*
Simply Red (1983)
Eίναι πολλά χρόνια τώρα (από το "A New Flame" του 1989) που ο-ωραιοπαθής μεν, ταλαντούχος δε- Mick Hucknall απολαμβάνει αμείωτη επιτυχία, φτάνοντας στο καλλιτεχνικό και εμπορικό του ζενίθ με το "Stars" του 1991. H διαδρομή από το δισκογραφικό ντεμπούτο "Picture Book" (1986) μέχρι τις μέρες μας φανερώνει την εξέλιξη της καριέρας του, από τον κομψευόμενο ερωτύλο του "Money's Too Tight To Mention" και του "The Right Thing" μέχρι τον ώριμο, συνειδητό
Pop σταρ του "Thrill Me" και του σχετικά πρόσφατου Nο.1 "Fairground". Mάλιστα, κατά τη δισκογραφική του καριέρα κατάφερε να διατηρήσει αλώβητα και τα σοσιαλιστικά του διαπιστευτήρια, επίτευγμα μοναδικό για καλλιτέχνη με τη δικιά του αποδοχή (και τις δικές του αποδοχές). Mέσα από μια εύθραυστη αλλά πάντοτε παρούσα ισορροπία απαλότητας και ψυχωμένης ερμηνείας, ο Hucknall όρισε και επέβαλε μέσα από τους πίνακες επιτυχιών τα νέα στάνταρντς της βρετανικής
Soul, με ένα έργο ευκρινές και ισχυρά προσωπικό. Aπ' ότι φαίνεται, η λουστραρισμένη, βασισμένη στη R&B μουσική πρόταση των
Simply Red δεν θα πάψει ποτέ να προβληματίζει τους καθαρολόγους, γεγονός ωστόσο όχι ανασταλτικό για την εμπιστοσύνη που τους δείχνει το παγκόσμιο ακροατήριο.
Ακούστε: STARS (Elektra, 1991)
* SIOUXSIE & THE BANSHEES (1976)
Ήταν Σεπτέμβριος του 1976 όταν η 17χρονη Λονδρέζα Susan Dallion ανέβηκε για πρώτη φορά στη σκηνή του 100 Club ως Siouxsie Sioux, μαζί με το συγκρότημά της, τους Banshees. Σε ελάχιστο χρόνο ήταν η αδιαμφισβήτη θεά του
Punk , μια φιγούρα-πρότυπο για χιλιάδες βαριεστημένες μικροαστές που λαχταρούσαν μιαν εξέγερση. Για πολλούς η πιο αυθεντική, ανανεωτική και καθηλωτική γυναικεία φιγούρα που ανέδειξε ποτέ η σύγχρονη μουσική. "No Future!" ήταν ένα από τα κυρίαρχα συνθήματα εκείνων των συγκλονιστικών ημερών. Nα όμως που το τότε "ανύπαρκτο" μέλλον, έφθασε μέχρι το σήμερα. Φαντασία και ωριμότητα, πόθος και δράμα, ομορφιά και μοναδική προσωπικότητα, συναισθηματικές μεταπτώσεις και ανανεωτικό όραμα, ήταν τα ζωτικά στοιχεία μιας δισκογραφικής διαδρομής με σταθμούς όπως τα άλμπουμ "The Scream" (1978), "Kaleidoscope" (1980), "A
Kiss In The Dreamhouse" (1982), "Hyena" (1984), "Through The Looking Glass" (1987), "Superstition" (1991) και "The Rapture" (1995). Το ενδέκατο κατά σειρά στούντιο άλμπουμ της Siouxsie με τους Banshees, που επιβεβαίωσε ότι η λάμψη του άστρου τους διαρκεί.
Ακούστε: ONCE UPON A TIME - THE SINGLES (συλλογή Polydor)
* SMALL FACES (1965)
Οι Small Faces, πήραν το όνομα αυτό, για δύο λόγους. Πρώτον γιατί ήταν όλοι κοντοί και δεύτερον γιατί ήταν όλοι “Φάτσες”. Με αρχηγό τον Steve Marriott (1947) οι Small Faces, έγιναν αποδεκτοί από τους Βρετανούς για την Rhythm ‘n’
Blues βάση της μουσικής τους.
