότι η φωτογραφία θα ήταν έγκαιρα έτοιμη για να εμφανιστεί στην έκδοση της επόμενης ημέρας και να συμβάλει στη διάδοση του τραγουδιού. Η φωτογραφία εμφανίστηκε επίσης στο οπισθόφυλλο του single.
Το τραγούδι αποτελείται από δύο μέρη: ένα κουπλέ και μία γέφυρα, που επιτρέπουν σε μεμονωμένους τραγουδιστές να ερμηνεύσουν διαφορετικούς στίχους, και ένα ρεφρέν υπό τη μορφή μίας επαναλαμβανόμενης φράσης που ερμηνεύεται από σύνολο.
Ο Midge Ure έπαιξε το υποστηρικτικό κομμάτι και τον φωνητικό οδηγό στους καλλιτέχνες και στη συνέχεια αποφάσισε να ηχογραφήσει πρώτα την κορύφωση, ως ένας τρόπος να πάρει αμέσως αυτό που ήθελε απ’ όλους τους εμπλεκόμενους, μιας και ήταν σχεδόν όλοι παρόντες, γεγονός που επέτρεψε και τη λήψη της ομαδικής φωτογραφίας. Οι καλλιτέχνες σχημάτισαν μία τεράστια ομάδα και τραγούδησαν το ρεφρέν «Feed the world, let them know it's Christmas time» ξανά και ξανά, μέχρι να ολοκληρωθεί.
Έχοντας ηχογραφήσει την ομάδα, ο Ure ζήτησε έναν εθελοντή για να γίνει ο πρώτος που θα τραγουδούσε το σόλο μέρος του από το κύριο σώμα του τραγουδιού. Ο Tony Hadley των Spandau Ballet πήρε τη μεγάλη απόφαση, με αρκετούς αντίπαλους καλλιτέχνες να τον παρακολουθούν, και τραγούδησε κατευθείαν το τραγούδι. Ο Hadley παραδέχτηκε ότι αυτή η διαδικασία ήταν ψυχοφθόρα, γνωρίζοντας ότι τον παρακολουθούσαν όλοι οι καλλιτέχνες της εποχής του. Ένας-ένας από τους υπόλοιπους τραγουδιστές έκαναν το ίδιο, με τον Midge Ure να ηχογραφεί τις προσπάθειές τους και στη συνέχεια να κρατά σημειώσεις για το ποια κομμάτια θα πρέπει να κοπούν στην τελική ηχογράφηση. Ο Simon Le Bon, παρά το γεγονός ότι είχε ήδη ηχογραφήσει το μέρος του στο σπίτι του Ure, το ξαναηχογράφησε κι έτσι αποτέλεσε μέρος αυτής της στιγμής. Στην πραγματικότητα, όμως, νόμιζε ότι το «Do They Know It’s Christmas?» θα ήταν ντουέτο μ’ αυτόν και τον Sting.
Simon Le Bon: Ήμουν ο πρώτος που τηλεφώνησε ο Bob. Με πήρε εντελώς ξαφνικά και είπε:
- Simon, το είδες [το ρεπορτάζ του BBC σχετικά με τον λιμό στην Αιθιοπία] χθες βράδυ; Πρέπει να κάνουμε κάτι.
Δεν το είδα το πρόγραμμα. Μου περιέγραψε τι ήταν περίπου και μου είπε:
- Έχω μια ιδέα. Πρέπει να κάνουμε έναν φιλανθρωπικό δίσκο. Τι πιστεύεις;
- Ναι, φίλε. Συμφωνώ απολύτως.
Αλλά δεν μου είπε ότι θα είναι ένα σωρό μουσικοί θρύλοι. Ήταν «εσύ κι ο Sting θα το κάνετε». Νόμιζα ότι θα είχα το μισό τραγούδι. Ήμουν λίγο τσαντισμένος, γιατί όταν μπήκα μέσα (στα Sarm Studios) ηχογραφούσαν ήδη κάποιον άλλο να τραγουδάει έναν από τους στίχους που θα ερμήνευα! Μου πήρε λίγο χρόνο για να συνέλθω.
Ο Sting ηχογράφησε επίσης το μέρος του ξανά, αυτή τη φορά για να παρέχει αρμονικά φωνητικά. Ωστόσο, στην πραγματικότητα δεν ήθελε να τραγουδήσει το στίχο «the bitter Sting of tears».
Bob Geldof: Ο Sting γκρίνιαζε. «Πρέπει να το τραγουδήσω αυτό;». Είπα «ναι, επειδή είναι απλά σύμπτωση που υπάρχει σ’ αυτό η λέξη Sting». Αν ακούσετε το τραγούδι, υπάρχει στο βάθος μία πίκρα στη φωνή του Sting.
Sting: Υπάρχει μία δόση ειρωνείας εκεί. Όταν έπρεπε να διανείμουμε τους στίχους σε όλους τους άλλους, δεν ήταν κατά λάθος. Άλλωστε ήμουν ακόμα ο Βασιλιάς του Πόνου (σ.σ. αναφορά στο τραγούδι των Police «King Of Pain», που κυκλοφόρησε το 1983, το οποίο έγραψε μετά το διαζύγιο με τη σύζυγό του).
Ο Bono είχε κι αυτός τις αντιρρήσεις του. Δεν ήθελε να τραγουδήσει το στίχο «Tonight thank God it's them instead of you».
Midge Ure: Ο Bono είχε πρόβλημα μ’ αυτόν το στίχο. Είπε «γιατί να το πεις αυτό;». Μπορούσε να εκληφθεί ως βάναυσος και σκληρόκαρδος στίχος.
Bob Geldof: Είπε «Είσαι σίγουρος ότι αυτό θέλεις να πεις;». Και του είπα «Είμαι σίγουρος». Και το πήγα όπως ένας σκηνοθέτης περνά μία ατάκα σ’ έναν ηθοποιό που μπορεί να μην είναι ευχαριστημένος μ’ αυτήν.
Midge Ure: Αλλά εμείς δεν λέγαμε «Καλύτερα αυτοί παρά εμείς». Λέγαμε πόσο τυχεροί είμαστε που δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε αυτό το είδος της ακραίας φτώχειας. [Αφού] το εξήγησε ο Bob, ο Bono το κατάλαβε και μετέτρεψε το στίχο σε μία μαγική στιγμή του δίσκου.
Bob Geldof: Έχει μία βαθιά οργή. Αν ακούσεις τον τρόπο με τον οποίο κλιμακώνεται το συναίσθημα του τραγουδιού, αυτή είναι η μεγάλη ισχυρή έκρηξη. Αυτό έγινε ένα φαινόμενο, το οποίο κανένας μας δεν περίμενε.
Midge Ure: Νομίζω ότι φοβήθηκε πιθανότατα τον εαυτό του όταν το έκανε. Πήδηξε μία οκτάβα κι ήταν εκπληκτικός –ο ήχος που μπορούσε να εκπέμψει αυτό το αγόρι! Ήταν σαν να στέκεσαι δίπλα σ’ έναν τραγουδιστή όπερας. Το έκανε δύο φορές αλλά νομίζω ότι κρατήσαμε την πρώτη.
Αν και οι ίδιοι οι Bob Geldof και Midge Ure ήταν βασικοί τραγουδιστές των συγκροτημάτων τους, αποφάσισαν να μην τραγουδήσουν σόλο στίχους, αλλά αμφότεροι πήραν μέρος στο φινάλε του «Feed the world». Ο Ure έγραψε αργότερα στην αυτοβιογραφία του ότι συνεχώς τσακωνόταν με τον Geldof και του έλεγε να φύγει όταν εκείνος έμπαινε στο θάλαμο παραγωγής και έλεγε λανθασμένα στον τραγουδιστή που ήταν πίσω από το μικρόφωνο τι να τραγουδήσει.
Ο Phil Collins ήταν από κάθε άποψη ένας πρόθυμος συνεργάτης. Έφτασε με ολόκληρο το σετ drums και ηχογράφησε τα μέρη του πάνω από το ήδη προγραμματισμένο drum machine. Έστησε τα drums και στη συνέχεια περίμενε υπομονετικά μέχρι το βράδυ, έως ότου δηλαδή ηχογραφηθούν όλα τα φωνητικά. Ο Midge Ure έμεινε ικανοποιημένος από την πρώτη λήψη της εκτέλεσης του Phil Collins, αλλά ο τελειομανής Collins δεν ήταν ευχαριστημένος και ζήτησε να ηχογραφήσει και δεύτερη λήψη, με την οποία έμεινε ικανοποιημένος. Ο μηχανικός ήχου Stuart Bruce θυμάται: Ήταν αστείο γιατί κάθε φορά που τελειώναμε μία φωνητική λήψη, ο Phil Collins πεταγόταν πάνω και φώναζε «drums!» επειδή ήθελε να κάνει την εγγραφή του. Ήταν αστείο γιατί, εκείνη την εποχή, ο Phil ήταν ίσως ένας από τους πιο διάσημους τραγουδιστές στο δωμάτιο και ήταν τόσο υπομονετικός περιμένοντας όλη την ημέρα τη σειρά του για να παίξει τα drums.
Όταν ο Phil Collins πήρε τελικά την ευκαιρία του, ήταν έτοιμος.
Stuart Bruce: Χτυπούσε δυνατά εδώ κι εκεί κι έτσι μπόρεσα να πάρω έναν ήχο και στη συνέχεια ήμασταν έτοιμοι για την ηχογράφηση. Όπως οι περισσότεροι drummers, κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης έπαιξε πολύ πιο δυνατά και παραμόρφωσε το σήμα οπότε έπρεπε να το κάνουμε ξανά, αλλά αν δεν ήταν αυτός ο λόγος, θα το είχε καρφώσει τέλεια με την πρώτη.
Αν και η πλειοψηφία των καλλιτεχνών που συμμετείχαν ήταν τα μεγαλύτερα αστέρια της Μεγάλης Βρετανίας εκείνη την εποχή, υπήρχαν μερικοί ασυνήθιστοι συμμετέχοντες. Τα μέλη του αμερικάνικου συγκροτήματος Kool & the Gang εμφανίστηκαν στο δίσκο επειδή υπέγραψαν στην ίδια δισκογραφική εταιρία με τους Boomtown Rats και έτυχε να επισκεφτούν τα γραφεία της Phonogram στο Λονδίνο την ημέρα που ο Bob Geldof έριξε στην εταιρία την ιδέα για το φιλανθρωπικό single. Ο τραγουδιστής Marilyn, ο οποίος είχε δύο επιτυχίες ένα χρόνο νωρίτερα, αλλά του οποίου το αστέρι ξεθώριασε το 1984, είδε το εγχείρημα ως ευκαιρία να τραβήξει και πάλι πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας κι έτσι εμφανίστηκε στην ηχογράφηση αν και δεν κλήθηκε να λάβει μέρος. Ο Bob Geldof και ο Midge Ure το παρέβλεψαν αυτό καθώς ένιωθαν ότι κάθε δημοσιότητα ήταν ευπρόσδεκτη και όσο περισσότεροι καλλιτέχνες εμφανίζονταν στο δίσκο τόσο καλύτερο. Ο ηθοποιός Nigel Planer, ο οποίος είχε φτάσει στο Νο 2 εκείνη τη χρονιά με μία εκτέλεση του «Hole In My Shoe» υπό το μανδύα του χαρακτήρα Neil που υποδυόταν στην τηλεοπτική σειρά «The Young Ones», εμφανίστηκε επίσης απρόσκλητος υποδυόμενος τον Neil μπροστά στις κάμερες και, αφού τον ανέχθηκε για λίγο, ο Ure τον έδιωξε.
Ο Bob Geldof ζήτησε επίσης από τον Francis Rossi και τον Rick Parfitt, τους δύο τραγουδιστές των Status Quo, να λάβουν μέρος, γνωρίζοντας ότι αν και το συγκρότημα προερχόταν από μία εντελώς διαφορετική μουσική εποχή, η συνεπής επιτυχία τους στα charts και το υψηλό τους κύρος θα έδινε μεγαλύτερη αξιοπιστία στο εγχείρημα από τη ροκ κοινότητα και θα διασφάλιζε ότι οι πιστοί θαυμαστές του συγκροτήματος (ο «στρατός των Quo») θα αγόραζαν το δίσκο σε μεγάλες ποσότητες. Η αρχική ιδέα του Midge Ure για τον Rossi και τον Parfitt ήταν να τραγουδήσουν τις αρμονίες του «here’s to you» στη γέφυρα του τραγουδιού αλλά έπρεπε να εγκαταλείψει την ιδέα επειδή ο Rick Parfitt δεν μπορούσε να πιάσει τις ψηλές νότες. Το μέρος αυτό ανέλαβαν τελικά ο Paul Weller, ο Sting και ο Glenn Gregory. Αργότερα, ο Rossi είπε ιδιαιτέρως στον Midge Ure ότι στο στούντιο τραγουδούσε τα περισσότερα φωνητικά μέρη των Status Quo και ότι ο Parfitt τραγουδούσε συνήθως μόνο στη σκηνή και συμβούλευσε τον Ure να κρατήσει τον Parfitt μακριά από το μικρόφωνο. Ο Rick Parfitt παραδέχτηκε σ’ ένα ντοκιμαντέρ του 2004 ότι αυτός και ο Rossi είχαν πιει υπερβολικά πολύ σ’ ένα πάρτι την προηγούμενη νύχτα και δεν ήταν σε κατάσταση να ηχογραφήσουν τα φωνητικά τους. Ωστόσο, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Robin Eggar, ο οποίος εκείνη την εποχή ήταν ο μόνος μουσικός ανταποκριτής της Daily Mirror και ο μόνος δημοσιογράφος που ήταν παρών καθ’ όλη τη διάρκεια της ηχογράφησης του τραγουδιού, οι Francis Rossi και Rick Parfitt ήταν σε θέση να συμβάλλουν με άλλους τρόπους: «Μόλις οι Status Quo παρουσίασαν το πακέτο με την κοκαΐνη και το αλκοόλ άρχισε να ρέει –έφερα έξι μπουκάλια κρασί από το διαμέρισμά μου, τα οποία εξαφανίστηκαν σ’ ένα λεπτό- έγινε πάρτι».
Μερικοί καλλιτέχνες χρειάστηκε να καταβάλουν προσπάθεια για να παραστούν στην ηχογράφηση. Ο Bob Geldof ήταν πρόθυμος να συμπεριλάβει στο single τον Boy George των Culture Club, που εκείνη την εποχή ήταν ένας από τους μεγαλύτερους μουσικούς αστέρες στον κόσμο, και τον πήρε τηλέφωνο στη Νέα Υόρκη μία μέρα πριν την ηχογράφηση επιμένοντας να εμφανιστεί. Το μεσημέρι, με τον Boy George να είναι ακόμα απών, έξαλλος ο Bob Geldof τον πήρε πάλι τηλέφωνο για να μάθει που είναι. Έχοντας πέσει για ύπνο μόλις λίγες ώρες πριν, ένας νυσταλέος Boy George βρέθηκε να ξυπνάει από τον Bob Geldof, ο οποίος επέμενε να μπει ο Boy George σε μία υπερατλαντική πτήση του Concorde που αναχωρούσε αργότερα. Ωστόσο, μετά το τηλεφώνημα, ο Boy George ξαναέπεσε για ύπνο και τελικά πήρε την τελευταία πτήση του Concorde. Έφτασε στο στούντιο στις 6 το απόγευμα και αμέσως μπήκε στο θάλαμο ηχογράφησης για να πει το μέρος του, όντας ο τελευταίος σόλο καλλιτέχνης της ημέρας.
Boy George: Οι Culture Club μόλις είχαν δώσει συναυλία στο Madison Square Garden και ήμουν στο κρεβάτι μου στο ξενοδοχείο Plaza. Δέχθηκα ένα τηλεφώνημα στις 3 το πρωί από τον Bob Geldof, τον οποίο δεν είχα συναντήσει ποτέ.
Midge Ure: Έπρεπε να τον έχουμε. Έτσι ο Bob τον ξύπνησε στη Νέα Υόρκη. Ο [Boy] George ρώτησε «Ποιός είναι εκεί;» και ο Bob του απάντησε «Όλοι οι μαλάκες εκτός από σένα! Βάλε τον κώλο σου σ’ ένα Concorde!». Και το έκανε –με δικά του έξοδα, θα ήθελα να προσθέσω.
Boy George: Όταν έφτασα, κατά τις 8 το βράδυ, δεν υπήρχε χρόνος για εξάσκηση ή ίσως να δοκιμάσεις το τραγούδι για να δεις ότι είσαι στον σωστό τόνο. Κυριολεκτικά ήταν «Γράφεις!» και σκεφτόμουνα «Θεέ μου, τι θα βγει από το στόμα μου;».
Midge Ure: Γύρισε και είπε «Μπορεί κάποιος να μου φέρει ένα μπράντι;». Έπρεπε να πατήσω το κουμπί της ενδοεπικοινωνίας και να πω «Όχι! Δεν έχουμε κανέναν εδώ που να τρέχει για σένα!». Δεν είχαμε βουνά από φαγητά, δεν είχαμε σαμπάνια, δεν υπήρξαν χορηγοί. Είχαμε τα απολύτως βασικά.
Boy George: Ωστόσο τα πήγα αρκετά καλά. Θυμάμαι τον Bob να λέει «Ω, George, ακούγεσαι σαν μαύρη κυρία –σαν μαύρη μαμά!» κι εγώ «Αυτό σκόπευα να κάνω, οπότε σ’ ευχαριστώ!».
Μόλις ηχογραφήθηκε η συμμετοχή του Boy George, ο Midge Ure ξεκίνησε να κάνει τη μίξη ενώ οι συμμετέχοντες άρχισαν να διασκεδάζουν. Οι τραγουδιστές που συμμετείχαν στην ηχογράφηση ήταν οι εξής (με αλφαβητική σειρά):
Robert «Kool» Bell (Kool & the Gang), Bono (U2), Pete Briquette (The Boomtown Rats), Adam Clayton (U2), Phil Collins (Genesis και σόλο), Chris Cross (Ultravox), Simon Crowe (Boomtown Rats), Sarah Dallin (Bananarama), Siobhan Fahey (Bananarama), Johnny Fingers (The Boomtown Rats), Bob Geldof (The Boomtown Rats), Boy George (Culture Club), Glenn Gregory (Heaven 17), Tony Hadley (Spandau Ballet), John Keeble (Spandau Ballet), Gary Kemp (Spandau Ballet), Martin Kemp (Spandau Ballet), Simon Le Bon (Duran Duran), Marilyn, George Michael (Wham!), Jon Moss (Culture Club), Steve Norman (Spandau Ballet), Rick Parfitt (Status Quo), Nick Rhodes (Duran Duran), Francis Rossi (Status Quo), Sting (The Police), Andy Taylor (Duran Duran), James «J.T.» Taylor (Kool & the Gang), John Taylor (Duran Duran), Roger Taylor (Duran Duran), Dennis Thomas (Kool & the Gang), Midge Ure (Ultravox), Martyn Ware (Heaven 17), Jody Watley, Paul Weller (The Style Council), Keren Woodward (Bananarama) και Paul Young.
Μουσικοί ήταν οι: Phil Collins (drums), John Taylor (μπάσο), Midge Ure (πλήκτρα και προγραμματισμός), Gary Kemp (κιθάρα) και Jon Moss (κρουστά).
Τον πρώτο στίχο του τραγουδιού ερμήνευσε ο Paul Young, αν και αρχικά γράφτηκε για τον David Bowie που τελικά τραγούδησε το στίχο στο Live Aid το 1985.
Στην παραγωγή της β’ πλευράς συμμετείχε και ο Trevor Horn στο δικό του στούντιο, χρησιμοποιώντας το ίδιο ορχηστρικό κομμάτι και προσθέτοντας μηνύματα από τους καλλιτέχνες που συμμετείχαν στην ηχογράφηση, αλλά και από εκείνους που δεν μπόρεσαν να παραστούν. Έτσι, επιπρόσθετα φωνητικά μηνύματα στη β’ πλευρά έστειλαν οι: Stuart Adamson (Big Country), David Bowie, Mark Brzezicki (Big Country), Tony Butler (Big Country), Holly Johnson (Frankie Goes To Hollywood), Paul McCartney και Bruce Watson (Big Country). Στο εξώφυλλο του δίσκου εμφανίζεται επίσης το όνομα της Annie Lennox, ως ένας από τους καλλιτέχνες που ηχογράφησαν μήνυμα, καθώς επρόκειτο να συμπεριληφθεί στη β’ πλευρά αλλά το μήνυμα δεν έφτασε έγκαιρα.
Η σημαντικότερη απουσία υψηλού κύρους από την Band Aid ήταν οι Queen, οι οποίοι δεν προσκλήθηκαν επειδή είχαν παίξει στη Νότια Αφρική νωρίτερα την ίδια χρονιά, παραβιάζοντας το μποϊκοτάζ κατά της διχασμένης από το απαρτχάιντ χώρας. Αργότερα ο Bob Geldof τους συγχώρησε και τους κάλεσε στο Live Aid, όπου η δυναμική τους παρουσία ήταν από τα highlights των συναυλιών.
Κανένας από τους τραγουδιστές δεν είχε ακούσει το τραγούδι πριν φτάσει στο στούντιο, κι έτσι έμαθαν τα μέρη τους ακούγοντας το φωνητικό οδηγό που δημιούργησε ο Midge Ure. Το γεγονός ότι στο ίδιο στούντιο αναμείχθηκαν οι θεματοφύλακες της Rock και της Pop –και που πολλοί από αυτούς δεν ταιριάζανε στην πραγματικότητα- δημιούργησε αρχικά μία περίεργη ατμόσφαιρα. Ωστόσο, με ένα τόσο αυστηρό χρονοδιάγραμμα, δεν υπήρξε χρόνος για διαφωνίες. Οι καλλιτέχνες δεν ήταν όλοι φίλοι, αλλά έβαλαν στην άκρη τις διαφορές τους και, τουλάχιστον, κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης ήταν εγκάρδιοι ο ένας με τον άλλον. Με μία εξαίρεση. Στο βιβλίο των Craig Marks και Rob Tannenbaum «I Want My MTV: The Uncensored Story Of The Music Video Revolution» (2011), ο George Michael είπε:
- Το μόνο πρόσωπο που δεν υπέκυψε στον φιλανθρωπικό σκοπό της ημέρας ήταν ο Paul Weller, ο οποίος αποφάσισε να μου την πει μπροστά σε όλους. Του είπα «Μην είσαι μαλάκας όλη σου τη ζωή. Πάρε μια μέρα ρεπό».
Ο Bob Geldof και ο Midge Ure είχαν το πολύ 24 ώρες στη διάθεσή τους για την ηχογράφηση και τη μίξη του τραγουδιού. Λαμβάνοντας υπόψη τη διοικητική μέριμνα για να συγκεντρώσουν όλα αυτά τα ονόματα σ’ ένα δωμάτιο, είναι εκπληκτικό που το single κυκλοφόρησε μία εβδομάδα αργότερα. Σε μία συνέντευξή του το 2015, ο Midge Ure είπε για την ηχογράφηση:
- Το ένα πράγμα είναι να συναντάς όλους αυτούς τους τύπους και να τους γνωρίζεις και να λες αδιάφορα «Γεια σας». Κι είναι άλλο πράγμα να είσαι υπεύθυνος γι’ αυτούς και να λες «Ξέρεις κάτι; Αυτή η νότα είναι λίγο επίπεδη». Μπορεί να μην το δέχονταν από έναν συνάδελφο καλλιτέχνη, όπως θα το δέχονταν από έναν παραγωγό. Αυτό, λοιπόν, ήταν υπερβολική απαίτηση. Επίσης, το γεγονός ότι είχαμε μόνο 24 ώρες για να κάνουμε όλο αυτό το πράγμα. Ήμουν αρκετά τυχερός που μόλις είχα φτιάξει το δικό μου στούντιο. Ο Sting είχε ήδη τραγουδήσει το μέρος του. Ο Simon Le Bon είχε ήδη τραγουδήσει το μέρος του και είχα κάνει ένα φωνητικό οδηγό που ο καθένας μπορούσε ν’ ακούσει. Έτσι, πρέπει να θυμάστε ότι το πρωί της Κυριακής, όταν όλοι οι καλλιτέχνες πέρασαν από το στούντιο, κανένας από αυτούς δεν είχε ακούσει το τραγούδι κι έτσι το άκουσαν για πρώτη φορά εκεί και στη συνέχεια έπρεπε αμέσως μετά να κάνουν τα μέρη τους. Και τότε έπρεπε να το μιξάρουμε. Όλα εντός 24 ωρών. Αυτό, λοιπόν, ήταν παράλογα μεγάλη ευθύνη: να δοκιμάσεις και να δημιουργήσεις κάτι που πρόκειται να κάνει τη δουλειά του, που τελικά αυτός ο δίσκος έκανε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα. Αλλά μερικές φορές αυτό το είδος πίεσης σε κάνει να δημιουργήσεις κάτι μαγικό, σε κάνει να εξαλείψεις τις ελευθερίες που θα κατέληγες να είχες στο στούντιο, όπως π.χ. «ίσως αυτό να ήταν καλύτερο από το προηγούμενο» και «ίσως αυτό μπορούμε να το ξανακάνουμε». Δεν είχαμε το χρόνο να το κάνουμε αυτό. Έπρεπε απλά να το καρφώσουμε και να πάρει το δρόμο του. Να πάρουμε το φωνητικό κομμάτι από τον καθένα που ήταν αποδεκτό. Όπως αποδείχθηκε, πολλά φωνητικά ήταν εξαιρετικά. Ήταν φανταστικοί.
Στα αυτιά του Midge Ure, ο Bono έκανε τα πιο εμπνευσμένα φωνητικά.
Midge Ure: Χωρίς αμφιβολία, ο Bono. Σ’ εκείνο το σημείο οι U2 μόλις αρχίζανε από το μηδέν στην Αμερική. Δουλεύανε εδώ και πολύ καιρό, αλλά στη Μεγάλη Βρετανία εξακολουθούσαν να τους βλέπουν ως ένα είδος κολεγιακής μπάντας. Ήταν, λοιπόν, ακόμα τα νέα παιδιά στη γειτονιά, όχι όπως οι New Kids On The Block, αλλά ήταν οι νέοι τύποι. Όταν ο Bono πήρε αυτό το στίχο του τραγουδιού, «Tonight thank God it's them instead of you», αρχικά το είχα τραγουδήσει στο φωνητικό οδηγό μία οκτάβα χαμηλότερα κι αυτός αποφάσισε να ξεσπάσει και ήταν εξαιρετικό. Ηλεκτρικό. Ήταν απλά συγκλονιστικό. Και, επίσης, ο Boy George. Ο George είχε ξεχάσει να εμφανιστεί στο στούντιο. Ήταν στη Νέα Υόρκη και ο Bob Geldof τον πήρε τηλέφωνο και τον ξύπνησε. Του είπε: «Βάλε τον κώλο σου σ’ ένα Concorde κι έλα εδώ!». Και το έκανε. Έτσι παρουσιάστηκε από το αεροδρόμιο απευθείας στο στούντιο πετώντας από τη Νέα Υόρκη. Μπήκε απευθείας μέσα, πήρε ένα ποτό, έκατσε πίσω από το μικρόφωνο, τραγούδησε το μέρος του και το έκανε άψογα.
Όλη αυτή η συνεύρεση ήταν –όπως το έθεσε ο Boy George- ένα «καρναβάλι προσωπικοτήτων».
Sting: Ήταν μία παράξενη μέρα, σαν σχολικό reunion για κοπανατζήδες. Όλοι μας είχαμε πολλά κοινά αλλά σπάνια βρεθήκαμε στο ίδιο δωμάτιο μαζί. Δεν υπήρξαν καυγάδες αν θυμάμαι καλά.
Simon Le Bon: Αυτή ήταν η πρώτη φορά που συνάντησα τον Sting. Ήταν πολύ φιλικός, εκτός από τη στιγμή που είπα «Θεέ μου, έχει πραγματικά πολύ ζέστη κι υγρασία εδώ μέσα» και μου είπε να μην παίρνω τόσα πολλά ναρκωτικά.
Boy George: Κάποτε είχα μία διαμάχη με τον Simon Le Bon, κάτι σαν αντιπαράθεση, στο Παρίσι και καταλήξαμε να μπαίνουμε στο στούντιο πιασμένοι μπράτσο με μπράτσο για τον Τύπο.
Simon Le Bon: Ο Paul Weller δεν ήταν πολύ φιλικός. Ήταν πολύ πολιτικός… και ως συγκρότημα (Duran Duran) μέναμε πάντα μακριά από την πολιτική. Αλλά [η Band Aid] δεν ήταν για την πολιτική, ήταν για να σωθούν ζωές. Ο κόσμος ήθελε ένα αποτέλεσμα κι αυτή είναι πραγματικά η γραμμή που με ενώνει με τον Paul Weller. Ήθελε να βοηθήσει στο να τραφεί κάποιο παιδί στην Αφρική, όπως το ήθελα κι εγώ.
Boy George: Θυμάμαι ν’ ακούω μία φωνή μετά τη δική μου και να λέω «Ποιός είναι αυτός; Ποιο είναι αυτό το κορίτσι;» και τότε μου είπανε ότι ήταν ο George Michael. Είπα «Ακούγεται πραγματικά σαν γυναίκα. Κι όμως είναι αυτός, έτσι δεν είναι;». Πάντα προσπαθούσα να αποκαλύψω τον George.
Μετά την ηχογράφηση, ο George Harrison έδωσε τη συμβουλή του ώστε να αποτρέψει την Band Aid από τη μετατροπή της σε άλλη μία οικονομικά αμφισβητήσιμη Συναυλία για το Μπαγκλαντές.
Midge Ure: Η Συναυλία [για το Μπαγκλαντές]… Όλα τα χρήματα δεν πήγαν εκεί όπου ήταν προορισμένο να πάνε. Δαπανήθηκαν για γενικά έξοδα και σε ανθρώπους των διαφημιστικών. Έτσι [η συμβουλή του Harrison στον Geldof] ήταν «Πάρτε εσείς οι ίδιοι καλούς λογιστές». Έχουμε τους ίδιους λογιστές σήμερα, που εξασφαλίζουν ότι δεν ξοδεύουμε ούτε δεκάρα για το τίποτα. Δεν είχαμε κανένα γραφείο, ούτε γραμματείς. Παρακαλέσαμε, δανειστήκαμε και κλέψαμε τηλεφωνικές γραμμές, χώρο, οτιδήποτε μπορούσαμε.
Ενώ ο Bob Geldof είναι αυτός που λαμβάνει συνήθως την αναγνώριση για τη δημιουργία του «Do They Know It’s Christmas?», στην πραγματικότητα ο καταλύτης ήταν ο Midge Ure, επειδή όχι μόνο διαμόρφωσε το synth Pop τραγούδι και ηχογράφησε το αρχικό demo αλλά και επειδή έπεισε τον τραγουδιστή των Boomtown Rats ότι το φιλανθρωπικό τραγούδι ήταν μία βιώσιμη ιδέα.
Ο Bob Geldof είπε σε μία συνέντευξη: Μπορώ να σας πω απόλυτα ότι αν ο Midge έλεγε «Χμμμ… δεν ξέρω, άσε με να το σκεφτώ», πιθανότατα δεν θα προχωρούσα επειδή θα ήταν πολύ δυσάρεστο αμέσως μετά τη ροπαλιά να σου πει κάποιος «Ξέχνα το».
Μετά την ηχογράφηση του τραγουδιού, ο Midge Ure δούλεψε πάνω στη μίξη του κομματιού όλη τη νύχτα και τελικά ολοκλήρωσε την αποστολή του στις 8 το πρωί της Δευτέρας, οπότε το τραγούδι στάλθηκε γρήγορα στα πιεστήρια που υποσχέθηκαν να έχουν έτοιμο το single έγκαιρα. Πριν αναχωρήσει από τα Sarm Studios, ο Bob Geldof κατέγραψε μία δήλωση: «Αυτός ο δίσκος ηχογραφήθηκε στις 25 Νοεμβρίου του 1984. Τώρα είναι 8 το πρωί της 26ης. Ήμασταν εδώ 24 ώρες και νομίζω ότι ήρθε η ώρα να πάμε σπίτι».
