ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Συνέντευξη Πασχάλη. Από τους Olympians ως σήμερα!

    Βάζοντας τα θεμέλια της Pop στην Ελλάδα.

    Συνέντευξη Πασχάλη. Από τους Olympians ως σήμερα!

    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παυλικιάνης (CHE)
    230 άρθρα στο MusicHeaven
    Παρασκευή 20 Ιαν 2023

    Ο τραγουδιστής και δημιουργός Πασχάλης αποτέλεσε τον καταλύτη για την εδραίωση της μουσικής Pop στη χώρα μας. Πάνω από 50 χρόνια, είτε με τη δισκογραφική του παρουσία είτε με τις αμέτρητες συναυλίες του, υπηρέτησε πιστά το είδος και το κοινό ανταποκρίθηκε όλα αυτά τα χρόνια στο μέγιστο. Όμως η μεγάλη και επιτυχημένη του καριέρα ως τραγουδιστής επισκίασε την άλλη του ιδιότητα, αυτή του δημιουργού. Και η προσέγγισή μου ήταν αυτή ακριβώς: μέσα από αυτή την αποκλειστική συνέντευξη να παρουσιαστούνε οι ιστορίες τραγουδιών που φέρουν την υπογραφή του Πασχάλη ως συνθέτη ή/και ως στιχουργού και με την ευκαιρία αυτή να κάνουμε μία αναδρομή για την σκηνή της Pop στη χώρα μας.

    Πασχάλης Αρβανιτίδης: Γεννήθηκα στο Δοξάτο Δράμας το 1946. Από κει φύγαμε όταν ήμουνα 11-12 χρονών. Πήγαινα κι εγώ μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό μου στη Φιλαρμονική του Δοξάτου και εκεί άρχισα να μαθαίνω ένα πνευστό όργανο που λέγεται τζένις -ένα είδος κόρνου. Έκανα θεωρία και πρακτική και μετά μετακομίσαμε οικογενειακώς στη Θεσσαλονίκη κι εκεί άρχισα να παίρνω μαθήματα κιθάρας, αλλά το ενδιαφέρον μου για τη μουσική τονώθηκε πάρα πολύ στην εφηβεία μου, γιατί ήτανε μία εποχή που τα συγκροτήματα διεθνώς -οι Beatles και οι Rolling Stones βασικά που ήταν πρωτοπόροι- ξετρελαίνανε τη νεολαία και όχι μόνο. Κι έτσι, μ’ αυτό το κίνημα των συγκροτημάτων, έφτιαξα κι εγώ ένα συγκρότημα, στο Διοικητήριο της Θεσσαλονίκης όπου ήταν η γειτονιά μου, τους Drugstore Men, δηλαδή οι «Φαρμακοποιοί». Δεν υπήρχε κάποιος ιδιαίτερος λόγος για το «Φαρμακοποιοί», δεν είχαμε καμία σχέση, απλά πρότεινε κάποιος από την παρέα να λεγόμαστε έτσι και είπανε οι άλλοι «Ναι, εντάξει». Με το συγκρότημα αυτό δεν προχωρήσαμε πολύ, θεωρητικά ήμασταν συγκρότημα, αρχίσαμε έτσι να κινούμαστε λίγο, να μαθαίνουμε όργανα, αλλά πολύ μακριά από το να πάρουμε όργανα και να μπούμε στη διαδικασία αυτή. Σ’ αυτό το διάστημα ένα συγκρότημα, που έπαιζε στο φουαγιέ της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, οι Brams, οι οποίοι είχαν και όργανα κι ήταν πιο προχωρημένοι κι έφυγε ο τραγουδιστής τους μετανάστης στο Βέλγιο, αναζητούσανε τραγουδιστή και κάποιος φίλος μου μού είπε να πάω στην audition. Πήγα στην audition, αφού συνεννοήθηκα με τους Drugstore Men -«να πάω;», «πήγαινε μέχρι να γίνουμε εμείς»- κι έτσι μπήκα στους Brams. Για ένα χρόνο ήταν το πρώτο συγκρότημα της Θεσσαλονίκης, δηλαδή είχε αναβαθμιστεί πάρα πολύ με τη δική μου παρουσία, γιατί έβαλα ρεπερτόριο αγγλοσαξονικό, μοντέρνο και όχι Latin παλιό κ.λπ., και μετά τους Brams, τέσσερις από τους Brams κι ένας από τους Vips -ένα άλλο συγκρότημα- κάναμε τους Olympians. Αυτό έγινε αρχές Οκτωβρίου του 1965. Κι από την στιγμή που γίναμε Olympians, μέσα σε δύο μήνες, παίζαμε σ’ ένα πολύ δημοφιλές club της Θεσσαλονίκης, τη Χαβάη, που βρισκόταν στην περιοχή της Νέας Κρήνης, κι εκεί μας άκουσε μέσω μιας εκπομπής του Άλκη Στέα ένας παράγοντας της δισκογραφικής εταιρείας Ελλαδίσκ, ο Γιάννης Σωκρατίδης, και ενδιαφέρθηκε. Αμέσως μόλις μας άκουσε, μας έκανε πρόταση και συμβόλαιο να κάνουμε δίσκο τα τραγούδια που ήδη τραγουδούσαμε και που άκουσε εκεί. Τον «Τρόπο», το «Σχολείο», το «Συγνώμη»… Αυτά τα άκουσε στο club που παίζαμε πριν δισκογραφηθούν κι έτσι ξεκίνησε η δισκογραφική πορεία και καριέρα μου τον Φλεβάρη του 1966 που κυκλοφόρησε ο «Τρόπος». Έκανε μία φοβερή είσοδο στον πανελλήνιο μουσικό χώρο σαν ένα πρωτότυπο τραγούδι, σαν ένα σύγχρονο τραγούδι, κι εκεί, λοιπόν, αυτή τη χρονιά και μ’ αυτό το τραγούδι σαν ξεκίνημα, γεννήθηκε η ελληνική Pop μουσική.     