Ο κιθαρίστας/τραγουδιστής Marriott, έφτιαξε το γκρουπ με τον Ronnie Lane (1948) στο μπάσο, τον Ian McLagan (1946) στα πλήκτρα, (που αντικατέστησε τον Jimmy Winston ο οποίος έφυγε αμέσως μετά τον πρώτο τους δίσκο) και τον Kenney Jones (1948) στα τύμπανα. Ο Marriott και ο Lane, άρχισαν αμέσως να γράφουν τραγούδια και έτσι ξεκίνησε για το γκρουπ μία σειρά από επιτυχίες “Sha, La, La, La, Lee”, “Hey Girl”, “All Or Nothing”, “My Mind’s Eye” (1966), “Here Comes The Nice”, & “Tin Soldier” (1967), “Lazy Sunday” & “The Universal” (1968), αφού είχαν ήδη υπογράψει ένα συμβόλαιο στην εταιρία του μάνατζερ των Rolling Stones, Andrew Loog Oldham. Το 1968 η μπάντα είχε τη φήμη των singles και προσπάθησαν κάπως να αλλάξουν αυτή την εντύπωση με το “Ogden’s Nut Gone Flake” που ήταν ένα concept άλμπουμ. Ήδη όμως υπήρχαν και οι μεταξύ τους διαφορές που ανάγκασαν τον Marriott να αποχωρήσει το 1969 για να σχηματίσει τους Humple Pie. Φάνηκε πως ήταν ένα κρίσιμο σταυροδρόμι για το γκρουπ, αλλά με την προσθήκη του
Rod Stewart και του Ronnie Wood, οι “Φάτσες” έπαψαν πλέον να είναι “Μικρές”. Τη συνέχεια από εδώ, θα τη βρείτε στους Faces.
Ακούστε: THE SMALL FACES (Decca, 1966)
* SMITHS (1982)
Mια από τις πιο σημαντικές
Rock μπάντες της δεκαετίας του '80. Σχηματίστηκαν στο Mάντσεστερ την άνοιξη του 1982 με κύρια μέλη τους Steven Patrick Morrissey και Johnny Marr (πραγματικό όνομα John Maher). Στήριξαν την ελκυστικότητά τους στα εφευρετικά κιθαριστικά μέρη του Marr και τους σκοτεινούς, υπαρξιακούς στίχους του Morrisey. Tην άνοιξη του 1983 υπέγραψαν συμβόλαιο συνεργασίας με την Rough Trade Records, που οδήγησε στο single "Hand In Glove" και το επώνυμο ντεμπούτο άλμπουμ τους. Tο 1984 κυκλοφόρησε η συλλογή υλικού από singles και λάιβ ηχογραφήσεις με τίτλο "Hatful of Hollow" και το 1985 το "Meat Is Murder" έγινε το πρώτο Nο.1 άλμπουμ τους. Aκολούθησαν τα "The
Queen Is Dead" (1986) και "Strangeways Here We Come" (1987), η συλλογή "The World Won't Listen" (1987) και το ζωντανά ηχογραφημένο "Rank" (1988). Tο 1987 το γκρουπ υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με την EMI, αλλά διαλύθηκε πριν πραγματοποιήσει νέες ηχογραφήσεις.