Την ίδια μέρα, ο Bob Geldof εμφανίστηκε στην πρωινή εκπομπή του Mike Read στο BBC Radio 1 για να προωθήσει το δίσκο και υποσχέθηκε ότι κάθε δεκάρα θα πήγαινε στο σκοπό της. Τα περισσότερα δισκοπωλεία συμφώνησαν να πουλήσουν το δίσκο σε τιμή κόστους, 1,35 λίρες συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. Ωστόσο, μερικοί αρνήθηκαν, επικαλούμενοι πιέσεις στο κόστος. Ο Bob Geldof ήταν επίσης έξω φρενών που η βρετανική κυβέρνηση αρνήθηκε να παραιτηθεί από τον Φ.Π.Α. στις πωλήσεις του single. Στο τέλος, η προσπάθεια των καλλιτεχνών μαλάκωσε κάπως την καρδιά της σιδηράς κυρίας Margaret Thatcher και η βρετανική κυβέρνηση αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δωρίσει ένα ποσό στο φιλανθρωπικό αγώνα ίσο με το ποσό του φόρου που είχε εισπραχθεί, δίνοντας έτσι τέλος στη δημόσια κριτική που ασκήθηκε για την απληστία της κυβέρνησης.
Το «Do They Know It’s Christmas?» κυκλοφόρησε τη Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου του 1984 σε δύο εκδοχές: μία σε δίσκο 7 ιντσών (single), η οποία είναι αυτή που παίζεται συνήθως από τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, διάρκειας 3:50, και η μία σε δίσκο 12 ιντσών (maxi single) με διάρκεια 6:16, στην παραγωγή του οποίου συμμετείχε και ο Trevor Horn.
Στη β’ πλευρά υπάρχει το «Feed The World», το οποίο είναι μία ορχηστρική εκδοχή με τους καλλιτέχνες να στέλνουν το μήνυμά τους κατά τη διάρκεια της μουσικής.
Το single των 7 ιντσών επανακυκλοφόρησε και την επόμενη χρονιά, σε remix του Trevor Horn, αυξάνοντας το ποσό που συγκεντρώθηκε για την αντιμετώπιση της πείνας στην Αφρική.
Το εξώφυλλο του single σχεδιάστηκε από τον Peter Blake, ο οποίος ήταν διάσημος ως ο άνθρωπος που δημιούργησε το εξώφυλλο του «Sgt. Pepper’s Lonely Hearts Club Band» των Beatles.
Το BBC Radio 1 άρχισε να παίζει το τραγούδι κάθε ώρα –συνήθως ένα τραγούδι πρώτης προτεραιότητας παιζόταν επτά ή οκτώ φορές την ημέρα. Όταν κυκλοφόρησε το «Do They Know It’s Christmas?», το single που ήταν στο Νο 1 ήταν το «I Should Have Known Better» του Jim Diamond, ο οποίος είπε:
- Είμαι ευτυχισμένος που είμαι στο Νο 1, αλλά την επόμενη εβδομάδα δεν θέλω ο κόσμος να αγοράσει το δίσκο μου. Θέλω αντ’ αυτού να αγοράσουν την Band Aid.
Δυστυχώς την ημέρα της κυκλοφορίας του τραγουδιού, δηλαδή στις 3 Δεκεμβρίου του 1984, αποκαλύφθηκε ότι πάνω από 500.000 άνθρωποι εκτέθηκαν κατά τη διάρκεια της νύχτας σε τοξικά χημικά αέρια στο Μποπάλ της Ινδίας με τραγικό απολογισμό. Το γεγονός προσέδωσε έναν ειρωνικό τόνο στον πρώτο στίχο του τραγουδιού, που λέει «It’s Christmas time, there’s no need to be afraid» (Είναι Χριστούγεννα, δεν υπάρχει λόγος να φοβάσαι).
Το τραγούδι έλαβε περαιτέρω δημοσιότητα από ένα πάρτι που πραγματοποιήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου στο Royal Albert Hall κατά τη φιλανθρωπική εκδήλωση Dinner at Albert’s, μία βραδιά μουσικής για να συγκεντρωθούν χρήματα για την οργάνωση Save The Children και για το Ταμείο Αρωγής για την αντιμετώπιση της πείνας στην Αιθιοπία.
Με το τραγούδι αυτό, η Band Aid έθεσε μία ερώτηση που, για κάποιους ανθρώπους, ακόμα στοιχειώνει την περίοδο των διακοπών –και που πλανάται καθώς φίλοι και οικογένειες φορώντας πουλόβερ συγκεντρώνονται για να φάνε ψητά κρέατα με φόντο στολισμένα δέντρα και λένε χριστουγεννιάτικα τραγούδια ή βλέπουν ταινίες χαρακτηριστικές της εορταστικής περιόδου. «Το ξέρουν ότι είναι Χριστούγεννα στην Αφρική;».
Το κομμάτι χτύπησε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη φλέβα των εφησυχασμένων Βρετανών, αναγκάζοντάς τους να αναγνωρίσουν ότι ένα ολόκληρο έθνος (Αιθιοπία) λιμοκτονεί μέχρι θανάτου ενώ οι ίδιοι νίπτουν τας χείρας τους. Με τη βοήθεια της σημαντικής δημοσιότητας που έλαβε το εγχείρημα χάρη στην πατερναλιστική θέρμη του Bob Geldof, το «Do They Know It’s Christmas?» -παρά τους ζοφερούς στίχους του- έγινε Νο 1 στη Μεγάλη Βρετανία, Αυστραλία, Αυστρία, Βέλγιο, Γερμανία, Δανία, Ελβετία, Ιρλανδία, Ιταλία, Καναδά, Νέα Ζηλανδία, Νορβηγία, Ολλανδία και Σουηδία, ενώ έφτασε στο Νο 13 των Η.Π.Α., στο Νο 20 της Ιαπωνίας και στο Νο 34 της Γαλλίας.
Το τραγούδι είχε εκ των προτέρων παραγγελίες για 250.000 αντίτυπα μέσα σε μια εβδομάδα από την ηχογράφησή του και μέχρι τις 8 Δεκεμβρίου οι παραγγελίες των δισκοπωλείων είχαν υπερβεί το 1.000.000. Προκειμένου να ανταποκριθεί στη ζήτηση, η Phonogram επιστράτευσε και τα πέντε εργοστάσιά της στην Ευρώπη για να τυπωθούν τα singles.
Τις πρώτες δύο μέρες της κυκλοφορίας του, το single πούλησε 200.000 αντίτυπα. Στις 11 Δεκεμβρίου του 1984, το τραγούδι ανέβηκε στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας πουλώντας περισσότερα αντίτυπα απ’ όλα τ’ άλλα τραγούδια του chart μαζί. Δεδομένου ότι μέσα στα πέντε πρώτα σε πωλήσεις ήταν τότε το «Last Christmas» των Wham, το «The Power Of Love» των Frankie Goes To Hollywood και το «Like A Virgin» της Madonna, αυτό ήταν πραγματικός άθλος. Τελικά, μέσα σε τρεις μόλις μέρες, έγινε το single με τις περισσότερες πωλήσεις όλων των εποχών, ένα ρεκόρ που κράτησε 13 χρόνια καθώς καταρρίφθηκε από το «Candle In The Wind 1997» του Elton John, που κυκλοφόρησε προς τιμήν της πριγκίπισσας Diana μετά το θάνατό της. Σε αντίθεση, όμως, με τον Elton John, ο σερ Bob (όπως είναι ανεπίσημα γνωστός –δεν μπορεί να χρισθεί ιππότης επειδή είναι Ιρλανδός) έθεσε τα χρήματα για φιλανθρωπικούς σκοπούς και δεν μπήκαν στην αρχοντική του τσέπη.
Κατά την παραμονή του «Do They Know It’s Christmas?» στην κορυφή των βρετανικών charts, στο Νο 2 βρίσκονταν οι Wham με το single «Last Christmas/ Everything She Wants». Ο τραγουδιστής των Wham, George Michael, ο οποίος συμμετείχε στο single της Band Aid, και ο συνάδελφός του Andrew Ridgeley, επίσης μέλος των Wham, δώρισαν όλα τα δικαιώματα του δικού τους single στην προσπάθεια της Band Aid. Το «Last Christmas/Everything She Wants» πούλησε επίσης πάνω από 1.000.000 αντίτυπα και έγινε το single με τις περισσότερες πωλήσεις που δεν έφτασε ποτέ στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας.
Στις Η.Π.Α., το «Do They Know It’s Christmas?» κυκλοφόρησε στις 10 Δεκεμβρίου του 1984. Πούλησε 1.900.000 αντίτυπα τις πρώτες 11 ημέρες της κυκλοφορίας του αλλά δεν έφτασε στο Νο 1 λόγω της περίπλοκης φύσεως του συστήματος των αμερικάνικων charts, όπου εκτός από τις πωλήσεις υπολογίζονται και οι ραδιοφωνικές μεταδόσεις. Έτσι, παρά το γεγονός ότι έκανε τις τετραπλάσιες πωλήσεις από το επίσημο Νο 1, το τραγούδι δεν μπήκε καν στο Top 10, φτάνοντας τελικά ως το Νο 13, επειδή δεν παιζόταν συχνά από το ραδιόφωνο.
Το μουσικό βίντεο του «Do They Know It’s Christmas?» σκηνοθετήθηκε από τον Nigel Dick, ο οποίος είχε κάνει μερικά βίντεο για τους Boomtown Rats. Ο Dick πήρε το αίτημα να κάνει το βίντεο χωρίς να έχει ιδέα για το τραγούδι. Δεν είχε ούτε προϋπολογισμό αλλά ούτε και το χρόνο να κάνει κάποια προετοιμασία. Έτσι, λόγω των χρονικών περιορισμών, έστησε απλά δύο κάμερες –μία μέσα και μία έξω- για να καταγράψει τα συμβάντα. Καθώς οι καλλιτέχνες έρχονταν σιγά-σιγά να ηχογραφήσουν τα μέρη τους, ο Dick τους κινηματογραφούσε ενώ έμπαιναν στο κτίριο και στη συνέχεια ενώ ηχογραφούσαν. Το υλικό αυτό χρησιμοποιήθηκε όχι μόνο για το μουσικό βίντεο, αλλά και για ένα 30λεπτο ντοκιμαντέρ για τη δημιουργία του τραγουδιού.
Ο τραγουδιστής των U2, Bono, πήρε –όπως ήταν αναμενόμενο- δυσανάλογα οπτικό και ηχητικό χώρο στο βίντεο. Στο ντοκιμαντέρ δήλωσε ότι «ήμασταν σαν τα μπάσταρδα παιδιά των Clash, που στην πραγματικότητα πίστευαν ότι η μουσική μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο». Φυσικά η Band Aid δεν ήταν καθόλου σαν τους Clash –ή έστω τα υποτιθέμενα μπάσταρδα παιδιά τους. Πιθανώς ο Bono να είχε δίκιο ως προς την αισιοδοξία του ότι θα άλλαζαν τον κόσμο αλλά οι συμμετέχοντες ήταν οι πιο εδραιωμένοι της μουσικής βιομηχανίας και αυτός ήταν ίσως ο πραγματικός λόγος πίσω από την επιτυχία του τραγουδιού.
Στο ίδιο ντοκιμαντέρ, ο Simon Le Bon των Duran Duran φαινόταν σε σύγχυση. Μετά από μία γρήγορα ματιά στον Sting που τάισε ένα μπισκότο στον πεινασμένο Phil Collins –την ώρα ίσως που «οι Status Quo παρουσίασαν το πακέτο με την κοκαΐνη και το αλκοόλ άρχισε να ρέει»- το «άγριο αγόρι» διαβεβαίωνε τους θεατές ότι «ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο» παραβλέποντας την παρέα του George Harrison στη Συναυλία για το Μπαγκλαντές το 1971. Αλλά δεν έχει σημασία: αυτά τα αστέρια της Pop μουσικής άξιζαν μια φήμη για την απαράμιλλη γενναιοδωρία τους επειδή έδιναν κάτι από τον εαυτό τους.
Ο David Bowie, ο οποίος ήταν η αρχική επιλογή του Bob Geldof να τραγουδήσει τον εναρκτήριο στίχο του τραγουδιού αλλά δεν μπόρεσε να παραστεί στην ηχογράφηση, πέταξε από την Ελβετία στην Αγγλία για να καταγράψει μία σύντομη εισαγωγή για το βίντεο που θα παιζόταν στην εμβληματική τηλεοπτική εκπομπή του BBC «Top Of The Pops». Ωστόσο, ο Bob Geldof δυσαρεστήθηκε όταν έμαθε ότι σύμφωνα με τους κανονισμούς της εκπομπής το τραγούδι και το βίντεο δεν θα μπορούσαν να παρουσιαστούν μέχρι να μπει το τραγούδι στα βρετανικά charts. Απτόητος, ήρθε άμεσα σε επαφή με τον ελεγκτή του BBC Michael Grade και τον έπεισε να δώσει την εντολή ώστε κάθε πρόγραμμα που θα παιζόταν εκείνη την ημέρα πριν από το «Top Of The Pops» θα έπρεπε να ξεκινήσει πέντε λεπτά νωρίτερα για να κάνουν χώρο ώστε να μεταδοθεί το βίντεο του τραγουδιού (με την εισαγωγή του David Bowie) ακριβώς πριν την εκπομπή.
Κάθε εβδομάδα που το τραγούδι παρέμενε στο Νο 1, το «Top Of The Pops» έπαιζε το βίντεο. Ωστόσο, για την ειδική εκπομπή την ημέρα των Χριστουγέννων, οι περισσότεροι από τους καλλιτέχνες του δίσκου εμφανίστηκαν στο στούντιο για να μιμηθούν το τραγούδι, όπως μεταδιδόταν από τα ηχεία. Οι δύο πιο αξιοσημείωτες απουσίες ήταν ο George Michael και ο Bono. Κατά τη διάρκεια του μέρους του George Michael οι κάμερες επικεντρώθηκαν στο κοινό που βρισκόταν στο στούντιο, ενώ ο Paul Weller μιμήθηκε στην κάμερα το μέρος του Bono.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, το βίντεο παιζόταν συχνά στο MTV καθ’ όλη τη διάρκεια των Χριστουγέννων.
Ένα άλλο βίντεο, διάρκειας 30 λεπτών, με τίτλο «Do They Know It's Christmas? – The Story of the Official Band Aid Video» κυκλοφόρησε στη Μεγάλη Βρετανία στις 15 Δεκεμβρίου του 1984 και στις Η.Π.Α. στις 18 Δεκεμβρίου, σε μορφή VHS και Betamax, με τα έσοδά του να διατίθενται στην κοινή προσπάθεια. Το βίντεο περιείχε ένα ντοκιμαντέρ για την ηχογράφηση και συνεντεύξεις από τον Bob Geldof και τον Midge Ure, καθώς και ολόκληρο το διαφημιστικό βίντεο. Στα βραβεία Grammy του 1986, ήταν υποψήφιο για το καλύτερο μουσικό βίντεο χάνοντας τελικά από το αντίστοιχο αμερικάνικο τραγούδι «We Are The World».
Στις 11 Μαρτίου του 1985, ο Midge Ure συνόδευσε προσωπικά την πρώτη αποστολή βοήθειας στην Αιθιοπία με τρόφιμα και ιατρικές προμήθειες. Ο Bob Geldof ήλπιζε ότι το single θα συγκέντρωνε το ποσό των 70.000 λιρών για την Αιθιοπία, αλλά δώδεκα μήνες μετά την κυκλοφορία του το «Do They Know It’s Christmas?» απέφερε 8.000.000 λίρες για την αντιμετώπιση της πείνας. Ο Bob Geldof ταξίδεψε κι αυτός στην Αιθιοπία για να επιβλέψει τη διανομή της βοήθειας. Είχε έναν πολύ ενεργό ρόλο, πραγματοποιώντας συναντήσεις με ανθρωπιστικές οργανώσεις για να προσδιοριστεί ο τόπος όπου τα χρήματα θα έκαναν περισσότερο καλό. Προκειμένου να αναγνωριστούν οι καλλιτέχνες και οι άνθρωποι που αγόρασαν το δίσκο, εξασφάλισε ότι η ένδειξη «Love from Band Aid» (με αγάπη από την Band Aid) θα κοσμούσε πολλές προμήθειες, συμπεριλαμβανομένων και των οχημάτων.
Ο Geldof ποτέ δεν εκθείασε την προσπάθεια αυτή. Το 1985, σε μία συνέντευξή του στους Radio Times, ερωτηθείς αν ήταν περήφανος για το έργο του στην αντιμετώπιση της πείνας, ο Geldof απάντησε: «Καθόλου. Είναι κουραστικό και εντελώς βαρετό αν θες να μάθεις την αλήθεια. Δεν εκπληρώθηκε καθόλου. Είμαι διαρκώς απογοητευμένος».
Η ζωή του Bob Geldof δεν ήταν ποτέ ξανά η ίδια. Ο Ιρλανδός τραγουδιστής έπεσε με τα μούτρα στο έργο που ανέλαβε. Το «Do They Know It’s Christmas?» ήταν η πρώτη μεγάλης κλίμακας μουσική φιλανθρωπική προσπάθεια και ίσως η πιο εμβληματική φιλανθρωπική ηχογράφηση όλων των εποχών. Υπήρξαν στο παρελθόν και άλλα φιλανθρωπικά singles, αλλά όχι με ένα τόσο λαμπερό καστ ερμηνευτών –απόδειξη της δύναμης και του πάθους του Bob Geldof και του Midge Ure, οι οποίοι ήθελαν να αποδείξουν ότι η μουσική μπορεί, στην πραγματικότητα, να αλλάξει τον κόσμο. Η παγκόσμια επιτυχία του τραγουδιού για την ευαισθητοποίηση και την οικονομική ανακούφιση των θυμάτων του λιμού της Αιθιοπίας οδήγησε στην ηχογράφηση και άλλων φιλανθρωπικών singles στη Μεγάλη Βρετανία και σε άλλες χώρες. Το «Do They Know It’s Christmas» ενέπνευσε άμεσα τον Michael Jackson και τον Lionel Richie να συνεργαστούν για την μεγάλη αμερικανική επιτυχία «We Are The World», που κυκλοφόρησε ένα χρόνο αργότερα. Στη συνέχεια ακολούθησαν και άλλα φιλανθρωπικά singles, όπως το «Sin City» και το «That’s What Friends Are For». Το τραγούδι οδήγησε επίσης σε διάφορες φιλανθρωπικές εκδηλώσεις-υποπροϊόντα. Έτσι, τον Ιούλιο του 1985, ο Bob Geldof έγινε η κινητήρια δύναμη πίσω από το επιτυχημένο Live Aid, μία διπλή συναυλία στο Λονδίνο και τη Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α., με τη συμμετοχή πολλών Αμερικανών και Βρετανών αστέρων, προκειμένου να βοηθήσουν τα θύματα του λοιμού στην Αιθιοπία. Ο Bob Geldof, λοιπόν, δεν ήταν μόνο υπεύθυνος για τη δημιουργία ενός από τα πιο επιτυχημένα σε πωλήσεις φιλανθρωπικά singles που κυκλοφόρησαν ποτέ, αλλά οργάνωσε και τη μεγαλύτερη παγκόσμια συναυλία που έγινε ποτέ. Οι συναυλίες Live Aid συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο πλήθος που προσήλθε ποτέ σε φιλανθρωπική εκδήλωση καθώς και πολλά εκατομμύρια λίρες.
Midge Ure: Ελπίζαμε να συγκεντρώσουμε 100.000£ αλλά έγινε αυτό το τεράστιο πράγμα, με τον Bob κι εμένα να ξοδεύουμε ώρες γύρω από αίθουσες συνεδριάσεων μιλώντας για φαρμακευτικές αγωγές και μεταφορές. Ήταν ένας τομέας στον οποίο δεν ήμασταν ειδικοί, αλλά μάθαμε γρήγορα. Όσο για το ίδιο το τραγούδι, το έγραψα εγώ κι ο Bob. Πέρασα τέσσερις ημέρες στο δικό μου στούντιο για να κάνω το υποστηρικτικό κομμάτι, αλλά όταν ήρθε η ώρα να το ηχογραφήσουμε είχαμε μόνο 24 ώρες για να αναθέσουμε στους καλλιτέχνες τα μέρη τους, να ηχογραφήσουμε όλα τα φωνητικά, να γράψουμε τα τύμπανα του Phil Collins και να κάνουμε τη μίξη της ηχογράφησης. Με τη Live Aid την επόμενη χρονιά, πήγα απλά να εμφανιστώ και να παίξω με τους Ultravox. Στη συνέχεια ήταν τρέλα. Ο κόσμος είχε τις πόρτες των αυτοκινήτων ανοιχτές και τα ραδιόφωνα έπαιζαν στο τέρμα, επειδή η αμερικανική συναυλία ήταν ακόμα σε εξέλιξη και είχαν καλέσει τους ξένους στα αυτοκίνητά τους για να ακούσουν, προσφέροντάς τους κουτιά μπύρας. Ο αντίποδας της Band Aid και της Live Aid είναι ότι σκότωσε τους Ultravox. Με απομάκρυνε από το συγκρότημα για μεγάλες χρονικές περιόδους.
Το Δεκέμβριο του 1984, η υποδοχή του single από τον βρετανικό μουσικό Τύπο ήταν ανάμικτη. Το μεγαλύτερο σε πωλήσεις μουσικό έντυπο New Musical Express απέρριψε το τραγούδι χρησιμοποιώντας την επικεφαλίδα «TURKEY» με τη διπλή έννοια που αναφέρεται τόσο στο παραδοσιακό γεύμα με τη γαλοπούλα για τα βρετανικά Χριστούγεννα, όσο και στην καλλιτεχνική αποτυχία. Επιπλέον, έγραψε ότι «εκατομμύρια νεκρά αστέρια έγραψαν και τραγούδησαν έναν χάλια δίσκο για τους σωστούς λόγους». Τα άλλα δύο μεγάλα μουσικά έντυπα είδαν το δίσκο πιο ευνοϊκά, αναγνωρίζοντας ότι ενώ μουσικά το τραγούδι ήταν ελαττωματικό, οι προθέσεις του ήταν αξιοθαύμαστες. Το Sounds είπε: «Απέχει από το να θεωρηθεί λαμπρό (αν δεν είναι οι Bland Aid που προέβλεψαν μερικοί) αλλά μπορείς να διασκεδάσεις παίζοντας ‘‘Βρείτε τον Αστέρα’’ στα φωνητικά, και αξίζει να πουλήσει με το τσουβάλι». Το Melody Maker δήλωσε: «Αναπόφευκτα, μετά από μία τέτοια τεράστια δημοσιότητα, ο ίδιος ο δίσκος είναι κάτι σαν αντί-αποκορύφωμα, ακόμα και αν η ευαισθησία του Geldof στο παγκόσμιο μελόδραμα είναι ιδανική γι’ αυτό το είδος επικού μουσικού μανιφέστου. Η μεγάλης οθόνης παραγωγή του Midge Ure και οι συναισθηματικές φωνητικές ερμηνείες των διαφόρων διασημοτήτων ταιριάζουν με το επιδεικτικό σάρωμα του στίχου του Geldof, ο οποίος στρέφεται περιστασιακά σε έναν άβολα γενικευμένο συναισθηματισμό που απειλεί να μετατρέψει τη δίκαιη επίκληση σε μία πομπώδη αγανάκτηση. Από την άλλη πλευρά, είμαι σίγουρος ότι είναι αδύνατον να γράψεις επιπόλαια για κάτι τόσο ριζικά τρομερό, όπως το λιμό στην Αιθιοπία».
Το τραγούδι έλαβε έντονη κριτική για άνοστο συναισθηματισμό και αποικιοκρατική δυτικοκεντρική άποψη, συγκαταβατική στις στερεοτυπικές περιγραφές της Αφρικής. Άλλοι είπαν ότι το τραγούδι δεν ήταν παρά αυταπάτες εκφρασμένες σε κλισέ εκπληκτικής ανειλικρινούς πολυλογίας. Για πολλούς ήταν γεμάτο από αρνητικά στερεότυπα για την Αφρική και τον λαό της Αιθιοπίας που υποτίθεται ότι το τραγούδι φιλοδοξούσε να βοηθήσει. Επιπλέον, αντιμετώπιζε την Αφρική σαν μία ομοιογενή χώρα όπου τίποτα δεν φυτρώνει, δεν υπάρχει νερό και το μόνο που κυλά είναι τα δάκρυα και ότι δεν χιονίζει τα Χριστούγεννα, μία ανακρίβεια που πρόδιδε ότι οι δημιουργοί είχαν άγνοια βασικών γνώσεων γεωγραφίας αλλά και των γιγάντων της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα.
Εκτός από το γεγονός ότι συγχέει μία ολόκληρη ήπειρο με μία χώρα, η απεικόνιση της κρίσης από την Band Aid αγνόησε τις ανθρωπογενείς διαστάσεις του λιμού της Αιθιοπίας. Οι άνθρωποι πέθαιναν όχι απλά λόγω της τοπικής ξηρασίας, αλλά και λόγω της άμεσης παρέμβασης των κυβερνητικών αξιωματούχων που χρησιμοποίησαν τη λιμοκτονία για να τιμωρήσουν τις εθνικές ομάδες που θεωρούνταν πολιτικοί εχθροί.
Δεν χαιρέτησαν, λοιπόν, όλοι την προσπάθεια της Band Aid. Ο διαβόητα ευερέθιστος –και τυπικός μισάνθρωπος- τραγουδιστής των Smiths, Morrissey, δεν μάσησε τα λόγια του εκφράζοντας τη δυσαρέσκειά του για το όλο εγχείρημα. To 1985, είπε στο Time Out:
- Ήταν η πιο φαρισαϊκή πλατφόρμα στην ιστορία της Pop μουσικής.
Βεβαίως η τοποθέτηση του Morrissey δεν ήταν ιδιαίτερα ευγενική και σίγουρα θα έκανε τους ευεργετούμενους του δίσκου –αν τον άκουγαν- να αισθανθούν φρικτά ένοχοι γι’ αυτά που υπέφεραν.
Οι ίδιοι οι Bob Geldof και Midge Ure αναγνώρισαν τους μουσικούς περιορισμούς του πνευματικού τους τέκνου. Το 2010, σε μία συνέντευξή του στη Daily Telegraph της Αυστραλίας, ο Bob Geldof φάνηκε να γνωρίζει ότι ο κόσμος απεχθάνεται για τα καλά το τραγούδι αυτό. Είναι κι αυτό μια παρηγοριά. Ο ίδιος είπε με τον τυπικό ωμό του τρόπο:
- Είμαι υπεύθυνος για δύο από τα χειρότερα τραγούδια στην ιστορία. Το ένα είναι το «Do They Know It’s Christmas?» και το άλλο είναι το «We Are The World». Σύντομα κάθε μέρα, θα πηγαίνω στο σούπερ μάρκετ απευθείας στον πάγκο με τα κρέατα και θα το παίζει. Κάθε γαμημένα Χριστούγεννα!
Και δεν μπορεί να ξεφύγει απ’ αυτό το τραγούδι ούτε καν στο σπίτι του στο Λονδίνο. Ο Geldof πρόσθεσε ότι εκνευρίζεται όταν κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων αυτοί που λένε τα κάλαντα έρχονται μπροστά στην πόρτα του και τραγουδούν το «Do They Know It’s Christmas?»:
- Νομίζουν ότι το «Do They Know It’s Christmas?» είναι τόσο παλιό όσο και η «Άγια Νύχτα». Μερικές φορές σκέφτομαι ότι αυτό είναι εξωφρενικό επειδή εγώ το έγραψα. Άλλες φορές πάλι, σκέφτομαι πόσο πολύ θέλω να τους σταματήσω επειδή το λένε πραγματικά χάλια!
Στο βιβλίο «I Want My MTV: The Uncensored Story Of The Music Video Revolution» (2011) ο Bob Geldof είπε:
- Για μένα, η δεκαετία του 1980 χαρακτηρίστηκε από τεράστια γενναιοδωρία και καλοσύνη. Πριν το Live Aid, ο κόσμος συμμετείχε σ’ αυτό το φαινόμενο για μήνες. Το «Do They Know It’s Christmas?» πουλιόταν στα κρεοπωλεία σ’ όλη τη διάρκεια των Χριστουγέννων. Για οποιοδήποτε λόγο, αυτό το τραγούδι –όχι ιδιαίτερα καλό τραγούδι- αξιοποιήθηκε σ’ ένα διογκούμενο ρεύμα συμπόνιας. Ποτέ δεν είπαμε ότι θα εξαλείψουμε την πείνα στον κόσμο, αλλά μπορούσαμε να επιστήσουμε την προσοχή σ’ ένα τερατώδες ανθρώπινο έγκλημα και έναν ηθικό και πνευματικό παραλογισμό. Δούλεψε.
Η πεποίθηση του Geldof ότι τα ‘80’s χαρακτηρίζονται από «τεράστια γενναιοδωρία και καλοσύνη» μπορεί να ακούγεται λίγο απατηλή σ’ εκείνους τους Βρετανούς πολίτες που ήταν στην κόψη του ξυραφιού των αυξανόμενων κοινωνικών χασμάτων που προκλήθηκαν από τη Margaret Thatcher, αλλά είχε δίκιο όταν είπε ότι η προσπάθεια της Band Aid ήταν να επιστήσει την προσοχή.
Η εκτίμηση του Midge Ure ήταν περισσότερο μελετημένη, γράφοντας στην αυτοβιογραφία του ότι «είναι ένα τραγούδι που δεν έχει τίποτα να κάνει με τη μουσική. Όλο αυτό είχε να κάνει με την παραγωγή χρήματος. Το τραγούδι δεν είχε σημασία: το τραγούδι ήταν δευτερεύον, σχεδόν άσχετο».
Ο ίδιος είπε στο περιοδικό Rolling Stone: Ήταν ένα τραγούδι γραμμένο για ένα συγκεκριμένο σκοπό: να αγγίξει τις καρδιές των ανθρώπων και να ξεφουσκώσει τα πορτοφόλια. Οι στίχοι έπρεπε να είναι σκληροί. Βλέπαμε στην τηλεόραση εικόνες παιδιών που έκαναν πέντε λεπτά προσπαθώντας να σηκωθούν.
Σε μία άλλη συνέντευξή του, είπε: Το τραγούδι είναι Ο.Κ. Το τραγούδι ήταν πάντα Ο.Κ. Ποτέ δεν ήταν σπουδαίο τραγούδι. Είναι σαν να εξελίχθηκε σε καλύτερο τραγούδι απ’ αυτό που ήταν. Αλλά ως ηχογράφηση, ως παραγωγή, είμαι πάρα πολύ περήφανος γι’ αυτό. Το ίδιο κι ο Bob. Επειδή (το τραγούδι) έκανε τη δουλειά του με πρωτοφανή τρόπο. Ως ηχογράφηση, τ’ ακούς τώρα στο ραδιόφωνο και η εναρκτήρια κλαγγή, η ατμόσφαιρα της έναρξης, τα πολυκάναλα φωνητικά, όλα αυτά τα πράγματα, εξακολουθούν να στέλνουν ανατριχίλες ως την σπονδυλική σου στήλη. Έτσι, ως ηχογράφηση και ως παραγωγή, έκανε εξαιρετική δουλειά παρά το γεγονός ότι το τραγούδι ήταν απλά O.K.
Ο Bono των U2 είπε στο BBC: Μετά από λίγο υπήρχε μία αίσθηση ότι ήμασταν εκεί για άλλους ανθρώπους –ανθρώπους που μπορεί να μην συναντήσουμε ή να μη γνωρίσουμε ποτέ, αλλά ήμασταν εδώ γι’ αυτούς.
Η Band Aid λειτούργησε καταλυτικά στον Bono, ο οποίος αργότερα έγινε η ενσάρκωση του φιλελεύθερου ανθρωπιστικού ιμπεριαλισμού.