    Ο ΤΡΟΠΟΣ – Olympians
    (1966, μουσική-στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Το τραγούδι αυτό το έγραψα το 1964, επί Brams. Όταν έγραψα τον «Τρόπο» ήταν μία εποχή που μας έμπαινε στο μυαλό η σκέψη να γράψουμε μόνοι μας τραγούδια. Κι εγώ, λοιπόν, κάθισα και σκάρωσα μία μουσική παίζοντας στην κιθάρα. Μου άρεσε και το ηχογράφησα σ’ ένα κασετοφωνάκι -τότε που υπήρχαν τα κασετοφωνάκια τα μικρά- και έδωσα την κασέτα στον Λευτέρη Κογκαλίδη. Ο Λευτέρης Κογκαλίδης, εκείνη την εποχή, ήταν δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός, ήταν μέσα στα μουσικά πράγματα πάρα πολύ και έγραφε και αγγλικούς στίχους. Και του έδωσα τη μουσική μου για να γράψει αγγλικό στίχο γιατί δεν το φανταζόμασταν σε ελληνικά, δεν υπήρχε κάτι παρόμοιο. Καθυστερούσε ο Κογκαλίδης να μου δώσει τον στίχο κι εγώ βιαζόμουνα να δω πώς είναι αυτό το τραγούδι του οποίου έγραψα τη μουσική. Επειδή δεν ήξερα αγγλικά τότε -αργότερα έμαθα- έγραψα έναν ελληνικό στίχο για να μπορώ να δω πώς είναι. Κι έγραψα αυτόν τον στίχο που ξέρουν όλοι, τον «Τρόπο», και πάω στο συγκρότημα και τους λέω:
    - Παιδιά, έχω ένα τραγούδι να κάτσουμε να το βγάλουμε και να το παίξουμε!
    Όντως το βγάλαμε και η πρώτη φορά που το παίξαμε ήταν σ’ έναν φοιτητικό χορό, σε μία μεγάλη αίθουσα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Πόσες φορές το παίξαμε σ’ εκείνο το βράδυ; 16 φορές! Άρεσε τόσο πολύ, που μας το ξαναζητούσανε. Και ξανά και ξανά. Αργότερα, όταν κάναμε τους Olympians, ήταν το πρώτο τραγούδι που πήγαμε και ηχογραφήσαμε, τον Νοέμβριο του 1965, και πως! Αξίζει και η ιστορία αυτή. Νοικιάσαμε δύο ταξί Mercedes και βάλαμε τα όργανα πίσω στο πορτ-μπαγκάζ. Ένα ηλεκτρονικό όργανο Farfisa, που είχε αγοράσει ο Άλκης Κακαλιάγκος για να ενταχθεί στο νέο συγκρότημα, χωρούσε με το ζόρι θα έλεγα στο πορτ-μπαγκάζ. Φορτώσαμε και τα υπόλοιπα όργανα και τις μικροφωνικές μας εγκαταστάσεις και τα λοιπά και πήγαμε στην Αθήνα, ηχογραφήσαμε στο στούντιο Σήφη, που ήταν σε μία πάροδο της Πατησίων απέναντι από το Μουσείο, στην οδό Σκαραμαγκά, και μάλιστα εκεί, σ’ αυτό το στούντιο, έκανε θυμάμαι ο Οικονομίδης τα μουσικά ταλέντα. Σ’ αυτό το στούντιο Σήφη, λοιπόν, στήσαμε τη μικροφωνική μας εγκατάσταση, βάλανε και του στούντιο τα μικρόφωνα και έγινε μία μίξη του πραγματικού μας ήχου, που είχαμε σαν συγκρότημα μέσω της δικής μας μικροφωνικής εγκατάστασης, και των μικροφώνων του στούντιο. Το τονίζω αυτό γιατί σήμερα, ακούγοντας κανείς τον «Τρόπο», βλέπει ότι έχει τον δικό του ήχο, έναν ξεχωριστό ήχο, που δεν μοιάζει με άλλα τραγούδια και άλλες ηχογραφήσεις. Και η δική μου φωνή περνάει και μέσα από τη μικροφωνική μας και απ’ τα μικρόφωνα του στούντιο. Αυτό το κάναμε σ’ ένα βράδυ. Επειδή παίζαμε ήδη στη Χαβάη στη Θεσσαλονίκη, κάναμε ένα ρεπό, ηχογραφήσαμε το τραγούδι σε μία νύχτα και, όταν ξημέρωσε, τα μαζέψαμε και φύγαμε πίσω. Να πω κι ένα περιστατικό που συνέβη εκεί πέρα κι αξίζει τον κόπο να το πω. Όταν γράφαμε τον «Τρόπο», είχαμε βάλει και φωνητικά και λέγαμε:
    «Πόσο μ’ αρέσει ο τρόπος που μ’ αγαπάς -που μ’ αγαπάς
    Όταν με φιλάς -όταν με φιλάς
    »
    Είχαμε απαντήσεις δηλαδή. Όταν ήρθε η στιγμή να κάνουμε τις απαντήσεις, ήτανε μέσα στο στούντιο η Μαρινέλλα. Της άρεσε πάρα πολύ το τραγούδι και λέει:
    - Θέλω να μπω κι εγώ στα φωνητικά! Μπορώ να μπω;
    - Έλα! Μπες κι εσύ!

    Και έκανε τις απαντήσεις! Όμως, όταν το ακούσαμε μετά, είχε φύγει η Μαρινέλλα, και όταν κάναμε τη μίξη βλέπουμε ότι η Μαρινέλλα έχει τόση προσωπικότητα στη φωνή της που ξεχωρίζει πολύ! Και είπαμε από κοινού με τον παραγωγό και τον ηχολήπτη και όλους μας ότι ίσως πρέπει να τα βγάλουμε τα φωνητικά, γιατί απ’ τα φωνητικά δεν μπορούσαμε να βγάλουμε μόνο τη Μαρινέλλα. Κι έτσι τα καταργήσαμε και δεν υπάρχουν φωνητικά μέσα στον «Τρόπο»! (γέλια)

    Δεν υπάρχει η ηχογράφηση αυτή κάπου σ’ ένα αρχείο;
    Π.Α.: Αποκλείεται! Και μάλιστα, για τους πολύ ειδικούς που διαβάζουν τη συνέντευξη αυτή και θέλουν να το ψάξουνε, γιατί αρέσκονται πάρα πολύ να ψάχνουν τέτοιες λεπτομέρειες, θα δούνε ότι όταν τραγουδάω και λέω κάποια στιγμή «αγάπη μου πόσο με σκέφτεσαι», μου ξέφυγε και ξαναλέω «πόσο…» γιατί πήγα να πω την απάντηση! (γέλια) Κι έμεινε εκεί! Κάποιος μπορεί να το βάλει και να το ακούσει. Είδες, λοιπόν, τι είναι οι ιστορίες πίσω απ’ τα τραγούδια; Κι αφού τελείωσε η δουλειά του τραγουδιού, ρωτάμε τον παραγωγό Σπύρο Ράλλη, ο οποίος ήταν ο παραγωγός της Ελλαδίσκ εκείνη την εποχή:
    - Πόσα αντίτυπα θα τυπώσετε κύριε Ράλλη;
    - Ε, θα κόψουμε καμιά 200αριά-300αριά στην αρχή και βλέποντας και κάνοντας
    .
    Και μας πέσανε τ’ αυτιά!
    - Μα… αυτούς θα τους αγοράσουμε μόνο εμείς για να τους μοιράσουμε στους φίλους μας!
    Αλλά μόλις τυπώσανε τους δίσκους, ήρθε αμέσως η παραγγελία του Γιάννη Σωκρατίδη, που αυτός ήταν ο αντιπρόσωπος της Ελλαδίσκ της Θεσσαλονίκης, και λέει:
    - Τυπώστε μου δύο χιλιάδες!
    - Δύο χιλιάδες; Τι λες ρε παιδί μου! Είστε σίγουροι;
    - Ναι!

    Κι αρχίσανε να φεύγουνε οι δίσκοι σαν στραγάλια. Το δισκάκι έκανε φοβερό νούμερο. Ξεπέρασε εκείνη την εποχή τις 150.000 δίσκους κι ήταν ένα ρεκόρ πρωτοφανές. Κυκλοφόρησε περίπου στις 20 Φεβρουαρίου του 1966 και αμέσως το πήρανε οι πειρατικοί ραδιοσταθμοί και το παίζανε συνεχώς. Σ’ όλη την Ελλάδα. Στα ερτζιανά, τότε δεν υπήρχαν τα FM, γυρνούσες τη βελόνα και παντού άκουγες τον «Τρόπο». Εκεί, λοιπόν, στην άνοιξη του 1966, ο «Τρόπος» κατέκτησε τον κόσμο -και νεολαία και μεγάλους. Όλη εκείνη τη χρονιά κυκλοφορήσανε νομίζω τέσσερις δίσκοι 45άρηδες, ο «Τρόπος», το «Σχολείο», το «Συγνώμη» και «Ο Αλέξης», κι ήταν η καθιέρωση και των Olympians αλλά και της ελληνικής Pop μουσικής.

