Παρουσίαση και κριτική βιβλίων σχετικά με το θέμα: «Η Άρτα και η Μουσική της, από την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453) έως την επανάσταση του 1821»
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Στην παρούσα εργασία γίνεται παρουσίαση και κριτική βιβλίων σχετικά με το θέμα: «Η Άρτα και η Μουσική της, από την άλωση της Κωνσταντινούπολης (1453) έως την επανάσταση του 1821». Για την εργασία αυτή χρησιμοποιήθηκαν τα παρακάτω, τρία σε αριθμό, βιβλία:
Η σειρά που επέλεξα, για την παρουσίαση και κριτική των βιβλίων δεν είναι τυχαία. Το πρώτο και δεύτερο βιβλίο έχει πολλά ιστορικά στοιχεία, ενώ το τρίτο αναφέρεται περισσότερο στην μουσική.
Η διάρθρωση του βιβλίου Αρτινά Ιστορικά Θέματα του Γιάννη Τσουτσινού, ξεκινάει με τα περιεχόμενα και το προλογικό σημείωμα. ‘Έπειτα χωρίζεται σε τέσσερα μεγάλα κεφάλαια: στα μελετήματα, στα σημειώματα, στα μικρά Αρτινογραφήματα και ο θάνατος της Αμβρακίας.
Στον πρόλογο αναφέρεται στις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίσει κάποιος, ο οποίος δεν είναι ερευνητής, αλλά ταυτόχρονα μιλάει και για τον ίδιο. Επίσης, γίνεται αναφορά στις πηγές που βασίστηκε για την μελέτη του. Λέει ακόμα, ότι είχε την φιλοδοξία να συνδέσει μια γενική ιστορία της Αμβρακίας και της Άρτας, αλλά τελικά συνειδητοποίησε ότι ήταν πάνω από τις δυνάμεις του. Ελπίζει επίσης, ότι ερευνητές θα μπορέσουν να συνθέσουν μια ολοκληρωμένη ιστορία της Αμβρακίας και της Άρτας. Τέλος, μνημονεύει παραπομπές για μέρη του βιβλίου του, που χρησιμοποιήθηκαν για μελέτες ερευνητών.
Στα μελετήματα γίνεται αναφορά στα τοπωνύμια της Άρτας. Επίσης, μιλάει για το δεσποτάτο της Ηπείρου, που είναι πρόδρομος του νεοελληνικού εθνισμού. Αναφέρεται στις απόπειρες που έγιναν, από την μεριά των Τούρκων για την κατάκτηση της Άρτας και του Δεσποτάτου της Ηπείρου, έως και το 1449. Η κυριότερη στιγμή όμως, είναι αυτή της άλωσης της Κωνσταντινούπολης το 1453. Ημερομηνία σταθμός για όλο τον ορθόδοξο ελληνισμό. Έπειτα κάνει λόγω για το γεφύρι της Άρτας. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές του γνωστού δημοτικού τραγουδιού, θεατρικά και όπερες, ποιήματα, διηγήματα ή δοκίμια, ακόμα και εικονογραφημένο κείμενο για μικρά παιδιά, σχετικά με το γεφύρι της Άρτας. Σε δημοσιεύσεις σχετικά με την χρονολογική περίοδο που χτίστηκε η γέφυρα, οι απόψεις διίστανται. Το επικρατέστερο, από το σύνολο των δημοσιεύσεων, είναι ότι η γέφυρα κατασκευάστηκε πολύ πριν της δημιουργίας του Δεσποτάτου της Ηπείρου και της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Το καταληκτικό συμπέρασμα είναι, ότι η γέφυρα χτίστηκε κατά την ελληνιστική περίοδο. Χτίστηκε και ξαναγκρεμίστηκε, στην διάρκεια των χρόνων, με αποτέλεσμα τα θεμέλια της γέφυρα να χρονολογούνται, από την ελληνιστική περίοδο, αλλά το τελευταίο γκρέμισμα και ξαναχτίσιμο, έγινε στις αρχές του 17ου αιώνα. Επίσης, το τραγούδι δεν είναι δημιούργημα του 17ου αιώνα, αλλά προγενέστερων χρόνων, την εποχή του Μεσαίωνα. Οι στίχοι αναπλάθονταν σύμφωνα με το πέρασμα των χρόνων και τις διάφορες περιπέτειες του γεφυριού.
Το επόμενο μελέτημα έχει τίτλο: Ιμπραήμ το ηπειροτόπουλο που έγινε μέγας βεζίρης. Τον 16ο αιώνα βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη και αναδείχθηκε ταχύτατα στα υψηλότερα αξιώματα του τουρκικού κράτους, ενώ μόλις 30 χρονών έφτασε στο αξίωμα του μεγάλου Βεζίρη 1523 του αντιναυάρχου και αρχηγού στρατού. Τελικά είχε τραγικό θάνατο το 1536. Μιλάει για τον τόπο καταγωγής, ποιο ήταν το ελληνικό του όνομα και πως βρέθηκε στην Τουρκία. Για όλα τα παραπάνω οι απόψεις διίστανται. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ο Ιμπραήμ ήταν Ηπειρώτης. Τα χρόνια που ήταν μεγάλος βεζίρης ο Ιμπραήμ, εκδόθηκε το φιρμάνι με το οποίο η Αρκτική Ελλάδα διαιρέθηκε σε 15 χώρες, τα γνωστά καπετανάτα. Σε κάθε μία από αυτές, αναγνωρίστηκε σαν επιτόπια αρχή, κάποιος οπλαρχηγός καπετάνιος χριστιανός, για την περιφρούρηση και την ασφάλεια της περιοχής.