Midge Ure: Η όλη διαδικασία με την Band Aid τον άλλαξε σημαντικά. Είδα μία συναυλία των U2 τρία-τέσσερα χρόνια πριν και σταμάτησε τη συναυλία στη μέση και είπε: «Στο κοινό απόψε…» και ο προβολέας έπεσε πάνω μου. Και τότε ο Bono είπε «Αυτός και ο Bob μου έμαθαν πώς να νοιάζομαι».
Bob Geldof: Εγώ τον έβαλα στην Band Aid. [Οι U2] ήταν νέοι. Δεν είχαν φτάσει ακόμα στην κορυφή. Αλλά σκέφτηκα «έχει τέτοια φωνή». Και ακολούθησε η Live Aid, που στην πραγματικότητα τους εκτίναξε στην κορυφή. Λίγα χρόνια αργότερα, ήθελε να εμπλακεί σ’ ένα συναφές θέμα [την εκστρατεία ONE, η οποία καταπολεμά την ακραία φτώχεια και τις ασθένειες στην Αφρική]. Διαφωνούμε όλη την ώρα. Είναι σαν ο καλός μπάτσος/κακός μπάτσος. Αυτός θέλει να δώσει στον κόσμο μια μεγάλη αγκαλιά, ενώ εγώ θέλω να τον χτυπήσω.
Από το 1984 και κάθε χρόνο, το «Do They Know It’s Christmas?» έρχεται να μας θυμίσει, καθώς καταβροχθίζουμε τα χριστουγεννιάτικα δείπνα μας, ότι υπάρχει ένας κόσμος έξω από το παράθυρό μας, ένας κόσμος τρόμου και φόβου («There's a world outside your window / And it's a world of dread and fear»).
Ο Boy George είπε: Η Band Aid και η Live Aid ήταν μία μεγάλη αντίθεση με αυτό που πίστευε ο κόσμος, μια άλλη πλευρά της δεκαετίας. Η δεκαετία του 1980 ήταν η δεκαετία της απληστίας και της υπερβολής –μας αποκαλούσαν «παιδιά της Θάτσερ».
Sting: Οι στίχοι είναι ζοφεροί αλλά ουσιαστικοί και μία ευπρόσδεκτη αλλαγή από τα κλισέ του γκι και της σακχαρίνης του χριστουγεννιάτικου μενού που σερβίρεται συνήθως.
«Ο κόσμος πίστευε ότι ζούσαμε τη μεγάλη ζωή», είπε με τη σειρά του ο Simon Le Bon. Ένας λόγος που ο Le Bon και οι σύγχρονοί του βρήκαν την Band Aid τόσο ελκυστική, είπε, ήταν επειδή «ήταν η ευκαιρία να κάνω κάτι που δεν ήταν για μένα. Σ’ έκανε να αισθανθείς ότι μπορούσες να κάνεις κάτι χρήσιμο. Κάναμε τους νέους να πιστέψουν ότι είχαν κάποιο είδος δύναμης και ήμασταν σε θέση να κάνουμε κάτι που είχε πράγματι αποτέλεσμα».
Το «Do They Know It’s Christmas?» ξανακυκλοφόρησε στις 29 Νοεμβρίου του 1985. Το remix του single το έκανε ο Trevor Horn, ο προβλεπόμενος παραγωγός της πρώτης εκτέλεσης, και στη β’ πλευρά περιείχε το «One Year On (Feed The World)», που ξεκινάει και τελειώνει με μία ηχογράφηση ενός τηλεφωνικού μηνύματος από τον Bob Geldof και στο ενδιάμεσο ακουγόταν ο Midge Ure να απαγγέλει μία λίστα με ό,τι είχε αγοραστεί με τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 12 μηνών.
Το 2003, το τραγούδι παρουσιάστηκε στην τηλεοπτική εκπομπή «Impact: Songs That Changed The World». Εντούτοις, αν και το τραγούδι αποτελούσε μία κίνηση φιλανθρωπίας προκειμένου να εξασφαλιστούν τρόφιμα και κονδύλια για τους πεινασμένους Αιθίοπες, πολλοί πιστεύουν ότι η κίνηση αυτή απέτυχε σε όλα εκτός από τις δημόσιες σχέσεις. Οι επικριτές ισχυρίζονται ότι μεγάλο μέρος των τροφίμων σάπισε στις αποβάθρες και πολλά από τα χρήματα πήγαν στους πολέμαρχους. Για τους επικριτές, το όλο εγχείρημα αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα «τοξικής φιλανθρωπίας» και η Live Aid μελέτη περίπτωσης ανεπαρκούς εκτέλεσης βοήθειας προς τις φτωχές χώρες.
Δυστυχώς, υπάρχει πάντα ένα μέρος κάπου στον κόσμο που έχει απεγνωσμένη ανάγκη για βοήθεια. Ορισμένα μέρη βρίσκονται σε τόσο δύσκολες γεωπολιτικές συνθήκες που καθίστανται μη κατοικήσιμα. Για παράδειγμα, πριν από τις καταστροφές που έπληξαν την Αϊτή το 2010, υπήρχαν ήδη αναφορές στα μέσα ενημέρωσης σχετικά με τις λασπόπιτες της Αϊτής, όπου οι άνθρωποι κατέληξαν να τρώνε τον ημιθρεπτικό πηλό, προκειμένου να ανακουφιστούν οι πόνοι στην κοιλιά που δεν έχει απολαύσει ένα κανονικό γεύμα, πιθανώς και ποτέ. Αυτά τα κέικ δεν ήταν ούτε καν δωρεάν. Αναρωτιέται κανείς, μετά τις καταστροφές του 2010, αν ο λαός της Αϊτής είχε έστω και τις λασπόπιτες να φάει.
Η αγορά ενός single δεν είναι απαραίτητα η λύση. Ο field director της Band Aid στην Αιθιοπία φέρεται να παραδέχθηκε ότι μέχρι το 20% των κεφαλαίων διοχετεύτηκε στις αιθιοπικές επαναστατικές παραστρατιωτικές ομάδες και χρησιμοποιήθηκε για να αγοράσουν όπλα. Ο field director ανέφερε ότι «υποστηρίζουν ότι μέχρι και 7 εκατομμύρια λίρες παραστράτησαν. Αυτό ακούγεται πολύ, αλλά είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού ποσού της βοήθειας που πήγε στην περιοχή». Σε μία τόσο πολύπλοκη πολιτική κατάσταση, ήταν αδύνατο να αντιμετωπίσεις την πείνα χωρίς να βοηθήσεις τους αντάρτες, ένας ισχυρισμός τον οποίο ο ιδεαλιστής Bob Geldof αρνήθηκε οργισμένα.
Τον Μάρτιο του 2010, το BBC μετέδωσε ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο σημαντικά χρηματικά ποσά που είχαν συγκεντρωθεί στο πλαίσιο της εκστρατείας της Band Aid είχαν καταλήξει σε ζώνες ελεγχόμενες από τους αντάρτες και είχαν χρησιμοποιηθεί για την αγορά όπλων. Ωστόσο, στις 4 Νοεμβρίου του 2010, το BBC ζήτησε ανεπιφύλακτα συγγνώμη από τον Bob Geldof σχετικά με το ρεπορτάζ που είχε μεταδώσει τον Μάρτιο.
«Το πρόγραμμα έδωσε την εντύπωση ότι σημαντικά χρηματικά ποσά που συγκέντρωσε το συγκρότημα Band Aid και το Live Aid κατέληξαν σε λάθος χέρια» παραδέχθηκε το BBC.
Σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση, στο ρεπορτάζ δεν αναφέρθηκε συγκεκριμένα ότι τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν από το Band Aid κατέληξαν στους αντάρτες. Το βρετανικό δίκτυο παραδέχθηκε ωστόσο ότι «μπορεί να δόθηκε αυτή η εντύπωση από την εκπομπή. Παραδεχόμαστε επίσης ότι το συνοδευτικό ρεπορτάζ μπορεί να ενίσχυσε την εντύπωση αυτή. Το BBC λυπάται γι' αυτό και δέχεται ότι θα έπρεπε να είχε καταστήσει σαφέστερο το γεγονός ότι οι ισχυρισμοί αυτοί δεν σχετίζονται ειδικά με τη Band Aid». Ως εκ τούτου, το BBC «επιθυμεί να ζητήσει ανεπιφύλακτα συγγνώμη από τη Band Aid για αυτή την παραπλανητική και άδικη εντύπωση».
Ο Bob Geldof αποδέχθηκε τη συγγνώμη, ελπίζοντας ότι αυτή θα συμβάλει στην «αποκατάσταση του σημαντικότατου πλήγματος» που προκάλεσε το BBC, συμπληρώνοντας ωστόσο ότι «αναγνωρίζει το σημαντικό δημοσιογραφικό και ανθρωπιστικό ρόλο που διαδραμάτισε το BBC» στην υπόθεση αυτή, καθώς ήταν οι δικές του ανταποκρίσεις που ευαισθητοποίησαν αρχικά τον Geldof.
Η Band Aid επανεμφανίζεται σε σημαντικές επετείους αλλά με διαφορετική σύνθεση, συνεχίζοντας να συγκεντρώνει χρήματα, πράγμα που είναι σημαντικό, αλλά χωρίς να επαναληφθεί η έξαψη, ο ενθουσιασμός και η αίσθηση της πρώτης εκτέλεσης. Προφανώς, όμως, ο «λευκός σωτήρας» πραγματικά πουλάει. Μετά από την πρώτη συγκρότηση του 1984, αυτές είναι οι επόμενες τρεις εκδοχές που ακολούθησαν και που όλες τους έγιναν Νο 1 στη Μεγάλη Βρετανία.
Το Σαββατοκύριακο 2 και 3 Δεκεμβρίου του 1989, μία ομάδα καλλιτεχνών, ηχογράφησε και πάλι το τραγούδι, ως Band Aid II, στο Hit Factory του Λονδίνου. Την εποπτεία αυτής της δεύτερης εκδοχής την είχαν οι Stock, Aitken και Waterman –η πιο επιτυχημένη ομάδα παραγωγών στα τέλη της δεκαετίας του 1980- και για άλλη μια φορά συγκεντρώθηκαν χρήματα για την αντιμετώπιση της πείνας στην Αφρική. Ο Bob Geldof είχε πάρει τηλέφωνο τον Pete Waterman και του ζήτησε να κάνει την παραγωγή σε μία νέα εκτέλεση του τραγουδιού για να βοηθήσει την τρέχουσα κατάσταση στην Αιθιοπία. Μέσα σε 24 ώρες είχε κανονιστεί να γίνει η ηχογράφηση στα στούντιο των Stock, Aitken και Waterman στο Λονδίνο. Στην ηχογράφηση συμμετείχαν πολλοί καλλιτέχνες στους οποίους είχαν κάνει ήδη παραγωγή οι SAW, όπως οι Kylie Minogue, Jason Donovan, Bananarama, Sonia και Cliff Richard, καθώς και άλλοι καλλιτέχνες που είχαν μεγάλες επιτυχίες το 1989, όπως οι Lisa Stansfield, Jimmy Somerville, Wet Wet Wet και Bros. Η Sara Dallin και η Keren Woodward, αμφότερες των Bananarama, ήταν οι μόνοι καλλιτέχνες που συμμετείχαν και στην εκτέλεση του 1984. Η Siobhan Fahey, που ήταν μέλος των Bananarama την εποχή που κυκλοφόρησε η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού, αποχώρησε από το συγκρότημα το 1988.
Οι στίχοι αναδιαμορφώθηκαν σε μία πιο παραδοσιακή μορφή «κουπλέ και ρεφρέν», με το πρώτο κουπλέ να χωρίζεται στα δύο και με μία σύντομη επανάληψη του τελευταίου ρεφρέν να παίζεται στο τέλος και των δύο μερών. Στη συνέχεια, ακολουθεί το μέρος «here’s to you» και η τελική μακρά εκδοχή του ρεφρέν (στο μουσικό βίντεο υπάρχει στο φινάλε και ένας σχολιασμός του Michael Buerk, από το ρεπορτάζ του οποίου είχε εμπνευστεί ο Bob Geldof την πρώτη εκτέλεση).
Τον πρώτο στίχο ερμήνευσε η Kylie Minogue. Οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν στην ηχογράφηση ήταν οι εξής (με αλφαβητική σειρά):
Bananarama, Big Fun, Bros, Cathy Dennis, D Mob, Jason Donovan, Kevin Godley, Glen Goldsmith, Kylie Minogue, The Pasadenas, Chris Rea, Cliff Richard, Jimmy Somerville, Sonia, Lisa Stansfield, Technotronic (στο δίσκο αναφέρονται λανθασμένα ως Technotronics) και Wet Wet Wet.
Μουσικοί ήταν οι: Matt Aitken (πλήκτρα, κιθάρα), Luke Goss (drums), Chris Rea (κιθάρα) και Mike Stock (πλήκτρα). Το εξώφυλλο αναφέρει επίσης και το όνομα A Linn ότι έπαιξε drums, αλλά αυτό είναι μία αστεία αναφορά στο προγραμματισμένο drum machine Linn.
Το single κυκλοφόρησε στις 11 Δεκεμβρίου του 1989. Στις 17 Δεκεμβρίου ανέβηκε στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας για τρεις εβδομάδες. Έτσι έγινε το χριστουγεννιάτικο Νο 1 της χώρας αλλά και το τελευταίο Νο 1 της δεκαετίας του 1980. Επίσης, έγινε Νο 1 στην Ιρλανδία, Νο 8 στη Νέα Ζηλανδία, Νο 15 στη Σουηδία, Νο 17 στο Βέλγιο, Νο 20 στην Ολλανδία, Νο 24 στην Ελβετία, Νο 30 στην Αυστραλία και Νο 74 στη Γερμανία.
Όταν η αρχική σύνθεση της Band Aid ηχογράφησε το «Do They Know It’s Christmas», λίγοι ήταν αυτοί που φαντάζονταν ότι 20 χρόνια αργότερα ένα άλλο σύνολο από διάσημα πρόσωπα -και φωνές- θα συγκεντρωνόταν για να ηχογραφηθεί άλλη μία εκτέλεση, αυτή τη φορά για την καταπολέμηση των προβλημάτων στο Darfur του Σουδάν.
Το νέο single της Band Aid βγήκε σε χρόνο ρεκόρ –ξεκινώντας από ένα ταξίδι του Bob Geldof και του Βρετανού πρωθυπουργού Tony Blair στην Αιθιοπία στις αρχές Οκτωβρίου του 2004 μέχρι την κυκλοφορία του τραγουδιού στις 29 Νοεμβρίου του ίδιου έτους.
Ο Bob Geldof ανέλαβε τη δημοσιότητα και την εκπαίδευση των νέων καλλιτεχνών, καθώς κάποιοι από αυτούς δεν είχαν γεννηθεί ή ήταν πολύ μικροί όταν ηχογραφήθηκε η πρώτη εκτέλεση, ενώ ο Midge Ure βοήθησε τον παραγωγό Nigel Godrich και κινηματογράφησε το γεγονός για το αντίστοιχο ντοκιμαντέρ.
Η συγκέντρωση των καλλιτεχνών για την ηχογράφηση του ρεφρέν του τραγουδιού πραγματοποιήθηκε στα Air Studios στο βόρειο Λονδίνο την Κυριακή 14 Νοεμβρίου του 2004, αν και η μουσική και πολλές από τις σόλο συμμετοχές είχαν ηχογραφηθεί τις δύο προηγούμενες ημέρες στα Mayfair Studios.
Αυτή η εκτέλεση περιέχει ένα επιπλέον τμήμα –ένα ραπ από τον Dizzee Rascal στη μέση του μέρους «Here’s to you». Ο Rascal ήταν ο μόνος καλλιτέχνης που πρόσθεσε στίχους στο τραγούδι.
Στην ηχογράφηση συμμετείχαν οι: Daniel Bedingfield, Natasha Bedingfield, Bono (U2), Busted, Tom Chaplin (Keane), Dido (η οποία ηχογράφησε το μέρος της χωριστά, στη Μελβούρνη), Dizzee Rascal, Ms Dynamite, Skye Edwards (Morcheeba), Estelle, Feeder, Neil Hannon (The Divine Comedy), Justin Hawkins (The Darkness), Fran Healy (Travis), Jamelia, Beverley Knight, Lemar, Shaznay Lewis (πρώην μέλος των All Saints), Chris Martin (Coldplay), Katie Melua, Roisin Murphy (Moloko), Tim Rice-Oxley (Keane), Snow Patrol, Rachel Stevens, Joss Stone, Sugababes, The Thrills, Turin Brakes, Robbie Williams (ο οποίος ηχογράφησε το μέρος του χωριστά, στο Los Angeles) και Will Young.
Ο Bono πέταξε ειδικά γι’ αυτό το σκοπό από την Ιρλανδία, αργά την Κυριακή το βράδυ, και πείστηκε από τον Bob Geldof να τραγουδήσει τον ίδιο στίχο όπως είχε κάνει δύο δεκαετίες νωρίτερα. Ο ίδιος ο Bono είπε ότι προσέγγισε με διαφορετικό τρόπο την πρώτη «ακατέργαστη» συμβολή του. Η εκδοχή του είναι αυτή που χρησιμοποιήθηκε αντί αυτής που είχε ηχογραφήσει ο Justin Hawkins των Darkness. Ο Bono ήταν ο μόνος καλλιτέχνης σ’ αυτή την εκδοχή που ήταν και στην πρώτη εκτέλεση και ο έκτος που συμμετείχε σε δύο εκτελέσεις (μετά τους Bob Geldof, Midge Ure, Paul McCartney, Sarah Dallin και Keren Woodward). Ο Damon Albarn των Blur δεν έλαβε μέρος στην ηχογράφηση αλλά εμφανίστηκε να σερβίρει τσάι στους συμμετέχοντες. Τον πρώτο στίχο ερμήνευσε ο Chris Martin των Coldplay.
Μουσικοί ήταν οι: John Greenwood (Radiohead), Dan Hawkins (The Darkness) και Justin Hawkins (The Darkness) στις κιθάρες, Danny Goffey (Supergrass) στα drums, Paul McCartney στο μπάσο και Thom Yorke (Radiohead) στο πιάνο.
Ο Will Young, που στο single έκανε ντουέτο με την Jamelia, είπε ότι η ηχογράφηση του τραγουδιού ήταν μία συναισθηματική εμπειρία.
Will Young: Μπήκαμε όλοι στο στούντιο και ήταν λίγο εντυπωσιακό να τους βλέπεις εκεί όλους μαζί. Αλλά τότε ο Bob Geldof μας έδειξε ένα βίντεο για το πώς ήταν 20 χρόνια πριν για τα παιδιά και τους γονείς τους στην Αφρική. Όλοι ήταν με δάκρυα στα μάτια αλλά μας έκανε να επικεντρωθούμε στο γιατί ήμασταν εκεί.
Ο Bob Geldof ανέτρεξε στην πρώτη ηχογράφηση με υπερηφάνεια: «Αισθάνομαι απολύτως περήφανος, όχι επειδή είναι ένα βαθυστόχαστο τραγούδι, αλλά επειδή έχω συνεισφέρει κάτι στη λαϊκή κουλτούρα που έχει πραγματικά ενσωματωθεί στη συνείδηση του έθνους».
Παρά τη θρυλική υπόσταση του Bob Geldof, κάποιοι από τους νέους αστέρες ήταν λίγο μπερδεμένοι σχετικά με το ποιος οργάνωσε τη συγκέντρωση. Η Joss Stone αποκάλεσε τον Geldof λανθασμένα ως «Gandalf»! Ωστόσο, μπορεί να τη συγχωρήσει κανείς δεδομένου ότι δεν είχε καν γεννηθεί όταν βγήκε το πρωτότυπο τραγούδι.
Ο ρεπόρτερ της ιστοσελίδας του BBC News, Ian Youngs, ήταν μέσα στο στούντιο όπου ηχογραφήθηκε το single της νέας Band Aid και κατέγραψε όσα συνέβησαν εκείνη την ημέρα:
AirStudios, Λονδίνο: 08.45
Το μεγάλο μουσικό άρμα της Band Aid είναι ήδη σε πλήρη κίνηση, με το στούντιο ηχογράφησης του σερ George Martin στο Hampstead, στο βόρειο Λονδίνο, να είναι κυψέλη δραστηριοτήτων. Υπάρχουν ήδη μπόλικοι οπαδοί και φωτογράφοι έξω από την εντυπωσιακά μετατρεπομένη εκκλησία. Δεν μας επιτρέπεται να μπούμε στο στούντιο επειδή ο Chris Martin των Coldplay είναι ήδη εκεί ηχογραφώντας κάτι. Ατημέλητος και έχοντας ανακατευτεί με όλους τους μουσάτους τύπους του στούντιο, περιπλανιέται μετά από λίγο στο φουαγιέ και συνομιλεί με μερικούς ανθρώπους. Αποδεικνύεται ότι ένα αρκετά μεγάλο μέρος του τραγουδιού έχει ήδη ηχογραφηθεί –η μουσική ετοιμάστηκε την Παρασκευή και πολλοί από τις σόλο γραμμές έγιναν το Σάββατο. Όλες οι συζητήσεις γίνονται γύρω από τη συμβολή του Dizzee Rascal –έχει γράψει ραπ στίχους που ενεργούν ως απαντήσεις στους στίχους που τραγουδάει ο Justin Hawkins των Darkness.
AirStudios, Λονδίνο: 09.20
Με καλέσανε σ’ ένα γραφείο για να ακούσω μία πρόχειρη εκτέλεση των τμημάτων του τραγουδιού που έχουν ήδη ηχογραφηθεί. Ο Chris Martin των Coldplay είπε τον εναρκτήριο στίχο, που στην πρώτη εκτέλεση είχε ηχογραφηθεί από τον Paul Young. Αυτό θα είναι σίγουρα στην τελική εκτέλεση –αλλά όλα τ’ άλλα είναι όποιος προλάβει. Στην πρόχειρη εκδοχή, η Dido είπε το μέρος του Boy George, οι Sugababes πήραν τη θέση του Simon Le Bon και ο Justin Hawkins των Darkness τραγούδησε το διάσημο στίχο που ερμήνευσε ο Bono: «Well, tonight thank God it’s them instead of you» με ένα τυπικό falsetto να κοσμεί το τέλος. Ο Bono ξαναηχογράφησε αυτό το μέρος και το έστειλε μέσω τηλεφωνικής γραμμής από την Ιρλανδία. Το τμήμα του Dizzee Rascal είναι εντυπωσιακό και φέρνει το τραγούδι αποφασιστικά στον 21ο αιώνα. Λειτουργεί φανταστικά. Η περίτεχνη κιθάρα των Darkness παίζει πάνω από το μέρος όπου θα μπει αργότερα η χορωδία.
Air Studios,Λονδίνο: 10.15
Ο Midge Ure, ο οποίος έκανε την παραγωγή στο δίσκο του 1984, έρχεται στην καμπίνα μου για να μας υπενθυμίσει γιατί συμβαίνουν όλα αυτά ξανά, 20 χρόνια αργότερα. Πρόσφατα πήγε στην Αιθιοπία και είπε ότι η κατάσταση εκεί έχει βελτιωθεί –αλλά υπάρχουν ακόμα πολλά προβλήματα στην ήπειρο που πρέπει να επιλυθούν. Ελπίζει επίσης ότι, όσο θα συγκεντρώνονται χρήματα, το νέο τραγούδι θα ασκήσει πίεση στους πολιτικούς καθώς η Μεγάλη Βρετανία φιλοξενεί τον επόμενο χρόνο τη σύνοδο κορυφής της G8. Όσο για το τραγούδι, λέει ότι ο Dizzee Rascal ήταν «λαμπρός». «Μπήκε και έκανε αυτό το μικρό ραπ στη μέση του τραγουδιού. Είπε δύο γραμμές –μία λήψη η καθεμία- και όταν κατάλαβε ότι η απόσταση ήταν μικρότερη από αυτή που έγραψε, έφυγε για 10 λεπτά και επανήλθε με όλη αυτή τη νέα γραμμή. Ήρθε μ’ αυτό το φανταστικό στίχο, κάτι σαν ‘‘βοηθήστε τους αβοήθητους’’, που ήταν υπέροχος». Όσο για τη λογομαχία σχετικά με τη γραμμή του Bono, είπε ότι πολλοί την έχουν ηχογραφήσει αλλά δεν έχουν ληφθεί αποφάσεις. Μπορεί και να χρησιμοποιήσουν ακόμη και τα αρχικά φωνητικά του Bono. «Πρέπει να είναι αυτό που θα λειτουργήσει καλύτερα, αυτό που έχει τον παράγοντα που σου σηκώνεται η τρίχα. Πρέπει να σταθείς πίσω και να τ’ ακούσεις όλα και να σκεφτείς ποιο είναι το καλύτερο. Ποιο είναι αυτό που πιάνει εκείνη τη στιγμή».
AirStudios, Λονδίνο: 11.30
Έξω, έχει ξεπηδήσει ένα τσίρκο των μέσων ενημέρωσης με μία σειρά από τηλεοπτικές κάμερες που οδηγούν στις πόρτες του στούντιο. Η Jamelia είναι το επόμενο αστέρι που έρχεται, με την κόρη της. Έρχεται στο περίπτερο Τύπου και αρπάζει ένα κοντινό κουτί με μπισκότα πριν το κρύψει κάτω από το τραπέζι όταν ένας φωτογράφος αρχίζει να τραβά φωτογραφίες. Θα τραγουδήσει στίχους με τον Will Young –δεν ξέρει ακόμα ποιους- και λέει ότι ήταν «ένα τεράστιο πράγμα στο οποίο έπρεπε να συμμετέχει». «Φυσικά, δεν μπορούμε να τονίσουμε πια ότι είναι για ένα φανταστικό σκοπό και κάτι στο οποίο πραγματικά πιστεύω», είπε, αποκαλύπτοντας ότι θα ταξιδέψει στη Ρουάντα τον Ιανουάριο. «Χρησιμοποιώ τη δημοτικότητά μου για να ευαισθητοποιήσω για κάτι που είναι τόσο πραγματικό. Είναι ακόμα εδώ. Είναι πολύ λυπηρό το γεγονός ότι ζούμε σ’ έναν κόσμο όπου υπάρχουν άνθρωποι σε 100% φτώχεια». Η ατμόσφαιρα ήταν «πολύ πιο χαλαρή απ’ ό,τι περίμενα», λέει, προθέτοντας ότι άκουσε από τη μαμά της «το μεγαλύτερο κατσάδιασμα ever» όταν αναφέρθηκε στην Band Aid ως «εκείνο το τραγούδι». Ο συγγραφέας Richard Curtis είναι έξω και η Rita Gilligan, μία σερβιτόρα από το Hard Rock Café, που παρέχουν το catering, σκάνε μύτη. Θα σερβίριζε 200 γεύματα την Κυριακή, λέει. «Θα τους ταΐσουμε όλους. Feed the world, όπως λένε».
AirStudios, Λονδίνο: 12.15
Τα αστέρια έρχονται πυκνά και γρήγορα, με την Joss Stone, τον τραγουδιστή των Travis, Fran Healy, τον Gary Lightbody των Snow Patrol, και τον άνθρωπο που τα άρχισε όλα, Bob Geldof. Όλοι φτάνουν –οι περισσότεροι τυλιγμένοι για να προφυλαχθούν από το κρύο. Αλλά ο Justin Hawkins των Darkness περνά μπροστά από τις τηλεοπτικές κάμερες με το πουκάμισο ανοιχτό και επιδεικνύοντας το στήθος του συν τα δερμάτινα παντελόνια, σταματώντας μόνο για μία φωτογενή αγκαλιά με τον Geldof. Μέσα, η Jamelia και ο Will Young βγαίνουν από ένα μικρότερο στούντιο όπου ηχογράφησαν τα μέρη τους. «Χρειάστηκαν 10 λεπτά, οπότε ήταν εντάξει», λέει η Jamelia.
Air Studios, Λονδίνο: 13.00
Οι Busted, Keane και Rachel Stevens είναι οι τελευταίοι που έφτασαν. Κάποια στιγμή, ο κατάλογος στο περίπτερο του Τύπου περιλαμβάνει τον τραγουδιστή των Keane, Tom Chaplin, την Katie Melua, τους Busted και τον τραγουδιστή των Feeder, Grant Nicholas. Ο Chaplin είπε τις γραμμές του το Σάββατο – τα πρώτα ρεφρέν «Feed the World» του τραγουδιού, είπε. «Έχει αλλάξει λίγο από το αρχικό», μας λέει. «Είναι μία ελαφρώς διαφορετική λήψη. Δεν είμαι καν σίγουρος ότι ήταν στο πρωτότυπο. Άκουσα μερικές φορές το αρχικό single για να προσπαθήσω να μάθω πως πήγαινε». Οι Busted, εν τω μεταξύ, λένε ότι η μέρα είναι σαν την πρώτη μέρα στο σχολείο. «Όλοι είναι σαν ‘‘όου, θα πρέπει να μιλήσω σε κάποιον;’’», λέει ο τραγουδιστής Charlie Simpson. «Είμαι χαρούμενος που είμαστε εδώ ως συγκρότημα γιατί νομίζω ότι είναι πολλοί που είναι εδώ μόνοι τους και μπορούμε να μιλήσουμε ο ένας στον άλλο». Ο Matt Jay πιστεύει ότι το φιλανθρωπικό μήνυμα θα φτάσει στους νέους θαυμαστές τους. «Πιστεύω ότι πραγματικά θα αφυπνίσει κάποιους από τους θαυμαστές μας και, αν όχι, εμείς που συμμετέχουμε σ’ αυτό θα ρίξουμε φως γι’ αυτούς». Ο James Bourne προσθέτει: «Η φιλανθρωπία είναι ένας όρος που λίγο πολύ όλοι καταλαβαίνουν –είτε είσαι τεσσάρων ή πέντε χρονών, όλοι ξέρουν ότι είναι για καλό σκοπό». Ανάμεσα στους άλλους που τριγυρίζουν είναι και η κόρη του Geldof, Pixie, φορώντας ένα μπλουζάκι «Feed the World» που φόρεσε ο μπαμπάς της στην αρχική ηχογράφηση πριν από 20 χρόνια. Έξω, οι φωτογράφοι, οι θαυμαστές και η αστυνομία προκαλούν χάος στους κατοίκους αυτής της καταπράσινης οδού του Hampstead. Πολλοί security φρουρούσαν το κτίριο, αλλά δύο κατάφεραν να σπάσουν τα μέτρα ασφαλείας. Δύο αδέσποτα σκυλιά μπήκαν στο στούντιο χωρίς κανείς να τα έχει παρατηρήσει πριν εγκατασταθούν στη γωνία της αίθουσας όπου θα ηχογραφηθεί το φινάλε.
AirStudios, Λονδίνο: 13.45
Οι καλλιτέχνες ενημερώθηκαν ότι σύντομα θα τραβηχτεί η ομαδική φωτογραφία. Δύο σειρές καρέκλες τοποθετήθηκαν στην αίθουσα, η καθεμία με ένα αυτοκόλλητο με διαφορετικό όνομα καλλιτέχνη. Στην αίθουσα και το φουαγιέ, οι καλλιτέχνες ανακατεύονται διστακτικά –οι Darkness μιλούν στους Travis, η Ms Dynamite, ο Lemar και η Natasha Bedingfield ανταλλάσσουν συνομιλίες με την Shaznay Lewis και την Estelle. Όλοι φαίνεται να συμπεριφέρονται κόσμια, με πολλά παιδιά και μάνατζερ να τριγυρίζουν επίσης. Στο μέρος του Hard Rock Café του στούντιο, άρπαξα ένα σάντουιτς με αυγό και έβαλα μία δωρεά σε ένα από τα δύο μεταλλικά δοχεία που είχαν τοποθετηθεί έξω για να συγκεντρωθούν περισσότερα χρήματα για την Band Aid Trust. Παρά την απουσία τόσων πολλών αστέρων, τα δοχεία –που ήταν έξω περίπου από τις 12:00- είναι άδεια εκτός από ένα πορτοκάλι.