    Μπορούσες να φανταστείς ότι θα περνούσανε τόσα χρόνια και τα τραγούδια ακόμα θα παίζονταν;
    Π.Α.: Όχι, ασφαλώς. Και να πω και ποιο είναι το περίεργο; Ότι ακούγοντας αυτά τα τραγούδια εκείνης της εποχής, σημερινά μικρά παιδάκια τα ακούνε και τα αγαπάνε. Δεν τα θεωρούνε ότι είναι «σκονισμένα», «σκουριασμένα» και «παλαιομοδίτικα». Τα ακούνε και τα αγαπάνε.   

     

    ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ – Olympians
    (1966, μουσική: Παραδοσιακό, διασκευή:
    Lee Hays, ελληνική διασκευή-στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Αυτό είναι το πιο δημοφιλές τραγούδι μου. Λειτουργεί όλα αυτά τα χρόνια και σε κάθε ηλικία, που έρχεται και μεγαλώνει, αρέσει το «Σχολείο» γιατί το συνδέει με τα μαθητικά χρόνια. Το «Σχολείο» ήταν το πρώτο τραγούδι που έγραψα, δηλαδή πριν από τον «Τρόπο», τότε που κάναμε τους Drugstore Men. Παράλληλα με το σχολείο, με τα μαθητικά μου χρόνια, επειδή είμαι το τελευταίο παιδί από 5 αδέλφια και από μια οικογένεια άπορη ουσιαστικά -ο πατέρας μου ήταν εργάτης, οικοδόμος- τα δύο απ’ τα αδέλφια μου ακολούθησαν το επάγγελμα του μπαμπά. Το τέταρτο παιδί έκανε βαφές αυτοκινήτων και κάποια στιγμή πήγα κι εγώ κοντά του κι έμαθα κι εγώ αυτήν την τέχνη. Σε πολύ μικρό διάστημα –ήμουν 16-17 χρονών- ανέλαβα το μαγαζί επειδή ο αδελφός μου πήγε φαντάρος. Έτσι πολύ γρήγορα ήμουν και αφεντικό κι είχα και υπάλληλο. Σ’ αυτή τη δουλειά, λοιπόν, άκουσα ένα τραγούδι που μου άρεσε πάρα πολύ, του Trini Lopez, ένας τραγουδιστής Λατίνος που είχε πολύ μεγάλη επιτυχία εκείνη την εποχή, και ένα από τα τραγούδια του ήτανε το «Lonesome Traveler». Αυτό το τραγούδι μού άρεσε πάρα πολύ. Είναι ένα τραγούδι Traditional, δηλαδή παραδοσιακό καουμπόικο, το οποίο έγινε σε πολλές διασκευές και πάνω σ’ αυτό έγραψα έναν ελληνικό στίχο, αυτό που ξέρετε όλοι: το «Σχολείο». Έγραψα, λοιπόν, τον στίχο σε μία στιγμή που στοκάριζα ένα αυτοκίνητο και το ετοίμαζα για να το βάψω. Το βράδυ, όταν σχόλασα, παίρνω τον στίχο και ανεβαίνω στο Διοικητήριο, γιατί η δουλειά μου ήταν κάτω στον σταθμό των τρένων, και συναντάω την φίλη μου την Αλίκη, που ήμασταν φιλαράκια εκεί στη γειτονιά, και της λέω:
    - Έγραψα ένα τραγούδι! Να σ’ το πω;
    Και καθόμαστε, λοιπόν, σ’ ένα πεζοδρόμιο εκεί πέρα και της το τραγουδάω το τραγούδι και η Αλίκη ενθουσιάζεται και μου λέει:
    - Να το κάνεις δίσκο!
    Εγώ, όντας μπογιατζής, τι δίσκο! Αλλά θυμάμαι, έτσι χαρακτηριστικά, το πως ενθουσιάστηκε και μου είπε να το κάνω δίσκο. Τόσο πολύ της άρεσε. Εκεί, λοιπόν, γεννήθηκε το «Σχολείο» μ’ αυτόν τον «τρόπο» (γέλια). Αργότερα, όταν κάναμε τους Brams, τραγουδούσαμε το «Σχολείο» και τον «Τρόπο». Το «Σχολείο», μάλιστα, το είχαμε ηχογραφήσει και ακούστηκε στην αλλαγή του χρόνου από το 1964 στο 1965, από τον σταθμό της ΥΕΝΕΔ της Θεσσαλονίκης. Έπαιξε για πρώτη φορά και για πρώτη φορά άκουσα τη φωνή μου. Στην αλλαγή του χρόνου. Ήτανε το συναίσθημα περίεργο, ν’ ακούω τη φωνή μου από τον ραδιοφωνικό σταθμό. Αργότερα, όταν γίναμε οι Olympians και αρχίσαμε τις ηχογραφήσεις, ήτανε το τρίτο single που ηχογραφήσαμε. Το πρώτο ήταν ο «Τρόπος», το δεύτερο ήταν το «Συγνώμη», μία σύνθεση του Άλκη Κακαλιάγκου και στίχους του Νίκου Ελληναίου, και το τρίτο single ήταν το «Σχολείο». Ένα στιγμιότυπο ωραίο με το «Σχολείο» είναι ότι, όταν το γράψαμε, πήγαμε στο στούντιο της Columbia. Η Columbia είχε τα καλύτερα στούντιο. Όταν τελειώσαμε την ηχογράφηση, 5 η ώρα τα ξημερώματα, λέει ο drummer μας, ο Δημήτρης Λαζαρίδης -ο «Τζακ»:
    - Ρε παιδιά, μία φωτογραφία δεν βγάλαμε αναμνηστική!
    Είχε μία φωτογραφική μηχανή εκείνη την εποχή, που έβλεπες από πάνω και φωτογράφιζες. Δεν έβαζες το μάτι σου ας πούμε.
    - Ποιος θα μας βγάλει φωτογραφία;
    - Να μας βγάλει ο καφετζής!

    Τον ξυπνήσαμε, λοιπόν, κι ήρθε να μας βγάλει φωτογραφία. Στηνόμαστε όλοι.
    - Μας βλέπεις;
    - Ναι, ναι, ναι!
    - Πάτα το κουμπί!

    Πατάει το κουμπί, μας βγάζει τη φωτογραφία κι όταν την τυπώσαμε είδαμε ότι μας έβγαλε από τη μέση και κάτω! (γέλια).