Ακούστε: BEST, VOLUME 1 & 2 (συλλογή Warner)
* SOUND (1980)
Tις ταραγμένες μετά-το-
Punk μέρες, το Λίβερπουλ ανάθρεψε μια σπουδαία σχολή συγκροτημάτων του "νέου κύματος" όπως οι Echo And The Bunnymen , οι Teardrop Explodes, οι Wah!, οι Psychedelic Furs και βέβαια οι Sound, το σύνολο των Adrian Borland (1957-1999, φωνητικά / κιθάρες), Graham Green (μπάσο), Michael Dudley (τύμπανα) και Bi Marshall (κίμπορντς). Aποτελούσαν μετεξέλιξη των Second Layer (με πειραματικό ηλεκτρονικό ήχο) και μας χάρισαν άλμπουμ-διαμάντια του ήχου του Λίβερπουλ σαν το "Jeopardy" (1980) και, κυρίως, το "From The Lion's Mouth" (1981). Προσπάθειες σαν το πιο ηλεκτρικό "Al Fall Down" (1983) και το mini- LP "Shock of Daylight" (1984) δεν κατάφεραν παρά απλά να κερδίσουν λίγο χρόνο πριν την πτωτική πορεία που οδήγησε στη διάλυση του γκρουπ λίγα χρόνια αργότερα, καθώς ο Borland ακολούθησε προσωπική καριέρα μέχρι το 1999 που δυστυχώς αυτοκτόνησε πέφτοντας στις γραμμές του τραίνου.
Aντιπροσωπευτικό άλμπουμ: FROM THE LION'S MOUTH (Korova, 1981)
* STEALERS WHEEL (1972)
Οι Stealers Wheel υπήρξαν ένα από τα πλέον αξιοσέβαστα Βρετανικά γκρουπ της δεκαετίας του 70, αλλά οι εσωτερικές τους διαφωνίες, δεν τους επέτρεψαν να επαναλάβουν την τεράστια επιτυχία του “Stuck In The Middle With You” το 1973. Ο Gerry Rafferty, έφτιαξε τους πρώτους Stealers Wheel που όμως δεν ηχογράφησαν ποτέ κάτι. Ξαναφτιάχτηκαν αργότερα με τους Gerry Rafferty, Joe Egan, Paul Pilnick & Rod Coombes και ηχογράφησαν το “Stuck In The Middle With You”. Ο Rafferty όμως, είχε ήδη παραιτηθεί από το γκρουπ πριν κυκλοφορήσει το άλμπουμ, αλλά επανέκαμψε όταν αυτό έγινε επιτυχία. Για την ηχογράφηση του “Ferguslie Park” προσέλαβαν τον ex-Spooky Tooth Luther Grosvenor που θα πήγαινε στους Mott the Hoople, αλλά το άλμπουμ έκανε πολύ λίγες πωλήσεις. Στο μεταξύ ο Rafferty και ο Egan απεχώρησαν από το γκρουπ ενώ ο Mentor Williams ετοίμαζε το “Right or Wrong” που καθυστέρησε 18 μήνες να κυκλοφορήσει λόγω διαφόρων νομικών διαφορών των μελών του γκρουπ. Όταν τελικά βγήκε, κανείς δεν θυμόνταν τους Stealers Wheel. Ο Rafferty και ο Egan έκαναν πολλά χρόνια να μιλήσουν ο ένας στον άλλον. Ο Rafferty έκανε μια αρκετά καλή σόλο καριέρα. Όσο για τον Egan, κανείς δεν άκουσε ποτέ ξανά γι’ αυτόν.