AirStudios, Λονδίνο: 14.00
Ο Bob Geldof συγκεντρώνει τους καλλιτέχνες για να τους υπενθυμίσει ότι αυτό δεν είναι άλλος ένας αστεϊσμός. «Στην Band Aid 20, δεν κρατάτε απλά εκατοντάδες ή χιλιάδες ανθρώπους που πηγαίνουν με τα έσοδα», λέει στο πλήθος. «Αυτή τη χρονιά, όταν ο κόσμος αγοράσει το δίσκο σας, κάνει μία πολιτική δήλωση. Αυτό που κάνετε σήμερα το πρωί και αφήνετε την Κυριακή σας είναι πολιτικό αίτημα. Την επόμενη χρονιά, πρέπει να συνεχίσουμε να ασκούμε αυτή την πίεση». Για να δώσει έμφαση στην άποψή του, έπαιξε ένα βίντεο από τον λιμό στην Αιθιοπία πριν από 20 χρόνια, κάνοντας πολλούς από αυτούς τους αστέρες να προσγειωθούν απότομα στη γη. Όταν τελείωσε, σύστησε μία νεαρή γυναίκα από την Αιθιοπία που εμφανιζόταν στο βίντεο ως ένα υποσιτισμένο παιδί. «Αυτή είναι η απόδειξη ότι η Band Aid και η Live Aid δουλεύουν. Είστε μέρος τους τώρα. Είστε μέρος αυτής της παρέας». Λίγα ξηρά μάτια υπήρχαν στην αίθουσα, με την Joss Stone, τη Ms Dynamite και τις Sugababes να έχουν καταβληθεί όλες από το συναίσθημα.
AirStudios, Λονδίνο: 14.15
Είπαν στους αστέρες να συγκεντρωθούν για τη «σχολική φωτογραφία», στην οποία παρατάχθηκαν σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες. Είναι οι ανεξάρτητοι τύποι πίσω και οι Pop στάρλετ μπροστά, με λίγες μόνο απουσίες –ο Dizzee Rascal, ο σερ Paul McCartney, ο Thom Yorke και ο Chris Martin δεν είναι εδώ. Παρά την εντολή να μην υπάρξουν άλλοι εκτός από τον επίσημο φωτογράφο –πλήρωσε πολλά χρήματα για να είναι εδώ- η Ms Dynamite εντόπισε κάποιους στο μπαλκόνι που τραβούσαν φωτογραφίες. Συνελήφθησαν από την ασφάλεια.
Air Studios,Λονδίνο: 14.30
Η Joss Stone εισέρχεται στο περίπτερο Τύπου, αναστατωμένη και θυμωμένη με τη συναισθηματική στιγμή που μόλις βίωσε. «Δεν μπορείτε να με σταματήσετε από το κλάμα, ήταν τόσο ενοχλητικό», λέει. «Είναι απλά θλιβερό. Είναι τόσο φρικτό και δεν πρέπει να είναι έτσι. Δεν ξέρω γιατί είναι έτσι. Έχουμε όλα τα τρόφιμα του κόσμου και δεν τα τρώμε καν όλα. Αυτό με τρελαίνει». Δεν γεννήθηκε όταν έγινε η πρώτη Band Aid και δεν είχε δει ποτέ το βίντεο του 1984. Η ατμόσφαιρα αυτή τη φορά ήταν «καλή, όλοι δούλευαν μαζί», λέει. «Δεν είναι για τα χρήματα. Είναι για τις ζωές των ανθρώπων. Αυτό είναι λίγο πιο σημαντικό». Αφού έφυγε η Joss Stone, ο Damon Albarn περιπλανιέται φορώντας μία ροζ ποδιά και μεταφέροντας ένα δίσκο με φλιτζάνια τσαγιού που μοίραζε. Βγήκε και μία φωτογραφία με τον Bob Geldof, τον οποίο η Joss Stone αποκάλεσε λανθασμένα Gandalf.
AirStudios, Λονδίνο: 14.45
Ο Bob Geldof κάθεται να μιλήσει στον Τύπο. Λέει ότι έδειξε στους αστέρες ένα σκληρό βίντεο από το λιμό στην Αιθιοπία του 1984 για να τους υπενθυμίσει γιατί ήταν εκεί. «Αν μη τι άλλο, είναι πιο σημαντικό αυτή τη φορά, γι’ αυτό ακριβώς ήθελα [να το δείξω] αν υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία ή αν βαριόντουσαν που θα ‘πρεπε να αφήσουν την Κυριακή τους». Ήθελε να τους ενημερώσει ότι η Band Aid δουλεύει, λέει. «Λειτουργεί σε κάθε επίπεδο. Νομίζω ότι το έπιασαν. Μπορεί να παρασυρθείς από το γεγονός, ειδικά αν είσαι σ’ ένα Pop συγκρότημα. Πρόκειται, όμως, για κάτι άλλο. Είναι σχετικά με τη χρήση της τέχνης και του πολιτισμού για να κινηθεί κάτι που είναι μια τραγική πληγή. Και λειτουργεί».
AirStudios, Λονδίνο: 15.00
Η ομάδα των περίπου 40 μουσικών συγκεντρώνεται σαν σχολική χορωδία για να ηχογραφήσει το φινάλε, ο καθένας με ένα ζευγάρι ακουστικά παίζοντάς τους το υπόλοιπο του κομματιού. Αυθόρμητα μπαίνουν στα ρεφρέν του «Feed the world» και του «Do They Know It’s Christmas?» και περιστασιακά σ’ ένα πολύ δυνατό «1-2-3-4». Στη συνέχεια, η ομοιότητα των μουσικών με σχολική χορωδία γίνεται ακόμα πιο εντυπωσιακή καθώς το κάνουν ξανά με παιδικά όργανα –η Rachel Stevens έχει τις μαράκες της, ο Fran Healy τις καστανιέτες του και η Ms Dynamite ένα wood block. Ο Healy είπε ότι η νέα εκτέλεση θα είναι διαφορετική από την αρχική του 1984. «Αυτή αντανακλά τον ήχο που έγινε από τους σημερινούς καλλιτέχνες», είπε. Μερικοί, όπως ο drummer των Darkness Ed Graham, δεν συμμετείχαν στη χορωδία και περπατούσαν στο διάδρομο. Ο Will Young και η Natasha Bedingfield έφυγαν βιαστικά πριν το τέλος, σαν να έπρεπε να είναι σε άλλα πολύ σημαντικά μέρη.
AirStudios, Λονδίνο: 15.50
Η περιοχή του Hard Rock Café είναι γεμάτη με αστέρες που παίρνουν αργά μεσημεριανό γεύμα. Τα δοχεία με τις δωρεές έχουν τώρα περίπου 100 λίρες σε χαρτονομίσματα. Η χορωδία συνέρχεται –αυτή τη φορά με τα κατάλληλα όργανα. Ο Fran Healy είναι σ’ ένα από τα τρία σετ τυμπάνων καθώς η Ms Dynamite και μία Sugababe κτυπούν δυνατά ένα άλλο. Η Beverley Knight είναι στα πλήκτρα και ο Daniel Bedingfield αρπάζει μία κιθάρα. Η εορταστική ατμόσφαιρα επέστρεψε και αυτές οι σκηνές θα είναι στο βίντεο του single και αναμφίβολα θα παιχτούν αμέτρητες φορές τα Χριστούγεννα.
AirStudios, Λονδίνο: 15.50
Οι καλλιτέχνες αρχίζουν να αποξενώνονται, αλλά οι Darkness και οι Sugababes έρχονται στο περίπτερο Τύπου και τα άτακτα παιδιά της σχολικής χορωδίας δεν μπορούν ν’ αντισταθούν στα πειράγματα. Ο Damon Albarn, ακόμα με ροζ ποδιά, επιστρέφει και μου προσφέρει ένα φλιτζάνι τσάι. Ρωτά αν θέλω ζάχαρη. Ο Midge Ure, εκτελεστικός παραγωγός του single, λέει ότι τα μέρη που θα χρησιμοποιηθούν από τους διάφορους καλλιτέχνες είναι ακόμη στον αέρα, και ο Bono πετάει από την Ιρλανδία το βράδυ για να ηχογραφήσει πάλι το στίχο που είχε το 1984.
AirStudios, Λονδίνο: 17.45
Οι περισσότεροι καλλιτέχνες έχουν φύγει και το στούντιο αδειάζει. Ο Bob Geldof και ο Midge Ure επιστρέφουν και μας δίνουν μία σύνοψη για το πώς πήγε η μέρα.
«Ήταν φανταστικά, δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε τίποτα καλύτερο», λέει ο Ure. «Είχαμε την αφρόκρεμα αυτού που είχε να προσφέρει το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ποιότητα στο τραγούδημα και τη ποιότητα της μουσικότητας είναι απίστευτη». Ο Geldof δίνει τα εύσημα στους καλλιτέχνες, προσθέτοντας ένα αίτημα για όλους να αγοράσουν ένα –ή περισσότερα- αντίτυπα του single όταν κυκλοφορήσει στις 29 Νοεμβρίου. «Για κάποιο λόγο, αυτή η χώρα φέρνει στο προσκήνιο ανθρώπους που μπορούν να παίξουν ροκ μουσική και αυτό δίνει παλμό στον κόσμο», λέει. «Αλλά το καλύτερο απ’ όλα είναι η νοοτροπία. Αυτό που συνέβη σήμερα σ’ αυτή την αίθουσα είναι δεόντως σημαντικό και αξέχαστο και θα μείνει στην ιστορία».
AirStudios, Λονδίνο: 19.55
Ο Bono έχει καθυστερήσει κι έτσι φεύγω από το στούντιο. Υπάρχει ένα απλό τραπέζι με κεριά που τοποθετήθηκε στο κέντρο της αίθουσας όπου όσοι εξακολουθούν να εργάζονται για το τραγούδι, συμπεριλαμβανομένου του παραγωγού Nigel Godrich και του τραγουδιστή των Travis, Fran Healy, θα φάνε σούσι. Ένας βοηθός δίνει στον Bob Geldof δύο πράγματα από τους θαυμαστές που είναι έξω –ένα σημείωμα από κάποιον που ισχυρίζεται ότι έχει κασέτες από τα πολύ πρώτα χρόνια των Boomtown Rats και ένα φάκελο με την ένδειξη «Δωρεά».
Το αστέρι της R&B Beverley Knight ήταν ανάμεσα στα δεκάδες μεγάλα ονόματα που έλαβαν μέρος στην ηχογράφηση του νέου single της Band Aid στα Air Studios.
Beverley Knight: Ήμουν 11μιση χρονών όταν βγήκε το πρώτο ντοκιμαντέρ του Michael Buerk και τα θυμάμαι όλα σαν να ήταν χθες. Ήμουν αρκετά μεγάλη για να καταλάβω τι έβλεπα. Θα ήθελα, λοιπόν, να πιστεύω ότι οι θαυμαστές π.χ. των Busted και του Rachel Stevens –οι νεαρότεροι θαυμαστές εκεί έξω- ίσως να μην καταλαβαίνουν όλα τα πράγματα σχετικά με τη μείωση του χρέους και τη σύνοδο κορυφής της G8, αλλά τουλάχιστον καταλαβαίνουν ότι αγοράζοντας αυτό το δίσκο θα βοηθήσουν ένα παιδί που δεν ήταν τόσο τυχερό όσο αυτοί. Ακόμα θυμάμαι από την πρώτη φορά που έλεγα «κοίτα τον Boy George, είχε κόκκινα μαλλιά και, ω, ο Sting είχε ένα χτένισμα κουρτίνα» βλέποντας και παρατηρώντας ποιος ήταν εκεί. Το γεγονός ότι κάποιοι άνθρωποι πρόκειται να το κάνουν αυτό σε 20 χρόνια για μας δεν έχει ακόμα εμπεδωθεί. Ήμουν εδώ χθες κάνοντας αποσπάσματα και κομμάτια. Έκανα πολλά πράγματα με τη Ms Dynamite –κάναμε ένα ντουέτο, εναρμονιστήκαμε και ήταν πραγματικά ωραία. Και ήρθα εδώ σήμερα σχεδόν μ’ ένα βάρος ευθύνης. Τότε σκέφτηκα –περίμενε Bev, κάνεις το κομμάτι σου, απόλαυσέ το. Χαλάρωσε λίγο. Απόλαυσε το λόγο που είσαι εδώ. Μην ξεχνάς γιατί είσαι εδώ αλλά μπορείς να χαμογελάσεις, μπορείς να διασκεδάσεις. Ήταν, λοιπόν, αρκετά περίεργο, αλλά όταν ξεκινήσαμε αισθάνθηκα πραγματικά ωραία. Όταν είσαι μέσα σ’ αυτό και παίρνεις οδηγίες από τον Nigel (Godrich) και τον Midge (Ure), κάνεις αυτό που σου λένε και γελάς. Αλλά όταν τελειώσεις, σκέφτεσαι –περίμενε, ήμουν μέρος της ιστορίας. Ω, Θεέ μου! Μόλις κάνεις ένα βήμα πίσω απ’ όλο αυτό, καταλαβαίνεις ότι ήταν απίστευτο, πραγματικά απίστευτο. Τι υπέροχη ατμόσφαιρα. Στο jam, ήμουν στα πλήκτρα, ο Fran (Healy) και οι Sugababes στα drums, οι Busted, Thrills και Darkness ήταν στις κιθάρες και όλοι έπαιζαν κρουστά. Ήταν υπέροχα. Τι γέλιο! Αλλά, για να είμαι ειλικρινής, ένα πράγμα που πραγματικά μ’ απασχολούσε ήταν το εξής: θα το εκτιμήσουν πραγματικά αυτό που κάναμε και το λόγο που ήμασταν όλοι εδώ; Αλλά αυτό που έκανε ο Bob (Geldof), που ήταν απολύτως ιδιοφυές, ήταν όταν έπαιξε το βίντεο που έπαιξε στο Live Aid –αυτές τις οδυνηρές εικόνες- και αυτό μας βοήθησε όλους να επικεντρωθούμε στο λόγο που ήμασταν εδώ και σ’ αυτό που κάναμε. Αυτό το κόλπο, μας έβαλε όλους στον ίδιο τρόπο σκέψης. Αλλά κανείς δεν ήρθε εδώ με το εγώ του. Καμία δεν ήρθε εδώ σαν ντίβα. Ήταν απλά υπέροχα, απολύτως υπέροχα. Οφείλω να ομολογήσω ότι έφυγα για να κλάψω λίγο επειδή (το βίντεο) ήταν τόσο δυνατό, ειδικά όταν μπήκε μέσα η κυρία που επέζησε. Αυτό λειτούργησε. Και η Band Aid 20 θα λειτουργήσει –αν αγοράσουμε το δίσκο.
Το single κυκλοφόρησε στις 29 Νοεμβρίου του 2004 με τις εισπράξεις να πηγαίνουν στα θύματα της πολιτικής και ανθρωπιστικής κρίσης στο Σουδάν και ιδιαίτερα στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο περιοχή του Darfur.
Ο Shane Murray, ο οποίος συντόνισε την κυκλοφορία του τραγουδιού για τη Mercury Records, εντάχθηκε στο project στα τέλη Οκτωβρίου και την επομένη της κυκλοφορίας του τραγουδιού διηγήθηκε στο BBC News την ιστορία για το πώς συνέβη:
«Πέμπτη 28 Οκτωβρίου
Είχαμε μία συνάντηση κι αυτή ήταν η πρώτη φορά που ξέραμε ότι επρόκειτο να συμβεί κάτι. Ήταν άνθρωποι που καθίσανε γύρω από ένα τραπέζι για πρώτη φορά. Συνήθως με ένα δίσκο, ο χρόνος που παίρνει για το όλο στήσιμο μπορεί να είναι αόριστος. Ως δισκογραφική εταιρεία, προσπαθούσαμε να φτιάξουμε ένα πολύ αυστηρό χρονοδιάγραμμα που έπρεπε να τηρήσουμε. Τα χρονοδιαγράμματα της παραγωγής πεταχτήκανε έξω από το παράθυρο και έπρεπε να παραβούμε τους κανόνες. Δεν είχε οριστεί ημερομηνία και ορισμένοι βασικοί καλλιτέχνες είχαν δηλώσει συμμετοχή. Η Band Aid Trust είχε προσεγγίσει τον Nigel Godrich ως παραγωγό. Ήταν σε θέσει να φέρει δύο βασικούς καλλιτέχνες που θα χρησίμευαν καταλυτικά για να δηλώσουν και άλλοι συμμετοχή -ο ένας ήταν ο Chris Martin και ο άλλος ο Fran Healy των Travis. Η συμμετοχή τους έδωσε πολλή αξιοπιστία σ’ αυτό που προσπαθούσαμε να κάνουμε.
Κυριακή 31 Οκτωβρίου
Ο Robbie Williams έκανε το δικό του κομμάτι στο Los Angeles. Το έκανε πολύ νωρίς και ο Fran είχε κάνει τον φωνητικό οδηγό σ’ ένα υποστηρικτικό κομμάτι που έκανε ο Midge και ο Nigel.
Τρίτη 2 Νοεμβρίου
Είχαμε την πρώτη μας συνάντηση με την εταιρεία παραγωγής Initial, η οποία βρίσκεται πίσω από το επικείμενο ντοκιμαντέρ του BBC One και το διαφημιστικό βίντεο. Την ίδια μέρα, είχαμε την πρώτη συνάντηση με το νέο μας τμήμα μέσων ενημέρωσης, εξετάζοντας πράγματα όπως τα ringtones και τα downloads.
Κυριακή 7 Νοεμβρίου
Ήταν η ημέρα κυκλοφορίας του Live Aid DVD και το ενδιαφέρον του Τύπου άρχισε για τα καλά αυτή την εβδομάδα. Καλλιτέχνες δήλωναν συμμετοχή μέρα με τη μέρα –είχαμε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο δελτίο Τύπου. Θα μπορούσες να πεις ότι δημιουργούνταν μία ξεχωριστή ημέρα γιατί τόσοι πολλοί άνθρωποι έλεγαν «ναι, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να βοηθήσουμε».
Τετάρτη 10 Νοεμβρίου
Η Band Aid Trust είχε το εξώφυλλο του Damien Hirst για δύο μέρες πριν αποφασίσουν ότι δεν θέλουν να το χρησιμοποιήσουν, για δικούς τους λόγους. Έπρεπε ν’ αντιδράσω σ’ αυτό γνωρίζοντας ότι είχαμε προθεσμίες και θέλαμε κάποιον που να μπορούσε να κάνει γρήγορη αλλά και φανταστική δουλειά. Ρώτησα μία εταιρία, την Big Active. «Πόσο καιρό έχουμε;» ρώτησαν. Είπα: «Περίπου 24 ώρες».
Παρασκευή 12 Νοεμβρίου
Είχαμε προθεσμία μέχρι τις 6 το απόγευμα για το εξώφυλλο και ήμασταν έγκαιροι. Όλοι ήταν απόλυτα ικανοποιημένοι μ’ αυτό. Έπρεπε να έχουμε όλα τα εξώφυλλα και τη λίστα τραγουδιών και την ετικέτα της εταιρείας τελειωμένα πριν λάβει χώρα η πραγματική ηχογράφηση του τραγουδιού γιατί έπρεπε να αρχίσει η παραγωγή της φυσικής συσκευασίας πριν την εκτύπωση των CD. Αντί να φτιάξεις 50.000 χάρτινα μέρη για να τα βάλεις στις θήκες των CD, φτιάχνεις 1.500.000. Δύο εργοστάσια στο Μπλάκμπερν και στο Ανόβερο έπιασαν δουλειά.
Σάββατο 13 Νοεμβρίου
Καταφέραμε να έχουμε έτοιμο το υποστηρικτικό κομμάτι πριν έρθουν όλοι την Κυριακή. Αρκετοί είχαν κάνει τα φωνητικά τους το Σάββατο –οι Sugababes και ο Tom Chaplin από τους Keane- ενώ ο Justin και ο Dan από τους Darkness ήρθαν για να κάνουν τα κιθαριστικά τους μέρη και τα φωνητικά του Justin.
Κυριακή 14 Νοεμβρίου – Η μεγάλη ηχογράφηση
Φαινόταν σίγουρα ότι καθένας που ήταν εκεί κατά τη διάρκεια του σαββατοκύριακου ήξερε γιατί ήταν εκεί και ήταν πολύ προνομιούχοι που ήταν εκεί. Ήταν εκπληκτικοί, τόσο δυναμικοί, τόσο πρόθυμοι να βοηθήσουν. Τόσοι πολλοί άνθρωποι πέρα από την ημέρα της ηχογράφησης έχουνε πει «τί μπορούμε να κάνουμε για να βοηθήσουμε;». Ο Bob το διατύπωσε με πολύ σαφείς όρους –η διαφορά που κάναμε σήμερα θα σώσει τις ζωές των ανθρώπων γιατί ο κόσμος θα βγει και θ’ αγοράσει το δίσκο.
Δευτέρα 15 Νοεμβρίου
Ο δίσκος τυπώθηκε πραγματικά στο στούντιο του Abbey Road στις 2 το μεσημέρι και είχαμε εκεί διάφορα μέλη της ομάδας ραδιοφωνικής προώθησης σε επιφυλακή. Εκείνο το απόγευμα, τους παραδόθηκαν περίπου 30 ή 40 αντίγραφα και μία από τις διαφημιστικές ομάδες μας πέταξε απευθείας για τη Σκωτία. Μία άλλη πήγε σε ένα μέρος αντιγραφής του CD. Εν τω μεταξύ, οι δικές μας εγκαταστάσεις παραγωγής έλαβαν μέσω δορυφόρου το master της νέας ηχογράφησης. Ήταν σε θέση να δημιουργήσουν τελικά φυσικά αντίγραφα από τις 4 περίπου το μεσημέρι της Δευτέρας.
Τρίτη 16 Νοεμβρίου
Είχαμε διάφορα άτομα σε ραδιοφωνικούς σταθμούς σε όλο το Λονδίνο και τη Σκωτία και παρέδωσαν ιδιοχείρως τα CD περίπου στις 7:58 έτσι κανείς δεν θα μπορούσε να το παίξει νωρίτερα. Ο Will Young πήγε στην εκπομπή του Chris Moyles στο BBC Radio 1, η Jamelia πήγε στον Capital στο Λονδίνο και ο Fran πήγε Virgin. Θέλαμε να δημιουργήσουμε μία στιγμή με ταυτόχρονη των πρώτη ραδιοφωνική μετάδοση και την πρώτη μετάδοση του βίντεο. Προσπαθείς να προκαλέσεις τόσο πολύ αντίκτυπο σε μία περίοδο δύο εβδομάδων, όση κανονικά θα σου έπαιρνε σε έξι εβδομάδες.
Παρασκευή 19 Νοεμβρίου
Πρέπει να έχεις μία εβδομάδα, η οποία ονομάζεται call-off (ακύρωσης, ματαίωσης) πριν την ημερομηνία κυκλοφορίας. Όλες οι παραγγελίες πρέπει να έχουν περαστεί και πρέπει να είσαι σε θέση να τη στείλεις στους εμπόρους λιανικής πώλησης κατά τη διάρκεια της εβδομάδας ώστε να μπορέσουν να τις προωθήσουν στα διάφορα καταστήματά τους. Έτσι, από την εκτύπωση του δίσκου τη Δευτέρα, έπρεπε να έχουμε όλο το υλικό στην αποθήκη μας στο Milton Keynes μέχρι την Παρασκευή.
Τετάρτη 24 Νοεμβρίου
Κάναμε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές διαφημίσεις, για τις οποίες πολλοί άνθρωποι δώρισαν απλόχερα το χρόνο τους. Η Jo Whiley έκανε την αφήγηση δωρεάν όταν έτυχε να κάνει άλλη δουλειά. Πηγαίναμε σε όλους και λέγαμε «αν έχεις καθόλου χώρο για μια διαφήμιση, δώσε μας λίγο».
Δευτέρα 29 Νοεμβρίου – Η κυκλοφορία
Θέλω όσο το δυνατόν περισσότεροι άνθρωποι να το αγοράσουν, γιατί ήταν προνόμιο να δουλεύεις με τους ανθρώπους που υπήρξαν μέρος του. Ας ελπίσουμε ότι μπορούμε να κάνουμε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους να συνειδητοποιήσουν ότι 20 χρόνια μετά την πρώτη Band Aid υπάρχει ανάγκη να το αναδείξουμε και πάλι. Δεν έγινε για να ενισχύσει το προφίλ κάποιου καλλιτέχνη –έγινε επειδή τα προβλήματα στην Αφρική εξακολουθούν να υφίστανται».
Τελικά, στις 11 Δεκεμβρίου του 2004, η εκτέλεση της Band Aid 20 ανέβηκε στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας. Επίσης, έγινε Νο 1 στη Δανία, Ιρλανδία, Ιταλία, Καναδά, Νέα Ζηλανδία και Νορβηγία, Νο 2 στη Σουηδία, Νο 3 στο Βέλγιο και Ολλανδία, Νο 6 στη Φινλανδία, Νο 7 στη Γερμανία και Ελβετία, Νο 8 στην Ισπανία, Νο 9 στην Αυστραλία, Νο 15 στην Αυστρία και Νο 72 στη Γαλλία. Επιπλέον, ήταν το single με τις περισσότερες πωλήσεις της χρονιάς στη Μεγάλη Βρετανία και την Ιρλανδία.
Και σ’ αυτή την περίπτωση δεν έλειψαν οι αντιδράσεις. Κατά την άποψη των αντιδρώντων, οι στίχοι υποστηρίζουν ότι τίποτα δεν ρέει στη φτωχή Αφρική. Ούτε βροχή, ούτε ποτάμια, ούτε χιόνι. Ακόμα κι αν αγνοήσει κανείς τις καταστροφικές επιπτώσεις της διαρθρωτικής προσαρμογής που εφάρμοσε το ΔΝΤ και τις περιβαλλοντικές ζημιές που προκάλεσαν οι τραγουδιστές της Band Aid, υπάρχουν τουλάχιστον 26 ποτάμια στην Αφρική, πολλά βροχερά δάση, και ναι, χιονίζει κιόλας (στη Νότια Αφρική για παράδειγμα). Σ’ ένα μεγάλο μέρος του βόρειου ημισφαιρίου, το χιόνι και πολυάριθμες άλλες ενδείξεις δεν αφήνουν καμία αμφιβολία ότι τα Χριστούγεννα είναι κοντά. Ωστόσο, στις περισσότερες χώρες της Αφρικής η 25ηΔεκεμβρίου είναι αρκετά ζεστή. Επιπλέον, μεγάλο μέρος της ηπείρου βρίσκεται στο νότιο ημισφαίριο, οπότε τα Χριστούγεννα έρχονται κατά την περίοδο του δικού τους καλοκαιριού. Ο στίχος, λοιπόν, «There won’t be snow in Africa this Christmas time» θυσιάζει άσκοπα τα γεγονότα χωρίς από την άλλη να προσθέτει κάτι στην ποίηση. Ο τίτλος και το ρεφρέν είναι ακόμα χειρότερα. Γνωρίζουν άραγε οι Αφρικανοί πότε είναι Χριστούγεννα; Πάνω από το 40% των Αφρικανών, που μεταφράζεται σε εκατοντάδες εκατομμύρια κατοίκους, είναι χριστιανοί! Ο χριστιανισμός ευδοκιμεί στην Αφρική και φυσικά και γνωρίζουν πότε είναι Χριστούγεννα. Μόνο οι μουσουλμάνοι και όσοι ασκούν τις παραδοσιακές αφρικανικές πνευματικές θρησκείες δεν νοιάζονται καθόλου.
Ο Geldof δεν είναι αδαής. Ο ίδιος είπε στο BBC: Είναι αυτά τα κρίσιμα ζητήματα του εμπορίου και του χρέους που επιτρέπουν να συνεχίζεται αυτή η κατάσταση στην Αιθιοπία και τη δυτική Αφρική.
Όμως καμία κατηγορία δεν απευθύνουν οι στίχοι του τραγουδιού κατά των κανόνων του διεθνούς εμπορίου. Η πατερναλιστική και ρατσιστική άγνοια της Band Aid μπορεί να ήταν αποδεκτή το 1984 για τα εκατομμύρια των ανθρώπων που αγόρασαν το single. Αλλά δύο δεκαετίες αργότερα, ο κόσμος έχει μάθει περισσότερα για τη φτώχεια, το ρατσισμό, την οικονομική αδικία κ.λπ. Παρόλα αυτά, αυτό δεν εμπόδισε μία νέα γενιά αδαών Pop star από το να επαναλάβει το προσβλητικό και ρατσιστικό project –αυτή τη φορά ως Band Aid 20. Το εξώφυλλο του CD τονίζει οπτικά το πώς γίνονται αντιληπτοί οι Αφρικανοί: βλέπουμε το πίσω μέρος μίας εξαθλιωμένης, αδύνατης και γυμνής φιγούρας ενός παιδιού από την Αφρική, περιτριγυρισμένο από χαρούμενους ταράνδους! Σχεδιασμένο για να προκαλέσει τον οίκτο, το μόνο πράγμα που έρχεται στο μυαλό είναι η απάντηση του συγκροτήματος Chumbawumba στην Band Aid: «Εικόνες πεινασμένων παιδιών πουλάνε δίσκους». Οι στίχοι αυτού του πολύ πιο έξυπνου πολιτικού συγκροτήματος πάνε πολύ πιο πέρα: «Feed the world / starve the rich»!
Το World Development Movement, που αγωνίζεται για τη διεθνή ανάπτυξη, καταδίκασε τα αρνητικά στερεότυπα που απεικονίζονται στο τραγούδι και εξέφρασε τη λύπη του που δεν παρέχει μία πιο ακριβή εικόνα της Αφρικής και των προβλημάτων της. Ο Mark Curtis, διευθυντής του World Development Movement, είπε: «Το τραγούδι διαιωνίζει το μύθο ότι τα προβλήματα της Αφρικής μπορούν κατά κάποιο τρόπο να οφείλονται στην έλλειψη βροχοπτώσεων και στις κακές συγκομιδές. Φέρνει στο νου την εικόνα μιας ηπείρου που κατοικείται αποκλειστικά από πεινασμένα παιδιά, με μύγες στα πρόσωπά τους, να κάθονται στο ηλιοψημένο κρεβάτι ενός ρεύματος που στέρεψε».
Σε άρθρο του στην αγγλική εφημερίδα Guardian Weekly με τίτλο «Τα δεινά της Αφρικής δεν μπορούν να εξηγηθούν από ένα Pop τραγούδι», ο Mark Curtis έγραψε τα εξής:
«Τα χριστουγεννιάτικα Pop τραγούδια δεν φημίζονται για τους διορατικούς στίχους τους, αλλά αυτή η διασκευή –και δυστυχώς όχι επανεκτέλεση- του «Do They Know It’s Christmas?» δεν έχει καμία δικαιολογία.
Εδώ το τραγούδι λέει «There's a world outside your window, and it's a world of dread and fear, where the only water flowing is the bitter Sting of tears» και μας πληροφορεί ότι η Αφρική είναι ένας τόπος «κάτω από έναν καυτό ήλιο» («underneath a burning sun»), «όπου τίποτα δεν φυτρώνει ποτέ» («where nothing ever grows») και «δεν ρέει ούτε βροχή ούτε ποτάμι» («no rain nor river flows»).
Ας αφήσουμε κατά μέρος τις ανοησίες ότι τίποτα δεν φυτρώνει στην Αφρική ή ότι δεν ρέει κανένας ποταμός. Το πιο σημαντικό είναι ότι το τραγούδι διαιωνίζει το μύθο ότι η φτώχεια στην Αφρική οφείλεται σε φυσικά αίτια. Ενισχύει το στερεότυπο μιας ηπείρου που κατοικείται αποκλειστικά από παιδιά που λιμοκτονούν.