    Να πούμε, λοιπόν, ότι αυτά τα ιστορικά τραγούδια, που πραγματικά εγώ το λέω με περηφάνια, βάλανε τα θεμέλια για πολλούς καλλιτέχνες που ασχολήθηκαν με την Pop και τη Rock μουσική εξέλιξη στην Ελλάδα. Είμαι βέβαιος ότι όλοι πατήσανε επάνω σ’ αυτό που πρότειναν οι Olympians. Ο τρόπος των στίχων επάνω σε ρυθμική μουσική ήτανε μία τέχνη, την οποία μπορώ να πω ότι εισήγαγα εγώ, φυσικά χωρίς συναίσθηση ότι κάνω κάτι σπουδαίο, αλλά στον δρόμο το αντιλήφθηκα ότι είναι σπουδαίο γιατί είναι πολύ δύσκολο, τουλάχιστον έτσι ξεκίνησε, να γραφτεί και να προσαρμοστεί η ελληνική γλώσσα σε μικρές συλλαβές και φράσεις ώστε να χωράνε μέσα σ’ ένα Pop τραγούδι, σ’ ένα μοντέρνο τραγούδι, το οποίο χρειάζεται μικρές συλλαβές και κομμένες φράσεις και όχι τις πολυσύλλαβες ελληνικές φράσεις σιδηροδρόμους. Αυτό ήτανε μία τέχνη την οποία και σπούδασα εμπειρικά όλα αυτά τα χρόνια που ασχολούμαι με τη συγγραφή στίχων -και μουσικής φυσικά- της ελληνικής Pop και νομίζω ότι συνέβαλα πάρα πολύ. Υπάρχουν πολλά ξένα τραγούδια που διασκευάστηκαν και κυρίως από άλλα συγκροτήματα. Εγώ και οι Olympians γράψαμε δικά μας τραγούδια, δικές μας συνθέσεις. Τα ξένα τραγούδια που κάναμε σαν Olympians ήτανε λίγα. Προσφεύγαμε στα ξένα τραγούδια, στο ξένο ρεπερτόριο, γιατί Έλληνες συνθέτες δεν παρήγαγαν τέτοια τραγούδια.

    Ο μοναδικός που είχε γράψει «πατώντας» πάνω σ’ εσάς ήταν ο Βαγγέλης Πιτσιλαδής, αν θυμάμαι καλά.
    Π.Α.: Ο Πιτσιλαδής έγραψε τη μουσική και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος τους στίχους στον «Αλέξη» και στην «Ιστορία» -«ήταν ένα κορίτσι, ήταν ένα αγόρι…». Οι δυο τους συνεργαστήκανε γιατί είδανε ότι υπάρχει ένα συγκρότημα, οι Olympians, και μάλιστα ο Λευτέρης Παπαδόπουλος είπε ότι «κάτι κωλοπαιδαράδες εκεί πέρα στη Θεσσαλονίκη, μας έχουνε πάρει όλον τον κόσμο κι όλοι τρελαίνονται μ’ αυτούς». Κι έτσι συνεργαστήκανε και κάνανε τον «Αλέξη», που ήταν στα πρότυπα των Olympians, και την «Ιστορία». Ο «Αλέξης» είναι ένα κράμα «Τρόπου» και «Σχολείου».

    Το οποίο «Σχολείο» ξαναηχογράφησες με τους Goin’ Through.
    Π.Α.: Αυτό είναι το «Σχολείο 2006», όπου οι Goin’ Through διασκευάσανε το «Σχολείο» και προσθέσανε στίχους που δέσανε με τον κορμό των στίχων του «Σχολείου». Ήταν μία εκπληκτική διασκευή. Εκπληκτική. Κοίταξε, θέλω να πω το εξής σχετικά με όλα αυτά που είπα. Μετά από τόσα χρόνια, κάποια πράγματα πρέπει να λεχθούν και να μπουν στη θέση τους. Δηλαδή, η ενημέρωση γενικότερα των ανθρώπων που ασχολούνται με τη μουσική και αγαπούν τη μουσική, δεν είναι σωστή μέχρι σήμερα όσον αφορά την ελληνική Pop μουσική. Θέλω να πω πόσο βασανιστικό και πόσο εμπνευσμένο παράλληλα είναι το κάθε τραγούδι που έχει βάλει τα δικά του λιθάρια, τις δικές του «πέτρες» ας πούμε, σ’ αυτό το οικοδόμημα που λέγεται ελληνική Pop μουσική. Δεν είναι καθόλου εύκολο. Ας πούμε συνοπτικά, γι’ αυτήν την έρευνα που κάνεις και γράφεις αυτήν την στιγμή για το πώς γεννήθηκαν τα τραγούδια, ότι στη δεκαετία του 1960 ξεκίνησε το οικοδόμημα της Pop μουσικής από τους Olympians. Αυτοί βάλανε αρκετά γερά θεμέλια. Στη δεκαετία του 1970, έρχομαι να συνεχίσω ως σόλο τραγουδιστής φτιάχνοντας καλά ελληνικά Pop τραγούδια, αλλά έρχεται κι ένα συγκρότημα που λέγεται Poll, που βάζουν κι αυτοί τη δική τους έμπνευση και τον δικό τους τρόπο στις μπαλάντες που γράψανε αλλά και σε ρυθμικά τραγούδια κι είναι βέβαιο ότι πατήσανε πάνω σ’ αυτό που διδάξανε οι Olympians μέχρι τότε. Τη δεκαετία του 1980, παράλληλα εννοείται κι εγώ, βγήκε ένα άλλο κίνημα που ήτανε λίγο Pop & Rock. Ήτανε ο Μπουλάς, ο ταλαντούχος Λάκης με τη ψηλά ρεβέρ, ο Γιοκαρίνης, που είναι ένας σπουδαίος μουσικός και τραγουδοποιός και τα τραγούδια που έβγαλε ήτανε ανατρεπτικά και στο πνεύμα της ελληνικής Pop μουσικής, καλόηχα και με ωραίες ιστορίες. Ο Γιοκαρίνης έβαλε ένα μεγάλο λιθάρι σ’ αυτό το οικοδόμημα. Παραπέρα, προχώρησαν οι Κατσιμιχαίοι, των οποίων το μεγάλο έργο μπορεί ν’ ανήκει σ’ έναν άλλον χώρο, αλλά ξεκινάνε από την ελληνική Pop. Το «Ρίτα Ριτάκι» των Κατσιμιχαίων ήταν ένα… Olympians τραγούδι στο ρεπερτόριό τους. Και πολλά τραγούδια τους είχανε αυτήν τη «σχολή». Ήταν θαυμαστές των Olympians οι Κατσιμιχαίοι. Λέω Olympians και Olympians, αλλά θα πρέπει να μου επιτρέψουν όλοι όσοι διαβάζουν αυτήν την στιγμή, ότι δεν ευλογώ τα γένια μου, αλλά τα γένια μου είναι μεγάλα. Ο Πασχάλης ήταν αυτός που έγραψε τα περισσότερα τραγούδια στους Olympians και ο Άλκης Κακαλιάγκος, φυσικά, κι αυτός συνθέτης που έγραψε τραγούδια αξιόλογα στο συγκρότημα.  

