ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Άλκης Κακαλιάγκος (Olympians): Δεν είχαμε ιδέα ότι γράφαμε ιστορία

    Ο πιανίστας και ιδρυτικό μέλος των Olympians, Άλκης Κακαλιάγκος, αποκαλύπτει την ιστορία γύρω από το συγκρότημα που λάτρεψε όλη η Ελλάδα!

    Άλκης Κακαλιάγκος (Olympians): Δεν είχαμε ιδέα ότι γράφαμε ιστορία

    Γράφει ο Κωνσταντίνος Παυλικιάνης (CHE)
    230 άρθρα στο MusicHeaven
    Κυριακή 26 Ιαν 2014

    Κύριε Καγκαλιάγκο, πώς ασχοληθήκατε με τη μουσική;
    Α.Κ. Είχα την τύχη να είχα γονείς που αγαπούσαν τη μουσική. Ο πατέρας μου ήταν ζωγράφος και έπαιζε και λίγο βιολί. Είχε σπουδάσει ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών και λίγο βιολί στο Εθνικό Ωδείο. Όταν ήμουν 8 χρονών με έστειλαν οι γονείς μου κι έκανα μαθήματα πιάνου. Συμπτωματικά εδώ στη Θεσσαλονίκη, ένα δρόμο πιο πάνω από μας, έμενε μία χήρα με δύο παιδιά, η οποία ήταν κάποτε παντρεμένη μ' έναν Γερμανό, και τη λέγανε Μπαχ. Ξεκίνησα εκεί να κάνω ιδιαίτερα μαθήματα και μάλιστα εκεί πήγαινα και μελετούσα γιατί εκείνα τα χρόνια ήταν δύσκολο ν' αγοράσεις πιάνο. Έκανα μαθήματα για τρία χρόνια και αυτή η δασκάλα μου, η κυρία Μπαχ, για να τα φέρει βόλτα, αφού εκείνα τα χρόνια δεν μπορούσε να έχει πολλούς μαθητές, έπαιζε πιάνο σ' ένα νυχτερινό κέντρο της εποχής, στην “Αρζεντίνα”. Πήγαινα και την έβλεπα εκεί, με τους γονείς μου βέβαια.

    Για ποια χρονιά μιλάμε τώρα;
    Ήτανε το 1951. Γεννήθηκα 5 Απριλίου του 1943 και ήμουν 8 ετών άρα ήτανε το 1951. Εν συνεχεία αγόρασε κι ο πατέρας μου ένα πιάνο στο σπίτι και επειδή προχώρησα αρκετά γρήγορα, πήγα μετά στο Κρατικό Ωδείο. Οπότε εκεί έκανα σπουδές, έφτασα όμως στα 17 μου χρόνια και ο πατέρας μου είπε “Κοίτα να δεις, δεν σου μαθαίνουμε μουσική για να γίνεις μουσικός. Οι μουσικοί ταλαιπωρούνται στη ζωή τους”. Στο Κρατικό είχα μόνο δύο συμμαθητές αγόρια και ο ένας έγινε τελικά γιατρός και ο άλλος διαφημιστής. Είχα και μπόλικες συμμαθήτριες που ήταν πλουσιοκόριτσα και μαθαίνανε και γαλλικά μαζί, και βρήκανε κι έναν καλό γαμπρό κ.λπ. Ουσιαστικά, οι σπουδές μου πάνω στο πιάνο ήταν αυτές.

    Και μετά τί έγινε;
    Πέρασα στο Πανεπιστήμιο, Γεωπονία, αλλά κι εκεί παρακολούθησα μέχρι το τρίτο έτος περίπου και ταυτόχρονα κάναμε τους Olympians. Αρχίσαμε να τρέχουμε οπότε το πανεπιστήμιο άρχισα να το παραμελώ.

    Άλκης Κακαλιάγκος (Olympians): Δεν είχαμε ιδέα ότι γράφαμε ιστορία

    Με τα υπόλοιπα μέλη των
    Olympians πώς γνωριστήκατε; Πως στήθηκε το συγκρότημα;
    Πριν τους Olympians μπερδεύτηκα και μ' άλλα συγκροτήματα εκείνης της εποχής. Ένα συγκρότημα ήταν οι Αμικάλ, μετά ήτανε οι Dreamers, και στο τέλος, πριν τους Olympians, ήταν οι Vips. Με τους Vips παίζαμε στην Κουίντα, στη Νέα Κρήνη. Ακριβώς απέναντι ήταν ένα μαγαζί, όπου παίζανε οι Brahms. Οι Brahms ήταν περίπου 7-8 άτομα. Οι τέσσερις απ' αυτούς μαζί με μένα φτιάξαμε τους Olympians. Οι Brahms είχαν ένα ρεύμα, είχαν κόσμο που τους αγαπούσε από παιδιά. Το συγκρότημα όπου έπαιζα εγώ ήμασταν σαν μία ορχήστρα, δεν είχαμε τον αέρα του συγκροτήματος. Ενώ αυτοί είχαν τον κιθαρίστα, τον Κούλη τον Καλογιαννίδη, ο οποίος έπαιζε ηλεκτρική κιθάρα πολύ μοντέρνα, γιατί είχε ακούσει 2-3 συγκροτήματα όπως οι Shadows, που παίζανε σόλο με κιθάρες, κι αυτός έμαθε κομμάτια τους και τα έπαιζε στην κιθάρα πολύ ωραία. Εγώ είχα πάει και τους είχα ακούσει. Πεταγόμουνα απέναντι γιατί μ' ενδιέφερε ο κιθαρίστας. Μου άρεσε γιατί όλοι οι κιθαρίστες παίζανε συγχορδίες στις κιθάρες, ακόρντα, και τραγουδούσανε κιόλας -ήτανε και της μόδας τα νοτιοαμερικάνικα- ενώ αυτός έπαιζε σόλα πάνω στην ηλεκτρική κιθάρα και μένα αυτό μ' εντυπωσίαζε. Φτάνουμε τέλη Αυγούστου, αρχές Σεπτεμβρίου του 1965. Οι Brahms δεν είχανε πιανίστα κι εγώ είχα ένα είδος σαν αρμόνιο. Είχα μία σειρά επαφών που έβαζα κάτω από τα πλήκτρα του πιάνου, συνδεόταν μ' έναν ενισχυτή κι όποτε το άναβα αυτό να λειτουργεί, παίζοντας μαλακά τα πλήκτρα του πιάνου, δεν ακουγόταν ο ήχος του πιάνου αλλά έβγαζε έναν ήχο αρμόνιου. Μπορούσε και μετέτρεπε ένα κλασικό πιάνο σε αρμόνιο. Τότε έπαιζα και το “Baby Elephant Walk” (σ.σ. του Henry Mancini) κι έρχονται μία μέρα οι Brahms. Ήταν ένα παιδί λίγο μεγαλύτερος κατά 2-3 χρόνια, ο Πάρης ο Μωραϊτόπουλος, ο οποίος ήθελε να παίξει μπάσο μαζί τους, είχε αγοράσει και μπάσο, ήταν και πλουσιόπαιδο και ομορφόπαιδο και τους αγαπούσε πολύ και τους στήριζε, και το πρώτο μπάσο που έπαιξε ο Πασχάλης -γιατί ο Πασχάλης όταν ξεκίνησε έπαιζε μπάσο και τραγουδούσε- ήταν το δικό του μπάσο που του το 'κανε δώρο. Από κει και πέρα το έπαιζε και σαν μάνατζερ των Brahms, και ένα βράδυ καθώς τελείωνε η σαιζόν που έπαιζα με τους Vips απέναντι στην Κουίντα, ο Πάρης ο Μωραϊτόπουλος μαζί με τον Κούλη τον Καλογιαννίδη, τον κιθαρίστα, ήρθαν και μου είπαν “να τα πούμε λίγο”. Λέω “ναι” και μου λένε “κοίτα να δεις, δεν έχουμε άνθρωπο να παίζει πιάνο. Αν έρθεις κι εσύ σε μας, θα σκίσουμε”. Έτσι ακριβώς. Θαρρείς και έβλεπε στο μέλλον. Λέω “καλά, να έρθω, αλλά είστε πολλοί ρε γαμώτο”. Τέλος πάντων, αυτοί είχανε και δουλειά. Λίγο πιο κάτω από την Κουίντα, εκεί που είναι σήμερα μία κλινική του Ι.Κ.Α., ήταν ένα τεράστιο μαγαζί, η «Χαβάη», που είχε 3-4 διαφορετικά επίπεδα. Επάνω υπήρχε ένα κτίσμα για το χειμώνα και το καλοκαίρι όλος αυτός ο τεράστιος χώρος στα διάφορα επίπεδα, που είχαν δέντρα, λουλούδια κ.λπ., γέμιζε από κόσμο. Τη «Χαβάη» την πήρε ένας καινούργιος επιχειρηματίας, ο Τάκης ο Κανίδης, κι εκεί ξεκινήσαμε να παίζουμε οι τέσσερις από τους Brahms κι εγώ μαζί, που αποτελέσαμε τους Olympians. Και τα δύο προηγούμενα συγκροτήματα, οι Brahms και οι Vips, πηγαίνανε για διάλυση. Άλλωστε και για πρακτικούς λόγους δεν μπορούσαν να παίζουν 8-10 άτομα. Θυμάμαι τον τραγουδιστή τους που τον αποκαλούσαμε Αγκαρινό, γιατί δεν ήξερε αγγλικά και όταν τραγουδούσε έλεγε “α γκαρ ι νο / α γκαρ ι νο” (γέλια). Τότε οι πιο πολλοί που τραγουδούσαν στ' αγγλικά λέγανε ό,τι θέλανε. Δεν ξέρανε όλοι καλά αγγλικά. Κι αυτός έλεγε μόνο “α γκαρ ι νο” γι' αυτό και τον φωνάζανε όλοι Αγκαρινό. Τόσο που ξεχάσαμε και τ' όνομά του! (γέλια). Το 1965, λοιπόν, αρχίσαμε να παίζουμε στη «Χαβάη» και να έρχεται πολύς κόσμος.

    Και το όνομα Olympians πώς προέκυψε;
    Εμένα μ' ενοχλούσε το όνομα Brahms. Κανονικά, αφού ήτανε πιο πολλοί, θα 'πρεπε να λεγόμασταν Brahms. Όμως ένα γκρουπ μοντέρνας μουσικής να το λένε... Brahms, μου φαινότανε στραβό. Αρχίσαμε και παίζαμε στη «Χαβάη» χωρίς όνομα, αλλά ερχότανε πολύς κόσμος. Οι Brahms είχαν ήδη πολύ ρεύμα που τους ακολουθούσε. Όταν παίζαμε, κάναμε και κάποια... ας πούμε εφέ. Δηλαδή, όπως καθόμουνα στο αρμόνιο, στην πλάτη μου από πίσω ήταν ο τοίχος που είχε τους διακόπτες με τα φώτα του πάλκου, της πίστας, κάτι πράσινα, κόκκινα, κίτρινα κ.λπ. -βέβαια τότε τα κλαμπ της μόδας ήταν στο μισοσκόταδο κι έπρεπε να έχεις βλέμμα αετού για να μην τρακάρεις- κι όπως έπαιζα στο αρμόνιο έβαζα το αριστερό μου χέρι από πίσω και αναβόσβηνα τους διακόπτες. Τότε το πρώτο μου αρμόνιο ήταν ένα Farfiza έπιπλο, το οποίο το πήραμε από την Αθήνα εγώ κι ο Νίκος ο Ελληναίος σε μία... περιπέτεια. Για να μπορεί το αρμόνιο να βγάζει βάθος στον ήχο, υπήρχε μέσα ένα μεταλλικό κουτάκι εντός του οποίου αιωρείτο ένα σύρμα σαν σπιράλ. Άμα όμως κουνούσες το αρμόνιο, αυτό το σπιράλ έβγαζε κάτι θορύβους μπαμ και μπουμ, λες και πέφταν κεραυνοί. Οπότε εγώ τι έκανα. Έτσι όπως έπαιζα, μία μέρα σβήνω όλα τα φώτα, δίνω μια κλωτσιά στο αρμόνιο κι αυτό άρχισε να κάνει μπουμπουνητά κι αρχίζω να αναβοσβήνω τα φώτα σαν αστραπές. Ο Πασχάλης παίρνει το εξωτερικό περιτύλιγμα από το πακέτο των τσιγάρων κι αρχίζει να το τρίβει μπροστά στο μικρόφωνο. Κι έτσι ακουγόταν σαν να πέφτει βροχή. Δηλαδή είχαμε βροντές, είχαμε αστραπές κι είχαμε και βροχή. Για εκείνη την εποχή ήτανε φοβερό. Μείνανε όλοι κάγκελο. Κι επειδή ερχόταν πολύς κόσμος, έπρεπε να βρούμε ένα όνομα για να μπει στην ταμπέλα. Πάνω εκεί ο Νίκος Ελληναίος είπε:
    - Olympians. Τί άλλο; Έχουμε Δία τον Κακαλιάγκο, που πετάει τους κεραυνούς, κι έχουμε και Απόλλωνα τον Πασχάλη, που είναι ο ωραίος. Οπότε είστε οι Ολύμπιοι Θεοί!

    Ε, και με την ξενομανία της εποχής, αντί να πούμε “Οι Ολύμπιοι” είπαμε “Olympians”. Εκείνη την εποχή κανείς δεν μπορούσε να πει το συγκρότημα “Τα Παιδιά της Πάτρας”. Κανένα συγκρότημα δεν έγραφε με ελληνικούς στίχους. Το έβρισκαν ακατανόητο κάτι τέτοιο. Αρκεί να σκεφτείς ότι οι Forminx είχανε πάει στην Ελλαδίσκ για να ηχογραφήσουνε δίσκο και χάλασε η δουλειά λόγω αυτού του ζητήματος. Και δεν βγάλανε ποτέ τραγούδι που να τραγουδάει ο Παπασταμάτης με ελληνικά λόγια. Ο Παπασταμάτης όλη του τη ζωή, ενώ είχε μία φωνή τρομακτικά όμορφη -χτυπούσε και Frank Sinatra, πως να στο πω!- την αδίκησε που δεν τραγούδησε ελληνικά. Θα μπορούσε να δημιουργήσει μία νέα κατάσταση.

    Όταν, λοιπόν, ξεκινήσατε σαν Olympians ποιοί αποτελούσαν το συγκρότημα;
    Ο Πασχάλης τραγουδούσε κι έπαιζε ηλεκτρικό μπάσο, ο Κούλης Καλογιαννίδης έπαιζε κιθάρα, ο Βαγγέλης Κουτσοτόλης -γνωστός και ως Σπόρος- σαξόφωνο, ο Δημήτρης Λαζαρίδης (Τζακ) drums κι εγώ αρμόνιο και πιάνο. Πιάνο βέβαια δεν είχαμε στις ζωντανές εμφανίσεις. Το πιάνο το βάζαμε στο στούντιο και πολύ αργότερα το χρησιμοποιούσα κι έξω. Το γκρουπ όπως κατάλαβες το φτιάξαμε το Σεπτέμβριο του 1965. Μάλιστα ο Πασχάλης αναφέρει και μία ημερομηνία, 2 Οκτωβρίου, ότι τότε παίξαμε για πρώτη φορά στη “Χαβάη”. Με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι έχουμε τα γενέθλιά μας, συγχαρητήρια κ.λπ. Εγώ θυμάμαι ότι στη “Χαβάη” πήγαμε και κάναμε πρόβες ένα διάστημα, και παίζαμε το “Αστέρι του Βοριά”, το οποίο μας άρεσε πάρα πολύ και ήταν και το πρώτο τραγούδι που κάναμε πρόβα, ο Κούλης έπαιζε κομμάτια των Shadows, ο Πασχάλης τραγουδούσε το “Lucille” κ.α., και θυμάμαι ότι παίξαμε μόνο ένα Σάββατο έξω, στο θερινό, γιατί αμέσως ο καιρός χάλασε και μπήκαμε στο χειμερινό. Και φανταζόμουνα ότι δεν μπορεί να ήταν αρχές Οκτωβρίου. Πρέπει να ήτανε προς τα τέλη Σεπτεμβρίου, κάπου εκεί. Δεν ξέρω, είχα αυτή την εντύπωση, δεν είμαι σίγουρος. Ο Πασχάλης επιμένει ότι το Σεπτέμβρη εκείνο είχε καλό καιρό, που κράτησε μέχρι τις αρχές του Οκτώβρη. Μπορεί να 'χει δίκιο, δεν ξέρω.

    Ο “Τρόπος” (1966) ήταν το πρώτο σας τραγούδι που κυκλοφόρησε σε δίσκο 45 στροφών.
    Το τραγούδι αυτό ήταν μία ιδέα του Πασχάλη και το παίζανε οι Brahms και συνεχίσαμε να το παίζουμε κι εμείς, σαν Olympians, στη “Χαβάη”. Ο κόσμος που ερχόταν εκεί το ζητούσε και μου έκανε πολύ εντύπωση. Τότε το μαγαζί έκανε και μουσικά πρωινά, παίζαμε δηλαδή το πρωί για τα πιτσιρίκια. Και μία μέρα βλέπω έναν τύπο, τον Γιώργο Κοντόπουλο -σήμερα έχει ένα ραδιοφωνικό σταθμό εδώ στη Θεσσαλονίκη, τον City International στους 106,1- που τότε είχε μία εκπομπή στον αμερικάνικο σταθμό και παρουσίαζε μουσικά προγράμματα. Τον είδα, λοιπόν, που έστηνε μικρόφωνα, ένα μαγνητόφωνο που για τα δεδομένα εκείνης της εποχής φαινόταν εξωπραγματικό, με δύο ηχεία στερεοφωνικά, μεγάλες μπομπίνες να γυρίζουνε κ.λπ., η τελευταία λέξη της τεχνολογίας, και τον ρώτησα:
    - Με συγχωρείτε, τί κάνετε εδώ;
    - Αν δεν έχετε αντίρρηση, ήρθαμε να σας ηχογραφήσουμε. Επιτρέπετε; Θα σας μεταδώσω από τη “Φωνή της Αμερικής”.
    - Ευχαρίστως. Γιατί όχι;

    Και πραγματικά, ηχογράφησε όλο το ρεπερτόριο και μέσα σ' αυτό είχαμε παίξει και τον “Τρόπο”. Δυστυχώς αυτή η ταινία χάθηκε με το σεισμό του 1978. Ήταν μία ηχογράφηση πάρα πολύ καλή. Εντυπωσιακή. Θυμάμαι ότι την άκουσα κι ένιωσα καλύτερα απ' ό,τι την άκουγα στην πράξη. Ενθουσιάστηκα. Αυτός έκανε την εκπομπή του και, ξαφνικά, μας άκουσε όλη η Ευρώπη. Μία μέρα συνάντησα τον Άλκη Στέα, με τον οποίο είχαμε γνωριστεί από τον καιρό που έπαιζα στους Dreamers, και του είπα ότι παίζω σε άλλο γκρουπ και ότι μας ηχογράφησαν. Και μου είπε:
    - Α, ελάτε να σας κάνω μία εκπομπή!

    Τότε παρουσίαζε μία εκπομπή στην ΕΡΤ. Πήγαμε, λοιπόν, στην εκπομπή του, μας παρουσίασε έναν-έναν κι έβαζε κι ένα τραγούδι τη φορά. Αυτή την εκπομπή την άκουσε ο Γιάννης Σωκρατίδης, νέος τότε, είχε έρθει από την Αθήνα και ανέλαβε το υποκατάστημα της Ελλαδίσκ στη Θεσσαλονίκη. Δεν ήτανε δηλαδή παραγωγός αλλά σαν εμπορικός αντιπρόσωπος. Αλλά ήτανε άνθρωπος δραστήριος, έξυπνος και ήθελε κάτι περισσότερο για την εταιρεία του. Ακούει την εκπομπή και έρχεται και μας βρίσκει στη “Χαβάη”. Μιλάει με μένα, γιατί εγώ ήμουν ο μεγαλύτερος, και λέει:
    - Σας άκουσα και μου αρέσετε. Μου άρεσε και το δικό σας τραγούδι, ο “Τρόπος”. Θέλετε να το ηχογραφήσουμε;

    Εγώ τί θα πω; Θα πω “όχι”; Λέω “Ναι, ναι!”, το λέω και στα παιδιά και ενθουσιάζονται όλοι. Και μας λέει ο Σωκρατίδης:
    - Θα σας πω εγώ πότε να κατεβείτε στην Αθήνα.

    Κάτω στην Ελλαδίσκ στην Αθήνα, παραγωγός ήταν ο Γιώργος Ράλλης. Αυτός ήταν ο πρώτος παραγωγός της Μαρινέλλας...

    Ο Γιώργος ο Ράλλης που λέτε, ήταν ο σύζυγος της Σέβης Τηλιακού που σας έγραψε τους στίχους στο “Κορίτσι του Μάη”.
    Άντε ρε! Αυτό πρώτη φορά το ακούω! Η Σέβη Τηλιακού ήταν η σύζυγος του Ράλλη; Κοίτα να δεις! (...) Και που λες, περιμέναμε εμείς πότε θα έρθει ο Ράλλης στη Θεσσαλονίκη, καθυστερούσε, μας έπιασε και μία στεναχώρια, και κάποια στιγμή ο Σωκρατίδης μας λέει:
    - Παιδιά θα πάτε κάτω στην Αθήνα με δικά σας έξοδα.
    - Να πάμε, εντάξει.

    Τότε στη Θεσσαλονίκη υπήρχαν τα κανονικά τα ταξί, αλλά υπήρχαν και οι πειρατές. Δηλαδή παιδιά που είχαν αυτοκίνητο αλλά θέλανε να βγάλουνε και κανά μεροκάματο. Ερχόντουσαν και στη “Χαβάη” γιατί τα μεσάνυχτα σταματούσαν τα λεωφορεία και δύσκολα έβρισκες ταξί. Ήταν ένας τύπος που ερχότανε και έπαιρνε κόσμο από τη “Χαβάη” και τον είχαμε ονομάσει “Λαφίτ, ο πειρατής”. Ζει ακόμα εδώ στη Θεσσαλονίκη αλλά έχω ξεχάσει τ' όνομά του. Συναντάω το γιο του και τον ρωτάω “Τί κάνει ο πατέρας σου ο πειρατής; Χαιρετίσματα στον Λαφίτ”. Τότε ήτανε μία ταινία “Λαφίτ, ο Πειρατής” (σ.σ. ελληνικός τίτλος της ταινίας “The Buccaneer” του 1958) κι από κει πήραμε το όνομα. Συνεννοούμαστε, λοιπόν, με τον Λαφίτ τον πειρατή, φορτώνουμε τα όργανα επάνω και μπαίνουμε και οι πέντε μέσα κι αυτός μαζί έξι μέσα σ' ένα αυτοκίνητο... Μπούγιο. Τι να σου πω. Σαν τσιγγάνοι ήμασταν. Φεύγουμε από δω και φτάνουμε στην Αθήνα άγρια μεσάνυχτα. Ερημιά στο δρόμο. Ούτε ένα αυτοκίνητο δεν είδαμε να ανεβαίνει ή να κατεβαίνει. Εμείς κατεβαίναμε στην Αθήνα και νιώθαμε μία χαρά. Εγώ είχα κατέβει ήδη μία φορά με τη χορωδία του πανεπιστημίου και είχαμε δώσει συναυλία στο Ηρώδειο. Για μένα ήτανε η δεύτερη φορά που κατέβαινα στην Αθήνα και για τους άλλους ήταν η πρώτη. Κάπου μια που φτάσαμε στην Αθήνα, μια που θα ηχογραφούσαμε, αρχίσαμε να τρέχουμε στους δρόμους, είχε κι ο Λαφίτ τα ίδια μυαλά με μας -παιδί της ηλικίας μας ήταν- και μας σταματάει ένας τροχονόμος γιατί εμείς ούτε που ξέραμε τους δρόμους και τότε είχαν γίνει στην Αθήνα και οι πρώτοι μονόδρομοι και ο Λαφίτ όπου ήθελε έμπαινε.

    Και τώρα έτσι πάνε, δεν έχει αλλάξει τίποτα!
    (γέλια) Κλείσαμε ένα καινούργιο ξενοδοχείο στην πλατεία Βάθης, το οποίο το είχα δει σε διαφήμιση στην εφημερίδα “Μακεδονία”, κοιμηθήκαμε και την άλλη μέρα πήγαμε στην εταιρεία. Εκεί δεν μας δώσανε και πολύ σημασία. Απ' ό,τι κατάλαβα, πιο πολύ το κάνανε ως χάρη στον Σωκρατίδη, γιατί ο Σωκρατίδης επέμενε να ηχογραφήσουμε. Σ' ένα δρόμο κάθετο στην Πατησίων, υπήρχε ένα αδιέξοδο και στο βάθος ήταν το στούντιο του Σήφη. Όταν ήρθε η ώρα να ηχογραφήσουμε τον “Τρόπο”, ήτανε Χριστούγεννα του 1965, παρουσιαστήκανε αμέσως δύο θέματα. Το ένα θέμα το έθεσε ο ίδιος ο Πασχάλης, που έγραψε και το τραγούδι. Μου είπε ότι είχε και αγγλικούς στίχους και ήταν προβληματισμένος γιατί πίστευε ότι αυτή η μουσική δεν πάει με ελληνικούς στίχους. Εγώ του είπα:
    - Όχι ρε Πασχάλη. Πρέπει να το πούμε στα ελληνικά. Αφού στα ελληνικά το λέγαμε και ο κόσμος το ζητάει και ευχαριστιέται που τ' ακούει. Γιατί να το πούμε στ' αγγλικά;

    Τότε υπήρχε σνομπισμός που ήταν πολύ διάχυτος μέσα στα ελληνικά συγκροτήματα της εποχής εκείνης. Είχανε όλοι μία ξενομανία, για την οποία μας κατηγόρησαν μετά πολλοί και εξακολουθούν ακόμη και σήμερα με πρωτεργάτη τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον στιχουργό. Τέλος πάντων, του είπα του Πασχάλη ότι όταν παίζεις ένα τραγούδι στα ελληνικά και όλοι το τραγουδάνε και το χορεύουνε, θέλει μεγάλη εξυπνάδα για να καταλάβεις ότι έτσι θα το ηχογραφήσεις; Όπως έγινε με τους Θεσσαλονικείς, έτσι θα γίνει και με τους Αθηναίους ή με τους Κρητικούς. Το τραγούδι είχε ήδη μέσα του το σπόρο της επιτυχίας. Άλλωστε και οι ελληνικοί στίχοι πάλι του Πασχάλη ήτανε. Και το παίξαμε μετά όλοι μαζί. Στα συγκροτήματα δεν δουλεύαμε με μαέστρο και μουσικούς. Ο καθένας μας έβγαζε κάτι από τη ψυχή του. Δηλαδή ήταν ομαδική δουλειά. Και το δεύτερο θέμα που έτυχε, και αμέσως τότε το θυμηθήκαμε, ήταν ότι έπρεπε να βάλουμε κι ένα τραγούδι από την άλλη μεριά του δίσκου! (γέλια).

    Και δεν είχατε άλλο τραγούδι;
    Όχι, δεν είχαμε. Και έβγαλα ένα τραγούδι μέσα σε τρία λεπτά. Το “Συμπόσιο”. Έκανα μερικά ακορντάκια, έκανε κι ο Κούλης ένα σόλο με τη φαντασία του πάνω στα ακόρντα και τελικά κάναμε το “Συμπόσιο”, το οποίο άρεσε. Μέχρι σήμερα αυτοί που ασχολούνται με τη μουσική garage το θεωρούνε για την Ελλάδα ότι αυτό ήταν το ξεκίνημα της garage στη χώρα μας. Τότε ούτε ξέραμε εμείς... Κι ήδη το ηχογράφησε και άλλο συγκρότημα από τη Θεσσαλονίκη (σ.σ. εννοεί τους Frantic Five) και το κάνανε ωραίο. Το έχουνε βάλει και στο YouTube, το κάνανε σαν θρίλερ, με νεκρούς που βγαίνουνε από τάφους κ.λπ.

    Εκεί που ήμασταν στη “Χαβάη”, στη Νέα Κρήνη, κάναμε πρόβες συνέχεια. Ήμασταν όλη μέρα εκεί. Ξημεροβραδιαζόμασταν σχεδόν. Μόλις πεινούσαμε, μεσημέρι ή βραδάκι, πηγαίναμε σε κάτι ψαροταβέρνες και κάναμε καλαμπούρι. Αφού μας ονομάσανε Olympians και ήμασταν οι Ολύμπιοι, λέγαμε ότι πάμε για “συμπόσιο”. Οπότε όταν ετοίμασα αυτό το instrumental κομμάτι που έκανα στο τσάκα-τσάκα για να μπει πίσω από τον “Τρόπο”, και σκεφτόμασταν πώς να το βαφτίσουμε, πάνω στην πλάκα είπαμε να το πούμε “Συμπόσιο”. Έτσι σταματούσε κάποια στιγμή η μουσική και ο Πασχάλης φώναζε “Συμπόσιοοοο”. Κάναμε και πλάκα, κατάλαβες; (γέλια). Τελειώνουμε την ηχογράφηση, πάω στον Ράλλη, ο οποίος ήταν και ωραίος τύπος και είχε και μια κεφάλα τόση, και τον ρώτησα:
    - Τι λέτε κύριε Ράλλη, θα κάνει τίποτα ο «Τρόπος»;
    - Τι να σου πω ρε παιδάκι μου. Ξέρω εγώ; Θα δούμε. Αυτό το τραγούδι, λίγο μυστήριο μου φαίνεται. Σαν τρένο πάει! Άμα πουλήσουμε 200 κομμάτια θα είμαστε ευχαριστημένοι.

    Με το που κυκλοφορεί, γίνεται χαμός εδώ πάνω γιατί υπήρχε η μαγιά όλων αυτών που ερχόντουσαν στη «Χαβάη». Ο Σωκρατίδης είχε τρελαθεί. Ξαφνικά οι «μετοχές» του στην εταιρεία ανεβήκανε πάρα πολύ. Τον πρώτο χρόνο, ο «Τρόπος» πούλησε 100.000 κομμάτια! Πιστεύω πως ό,τι πούλησαν οι Olympians δεν πρέπει να πούλησαν όλα τα άλλα συγκροτήματα μαζί. Έχουμε πουλήσει στη Γερμανία, Αμερική, Αυστραλία, γενικά όπου υπάρχουνε Έλληνες γίνανε πωλήσεις όχι αστεία. Το τραγούδι το παίζανε μέχρι και αρκουδιάρηδες.

    Συγνώμη (1966, μουσική: Άλκης Κακαλιάγκος, στίχοι: Νίκος Ελληναίος)
    Μόλις πέρασε ένας-δυο μήνες, και βλέποντας το χαμό που γινότανε, μας φωνάξανε να ηχογραφήσουμε. Τότε μας πληρώσανε τα αεροπορικά εισιτήρια, μας κλείσανε τα ξενοδοχεία, ούτε Λαφίτ ο Πειρατής ούτε τίποτα (γέλια). Και αναρωτιόμασταν «και τώρα τι θα ηχογραφήσουμε;». Και τότε θυμήθηκα τη «Συγνώμη». Το τραγούδι αυτό το είχα γράψει το 1965 και ήταν το πρώτο τραγούδι που έγραψα στη ζωή μου. Τότε ακόμα δεν υπήρχαν οι Olympians. Μου άρεσε πάρα πολύ η βρετανική σκηνή της Rock αλλά μου άρεσε πολύ και η ιταλική μουσική και τα slow. Άκουγα τα ιταλικά τραγούδια όπως τα παίζανε οι Forminx, οι οποίοι τα παίζανε πάρα πολύ ωραία. Ήμουνα επηρεασμένος από την ιταλική μουσική και γι’ αυτό το τραγούδι έχει ένα παρόμοιο ύφος. Ούτε που σκόπευα να κάνω τη δουλειά του συνθέτη. Απλά είχα έμπνευση. Κι όπως ήμασταν στο πατρικό μου σπίτι με τον Ελληναίο, του έπαιξα το τραγούδι, ενθουσιάστηκε και αμέσως άρχισε να γράφει τους στίχους. Το στείλαμε στο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού με ερμηνευτή τον Ελληναίο και απέτυχε. Δεν μπήκε ούτε στα 20 τελικά. Δηλαδή το απέρριψε η Επιτροπή. Μετά από έξι μήνες περίπου, και αφού εν τω μεταξύ έγιναν οι Olympians, είπαμε να το ηχογραφήσουμε σαν Olympians με ερμηνευτή τον Πασχάλη. Το ηχογραφήσαμε στο Κολούμπια και έκανε αυτή την πορεία που έκανε. Το «Συγνώμη» ήταν και πιο «εγκεφαλικό» κομμάτι. Είχε πιο πολλή πλοκή μέσα και έδειχνε μία ωρίμανση. Ο Ράλλης είχε ενθουσιαστεί με το «Συγνώμη». Είχε τρελαθεί. Αφού μου είπε να κατέβω κάτω για να γράφω μουσική για ταινίες. Έπρεπε να πάω τότε. Αλλά δεν είχα στο μυαλό μου να κάνω καριέρα μουσικού ή συνθέτη.

    Και τι είχατε στο μυαλό σας;
    Τίποτε δεν είχα στο μυαλό μου! Απολάμβανα τη ζωή! (γέλια) Ο πατέρας μου έλεγε να ασχοληθώ με τη μουσική μόνο για να ευχαριστήσω τον εαυτό μου και όχι για να ζήσω απ’ αυτήν. Γενικά εκείνα τα χρόνια πολύς κόσμος δεν είχε καλή γνώμη για τους μουσικούς. Όταν πήγα για γαμπρός στο χωριό της πεθεράς μου, η γυναίκα μου δεν με σύστησε ως μέλος των Olympians αλλά ως φοιτητή γεωπονίας. Και να φανταστείς ότι ήμασταν φίρμες, όχι αρκουδιάρηδες.

    «Σχολείο» (1966)
    Αυτό είναι λαϊκό αμερικάνικο παραδοσιακό τραγούδι. Ο πρώτος που το τραγούδησε ήταν ο Trini Lopez. Τους ελληνικούς στίχους τους έγραψε ο Πασχάλης. Αυτός μας το παρουσίασε το τραγούδι. Όταν το ηχογραφούσαμε στο Κολούμπια, περίμενε απ' έξω ο Ζαμπέτας. Και κάποια στιγμή μάς είπε “Άντε τελειώνετε ρε!”. Μπροστά σ' εμάς που ήμασταν φλώροι, νεαροί και γιεγιέδες, ο Ζαμπέτας ήταν βαρύμαγκας (γέλια).

    Το “Σχολείο” γνώρισε και μία Rap διασκευή από τους Goin' Through. Πώς σας φάνηκε;
    Εμένα μ' αρέσει αυτό το πράγμα. Πιστεύω ότι οι νέοι δεν κάνει να αντιγράφουν τους παλιούς όπως ήτανε. Όπως κι εμείς οι παλιοί δεν πρέπει να αντιγράφουμε τον παλιό μας εαυτό. Τα πράγματα εξελίσσονται, πρέπει να ψαχνόμαστε όλοι. Ανεξαρτήτως αν βγαίνει κάτι εντυπωσιακό, κάτι καλό ή κάτι καλύτερο, και μόνο η προσπάθεια να δώσεις ένα άλλο ύφος, έναν άλλον αέρα, είναι πολύ σημαντικό γιατί μπορεί να βγει η σημερινή αισθητική πάνω στη μουσική και στα τραγούδια. Πάντα ήμουνα υπέρ των διασκευών. Το δέχομαι να γίνεται. Δεν με πειράζει. Τουλάχιστον εγώ προσωπικά το χαίρομαι, μ' αρέσει-δεν μ' αρέσει.

    Άλκης Κακαλιάγκος (Olympians): Δεν είχαμε ιδέα ότι γράφαμε ιστορία

    Το 1967 ο Νίκος Παπάζογλου έγινε μέλος των
    Olympians. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία;
    Μέσα στο 1966 είμαστε ήδη πολύ γνωστοί. Γίνεται χαμός. Φτάνουμε όμως στα τέλη του 1966 και φεύγει ο Πασχάλης φαντάρος στην αεροπορία. Και ξαφνικά μείναμε από τραγουδιστή και από μπασίστα. Πάνω κει είδαμε πολλούς νεαρούς μουσικούς, μεταξύ των οποίων ήταν ο Βασίλης Παπαβασιλείου και ο Νίκος Παπάζογλου. Και οι δύο ήταν ταλέντα και τους πήραμε. Ο Νίκος Παπάζογλου είχε μία φωνή καθάρια, καταπληκτική, και τότε δεν ήθελε να τραγουδάει ελληνικό στίχο. Ας είναι καλά ο Σαββόπουλος που τον κατάφερε και τον έπεισε.

    Τι ήθελε να τραγουδάει δηλαδή;
    Ο Νίκος ήταν ερωτευμένος με τους Rolling Stones. Ήτανε σκληρός ροκάς. Δεν τον τραβούσε αυτό το ρομαντικό των Olympians. Και τα shake των Olympians δεν ήταν άγρια. Αυτός ήτανε πιο… ροκ, ας το πω έτσι. Οπότε φτιάξαμε ένα ρεπερτόριο με το Νίκο πολύ καλό. Έχω και ηχογραφήσεις. Ο Νίκος τραγουδούσε πάρα πολύ ωραία τα κομμάτια των Rolling Stones και γενικά από αγγλικά groups. Έλεγε και το «Summer In The City», δεν ξέρω αν το θυμάσαι, ένα παλιό αμερικάνικο…

    Των Lovin’ Spoonful;
    Ναι, των Lovin’ Spoonful! Προσπαθούσα να θυμηθώ το όνομα. Ο Νίκος το έλεγε πολύ ωραία, το έσκιζε. Ο Βασίλης ο Παπαβασιλείου ανέλαβε να τραγουδήσει τα ελληνικά τραγούδια μας και ταυτοχρόνως έπαιζε και μπάσο, αλλά τραγουδούσε και ξένο ρεπερτόριο. Πολύ καλός κι αυτός. Ταλαντούχος. Και οι δυο τους ήτανε ταλέντα.

    Οπότε στη θέση του Πασχάλη πήρατε δύο άτομα.
    Ναι, πήραμε δύο άτομα. Και οι δυο τους ήτανε πολύ καλοί και ανεβήκαμε πολύ και στις ζωντανές εμφανίσεις. Δηλαδή έγινε πιο ροκ το συγκρότημα, πιο ρυθμικό, πιο ζωντανό κ.λπ. Έτσι, λοιπόν, ήρθε ο Νίκος Παπάζογλου στο συγκρότημα. Έβαλε κι αυτός τη σφραγίδα του στις ζωντανές μας εμφανίσεις. Απλώς, δεν ξέρω αν ήτανε λάθος ή όχι, αλλά θα μπορούσαμε να είχαμε ηχογραφήσει κάποια τραγούδια και με το Νίκο. Όμως έδειχνε κολλημένος με τους Rolling Stones και είχε μία αντιπάθεια στα ελληνικά τραγούδια. Ο Σαββόπουλος ήταν αυτός που του γύρισε τα μυαλά. Αν δεν ήταν ο Σαββόπουλος, ο Νίκος δεν θα είχε γίνει αυτός που ήτανε. Στην Ελλάδα με αγγλικό στίχο κανένας δεν κατάφερε τίποτα. Ο Νίκος έφτιαξε ένα… θα το έλεγα ροκ-ρεμπέτικο, γιατί έχει κάποιες εντάσεις μέσα και ξεφεύγει από το συνηθισμένο ρεμπέτικο. Γι’ αυτό και η νεολαία αγάπησε τόσο πολύ το Νίκο Παπάζογλου. Έφυγε κι αυτός δυστυχώς…

    Πόσο καιρό έμεινε στο συγκρότημα ο Παπάζογλου;
    Τέλη του 1966 ήταν που έφυγε ο Πασχάλης, το 1967 γίνεται το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου… Θυμάμαι ότι κατεβαίναμε στην Αθήνα, δεν θυμάμαι για ποιο λόγο αλλά για να ‘ταν και ο Νίκος μαζί μας μάλλον θα πηγαίναμε για να παίξουμε κάπου, και συζητούσαμε για την 21η Απριλίου και ο Νίκος είχε έντονες αντιρρήσεις και σε μια στιγμή μου λέει: «Να σου πω γιατί με εκνευρίζει. Γιατί παίρνουν αποφάσεις για μένα άνθρωποι που δεν τους ψήφισα. Άνθρωποι που πήραν την εξουσία με το πιστόλι στο χέρι». Αυτή η κουβέντα, ξέρεις, μου έχει κάνει πολύ εντύπωση. Γιατί την βρήκα σωστή τελικά. Το 1967, λοιπόν, παντρεύομαι για πρώτη φορά, συνεχίζουμε να παίζουμε στη «Χαβάη», και στις 27 Μαρτίου του 1968 τελειώνει η αναβολή που είχα από το Πανεπιστήμιο και πρέπει να φύγω κι εγώ στην αεροπορία. Οπότε τότε διαλύεται το συγκρότημα. Τότε σταμάτησε και ο Νίκος.

    Ναι, αλλά η «Ανάμνησις», ο «Αλέξης» και άλλα που κυκλοφόρησαν το 1967 είναι με τη φωνή του Πασχάλη.
    Στις ηχογραφήσεις ερχότανε ο Πασχάλης γιατί αυτά τα κομμάτια του ταιριάζανε. Έπαιρνε άδεια. Ο Πασχάλης παρουσιάστηκε στον Άραξο και μετά πήρε μετάθεση στη Λάρισα. Εκεί είχανε και ορχήστρα. Σαν πήγε εκεί ο Πασχάλης, του ήρθε λουκούμι του σμηναγού. Και τον έβαλε να τραγουδάει και του δίνανε άδειες, αλλά δεν ήτανε τόσες ώστε να μπορούσαμε να έχουμε συνεργασία. Τραγουδούσε μαζί μας μόνο αν τύχαινε κι ήτανε με άδεια. Αυτό που κάναμε πριν, δηλαδή που ψαχνόμασταν, που κάναμε πρόβες κ.λπ., δεν μπορούσε να γίνει. Έλα όμως που η εταιρεία, η Ελλαδίσκ, κονόμησε της Παναγιάς τα μάτια. Οι εταιρείες βγάζανε τα λεφτά αλλά οι μουσικοί τίποτα. Ιδίως εμείς που το πρώτο συμβόλαιο ήτανε… πώς να το πω… «αποικιοκρατικό». Μας λέγανε «βάλτε υπογραφή εδώ» κι εμείς τη βάζαμε γιατί μας ένοιαζε να ηχογραφήσουμε.

    Ανάμνησις” (1967, μουσική: Βαγγέλης Πιτσιλαδής, στίχοι: Γιώργος Παπαστεφάνου).
    Θυμάμαι ότι μας πιέζανε από την Αθήνα για τραγούδια, γιατί έβλεπαν πως βγάζανε λεφτά, αλλά εμείς δεν ήμασταν επαγγελματίες για να στρωθούμε να γράφουμε μουσική. Δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι εμείς δεν είμαστε μηχανή για να βγάζουν αυτοί λεφτά. Θέλαμε κάποια ηρεμία αλλά μας είχανε πλακώσει όπως σου είπα και όλα τ' άλλα προβλήματα με το στρατό, αλλά και τα προσωπικά του καθενός. Αυτό το τραγούδι, όπως και τα άλλα του Πιτσιλαδή, έγιναν υπό πίεση γιατί η εταιρεία καιγότανε να βγάλει τραγούδια μας, αφού είδανε ότι αυτό το στυλ είχε πέραση στη νεολαία. Η “Ανάμνησις” είχε ήδη κυκλοφορήσει με τον Tony Pinelli και είχε ακουστεί. Δηλαδή δεν ήτανε άγνωστο, αλλά πάνω εκεί η εταιρεία σκέφτηκε «ας το κάνουμε και με τους Olympians, που είναι στη βράση τους», κατάλαβες; Και με μας έγινε ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία. Ήταν ένα ωραίο τραγούδι κι ήταν ιδέα του Ράλλη να το πούμε κι εμείς.

    Ιστορία” και “Ο Αλέξης” (1967, μουσική: Βαγγέλης Πιτσιλαδής, στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος).
    Αρχίζει η εταιρεία την πίεση, να κατέβουμε οι Olympians να ηχογραφήσουμε. Εν τω μεταξύ εμείς δεν μπορούμε να δουλέψουμε. Οπότε πάλι η εταιρεία μάς είπε «Ελάτε, σας έχουμε εμείς τραγούδια». Και μας έδωσε άλλα δύο τραγούδια του Πιτσιλαδή, την «Ιστορία» και τον «Αλέξη», τα οποία, αν τα προσέξεις και τα δύο, είναι συνθετικά στο ύφος της «Συγνώμης» και του «Τρόπου». Δεν ξέρω, αλλά λέω ότι κάπου θα του είπανε μήπως έχει κανά τραγούδι που να ταιριάζει με το ύφος μας. Ο Πασχάλης κατέβηκε από τη Λάρισα και οι υπόλοιποι από τη Θεσσαλονίκη, συναντηθήκαμε στην Αθήνα και πήγαμε στην εταιρεία και από την εταιρεία μάς πήγανε στο σπίτι του Πιτσιλαδή. Εκεί τον συναντήσαμε για πρώτη και τελευταία φορά. Δεν τον ξανασυνάντησα στη ζωή μου. Δεν έτυχε. Τώρα θα μου πεις, εκείνος μένει στην Αθήνα, εγώ στη Θεσσαλονίκη… Θυμάμαι, λοιπόν, ότι ήταν ένα ευγενικό παιδί. Τα κομμάτια ήταν εύκολα, όπως και ο «Τρόπος». Τρία ακόρντα ήτανε, ακριβώς τα ίδια. Μας έπαιξε στο πιάνο τα τραγούδια, τα ακούσαμε -βασικά ο Πασχάλης κι εγώ ήμασταν- και είπαμε “εντάξει”. Τα τραγούδια βγάζανε, ας πούμε, τον ίδιο “αέρα”. Τον Πιτσιλαδή τον είδαμε, λοιπόν, μόνο για να μας τα παίξει στο πιάνο και τον Λευτέρη Παπαδόπουλο ούτε που τον είδαμε καν. Μετά από κάποια χρόνια, κάπου διάβασα μία συνέντευξη όπου μας κατηγόρησε ο μέγας Λευτέρης Παπαδόπουλος ότι η μουσική μας ήταν ξενόφερτη. Αυτό μου έκανε πολύ εντύπωση. Με στεναχώρησε η άποψή του. Για μένα κανένα είδος μουσικής δεν ανήκει σε κάποιο λαό. Αυτό κάτι σε ρατσισμό μου θυμίζει.

    Μα... ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έγραψε τους στίχους στην “Ιστορία” και στον “Αλέξη”, πώς γίνεται αυτό;
    Τότε ήτανε καινούργιος ακόμα. Σαν δημοσιογράφο τον ξέραμε. Με τη γυναίκα του, τη Ράια, ήμασταν συμμαθητές στο Κρατικό Ωδείο. Ήτανε πολύ ωραίο κορίτσι. Αυτά που είπε ο Παπαδόπουλος τα είπε πολύ αργότερα.

    Το Κορίτσι του Μάη” (1970, μουσική: Robbie Van Leeuwen, ελληνικοί στίχοι: Σέβη Τηλιακού).
    Το τραγούδι αυτό (σ.σ. το “Venus” των Shocking Blue) μου το είχε βάλει να το ακούσω η Μαίρη Παραπονιάρη. Ήταν σ' ένα γραφείο με τον Ζακ Μεναχέμ, νομίζω ήταν στις Δημόσιες Σχέσεις. Αυτή μου είπε:
    - Άκου αυτό το τραγούδι.Είναι καλό.

    Το άκουσα δηλαδή όπως το παίζανε οι Shocking Blue. Και με ρώτησε:
    - Μπορείτε να το παίξετε; Έχουμε τα δικαιώματα.
    -Φυσικά και μπορούμε να το παίξουμε. Αλίμονο.

    Μάλιστα σ’ αυτό το τραγούδι ο παραγωγός μας Γιώργος Ράλλης έβαλε τη Μαρινέλλα να κάνει φωνητικά! Προσπαθήσαμε να κάνουμε εμείς τις δεύτερες φωνές αλλά έβγαιναν αγριοφωνάρες. Έλειπε, λοιπόν, μία γυναικεία φωνή και δεν υπήρχε καμία άλλη γυναίκα εκτός από τη Μαρινέλλα που παρακολουθούσε την ηχογράφηση. Δεν την προτείναμε εμείς. Τότε ο Ράλλης με τη Μαρινέλλα συνεργάζονταν και είχανε γίνει κολλητοί. Εκείνος της το πρότεινε κι έτσι η Μαρινέλλα έκανε τα φωνητικά. Επίσης,θυμάμαι ότι κιθάρα έπαιξε ο Τίτος Καλλίρης (σ.σ. πατέρας του Θάνου Καλλίρη). Τον θυμάμαι γιατί μου άρεσε το στυλ του στην κιθάρα, με εντυπωσίασε.

    Άλκης Κακαλιάγκος (Olympians): Δεν είχαμε ιδέα ότι γράφαμε ιστορία

    Την περιμένατε όλη αυτή την επιτυχία;

    Δεν την περιμέναμε. Έγινε μία σειρά συμπτωματικών γεγονότων. Μας βοήθησε κι η τύχη, οφείλω να ομολογήσω. Γιατί εμείς δεν ήμασταν μουσικοί με την έννοια «ορμάμε να κάνουμε καριέρα». Η τύχη βοήθησε και γίναμε γνωστοί. Το θέμα είναι ότι εμείς σαν συγκρότημα ένα χρόνο καταφέραμε να είμαστε μαζί. Μετά άρχισαν να πέφτουν οι καρπαζιές στο πρόσωπο. Έφυγε ο drummer στο στρατό. Έφυγε και ο Κούλης, ο κιθαρίστας, στο ναυτικό. Εν τω μεταξύ ήταν ο πρώτος χρόνος του πραξικοπήματος της 21ης Απριλίου και δεν ήταν τόσο εύκολα τα πράγματα στο στρατό. Οπότε μία το στρατιωτικό, μία ότι ο ένας ήταν στην ανατολή και ο άλλος στη δύση, αμέσως δημιούργησαν προβλήματα. Ήμασταν και σε μία μετεφηβική ηλικία και ο καθένας αντιμετώπιζε και τα προσωπικά του προβλήματα. Έτσι, αρχίσανε να μπαινοβγαίνουν στο συγκρότημα διάφορα μέλη. Από τους Olympians περάσανε πολλοί μουσικοί. Το 1969 η εταιρεία αποφάσισε να μας κάνει ένα νέο συμβόλαιο. Κατάλαβαν ότι για μας δεν είχε κανένα νόημα. Τρίχες λεφτά παίρναμε.

    Δεν είχατε και κίνητρο δηλαδή.
    Ε, ναι. Ήμασταν και μικροί. Όταν φτιάξαμε το συγκρότημα, ο πιο μικρός από μας ήταν ο «Σπόρος», ο σαξοφωνίστας, που ήταν 18 χρονών. Ο Πασχάλης ήταν 19, ο Κούλης 20, ο Λαζαρίδης 21 κι εγώ 22. Ήθελε, λοιπόν, η εταιρεία να μας κάνει καινούργιο συμβόλαιο και ένα δώρο. “Τι δώρο;” ρωτήσανε. Τους είπα εγώ ότι ήθελα ένα Hammond σαν του Παπαθανασίου ή και καλύτερο. Τότε ο Παπαθανασίου είχε ένα τεράστιο Hammond και με είχε εντυπωσιάσει πολύ το όργανο αυτό. Και έκανε 250 χιλιάρικα τότε. Πολλά λεφτά. Η εταιρεία λέει «σας δίνουμε εμείς 180 χιλιάρικα» και τα υπόλοιπα τα βάλαμε εμείς. Τόσα έκανε περίπου μία Mercedes και μάλιστα ένας από τους Charms μου λέει μια μέρα «καλά ρε, δεν έπαιρνες καμιά Mercedes να γυρνάς όλη την πόλη;». Κι εγώ του λέω «Στη Θεσσαλονίκη πολλοί έχουνε Mercedes, Hammond όμως μόνο ένας». Οι όροι του συμβολαίου, λοιπόν, αλλάξανε προς το καλύτερο. Αλλά και πάλι, απ’ ό,τι κατάλαβα, οι καλλιτέχνες δεν βγάζουν λεφτά από τους δίσκους. Μπορεί ένας Θεοδωράκης να έβγαλε. Ο Τέρενς Κουίκ μου είχε πει ότι, όταν έπεσε η δικτατορία, ο Μίνως Μάτσας είχε δώσει στον Θεοδωράκη 12.000.000 δραχμές σε μετρητά για να αρχίσει να γράφει. Από κει και πέρα οι περισσότεροι βγάζανε λεφτά από τις ζωντανές εμφανίσεις. Γίνεσαι φίρμα με το τραγούδι που έχεις κάνει και μετά βγαίνεις ανά την επικράτεια και το διαλαλείς.

    Άλκης Κακαλιάγκος (Olympians): Δεν είχαμε ιδέα ότι γράφαμε ιστορία

    Λέτε ότι το συγκρότημα διαλύθηκε όταν πήγατε στο στρατό, ωστόσο υπάρχουν τραγούδια των
    Olympians που κυκλοφόρησαν αργότερα.
    Ο Πασχάλης απολύθηκε λίγο πιο μπροστά από μένα και ο Κανίδης, που είχε τη «Χαβάη», πήγε στο διοικητή, ο οποίος με συμπαθούσε πολύ, κι εκείνος μου έδινε άδεια και κάθε μέρα έβγαινα κι έπαιζα. Δηλαδή στο τέλος οι Olympians ουσιαστικά ήμασταν ο Πασχάλης κι εγώ. Οι άλλοι τρεις φύγανε. Ο Βαγγέλης ο «Σπόρος» δεν ξαναγύρισε, πήγε σ’ άλλα συγκροτήματα να παίζει. Ο κιθαρίστας ο Κούλης προσλήφθηκε στον ΟΤΕ και παράτησε τη μουσική. Ο δε Λαζαρίδης έφυγε στη Φλωρεντία και σπούδασε πολιτικός μηχανικός. Η βασική πεντάδα ηχογράφησε μόνο τα πρώτα πέντε τραγούδια. Και οι πέντε μας δεν φανταζόμασταν ότι θα κάναμε καριέρα. Κανένας μας δεν καταλάβαινε τι ιστορία χτιζότανε. Κανένας μας. Και τώρα που το σκέφτομαι, μετά από τόσα χρόνια, μου κάνει εντύπωση. Κανένας μας δεν καταλάβαινε τι κάναμε και τι γινότανε με τον κόσμο έξω, τι αγάπη είχανε για μας. Περάσανε τόσα χρόνια κι ακόμα ασχολούνται με μας και τα τραγούδια μας.

    Όπως εγώ που δεν είχα καν γεννηθεί όταν κυκλοφόρησαν τα τραγούδια σας.
    Δεν είναι εντυπωσιακό αυτό το πράγμα; Κι ακόμα παίρνω κάποια ποσοστά από κείνους τους δίσκους. Εμείς θέλαμε να γράψουμε δικά μας τραγούδια αλλά δεν προλαβαίναμε. Η ζωή μας αναστατώθηκε πολύ. Μας έτυχε ο στρατός κι εγώ προσωπικά είχα κι ένα γάμο, ο οποίος μέσα σε ενάμιση χρόνο διαλύθηκε. Και ένα διαζύγιο σε επηρεάζει πάντα ψυχολογικά. Όσο κι αν θες κι εσύ ο ίδιος να χωρίσεις, είναι γεγονός πως αναστατώνεται η ζωή σου. Το 1970, γενικώς, με βρήκε σε δύσκολη κατάσταση. Ήταν κι η χρονιά που απολύθηκα από την αεροπορία. Μέχρι το 1972 ήμασταν μαζί με τον Πασχάλη και πάντα είχαμε κι άλλα παιδιά να παίζουνε μαζί μας. Ηχογραφήσαμε και το «Lola» των Kinks, το «Mammy Blue» και άλλα. Το γεγονός είναι ότι πιστεύαμε ο Πασχάλης κι εγώ ότι δεν έχουμε μέλλον στη μουσική. Γιατί μπορεί σήμερα να λέει κανείς για τους Olympians και τα τραγούδια, αλλά εκείνη την εποχή, από το 1970 και μετά, τα μουσικά πράγματα άρχισαν να αλλάζουν. Δηλαδή, άρχισε να ανεβαίνει πολύ το ελαφρολαϊκό τραγούδι και ανοίξανε στην Αθήνα οι πίστες με τους μεγάλους τραγουδιστές. Δημιουργήθηκε στην Αθήνα μία τάση με τα ελληνικά συγκροτήματα ότι είναι ξενόφερτο πράγμα και δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα. Αυτή ήταν λανθασμένη σκέψη. Δεν μπορείς να πεις ότι η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου είναι ξενόφερτη. Ή επειδή την έγραψε στην Αγγλία. Εγώ προσωπικά είχα πιστέψει ότι δεν έχουμε μέλλον. Και πάνω κει κάναμε με τον Πασχάλη μία βιοτεχνία για νάιλον σακούλες και την ονομάσαμε Olympians! (γέλια) Ήταν κι η εποχή που οι δισκογραφικές εταιρείες έριχναν το βάρος τους στους τραγουδιστές. Αν μη τι άλλο, σ' ένα συγκρότημα μιλάς με έναν, δύο, τρεις, τέσσερις, πέντε. Ενώ μ' έναν τραγουδιστή μιλάς απευθείας μαζί του και κάνεις και την πολιτική σου όπως θες. Δεν έχεις τον άλλον με το μακρύ του και το κοντό του. Έτσι ο Πασχάλης κατέβηκε στην Αθήνα και ξεκίνησε την καριέρα του. Τότε είχαμε ετοιμάσει κι ένα LP ως Olympians και τελικά η εταιρεία έβγαλε το δίσκο ως “Πασχάλης” με μεγάλα γράμματα και από κάτω “& Olympians” με μικρά γράμματα. Δηλαδή έγινε και μια... “μαμουνιά” ας πούμε. Αλλά έτσι όπως διαμορφώθηκε η κατάσταση δεν έδωσα σημασία. Ο Πασχάλης βέβαια τότε ξεκίνησε την καριέρα του ως επαγγελματίας τραγουδιστής και αντιμετώπισε τα “θηρία”, όπως μου έλεγε.

    Τα κατάφερε όμως.
    Ναι, τα κατάφερε. Αλλά πήγε με μεγάλη προίκα στην Αθήνα. Μ' ένα LP έτοιμο. Εκείνο το LP έπρεπε να βγει κανονικά ως Olympians. Ήταν ο δίσκος που είχε μέσα το “Mammy Blue” και την “Ψεύτικη Αλήθεια” που είναι δικό μου κομμάτι και από πολλούς θεωρείται ότι είναι το καλύτερό μας τραγούδι. Είναι και το τελευταίο τραγούδι που έγραψαν οι Olympians. Αργότερα έγινε πολύ γνωστό από την ιστορία μ' εκείνη που “αυτοκτόνησε”. Είχε χωρίσει με τον άντρα της και δεν το άντεξε και έβαλε κάποιον να τη σκοτώσει.

    Α, ναι. Λέτε την υπόθεση Μονσελά.
    Ναι, μπράβο! Η “Ψεύτικη Αλήθεια”, λοιπόν, ήταν το τραγούδι της (σ.σ. το θύμα λεγόταν Γιόλα Βαγενά). Υπήρχε μαγνητοταινία όπου ακουγόταν η μουσική κι αυτή έλεγε τα λόγια. Ζήτησε από κείνον τον τύπο να τη σκοτώσει, βγήκανε 2-3 φορές, εκείνος δεν μπορούσε, αλλά τελικά το έκανε. Η “Ψεύτικη Αλήθεια” φαίνεται ότι την επηρέασε ψυχολογικά... Δεν ξέρω τι να πω... “Το όνειρο είναι μια αλήθεια που ποτέ δεν είναι αληθινή”.

    Απ' ότι κατάλαβα κρατάτε ακόμα επαφές με τα πρώην μέλη των Olympians.
    Κοίτα, μπορεί να έχουμε τις διαφορές μας πάνω σε μουσικά θέματα αλλά από κει και πέρα είμαστε όλοι φίλοι μεταξύ μας. Η πεντάδα η πρώτη, που ήμασταν αυτοί που έκαναν το συγκρότημα και έδωσαν το όνομα, ουσιαστικά σήμερα δεν μπορεί να υπάρχει γιατί οι δύο τα εγκαταλείψανε από τότε. Στη μουσική μείναμε να ασχολούμαστε μόνιμα, ο Πασχάλης, εγώ και ο Βαγγέλης ο σαξοφωνίστας.

    Ο Λαζαρίδης δεν παίζει πια ντραμς;
    Παίζει. Στο σπίτι του έχει μία ολόκληρη ηλεκτρονική drums, βάζει τα ακουστικά στ' αυτιά και παίζει, αλλά έχει... “αγκυλώσεις” στο να βγει στο πάλκο. Όπως κι ο Κούλης.

    Ντρέπονται;
    Δεν μπορώ να καταλάβω. Είναι μυστήριο πράγμα. Υπάρχει μία μυστήρια “ψυχοπάθεια” στους Olympians, την οποία δεν μπόρεσα ποτέ να εξηγήσω. Αρκεί να σου πω ότι όταν η Θεσσαλονίκη ήταν Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης το 1997, μας κάνανε επίσημη πρόταση να γίνει μία μεγαλειώδης συναυλία των Olympians και πληρώνανε και καλά λεφτά. Ο Σπόρος (ο σαξοφωνίστας) κι εγώ αμέσως είπαμε “ναι”. Ο Πασχάλης και οι άλλοι δύο αντέδρασαν.

    Οι άλλοι δύο να το καταλάβω αφού είχαν εγκαταλείψει, ο Πασχάλης όμως για ποιό λόγο;
    Κοίτα, ο Πασχάλης υπήρξε από το 1965 έως το 1972, δηλαδή για 7 χρόνια, μέλος των Olympians αλλά υπήρξε για 30 χρόνια Πασχάλης με δική του καριέρα. Ήθελε, λοιπόν, να βάλει την καριέρα του μπροστά. Οι διοργανωτές, όμως, μιλούσαν για Olympians, δεν μιλούσαν για Πασχάλη. Και εκεί υπήρχε η σύγκρουση. Έτσι χάλασε η δουλειά, μια δουλειά που και πολλά χρήματα θα μας έδινε -και δεν μπορώ να πω ότι όλοι κολυμπούμε στο χρήμα- και στο κάτω-κάτω της γραφής όταν σε τιμάει μία Πολιτιστική Πρωτεύουσα, ένας Οργανισμός, κι όταν από τον κόσμο ακούς ότι θέλει να σε δει να παίζεις, δεν λες “όχι”. Μόνο σ' ένα reunion παίξαμε μαζί, όπου ήρθαν 1000 άτομα. Πως μας κατάφεραν τότε δεν ξέρω... Μας πιάσανε έναν-έναν. Τις προάλλες μαζευτήκαμε εδώ στο μαγαζί, τραβήξαμε τα πιάνα, παραγγείλαμε μεζέδες και πλακωθήκαμε στα ούζα. Πέρασε και μία κοπελίτσα και μας τράβηξε φωτογραφία. Είμαστε φίλοι. Το 2015 κλείνουμε 50 χρόνια. Δεν μπορείς να κρατάς κακίες. Υπάρχει μία ιδέα από επιχειρηματίες εδώ στη Θεσσαλονίκη να γίνει κάτι μεγαλειώδες για τα 50 χρόνια. Τις προάλλες το συζητούσαμε με τον Πασχάλη κι εγώ έριξα την ιδέα ότι ίσως είναι μία ευκαιρία να τιμήσουμε και όλους αυτούς που συνεργαστήκανε μαζί μας, που ο καθένας τους έβαλε κι ένα λιθαράκι στο όνομα των Olympians. Είτε γιατί ο ένας έδωσε το τραγούδι του, είτε γιατί ο άλλος ήρθε κι έπαιξε μαζί μας κιθάρα ή ο άλλος που τραγούδησε. Καθένας μας εξελίχθηκε διαφορετικά και δεν υπάρχει εκείνος ο συνδετικός κρίκος που μας ένωνε τότε. Μας ενώνουν, όμως, οι καλές αναμνήσεις.





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #28394   /   26.01.2014, 17:33   /   Αναφορά

    Πολλά Συγχαρητηρια για την απολαυστικότατη συνέντευξη με τις ενδιαφέρουσες πτυχές της :)

    #28395   /   26.01.2014, 17:40   /   Αναφορά

    Πάρα πολύ καλή και κατατοπιστική συνέντευξη για αυτό το τόσο σημαντικό μουσικό συγκρότημα της πόλης μας.



    Άλλα χρόνια, άλλες νοοτροπίες, άλλα ήθη, άλλες αξίες, άλλα ιδανικά...

    #28396   /   27.01.2014, 17:23   /   Αναφορά

    Δύο διορθώσεις:


    1.Ο Ράλλης είναι Σπύρος και οχι Γιώργος.


    2.Η Μαρινέλα έκανε φωνητικά στον ΤΡΟΠΟ και όχι στο ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΟΥ ΜΑΗ.


    Ηχογραφήσαμε τα φωνητικά όμως


    μετά απο το άκουσμα του τραγουδιού,η φωνή της ξεχώριζε τόσο που δεν ήταν σωστό να την κρατήσουμε μέσα.Αυτός ήταν και ο λόγος που καταργήσαμε τα φωνιτικά.

    #28397   /   27.01.2014, 23:08

    Kαι μία επισήμανση.


    Αγαπητέ μου Άλκη φαίνεται ότι σε συνεπήρε ο ενθουσιασμός σου για την ωραία πράγματι μουσική που έγραψες στο ''ΨΕΥΤΙΚΗ ΑΛΗΘΕΙΑ''όμως καλό θα ήταν να αναφέρεσαι και εδώ στον στιχουργό του κομματιού που είμαι εγώ.


    #28399   /   28.01.2014, 01:20   /   Αναφορά

    Σ'ευχαριστουμε Che για την επιλογη αλλα και την πραγματοποιηση της συνεντευξης . . . επισης τον κ.Κακαλιαγκο για τις πληροφοριες που καποιες απο αυτες (τις περισσοτερες βασικα) προσωπικα αγνοουσα . . .



    Υ.Γ σε ελαχιστες μερες ειχαμε ενα χορταστικο μουσικο ''μενου'' . . . ''γευσεις'' απο αλλες εποχες μεσω δυο εκ των σημαντικοτερων εκπροσωπων της τοτε παραγωγικοτατης RnR σκηνης της χωρας μας . . .


    Υ.Γ  ''Μεινε Κοντα Μου '' , ''Συγγνωμη'' , ''HopeLess EndLess Way'' κ.α


    #28400   /   28.01.2014, 10:11   /   Αναφορά

    Ωραιότατη και επαγγελματική συνέντευξη (για μια ακόμα φορά), αναμένουμε και το αντίστοιχο "ανέβασμα" του Πασχάλη.

    #28423   /   06.02.2014, 11:43   /   Αναφορά

    Πραγματικά μια πολύ καλή συνέντευξη(ακόμα και μετά την επισήμασνη-Καρφί -σφήνα- του Πασχάλη) Πραγματικά να' ξερες πόσο πίσω με γύρισες φίλε Κακαλιάγκο, και φίλε Che, τότε που πιτσιρικάδες ακόμα με κάτι παμπάλαιες κιθάρες προσπαθούσαμε να παίξουμε τον τρόπο, το κορίτσι του Μάη κλπ, στα κοριτσάκια της γειτονιάς μας, τάχα μου σαν "συγκρότημα" βέβαια κάποιοι απο εμάς κατάφεραν να ανέβουν - έστω και για λίγο σε πάλκο- .


    Θα ήταν πολύ ωραίο να καταφέρετε να μας δώσετε ξανά κάτι απο εκείνες τις μέρες του 70, και πράγματι θα ήταν ενα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους εκείνους που συνεργαστήκατε, αλλά και στον κόσμο που αγάπησε τους Olympians .


    Αλκη Κακαλιάγκο προσωπικά σε ευχαριστώ, να είσαι πάντα καλά.