Κάποιοι θα μπορούσαν να πουν ότι είναι απλά ένα Pop τραγούδι. Αλλά αυτό δεν είναι απλά άλλο ένα Pop τραγούδι: πούλησε 72.000 αντίτυπα την πρώτη μέρα της κυκλοφορίας του και έγινε το γρηγορότερο σε πωλήσεις single του 2004. Και είχε στόχο την ανάληψη υποχρεώσεων από το βρετανικό κοινό για τους φτωχούς στην Αφρική. Ωστόσο, μία μελέτη της Εθελοντικής Υπηρεσίας Εξωτερικού (Voluntary Service Overseas) για την κληρονομιά του Live Aid διαπίστωσε ότι «η ίδια η δύναμη της εικόνας του Live Aid τροφοδοτεί την πεποίθηση ότι ο αναπτυσσόμενος κόσμος και οι λαοί του είναι αβοήθητα θύματα».
Ο διευθύνων σύμβουλος της VSO, Mark Goldring, είπε ότι «οι εικόνες του Live Aid που ήταν κάποτε μία δύναμη για το καλό έχουν αφήσει μία κληρονομιά που κρέμεται σαν σύννεφο πάνω από τη σχέση μας με τον αναπτυσσόμενο κόσμο».
Χρειάστηκε πολύς χρόνος για οργανισμούς, όπως το World Development Movement, να μεταδώσουν το μήνυμα ότι η φτώχεια προκλήθηκε από οικονομικούς και πολιτικούς παράγοντες. Η αφρικανική φτώχεια δεν οφείλεται σε ένα δυσάρεστο ατύχημα γεωγραφίας και κλίματος. Οι δυτικές κυβερνήσεις φέρουν μεγάλη ευθύνη για την εφαρμογή πολιτικών στην Αφρική που αυξάνουν τη φτώχεια, όπως οι πιέσεις στο ελεύθερο εμπόριο, που υπονομεύουν την πρόσβαση των αφρικανικών οικονομιών στις δυνάμεις της παγκόσμιας αγοράς, και την άρνηση των κυβερνήσεων να διαγράψουν το ανεξόφλητο χρέος, υποχρεώνοντας σε ιδιωτικοποίηση βασικών υπηρεσιών.
Το πρόβλημα της Αιθιοπίας δεν είναι ότι τίποτα δεν θα φυτρώσει αλλά ότι ο καφές της είναι άνευ αξίας εξαιτίας της πτώσης των τιμών στην αγορά που προκαλείται από την κακή διαχείριση της παγκόσμιας οικονομίας. Ούτε οι Αφρικανοί είναι τα παθητικά θύματα της περίστασης, τα οποία εξαρτώνται από την ελεημοσύνη. Οι Αφρικανοί δίνουν τόσα στον δυτικό κόσμο, όσα παίρνουν από αυτόν. Το 2002 η Αφρική πλήρωσε 21,9 δισεκατομμύρια δολάρια για την αποπληρωμή του χρέους, ενώ έλαβε βοήθεια ύψους 22,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Σε ολόκληρη την ήπειρο υπάρχουν δεκάδες περιπτώσεις διαμαρτυρίας απαιτώντας δικαιοσύνη στο εμπόριο, διαγραφή του χρέους και κανονιστικό πλαίσιο για τις πολυεθνικές εταιρίες. Η εικόνα των «αβοήθητων θυμάτων» εκτρέπει την προσοχή μακριά απ’ αυτούς τους αγώνες.
Η εικόνα της Αφρικής όπως μεταφέρεται στο τραγούδι της Band Aid θα μπορούσε να ενισχύσει τις παλιές προκαταλήψεις και ακόμα και να αποθαρρύνει τον κόσμο από την ανάληψη δράσης. Τα πραγματικά προβλήματα δεν είναι δύσκολο να γίνουν κατανοητά από τον «απλό κόσμο». Το μάθημα από την εκστρατεία του Ιωβηλαίου 2000 για το χρέος ήταν ότι το κοινό είναι απολύτως σε θέση να κατανοήσει τον καταχρηστικό χαρακτήρα της σχέσης μεταξύ πλουσίων και φτωχών.
Το World Development Movement δεν θέλει να αποθαρρύνει κανέναν από το να αγοράσει το single. Αλλά είναι υπερβολικό να ζητάει στίχους που να εμπνέουν τον κόσμο να αναλάβει δράση και να εξηγεί τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους η Αφρική παραμένει φτωχή;
Η αλλαγή των αντιλήψεων και η μάχη για πολιτική αλλαγή αποτελεί καλύτερη χρήση της ενέργειας πολυεκατομμυριούχων αστέρων της Pop από το να προτρέπουν τους απλούς ανθρώπους να βάλουν το χέρι στην τσέπη για μερικά ψιλά και να διαιωνίζονται ψεύτικες εικόνες για την Αφρική».
Ο Robin Eggar, ο μόνος δημοσιογράφος που κάλυψε την ηχογράφηση της αρχικής Band Aid, είχε σοβαρές επιφυλάξεις με τη συγκέντρωση της νέας ελίτ της Pop μουσικής για την ηχογράφηση του τραγουδιού κι έμελλε ν’ αλλάξει την άποψή του.
«Όταν άκουσα ότι υπήρχαν σχέδια για να ξαναηχογραφηθεί το ‘‘Do They Know It’s Christmas?’’ 20 χρόνια μετά, η πρώτη μου αντίδραση ήταν απηχούσε αυτή του Chris Martin. ‘‘Αυτή’’, είπε, ‘‘είναι η πιο ευτελής, η πιο μπανάλ ιδέα’’. Ήξερα, επίσης, όπως κι αυτός, ότι έπρεπε να είμαι στην ηχογράφηση.
Όταν ηχογραφήθηκε η αρχική εκτέλεση το 1984, ήμουνα ο συντάκτης για τα θέματα της Pop στη Daily Mirror και ο μόνος δημοσιογράφος μέσα στο στούντιο. Ήταν μία από τις σημαντικότερες στιγμές της καριέρας μου. Όχι μόνο γι’ αυτό που επρόκειτο να συμβεί, αλλά για την απόλυτα διαφανή φύση της εμπειρίας. Τώρα τα αστέρια της Pop μουσικής είναι περισσότερο γνωστά για τα κοστούμια τους, τα μακριά μαλλιά και τις ηδονιστικές υπερβολές τους, παρά για τις φιλανθρωπικές χειρονομίες τους που επιβεβαιώνουν την πίστη τους στην ανθρωπότητα. Η ανάμνηση του Paul Weller να συζητά θέματα πολιτικής για τον λοιμό με μία σοβαρή Bananarama εξακολουθεί να με κάνει να χαμογελώ. Αλλά, αυτή τη φορά, όση δυναμική συγκεντρωνόταν κατά τη διάρκεια των τελευταίων εβδομάδων, τόσο μεγάλωναν οι φόβοι μου. Η ιδέα ανακινήθηκε και στη συνέχεια κατευθύνθηκε από τη Sun, που ελάχιστα φημίζεται για τις ανθρωπιστικές χειρονομίες της. Η αρχική κάλυψη ήταν του τύπου «ουάου» και ποπίστικη –«θα είναι εκεί η Kylie / ο Robbie / ο Liam;».
Το 1984, αυτά τα θέματα δεν χρειάζονταν εξηγήσεις. Ήταν στις τηλεοπτικές ειδήσεις κάθε βράδυ. Σήμερα, οι τέσσερις καβαλάρηδες της Αποκάλυψης είναι διαθέσιμοι στις διάφορες μορφές τους 24 ώρες την ημέρα κι έχουμε αποκτήσει μία ενσωματωμένη ανοσία.
Αλλά, στην ηχογράφηση της περασμένης Κυριακής, ο Bob Geldof χειρίστηκε αυτό το θέμα άψογα. Τους συγκέντρωσε όλους μαζί και έβγαλε ένα λόγο εξηγώντας πως αυτό που έκαναν ήταν μία πολιτική πράξη. Τους έδειξε το περίφημο βίντεο με τις εικόνες λιμού από το τραγούδι «Drive» των Cars και τις γραμμές δωρεάς που έλαμπαν κατά τη διάρκεια του Live Aid. Δεν υπήρξε ούτε ένα στεγνό μάτι στην αίθουσα.
Στη συνέχεια, σε μία λαμπρή θεατρική στιγμή, σύστησε μία νεαρή γυναίκα με την παραδοσιακή λευκή ενδυμασία της Αιθιοπίας, την Birhan Wooldu. Ένας μόλις που ανέπνεε σκελετός στο βίντεο του 1984, σπούδαζε τώρα ως γεωπόνος.
Από την απόγνωση στην ελπίδα μέσα σ’ ένα λεπτό. Ο Geldof έχει μάθει πολλά σε 20 χρόνια. Τότε, καθοδηγούταν από μία δίκαιη οργή. Ο στόμφος του και οι όρκοι του ήταν αποτελεσματικοί, αλλά ήταν ένας νταής. Σήμερα, έχει μάθει πως να πείθει, να δελεάζει και να παρακινεί και η αίσθηση του χιούμορ βοηθά. Ως άμεσο αποτέλεσμα, το ρεφρέν της Band Aid 20 έχει ένα πάθος και μία ένταση που έλειπε από το αρχικό, αν και βοήθησε βέβαια το γεγονός ότι γνώριζαν ήδη το τραγούδι.
Το 1984, η ηχογράφηση ήταν μία αυθόρμητη, ελαφρώς αφελής αντίδραση, με τους μουσικούς να ελπίζουν να συγκεντρώσουν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες λίρες. Τα αστέρια εμφανίστηκαν χωρίς στολίδια: χωρίς σωματοφύλακες, φανατικούς θαυμαστές ή άδειες εισόδου. Οι Bananarama, που τότε ήταν πολύ μεγαλύτερες απ’ ό,τι είναι τώρα οι Sugababes, ήρθαν μ’ ένα ταλαιπωρημένο ταξί. Ο σεκιουριτάς στην πόρτα ήταν ένας άνθρωπος των δημοσίων σχέσεων της δισκογραφικής εταιρίας.
Δεν υπήρχε catering κι ένα τοπικό κατάστημα έκανε χρυσές δουλειές πουλώντας χθεσινά σάντουιτς. Ο Boy George χρειάστηκε ν’ αγοράσει το δικό του μπράντι. Μόλις οι Status Quo έφεραν την τσάντα με την κοκαΐνη και άρχισε να ρέει το αλκοόλ –έφερα έξι μπουκάλια κρασί από το διαμέρισμά μου, τα οποία εξαφανίστηκαν σ’ ένα λεπτό- έγινε πάρτι.
Η Band Aid 20 ήταν μία εντελώς διαφορετική λειτουργία. Επιφανειακά έμοιαζε με οποιοδήποτε άλλο γεγονός ροκ συνεργασίας που έχω παρακολουθήσει τα τελευταία 10 χρόνια –εκτός από το γεγονός ότι όλοι το έκαναν δωρεάν. Υπήρχαν ελασματοειδή πάσα και το Hard Rock Café παρείχε το φαγητό (ο Midge Ure τους είπε αμέσως να βγάλουν έναν κάδο και να ζητήσουν δωρεές).
Ο Ure είπε ότι του θύμιζε ταινία του Steven Spielberg –ορδές από μάνατζερ, αρθρογράφους, φορητούς υπολογιστές, σεκιούριτι, σύζυγοι, σύντροφοι, παιδιά που ζητούσαν αυτόγραφα (τα παιδιά του Ure και του Geldof ήταν τρελά για τους Busted –ο δε James των Busted δεν αναγνώρισε τον σερ Bob). Έξω, τα μέσα ενημέρωσης ήταν πίσω από οδοφράγματα.
Στην αρχική ηχογράφηση, μίλησα με τον καθένα. Αυτή τη φορά, οι συνεντεύξεις έπρεπε να αποτελέσουν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τους «ανθρώπους τους».
Οι μουσικοί σήμερα είναι τόσο παγιδευμένοι μέσα στη φούσκα των προσωπικοτήτων τους που, μόλις αρχίσουν ν’ ανεβαίνουν τα σκαλιά της επιτυχίας, δεν κάνουν παρέα ούτε παίζουν μουσική ο ένας με τον άλλον. Ένα σύνολο τραγουδιστών όπως η Band Aid είναι σπάνιο, αλλά αν βάλεις ένα σωρό μουσικούς στο ίδιο δωμάτιο, ειδικά για ένα καλό σκοπό, σε γενικές γραμμές τα πάνε πολύ καλά.
Ωστόσο, οι καλλιτέχνες της πρώτης ηχογράφησης ήταν πολύ μεγαλύτερα αστέρια. Από την άποψη των πωλήσεων, ήταν στην κορυφαία βαθμίδα διεθνώς. Ο Paul Young, ο οποίος τραγούδησε τους εναρκτήριους στίχους, ήταν τόσο μεγάλος όσο είναι σήμερα ο Robbie Williams, αλλά ο Ure εξακολουθούσε να ελπίζει ότι θα τους τραγουδούσε ο David Bowie. Εκείνος δεν εμφανίστηκε κι έτσι ο Young κράτησε το κομμάτι του.
Λόγω ανειλημμένων υποχρεώσεων, ο Robbie Williams και η Dido ηχογράφησαν τα μέρη τους για το νέο τραγούδι στην Αμερική και την Αυστραλία και τα έστειλαν μέσω τηλεφωνικής γραμμής. Αισθάνθηκα ότι έπρεπε να ήταν εκεί την Κυριακή ή να μην έμπαιναν καθόλου στο τραγούδι.
Οι Duran Duran, οι Culture Club, ο Sting και οι Spandau Ballet ήταν στην κορυφή της φήμης τους. Από την τάξη του 2004 μόνο η Dido και οι Coldplay είναι κάπως κοντά. Οι άλλοι είναι στην αρχή της καριέρας τους. Για τους Keane, Thrills, Jamelia, Bedingfields, Will Young και Snow Patrol, αυτό θα μπορούσε να είναι το εφαλτήριο σε ένα άλλο επίπεδο. Ενώ για τη γεννημένη το 1987 Joss Stone -η οποία έκλαψε σαν μωρό, τραγούδησε σαν άγγελος και φλυαρούσε με χαρά για τον ‘‘Bob Gandalf’’- φαίνεται ότι δεν υπάρχει όριο.
Την Τρίτη το πρωί, αφού άφησα την κόρη μου στο σχολείο, άκουσα τη νέα εκτέλεση στο ραδιόφωνο. Το synth Pop της πρώτης εκτέλεσης αντικαταστάθηκε από μία διάχυτη μελαγχολία και η διάρκεια του τραγουδιού εκτάθηκε για να ενσωματωθεί το κάπως εκτός πλαισίου ραπ του Dizee Rascal. Ηχεί καλύτερο, αλλά μου λείπουν οι κωδωνοκρουσίες του Midge Ure, και το νέο ρεφρέν, παρά το πάθος του, περιφέρεται άσκοπα αντί να έρθει σε μία εκρηκτική κορύφωση.
Η επίδρασή του πάνω μου, όμως, ήταν η ίδια. Τη στιγμή, όμως, που η σπαραξικάρδια ερμηνεία του τραγουδιστή των Keane, Tom Chaplin, και το χορωδιακό «feed the world» ακούστηκε στα ηχεία μου, έπρεπε να σταματήσω το αυτοκίνητό μου καθώς ανάβλυζαν δάκρυα.
Αλλά δεν ήταν ποτέ απλά για το τραγούδι. Το 1984, οι μουσικοί έμαθαν ότι από κάτι τόσο θεμελιωδώς επιπόλαιο, όπως μία τρίλεπτη Pop μελωδία, μπορεί να προκύψει ένα μεγαλύτερο καλό. Χωρίς αυτό, ο Bono, ο Sting και ο Geldof μπορεί να μην είχαν προσπαθήσει ποτέ να κάνουν τον κόσμο καλύτερο. Μπορεί να είναι εκνευριστικό, αλλά τουλάχιστον προσπαθούν. Την Κυριακή είδα μία νέα γενιά να μαθαίνει ότι έχει επίσης αυτή τη δύναμη».
(Robin Eggar, «From Fears To Tears», The Telegraph, 18 Νοεμβρίου 2004. Μετάφραση: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης).
Το Δεκέμβριο του 2011, ίσως ειρωνικά, μία ομάδα μουσικών από το Cape Town επέλεξε να ηχογραφήσει μία καθυστερημένη απάντηση στο συγκαταβατικό τραγουδάκι της Band Aid τραγουδώντας το «Yes, We Know It’s Christmas». Ο ηγέτης του συγκροτήματος είπε ότι, γράφοντας το τραγούδι, μπορεί να γίνει ειδικός στη βρετανική πολιτική και οικονομία, όπως ακριβώς ο Geldof έγινε ειδικός στην Αφρική. Πολλοί το είδαν ως την κατάλληλη απάντηση από μία ήπειρο με αυξανόμενη αυτοπεποίθηση.
Και όμως, κατά κάποιο τρόπο, εξακολουθεί να υπάρχει μία αναπόφευκτη αίσθηση ότι έστω και λίγος από τον τυφλό ζήλο του Geldof είναι εντελώς ανύπαρκτος όταν πρόκειται για την παγκόσμια απάντηση στην τρέχουσα κρίση της Αφρικής, που εξακολουθεί να περνάει περίοδο ξηρασίας και εκατομμύρια κάτοικοι δεν διαθέτουν ούτε τα απολύτως απαραίτητα για την επιβίωση.
Για κείνη τη χρονιά ο ΟΗΕ δεν πέτυχε το στόχο του στη συλλογή των κονδυλίων, όταν η κρίση ήταν ήδη σε εξέλιξη. Σε μία εποχή με εδραιωμένο πλέον παγκόσμια το οικονομικό άγχος, καθίσταται όλο και πιο δύσκολο να συγκεντρωθούν χρήματα. Έτσι υπάρχουν άνθρωποι που πιθανότατα πεθαίνουν απλά και μόνο λόγω έλλειψης κονδυλίων.
Ο κόσμος έχει πάντα τα δεινά του και, όπως φαίνεται, ο Bob Geldof θα έχει πάντα ένα λόγο να ανακυκλώνει την επαναστατική φιλανθρωπική ωδή του. Έτσι, στις 10 Νοεμβρίου του 2014, σε μία συνέντευξη Τύπου, ο Bob Geldof και ο Midge Ure ανακοίνωσαν ότι μία ομάδα καλλιτεχνών θα συγκεντρώνονταν και πάλι για να ηχογραφήσουν εκ νέου το «Do They Know It’s Christmas?», αυτή τη φορά υπό το όνομα Band Aid 30, με τα έσοδα να διατίθενται για την αντιμετώπιση του Έμπολα στη δυτική Αφρική και όχι για την αντιμετώπιση της πείνας όπως όλες οι προηγούμενες εκτελέσεις.
Η επιδημία του θανατηφόρου ιού αναφέρθηκε για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 2014 και σκότωσε πάνω από 5.000 άτομα, σχεδόν όλα στη Δυτική Αφρική. Ο Bob Geldof απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι το έκανε από νοσταλγία και είπε ότι ανησυχούσε για την κατάσταση στη Δυτική Αφρική.
Bob Geldof: Τηλεφωνήσαμε μερικούς γίγαντες και μας είπαν ότι θα έρθουν και πάλι στη σύναξη. Πριν από τρεις εβδομάδες, πήρα ένα τηλεφώνημα από τον Ο.Η.Ε. λέγοντας ότι απαιτείται μία αύξηση 20% σε όλους τους τομείς. Είναι πολύ ανήσυχοι για την κατάσταση στη Δυτική Αφρική.
Ο Bob Geldof αποφάσισε τη νέα ηχογράφηση του τραγουδιού και λόγω της πρωτοφανούς γενναιότητας γιατρών και νοσοκόμων που προσφέρθηκαν εθελοντικά για να βοηθήσουν στην καταπολέμηση της μάστιγας του ιού. Επίσης είπε για τον Έμπολα: «Καθιστά τους ανθρώπους κάποιους που δεν πρέπει να τους αγγίξει κανείς κι αυτό είναι αηδιαστικό. Μητέρες δεν μπορούν να πάρουν αγκαλιά τα μικρά τους και ζευγάρια δεν μπορούν να παρηγορήσουν ο ένας τον άλλο».
Επιπλέον, παρακάλεσε τον κόσμο να βάλει στην άκρη τις επιφυλάξεις του για το τραγούδι ώστε να ενισχυθεί ο καλός σκοπός.
Bob Geldof: Πραγματικά δεν έχει σημασία αν το μισείτε ή δεν σας αρέσει αυτό το τραγούδι. Πρέπει να το αγοράσετε αυτό το πράγμα. Πραγματικά, σας προτρέπω όλους. Μην το κατεβάσετε, μην το δείτε στο YouTube. Είναι δύο λίρες. Είναι ένα σπουδαίο πράγμα για να κάνετε τα Χριστούγεννα».
Και συνέχισε: «Δεν μου αρέσει να τα κάνω αυτά τα πράγματα. Είναι αρκετά ενοχλητικό να καλείς ανθρώπους που δεν γνωρίζεις, αλλά, περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, είναι ότι αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται την υποστήριξή μας σε όλα τα επίπεδα, όχι μόνο οι άνθρωποι που υποφέρουν από αυτόν τον βρωμερό μικρό ιό.
Ο Bob Geldof είπε ότι μίλησε με τον Quincy Jones για να βοηθήσει στο κάλεσμα των Αμερικανών καλλιτεχνών και έγραψε στον David Bowie ζητώντας του να κάνει την εισαγωγή του video όπως έκανε στην εκτέλεση του 1984.
Την επόμενη ημέρα από τη συνέντευξη Τύπου, η δημοσιογράφος Bim Adewunmi έγραψε τα εξής:
Η πόλη Τζος στη Νιγηρία έχει μια κάποια υπόληψη: έχει ένα από τα πιο δροσερά κλίματα στη χώρα. Όταν μεγάλωνα, μου είπαν ότι ήταν ένα από τα λίγα μέρα όπου μπορούσαμε να καλλιεργήσουμε μήλα και μάλιστα μια φορά διάβασα σ’ ένα άρθρο εφημερίδας ότι χιόνισε εκεί. Σίγουρα δεν ήταν φυσιολογικό, αλλά το αναφέρω επειδή είναι μια ιστορία που δεν λέγεται συχνά.
Θυμήθηκα εκείνο το άρθρο της εφημερίδας όταν ο σερ Bob Geldof ανακοίνωσε ότι αναβιώνει το «Do They Know It’s Christmas?» της Band Aid με σκοπό να συγκεντρώσει χρήματα για τις χώρες που πλήττονται από τον ιό Έμπολα. Το τραγούδι είναι κλασικό, και όχι μόνο επειδή το βίντεο δείχνει έναν George Michael με πολλά μαλλιά να τραγουδάει σ’ ένα μικρόφωνο. Αλλά υπήρχαν μερικά μέρη του τραγουδιού που πάντα μου κάθονταν στο λαιμό. Για παράδειγμα, ο στίχος που αρχίζει ως εξής: «And there won’t be snow in Africa…».
«Μα χιονίζει στην Αφρική!», λέω μέσα από τα δόντια μου κάθε Δεκέμβριο όταν τα εμπορικά μαγαζιά παίζουν το κομμάτι. Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να πάρει κανείς τους στίχους του τραγουδιού κυριολεκτικά: ναι, ξέρουν στην Αφρική ότι είναι Χριστούγεννα επειδή μεγάλα μέρη αυτής της αχανούς ηπείρου είναι χριστιανικά. Το μεγαλύτερο δώρο που μπορεί να έχει ο καθένας είναι η ζωή. Και στην πραγματικότητα είναι περισσότερο πιθανό να είναι νερό, και όχι απλά «πικρά δάκρυα», που ρέει σε 54 χώρες της Αφρικής.
Ο Έμπολα είναι μία απειλή και οι τρεις χώρες της Δυτικής Αφρικής (Γουινέα, Σιέρα Λεόνε και Λιβερία), όπου η νόσος σπέρνει τον όλεθρο, χρειάζονται οικονομική βοήθεια –του τύπου που μπορούν να φέρουν οι πολλαπλές πωλήσεις ενός φιλανθρωπικού single των 4 λιρών. «Δεν έχει καμία σχέση αν σας αρέσει ο δίσκος ή όχι, ή αν εγκρίνετε τους καλλιτέχνες», είπε ο Geldof στο δελτίο ειδήσεων του BBC, ο οποίος είναι ένας νέος τρόπος πώλησης φιλανθρωπικού δίσκου. «Είναι απλά ένας τρόπος να πούμε, αυτά τα Χριστούγεννα, ναι, ας το σταματήσουμε εδώ». Στην εκδήλωση για την κυκλοφορία, είπε: «(η Band Aid 30) εστίασε σ’ ένα μικρό μέρος της Αφρικής που ενδεχομένως κρύβει έναν τεράστιο κίνδυνο για τον κόσμο». Ό,τι λέει ο Geldof είναι εντελώς αλήθεια: η εξάπλωση του Έμπολα είναι τρομακτική, πρέπει να σταματήσει το συντομότερο ανθρωπίνως δυνατό και πρέπει να αντλήσουμε κεφάλαια για να τον καταπολεμήσουμε. Γιατί, λοιπόν, η Band Aid 30 αισθάνεται τόσο άβολα και προστατευτική;|
Υπάρχει ένας πατερναλιστικός τρόπος σκέψης για την Αφρική, που πιθανώς επιδεινώθηκε από το τραγούδι της αρχικής (και της δεύτερης, και της τρίτης) Band Aid, κατά τον οποίο πρέπει να «σωθεί» και συνήθως από την ίδια. Λέμε «Αφρική» μ’ έναν τρόπο που ποτέ δεν θα πούμε «Ευρώπη» ή «Ασία». Είναι εύκολο να ξεχάσουμε, για παράδειγμα, ότι ο ιός πέρασε από τη Νιγηρία –η πολυπληθέστερη χώρα της Αφρικής και, για πολλούς, μια πιθανή πυριτιδαποθήκη του Έμπολα- και αντιμετωπίστηκε μόνο με τις προσπάθειες μιας γενναίας ομάδας τοπικών νοσηλευτών. Η δημοφιλής ιστορία τοποθετεί εμάς, που βρισκόμαστε στη δύση, στη θέση των καλοπροαίρετων πρεσβυτέρων που βοηθάνε τους φτωχούς Αφρικανούς και τα στόματα που πάντα χρήζουν ανάγκης και χάσκουν σε μία ήπειρο που μαστίζεται συνέχεια, και αφήνουν απ’ έξω τους δύσκολα να γίνουν αντιληπτούς κακοποιούς: την τοπική διαφθορά, ναι, αλλά και τις παγκόσμιες οικονομικές πολιτικές που κάνουν ελάχιστα για να τραβήξουν ορισμένες χώρες από τα βάθη της εδραιωμένης φτώχειας.
Είναι ενδιαφέρον το γεγονός ότι ο Geldof είπε ότι έλαβε μία κλήση από τον Ο.Η.Ε. για να πει ότι ο Έμπολα ήταν «εκτός ελέγχου». Γιατί το κόκκινο τηλέφωνο εκτάκτου ανάγκης απευθύνεται στη φιλανθρωπία, παρακάμπτοντας τη διακυβερνητική δράση; Τριάντα χρόνια μετά το αρχικό σχήμα, και σχήματα που περιελάμβαναν σπουδαίους και καλούς τραγουδιστές καθώς και ένα γαϊτανάκι οπορτουνιστών, πώς τα αστέρια της Pop αισθάνονται ακόμα την υποχρέωση να ξεσηκωθούν και να τραγουδήσουν ένα τραγούδι που κατορθώνει να αποκτηνώνει ελαφρώς τους ανθρώπους που βοηθά; Ακόμα και το λογότυπο –ένα περίγραμμα της Αφρικής (χωρίς τη Μαδαγασκάρη) με τις λέξεις BAND AID γραμμένες πάνω της, μαζί με ένα hashtag #E30LA- φαίνεται φτηνό και προσβλητικό.
Η Pop μουσική, αν και καλοπροαίρετη (και κανένα τραγούδι δεν ήταν ποτέ πιο καλοπροαίρετο από αυτό), μπορεί να είναι απίστευτα αδέξια. Κράτησα τη μεγαλύτερη οργή μου για ένα στίχο συγκεκριμένα, το διαβόητο στίχο που με στοιχειώνει κάθε Χριστούγεννα, που ερμηνεύτηκε σε δύο διαφορετικές εκτελέσεις από τον ίδιο άνθρωπο, τον Bono των U2: «Well, tonight thank God it’s them instead of you». Ο Bono λέει ότι μισούσε να το τραγουδά και έπρεπε να πειστεί για να το κάνει (δύο φορές). Φανταστείτε πως νιώθω.
Προς τιμήν του Geldof, είπε ότι μερικοί από τους στίχους θα πειραχτούνε λίγο γι’ αυτή τη νέα εκτέλεση. Φευγάτες είναι οι αναφορές στον «καυτό ήλιο» της Αφρικής καθώς και ο ισχυρισμός ότι είναι ένα μέρος «χωρίς βροχή και χωρίς ποτάμια». Πιο δύσκολο είναι, όμως, να αποκοπεί η παρατεταμένη άποψη της Αφρικής που έχει καλλιεργηθεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών.
(Bim Adewunmi, «Band Aid 30: clumsy, patronising and wrong in so many ways», Guardian).
Μία μέρα πριν την ηχογράφηση του τραγουδιού, ο Midge Ure είπε στο Rolling Stone: «Ήταν ο φρικτός συγχρονισμός της κρίσης του Έμπολα και του τρόπου που κλιμακώθηκε, με το γεγονός ότι είχαμε την 30ή επέτειο να πλησιάζει και όλοι να μας ρωτάνε γι’ αυτό. Πριν από ένα μήνα, αυτό δεν ήταν στα χαρτιά. Τότε ο Bob έλαβε μία κλήση από τον Ο.Η.Ε. ρωτώντας ‘‘Μπορείτε να το κάνετε ξανά;’’. Μιλήσαμε για το ποιους θα μπορούσαμε να καλέσουμε και πώς θα μπορούσαμε να το αλλάξουμε, γιατί το τραγούδι ήταν πολύ προσανατολισμένο προς την πείνα και υπήρχαν αναφορές στον καυτό ήλιο και τη λειψυδρία –‘‘no rain or rivers flow’’- που δεν είναι αλήθεια. Η Αφρική έχει αλλάξει πολύ τα τελευταία 30 χρόνια».
Η ηχογράφηση έγινε μέσα σε 24 ώρες, στις 15 Νοεμβρίου του 2014, στα Sarm Studios, στον ίδιο χώρο όπου ο Geldof και ο Ure ηχογράφησαν την πρώτη εκτέλεση. Την παραγωγή σ’ αυτή την απόδοση έκανε ο Paul Epworth.
Midge Ure: Ήμουν εκτελεστικός παραγωγός του όλου πράγματος. Έκανα τη βασική ενορχήστρωση –ένα μικρό σχήμα για την ατμοσφαιρική εισαγωγή, όπως ακριβώς είναι στο δίσκο. Τα ‘βαλα όλα σε μία τάξη, πριν το παραδώσω σ’ έναν νέο παραγωγό (τον Paul Epworth).
Στην εκτέλεση αυτή έγιναν αλλαγές στην ενορχήστρωση και κάποιες τροποποιήσεις στη μελωδία. Επιπλέον, κάποιοι στίχοι οι οποίοι παλαιότερα είχαν επικριθεί αντικαταστάθηκαν από άλλους και το τραγούδι άλλαξε για να επικεντρωθεί περισσότερο στον Έμπολα παρά στο λιμό της αρχικής εκτέλεσης. Ένας από τους στίχους που άλλαξε ήταν ο στίχος «Well, there won't be snow in Africa this Christmas time» που άλλαξε σε «Bring peace and joy this Christmas to West Africa». Επίσης, ο στίχος «where the only water flowing is the bitter Sting of tears» αντικαταστάθηκε από το στίχο «where a kiss of love can kill you and there’s death in every tear». Άλλες βασικές αλλαγές περιλαμβάνουν το «How can they know it’s Christmas time at all?» στη θέση του «Do they know it’s Christmas time at all?». Το χορωδιακό «Feed The World» πειράχτηκε περιλαμβάνοντας τους στίχους «Feel the world» και «Heal the world», ώστε το τραγούδι να προσαρμοστεί στο νέο του πλαίσιο.