    Η ιστορία, λοιπόν, της ελληνικής Pop θα πρέπει να επικεντρωθεί στους ανθρώπους που δουλέψανε πάνω σ’ αυτήν και τη φτιάξανε. Η δεκαετία του 1960 ήταν μία δεκαετία φοβερή από πλευράς ανάπτυξης, από πλευράς καλλιτεχνικής δράσης, σ’ όλους τους τομείς της τέχνης. Όλοι οι νεολαίοι ζούσαμε μία φάση φοβερή με τη μόδα που μας ερχότανε από το εξωτερικό. Το πολιτικό τραγούδι μέχρι το 1974 δεν ακουγότανε καν, ήτανε απαγορευμένο. Άρα όλοι οι νεολαίοι ασχολούμασταν μ’ αυτό που ακούγαμε και που μας άρεσε και κάτω από μία αυστηρή χούντα που ασχολούνταν με όσους την ενοχλούσαν. Όσους δεν την ενοχλούσαν, τους άφηνε ήσυχους. Κι εκείνη την εποχή κι εμείς γράφαμε τραγούδια που μας τα ελέγχανε οι λογοκρισίες και μας τα έστελναν πίσω να τα διορθώσουμε. Πρόσεξε. Η πραγματική ιστορία λέει ότι η μόδα ήταν η διεθνής Pop μουσική, με πρωτοπόρους τους Beatles και τους Rolling Stones κι όλα τα συγκροτήματα τα σπουδαία που είχαν βγει εκείνη την εποχή. Τότε βγήκε και η ελληνική Pop μουσική -εντελώς τυχαία- από μένα. Έτσι συνέβησαν τα πράγματα χωρίς να το έχω ως σκοπό και στόχο, αλλά στον δρόμο, βλέποντας την επιτυχία και βλέποντας πώς λειτουργεί το πράγμα, εγώ προσωπικά δούλεψα πάρα πολύ να προσαρμόσω στίχο επάνω σε μοντέρνα μουσική και ν’ ακούγεται καλόηχα, να ξεσηκώνει και να αρέσει. Νομίζω ότι κατάφερα πάρα πολλά μέχρι τώρα.    

     

    ΦΙΛΕ ΜΟΥ, ΦΙΛΕ - Πασχάλης
    (1972, μουσική-στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Το «Φίλε Μου, Φίλε» γράφτηκε το 1969-1970 και αυτό που μου άρεσε πολύ και το έβαλα ήταν αυτό που οι ξένοι λένε «gimmick», είναι δηλαδή κάτι που τραβάει το ενδιαφέρον. Είχα, λοιπόν, δύο ακόρντα που παίζανε, ας πούμε το «φίλε μου, φίλε… μπαμ μπαμ» (μιμείται τον ήχο). Σ’ αυτό το «μπαμ μπαμ» δεν του έβαλα στίχο, το άφησα κενό. Είναι, δηλαδή, μία… -πονηριά να το πω;- ιδέα που κάνει ένα τραγούδι να έχει κάτι το ξεχωριστό μέσα. Το παρατηρούσα στη διεθνή μουσική ότι προσπαθούσαν να βρουν όλοι κάτι για να κάνουν τη διαφορά. Ας πούμε ο «Τρόπος», για τους μουσικούς και τους μη μουσικούς που αγαπάνε τη μουσική, έχει μία κιθάρα που ξεκινάει (σ.σ. μιμείται τον ήχο της κιθάρας στην εισαγωγή) και ζήτησα από τον κιθαρίστα μας να παίζει σε όλο το τραγούδι, και στα κουπλέ και στα ρεφρέν, παντού. Απ’ την αρχή που ξεκινάει μέχρι το τέλος. Όχι να είναι μόνο στις εισαγωγές. Αυτό, λοιπόν, είναι αλλουνού ιδέα, την οποία ξεσήκωσα. Των Beatles. Ήτανε το «Day Tripper», που άμα το ακούσεις (σ.σ. εγώ κι ο Πασχάλης μιμούμαστε ταυτόχρονα το riff της κιθάρας) η κιθάρα παίζει σ’ όλο το κομμάτι και μου ‘κανε τόσο εντύπωση αυτό, που το «έκλεψα» σαν ιδέα και το έβαλα στον «Τρόπο». Κι ήταν πολύ ωραίο. Και, επιστρέφοντας στο «Φίλε Μου, Φίλε», αυτό το σχηματάκι το μικρό ήταν που του έδωσε του τραγουδιού μία διάσταση, πέρα από τον στίχο που μιλάει για μία φιλική σχέση, που σε όλες τις φιλίες κάπως έτσι είναι τα πράγματα: μόλις μπαίνει μία γυναίκα, χαλάει η φιλία. Η εκτέλεση ήταν πάρα πολύ ωραία που παίξαμε. Τότε ο Κακαλιάγκος είχε πάρει το Hammond X77, που ήταν ένα εξελιγμένο μοντέλο του Β-3 που χρησιμοποιούσε ο Βαγγέλης Παπαθανασίου στους Forminx και πολλοί διεθνείς καλλιτέχνες. Το B-3 ήταν ένα δημοφιλέστατο Hammond κι εμείς, λοιπόν, πήραμε το πιο εξελιγμένο, το X77, και με εκπληκτικούς ήχους παίζει εκεί πέρα ο Κακαλιάγκος.