Στο μελέτημα με τίτλο «Οι κλέφτες του βάλτου και ο Χρήστος Μηλιώνης, Το Κομπωτή, ο Κομπότης, ο κατής και ο Δεσπότης» αρχικά αναφέρεται στο πασίγνωστο δημοτικό τραγούδι που αρχίζει με τον στίχο ''κάτω στου βάλτου τα χωριά'', που έχει καταχωρηθεί, σε όλες τις συλλογές δημοτικών τραγουδιών, με ποικίλους τίτλους. Μερικοί από τους συλλογείς, προχωρούν στο σχολιασμό των δεκαέξι οκτασύλλαβων και ομοιοκατάληκτων στίχων του καθώς και σε αντιπαράθεση των μικροδιαφορών που παρατηρούνται. Χορεύεται ως τσάμικο. Ασχολείται, αφενός με το στίχο «γράφουνε και στο κομπότη» και αφετέρου με την χρονική - ιστορική σχέση αυτού του τραγουδιού, με το δημοτικό τραγούδι Χρήστος Μηλιώνης (βλ. παράρτημα) Και τα δύο αυτά δημοτικά τραγούδια, χρονολογούνται στα μέσα του 18ου αιώνα. Επίσης, από το σύνολο των στίχων του, διαπιστώνει ότι οι κλέφτες του βάλτου φοβερίζουν τους Τούρκους της Άρτας και ζητάν από αυτούς να δώσουν στους κλέφτες το αρματολίκι που τους αφαίρεσαν. Μέσα από αυτά, αλλά και από αναφορές διερευνά, σε ποιόν απευθύνθηκαν οι κλέφτες σχετικά με το αίτημά τους και ποιος ήταν ο καπετάνιος τους.
Στο προτελευταίο μελέτημα, γίνεται λόγος για την κόπραινα, προπολεμικό επίνειο-τοπωνύμιο της Άρτας. Το συναντάμε, κατά τις αρχές του 14ου αιώνα αλλά και μετά τον 15ο αιώνα, σε πολλά αρχεία και έγγραφα που σώζονται. Παραθέτονται ακόμα, στοιχεία σχετικά με την εμπορική της δραστηριότητα.
Στο τελευταίο μελέτημα με τίτλο: Πριν Από Τριακόσια Χρόνια: Η Καταστροφή της Άρτας Από τον Λυμπεράκη Γερακάρη (1696), ιστορεί περιληπτικά τον βίο και την πολιτεία του τολμηρού και αντιφατικού πολεμιστή - τυχοδιώκτη Λυμπεράκη Γερακάρη. Η εξόρμηση προς την Άρτα, αντί να αποβεί ωφέλιμη, κατέληξε σε μία μεγάλη καταστροφή. Λεηλασία, αιχμαλωσία κατοίκων, αρπαγή περιουσιών, κλοπή ιερών σκευών ήταν το αποτέλεσμα της επιδρομής του Γερακάρη. Οι Αρτινοί έγραψαν σχετικό ποίημα επάνω στη θλίψη τους (βλ. παράρτημα) αλλά και διαμαρτυρήθηκαν με αποστολή σωρείας εγγράφων (βλ. παράρτημα) προς τους Βενετούς, όπου ζητούσαν την απελευθέρωση αιχμαλώτων και την αποκατάσταση ζημιών, λόγω του ότι είχε γίνει συμφωνία μεταξύ Αρτινών και Βενετσιάνων, ως προς την εξασφάλισή της και προστασία της, από κάθε επιδρομή βενετσιάνικων δυνάμεων με αντίτιμο 1500 ρεάλια. Παρόλο που διαπιστώθηκε, ότι το αντίτιμο είχε καταβληθεί, δεν υπήρξε ποτέ καμία αποζημίωση, ενώ παράλληλα αποποιήθηκαν των ευθυνών.
Μελετήματα τα οποία υπάρχουν στο βιβλίο αλλά δεν έγινε εκτενείς αναφορά σε αυτά, λόγω του ότι δεν έχουν σχέση με το χρονικό ή το τοπικό πλαίσιο της παρούσης εργασίας είναι τα παρακάτω:
Αμπρακία και Άραχθος δύο ομόγονες λέξεις, Ο πόλεμος στον Αμβρακικό στα 1828-1829, Επιφανή ζώα στην ερίβωλο, ευδαίμονα και κλεινή Αμβρακία, Το τραγικό τέλος των αιακίδων, Πριν από εκατό Χρόνια: Ο "Ατυχής" Πόλεμος του 1897 και το ηπειρώτικο μέτωπο (Κλεμανσώ: "Gloria Victis"),Στην Αμβρακία, Ο 10ος άθλος του Ηρακλή; Το Προδρομικό Κίνημα των Αρτινών Αγροτών (1882),Αρισταγόρας ο Αμβρακιώτης Βοαδρομός, Η Δημοκρατία των Αμβρακιωτών Προγενέστερη Από Την Δημοκρατία των Αθηναίων.
Στο πρώτο σημείωμα με τίτλο ‘’Η Άρτα τουρκεύει’’ γίνεται λόγος, για την κατάκτηση της Άρτα το 1449, η οποία μένει υπόδουλη στους τούρκους για τα επόμενα τετρακόσια πενήντα χρόνια.
Στο επόμενο σημείωμα με τίτλο: Στα Χρόνια του Αλί Πασά, Αίμα στην Μητρόπολη Της Άρτας. Μιλάει για τις σχέσεις Σουσμάνου και Βελή, στην γιορτή της πρωτομαγιάς, αλλά και περιγράφει την γιορτή – γλέντι, κάνοντας αναφορά στη μουσική και το χορό του γλεντιού. Επίσης, γίνεται λόγος για τον τρόπο που σκοτώθηκε ο Σουσμάνος και ο γιός του, αλλά και την εξέλιξη του γλεντιού, έπειτα από τον θάνατο.
Στο σημείωμα με τίτλο «Σφαγές στην Άρτα Το 1821» περιγράφει. τη μετανάστευση Γιαννιώτικων οικογενειών προς την Άρτα και ειδικότερα της οικογένειας Κουτσαλέξη, λόγω του ότι διαφαινόταν, ότι τα μουσουλμανικά στρατεύματα θα χτυπήσουν τον Αλί Πασά στα Γιάννενα. Έπειτα παραθέτει ένα κείμενο (βλ. παράρτημα) του Αλέξη Κουτσαλέξη, υιό της οικογενείας Κουτσαλέξη, στο οποίο περιγράφει τις αναμνήσεις του, από την επανάσταση αλλά και τις κακουχίες της εποχής εκείνης.