Ο Bono άλλαξε και τον πιο ηλίθιο και προσβλητικό στίχο του τραγουδιού: ο στίχος «Tonight thank God it’s them instead of you» (απόψε δόξα τω Θεώ είναι αυτοί αντί για σένα) έγινε «Tonight we’re reaching out and touching you» (απόψε απλώνουμε τα χέρια και σας αγγίζουμε). Προφανώς οι δικηγόροι της επιχείρησης τηλεπικοινωνιών AT&T δεν είχαν πρόβλημα μ’ αυτό (η φράση αυτή είχε χρησιμοποιηθεί σε διαφήμιση της εταιρίας) μιας και ο σκοπός ήταν φιλανθρωπικός. Ο προηγούμενος στίχος, τον οποίο είχε τραγουδήσει ο Bono στις δύο προηγούμενες εκτελέσεις, ήταν αιτία διαμάχης για χρόνια. Φαινόταν σαν να μας ενθαρρύνει να χαιρόμαστε που δεν είμαστε άνθρωποι από κάποια τριτοκοσμική χώρα. Εντάξει, σίγουρα χαιρόμαστε, αλλά φαίνεται σαν απρέπεια να το λέει έτσι. Είναι ένα κλασικό παράδειγμα που ενώ οι ακτιβιστές μουσικοί εννοούν κάτι καλό (και που ο στίχος θα μπορούσε να είναι μία δήλωση για τη δύναμη της συμπόνιας του Θεού), ο τρόπος που το λένε είναι πολύ αδέξιος και παρεξηγήσιμος αφού έτσι δείχνει την έλλειψη συμπόνιας τόσο εκ μέρους του Θεού όσο και των ανθρώπων.
JT Taylor (Kool and the Gang): Τον μίσησα αυτόν το στίχο. Όλα αυτά τα χρόνια, νόμιζα ότι ήμουν ο μόνος που ένιωθε έτσι. Για μένα ήταν ο χειρότερος στίχος σ’ όλο το τραγούδι.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι ο πιο αυτάρεσκος, κτηνώδης και άθλιος που έχει τραγουδηθεί ποτέ. Υπάρχουν φυσικά πολλοί διεκδικητές για τον χειρότερο στίχο όλων των εποχών: οι Depeche Mode για το «People are people so why should it be / You and I get along so awfully» είναι ένας απ’ αυτούς, ενώ οι Snap με το «I’m serious as cancer / When I say rhythm is a dancer» δείχνουν μία πιο αξιοσημείωτη και απερίσκεπτη αναισθησία. Υπάρχουν και οι Queen με το «No time for losers / ‘cos we are the champions», ένας οδυνηρά αλαζονικός ισχυρισμός, που γίνεται ακόμα πιο αλαζονικός όταν τραγουδιέται σε πολυτελή θέρετρα της Νότιας Αφρικής επί απαρτχάιντ ή ενώπιον του παγκόσμιου κοινού στο Live Aid προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για εκείνους που στάθηκαν λιγότερο τυχεροί από τους Queen. Αλλά κανένας –ούτε καν το αμερικανικό ισοδύναμο του «Do They Know It’s Christmas?», το «We Are The World» με την παράλογη και αιματηρή του πρόταση «Στείλτε τους την καρδιά σας / Έτσι θα ξέρουν ότι κάποιος νοιάζεται» (Send them your heart / So they’ll know that someone cares)- δεν ήταν τόσο αναίσθητος και χοντρόπετσος όσο το επιστέγασμα της Band Aid.
Σίγουρα ο Bono μπορούσε να ενθαρρύνει τους ανθρώπους να κάνουν κάτι πιο χρήσιμο από το να εκφράσουν την ανακούφισή τους στο Θεό για το γεγονός ότι κουλουριάζονται μπροστά από το τζάκι ακούγοντας τις θορυβώδεις κωδωνοκρουσίες της εκκλησίας, ενώ ένα έθνος χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά αντιμετωπίζει τον αργό και ανελέητο θάνατο από τον υποσιτισμό και τον εμφύλιο πόλεμο. Θα μπορούσαν να παρακαλέσουν το Θεό να δείξει καλοσύνη σ’ εκείνους που λιμοκτονούν μέχρι θανάτου, που είναι σκελετωμένοι ή οι κοιλιές τους διογκωμένες.
Οι υπερασπιστές του Bono ισχυρίζονται ότι ο στίχος ήταν σαφώς σαρκαστικός ενώ για πολλούς άλλους, που δεν είχαν αυτό το είδος της αμνησικακίας στις καρδιές τους, ήταν απλά κάτι ηλίθιο για να τραγουδηθεί και που ακουγόταν έξυπνο εκείνη τη στιγμή. Πάντως, ο ίδιος ο Bono είχε πει γι’ αυτόν τον αμφιλεγόμενο στίχο ότι πραγματικά τον σιχαίνεται. Πέραν αυτού, τους στίχους δεν τους έγραψε ο Bono αλλά ο Bob Geldof. Τέλος πάντων, ο στίχος αυτός αποκόπηκε.
Στην ηχογράφηση στρατολογήθηκαν κυρίως Βρετανοί αστέρες που κυμαίνονται από την παλαιά φρουρά (Bono, Seal) έως τους σύγχρονους δημιουργούς επιτυχιών (One Direction, Rita Ora, Sam Smith κ.α.). Μόλις ένας Αφρικανός καλλιτέχνης συμμετείχε: η Angélique Kidjo. Οι φιλοξενούμενοι μουσικοί που συμμετείχαν και σε προηγούμενες εκτελέσεις του τραγουδιού ήταν ο Chris Martin (που ηχογράφησε τους εναρκτήριους στίχους στην εκτέλεση του 2004), ο Bono (που τραγούδησε το δέκατο στίχο τόσο στην εκτέλεση του 1984 όσο και σ’ αυτήν του 2004, και φυσικά δεν θα μπορούσε να στερήσει το νεοφιλελεύθερο κελάηδημά του ούτε από το remake του 2014) και ο Roger Taylor.
Αναλυτικά, συμμετείχαν οι Bastille, Bono (U2), Clean Bandit, Alfie Deyes, Paloma Faith, Guy Garvey (Elbow), Ellie Goulding, Angélique Kidjo, Chris Martin (Coldplay), Sinead O’Connor, One Direction, Rita Ora, Olly Murs, Emeli Sandé, Seal, Ed Sheeran, Sam Smith, Joe Sugg, Zoe Sugg, Karl Hyde (Underworld) και Jessie Ware. Είναι εμφανές ότι τα δύο τρίτα των συμμετεχόντων είναι άγνωστα στους άνω των 30 –μάλιστα, αν μη τι άλλο, στην ομαδική φωτογραφία ο Bono μοιάζει σαν να ήθελε να ήταν οπουδήποτε αλλού. Ωστόσο, κάποιοι δημοσιογράφοι έκριναν ότι το μείγμα των τραγουδιστών της Band Aid 30 ήταν πιο πλούσιο σε ποικιλία σε σχέση με τις προηγούμενες φορές.
Προσερχόμενος στο στούντιο ηχογράφησης, ο Bob Geldof δήλωσε στο τηλεοπτικό δίκτυο BBC «Το single είναι ένα τραγούδι, ένα μουσικό κομμάτι αλλά κι ένα γεγονός και το επόμενο στάδιο τώρα είναι να το μετατρέψουμε σε φαινόμενο σαν εκείνο της δεκαετίας του 1980».
Τον πρώτο στίχο τραγούδησαν οι One Direction, εκ των οποίων κανένα μέλος δεν είχε γεννηθεί όταν κυκλοφόρησε η πρώτη εκτέλεση του 1984, και τον τελευταίο η Rita Ora. Από τους συμμετέχοντες ξεχωρίζουν για την ερμηνεία τους ο τραγουδιστής των Elbow, Guy Garvey, καθώς και η παθιασμένη Sinead O’Connor, η φωνή της οποίας ενώ είναι χαμηλή έχει έντονη διακύμανση. Ο Bob Geldof είπε ότι απευθύνθηκε στους συμμετέχοντες «σαν γυμνασιάρχης» πριν τραγουδήσουν το ρεφρέν.
Bob Geldof: Εξήγησα την κατάσταση στη Δυτική Αφρική, εξήγησα τι έλεγε ο Ο.Η.Ε., εξήγησα τι θα μπορούσαμε να κάνουμε και τους ξεσήκωσα!
Μουσικοί ήταν οι: Milan Neil Amin-Smith (Clean Bandit) στο βιολί, Grace Chatto (Clean Bandit) στο τσέλο και ο Roger Taylor (Queen) στα drums και στα πλήκτρα.
Το single κυκλοφόρησε στις 17 Νοεμβρίου του 2014, με το σλόγκαν «Band Aid 30: Αγοράστε το τραγούδι. Σταματήστε τον Ιό» (Band Aid 30: Buy the song. Stop the Virus), 11 μόλις ημέρες πριν την 30ηεπέτειο της κυκλοφορίας της αρχικής εκτέλεσης του τραγουδιού. Το εξώφυλλο επιμελήθηκε η Tracey Emin.
Το μουσικό βίντεο έκανε πρεμιέρα το βράδυ της Κυριακής 16 Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια του βρετανικού τηλεοπτικού show «X Factor» στο ITV. Στην εκπομπή, ο Bob Geldof είπε: «Ο Έμπολα είναι η πιο απάνθρωπη ασθένεια, αλλά μπορούμε να τον σταματήσουμε και θα τον σταματήσουμε», ενώ περιέγραψε τη νέα ηχογράφηση ως «ένα μικρό κομμάτι της ιστορίας της Pop». Επίσης είπε ότι το βίντεο –που ξεκινά με εικόνες θυμάτων του ιού Έμπολα- ήταν «οδυνηρό και δεν προοριζόταν για μία ψυχαγωγική παράσταση» αλλά ήταν κάτι που το κοινό του X Factor έπρεπε να δει.
Σε μόλις πέντε λεπτά από την πρώτη προβολή, συγκεντρώθηκε από δωρεές το ποσό του 1.000.000 λιρών παρόλο που δεν υπήρξε καμία διαβεβαίωση ότι τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν σωστά. Ο δε υπουργός Οικονομικών της Μεγάλης Βρετανίας έδωσε στο φιλανθρωπικό single απαλλαγή από το Φ.Π.Α.
Bob Geldof: Έγινε μανία. Αυτή είναι η ψηφιακή εποχή. Προωθήσαμε το single στο X Factor, ο Simon Cowell μας έδωσε πέντε λεπτά από το βραδινό show και μέσα σε τέσσερα-πέντε λεπτά που φύγαμε από το show είχαμε ένα εκατομμύριο λίρες. Αυτό είναι εξαιρετικό.
Το πρωί της 17ης Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια ζωντανής τηλεοπτικής συνέντευξης στο Sky News, ο Bob Geldof επιτέθηκε στους επικριτές με τη συνήθη ζωηρόχρωμη γλώσσα του, λέγοντας (δύο φορές, προς μεγάλη απογοήτευση του παρουσιαστή) ότι οι κριτικοί που είπαν ότι η Band Aid θα έπρεπε να μείνει σιωπηλή είναι «ομιλούντα αρχίδια»(!), γεγονός που οδήγησε στο απότομο κόψιμο της συνέντευξης. Επίσης έκανε σαφές ότι δεν προσέγγισε άμεσα την Adele για να εμφανιστεί στο κομμάτι, καθώς μία αναφορά έλεγε ότι εκείνη σνόμπαρε την προσπάθεια: «Δεν είχα τηλεφωνήσει καν στην Adele γιατί δεν έχω το τηλέφωνό της. Δεν υπάρχει καμία προσβολή. Έμαθα γι’ αυτό σήμερα το πρωί. Είναι ανοησίες. Εντελώς ανοησίες».
Ενώ οι κυβερνήσεις και οι φιλάνθρωποι από την Αφρική άργησαν να ανταποκριθούν σε πρώτη φάση, αναφέρθηκε ότι τρεις από τους πλουσιότερους ανθρώπους της Αφρικής ενώθηκαν μ’ έναν όλο και αυξανόμενο αριθμό ανθρώπων υποσχόμενοι την υποστήριξή τους. Οι Patrice Motsepe, Aliko Dangote και Tony Elumelu δώρισαν από 1.000.000, 800.000 και 600.000 δολάρια αντίστοιχα, ενώ η Αφρικανική Ένωση πίεσε τον ιδιωτικό τομέα να δώσει πάνω από 28.500.000 δολάρια. Επιπλέον, Αφρικανοί μουσικοί χρησιμοποίησαν τη μουσική στον αγώνα κατά της εξάπλωσης του ιού Έμπολα με πιασάρικα, εκπαιδευτικά τραγούδια.
Ωστόσο, κι η νέα αυτή εκτέλεση του «Do They Know It’s Christmas?» δέχθηκε επίσης κριτική για διαιώνιση των εξαιρετικά επιζήμιων αρνητικών στερεοτύπων και για άγνοια περί της Αφρικής, παρά τις αλλαγές στους στίχους. Ουσιαστικά το τραγούδι παρέμεινε αμετάβλητο –και το βίντεο συλλαμβάνει αυτή την κακή εικόνα που είναι συχνά παρούσα σε τέτοια projects με τη συμμετοχή αστέρων: ανοίγει με το πλάνο του σώματος μίας μαύρης χτυπημένης από τον Έμπολα, να μεταφέρεται από διασώστες, και στη συνέχεια δείχνει πλούσιες, χαμογελαστές διασημότητες να βγαίνουν από λιμουζίνα υπό τα φλας των παπαράτσι για να «κάνουν το καλό» ηχογραφώντας ένα τραγούδι. Σε περίπτωση που υπάρχει απορία για το που εστιάζει το βίντεο, το υπόλοιπο δείχνει μόνο τα πρόσωπα αυτών των διάσημων τραγουδιστών.
Φαίνεται πως πολλοί ήταν δύσπιστοι και ένας μέρος απ’ αυτούς υποψιάστηκε πως υπάρχει κάποια κομπίνα με την Band Aid. Οι τραγουδιστές της Band Aid 30 δεν είναι τόσο γνωστοί όσο εκείνοι του παρελθόντος. Ο Bob Geldof ξέπεσε και σε χυδαιότητες στον αέρα διαπομπεύοντας εκείνους που δεν κάνουν αυτό που θέλει. Σύμφωνα με πληροφορίες, ήθελε την Adele να τραγουδήσει στην 30ή επέτειο του τραγουδιού. Έτσι, ο Geldof αναφέρθηκε (ειρωνικά;) στην –λόγω εγκυμοσύνης- απουσία της από την ηχογράφηση: «Η Adele δεν κάνει τίποτα. Δεν απαντάει στο τηλέφωνο, δεν γράφει, δεν ηχογραφεί. Δεν θέλει να την ενοχλεί κανένας. Δεν θα σηκώσει το τηλέφωνο στο μάνατζέρ της. Φέρνει οικογένεια, ξέρετε».
Σύμφωνα με την Telegraph, το μήνυμα του Geldof είναι ηχηρό και σαφές, ακόμα κι αν η μουσική δεν είναι: ο Geldof είναι εδώ για να σώσει τη Δυτική Αφρική από τον Έμπολα, και η Adele, με την παράξενη επιθυμία της να αποφεύγει τα φώτα της δημοσιότητας καθώς φέρνει στον κόσμο ένα παιδί, είναι μία εγωιστική γυναίκα που πρέπει να ταπεινωθεί δημοσίως. Αργότερα έγινε γνωστό ότι η Adele έκανε διακριτικά μία δωρεά στην Oxfam. Αλλά στον ρηχό, αυτοδιαφημιζόμενο κόσμο των διασημοτήτων, η απλή και αθόρυβη πράξη δωρεάς χρημάτων για φιλανθρωπικούς σκοπούς δεν υφίσταται. Αντιθέτως, οι πλούσιοι και διάσημοι προσφέρουν τον πολύτιμο χρόνο τους, και γι’ αυτό αναμένουν να τους συγχαρούν έστω κι αν, πριν λάμψουν τα ακριβά αστραφτερά δόντια τους στο βίντεο του τραγουδιού, δεν είχαν ιδέα ότι ο Έμπολα είναι πρόβλημα ή ότι χιλιάδες Αφρικανοί περνούσαν τις τελευταίες τους μέρες στη Γη σε αδιανόητη φρίκη, αιμορραγώντας από παντού και αδυνατώντας να παρηγορηθούν από την οικογένειά τους και τους αγαπημένους τους.
«Δώστε μας τα γαμ… σας λεφτά» ήταν το μήνυμα του Geldof τότε και τώρα –ψάξτε και δώστε όλοι από τα σκληρά κερδισμένα χρήματά σας γιατί αυτοί οι διάσημοι άνθρωποι, που βγάζουν εκατομμύρια τραγουδώντας, καταδέχτηκαν να χάσουν λίγες ώρες από το χρόνο τους το σαββατοκύριακο.
«Μπορούμε πραγματικά να σταματήσουμε αυτή την αποκρουστική μικρή πανούκλα», είπε ο Geldof όταν εμφανίστηκε στο BBC Breakfast, χωρίς να κάνει καμία αναφορά στην Έκτακτη Επιτροπή Καταστροφών, η οποία συγκέντρωσε 20.000.000 λίρες για την περιοχή, ή τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, οι οποίοι ήταν εκεί από μήνες πριν.
Δεν είναι τα στρατεύματα που θα έκαναν την πραγματική διαφορά στη Σιέρα Λεόνε –αυτή η τιμή ανήκει στον Geldof και τον εύθυμο στρατό του από αστέρια της Pop, ακόμα κι αν νομίζουν ότι οι προστατευτικές από τον Έμπολα στολές είναι δημιουργία κάποιου νέου καυτού σχεδιαστή.
Όλο αυτό θυμίζει τον Noel Gallagher (των Oasis) που κατά τη διάρκεια του Live 8 είχε πει:
- Διορθώστε με αν κάνω λάθος, αλλά μήπως ελπίζουνε ότι κάποιος απ’ αυτούς τους τύπους της G8 θα δει σε ένα 15λεπτο διάλειμμα την Annie Lennox να τραγουδάει το «Sweet Dreams» και θα σκεφτεί «γαμώτο μου, έχει ένα δίκιο εδώ…, θα πρέπει πραγματικά να μειώσουμε το χρέος». Δεν πρόκειται να συμβεί, έτσι δεν είναι;
Αλλά όποιος αρνείται να πάει με τον Geldof γελοιοποιείται ή υβρίζεται. Όταν δημοσιογράφος του Sky News, του έκανε μία απόλυτα λογική ερώτηση σχετικά με τις φορολογικές πρακτικές ορισμένων από τους καλλιτέχνες που συμμετείχαν στο τραγούδι, η μόνη του απάντηση ήταν «αυτά είναι μαλακίες». Αυτή είναι μια απάντηση που μπορεί να περιμένεις από έναν 20χρονο με κανάλι στο YouTube, αλλά από έναν 63χρονο που προσπαθεί να εμπλέξει το κοινό σε μία τόσο σοβαρή υπόθεση όπως ο Έμπολα, φαίνεται απλά αγενές. Πώς περιμένει να τον πάρουν στα σοβαρά αν ο ίδιος δεν μπορεί να συμπεριφερθεί με σοβαρό τρόπο;
Κανείς δεν θέλει έναν κόσμο γεμάτο Έμπολα, όπως δεν θέλουμε κι έναν κόσμο γεμάτο από ελονοσία, AIDS, φυματίωση και πολλές άλλες ασθένειες –για να μην αναφέρουμε τις συνθήκες πείνας και φτώχειας- που καταστρέφουν τις ζωές πολλών εκατομμυρίων Αφρικανών κάθε μέρα.
Είναι οξύμωρο να κάνει μαθήματα φιλανθρωπικής συμπεριφοράς ένας άντρας με περιουσία 32.000.000 λιρών, που λέγεται ότι χρησιμοποιεί μεθόδους φοροδιαφυγής. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν μία δημοσιογράφος τον ρώτησε πόσους φόρους πλήρωσε, ο Geldof έγινε έξαλλος μαζί της λέγοντας «Ο χρόνος μου; Αυτός δεν είναι φόρος;». Λοιπόν, όχι Bob, δεν είναι. Ούτε να σε ικετεύει να δώσεις κάτι ένα συγκρότημα που ταξιδεύει σε ξεχωριστά ιδιωτικά τζετ (One Direction) ή ένας άνθρωπος που αποφεύγει τους ιρλανδικούς φόρους ενώ ταυτόχρονα ζητάει από την ιρλανδική κυβέρνηση να βοηθήσει τις αναπτυσσόμενες χώρες (Bono).
Ανακοινώνοντας την κυκλοφορία του τραγουδιού, ο Bob Geldof είπε «Πραγματικά δεν έχει σημασία αν δεν σ’ αρέσει το τραγούδι. Πραγματικά δεν έχει σημασία αν δεν σ’ αρέσουν οι καλλιτέχνες ή αν αποδειχθεί ότι είναι μία άθλια ηχογράφηση. Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι ν’ αγοράσεις αυτό το πράγμα». Σοβαρά; Κι αν δεν το κάνεις, αυτό σε κάνει αναίσθητο και αδιάφορο;
Το κακό είναι ότι όλη αυτή η προσπάθεια στηρίζεται στην πεποίθηση ότι ο κόσμος είναι κακόβουλος και ανελεήμων, όταν στην πραγματικότητα αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια. Είναι η ώρα για τους ομοίους του Geldof να σταματήσουν να ζητάνε από τον απλό κόσμο να δώσει λεφτά και, όπως η Adele, να αρχίσουν να δίνουν οι ίδιοι. Η φιλανθρωπία, σε τελική ανάλυση, αρχίζει από το σπίτι.
Το βρετανικό περιοδικό The Spectator το έθεσε ξερά: «Εκτός κι αν ήσουν σε απομόνωση τους τελευταίους 6 μήνες, το single της Band Aid δεν θα σε ευαισθητοποιήσει ούτε λίγο. Από τότε που επιβεβαιώθηκε το ξέσπασμα στη Γουινέα στις 22 Μαρτίου, μεταδόθηκαν πολλές ώρες τηλεοπτικής κάλυψης και συγκεντρώθηκαν πολλά εκατομμύρια για την προσπάθεια παροχής βοήθειας. Λίγοι παρατήρησαν ότι η διάρροια σκότωσε 73 φορές περισσότερους Αφρικανούς από τον ιό Έμπολα από τότε που ξέσπασε η νόσος. Μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη διάρροια πολύ πιο εύκολα, παρόλο που καμία διασημότητα δεν θα τραγουδούσε ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι γι’ αυτή».
Και βέβαια, για άλλη μια φορά, τέθηκε θέμα με τον τίτλο του τραγουδιού. Κι αυτό γιατί η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου είναι «Ναι, ξέρουν πότε είναι Χριστούγεννα».
Η Washington Post έγραψε: Η ιδέα ότι κανείς στη Λιβερία, τη Σιέρα Λεόνε ή τη Γουινέα δεν θα γιορτάσει τα Χριστούγεννα ή ότι οι καμπάνες των Χριστουγέννων ηχούν τις κωδωνοκρουσίες της μοίρας είναι εντελώς γελοίο. Οι κάτοικοι της Γουινέας, της Λιβερίας και της Σιέρα Λεόνε σίγουρα γνωρίζουν πότε είναι τα Χριστούγεννα επειδή πολλοί από αυτούς είναι χριστιανοί. Στη Λιβερία το 86% των κατοίκων είναι χριστιανοί! Στη Σιέρα Λεόνε και στη Γουινέα είναι το 10%. Το γεγονός ότι στη Δυτική Αφρική υπάρχει θρησκευτική ποικιλία και ότι σε ορισμένες περιοχές οι κάτοικοι είναι κυρίως μουσουλμάνοι, δεν σημαίνει ότι αγνοούν το πότε είναι τα Χριστούγεννα ή πότε τα γιορτάζουν οι χριστιανοί γείτονές τους. Ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι ακόμα και στη Σιέρα Λεόνε και τη Γουινέα τα Χριστούγεννα είναι δημόσια αργία! Οι στίχοι προδίδουν πλήρη άγνοια της σημασίας του Χριστιανισμού στον πολιτισμό κάθε χώρας, την αίσθηση της χαράς και της γιορτής που μπορεί να ανυψώσει όλους τους ανθρώπους, ακόμα και στις πιο τρομερές συνθήκες, καθώς και του γεγονότος ότι οι περισσότεροι Δυτικοαφρικανοί –ακόμα και στη ζώνη της επιδημίας του Έμπολα- δεν πάσχουν στην πραγματικότητα από Έμπολα. Ενώ η επιδημία είναι σοβαρή και έχει πλήξει πάρα πολλούς ανθρώπους, έχει επηρεάσει πολύ μικρά ποσοστά του πληθυσμού κάθε χώρας. Η εκτίμηση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας αριθμούσε 14.413 επιβεβαιωμένα κρούσματα του ιού Έμπολα που μπορούν να αποδοθούν στη δυτικοαφρικανική επιδημία. Στην περίπτωση κάθε μίας από τις τρεις πιο βαριά πληγείσες χώρες, αυτοί που διαγνώστηκαν με τη νόσο αποτελούν πολύ μικρότερο ποσοστό από το 1% του πληθυσμού κάθε χώρας. Συγκεκριμένα, στη Γουινέα επιβεβαιώθηκαν 1.919 κρούσματα (ποσοστό 0,02%), στη Λιβερία 6.878 (0,2%) και στη Σιέρα Λεόνε 5.586 (0,1%).
Γνωρίζουμε ότι ο αριθμός των επιβεβαιωμένων περιπτώσεων δεν αντικατοπτρίζει τον πραγματικό αριθμό των ατόμων που έχουν μολυνθεί με τον Έμπολα κατά τη διάρκεια αυτής της επιδημίας. Αλλά ακόμα και αν πενταπλασιάζαμε τον αριθμό των περιπτώσεων σε κάθε χώρα, το ποσοστό θα παρέμενε κάτω από το 1% του πληθυσμού κάθε χώρας.
Αυτό το σημείο δεν έχει σκοπό να μειώσει με κάποιον τρόπο τη δριμύτητα ή τη σοβαρότητα της επιδημίας, ούτε θα πρέπει ν’ αφήσουμε να διαφύγει απ’ το μυαλό μας, ούτε για μια στιγμή, η τραγωδία των 5.177 ζωών που έχουν ήδη χαθεί από τον Έμπολα. Είναι, όμως, σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι στίχοι όπως «there’s death in every tear» είναι εντελώς ανακριβείς. Επιπλέον, για τον τυπικό καταναλωτή της Pop μουσικής που θα κατεβάσει το κομμάτι της Band Aid χωρίς να το ψάξει περισσότερο, δίνει την εσφαλμένη εντύπωση ότι όλοι στη Δυτική Αφρική (στην πραγματικότητα το τραγούδι δεν αναφέρει ποτέ τις πληγείσες χώρες) μεταδίδουν τον Έμπολα με κάθε δάκρυ που ρίχνει για τις ζωές που χάθηκαν.
Το «Do They Know It’s Christmas?» αντιμετωπίζει τους Αφρικανούς ως ένα ομοιογενές σύνολο άρρωστων ανθρώπων που υποφέρουν χωρίς βοήθεια απ’ έξω. Η διάδοση τέτοιων ανακριβών και παραπλανητικών πληροφοριών μπορεί να οδηγήσει σε επικίνδυνες προκαταλήψεις και διακρίσεις ενάντια στους ανθρώπους αφρικανικής καταγωγής, επηρεάζοντας τις ευκαιρίες απασχόλησής τους, την υγεία και την ασφάλεια.
Επιπλέον, το τραγούδι αγνοεί τους Αφρικανούς και τις προσπάθειές τους για την καταπολέμηση του ιού Έμπολα.
Από τους 30 καλλιτέχνες που συμμετείχαν στην ηχογράφηση του «Do They Know It’s Christmas?» του 2014, μόνο ένας, η Angelique Kidjo, είναι Αφρικανός. Το τραγούδι διαιωνίζει το μύθο του «Λευκού Σωτήρα», απεικονίζοντας τους Αφρικανούς ως παθητικούς και αβοήθητους ανθρώπους που έχουν ανάγκη εξωτερικής βοήθειας από τους λευκούς ανθρώπους του παγκόσμιου βορρά. Αυτό δεν αντανακλά την πραγματικότητα. Το «Do They Know It’s Christmas?» αγνοεί τις πολλές αφρικανικές οργανώσεις, που εργάζονται για την καταπολέμηση του ιού, και τους αμέτρητους, ηρωικούς εργαζόμενους στον τομέα της υγείας που ήταν στην πρώτη γραμμή της επιδημίας από τότε που ξεκίνησε.
Δεν ξέρουμε, επίσης, πού πάνε τα χρήματα. Αποδεικνύεται ότι είναι αρκετά δύσκολο να πάρει κανείς αξιόπιστη πληροφορία σχετικά με το που πάνε τα χρήματα που συγκεντρώνονται από τις πωλήσεις του «Do They Know It’s Christmas?». Θαμμένο στους Όρους και Προϋποθέσεις στην ιστοσελίδα της Band Aid, μαθαίνουμε ότι «όλα τα έσοδα από τον διαγωνισμό της Band Aid 30 θα διατεθούν για την παρέμβαση και την πρόληψη της εξάπλωσης του ιού Έμπολα». Αφήνοντας κατά μέρος το ερώτημα το πώς αυτή η προσπάθεια αποτελεί έναν «διαγωνισμό», οι δωρητές καλούνται να βάλουν ένα τεράστιο ποσό εμπιστοσύνης στην οργάνωση. Η επίσημη δραστηριότητα της Band Aid Trust εξακολουθεί να αναφέρεται ότι είναι «η ανακούφιση από την πείνα και τη φτώχεια στην Αιθιοπία και τους γείτονές της». Από τα διαθέσιμα στοιχεία, φαίνεται ότι η οργάνωση δεν έχει ακόμα αποφασίσει σε ποιον θα δώσει τα κεφάλαια, τα οποία είπανε στους δωρητές ότι θα χρησιμοποιηθούν για την καταπολέμηση του ιού Έμπολα. Η Band Aid θα μπορούσε να δώσει τα χρήματα σε αξιόπιστους φορείς βοήθειας, όπως τους Γιατρούς χωρίς Σύνορα. Ή και όχι. Οι δωρητές σε αυτή την προσπάθεια δεν έχουν εγγυήσεις ότι τα κεφάλαιά τους θα δαπανηθούν σωστά.
Αυτό είναι ιδιαίτερα προβληματικό με έναν οργανισμό όπως η Band Aid, του οποίου η καταγραφή της αποτελεσματικότητας είναι αμφισβητήσιμη. Όπως αναφέρει ο Peter Gill στο βιβλίο του «Famine And Foreigners: Ethiopia Since Live Aid», το αυταρχικό καθεστώς της Αιθιοπίας προσπάθησε συχνά να χειραγωγήσει τις δραστηριότητες των ΜΚΟ για να εξυπηρετήσει τους στόχους της κυβέρνησης και με σκευωρίες εφάρμοσε σχέδια επανεγκατάστασης που επιδείνωσαν τις επιπτώσεις του λιμού. Γίνεται μία έντονη συζήτηση μεταξύ των εμπειρογνωμόνων για το αν η Band Aid έκανε περισσότερο καλό ή κακό, ή αν οι ακούσιες συνέπειες των προσπαθειών της σκότωσε τόσους ανθρώπους όσους έσωσε. Υπάρχουν, επίσης, από καιρό καταγγελίες ότι κάποια από τα χρήματα που προορίζονταν για τους Αιθίοπες μέσω των προσπαθειών της Band Aid/Live Aid στην πραγματικότητα καταβλήθηκαν για όπλα που προκάλεσαν περαιτέρω ζημιά στην περιοχή. Οι δωρητές, λοιπόν, δεν έχουν διαβεβαιώσεις από την Band Aid ότι τα χρήματά τους θα χρησιμοποιηθούν σωστά.