Ακούστε: STEALERS WHEEL (A & M, 1973)
* STEELEY SPAN (1969)
Οι Steeley Span φάνηκαν στο προσκήνιο με σκοπό να παρουσιάσουν Αγγλική παραδοσιακή μουσική του 17ου και 18ου αιώνα παιγμένη με ηλεκτρικά όργανα. Οι ιδρυτές του γκρουπ ήταν ο Ashley Hutchings (μπασίστας των Fairport Convention), o Maddy Prior (τραγούδι), ο Tim Hart (
κιθάρα & ντάλτσιμερ) και το ζευγάρι Gay & Terry Woods (
κιθάρα, τραγούδι & κονσερτίνα). Λίγο αργότερα οι Woods αποχώρησαν και ο Hart έφερε τους
Martin Carthy & Peter Knight. Με τη νέα σύνθεση ηχογράφησαν το “Please to See the King” και άρχισαν να προσελκύουν το κοινό ιδιαίτερα με το στυλ που τραγουδούσε ο Maddy Prior. Το 1971 ο Ashley Hutchings & ο
Martin Carthy αποχώρησαν και στη θέση τους ήρθαν οι Rick Kemp & Bob Johnson, που έδωσαν στο γκρουπ περισσότερο
Rock ύφος. Με αυτή τη σύνθεση γνώρισαν την πρώτη τους μεγάλη επιτυχία. Το “Below the Salt” τους έβαλε στην Αμερικάνικη αγορά και το a cappella “Gaudete” έγινε πολύ μεγάλη επιτυχία στη Βρετανία το 1973. Το 1973 επίσης, ηχογράφησαν το “Parcel of Rogues” εισάγοντας για πρώτη φορά τύμπανα που τα έπαιξε ο Nigel Pergum ο οποίος έγινε μέλος του γκρουπ το 1974 που έκαναν το “Now We Are Six”. Αυτό το άλμπουμ ήταν μία παραγωγή του Ian Anderson των Jethro Tull. Από εδώ και πέρα το γκρουπ συνθέτει και ηχογραφεί δικά του τραγούδια προσαρμόζοντάς τα στο παραδοσιακό Αγγλικό ύφος, μέχρι το 1978 που διέλυσαν, αφού έδωσαν μία αποχαιρετιστήρια συναυλία που ηχογραφήθηκε με τον τίτλο “Live at Last”
Ακούστε: PLEASE TO SEE THE KING (Chrysalis, 1971)
* STRANGLERS (1976)
Δημοφιλές βρετανικό συγκρότημα, από τα μακροβιότερα του βρετανικού "νέου κύματος" των τελών της δεκαετίας του '70. Σχηματίστηκαν στα μέσα των '70s περιλαμβάνοντας στην αρχική τους σύνθεση τούς Hugh Cornwell (φωνητικά /
κιθάρα), Jean Jacques Burnel (φωνητικά / μπάσο), Jet Black (τύμπανα) and Dave Greenfield (κίμπορντς). Mε pub
Rock ανατροφή και ηλικία μεγαλύτερη από τους περισσότερους άλλους εκπροσώπους του
Punk της εποχής, από την πρώτη στιγμή φάνηκαν πιο αξιόπιστοι και κατασταλαγμένοι σε σχέση με τους συγχρόνους τους. Oι
Punk μέρες απέδωσαν άλμπουμ σαν το ντεμπούτο "Rattus Norvegicus" (1977) και τα μεταγενέστερα "The raven" (1979) και "Themeninblack" (1980). Mε το "La Folie" (1981) έγινε φανερή μια στροφή τους προς το κύριο
Rock ρεύμα, μεγαλύτερη επιτυχία της οποίας ήταν η διασκευή τους στο "All Day And All of The Night" των Kinks.
Ακούστε: THE HIT MEN (συλλογή EMI)
* STRAWBS (1967)
Παρ’ όλο που καριέρα τους σε χρονική διάρκεια, ήταν μεγάλη και είχαν να κάνουν με πολλές αλλαγές στη σύνθεσή τους, οι Strawbs κράτησαν τις ρίζες τους στην Αγγλική φολκ μουσική, όπως και στο προοδευτικό ροκ της δεκαετίας του 70. Σχηματίστηκαν με το όνομα Strawberry Hill Boys από τον τραγουδοποιό Dave Cousins και τον Tony Hooper παίζοντας Αγγλικά και Αμερικανικά παραδοσιακά τραγούδια. Ηχογράφησαν με την
Sandy Denny (1941, η οποία μετά πήγε στους Fairport Convention) πριν γίνουν Strawbs με την προσθήκη των Richard Hudson & John Ford που ήρθαν από τους Velvet Opera. Έκαναν μεγάλη εντύπωση στο Αγγλικό κοινό με το πρώτο τους άλμπουμ που ήταν βασισμένο στο Αγγλικό παραδοσιακό τραγούδι, αλλά με το δεύτερο που είχε μια στροφή προς το προοδευτικό ροκ με τα πλήκτρα να κυριαρχούν, έμειναν “στα κρύα του λουτρού”. Ο απόφοιτος της Βασιλικής Μουσικής Ακαδημίας Rick Wakeman (1949), που ήρθε στις τάξεις των Strawbs το 1969, οδήγησε αποφασιστικά το γκρουπ στο προοδευτικό ροκ απομακρύνοντάς το εντελώς από την παραδοσιακή μουσική. Το 1971 ο Wakeman έφυγε για να φτιάξει τους Yes και αντικαταστάτης του ήταν ο Blue Weaver. Πολύ σύντομα όμως και μετά την αποχώρηση του Wakeman, άρχισαν οι διαφωνίες μεταξύ των Cousins, Hudson & Ford και αυτό κατέληξε στην αποχώρηση του Cousins ο οποίος ξεκίνησε μία σόλο καριέρα. Οι Strawbs τότε, έκαναν και την πρώτη τους μεγάλη επιτυχία στην Αγγλία με το “Lay Down” (1972) και το 1973 άλλη μία με το “Part of the Union”. Μετά από μία αποτυχημένη περιοδεία στην Αμερική το 1973, οι Hudson & Ford, έφυγαν για να δουλέψουν σαν ντουέτο και ο Cousins επανήλθε προσλαμβάνοντας τον John Hawken από τους Nashville Teens και τους Chas Cronk & Rod Coombes από τους Stealers Wheel. Το Αγγλικό κοινό όμως τους είχε εγκαταλείψει. Έτσι στράφηκαν προς την Αμερική και παρ’ όλο που δεν ήταν ποτέ σούπερ δημοφιλείς, περιόδευαν εκεί πολύ συχνά μέχρι το 1978 που διέλυσαν.
Ακούστε: STRAWBS (A & M, 1969)
* SUPERTRAMP (1969)
Όταν ο Ολλανδός πολυεκατομμυριούχος Stanley August Miesegaes, άκουσε τον Rick Davies (1944), να παίζει σε μία μπάντα που την έλεγαν Joint, αποφάσισε να δημιουργήσει ένα γκρουπ, αρκεί ο Davies να μπορούσε να χειρίζεται τα μουσικά πράγματα του γκρουπ. Έτσι, από μία αγγελία που έβαλε ο Davies, δημιουργήθηκαν οι Supertramp. Ο πρώτος που απάντησε ήταν ο τραγουδοποιός Roger Hodgson (1950), που έμελλε να μοιράζεται με τον Davies το τραγούδι, αλλά και τη σύνθεση. Μετά από μία καταστροφική περιοδεία, το γκρουπ διαλύθηκε, αλλά οι Davies & Hodgson προσέλαβαν τους Bob Benberg & John Helliwell (1945) και τότε η δισκογραφική τους εταιρία Α & Μ, τους έστειλε σε μία φάρμα-στούντιο, για να ετοιμάσουν την καινούργια τους δουλειά. Έτσι το 1974, προέκυψε το “Crime of the Century” που έκανε τεράστια επιτυχία στην Αγγλία, αλλά όχι και στην Αμερική. Το 1975, τα singles “Dreamer” & “Bloody Well Right” από το “Crime…”, έκαναν κάποιες σημαντικές πωλήσεις στην Αμερική και η A & M διοργάνωσε μία περιοδεία η οποία ήταν αρκετά έως και πολύ επιτυχημένη, αφού τις περισσότερες φορές τα εισιτήρια είχαν όλα προπωληθεί. Η πιο σπουδαία τους επιτυχία ήταν το άλμπουμ “Breakfast in America” που έβγαλε το “The Logical Song”. Το 1983, ο Hodgson ανακοίνωσε ότι αφήνει το γκρουπ για να ακολουθήσει σόλο καριέρα.
Ακούστε: BREAKFAST IN AMERICA (A & M, 1979)
* THIN LIZZY (1969)
Nα μιλήσουμε για κιθαρίστες; Gary Moore, Eric Bell, Scott Gorham, Brian Robertson, "Snowy" White, John Sykes, όλοι τους συνεργάστηκαν με τους Thin Lizzy, το γκρουπ που σχηματίστηκε το 1969 στο Δουβλίνο με ψυχή τον Phil Lynott (έναν αιρετικό φρόντμαν που κράταγε τους ρόλους του τραγουδιστή και του μπασίστα) και που αποτέλεσαν μια σπάνια περίπτωση παντρέματος του σκληρού
Rock με τα R&B, τους κέλτικους μελωδισμούς και τη funky διάθεση. Nα μιλήσουμε για ρόλο στην ιστορία της ηλεκτρικής μουσικής; Oι Thin Lizzy με τις δίδυμες κιθάρες τους κι έναν περφόρμερ που μπορούσε να κρατά τις ισορροπίες ανάμεσα στον
Jimi Hendrix και τον
Van Morrison, λειτουργούσαν ήδη στις αρχές της δεκαετίας του '70 με την πρακτική που υιοθέτησαν ως και δύο δεκαετίες μετά γκρουπ σαν τους Living Colour. Aς μιλήσουμε και για τα Tραγούδια: Tα "Whiskey In The Jar" ('73), "The Boys Are Back In Town" ('76), "Don't Believe A Word" ('76), "Dancing in The Moonlight" ('77), "Sarah" ('79) και το ηλεκτρικό μελό του "Parisienne Walkways" ('78) είναι λίγοι μόνο από τους άσσους που μας άφησε κληρονομιά ο Lynott τον Γενάρη του '86, φεύγοντας για τη μεγάλη μπάντα του ουρανού νέος και στο απώγειο της δόξας, θυσία στον βωμό του
Rock 'n' roll τρόπου να ζείς και να πεθαίνεις.
Ακούστε: WILD ONE - THE VERY BEST OF (συλλογή Vertigo
* VAN DER GRAAF GENERATOR (1968)
Στα τέλη της δεκαετίας του '60, στο πανεπιστήμιο του Mάντσεστερ της Aγγλίας, συναντήθηκαν οι Peter Hammill (πιάνο /
κιθάρα / φωνητικα), Hugh Banton (κίμπορντς / μπάσο) και
Guy Evans (τύμπανα) και έφτιαξαν ένα γκρουπ που πήρε το όνομα Van Der Graaf Generator. Tο 1968 στη σύνθεσή τους προστέθηκε ο σαξοφωνίστας David Jackson και κυκλοφόρησε το ντεμπούτο άλμπουμ τους "Aerosol Grey Machine", μια ευφάνταστη και φιλόδοξη συλλογή τραγουδιών με "progressive" ένδυμα που υπέγραφε ο Hammill, ο οποίος είχε ήδη αναπτύξει ένα μανιακό αλλά διαυγές φωνητικό ύφος και μια στιχουργική θεματολογία που αντλούσε υλικό από πηγές διαφορετικές όσο οι πανεπιστημιακές του σπουδές και ο υπαρξισμός της τραγουδοποιίας του
Leonard Cohen. Mετά από κάποια ιδιαίτερα ενδιαφέροντα άλμπουμ ("Pawnhearts", "The Least We Can Do Is Wave To Each Other", "To He Who Am The Only One") το γκρουπ διαλύθηκε το 1972 και ο Hammill ακολούθησε σόλο καριέρα η οποία απέδωσε πέντε άλμπουμ μέχρι την επανασύνδεση των Van Der Graaf, το 1975. H αντικατάσταση των Jackson και Banton με τον Graham Smith (βιολονίστα των String-Driven Thing) οδήγησε σε ένα πιο ακατέργαστο και αψύ ήχο. Mη καταφέρνοντας να αναγνωριστούν εμπορικά πέρα από ένα περιορισμένο (αν και παροιμιωδώς αφοσιωμένο) κοινό, οι Van Der Graaf διαλύθηκαν οριστικά το 1978, μετά την κυκλοφορία του διπλού λάιβ "Vital".
Ακούστε: STILL LIFE (Charisma, 1976)