    ΑΓΚΑΖΕ – Πασχάλης & Λία Βίσση
    (1987, μουσική: Στέλιος Βλαβιανός, στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Ο Στέλιος Βλαβιανός ξεκίνησε από τους Juniors και αργότερα έφυγε στο εξωτερικό, όταν έφυγαν και ο Βαγγέλης [Παπαθανασίου], ο Σιδεράς και ο Ντέμης Ρούσσος και κάνανε τους Aphrodite’s Child. Έγινε συνεργάτης του Ντέμη Ρούσσου για πολλά χρόνια και έγραψε πολύ σπουδαία τραγούδια, όπως το «Forever And Ever», το «From Souvenirs To Souvenirs» και άλλα. Συνεργάστηκα, λοιπόν, μαζί του σ’ έναν δίσκο που κάναμε εδώ πέρα, στο «9 Τρόποι Αγάπης». Γι’ αυτό το υλικό έπρεπε να ταξιδέψω και να κάνω συναυλίες στην Αυστραλία, να είναι συμπτωματικά και ο Ντέμης στην Αυστραλία, στο Σίδνεϋ, και βρεθήκαμε την άλλη μέρα στο ξενοδοχείο με τον Βλαβιανό και του λέω:
    - Δώσε μου κάνα τραγούδι!
    Και μου δίνει την κασέτα με τα τραγούδια και τα έφερα εδώ. Και μέσα απ’ αυτά τα τραγούδια βγήκαν το «Παραδώσου Λοιπόν», το «Μπαράκι» και το «Αγκαζέ». Και κάναμε αυτόν τον δίσκο, αλλά πώς τον κάναμε. Δεν είχα συμβόλαιο με εταιρεία. Εγώ που είχα 25 χρόνια με την Polygram -Universal μετέπειτα κ.λπ.- από Ελλαδίσκ ακόμα ήμουνα σ’ αυτήν την εταιρεία, που άλλαξε ονόματα στον δρόμο. Και έκανα την παραγωγή εγώ, τη χρηματοδότησα με συμπαραγωγούς τον Βλαβιανό και τον Άκη Γκολφίδη. Κάνουμε τα έξοδα, φτιάχνουμε τον δίσκο, κι αφού τελειώνουμε και λέμε «μας αρέσει, αυτό είναι» -μάλιστα τα τραγούδια μας ήταν επτά και πήραμε και δύο του Μιχάλη Ρακιντζή (σ.σ. το «Κατερίνα Κατερινάκι» και το «Πες Πες Πες Μου»)- πάμε και τα δειγματίζουμε εγώ στην Polygram και ο Άκης Γκολφίδης στον Μάτσα. Και πρώτη απάντησε η Polygram. Οπότε πήγαμε στην Polygram και μάλιστα, όταν το ακούσανε, είπανε:
    - Ωραίο είναι, αλλά ξανακάντε το και βγάλτε πιο έξω τη φωνή!
    Και τους απαντήσαμε αμέσως:
    - Άμα σας αρέσει έτσι, πάρτε το! Αν δεν σας αρέσει τότε δεν κάνουμε τίποτα!
    Εμείς κάναμε μίξη με άλλο κριτήριο. Τοποθετήσαμε έτσι τα όργανα, κι ο Βλαβιανός είχε μεγάλη πείρα από το εξωτερικό και ο Άκης ήταν εκπληκτικός ηχολήπτης, κι εγώ που συμφωνούσα να είναι μέσα η φωνή μου, γιατί θέλω ν’ ακούγεται μέσα στα όργανα κι όχι να είμαι εκεί πέρα πάνω. Πάντα ήταν η άποψή μου να είμαι μέσα στην ορχήστρα. Κι ίσως γι’ αυτό δεν ήμουν από αυτούς που ξεχωρίζανε και να λένε «ο τραγουδισταράς». Το πήρε, λοιπόν, η Polygram και υπογράψαμε μαζί τους σαν τρεις παραγωγοί και το έδωσε στην κυκλοφορία. Το «Αγκαζέ» ήταν ένα περίεργο τραγούδι για μένα. Όταν πήρα τη μουσική του στα χέρια μου και το άκουσα, ήταν πολύ περίεργο για να γράψω στίχο επάνω. Εγώ συνήθως γράφω πάνω σε μουσική. Κι αυτή η τέχνη, γιατί είναι τέχνη, με παίδεψε πάρα πολύ σ’ όλη μου την πορεία. Η μουσική, λοιπόν, του «Αγκαζέ» με ταξίδευε σ’ έναν γαλλικό χώρο, σε μία εποχή ρομαντική, ωραία, ερωτική εποχή, και φαντάστηκα ένα ζευγάρι να περπατάει μέσα στους δρόμους του Παρισιού και να κρατιέται αγκαζέ και να τραγουδάει. Ήταν μία συμμετοχή της Λίας Βίσση γιατί θέλαμε μία γυναικεία φωνή. Η Λία είχε μία ομάδα φωνητικών με την οποία κάναμε φωνητικά στους δίσκους και πήρε το σόλο αυτό, λοιπόν, κι είναι πολύ γλυκιά και πολύ καλή όταν την ακούει κανείς και την ξεχωρίσει σαν Βίσση. Είναι ένα τραγούδι που με παίδεψε λίγο αλλά χαίρομαι που το πέτυχα. Επειδή γράφεις κι εσύ, νιώθω ότι έχω απέναντί μου έναν άνθρωπο που με καταλαβαίνει. Δεν μπορεί να καταλάβει κανείς πόσος κόπος και πόση δουλειά υπάρχει πίσω από αυτό.

    ΠΑΡΑΔΩΣΟΥ ΛΟΙΠΟΝ – Πασχάλης
    (1987, μουσική: Στέλιος Βλαβιανός, στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Είχα 5-6 μουσικές του Στέλιου Βλαβιανού και μου φάνηκαν δύσκολες να γράψω στίχους. Να εξομολογηθώ εδώ ότι πάντα είχα μία αβεβαιότητα για τον εαυτό μου. Είναι η ανασφάλεια του καλλιτέχνη. Άμα δεν είναι ανασφαλής ο καλλιτέχνης, δεν είναι καλλιτέχνης. Πήρα τα τραγούδια, λοιπόν, και τα μοίρασα σε κάνα δυο στιχουργούς να μου γράψουν στίχους. Μου δίνουνε κάποιους στίχους, αλλά δεν ήταν αυτοί που θα ήθελα, ας πούμε, να μου δίνουν μία βεβαιότητα ότι έχουμε επιτυχία εδώ. Αφού πέρασε αρκετός καιρός αναζητώντας στίχους σε άλλους στιχουργούς, λέω «δεν γίνεται, πρέπει να κάτσω να γράψω εγώ». Και κάθομαι και αρχίζω και γράφω στίχους. Στο «Παραδώσου Λοιπόν» αναζητούσα πρώτα το ρεφρέν, να δω πού θα έχουμε το δυνατό στοιχείο. Στο ρεφρέν, λοιπόν, μου ήρθε έμπνευση. Γιατί οι επιτυχίες στις οποίες έγραψα στίχους ήτανε έμπνευση πρώτα και μετά τέχνη να το στήσουμε. Έπιασα τη φράση «Παραδώσου λοιπόν άνευ όρων μωρό μου». Το «άνευ όρων» ήταν η περίεργη φράση. Μέχρι σήμερα νομίζουν ότι λέει «πάρε φόρα μωρό μου» (γέλια)! Και με πληγώνουν πάρα πολύ! Αφού σκάρωσα, λοιπόν, αυτό, μετά έστησα και όλη την υπόλοιπη ιστορία, αλλά με το σκεπτικό ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσω στο τραγούδι αυτό ονόματα. Γιατί; Διότι τα ονόματα μένουν. Τα θυμάται κανείς. Άρχισα να ψάχνω τα ονόματα που στην ιστορία του κόσμου υπήρξαν κάποτε κατακτητές και προχωρούσαν σε πολιορκίες ξακουστές. Ο Γεδεών, ο Τζένγκις Χαν, ο Μέγας Αλέξανδρος… Αυτή ήταν μια έμπνευση, πραγματικά, που χρησιμοποιώντας αυτά τα ιστορικά στοιχεία το τραγούδι έγινε δημοφιλέστατο. Αλλά είναι και επί της ουσίας, λέγοντάς το σε μία κοπέλα που αγαπάς και την κυνηγάς και την πολιορκείς, είναι σημαντικό το story του.   

     