Τι πρέπει να κάνει, λοιπόν, ένα πρόσωπο με καλή θέληση, που θέλει να βοηθήσει τα άτομα που πάσχουν από Έμπολα; Παρακάμπτει την κακή μουσική και δωρίζει απευθείας στην DEC (Disasters Emergency Committee), στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα ή σε άλλον αξιόπιστο οργανισμό. Ακόμα καλύτερα, υποστηρίξτε τους τοπικούς φορείς που εργάζονται για να βοηθήσουν μέσω της Africa Responds. Το single της Band Aid θα συγκεντρώσει πολλά χρήματα και μπορούμε να ελπίζουμε ότι τα φιλανθρωπικά ιδρύματα που θα επιλεχθούν για να επωφεληθούν από αυτό θα χρησιμοποιήσουν αυτούς τους πόρους καλύτερα απ’ ό,τι την πρώτη φορά. Αλλά αυτός δεν είναι ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να βοηθήσει κανείς.
(Washington Post, «They Know It’s Christmas», 17/11/2014)
Την ημέρα της κυκλοφορίας του τραγουδιού, ο Bob Geldof είπε στο BBC ότι ο Βρετανός/Γκανέζος μουσικός Fuse ODG δεν συμμετείχε στη Band Aid 30 επειδή «αισθάνθηκε άβολα». Υποτίθεται ότι ο Fuse ODG θα συμμετείχε με τους άλλους καλλιτέχνες στην ηχογράφηση του «Do They Know It’s Christmas?», αλλά την τελευταία στιγμή έκανε πίσω διότι το μήνυμα του τραγουδιού δεν συνάδει με τις πεποιθήσεις του.
Bob Geldof: Του είπα «άλλαξε όσες λέξεις θέλεις, είναι δικό σου θέμα». Το πρόβλημά του ήταν ότι πρέπει να είσαι θετικός για την Αφρική, αλλά όταν έχεις την Angelique Kidjo και την Emeli Sande που είχαν την ίδια στάση, είπα ότι αφού υπάρχει ο διεθνής Τύπος, πείτε τους για την άποψή σας. Αν υπάρχει ένας στίχος που δεν μπορείς να τραγουδήσεις, άλλαξέ τον. Και μου είπε ότι απλά αισθάνθηκε άβολα. Ο Fuse έχει δίκιο. Υπάρχει αυτή η γελοία εικόνα της ηπείρου. Επτά από τις δέκα ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες του πλανήτη είναι αφρικανικές, και από αυτές τις επτά, οι πέντε είναι χώρες στις οποίες έδρασε η Band Aid.
Την επόμενη ημέρα ο Fuse ODG, ο οποίος είναι παθιασμένος με την ενίσχυση της προβολής της Αφρικής και των Αφρικανών, είπε ότι η Band Aid είναι «επιζήμια» για την αφρικανική ήπειρο. Συγκεκριμένα, σε μία αποκλειστική του συνέντευξη στο BBC, δήλωσε ότι αποσύρθηκε από την ηχογράφηση του φιλανθρωπικού single της Band Aid 30 επειδή αισθάνθηκε ότι ήταν μία γρήγορη λύση σ’ ένα μεγαλύτερο πρόβλημα.
Fuse ODG: Αισθάνομαι ότι σ’ ένα σύντομο χρονικό διάστημα μπορούμε να συγκεντρώσουμε ένα ποσό χρημάτων. Ο κόσμος μπορεί να αισθανθεί καλά δίνοντας δύο λίρες. Αλλά μακροπρόθεσμα δεν βλέπω τον κόσμο να πηγαίνει στην Αφρική και να ξοδεύει ακόμα περισσότερα χρήματα. Νιώθω, λοιπόν, ότι μακροπρόθεσμα είναι πολύ επιζήμιο για την ήπειρο. Αισθάνθηκα ότι δεν ευθυγραμμίζεται με το νέο αφρικανικό κίνημα. Πάντα φωνάζω για το πόσο καταπληκτική είναι η Αφρική και ρίχνω φως στις θετικές της πλευρές.
Ο Fuse είπε ότι στηρίζει τις προσπάθειες του Bob Geldof αλλά όλα είναι θέμα προοπτικής. Θέλοντας να δώσει περισσότερες εξηγήσεις για το θέμα, είπε στον Guardian ότι απέρριψε την πρόταση να συμμετάσχει επειδή οι στίχοι του τραγουδιού δεν αντικατοπτρίζουν αυτό που είναι στ’ αλήθεια η Αφρική. Συγκεκριμένα, ο Fuse ODG είπε:
- Λέγοντας όχι στον Bob Geldof είναι μία από τις σκληρότερες αποφάσεις που έπρεπε να πάρω φέτος. Ωστόσο βλέποντας σε ζώνη υψηλής τηλεθέασης, όταν το βίντεο έκανε πρεμιέρα στο X Factor, την εικόνα με το πτώμα μιας Αφρικανής που την μεταφέρανε έξω από το σπίτι της, αποκρυσταλλώθηκαν οι ανησυχίες μου σχετικά μ’ αυτή τη στρατηγική καταπολέμησης του Έμπολα. Για μένα είναι εντελώς λανθασμένη.
Μία εβδομάδα πριν την ηχογράφηση της Band Aid 30, έλαβα μία κλήση από τον Geldof, ρωτώντας με αν μπορώ να λάβω μέρος. Είχα την τιμή να μου ζητηθεί και, σε σύνδεση με το πάθος του για την αντιμετώπιση της κρίσης του Έμπολα, είπα ότι ήθελα να προσφέρω την υποστήριξή μου.
Είχα, όμως, και τις επιφυλάξεις μου. Ήμουν επιφυλακτικός λόγω των στίχων και των βίντεο των προηγούμενων φιλανθρωπικών singles και ανησυχούσα ότι θα έπαιζε ρόλο στη συνεχή αρνητική εικόνα της Αφρικής στη δύση. Ο Geldof κι εγώ μιλήσαμε επί μακρόν γι’ αυτό το θέμα και συμφώνησε μαζί μου σε πολλά επίπεδα, διαβεβαιώνοντάς με ότι θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε ως μία ευκαιρία να αναδείξουμε τα θετικά της Αφρικής.
Ωστόσο, όταν έλαβα τους προτεινόμενους στίχους την Πέμπτη –δύο μέρες πριν την ηχογράφηση που επρόκειτο να λάβει χώρα στο Λονδίνο- σοκαρίστηκα και αισθάνθηκα ντροπή για το περιεχόμενό τους. Το μήνυμα της Band Aid 30 δεν αντικατοπτρίζει σε καμία περίπτωση αυτό που είναι πραγματικά η Αφρική και άρχισα να αναρωτιέμαι αν αυτό ήταν κάτι στο οποίο θα ήθελα να είμαι μέρος.
Επισήμανα στον Geldof τους στίχους με τους οποίους δεν συμφωνώ, όπως «Where a kiss of love can kill you and there’s death in every tear» («όπου ένα φιλί αγάπης μπορεί να σε σκοτώσει και όπου υπάρχει θάνατος σε κάθε δάκρυ») και «There is no peace and joy in west Africa this Christmas» (δεν υπάρχει ειρήνη και χαρά στη δυτική Αφρική αυτά τα Χριστούγεννα). Τα τελευταία τέσσερα χρόνια πήγα στην Γκάνα για τα Χριστούγεννα με μοναδικό σκοπό την ειρήνη και τη χαρά. Για μένα, λοιπόν, το να τραγουδήσω αυτούς τους στίχους θα ήταν απλά ένα ψέμα.
Η αλήθεια είναι ότι η αντίρρησή μου για το project πηγαίνει πέρα από τους προσβλητικούς στίχους. Εγώ, όπως και πολλοί άλλοι, βαρέθηκα την όλη ιδέα για την Αφρική –μία πλούσια σε πόρους ήπειρο με αχαλίνωτο δυναμικό- να εκλαμβάνεται ως άρρωστη, μολυσμένη και που μαστίζεται από τη φτώχεια. Στην πραγματικότητα, επτά από τις δέκα ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες του κόσμου βρίσκονται στην Αφρική.
Επιτρέψτε μου να είμαι σαφής: δεν παραβλέπω το γεγονός ότι υπάρχει ο Έμπολα και ότι άνθρωποι χρειάζονται βοήθεια. Από την αρχή της επιδημίας τον Μάρτιο, σκότωσε πάνω από 5.000 άτομα. Αλλά κάθε ανθρώπινο ον αξίζει αξιοπρέπεια στον πόνο του και οι εικόνες που προβάλλονται στις οθόνες μας, απομακρύνουν κάθε απομεινάρια αξιοπρέπειας από τους πάσχοντες από τον Έμπολα, πολλοί στη στιγμή του θανάτου τους, ενώ θα έπρεπε να τους σεβαστούμε.
Δεν αμφισβητώ τις καλές προθέσεις της Band Aid. Αλλά η στρατηγική του παράγοντα σοκ που χρησιμοποίησαν από τη δεκαετία του 1980 έχει πυροδοτήσει ένα ολόκληρο κύμα οργανώσεων «καλού σκοπού» που υπήρξε ανεύθυνο ως προς τις εικόνες που προβλήθηκαν στον υπόλοιπο κόσμο. Ήταν εντελώς μονόπλευρες. Αυτό είναι κατανοητό εν μέρει, δεδομένου ότι δεν θα συγκέντρωναν πολλά χρήματα αν έδειχναν την ευημερία, τον πλούτο και τον ευτυχισμένο τρόπο ζωής που υπάρχει στην ήπειρο. Αλλά στη διαδικασία να γίνει όλη αυτή η «καλή δουλειά», έχει δημιουργηθεί μία τεράστια ανισορροπία.
Αυτή η εικόνα της φτώχειας και της πείνας είναι εξαιρετικά ισχυρή ψυχολογικά. Με δεκαετίες τέτοιων εικόνων που προβάλλονται προς τα έξω, ο μέσος δυτικός είναι πιθανόν να δωρίσει 2 λίρες το μήνα ή να αγοράσει ένα φιλανθρωπικό single που του δίνει κι ένα ωραίο ζεστό συναίσθημα. Αλλά είναι πολύ λιγότερο πιθανό να θέλει να πάει για διακοπές ή να επενδύσει στην Αφρική. Αν το διαβάζετε αυτό και δεν έχετε πάει στην Αφρική, αναρωτηθείτε γιατί.
Το This Is New Africa (TINA) είναι ένα κίνημα που κινητοποιεί τον κόσμο για να ρίξει ένα θετικό φως στην Αφρική. Γεννήθηκα στο Tooting, στο νότιο Λονδίνο, και ήμουνα βρέφος όταν με πήρανε στην Γκάνα. Επιστρέφοντας στο Λονδίνο στην ηλικία των 11, το να είσαι Αφρικανός δεν ήταν κάτι για το οποίο θα περηφανευόσουν εξαιτίας όλων των αρνητικών συνειρμών που θα έφερναν στο μυαλό κι αυτό με οδήγησε στο να ντρέπομαι σχεδόν γι’ αυτό που ήμουν.
Όποιος έχει βιώσει την Αφρική με θετικό τρόπο είναι πολίτης της Νέας Αφρικής και είναι ανάγκη να παίξει το ρόλο του στην πρόκληση αντιλήψεων. Εγώ μοιράζομαι την εμπειρία μου μέσα από τη μουσική μου και αν μπορώ να κάνω Νο 1 μουσική που υμνεί την Αφρική τότε σίγουρα και η Band Aid και το εκτεταμένο δίκτυό της μπορεί να κάνει το ίδιο. Έχω παίξει σε δύο από τις τρεις χώρες που έχουν πληγεί από τον Έμπολα, όπου έχω φίλους και πιστούς οπαδούς, και θα δωρίσω τα έσοδα του επόμενου single μου προκειμένου να αντιμετωπιστεί αυτό το ζήτημα.
Ελπίζω από τα βάθη της καρδιάς μου ότι η ασθένεια αυτή μπορεί να αντιμετωπιστεί στη Σιέρα Λεόνε, τη Λιβερία και τη Γουινέα. Όμως με τις τακτικές του σοκ και των αρνητικών εικόνων μπορεί να συγκεντρώνονται χρήματα βραχυπρόθεσμα, αλλά η μακροχρόνια βλάβη θα πάρει πολύ περισσότερο χρόνο να επουλωθεί.
(Fuse ODG, «Why I had to turn down Band Aid», The Guardian, 19 Νοεμβρίου 2014, μετάφραση: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης)
Ο Fuse δεν ήταν ο μόνος καλλιτέχνης που αντιτάχθηκε στο μήνυμα της Band Aid 30. Ο Νιγηριανός rapper Breis, σε μία οργισμένη επίθεση μέσω Twitter, περιέγραψε τους στίχους του τραγουδιού «γελοίους, άστοχους, αδαείς, οπισθοδρομικούς, εμετικούς, πνευματικά κακόβουλους και ενδοτικούς».
Ο Damon Albarn των Blur επέκρινε κι αυτός την εικόνα που προβάλλεται για την Αφρική από το τραγούδι της Band Aid 30, επισημαίνοντας ότι «υπάρχουν προβλήματα με την αντίληψή μας για τη φιλανθρωπία». Σε μία συνέντευξή του στις ειδήσεις του Channel 4, ο Damon Albarn είπε: «Έχοντας πάει σε πολλές χώρες και έχοντας γνωρίσει πολλούς ανθρώπους, πάντα φαίνεται ότι έχουμε μόνο μία άποψη. Υπάρχει επίσης αυτή η υπόθεση, ότι στην Αφρική όλοι ξέρουν τι συμβαίνει. Η δική μας οπτική και η δική μας ιδέα για το τι βοηθάει, και η ιδέα μας για το τι είναι λάθος και τι σωστό δεν είναι αναγκαίο να συμμερίζονται από άλλους πολιτισμούς».
Η Solome Lemma, συνιδρυτής της Africa Responds, είπε ότι υπήρχαν «κι άλλοι τρόπο για να συμβάλουν ο Geldof και οι διάσημοι φίλοι του. Ενώ το αρχικό single της Band Aid έθιξε το θέμα του λιμού της Αιθιοπίας και συγκέντρωσε χρήματα, άφησε την Αιθιοπία και την υπόλοιπη Αφρική με μία φοβερή κληρονομιά που μας απεικονίζει ως πεινασμένους, φτωχούς και κατατρεγμένους. Αν ο Geldof είχε αναλάβει πραγματικά να το κάνει χρησιμοποιώντας την ιδιότητά του ως μουσικός, τότε έπρεπε να δουλέψει με Αφρικανούς καλλιτέχνες. Υπάρχει πληθώρα καλλιτεχνών από τις τρεις πιο πληγείσες χώρες –τη Λιβερία, τη Σιέρα Λεόνε και τη Γουινέα- και από την υπόλοιπη Αφρική, που θα μπορούσε να κάνει ένα διαφορετικό τραγούδι. Το πρώτο ήταν λάθος με κάθε περίπτωση, συμπεριλαμβανομένων των τρομερών, κηδεμονικών στίχων».
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει και η άποψη του Al Jazeera:
Οι λέξεις «Do They Know It’s Christmas?» δεν εμφανίζονται πλέον στην επικαιροποιημένη εκτέλεση της ομώνυμης ηχογράφησης του Bob Geldof και της Band Aid του 1984. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί ο στίχος περικόπηκε, αν και επιβιώνει ως ο τίτλος του τραγουδιού. Είναι ένας αμήχανα κακός στίχος σε ένα αμήχανα κακό τραγούδι.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του Geldof, του Bono και πολλών άλλων μουσικών και υποστηρικτών που συμμετείχαν στις διάφορες επαναλήψεις και αναβιώσεις της Band Aid –μεταξύ των οποίων και των συναυλιών Live8 που δεσμεύτηκαν το 2005 να «περάσουν την φτώχεια στην ιστορία»- αυτό το τραγούδι θα αφήσει μία άσχημη γεύση στο στόμα σας. Είναι συγκαταβατικό και απλοϊκό και η επιθετική ηθικολογία του έχει όλη την ευαισθησία και την γεωπολιτική απόχρωση τού να προτρέπετε την κόρη σας να φάει όλο της το φαγητό επειδή τα παιδιά πεθαίνουν από την πείνα στην… Βόρεια Κορέα. Ή στην Αφρική. Ή στα Απαλάχια όρη. Ή οπουδήποτε αλλού.
Το τραγούδι δεν αφορά πραγματικά την Αφρική. Το «Do They Know It’s Christmas?» παράγει μία μόνο εικόνα εξαθλίωσης, τη φαντασία μιας «Αφρικής» γεμάτης με θύματα που περιμένουν να σωθούν, της τέλειας τοποθεσίας για τους λευκούς σωτήρες να εκδηλώσουν την ανιδιοτελή αρετή τους. Είναι ένα τραγούδι που χωρίζει τον κόσμο αρκετά κοφτά σε «εμείς» και «αυτοί». Πριν από τριάντα χρόνια, ο Bono ήταν αναστατωμένος στην ιδέα να τραγουδήσει τους στίχους «Tonight thank God it’s them instead of you» και είναι εύκολο να καταλάβει κανείς τον λόγο (αν και τελικά τους τραγούδησε). Και σήμερα, επίσης, αυτές οι λέξεις έχουν αντικατασταθεί από το πιο περιεκτικό «tonight we’re reaching out and touching you». Όμως ο ρατσισμός του τραγουδιού ζει στον κοινότυπο τρόπο που μας θυμίζει πόσο διαφορετικοί είναι από εμάς, ανυψώνοντας ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ του κοινού –λευκοί Βρετανοί που γιορτάζουν τα Χριστούγεννα- και των άλλων που γνωρίζουν μόνο τον πόνο, τα δάκρυα και τον θάνατο. Το βίντεο του τραγουδιού επισύρει την αντίθεση με μία οδυνηρή αμβλύτητα: Πρώτα βλέπουμε μία αδυνατισμένη, ημίγυμνη γυναίκα από την Αφρική που την σηκώνουν από το κρεβάτι της φορώντας το εσώρουχό της και στη συνέχεια μία πομπή λαμπερών Βρετανών αστέρων της Pop να φτάνουν στο στούντιο φωτισμένα από τα φλας και τις κολακείες του Τύπου.
Η επικαιροποιημένη εκτέλεση του τραγουδιού, την οποία αποκάλυψε ο Geldof στον τηλεοπτικό μουσικό διαγωνισμό του Simon Cowell «X Factor», υποτίθεται ότι αφορά περισσότερο την επιδημία του Έμπολα στη Δυτική Αφρική παρά την πείνα στην Αιθιοπία. Επί τη ευκαιρία, στίχοι όπως «Where the only water flowing is the bitter Sting of tears» αντικαταστάθηκαν από το «Where a kiss of love can kill you, and there’s death in every tear». Δεν τη λες και μεγάλη βελτίωση. Οι Αφρικανοί μπορεί να κλαίνε για διαφορετικούς λόγους, αλλά το σημαντικό είναι ότι κλαίνε. Και για να γίνουμε πιο αιχμηροί, πώς συνδέεται η επιδημία του Έμπολα το 2014 στην Δυτική Αφρική με τον λιμό που έπληξε την Αιθιοπία στις αρχές της δεκαετίας του 1980; Εκτός από το «Do They Know It’s Christmas?» και το γεγονός ότι συνέβησαν στην ίδια ήπειρο –μία ήπειρο που έχει 20 φορές τον πληθυσμό της Μεγάλης Βρετανίας και το 130 φορές το μέγεθός της- δεν υπάρχουν πολλά που να συνδέουν αυτά τα δύο. Η Λιβερία είναι τόσο μακριά από την Αιθιοπία όσο είναι και από το Λονδίνο. Παρά τις καλές προθέσεις που μπορούν να τεθούν κάτω από αυτό που αποκάλεσε ο Morrissey ως «η πιο φαρισαϊκή πλατφόρμα στην ιστορία της Pop μουσικής», δεν υπάρχει καλύτερη λέξη από τον «ρατσισμό» που να περιγράφει τον ωμό, απερίσκεπτο ισχυρισμό ότι οι Αφρικανοί είναι Αφρικανοί, ενωμένοι από την αφρικανική δυστυχία τους που τους κάνει να κρατιούνται από την άκρη του χεριού μας λόγω του οίκτου μας για τα δεινά τους. Η αλλαγή ορισμένων στίχων δεν συνεπάγεται και ότι αλλάζει το τραγούδι αυτό που είναι στον πυρήνα του: μία έκκληση να τους λυπηθούμε και να αισθανθούμε καλά που ξοδεύουμε τον οβολό μας γι’ αυτό το γλυκερό κομμάτι της Pop.
Ίσως να μην έχει καμία σημασία αν το τραγούδι είναι απαίσιο εφόσον συγκεντρώνει χρήματα για καλό σκοπό. «Πραγματικά δεν έχει σημασία αν δεν σ’ αρέσει αυτό το τραγούδι. Πραγματικά δεν έχει σημασία αν μισείς όλους τους καλλιτέχνες», λέγεται ότι είπε ο Geldof. «Αυτό που πρέπει να κάνεις είναι ν’ αγοράσεις αυτό το πράγμα». Συγχαρητήρια για την ειλικρίνεια.
Αλλά τί είναι αυτό το πράγμα που πρέπει ν’ αγοράσεις; Γιατί πρέπει ν’ αγοράσουμε αυτό το τραγούδι; Η ιστοσελίδα της Band Aid διακηρύσσει ότι «το Φιλανθρωπικό Ταμείο της Band Aid θα λάβει το 100%» -προφανώς όλων των εσόδων- αλλά στην πραγματικότητα η ίδια η Band Aid δεν έχει να κάνει τίποτα με τα χρήματα εκτός από το να τα διοχετεύσει σε άλλους οργανισμούς. Που πάει να πει, στην καλύτερη περίπτωση, ότι η Band Aid είναι απλά ένας ενδιάμεσος. Στην ιδανική περίπτωση, δίνει το 100% των εσόδων της, αν και είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι είναι τόσο αποτελεσματική. Κάθε αξία που μπορεί να προστεθεί στη διαδικασία πρέπει να πληρωθεί. Αν θες να δωρίσεις δολάρια ή λίρες για την καταπολέμηση του Έμπολα, δεν χρειάζεσαι τον Bob Geldof για μεσάζοντα. Μπορείς να στείλεις τα χρήματα απευθείας στην Africa Responds ή στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα. Υπάρχει επίσης ένα μουσικά ανώτερο τραγούδι, με Δυτικοαφρικανούς μουσικούς, που ονομάζεται «Africa Stop Ebola», που χαρίζει όλα τα έσοδα στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.
Αυτό που είναι το πιο ανησυχητικό για το «Do They Know It’s Christmas?» δεν είναι η μουσική αυτή καθαυτή αλλά ο τρόπος που η ίδια υπαινίσσεται σε μας («us») –σε μία ιστορία γι’ αυτούς («them»)- και δεν μπορεί να μπει στον κόπο να αναφέρει σωστά ακόμα και τα πιο βασικά γεγονότα. Το πρόβλημα πηγαίνει πολύ πιο πέρα απ’ το ίδιο το γεγονός, καθώς στην πραγματικότητα μερικές φορές χιονίζει στην Αιθιοπία και οι Αιθίοπες χριστιανοί γνωρίζουν ακριβώς πότε είναι τα Χριστούγεννα (δεδομένου ότι χρησιμοποιούν το ιουλιανό ημερολόγιο, τα Χριστούγεννα είναι στις 7 Ιανουαρίου του γρηγοριανού). Στη δεκαετία του 1980, η έλλειψη νερού δεν ήταν στην πραγματικότητα η υπεύθυνη για τους εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους στη βορειοδυτική περιοχή της Αιθιοπίας. Όπως επισήμανε ο βραβευμένος με Νόμπελ Amartya Sen, οι λιμοί είναι πάντα ανθρωπογενείς, και αυτός δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Τα τρόφιμα έρεαν έξω από τις χτυπημένες από τις πείνες περιοχές επειδή οι Αιθίοπες αγρότες αναγκάστηκαν, υπό την απειλή της φυλάκισης, να πουλήσουν στην κυβέρνηση ένα σταθερό και αυθαίρετο μέρος της σοδειάς τους, σε σημαντικά χαμηλότερες τιμές από αυτές που θα τους έδινε η αγορά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι αγρότες αγόραζαν τρόφιμα σε υψηλότερες τιμές, μόνο για να τα ξαναπουλήσουν στην κυβέρνηση.
Με την ίδια λογική, η κρίση του Έμπολα είναι επίσης κατασκευασμένη από τον άνθρωπο. Σε χώρες όπου υπάρχει η υποδομή για την τήρηση της δημόσιας υγείας, η επιδημία ήταν βραχύβια. Στη Νιγηρία και τη Σενεγάλη, για παράδειγμα, η επιδημία σταμάτησε εν τη γενέσει της. Υπήρξε ταυτόχρονο ξέσπασμα του ιού στο Κονγκό και, μετά από τρεις μήνες και λιγότερες από εκατό περιπτώσεις, εξαλείφθηκε. Αυτό, βέβαια, δεν έγινε είδηση επειδή είναι το σύνηθες. Οι Αφρικανοί ξέρουν πώς να αντιμετωπίσουν τον Έμπολα. Όταν έχουν την υποδομή και τους πόρους, το κάνουν αρκετά αποτελεσματικά. Στην πραγματικότητα, όπως παρατήρησε ο ανθρωπολόγος Paul Farmer, το ποσοστό θνησιμότητας του Έμπολα είναι κυρίως το αποτέλεσμα της νόσου που δεν λαμβάνει θεραπεία. «Τα αδύναμα συστήματα υγείας, σε μία μη πρωτοφανή μολυσματικότητα ή προηγουμένως άγνωστο τρόπο μετάδοσης, είναι οι αιτίες της ταχείας εξάπλωσης του Έμπολα», κατά την κρίση του. «Εάν οι ασθενείς διαγνωστούν έγκαιρα και λάβουν επιθετική υποστηρικτική αγωγή, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, μέχρι και το 90%, θα επιβιώσει».
Αντίθετα, το ξέσπασμα στη Λιβερία και τη Σιέρα Λεόνε υπήρξε ραγδαίο και καταστροφικά πιο θανατηφόρο διότι οι υπηρεσίες υγείας σ’ αυτές τις χώρες είναι σχεδόν ανύπαρκτες, αποτέλεσμα του εμφυλίου πολέμου και της κυβερνητικής αμέλειας. Οι ασθενείς δεν έλαβαν το είδος της φροντίδας που θα μπορούσε να τους σώσει, επειδή υπήρχαν λιγότεροι από 50 γιατροί στη Λιβερία όταν ξέσπασε ο ιός. Αλλά όταν η ίδια η επιδημία σβήσει και η προσοχή του κόσμου στραφεί στην επόμενη απλή ιστορία, θα εξακολουθούν να υπάρχουν λιγότεροι από 50 γιατροί σε μία χώρα 4 εκατομμυρίων ανθρώπων. Οι Λιβεριανοί θα εξακολουθούν να πεθαίνουν από ασθένειες χωρίς φροντίδα. Απλά δεν θα είναι ο ιός Έμπολα που θα τους σκοτώνει. Θα είναι η ελονοσία, η πνευμονία, ο τυφοειδής πυρετός ή ακόμα πιο κοινότυποι δολοφόνοι όπως η διάρροια.
Εστιάζοντας την προσοχή μας στον «βρωμερό μικρό ιό», μας δίνεται η δυνατότητα να πούμε μία συναισθηματική ιστορία για έναν εξωτικό δολοφόνο που μπορεί να μετατρέπει τα φιλιά και τα δάκρυα σε θανατικές καταδίκες. Αλλά η ελονοσία χωρίς θεραπεία σκοτώνει τους Λιβεριανούς όσο και ο Έμπολα κι έχει βασανίσει πολύ μεγαλύτερο αριθμό σωμάτων. Αν εμείς στη Δύση θέλουμε απλά να σώσουμε ζωές, θα στέλναμε γιατρούς. Ή ακόμα καλύτερα, θα εκπαιδεύαμε και θα υποστηρίζαμε τους Λιβεριανούς επαγγελματίες του ιατρικού τομέα. Θα μπορούσαμε να ρίξουμε το βάρος στις υποδομές και όχι στην ευαισθητοποίηση. Αλλά αυτό είναι πάρα πολύ απλό, πολύ προφανές και δεν είναι αρκετά λαμπερό. Ειδικά από τη στιγμή που τραγούδια όπως το «Do They Know It’s Christmas?» μας ενθαρρύνουν να αναζητήσουμε απλές ιστορίες ηθικής και ελάχιστα να επικαιροποιήσουμε τους βικτωριανούς μύθους σχετικά με τους λευκούς ανθρώπους που σηκώνουν το βάρος της σωτηρίας της Αφρικής. Μας διδάσκουν να θέλουμε παιδικά κάλαντα που κολακεύουν τη φαντασία των καταναλωτών που τους αρέσει να υποκρίνονται ότι αγοράζοντας ένα τραγούδι ή πηγαίνοντας σε μία συναυλία μπορούν ανώδυνα να κάνει τη φτώχεια παρελθόν. Ακόμη και ο Ιησούς ήταν πιο ρεαλιστής σχετικά με την εμμονή της φτώχειας. Η ιδέα ότι μερικά τραγούδια μπορούν να αντιμετωπίσουν την πείνα στον κόσμο εκφράζει μεγαλύτερο μεσσιανισμό ακόμη και από τον Μεσσία –αλλά προφανώς όχι μεγαλύτερο από αυτόν του Bono και του Geldof.
Κατά την άποψη πολλών, αν οι καλλιτέχνες της Band Aid 30 ήθελαν πραγματικά να καταπολεμήσουν τον Έμπολα –που είναι ένας πραγματικά ευγενής και κρίσιμος λόγος- και όχι απλά να χρησιμοποιήσουν τη νόσο ως μία πλατφόρμα για να δείξουν πόσο «φιλάνθρωποι» είναι (ας είμαστε ρεαλιστές: το έκαναν κυρίως για να προωθήσουν τον εαυτό τους και να πωλούν περισσότερους δίσκους και μόνο δευτερευόντως για να βοηθήσουν πραγματικά τους ανθρώπους), θα αντιμετώπιζαν τα βαθύτερα αίτια της επιδημίας: τη διάλυση των προγραμμάτων για τη δημόσια υγεία εξαιτίας του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας που προκαλείται από τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που έχουν καταστρέψει τις κοινωνικές υπηρεσίες, βύθισαν τις τοπικές οικονομίες και οδήγησαν τεράστιο αριθμό ανθρώπων στην απόλυτη φτώχεια. Αν και δεν θα ήταν τόσο ελκυστικό (και κερδοφόρο) ένα τραγούδι που να μιλάει γι’ αυτό…
Το «Do They Know It’s Christmas?» προκάλεσε οργισμένη αντίδραση, με μια σειρά από κατηγορίες ότι το τραγούδι είναι ρατσιστικό και αντιπαραγωγικό και ότι ενισχύει τα στερεότυπα και την ασέβεια προς τον πρωτίστως μουσουλμανικό πληθυσμό της Λιβερίας, της Σιέρα Λεόνε και της Γουινέας, που δεν γιορτάζει τα Χριστούγεννα. Το επεισόδιο έγινε ιδιαίτερα θερμό όταν μία Λιβεριανή ακαδημαϊκός, η Robtel Pailey, και ο προάγων του Live Aid, Hervey Goldsmith, ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο στο εμβληματικό ραδιοφωνικό πρόγραμμα επικαιρότητας του BBC «Today».
Η Pailey είπε ότι το τραγούδι ενίσχυσε τα στερεότυπα και ότι περιέγραφε την ήπειρο ως «αμετάβλητη και κατεψυγμένη στο χρόνο», ενώ χαρακτήρισε τη θέση του τραγουδιού «απίστευτα πατροναριστική και προβληματική».
Ο Goldsmith απάντησε: «Τι σημαίνει αυτό; Ότι πρέπει να καθίσουμε και να μην κάνουμε τίποτα;».