Στο τελευταίο σημείωμα με τίτλο: Άκαρπη Απόπειρα των Ορσίνι. Γίνεται λόγος, για την ανασύσταση του Δεσποτάτου. για την εξέγερση των Ελλήνων κατά των Τούρκων και τις προσπάθειες τους, να συγκινήσουν τους Ευρωπαίους και να έχουν την συμπαράστασή τους. Τις εξεγέρσεις αυτές, τις κατέγραψαν οι Έλληνες σε δημοτικά τους τραγούδια
Σημειώματα τα οποία υπάρχουν στο βιβλίο, αλλά δεν έγινε εκτενείς αναφορά σε αυτά, λόγω του ότι δεν έχουν σχέση με το χρονικό ή το τοπικό πλαίσιο της παρούσης εργασίας είναι τα παρακάτω: Συγγενείς των Ελλήνων; Του Κίτσου η μάννα, Δύο Αρτινά Διαβατήρια του 19ου Αιώνα, Ο Αχιλλέας Της Ρωμιοσύνης, Τελευταία νύχτα της Σκλαβιάς, Πρώτη μέρα της Λευτεριάς. Οι δύο πρώτες εφημερίδες της Άρτας, "Πριν Ανθίσει η Σούβλα" (Στο αρχοντικό του Λιδωρίκη όταν ο Μακρυγιάννης ήταν Χοσμεκιάρης),Οι Δήμαρχοι της Άρτας Από το 1883-1943.
Στο πρώτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «το ρολόι» μιλάει για το πότε, που, πως και γιατί χρίστηκε το ρολόι και τις υπηρεσίες που προσέφερε, καθώς και για τα στάδια ολοκλήρωσής του. Μας περιγράφει επίσης, την πλατεία του ρολογιού και την γύρω περιοχή.
Στο δεύτερο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Η Παργιορίτσα» μιλάει για έναν επιβλητικό και αρχιτεκτονικά πρωτότυπο βυζαντινό ναό της Άρτας. Διίστανται οι απόψεις, για το χρόνο που χτίστηκε ο ναός και την προέλευση του ονόματος Αναφέρεται επίσης. σε έναν μύθο, στην λειτουργικότητα του ναού κατά τον 16ο, 17ο, 18ο και 19ο αιώνα, και στην προσπάθεια βεβήλωσης του ναού από τους Τούρκους. Η πτώση μιας κολώνας του ναού, που προκάλεσε το θάνατο ενός ιμάμη, θεωρήθηκε θεϊκό μήνυμα και σταμάτησαν την καταστροφή του.
Στο τρίτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Το κάστρο» αναφέρεται, στις διαστάσεις, στην τοποθεσία, στον τρόπος και την χρονική περίοδο κατασκευής, στις επισκευές, στο πότε χρησιμοποιήθηκε και με ποιο τρόπο και στις πολιορκίες του κάστρου. Γίνεται επίσης, εκτενή περιγραφή της χαρτογράφησης του κάστρου και της γύρω περιοχή του.
Στο τέταρτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Το πηγάδι της Αγιά-Θοδώρας» αναφέρεται, σε ένα δημοτικό τραγούδι του 1400-1500μ.Χ, που οι στίχοι του (βλ. παράρτημα) μιλάνε για το νερό της Άρτας, το οποίο χαρακτηρίζεται ως το νερό της λησμονιάς και γίνεται λόγος για την σύνδεσή του, με τους θρύλους του πηγαδιού της Αγίας Θοδώρας.
Στο πέμπτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Οι πόρτες’», γίνεται αναφορά, στα απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη και συγκεκριμένα περιγράφει την περίφημη μάχη της Άρτα το 1821. Επίσης «Οι πόρτες» που αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο Μακρυγιάννης, μέσα από το βιβλίο Ελλάδα ζωγραφική, περιγραφική και ιστορική" του Γουώρντσγουώρθ, φαίνεται να βρίσκονται στα βορειοανατολικά του βουνού, κοντά στην εκκλησία Παναγία Φανερωμένη. Έτσι οι πόρτες, στις οποίες αναφέρεται ο Μακρυγιάννης, ήταν δύο πύλες του αρχαίου τοίχους της Αμβρακίας.
Στο έκτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Η κασσοπίτρα», αναφέρεται σε ένα ιστορικό εκκλησάκι, που χτίστηκε στα 1732 και γκρεμίστηκε 1818. Η κασσοπίτρα δεν ήταν μόνο εκκλησάκι. Λειτούργησε ως κρυφό σχολειό και τόπος ταφής επαναστατών. Η εικόνα της Κασσοπίτρας θεωρείτε θαυματουργή. Μιλαει επίσης, για την προέλευση του ονόματος της.
Στο έβδομο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Το Μονοπλιό», αρχικά περιγράφει, το Μονοπλιό, την λειτουργικότητά του και την προέλευση της λέξης.
Στο όγδοο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Ταμπακιάδες», αναφέρεται στην τοποθεσία της συνοικίας βυρσοδεψών η Δάφνη ή αλλιώς Ταμπακιάδες αλλά και στο επάγγελμα του βυρσοδέψη. Τέλος λέει, για ποιο λόγο ονομάστηκε έτσι και ποια η προέλευσή της ονομασίας.
Στο ένατο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Αλμπαναριά», αναφέρεται στη συνοικία του παντοκράτορα και στο επάγγελμά των κατοίκων της, πεταλωτές. Γίνεται επίσης λόγος, για την προέλευση της λέξης Αλμπαναριά.
Στο δέκατο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Τουρκοπάζαρο-Ρωμιοπάζαρο», αναφέρεται, στον τόπο κατοικίας των Τούρκων στην Άρτα και στην τοποθεσία του Τουρκοπάζαρου. Μιλάει επίσης, για το τι υπήρχε στην γύρω περιοχή και συγκεκριμένα αναφέρεται σε ένα καφέ αμάν. Τέλος, γίνεται λόγος, για την τοποθεσία του ρωμιοπάζαρου και κάνει περιγραφή της αγοράς και των μαγαζιών των Ελλήνων.
Στο ενδέκατο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Οβραίϊκα», αναφέρεται, στην τοποθεσία της συνοικίας που κατοικούσαν οι Εβραίοι και στον επαγγελματικό τους προσανατολισμό.
Στο δωδέκατο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Μουχούστι», γίνεται λόγος, για το προάστιο της Άρτας Μουχούστι και τι το περιβάλλει, την εποχή της τουρκοκρατίας. Η λέξη Μουχούστι έχει 2 έννοιες για τους Αρτινούς. Η συνοικία και η ετήσια ζωοπανήγυρη. Η άποψή του είναι, ότι η λέξη Μιχούστι και όχι Μουχούστι είναι Αρβανίτική και όχι τούρκικη, και σημαίνει εμποροπανήγυρη,. Από τους Αρβανίτες ονομάστηκε έτσι η συνοικία, γιατί σε αυτή γινόταν το πανηγύρι και έρχονταν πολλοί να ψωνίσουν από την Αρβανιτιά. Οι Τούρκοι είχαν άλλη λέξη για την ζωοπανήγυρη. Την έλεγαν ατ-παζάρ. Επίσης, γίνεται λόγος, για την συνοικία Μουχούστι σε κείμενα που αναφέρουνε την μάχη της Άρτας και την καταστροφή του Σεράι από τους Έλληνες.
Στο δέκατο τρίτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Αϊ-Μηνάς (η Πουντιάστρα)», γίνεται αναφορά, στην πλατεία "τ' Αϊ-Μηνά" που δεν είναι τίποτα άλλο από ένα τρίστρατο. Σε αυτό το τρίστρατο, ήταν συγκεντρωμένα τα αρχοντικά της Άρτα, την περίοδο της τουρκοκρατίας. Τέλος παραθέτει ένα απόσπασμα του Πενταγιώτη, στο οποίο γίνεται η περιγραφή της περιοχής του Αϊ Μηνά(βλ. παράρτημα). Επίσης μιλάει, για το πηγάδι στην πλατεία του Αϊ Μηνά. Τέλος, οι παλιοί την πλατεία αυτή την λέγανε και Πουντιάστρα λόγω τον ρευμάτων που υπήρχανε.
Στο δέκατο τέταρτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Ο λόφος της Μητρόπολης», αναφέρεται στην γεωγραφική θέση του λόφου. Μιλάει με προβληματισμό, για την χρονολογική περίοδο που χτίστηκε η Μητρόπολη. Το σίγουρο είναι, ότι τα κτίριά της κατεδαφίστηκαν το 1726 και χτίστηκαν στη θέση τους καινούρια, ενώ το 1779 χτίστηκε η εξωτερική πύλη. Επίσης, προβληματίζεται για το λιοντάρι της πύλης. Αναφέρει ακόμα, την χρήση και κατάληψη από τους Τούρκους των κτιρίων της Μητρόπολης. Τέλος, μιλάει ξανά, για τον αποκεφαλισμό του Σουσμάνου και του γιού του.
Στο δέκατο πέμπτο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Τοπ –Αλτί», μιλάει για την αγροτική περιοχή της Άρτας, η οποία χωριζόταν σε μικροϊδιοκτησίες (μούλκια) και τα περίχωρά της. Γίνεται αναφορά, στην παραγωγή της και την παρουσία υδάτινου στοιχείου. Τέλος, γίνεται λόγος για την σημασιολογία της λέξης τοπ αλτί.
Στο προτελευταίο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Χάζι – Οβασί», αναφέρεται, στην ονομασία του κάμπου της Άρτας ήταν Χάζι - Οβασί. Έπειτα μιλάει, για την σημασιολογία των λέξεων αυτών. Επίσης, περιγράφει τον κάμπο και αναφέρεται στην ευαισθησία των Τούρκων προς αυτόν.
Στο τελευταίο μικρό Αρτινογράφημα με τίτλο «Χάλα – Χάλα», μιλάει για ένα μικρό γεφύρι, που χτίστηκε το 1650 και γκρεμίστηκε 1965. Επίσης, αναφέρει τη χρησιμότητα και την ονομασία του γεφυριού, καθώς και της συνοικίας που το περιβάλλει. Γίνεται η περιγραφή του γεφυριού και του περιβάλλοντα χώρου.
Στο τέταρτο μέρος με τίτλο: Ο Θάνατος της Αμβρακίας, υπάρχει ένα κείμενο σχετικό με την παρούσα εργασία με τίτλο ‘’Το τείχος, το Ασκληπιείο, το Πύρρειο και η ακρόπολη της Αμβρακίας’’. Σε αυτό, ο Γιάννης Τσουτσινός, μιλάει αρχικά, για το τείχος (βλ. παράρτημα), την γραμμή - τις γραμμές που ακολουθούσε και τα τούνελ κάτω από αυτό. Έπειτα, γίνεται λόγος, για το Πύρρειο, για το Ασκληπιείο και την ακρόπολη της Αμβρακίας.
Στο τέταρτο μέρος του βιβλίου, υπάρχουν κείμενα, στα οποία, δεν έχει γίνει εκτενείς αναφορά σε αυτά, λόγω του ότι δεν έχουν σχέση με το χρονικό ή το τοπικό πλαίσιο της παρούσης εργασίας είναι τα παρακάτω: "Τα προφαινόμενα από της Εσπέρας Νέφη...", Ο Φλαμίνινος " του ποδός Λύσας την Ελλάδα του τραχήλου δέδεκει", Η αυτονομία, η ακμή και το προθανάτιο άγχος της Αμβρακίας, Ο ύπατος Φούλβιος και ο ποιητής Έννιος έξω από τα τείχη της Αμβρακίας, Η επίμονη αντίσταση, η συνθηκολόγηση και ο θάνατος της Αμβρακίας, Η ερήμωση της Αμβρακίας.
Στο παρόν βιβλίο δεν έχει ούτε εισαγωγή, ούτε πρόλογο, δεν χωρίζεται σε κεφάλαια και δεν έχει επίλογο. Αποτελεί ένα ενιαίο κείμενο.
Η Άρτα, κατά την περίοδο της τουρκικής τυραννίας, ήταν έδρα βοεβόδων και σημαντική κοσμόπολη (βλ. παράρτημα). Κάνει, μια σύντομη μορφολογική περιγραφή, στον πολεοδομικό και κοινωνικοπολιτισμικό ιστό της πόλης. Οι βοεβόδες της Άρτας, πλήρωναν αρματολούς, διότι δρούσαν ληστές στα περίχωρα. Οι Φιλέλληνες, στα κείμενά τους, έκαναν αναφορά στους μητροπολίτες και τον κλήρο, στους τούρκους διοικητές, τους κατήδες και τους Οθωμανούς, στο εμπόριο και στην παραγωγή. Διατύπωσαν, θετικά σχόλια για την Άρτα και τους κατοίκους της. Επίσης, μέσα στο κείμενο, αναφέρονται οι ενδυματολογικές διαφορές Τούρκων και Ελλήνων. Μιλούσαν όλοι την νεοελληνική γλώσσα, χρησιμοποιώντας σπάνια λίγες τούρκικες ή ιταλικές λέξεις. Η ορθοδοξία, ήταν κάτι παραπάνω από θρησκευτικό δόγμα. Ήταν το πνευματικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο, εκφραζόταν η εθνική τους συνείδηση. Ο εθνικός τους ύμνος, ήτανε το ''τη υπερμάχω στρατηγώ''. Δεν γίνανε ομαδικοί εξισλαμισμοί και οι ατομικοί ήταν λιγότεροι σε σύγκριση με την υπόλοιπη Ήπειρο. Επί τουρκοκρατίας, δεν έχουμε σπαχήδες ή αξιωματούχους Αρτινούς, στον Τουρκικό στρατό. Επίσης μιλάει, για την στρατολόγηση μη μουσουλμάνων νέων κάτω των 18 ετών και την κατάργηση αυτής το 1632. Κάποιοι γενίτσαροι και σπαχήδες κατά βάθος πίστευαν, ότι ήταν Έλληνες και όσο μπορούσαν βοηθούσαν τους Γραικούς ή ακόμα και αποχωρούσαν. Δεν υπήρχε το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού και δεν υπήρχαν μετακινήσεις πληθυσμών. Γίνεται λόγος ακόμα, για τις επαγγελματικές ασχολίες των χριστιανών Αρτινών. Η Άρτα, λόγω διοικητικής και εθνικής καταπίεσης, εμφάνισε καθυστερημένη οικονομία, αφού εξήγαγε προϊόντα, χωρίς μεταποίηση και ο φυσικός της πλούτος παρέμενε ανεκμετάλλευτος. Η μαθήτευση στα επαγγέλματα, ήταν παραμελημένη και οι τέχνες παρακμασμένες. Ελάχιστα ήταν τα δημοτικά τραγούδια, τα οποία λειτουργούσαν καταλυτικά, στην συμπεριφορά των ραγιάδων και αξιόλογες βυζαντινές εικόνες, γινόταν σε μοναστήρια και σε ορισμένα καλλιτεχνικά οικοδομήματα στην πόλη. Με εξαίρεση ελάχιστους ηγούμενους και μητροπολίτες, η προφορική παράδοση έμενε ορφανή. Στην Άρτα, υπήρχαν συντεχνίες, παρόλο που δεν υπήρχε καλή οργάνωση σε αυτές. Κάθε χρόνο, γινόταν ξεχωριστή γιορτή, για τον προστάτη τους άγιο, η οποία κατέληγε σε γλέντι. Οι συντεχνίες μαζί με την εκκλησία, κατέβαλαν προσπάθειες, για την ανακούφιση της κοινωνικής δυστυχίας και της σκληρής σκλαβιάς.
Ένα από τα επαγγέλματα που γνώρισαν άνθιση, ήταν το εμπόριο. Πολλοί έμποροι, κατάφεραν να αναδυθούν στην ιεραρχία, όχι μόνο της τοπικής κοινωνίας, αλλά και εκτός αυτής. Ήταν, αυτοί που βοήθησαν την Άρτα και τους Αρτινούς. Τα προϊόντα που εμπορεύονταν ήταν ο καπνός, το αυγοτάραχο και τα γουναρικά. Η Άρτα, φτάνει στις αρχές του 18ου αιώνα, να έχει μεγάλη εμπορική ανάπτυξη. Γινόταν συναλλαγές με το εξωτερικό και λειτουργούσαν σε αυτήν, μεγάλοι εμπορικοί οίκοι που τους διεύθυναν Αρτινοί και ξένοι. Εξαιτίας, πολιτικών και εμπορικών λόγων, ιδρύθηκαν στην Άρτα προξενεία και υποπροξενεία, που τα περισσότερα ήταν συγκεντρωμένα σε μία περιοχή. Η οικονομική δραστηριότητα, ήταν στα χέρια των Χριστιανών Αρτινών. Λόγω καλής εικονικής κατάστασης, δεν είχαν προβλήματα με τους Τούρκους, μέσω δωροδοκιών. Είχαν να αντιμετωπίσουν όμως, την καχυποψία των κατακτητών και τις επιδρομές των ληστών. Οι υπόλοιποι, ζούσαν κάτω από την πίεση και τους κινδύνους. Έτσι, συμπεριφέρονταν με κουτοπονηριά και δουλοπρέπεια. Επίσης, αναφέρονται στοιχεία, για τον χαρακτήρα, την κοινωνική και καθημερινή ζωή, τα ήθη και τα έθιμά των Αρτινών. Εξέλεγαν δικούς τους κοινοτάρχες και αστυνομικούς. Συγκέντρωναν οι ίδιοι τους φόρους, με απώτερο στόχο την αυτοδιοίκηση της κοινότητας και τη συμμετοχή τους σε κοινωνικές εκδηλώσεις, με κορυφαίες τις θρησκευτικές. Εκτός από την μεγάλη γιορτή της Λαμπρής (βλ. παράρτημα), μεγάλες γιορτές γινόταν, για την Παναγία και την Αγία Παρασκευή. Στα Τζουμερκιώτικα χωριά της Άρτας, ο χορός το καγκελάρι, εκτός από κοινωνικό και ψυχαγωγικό σκοπό είχε και εθνικό. Στον συγκεκριμένο χορό, αντάλλασαν άποψης για τους τρόπους προφύλαξης ή διεξαγωγής του αγώνα, ενάντια στους Τούρκους. Παρακάτω αναφέρει, ονόματα Αρτινών, οι οποίοι διακρίθηκαν, σε διάφορους τομείς κατά την τουρκοκρατία. Το 1804, επιχειρείτε έξοδος και τα γυναικόπαιδα, λόγω του χαλασμού, πέφτουν από τον γκρεμό. Γίνεται λόγος, για την συμβολή των κλεφτών και των αρματολών, την εποχή της τουρκοκρατίας, για την στήριξη και απελευθέρωση των Ελλήνων και την σχέση τους, με τους απλούς κατοίκους της Άρτας, που καταστράφηκε και λεηλατήθηκε αρκετές φορές. Στα μέσα του 18ου αιώνα, η ζωή ήταν αφόρητη. Καταστράφηκε περισσότερο από τους αρματολούς, ενώ στήριξη του τόπου και των κατοίκων του αποτελούσε ο κλήρος. Εκτός από τις λεηλασίες, ο λαός της υπέφερε από θανατηφόρες επιδημίες πανώλης. Μιλάει ακόμα, για την κατανομή των οικοπέδων και την παρακμή του εμπορίου, στα τέλη του 18ου αιώνα. Αναφέρεται επίσης, στην πληθυσμιακή κατανομή. Έπειτα γίνεται λόγος, για τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις, από το 1454 μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα και τον πολύ σημαντικό ρόλο που έπαιξε η θρησκεία και η εκκλησία, στα χρόνια της σκλαβιάς (βλ. παράρτημα). Υπήρχε, ελεύθερη άσκηση θρησκευτικών καθηκόντων, αν εξαιρέσει κανείς, μεμονωμένα περιστατικά απαγόρευσης, που ο κλήρος κατάφερνε να τα ξεπερνά, συμβάλλοντας στην αποκατάσταση της εθνικής ελευθερίας μέσα από "συμβιβασμούς", "διαπραγμάτευση" και "διπλωματία". Ισπανοί και Βενετοί, απελευθέρωσαν την Άρτα, για μικρό χρονικό διάστημα, μετά το πέρας 80 χρόνων, από την προσπάθεια του μητροπολίτη Γαβριήλ Γ’, για εμπορικούς και πολιτικούς λόγους. Ο κλήρος, κατά το ρωμαϊκό δίκαιο, συμμετείχε στην απονομή δικαιοσύνης μέχρι και την τουρκοκρατία. Στην Άρτα, υπήρχαν επί τουρκοκρατίας δικαστήρια: α) για την ακίνητη ιδιοκτησία, β) διοικητικό, όπου αντιπροσωπεύονταν οι τρεις εθνικότητες Έλληνες, Τούρκοι και Εβραίοι, γ) το ποινικό, δ) το εμποροδικίο, ε) η δικαστική εκκλησιαστική αρχή μητροπόλεως και στ) η Ιουδαϊκή συνέλευση. Οι ποινές που επιβαλλόταν, ήταν κυρίως θρησκευτικού τύπου, αλλά δεν έλειπαν και περιπτώσεις που επιβαλλόταν ο ραβδισμός.
Παρακάτω αναλύει, το πως ο κλήρος, βοηθούσε τους χριστιανούς, σε οικονομικό και μορφωτικό επίπεδο, λόγω της κοινωνικής του ιδιότητας. Τέλος μιλάει, για την ζωή των κληρικών και των νεομαρτύρων, αλλά και την συνεισφορά τους, σε όλα τα επίπεδα, ιδιαιτέρως όμως στην εκπαίδευση, η οποία διαμόρφωσε την ελληνική-εθνική συνείδηση.
Το συγκεκριμένο ερευνητικό δοκίμιο χωρίζεται στα παρακάτω: στον πρόλογο του προέδρου της Βουλής των Ελλήνων, στην Εισαγωγή, σε τέσσερα κεφάλαια, στις σημειώσεις, στην βιβλιογραφία και στον κατάλογο εικόνων.
Στον πρόλογο του προέδρου της Βουλής των Ελλήνων, αναφέρεται ότι ο δεύτερος τόμος της σειράς «Μουσικός χάρτης του Ελληνισμού», είναι αφιερωμένος στην μουσική της Ηπείρου. Ο μουσικός πολιτισμός της Ηπείρου, έχει παρελθόν, παρών και μέλλον, με λίγα λόγια εξελίσσεται. Το θέμα, προσεγγίζεται σε συνάρτηση με την φυσική γεωγραφία και την ανθρωπογεωγραφία του χώρου, μέσα από τα μουσικά κέντρα και τα δίκτυα κίνησής τους.
Στην εισαγωγή, γίνεται λόγος, για την γενικότερη αντίληψη της λαϊκής μουσικής της υπαίθρου, η οποία διαμορφώνεται για να προάγει ένα εξιδανικευμένο παρελθόν. Αναφέρεται στις λέξεις: «αγωνία», «γνησιότητα», «αυθεντικότητα», «παράδοση» και «εκφολκλορισμός». Ο Ηπειρώτικος μουσικός πολιτισμός, εξελίσσεται διαρκώς. Επίσης, μιλάει για την σκιαγράφηση του μουσικού χάρτη της Ηπείρου, που έχει επιχειρηθεί με βάση την γεωγραφία, την διοικητική ή την φυσική. Το αποτέλεσμα των προσεγγίσεων αυτών, δεν ήταν το αναμενόμενο. Επίσης, λέει για τον σχεδιασμό της παρούσης έκδοσης, ο οποίος έγινε με βάση την λειτουργία των μουσικών πρακτικών. Τέλος, μιλάει για τον στόχο και τον σκοπό της έρευνας, αλλά και την διάρθρωσή της σε τρία επίπεδα:
Στο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο: Ο χώρος και οι άνθρωποι, μιλάει για το κλίμα της Άρτας και τα εδάφη της, που ήταν κατάλληλα για ελαιώνες και εσπεριδοειδή. Οι περισσότεροι από τους αστικούς πληθυσμούς, μουσουλμάνοι και εβραίοι της Άρτας μιλούσαν ελληνικά. Η χρήση της ελληνικής γλώσσας, υπήρξε ευρεία, για μια σειρά ιδιαίτερων λόγων. Σχετικά με το θρησκευτικό στοιχείο, κατά την Οθωμανική κυριαρχία, οι κάτοικοι της Ηπείρου διακρίνονται σε πέντε ομάδες. Οι έποικοι μουσουλμάνοι ήταν λίγοι, ενώ πολλές μετακινήσεις τους συνδεόταν, με την στελέχωση της Οθωμανικής διοίκησης. Σε αντίθεση με την φυλή και την γλώσσα, η θρησκεία, υπήρξε σημαντική παράμετρος του εθνισμού. Γίνεται αντιληπτό το γεγονός, ότι οι προσεγγίσεις του ανθρώπινου δυναμικού, βρίσκονται σε άμεση συνάφεια με τις διοικητικές μεταρρυθμίσεις. Η Οθωμανική κατάκτηση, οδήγησε στον σχηματισμό σαντζουκιών. Η πολιτική του Σουλτάνου Μαχμούτ Β’ 18ος-19οςαιώνας ευνοεί, την δημιουργία ισχυρών πασάδων.
Η ανθρωπογεωγραφία, επηρεάζεται έντονα, από τους οικονομικούς μηχανισμούς. Η Οθωμανική κατάκτηση, επέφερε μεταβολές και στο γαιοκτητικό καθεστώς. Τα πιο έφορα εδάφη, τα εκμεταλλεύονταν μουσουλμάνοι. Τα τιμάρια, μετά την παρακμή τους, μετατρέπονται σε τσιφλίκια, στα μέσα του 18ουαι. Μετ’ έπειτα, ο Αλή Τεπελενλής, οικειοποιείται μεγάλες εκτάσεις γης. Στις αρχές του 19ουαι., ξεκινάει η εξαθλίωση και η παρακμή. Τα γεωργικά προϊόντα που παρήγαγαν στην Άρτα, ήταν βαμβάκι, λινάρι και πορτοκάλια. Βασικό μέγεθος την εποχή της Οθωμανικής κυριαρχίας στην οικονομία, ήταν η βιομηχανία και οι συντεχνίες. Γίνεται αναφορά, στην ίδρυση σημαντικών εμπορικών αποικιών, στην κεντρική κι ανατολική Ευρώπη. Τέλος, μιλάει για την ίδρυση κομπανιών – οικογενειακών εταιρειών.
Το δεύτερο κεφάλαιο έχει τίτλο: Η μουσική της Ηπείρου. Στον πρόλογο γίνεται λόγος, για τις λογοτεχνικές αναζητήσεις του τέλους του 18ουαι. Είχαν ως στόχο, την προβολή της λαϊκής προφορικής ποίησης, κυρίως σε κύκλους εγγράμματης ευρωπαϊκής παράδοσης. Υπήρξε επίσης, μεγάλο ενδιαφέρον, για την μελέτη της λαϊκής παράδοσης, ενός σκλαβωμένου και υπόδουλου λαού. Ενώ λοιπόν, άρχισε να μελετάτε, ο κοινωνικός βίος, τα ήθη και τα έθιμα, η ενδυμασία, η ποιητικές και λογοτεχνικές διαστάσεις, η μουσική εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο, με μεγάλη καθυστέρηση. Μεταπολεμικά, οι ερευνητές στρέφονται στο λαϊκό τραγούδι. Η καθυστέρηση αυτή μοιραία υποβάθμισε την αυτή καθ’ αυτή μουσική πράξη. Δόθηκε περισσότερο βάση στο τραγούδι, κι όχι στα όργανα και στους οργανοπαίκτες. Σπάνιες είναι οι καταγραφές, όπου πρωταγωνιστούν τα όργανα και οι οργανοπαίκτες. Παρακάτω θέτει τα ζητήματα τεχνικής, λόγω της ιδιότητας των ερευνητών, αλλά και της πλήρης άγνοιάς τους σχετικά με την μουσική γραμματική. Τελευταία, έγινε αντιληπτό το παραπάνω ζήτημα της τεχνικής και της μεθοδολογίας. Έτσι, κρίθηκε αναγκαία, η διενέργεια μιας έρευνας-μελέτης προφορικών μουσικών παραδόσεων, στον χώρο λειτουργίας τους. Με αυτόν τον τρόπο, κατέστει δυνατόν, να αναδυθούν οι πολύπλοκες διαστάσεις της μουσικής πράξης, της μουσικής έκφρασης και η ιδιαίτερη συνθήκη της μουσικής παράδοσης. Στο υποκεφάλαιο «πηγές», γίνεται λόγος, για καταγραφές δημοτικών τραγουδιών σε cd, κάτι το οποίο στην χρονική περίοδο που μελετάμε, δεν μας ενδιαφέρει. Στο υποκεφάλαιο «μουσικά όργανα και κομπανίες», από μαρτυρίες και μελέτες, προκύπτει ο πολύ σημαντικός ρόλος της Βυζαντινής Μουσικής. Δεν υπάρχουν πολλές πηγές και οι πληροφορίες είναι αποσπασματικές, σχετικά με την έντονη μουσική δραστηριότητα, που αναπτύσσεται στα αστικά και οικονομικά κέντρα, όπως αυτό της Άρτας. Γίνεται όμως αναφορά σε αυτές, για μουσικά όργανα, όπως: ο ζουρνάς, το νταούλι (και διάφορα άλλα κρουστά), η τζαμάρα (επίσης διάφορα κι άλλα πνευστά) και το βιολί με αποκορύφωμα την Ηπειρώτικη σχολή βιολιού. Προφορικές μαρτυρίες, επιβεβαιώνουν τον κυρίαρχο ρόλο του. Οι οργανοπαίκτες, ανάλογα με τις ανάγκες τους κατασκεύαζαν και τα όργανά τους. Στο επόμενο υποκεφάλαιο με τίτλο «μουσικά ιδιώματα», γίνεται λόγος, για τις κομπανίες και τα ιδιώματά τους, από τα τέλη του 19ου αι. και έπειτα, κάτι το οποίο δεν είναι στο αντικείμενο μελέτης μας. Στο τελευταίο υποκεφάλαιο περιφερειακές μουσικές «σχολές», αναφέρει, ότι η πόλη της Άρτας και η ευρύτερη πεδινή περιοχή, δείχνει να ταυτίζεται καλλιτεχνικά με την οικογένεια των Σουκαίων, από το 1800. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες, για μουσικούς και μουσικές οικογένειες, του ιδίου αστικού κέντρου. Παρ’ όλα αυτά, γίνονται αναφορές, σε γλέντια και πανηγύρια. Παρακάτω αναφέρεται, σε ονόματα από την οικογένεια των Σουκαίων και νεοφερμένα μουσικά όργανα, όπως το κλαρίνο, το λαούτο και το τσίμπαλο. Η συνοχή της κομπανίας, εξασφάλιζε την διαφύλαξη των ιδιαίτερων τεχνικών εκτέλεσης, της απόδοσης υφολογικών ιδιαιτεροτήτων, αλλά και την διατήρηση του ελέγχου συγκεκριμένων περιοχών. Η ορχήστρα ήταν οικογενειακή υπόθεση και μέσα σε αυτήν, υπήρχε ιεράρχηση και ο καθένας είχε τον ρόλο του. Για να φτάσει κάποιος να παίζει κλαρίνο, έπαιζε πρώτα όλα τα υπόλοιπα όργανα της κομπανίας, έτσι ώστε να αναπτύξει, την αντίληψη του μουσικού συνόλου.
Στο τρίτο κεφάλαιο με τίτλο «Όργανα και γλεντιστές στην Ήπειρο», διαφαίνεται, ότι η λαϊκή μουσική κι ο λαϊκός χορός, υπάρχει ως έκφραση κι εμπειρία, σε συγκεκριμένο χώρο και χρόνο. Το γλέντι (βλ. παράρτημα), έχοντας ως βασικά συστατικά την μουσική, τον χορό, το φαγητό και το ποτό, είναι πεδίο μιας διαδικασίας. Η μνήμη, δεν περιορίζεται στην ανάμνηση και στην ανάκληση της δεδομένης εμπειρίας του παρελθόντος. Είναι η ενεργητική διαδικασία ανακατασκευής. Η γλώσσα, είναι το στοιχειώδες και σταθερό, συμβατικό πλαίσιο της κοινωνικής μνήμης και των κοινωνικών συμβάσεων. Η εμπειρία του πανηγυριού – γλέντι, αποτελεί φορέας περίπλοκου συνδυασμού σχέσεων και διαδικασιών. Η ηχητική σύνθεση και η συμβολική πρακτική, αποτελεί την ταυτότητα του κάθε χωριού, που προκύπτει από την μουσική και τα όργανα του γλεντιού. Το γλέντι έχει τελετουργικό χαρακτήρα, αλλά ταυτόχρονα και δυναμισμό. Από την μία, έχουμε επινοημένες συμβάσεις και από την άλλη, το στοιχείο της αλλαγής και της εξέλιξης. Το τραγούδι, η μουσική, ο χορός και το γλέντι συνιστούν κεντρικές δραστηριότητες κοινοτικής ζωής, οι οποίες συνέπιπταν, με το αγροτικό ημερολόγιο και τον συλλογικό βίο. Τα γλέντια αποτελούσαν σημείο αναφοράς. Οι γλεντιστές διασκέδαζαν, αλλά ταυτόχρονα πραγμάτωναν και τα λατρευτικά τους καθήκοντα. Η κοινότητα μέσα από αυτά, επιβεβαίωνε την κοινωνική της δομή.
Η μουσική ήταν αποκλειστικό προνόμιο των μουσικών. Μολονότι η μουσική, ήταν αντικείμενο σεβασμού, το επάγγελμα των μουσικών θεωρούνταν υποδεέστερα των άλλων. Η λέξη όργανα, αναφερόταν όχι μόνο στα όργανα, αλλά και στους οργανοπαίκτες. Ποιητική προσωποποίηση ή κοινωνική αποπροσωποποίηση των παικτών;
Το γλέντι διέπεται από τυπολογία και δομή. Είναι πεδίο διάδρασης, αναδεικνύονται οι σχέσεις μεταξύ του εαυτού και της συλλογικότητας, οι σχέσεις εξουσίας και οι πολιτικές της τοπικής ταυτότητας.
Στο τελευταίο κεφάλαιο με τίτλο «Η Ήπειρος και τα τραγούδια της», αναφέρεται στην περίφημη πεντατονία και στο αργόσυρτο ύφος, ως στερεότυπα της κοινωνικής αναπαράστασης, που βοήθησαν στην αποσιώπηση, των ιδιαιτεροτήτων και πολύπλοκων δικτύων επιρροών και την πολυδιάστατη λειτουργικοτήτων της μουσικής διαπραγμάτευσης. Αναφέρεται, ότι στο πλαίσιο της έκδοσης επιλέχθηκε υλικό, που οργανώνεται σε δύο κατηγορίες, στις παλιές και σύγχρονες ηχογραφήσεις. Τα συγκριτικά και πολύτιμα τεκμήρια από το παρελθόν, γίνονται βάση, ως προς την ανάδειξη λιγότερο γνωστών διαστάσεων της μουσικής φράσης, μέσω της αλληλόδρασης μουσικών γλεντιστών. Για την παρουσίαση επιλέχτηκαν ενδειτικά– χαρακτηριστικά κομμάτια, χωρισμένα ανά περιοχή. (βλ. παράρτημα)
Στο πρώτο βιβλίο, με τίτλο Αρτινά Ιστορικά Θέματα του Γιάννη Τσουτσινού, ο ίδιος αναφέρει, ότι η έρευνά του είναι ελλιπής κι ότι δεν είναι ερευνητής. Παρ’ όλα αυτά έχει πολύ καλή δομή. Κάποια από τα αποσπάσματά που χρησιμοποιεί, είναι απομνημονεύματα, αυτό σημαίνει, ότι από την μία λειτουργούν ως μαρτυρίες, από την άλλη δεν μπορούν να είναι αντικειμενικά. Κάποια άλλα αποσπάσματα ή παραπομπές που γίνονται, αποτελούν κομμάτια μελετών, τα οποία μπορούμε να θεωρήσουμε αντικειμενικά. Τέλος, είναι ένα αρκετά ζωντανό, ευανάγνωστο και πλούσιο σε πληροφορίες βιβλίο.
Το δεύτερο βιβλίο, με τίτλο «Τουρκοκρατούμενη Άρτα και Κλήρος» του Κωνσταντίνου Tσιλιγιάννη, είναι πολύ ευχάριστο και θυμίζει παραμύθι. Στηρίζεται σε μαρτυρίες και απομνημονεύματα.
Το τρίτο κατά σειρά βιβλίο, με τίτλο Μουσικός χάρτης του Ελληνισμού - Η μουσική της Ηπείρου σε επιμέλεια του Γιώργου Κοκκώνη, είναι ένα ερευνητικό δοκίμιο. Αυτό φαίνεται εξ αρχής, απ’ την μεθοδολογία που χρησιμοποιεί, την εξαιρετική δομή και σύνταξη, αλλά και την βιβλιογραφία. Είναι ευανάγνωστο και είναι το μόνο, που άντλησα πληθώρα πληροφοριών σχετικά με την μουσική της Άρτας.
Αρκετές πληροφορίες, που σύλλεξα για την ιστορία της Άρτας, αναφέρονται και στα τρία βιβλία. Αυτό σημαίνει, ότι υπάρχει αντικειμενικότητα στα γεγραμμένα. Και στα τρία βιβλία, επίσης, γίνεται αναφορά, στο γλέντι, στο δημοτικό τραγούδι και στον χορό. Το μόνο βιβλίο, όπως προανέφερα, που μιλάει εκτενέστερα για την μουσική και τους μουσικούς είναι το Μουσικός χάρτης του Ελληνισμού - Η μουσική της Ηπείρου σε επιμέλεια του Γιώργου Κοκκώνη.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
3. Τουρκοκρατούμενη Άρτα και κλήρος / Κωνσταντίνος Αν. Τσιλιγιάννης, Άρτα :[χ.ό.] , 1992
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο
#28457 / 20.02.2014, 20:29 / Αναφορά Aξιόλογη και ενδιαφέρουσα ερευνητική εργασία, με αγάπη στην παράδοση. Συγχαρητήρια! |
#28459 / 21.02.2014, 21:39 / Αναφορά Πολλές πληροφορίες. Ενδιαφέρον πόνημα !! |
#28475 / 28.02.2014, 12:15 / Αναφορά Εξαιρετικό ! |