    ΣΤΟ ΜΠΑΡΑΚΙ – Πασχάλης
    (1987, μουσική:
    Alexis Bloom, Στέλιος Βλαβιανός, στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Η πρώτη εκτέλεση του τραγουδιού είχε τον τίτλο «I Need To Forget» και το είχε κάνει με τον Βλαβιανό στην Αμερική ο Tony Pinelli. Αλλά δεν έκανε επιτυχία. Το έκανε και ο Ντέμης Ρούσσος σαν «I Need To Forget», αλλά δεν ακούστηκε πάρα πολύ. Μετά μου το έδωσε ο Βλαβιανός κι εγώ έγραψα πάνω του τον ελληνικό στίχο. Αυτό ξεκίνησε από τη φράση «Σ’ έχω δει κάπου, κάπου σε ξέρω», που ήταν πολύ ισχυρή φράση. Είναι κάτι που συμβαίνει ανεξαιρέτως σ’ όλες τις περιπτώσεις που θα την «πέσεις» κάπου. Αφού βρήκα το ισχυρό σημείο του τραγουδιού, προχώρησα να στήσω και το υπόλοιπο. Παιδεύτηκα πάρα πολύ στο «Μπαράκι». Πρώτα απ’ όλα με παίδεψε το δεύτερο σκέλος του ρεφρέν,  «σ’ έχω δει κάπου, κάπου σε ξέρω / η μνήμη μου δεν μ’ απατά». Αυτό δεν μου καθότανε καλά. «Η μνήμη μου δεν μ’ απατά». Δεν μου άρεσε ηχητικά αυτή η κατάληξη. Πόσο το παίδεψα. Μήνες! Να ξυπνάω και να κοιμάμαι αναζητώντας μία άλλη κατάληξη, πιο καλή, πιο εύηχη. Τελικά, είδα κι απόειδα, και κράτησα αυτό. Επειδή κόλλησα και στα κουπλέ, ζήτησα τη βοήθεια ενός άλλου στιχουργού, του Ξενοφώντα Μπρουντζάκη, ο οποίος δεν ήταν επαγγελματίας στιχουργός -το επάγγελμά του ήταν άλλο- αλλά έγραφε πολύ ωραίους στίχους. Του ζήτησα τη βοήθεια, λοιπόν, και με βοήθησε και σκαρώσαμε και τα δύο κουπλέ του τραγουδιού, που ήταν πολύ ωραίες ιστορίες και μας κάνανε ένα υπέροχο τραγούδι και πολύ χαίρομαι που έχω στην αγορά ένα τέτοιο τραγούδι σαν το «Μπαράκι». Νομίζω ότι ο στίχος ήταν αυτός που εκτίναξε το «Μπαράκι» και το έκανε και διαχρονικό και μεγάλη επιτυχία.

    ΜΗ ΜΕ ΜΑΡΤΥΡΗΣΕΙΣ – Πασχάλης
    (1989, μουσική: Στέλιος Βλαβιανός,
    Bernard Algarra, William Laurent, στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Άλλο ένα τραγούδι του Στέλιου Βλαβιανού που σαν κομμάτι είναι Pop-Rock. Έχει πολλά αξάν μέσα και στοιχεία Rock. Το «Μη Με Μαρτυρήσεις» δεν είναι βιωματικό τραγούδι, είναι ένα τραγούδι έμπνευσης και μου άρεσε πάρα πολύ όλο αυτό το στήσιμο. Το βρήκα να έχει πολύ ενδιαφέρον, να αφορά πολλούς γιατί αυτό, το να αφορά πολλούς, ήτανε κορυφαίο όταν καθόμουνα να γράψω έναν στίχο. Ήθελα να πιάσω όσο μπορώ ευρύτερο κοινό. Να κάνω εδώ μία παρένθεση: πάντα μου άρεσαν οι ιστορίες σ’ ένα τραγούδι. Δεν μου άρεσε το τραγούδι που να έχει μόνο ρομαντικά λόγια και ονειρικά πράγματα. Μου άρεσε να εξιστορεί κάτι, ένα γεγονός, να το φαντάζομαι με εικόνες. Να έχει μία αρχή, μία μέση κι ένα τέλος. Οι λεγόμενες «μπαλάντες». Οι μπαλάντες είναι αυτά, δεν είναι τα αργά τραγούδια που νομίζουν κάποιοι. Μου αρέσανε, λοιπόν, πάντα οι ιστορίες. Και θα δεις ότι πολλά από τα τραγούδια μου έχουν μία ιστορία. Έτσι και στο «Μη Με Μαρτυρήσεις» έχει μία ιστορία, ένα γεγονός. Με είδες, μην της το πεις, μη μου κάνεις καμιά ζημιά, αφού ξέρεις ότι είμαι εντάξει μαζί της, ήταν κι αυτό «μια στιγμή αδυναμίας» και λοιπά. Μου έκατσε, λοιπόν, η ιστορία και τη δούλεψα πάρα πολύ και το τραγούδι το πέτυχα.

    ΠΕΣ ΤΟ ΠΑΛΙ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ – Πασχάλης
    (1995, μουσική-στίχοι: Πασχάλης Αρβανιτίδης)

    Π.Α.: Αααα, εδώ έχουμε μία ιστορία! Όταν ήμουν πιτσιρίκος στο Δοξάτο της Δράμας και ακολουθούσα τ’ αδέλφια μου στο χωράφι με τα καπνά, δεν ξέρω πως αλλά κάποια τραγούδια μ’ αρέσανε και τα τραγουδούσα. Και σκέφτηκα, με το παιδικό μου μυαλό, να κάνω κι εγώ ένα τραγούδι. Αυτή η μουσική φράση που έχει στη μέση του κουπλέ, «φίλα με να σβήσω, ποτέ να μην αφήσω τα χείλια σου που αγαπώ», μου ήρθε τότε και μου κόλλησε στο μυαλό. Μεγάλωσα, περάσανε τα χρόνια κι αυτή η φράση έμεινε στο μυαλό μου. Έμεινε μία ανάμνηση από τα χωράφια που έπαιζα εκεί και τ’ αδέλφια μου καλλιεργούσανε. Κάποια στιγμή, λοιπόν, ψάχνοντας στο μυαλό μου τι έχω στο «συρτάρι» μου, τη θυμήθηκα κι είπα «τι ωραία φράση…» κι είπα «κάτσε ν’ ασχοληθώ». Και την επέκτεινα μουσικά αυτήν τη φράση κι έγραψα και τον στίχο απάνω στη μελωδία. Είναι γραμμένο, και αφιερωμένο βέβαια, στη γυναίκα μου, την Αλίκη. Γιατί όταν έγραφα τον στίχο σκεφτόμουνα τον πολυετή έρωτά μας. Από παιδιά είμαστε μαζί και μακάρι να πεθάνουμε μαζί. Το έγραψα το 1993-1994 και κυκλοφόρησε το 1995. Πραγματικά, είναι ένα από τα πολύ ωραία μου τραγούδια γιατί έχει ένα πραγματικό συναίσθημα μέσα, έχει μία αλήθεια.

    Δεν ξέρω για ποιο λόγο, αλλά αυτό το τραγούδι δεν το ακούω συχνά στο ραδιόφωνο, έως καθόλου, και μάλιστα αμφιταλαντεύτηκα αν θα το συμπεριλάβω στη συνέντευξη γιατί λέω «θα το ξέρει ο κόσμος;» αλλά από την άλλη έχει σημασία να το μάθουνε κι αυτοί που δεν το ξέρουν και να μπούνε στον κόπο να το ακούσουνε.
    Π.Α.: Εμένα μ’ αρέσουν αυτά που επέλεξες. Να σε ρωτήσω, μιας και κάνεις αυτήν την έρευνα, το συμπέρασμά σου είναι ότι είναι βιωματικά αυτά που γράφουν οι στιχουργοί ή είναι της φαντασίας τους και της έμπνευσής τους;

    Τα πιο ωραία τραγούδια, αυτά που έχουν τις πιο ενδιαφέρουσες ιστορίες και έγιναν και μεγάλες επιτυχίες, είναι τα βιωματικά. Υπάρχουν και κάποια που βγήκανε στην «αυτόματη γραφή» [αναφέρω κάποια παραδείγματα].
    Π.Α.: Απ’ αυτά που μου είπες, συμπεραίνω ότι η συμμετοχή του ερμηνευτή και του μουσικοσυνθέτη έπαιξε ρόλο. Κάποια τραγούδια από αυτά που είπες εξελίχθηκαν και στην τελική εκτέλεση και πως το πήρε ο τραγουδιστής και το πέρασε από μέσα του. Είναι ίσως και αντικείμενο έρευνας το πώς νιώθει ο καλλιτέχνης όταν ηχογραφεί. Είναι, ξέρεις, πολλοί καλλιτέχνες που μπαίνουν στο στούντιο αλλά η ερμηνεία του στούντιο δεν έχει καμία σχέση με το live τους. Του στούντιο είναι ψυχρή και στο live λες «Θεά! Θεός! Πώς μιλάς μέσα μου έτσι;». Οι ξένοι λεν «First take, best take». Όταν μπαίνεις μες στο στούντιο και τραγουδάς, εκείνο που λες, το πρώτο, πολλές φορές είναι το καλύτερο. Ένα τραγούδι που λέμε με την κόρη μου, το «Γι’ αυτό ποτέ, ποτέ, ποτέ, ποτέ, δεν θέλω να σε χάσω…»…

    Το «Καταπληκτικοί»
    Π.Α.: Ναι, στο «Καταπληκτικοί» ήταν η δεύτερη φορά. Την πρώτη φορά δοκιμάσαμε τα μικρόφωνα και η δεύτερη φορά ήταν το take. Το… best take! Πρέπει να την παρακολουθήσεις την κόρη μου. Η Ζίνα, εκτός από το γεγονός ότι έχει σπουδάσει κι έχει πάρει τα πτυχία της, έχει κάνει και ηχοληψία τρία χρόνια, ίσως και περισσότερα, δούλευε με τον Μαχαιρίτσα, στην μπάντα έπαιζε τα keyboards κ.λπ., και τραγουδάει. Ζει στη Γαλλία και γράφει μουσική για κινηματογράφο.

    [Μου βάζει να δω στο κινητό του την Ζίνα Αρβανιτίδη να παίζει μουσική]

    Είναι για μία ρωσική σειρά 17 επεισοδίων, «Η Χρυσή Ορδή» (The Golden Horde, 2018), που παίχτηκε στο πρώτο κανάλι της Ρωσίας. Αυτό το κομμάτι ήταν των τίτλων και η σειρά πήρε βραβείο στο Mediamix Festival. Ό,τι ακούς το έχει παίξει η Ζίνα μόνη της. Είναι μεγάλο ταλέντο. Έχει γράψει και τη μουσική κι εγώ τους στίχους στο «Ή Εσύ Ή Εγώ». Το «Ή Εσύ Ή Εγώ» έχει κι αυτό τη δική του ιστορία. Είναι ένα θέμα που αφορά πολλούς και που μ’ έχει απασχολήσει πάρα πολύ. Στις σχέσεις μεταξύ δύο ερωτικών συντρόφων και πολλές φορές ξεκινώντας μία σχέση υπάρχει ο ανταγωνισμός ποιος θα πάρει το πάνω χέρι. Αυτή η περίοδος υποχωρεί μόνο όταν και οι δύο κατανοήσουν ότι πρέπει να προσφέρουν στη σχέση. Πρέπει ο καθένας να κάνει ένα βήμα και να πει ότι «εγώ παραχωρώ τον εαυτό μου». Έτσι επέρχεται η ισορροπία μετά από ένα διάστημα. Αυτά είναι τα συμπεράσματά μου από τις σχέσεις. Αλλά κάτι τέτοιο συμβαίνει ακόμα και στους συνεταίρους και στην καθημερινότητα της ζωής μας. Αυτός είναι ένα στίχος βιωματικός, που θυμάμαι από τα πρώτα χρόνια που τα έφτιαξα με την Αλίκη και είχαμε έναν ανταγωνισμό φοβερό. Δύο χρόνια, δηλαδή, περάσαμε δύσκολα. Μου άρεσε η γυναίκα να έχει προσωπικότητα, χωρίς να είμαι μαζοχιστής -ή μπορεί να είμαι και να μην το ξέρω. Δεν θα μπορούσα να είμαι με μία γυναίκα που να λέει σε όλα «ναι». Δεν μπορώ να είναι άβουλη η γυναίκα. Θέλω να έχει προσωπικότητα, να έχει αντίλογο. Αυτοκολακεύομαι μ’ αυτό. Τώρα μου ήρθε φλασιά. Για να επιλέξω αυτόν τον άνθρωπο, σημαίνει ότι τον εκτιμώ, ότι είναι αξιόλογος. Και για να είναι μαζί μου, τότε είμαι κι εγώ! (γέλια)    

     

    Και στιχουργικά το «Ή Εσύ Ή Εγώ» είναι διαφορετικό απ’ ό,τι έχεις παρουσιάσει μέχρι τώρα. Επειδή είδα πως είχες συγκινηθεί, ήθελα να σε ρωτήσω πώς ένας τραγουδιστής μπορεί, όντας συγκινημένος, να παραδώσει μία τέλεια ερμηνεία;
    Π.Α.: Θα σου πω μια ιστορία μικρή. Κάνω μια συνεργασία με τη συμφωνική ορχήστρα του Δήμου Αθηναίων και έχουμε μία συναυλία. Κάνουμε τις πρόβες και έχω μες στο ρεπερτόριο και το «Τ’ Αστέρι Του Βοριά», ένα τραγούδι που για μένα είναι υπέροχο. Το έλεγα κι επί Olympians -το λέγαμε στο πρόγραμμα- και επειδή η οικογένειά μου είναι βασανισμένη από τη μετανάστευση -όλα τ’ αδέλφια μου μετανάστευσαν, πέντε αδέλφια δηλαδή, εκτός από μένα- το τραγούδι αυτό για μένα περιγράφει τη στιγμή που φεύγεις. Αυτό το «φεύγω από την πατρίδα μου και πάω σ’ έναν άγνωστο τόπο, που δεν ξέρω τι θα βρω και τι θα συναντήσω, και σε μία άλλη ζωή» είναι φοβερό. Και το τραγούδι αυτό, το τόσο συναισθηματικό που έγραψε ο Γκάτσος και ο Χατζιδάκις, ήρθε η ώρα που το κάναμε πρόβα. Σταμάτησα την πρόβα. Δεν μπορούσα να τραγουδήσω. Ξαναπάμε μία δεύτερη φορά και τη δεύτερη τα ίδια. Την τρίτη φορά, τέλος πάντων, το κοντρολάρισα. Όταν ζεις κάτι, σου είναι δύσκολο. Το έχω πάθει και μπροστά στο κοινό. Όχι πολύ συχνά. Σπάνια.  

    Υ.Γ. Ευχαριστώ πολύ τον Πασχάλη για την τιμή που μου έκανε και το χρόνο που διέθεσε αλλά και για τη θερμή του στάση τόσο κατά τη διάρκεια όσο και μετά τη συνέντευξη. Οι φωτογραφίες προέρχονται από το προσωπικό του αρχείο.

    Συνέντευξη Πασχάλη. Από τους Olympians ως σήμερα!

    Συνέντευξη Πασχάλη. Από τους Olympians ως σήμερα!

    Συνέντευξη Πασχάλη. Από τους Olympians ως σήμερα!





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    Administrator
    #30110   /   03.02.2023, 22:55   /   Αναφορά
    Ωραίες ιστορίες και πάντα με θετική ενέργεια και ευαισθησία ο αγαπημένος Πασχάλης. Ευχαριστούμε Κωνσταντίνε.