Η Pailey είπε ότι η Band Aid θα έπρεπε να υποστηρίξει τους Αφρικανούς καλλιτέχνες, όπως τους Λιβεριανούς μουσικούς D12 και Kuzzy, που κυκλοφόρησαν παρόμοια κομμάτια για να συγκεντρώσουν χρήματα για την αντιμετώπιση του Έμπολα. Ο Goldsmith απάντησε ότι δεν τους έχει ακουστά. Η όλο και πιο φαύλα συζήτηση μεταφέρθηκε στην τηλεόραση και τις στήλες των εφημερίδων.
Οι Times έγραψαν: «Ένα μάτσο παλιοί, λευκοί, ροκ τιτάνες συνέρχονται με νέους, λευκούς, καυτούς διαγωνιζόμενους του X Factor για να πείσουν τη Βρετανία να θεραπεύσει την Αφρική. Αναμόρφωσαν τους στίχους του ‘‘Do They Know It’s Christmas?’’ για να αντικαταστήσουν την πείνα με τον Έμπολα. Ο δίσκος συγκεντρώνει χρήματα αλλά θα μπορούσε να εγείρει και τα πνεύματα αν ο Bob Geldof είχε χαλιναγωγήσει το εγώ του. Γιατί να μην είχε τον Harry Styles, τον Chris Martin, τον Bono και όλους τους άλλους να παίζουν μαζί με μουσικούς από τη Σιέρα Λεόνε, τη Γουινέα και τη Λιβερία;».
Ο Jack Lundie, διευθυντής επικοινωνίας της βρετανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης Oxfam, υπερασπίστηκε το single λέγοντας: «Νομίζω ότι η συζήτηση είναι τόσο θερμή επειδή ο κόσμος ενδιαφέρεται πραγματικά με πάθος για την αλλαγή του κόσμου. Και υπάρχει απογοήτευση επειδή μερικές φορές αισθάνεται ότι τίποτα δεν αλλάζει στην ουσία. Και στον τομέα μας δεν λέμε αρκετά καλά την πρόοδο που επιτυγχάνουμε». Είπε ότι υποστήριξε το single της Band Aid ως μία «mainstream φιλανθρωπική πρωτοβουλία» που θα προσφέρει σε ανθρώπους που κανονικά δεν θα είχαν εμπλακεί. Σχετικά με το ίδιο το τραγούδι και την κριτική που έλαβε για τους στίχους που αναφέρονται στα Χριστούγεννα, ο Lundie είπε: «Η Band Aid συγκεντρώνει χρήματα για την καταπολέμηση του Έμπολα. Το θέμα είναι ότι ο Έμπολα είναι τρομερός και ο κόσμος δεν κάνει αρκετά γι’ αυτό. Αλλά αν ορίσουμε την προσέγγισή μας σε μία λέξη προς λέξη ανάλυση των Pop στίχων, θα καταλήξουμε σ’ ένα δρόμο που δεν οδηγεί πουθενά».
Τα ραδιοκύματα, τα πιεστήρια και το διαδίκτυο προετοιμάστηκαν για να στενάξουν υπό το βάρος του απλού αλλά ενωτικού συναισθήματος της ηχογράφησης της Band Aid 30. Αν και μουσικά η εκδοχή της Band Aid 30 είναι αρκετά βελτιωμένη σε σχέση με εκείνη του 2004, ωστόσο ωχριά μπροστά στην πρωτότυπη. Εντούτοις, παρά τις καλές προθέσεις των ανθρώπων πίσω από το τραγούδι, η Band Aid αντιπροσώπευε –και εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει- τη χειρότερη από τις νοοτροπίες των δυτικών, συνοψίζει αδέξια μία σειρά από συγκαταβατικούς και φοβερά φαρισαϊκούς και προσβλητικούς στίχους, που παρέχουν μερικά από τα πιο εξωφρενικά στιχουργικά εγκλήματα που έχουν ηχογραφηθεί ποτέ, τόσο ώστε είναι σχεδόν δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι αυτό το τραγούδι υπήρξε στ’ αλήθεια.
Παρά τις αντιδράσεις, στις 23 Νοεμβρίου του 2014 το «Do They Know It’s Christmas» της Band Aid 30 ανέβηκε στο Νο 1 της Μεγάλης Βρετανίας. Έφτασε επίσης στο Νο 63 των Η.Π.Α., ενώ έγινε Νο 1 στο Βέλγιο, Ιρλανδία, Ισπανία και Ουγγαρία, Νο 2 στη Γερμανία και Νέα Ζηλανδία, Νο 3 στην Αυστραλία, Νο 4 στην Ολλανδία, Νο 5 στην Αυστρία και Ελβετία, Νο 8 στον Καναδά, Νο 11 στην Ιταλία, Νο 25 στη Γαλλία, Νο 31 στην Ιαπωνία, Νο 35 στη Δανία και Νο 40 στη Νορβηγία.
Στις 21 Νοεμβρίου του 2014 κυκλοφόρησε μία γερμανική εκτέλεση σε παραγωγή των Vincent Sorg και Tobias Kuhn και με τη συμμετοχή των 2raumwohnung, Andreas Bourani, Die Toten Hosen, Jan Delay, Joy Denalane, Max Raabe, Milky Chance, Peter Maffay, Silbermond, Thees Uhlmann και Wolfgang Niedecken. Η εκτέλεση αυτή έγινε Νο 1 στη Γερμανία, Νο 10 στην Αυστρία και Νο 21 στην Ελβετία. Πριν την κυκλοφορία της γερμανικής εκτέλεσης, ο Bob Geldof είχε πει:
- Ζήτησα από τους Γερμανούς να κάνουν τη γερμανική εκδοχή και ζήτησα από την Carla Bruni να το μεταφράσει στα γαλλικά και να το κάνει στη Γαλλία. Ειλικρινά, οι Γερμανοί δεν κάνουν αρκετά. Προφανώς, οι Γάλλοι έχουν στείλει τα στρατεύματά τους να βοηθήσουν στη Γουινέα και φυσικά οι Βρετανοί, οι στρατιώτες είναι κάτω στη Σιέρα Λεόνε. Οι Γερμανοί είναι η πιο ισχυρή οικονομία της Ευρώπης. Είναι καθυστερημένοι ενώ δεν θα ‘πρεπε. Είναι το ίδιο επικίνδυνο γι’ αυτούς όσο είναι και για μας. Αυτό το πράγμα είναι μια πτήση μακριά μας.
Άλλες εκτελέσεις:
Το 2010, η Genuine Solutions Group κυκλοφόρησε μία εκτέλεση κι ένα βίντεο του «Do They Know It’s Christmas?» προκειμένου να συγκεντρωθούν χρήματα για την Rainbow Trust Children’s Charity που υποστηρίζει παιδιά που πάσχουν από ανίατες ασθένειες.
Το «Do They Know It’s Christmas?» χρησιμοποιήθηκε στην τηλεοπτική σειρά «Glee» (2011), με τους New Direction να το ερμηνεύουν σ’ ένα καταφύγιο αστέγων.
Η τηλεοπτική εκπομπή του ITV «Spitting Image» δημιούργησε ένα τραγούδι με τίτλο «We’re Scared Of Bob», με διάφορους καλλιτέχνες να υποστηρίζουν ότι έκαναν το δίσκο επειδή φοβόντουσαν να πουν «όχι» στον Bob Geldof.
Το 2014 το περιοδικό Slate δημοσίευσε το εξής πολύ ενδιαφέρον άρθρο:
«Στο εξώφυλλο (του 1984) απεικονίζονται αδύνατα παιδιά από την Αφρική να βασανίζονται από τις μύγες με φόντο φωτογραφίες λευκών παιδιών που γιορτάζουν τα Χριστούγεννα. Φαίνεται ότι οι παραγωγοί του δίσκου αγνοούσαν ότι η πλειοψηφία των Αιθιόπων είναι ορθόδοξοι χριστιανοί και ξέρουν πολύ καλά πότε είναι Χριστούγεννα. Το σοβαρότερο, όμως, είναι ότι η ταπεινωτική εικόνα των παιδιών διαιωνίζει ένα κοινό στερεότυπο για τους Αφρικανούς που είναι τόσο ανακριβές όσο και προσβλητικό. Ενώ ο λοιμός αποτελεί τεράστια τραγωδία για τα θύματά του, ευτυχώς εμφανίζεται σπάνια –σε οποιοδήποτε δεδομένο έτος περίπου ένας στους 345 Αφρικανούς επηρεάζεται από την πείνα.
Τα προσβλητικά στερεότυπα για τους Αφρικανούς βρίσκονται στην καρδιά της αιτίας που οι προσπάθειες βοήθειας από τις διασημότητες είναι τόσο λάθος, όχι μόνο το 1984, αλλά ακόμα και σήμερα». Οι διασημότητες προωθούν μία κοσμοθεωρία στην οποία «αυτοί», οι Αφρικανοί, δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν τους εαυτούς τους στην πρόληψη από το λιμό και περιμένουν παθητικά βοήθεια από «εμάς», τους Δυτικούς ειδικούς περί λιμού, μία κατηγορία που περιλαμβάνει προφανώς και τους ροκ σταρ. Το μεγάλο ερώτημα είναι: γιατί οι Αφρικανοί είναι τόσο ανήμποροι να βοηθήσουν τους εαυτούς τους ; Η παλιά άποψη ότι οι Αφρικανοί είναι φυλετικά κατώτεροι ευτυχώς δεν είναι πλέον αποδεκτή, αλλά φαίνεται να εξακολουθεί να υπάρχει αρκετή έλλειψη σαφούς συγκατάβασης προς τους Αφρικανούς πίσω από το όλο εγχείρημα.
Υπάρχει μία εναλλακτική άποψη, ότι ο λιμός στην Αφρική τείνει να εμφανίζεται σε μέρη όπου τα θύματα καταπιέζονται από τους τοπικούς δικτάτορες. Όπως τόνισε εύστοχα ο Αμάρτια Σεν (σ.σ. Ινδός οικονομολόγος βραβευμένος με Νόμπελ), οι δημοκρατίες δεν έχουν λιμούς. Αν η απολυταρχία είναι το πρόβλημα, τα προσβλητικά στερεότυπα που διαιωνίζονται από διασημότητες κάνουν τα πράγματα χειρότερα και όχι καλύτερα. Αυτά τα στερεότυπα καθιστούν πιο δύσκολο να αναγνωρίσουμε πόσοι Αφρικανοί αξίζουν (και ήδη αγωνίζονται για) περισσότερα πολιτικά και οικονομικά δικαιώματα για να ορίσουν ενεργά τη δική τους μοίρα.
Γιατί η απολυταρχία οδηγεί μερικές φορές σε λιμό; Ο πιο βασικός λόγος είναι ότι οι απόλυτοι μονάρχες συχνά δεν ενδιαφέρονται αρκετά για τον πληθυσμό τους και την πρόληψη του λιμού. Και διατηρούν την εξουσία μέσω του εξαναγκασμού και της καταπίεσης και όχι μέσω της λαϊκής έγκρισης. Οι δημοκρατικές κυβερνήσεις αναγκάζονται να νοιάζονται για τον πληθυσμό επειδή οι λαϊκές διαμαρτυρίες και η ψήφος μπορούν να τους διώξουν από την εξουσία αν προκαλέσουν ή επιτρέψουν καταστροφές όπως ένα λιμό. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένας από τους εκλεγμένους αξιωματούχους υπέστη τεράστια πολιτική ζημιά από κάτι πολύ πιο ασήμαντο από ένα λιμό: απλώς λόγω μποτιλιαρίσματος σε μια γέφυρα.
Ο Σεν αντιπαρέβαλε την αυταρχική βρετανική αποικιοκρατία στην Ινδία, όπου ακόμα και το 1943 ο καταστροφικός λιμός στη Βεγγάλη σκότωσε εκατομμύρια κόσμο, με τη δημοκρατική Ινδία μετά την ανεξαρτησία. Με τα λόγια του Σεν, οι λιμοί στην Ινδία «εξαφανίστηκαν ξαφνικά με την εγκαθίδρυση μίας πολυκομματικής δημοκρατίας και της ελευθερίας του Τύπου». Ο Σεν επισημαίνει ότι «η ελευθερία του Τύπου και μία ενεργή πολιτική αντιπολίτευση αποτελούν το καλύτερο σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης που μπορεί να έχει μία χώρα που απειλείται από λιμό».
Ο λιμός στην Αιθιοπία το 1983-1985, που ήταν το αντικείμενο των προσπαθειών των διασημοτήτων, συνέβη υπό τη στρατιωτική δικτατορία του Mengistu Haile Mariam, η οποία απείχε μακράν από την πολυκομματική δημοκρατία και την ελευθερία του Τύπου. Οι μονάρχες της Αιθιοπίας παρακολούθησαν επαναλαμβανόμενο λιμό. Μία αφρικανική αντίθεση ήταν η Μποτσουάνα. Η Μποτσουάνα, όπως και η Αιθιοπία, είναι επιρρεπής στην ξηρασία αλλά εκεί υπήρχε δημοκρατία από την ανεξαρτησία της το 1966. Η ανεξάρτητη Μποτσουάνα δεν είχε ποτέ λιμό. Η δημοκρατική κυβέρνηση της Μποτσουάνα ανέπτυξε προσπάθειες αρωγής κατά τη διάρκεια κάθε ξηρασίας, και μάλιστα τις βελτίωνε από τη μία ξηρασία μέχρι την επόμενη.
Οι διάσημοι μαχητές του λιμού είδαν καμία βελτίωση από τη δεκαετία του 1980; Άλλο ένα ξέσπασμα διάσημων ροκ σταρ να τραγουδούν κατά της αφρικανικής δυστυχίας συνέβη στις 2 Ιουλίου του 2005, με τη συναυλία Live 8, με σκοπό να πείσουν την ομάδα των 8 (την περίφημη G-8, δηλαδή τις οκτώ πιο ανεπτυγμένες χώρες), οι οποίες την ίδια στιγμή είχαν συνάντηση στη Μεγάλη Βρετανία, να αυξήσουν τη βοήθεια στην Αφρική , να καταπολεμήσουν το λιμό και την πείνα και να αντιμετωπίσουν άλλα δεινά των φτωχών. Συμμετείχαν κάποιοι από τους ίδιους ροκ σταρ που συμμετείχαν και στο Live Aid, όπως ο Bono και ο Paul McCartney. Η αφίσα του Live 8 περιλαμβάνει και πάλι το ταπεινωτικό στερεότυπο του αδύνατου παιδιού από την Αφρική.
Παρών στη συνάντηση κορυφής της G-8 για να εκπροσωπήσει την ανατολική Αφρική, στο διαφημιζόμενο από διασημότητες πρόγραμμα βοήθειας στην Αφρική, ήταν ο Meles Zenawi, πρωθυπουργός της Αιθιοπίας. Ο Meles ήταν φρέσκος από τις ιδιαίτερα αμφισβητούμενες εκλογές του Μαΐου του 2005 στην Αιθιοπία που επέκτειναν το χρόνο του στην εξουσία, η οποία είχε ξεκινήσει το 1991 όταν οι δυνάμεις του ανέτρεψαν τον προηγούμενο δικτάτορα, Mengistu. Αργότερα ο Meles θα έστελνε τις δυνάμεις ασφαλείας του να πυροβολήσουν διαδηλωτές που διαμαρτύρονταν στους δρόμους της Αντίς Αμπέμπα για τις νοθευμένες εκλογές και θα φυλάκιζε την αντιπολίτευση. Η συνειδητοποίηση της αδιάσπαστης συνέχειας της απολυταρχίας στην Αιθιοπία ως η επίμονη αιτία της φτώχειας και της πείνας ήταν απούσα από τις ομιλίες στη συναυλία Live 8. Μακάρι να είχαν συμβουλευτεί τους Who: Γνωρίστε το νέο αφεντικό, ίδιο με το παλιό αφεντικό.
Ο Bono εμφανίστηκε μαζί με τον Meles στις 18 Μαΐου του 2012, στη διάσκεψη για την επισιτιστική ασφάλεια στην Αφρική την παραμονή της συνόδου κορυφής της G-8 του 2012. Τα διαπιστευτήρια του Meles ως η απάντηση στο λιμό της Αιθιοπίας συνέχιζαν να είναι υπό αμφισβήτηση. Το 2010 ο Meles είχε πιαστεί στα πράσα από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να μεσολαβεί ώστε η επισιτιστική βοήθεια που ερχόταν από το εξωτερικό να πηγαίνει μόνο στα μέλη του κυβερνώντος κόμματος, οδηγώντας τους αντιφρονούντες κυριολεκτικά στη λιμοκτονία. Οι δωρητές υποσχέθηκαν αρχικά στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων να διερευνήσουν την υπόθεση και στη συνέχεια απέρριψαν αθόρυβα την έρευνα λίγους μήνες αργότερα. Στις 23 Ιανουαρίου του 2012, η κυβέρνηση του Meles είχε καταδικάσει για «τρομοκρατία» τον ειρηνικό διαφωνούντα blogger Eskinder Nega. Ο Eskinder εκτίει τώρα ποινή φυλάκισης 18 ετών. Οι διαμαρτυρίες των διάσημων ροκ σταρ για αυτά τα γεγονότα δεν ήταν εμφανείς.
Η στάση απέναντι στους φτωχούς ανθρώπους ως παθητικούς και αβοήθητους, που εν μέρει τροφοδοτείται από τα στερεότυπα της βοήθειας από διασημότητες, δεν κάνει το περιβάλλον γόνιμο για διαμαρτυρίες ακόμα και για παραβιάσεις των δικαιωμάτων που χρηματοδοτούνται άμεσα από χορηγούς της Δύσης. Δεν είναι ένα γόνιμο περιβάλλον για να υποστηριχθούν οι πολλοί Αιθίοπες αντιφρονούντες που είναι στη φυλακή ή σε εξορία και αγωνίζονται για τη δημοκρατία. Η βοήθεια εξακολουθεί να υποστηρίζει τους αυταρχικούς καταπιεστές στην Αιθιοπία, αντί των καταπιεσμένων. Παρόμοιες καταστάσεις υπάρχουν και σε άλλες αφρικανικές απολυταρχίες. Η συνειδητοποίηση της απολυταρχικής ρίζας του λιμού δεν έχει φτάσει ποτέ στην κοινότητα των διασήμων που συμμετέχουν στη βοήθεια και που είναι μία από τις πιο δυνατές φωνές στις συζητήσεις που γίνονται για την αφρικανική ανάπτυξη. Αυτή δεν είναι καλή είδηση για την πρόληψη των επόμενων λιμών στην Αιθιοπία ή σε άλλες χώρες με απολυταρχικά καθεστώτα στην επιρρεπή στην ξηρασία Αφρική, ή για τη γενική υπόθεση των δημοκρατικών δικαιωμάτων στην Αφρική ίσα με αυτά στις Ηνωμένες Πολιτείες ή τη Μεγάλη Βρετανία.
Το αρχικό «εμείς» στο «We Are The World» και στο «Do They Know It’s Christmas?» δεν περιλαμβάνει το «αυτοί», δηλαδή τους Αφρικανούς. Δεν θα ήταν καλύτερη πρόταση αν περιλαμβάναμε Αφρικανούς στο «we»; Όταν αφήσουμε την ελευθερία να αντηχήσει, θα είμαστε σε θέση να επιταχύνουμε την ημέρα που όλα τα παιδιά του Θεού, μαύροι και λευκοί, θα μπορούν να ενώσουν τα χέρια και να τραγουδήσουν «Επιτέλους ελεύθεροι, επιτέλους ελεύθεροι, ευχαριστούμε τον Παντοδύναμο Θεό, είμαστε επιτέλους ελεύθεροι».
(William Easterly, «Celebrity Musicians Can’t Feed The World», περιοδικό Slate, 2014, μετάφραση: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης)
Τα γεμάτα από μουσικά αστέρια φιλανθρωπικά singles τείνουν να είναι κιτς, φαρισαϊκά και αμφίβολης αξίας και πολλοί κατηγορούν το «Do They Know It’s Christmas?». Ενώ είχαν υπάρξει και πριν τέτοιες ηχογραφήσεις –το «Bangla Desh» του George Harrison, που κυκλοφόρησε το 1971, θεωρείται ευρέως ως το πρώτο τραγούδι του είδους- το «Do They Know It’s Christmas?» είχε πρωτοφανή επιτυχία τόσο στη δημοσιότητα όσο και στις δωρεές. Ακολούθησαν το «We Are The World», το «Tears Are Not Enough» και άλλες μεγάλου μεγέθους μουσικές συνευρέσεις αστεριών.
Οι προφανείς καλές προθέσεις αυτών των προσπαθειών φαίνεται να παρέχουν κάποια προστασία από την κριτική, ιδιαίτερα αν αναλογιστεί κανείς ότι το θέμα δεν είναι το ίδιο το τραγούδι αλλά ο φιλανθρωπικός του χαρακτήρας. Το «Do They Know It’s Christmas?» έχει μία συνηθισμένη μουσική καθότι γράφτηκε άρον-άρον αντανακλώντας το επείγον του χαρακτήρα του. Τουλάχιστον είναι λιγότερο τετριμμένο από την αμερικανική απάντηση με το «We Are The World» (1985). Ωστόσο, το «Do They Know It’s Christmas?» φαίνεται πως είναι κακό σε πολλά επίπεδα και χρειάζεται την κριτική του. Οι Αφρικανοί έχουν απηυδήσει μ’ αυτό το απαίσιο, όπως το χαρακτηρίζουν, τραγούδι που γι’ αυτούς έχει γίνει σύμβολο του Συμπλέγματος του Λευκού Σωτήρα.
Όπως όλες οι ηπείρους, η Αφρική έχει το μερίδιό της στις ανθρωπιστικές κρίσεις αλλά οι ασθένειες, ο πόλεμος και η πείνα δεν είναι περισσότερο μοναδικές και ενδημικές στην Αφρική απ’ ό,τι οπουδήποτε αλλού. Η Αφρική είναι μια ήπειρος με 54 χώρες, 1.1 δισεκατομμύριο κατοίκους και με παραπάνω από το 20% της συνολικής παγκόσμιας έκτασης και το αν ξέρουν ότι είναι Χριστούγεννα στην Αφρική βγάζει περίπου τόσο νόημα όσο και το αν ξέρουν ότι είναι Κυριακή στην Ασία.
Ο οικονομολόγος William Easterly έγραψε, όπως είδαμε παραπάνω, ότι το τραγούδι προωθεί μία κοσμοθεωρία στην οποία «αυτοί», οι Αφρικανοί, δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν τους εαυτούς τους στην πρόληψη από το λιμό και περιμένουν παθητικά βοήθεια από «εμάς», τους Δυτικούς ειδικούς περί λιμού, μία κατηγορία που περιλαμβάνει προφανώς και τους ροκ σταρ. Επιπλέον, η άποψη ότι αυτοί πρέπει να γνωρίζουν ότι λαμβάνει χώρα μία χριστιανική γιορτή προφανώς επικαλείται τις αμαρτίες της αποικιοκρατίας. Και το τραγούδι μετατρέπει μία τεράστια, πολυποίκιλη και περίπλοκη ήπειρο σε ένα ενιαίο, αδιαφοροποίητο μέρος (τυπική δυτική στάση απέναντι στην Αφρική), όπου, προφανώς, «τίποτα δε φυτρώνει ποτέ» και «δεν ρέουν ποτέ ποτάμια».
Ωστόσο, αν και το τραγούδι συγκεντρώνει πολλά χρήματα, αυτές οι συμπεριφορές μπορούν να κάνουν πραγματική ζημιά. «Αυτά τα στερεότυπα», γράφει ο Easterly, «καθιστούν πιο δύσκολο να αναγνωρίσουμε πόσοι Αφρικανοί αξίζουν (και ήδη αγωνίζονται για) περισσότερα πολιτικά και οικονομικά δικαιώματα για να ορίσουν ενεργά τη δική τους μοίρα». Ο Easterly τυγχάνει να είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Βοήθεια Χωρίς Αποτέλεσμα: Γιατί οι Προσπάθειες της Δύσης να Βοηθήσει τον Υπόλοιπο Κόσμο Έχουν Προκαλέσει Τόσο Πολύ Κακό και Τόσο Λίγο Καλό» (πρωτότυπος τίτλος: «White Man’s Burden: Why the West’s Efforts to Aid the Rest Have Done So Much Ill and So Little Good», εκδόσεις Αρχιπέλαγος, 2007).
Ο αντίκτυπος του «Do They Know It’s Christmas?» έφτασε πολύ πιο πέρα από ένα χριστουγεννιάτικο τραγούδι, ακόμα και πέρα από το λοιμό. Οδήγησε σε μία τάση παραγωγής ακτιβιστικής μουσικής που εκδηλώθηκε από το Live Aid μέχρι το FarmAid και από τους ενωμένους καλλιτέχνες ενάντια στο απαρτχάιντ μέχρι τους σχεδιαστές μόδας. Ωστόσο, είναι κατά πολλούς το χειρότερο χριστουγεννιάτικο τραγούδι, αν και στην πραγματικότητα δεν είναι χριστουγεννιάτικο. Είναι απλά ένα τραγούδι που χρησιμοποιεί τα Χριστούγεννα ως πρόσχημα και που κάθε χρόνο αρχίζει να παίζεται από τα τέλη Νοεμβρίου ανανεώνοντας το… σοκ που προκαλεί σε πολλούς ακροατές με τους απαίσιους ρατσιστικούς και νεοαποικιοκρατικούς στίχους του και μεγαλώνοντας την απέχθεια των ακροατών για το τραγούδι χρόνο με το χρόνο. Για όποιον έχει ακούσει αφηρημένα το ρεφρέν «Feed the world / Let them know it's Christmas time again», η ενόχληση αυτή μπορεί να φαίνεται περίεργη. Το τραγούδι ακούγεται σαν ένα τυπικό αδύναμο αλλά πιασάρικο Pop κομμάτι. Άλλωστε ήταν για φιλανθρωπικούς σκοπούς. Αλλά το τραγούδι και η ιστορία του «Do They Know It’s Christmas?» και της Band Aid έχει λίγο απ’ όλα για να το σιχαθεί κανείς. Συγκατάβαση, βλακώδεις ανακρίβειες, αυταρέσκεια, πολιτικό ιμπεριαλισμό, αποικιοκρατικό προσηλυτισμό και… χαίτες εκατομμυριούχων. Όλα αυτά δεμένα σε μία αποτυχία να βοηθήσει ουσιαστικά τις άτυχες ψυχές, τις οποίες αφορά αυτό το τραγούδι.
Το τραγούδι χρησιμοποιεί μπούρδες του τύπου «οι αξιοθρήνητες ψυχές της Αφρικής» για να απεικονίσει περισσότερο τη δυτική αρετή, δείχνοντας στον κόσμο ότι νοιαζόμαστε. Τα επικριτικά σχόλια συνήθως επισημαίνουν κάποιες αντιπαθητικές, ενίοτε και απεχθείς, μελοδραματικές περιγραφές των στίχων.
Το τραγούδι είναι τόσο κοντά στην αυτο-παρωδία που είναι δύσκολο να το διακρίνει κανείς από τις πραγματικές παρωδίες που από τότε έχουν προσπαθήσει να αποκαλύψουν τα βλαβερά φυλετικά στερεότυπα πίσω από τα σοβαρά μουσικά συναισθήματα. Πάρτε για παράδειγμα το «African Child» του Russell Brand. Είναι ένα μυθοπλαστικό τραγούδι από την ταινία «Σηκωτός Για Τη Συναυλία» (Get Him To The Greek, 2010), το οποίο παίζει ένας ξοφλημένος ροκ σταρ που η καριέρα του καταρρέει αμέσως μετά την κυκλοφορία ενός άστοχου φιλανθρωπικού τραγουδιού. Όπως το «Do They Know It’s Christmas?», έτσι και το «African Child» είναι πολύ ρατσιστικό, πολύ ηλίθιο και με καλή πρόθεση. Ένας πλασματικός μουσικός κριτικός στην ταινία αποκαλεί το τραγούδι «το χειρότερο πράγμα που συνέβη στην Αφρική από την εποχή του απαρτχάιντ».
Υπήρξε περισσότερο καυστική σάτιρα από το νορβηγικό γκρουπ SAIH, το οποίο άλλαξε το σενάριο με το φιλανθρωπικό single «Africa For Norway» (2012).
Ένα μεγάλο μέρος της Αφρικής εξακολουθεί να βιώνει δεινή ανθρωπιστική κρίση. Πίσω, στο 1984, ένα φιλανθρωπικό τραγούδι πολλών αστέρων ήταν μία καινοτομία. Τώρα πλέον κατάντησε κλισέ. Φαίνεται πως το μοντέλο για ένα σούπερ-συγκρότημα είναι αρκετά απλό και αποτελεσματικό, κι αυτός είναι πιθανόν ο λόγος που δεν έχει αλλάξει πολύ από το 1984. Κατ’ αρχάς, βρίσκεις οποιονδήποτε έχει κάνει επιτυχία, στη συνέχεια τους μαζεύεις στο στούντιο και αφήνεις να συμβεί το μαγικό.
Το «Do They Know It’s Christmas?» είναι μία συνταγή για το πώς να δημιουργήσεις ένα επιτυχημένο φιλανθρωπικό τραγούδι. Συνδυάζει τα εξής:
1. Ανθρωπιστική κρίση σε μια γωνιά της αφρικανικής ηπείρου.
2. Μουσικοί της Pop με αισθήματα.
3. Μειωτικές, στερεοτυπικές ιδέες για την Αφρική.
Το σίγουρο είναι ότι το προσοδοφόρο κηδεμονικό magnum opus του Bob Geldof και του Midge Ure παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα πιο πολωτικά τραγούδια της Pop, ένα κομμάτι που γνώρισε τεράστια επιτυχία, συγκέντρωσε εκατομμύρια για φιλανθρωπικούς σκοπούς αλλά και που περιγράφτηκε από τον Morrissey ως «καθημερινό μαρτύριο για τον λαό της Αγγλίας». Ακόμα κι ο ίδιος ο Bob Geldof εξακολουθεί να έχει πρόβλημα.
Bob Geldof: Το συνδέω με τον πάγκο των κρεάτων στο γειτονικό μου σούπερ μάρκετ. Κάθε φορά που πάω ν’ αγοράσω τη γαμημένη γαλοπούλα, ακούω [μιμείται την εισαγωγή του τραγουδιού]. Ο χασάπης με κοιτάζει με χαμόγελο κι εγώ του λέω «Ναι, ναι. Δωσ’ μου τώρα τη γαμημένη γαλοπούλα, φίλε!».
DO THEY KNOW IT’S CHRISTMAS? – Band Aid
[Paul Young]
It's Christmas time
There's no need to be afraid
At Christmas time
We let in light and we banish shade
[Boy George]
And in our world of plenty
We can spread a smile of joy
Throw your arms around the world
At Christmas time
[George Michael]
But say a prayer
Pray for the other ones
At Christmas time it's hard
[Simon Le Bon (Duran Duran)]
But when you're having fun
There's a world outside your window
And it's a world of dread and fear
[Sting]
Where the only water flowing is the bitter Sting of tears
[Bono & Sting]
And the Christmas bells that ring there are the clanging chimes of doom
[Bono]
Well tonight thank God it's them instead of you
[Boy George και άλλοι]
And there won't be snow in Africa this Christmas time
The greatest gift they'll get this year is life (Oooh)
Where nothing ever grows
No rain or rivers flow
Do they know it's Christmas time at all?
[Marilyn & Glenn Gregory]
Here's to you
[Paul Young]
Raise a glass for everyone
[Marilyn & Glenn Gregory]
Here's to them
[Paul Young, Marilyn & Glenn Gregory]
Underneath that burning sun
Do they know it's Christmas time at all?
[Ρεφρέν: Όλοι]
Feed the world (x3)
Let them know it's Christmas time again
Feed the world
Let them know it's Christmas time again
Κείμενο - έρευνα: Κωνσταντίνος Παυλικιάνης
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο