Γεννημένος το 1939 στο Ηράκλειο της Κρήτης ασχολήθηκε με τη μουσική από πολύ μικρός παίζοντας
βιολί και κλαρινέτο και το 1956 στην Αθήνα αρχίζει να ασχολείται με τη σύνθεση ενώ παράλληλα γράφεται στην Πάντειο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 60 κυκλοφορεί τα πρώτα του τραγούδια και το χορόδραμα Θησέας (1963). Παράλληλα γράφει μουσική για τις ταινίες:Μικρές Αφροδίτες του Νίκου Κούνδουρου, Επιχείρηση Απόλλων κλπ. Χρησιμοποιεί στις ενορχηστρώσεις του όργανα όπως σαντούρι, κρητική λύρα, κανονάκι βάζοντας από νωρίς τις βάσεις για το κίνημα «επιστροφή στις ρίζες». Το 1967 πηγαίνει στο Λονδίνο. Σε μια συναυλία διαμαρτυρίας θα τραγουδήσει επί σκηνής με τον Τζον Λένον το Ζαβαρακατρανέμια ( τραγούδι – σήμα του δημιουργού του που το περιέλαβε αργότερα στη συλλογή Ανεξάρτητα).
Επιστρέφοντας στην Αθήνα το 1969 κυκλοφορεί τον πρώτο μεγάλο δίσκο του «Ήλιος ο πρώτος» σε ποίηση Οδυσσέα Ελύτη. Ο δίσκος έχει την ορμή και το πάθος του νέου δημιουργού και αναδεικνύει με τις εκφραστικές φωνές της Μαρίας Δημητριάδη μερικά σπουδαία τραγούδια όπως Κάτω στης μαργαρίτας τ’ αλωνάκι, Τα παιδιά και άλλα.
Το 1970 κυκλοφορεί το Χρονικό έργο σταθμός για την
ελληνική μουσική που το δούλευε μαζί με τον στιχουργό Κ.Χ.Μύρη (Κώστα Γεωργουσόπουλο από το 1966.
Εδώ παρουσιάζεται στο κοινό για πρώτη φορά ο
Νίκος Ξυλούρης που μαζί με τη νεότατη τότε
Τάνια Τσανακλίδου ερμηνεύουν καταπληκτικά τα κομμάτια του δίσκου, όλα ένα κι ένα που αποτελούν μια σπουδή στην πορεία του Ελληνισμού τον 20ό αιώνα.
Με τα έργα Ιθαγένεια, Ριζίτικα, εδραιώνει τις αντιλήψεις του για την
ελληνική μουσική που συνοψίζονται στο σύνθημα «επιστροφή στις ρίζες». Όπως σημειώνει ο καθηγητής εθνομουσικολογίας Γιώργος Αμαργιανάκης στο σημείωμά του για την επανέκδοση της Ιθαγένειας συνοψίζει σε δυο λόγια την «κοσμοθεωρία» του Γιάννη Μαρκόπουλου:»Όπως όλα σχεδόν τα έργα του συνθέτη, η Ιθαγένεια βασίζεται στην αρχή που ο ίδια διατύπωσε με τον όρο «επιστροφή στις ρίζες», που δε σημαίνει παραδοσιολαγνεία, συντήρηση ή πολύ περισσότερο οπισθοδρόμηση, αλλά δυναμική πορεία προς το μέλλον, με αφετηρία την εμπειρία από το πολιό και δοκιμασμένο παραδοσιακό υλικό… Από το υλικό αυτό που ο συνθέτης το έχει βιώσει από την παιδική του ηλικία, εμπνέεται για να συνθέσει νέες πρωτότυπες δημιουργίες που συνδέουν άρρηκτα το παρελθόν με το παρόν και ανοίγουν νέες προοπτικές στο μέλλον». Η Ιθαγένεια εκφράζει ίσως περισσότερο από κάθε άλλο την μουσική κοσμοθεωρία του Γιάννη Μαρκόπουλου και ο Ξυλούρης κεντάει σε τραγούδια κλασικά όπως το Γεννήθηκα και Χίλια μύρια κύματα. Τα ριζίτικα ακολουθούν στον ίδιο δρόμο και το Πότε θα κάνει ξαστεριά γίνεται στα χείλη όλων τραγούδι σύμβολο κατά της δικτατορίας.
Ακολουθούν τα τραγούδια του νέου πατέρα (1972) και «Ο Στρατής Θαλασσινός ανάμεσα στους αγάπανθους» (1973). Στο πρώτο, σε στίχους Μιχάλη Κατσαρού τραγουδάει ο ίδιος ο συνθέτης με τη χαρακτηριστική φωνή του και μαζί του η Λιλή Χριστοδούλου και η
Ξανθίππη Καραθανάση. Τα τραγούδια εκπέμπουν νοσταλγία και τρυφερότητα και κάποια όπως Η θαλασσινή , Στα λιθάρια και Την εικόνα σου έμειναν κλασικά. Στο Στρατή Θαλασσινό έργο σε στίχους Γιώργου Σεφέρη κορυφαία στιγμή είναι, κατά τη γνώμη μου, το Λίγο ακόμα, με τη Μ. Σπυράτου διάρκειας μόνο 2.16 που απογειώνει τους πασίγνωστους στίχους του Σεφέρη:
«Λίγο ακόμα
θα ιδούμε τις αμυγδαλιές ν’ ανθίζουν
τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο
τη θάλασσα να κυματίζει
λίγο ακόμα,
να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα».
Το 1974 με την πτώση της χούντας κυκλοφορεί ένα από τα κορυφαία έργα του συνθέτη και της ελληνικής μουσικής γενικότερα. Είναι η Θητεία σε στίχους Μάνου Ελευθερίου, δίσκος που έσκασε σα βόμβα στ’ αυτιά και στις συνειδήσεις του κοινού και κατέγραφε ιστορικά τραγούδια όπως Τα μαλαματένια λόγια και Τα λόγια και τα χρόνια το συγκλονιστικότερο , για πολλούς τραγούδι του συνθέτη. Τραγουδούν οι Χ. Γαργανουράκης, ο Λ. Χαλκιάς και η
Τάνια Τσανακλίδου. Έργο – σταθμός.
Ακολουθούν δίσκοι ο ένας καλύτερος από τον άλλον: Μετανάστες (1974) (με τη
Βίκυ Μοσχολιού και το Λ. Χαλκιά), Θεσσαλικός κύκλος (1975), Οροπέδιο (1975) σε ποίηση Μιχάλη Κατσαρού και έντονη τη σφραγίδα του Παύλου Σιδηρόπουλου και Ανεξάρτητα (1976) συλλογή ανένταχτων τραγουδιών όπου συμπεριλαμβάνεται και η μαγική Λένγκω που ο Μαρκόπουλος είχε πρωτοπαρουσιάσει σε συναυλία του στο Ηρώδειο ερμηνεύοντάς το ο ίδιος αφήνοντας τον κόσμο άφωνο. Τραγούδι που χρειάζεται ειδικό αφιέρωμα όπως άλλωστε και πολλά άλλα. Την ίδια χρόνιά με τη μουσική για ένα ντοκιμαντέρ του BBC το Ποιος πληρώνει το βαρκάρη θα γνωρίσει τρομερή επιτυχία στην Αγγλία και στην υπόλοιπη Ευρώπη με το ομώνυμο πασίγνωστο πια μουσικό θέμα.
Δημιουργίας συνέχεια οι
Ελεύθεροι Πολιορκημένοι (1977) «σε μορφή λαικής λειτουργίας για τραγουδιστές, αφηγήτρια, μικτή χορωδία και ορχήστρα» όπως το αναφέρει ο ίδιος. Αφηγήτρια η Ειρήνη Παπά, τραγουδιστές ο
Νίκος Ξυλούρης (στην τελευταία, όπως αποδείχτηκε, συνεργασία τους), ο Λ. Χαλκιάς και ο Η. Κλωναρίδης. Σπουδαία και η συμμετοχή της Χορωδίας Πρεβεζας. Δίσκος ορόσημο για τη μελοποιημένη ποίηση, δύσκολος και απαιτητικός, που χρειάζεται πολλαπλές ακροάσεις, όμως ο υπομονετικός ακροατής έχει να κερδίσει πολλά και αν μη τι άλλο να αισθανθεί περήφανος για κομμάτια όπως Άκρα του τάφου, Μητέρα μεγαλόψυχη, και Πειρασμός που προσωπικά το θεωρώ την κορυφαία στιγμή στο ελληνικό τραγούδι, αν δεχτούμε την κορύφωση ως τέλειας ισορροπία στίχου, σύνθεσης, ερμηνείας (Ξυλούρης) και ενορχήστρωσης.
Δύο χρόνια μετά, το «Σεργιάνι στον κόσμο» θα χαρίσει στο συνθέτη τη μεγαλύτερη επιτυχία και τον πιο εμπορικό δίσκο της καριέρας του, δίσκο που πούλησε σα ζεστό ψωμί και έβαλε στα χείλη όλων μέσω της απίστευτης ερμηνείας του Γιώργου Νταλάρα τα Παραπονεμένια λόγια. Τραγούδι που όπως γράφτηκε πριν χρόνια στο
Δίφωνο " έκανε όλους τους νέους των βορείων προαστίων να τραγουδούν με πάθος πράγματα με τα οποία δεν είχαν καμιά σχέση". Η μεγάλη επιτυχία του δίσκου όμως ήταν και τα υπόλοιπα άψογα τραγούδια (Του χάρου, ο σκλάβος, η μάνα του Αλέξανδρου, τη ζωή μου μη διαβάζεις κλπ) που ανακαλύφτηκαν σιγά σιγά γεγονός που συνετέλεσε στη διαχρονικότητα του δίσκου. Η πρώτη αυτή επιτυχημένη συνεργασία των Μαρκόπουλου – Νταλάρα έμελλε να είναι και η τελευταία (ίσως λόγω εγωισμού που πάντα διέκρινε και τους δύο;)
Στη δεκαετία του 80 η ορμή του Γιάννη Μαρκόπουλου κοπάζει κάπως. Παρόλα αυτά κυκλοφορεί τα : Ρίζες, Ντενεκεδούπολη (1980), Ορίζοντες (1981), Σειρήνες (1983), Του σίδερου και του νερού (1984), Ρεπορτάζ (1985), Παράθυρο στη Μεσόγειο και Τολμηρή επικοινωνία.
Το καλύτερο νομίζω ήταν Του σίδερου και του νερού. Η
Βίκυ Μοσχολιού και ο
Βασίλης Σκουλάς μοιράζονται μια σειρά από πολύ καλά τραγούδια που δε γνώρισαν όμως ανάλογη αποδοχή από τον κόσμο. Οι Σειρήνες, μεγαλόπνοος διπλός δίσκος σε στίχους Κ.Χ. Μύρη δε μπόρεσε να σταθεί δίπλα σε ανάλογα έργα του παρελθόντος ενώ η Τολμηρή επικοινωνμία παρουσιάζει χαρακτηριστικές στιγμές του έργου του. Και μόνο για τον Ηλεκτρικό Θησέα και την Εαρινή Συμφωνία αξίζει ο δίσκος.
Η δεκαετία του 90 ξεκινάει με τάσεις ανανέωσης για το Γιάννη Μαρκόπουλο. Φίλοι που φεύγουν (1991) δίσκος σπάνιου εκλεκτικισμού και τρία χρόνια μετά Η λειτουργία του Ορφέα, απαιτητική μελοποίηση ορφικών ύμνων, έργο σπουδαίας κουλτούρας που η «λογιότητά του» δεν το εμπόδισε να γίνει κλασικό και να γνωρίσει διεθνή αποδοχή.
Επιστροφή στην απλή φόρμα του τραγουδιού με τον Αθέατο σφυγμό όπου ο
Βασίλης Λέκκας ερμηνεύει με πάθος τα καλύτερα τραγούδια του Μαρκόπουλου από το τέλος της δεκαετίας του 70. Η Αναγέννηση: Κρήτη ανάμεσα σε βενετιά και πόλη είναι άλλη μια μεγαλεπήβολη σύνθεση που όμως σε αντίθεση με τις Σειρήνες, δικαιώνει με το παραπάνω τις προσδοκίες, αφού πρόκειται για ένα από τα κορυφαία έργα του συνθέτη, τόσο ώστε να απορεί κανείς πως έδωσε τέτοιο αριστούργημα μετά από τόσα χρόνια δημιουργίας. Τέσσερις ενότητες (με τραγούδια, άριες, χορικά κλπ) της Άλωσης, της Βενετίας, Ερωτόκριτος και Αναγέννηση δένουν αρμονικά μεταξύ τους και δημιουργούν ένα φοβερό σύνολο.
Η ενότητα Ερωτόκριτος θα δουλευτεί αργότερα για να μετατραπεί σε άλλο ένα σπουδαίο έργο το Ερωτόκριτος και Αρετή (2003) μια μαγική όπερα σε δύο πράξεις μια όπερα που δεν έχει τίποτε το εξεζητημένο και οι ερμηνευτές Κ. Μακεδόνας,
Μάνος Ξυδούς,
Βασιλική Λαβίνα (εκφραστικότατη ερμηνεύτρια πολλών τραγουδιών όλα αυτά τα χρόνια, πέρα από σύζυγος του Μαρκόπουλου)βρίσκονται στα καλύτερά τους.
Ενδιάμεσα πρόλαβε να κυκλοφορήσει το Τραγούδι του Αχιλλέα (2001), να γράψει σουίτες για πιάνο και φωνή, να δώσει πολλές συναυλίες τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό (Βρυξέλες, Μπουένος Άυρες κλπ) ενώ για το άμεσο μέλλον ετοιμάζει την κυκλοφορία ενός ή δύο νέων δίσκων. Και μ’ όλα αυτά ο ίδιος επιμένει: «αισθάνομαι ότι έχω πολλά ακόμη να δώσω (!!!)
τα λογια και τα χρονια
Τα λόγια και τα χρόνια τα χαμένα
και τους καημούς που σκέπασε καπνός
η ξενιτιά τα βρήκε αδερφωμένα.
Κι οι ξαφνικές χαρές που ήρθαν για μένα
ήταν σε δάσος μαύρο κεραυνός
κι οι λογισμοί που μπόρεσα για σένα.
Και σου μιλώ σ' αυλές και σε μπαλκόνια
και σε χαμένους κήπους του Θεού
κι όλο, θαρρώ, πως έρχονται τ' αηδόνια
με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια,
εκεί που πρώτα ήσουνα παντού
και τώρα μεσ' στο κρύο και στα χιόνια.
Η μοίρα κι ο καιρός τόχαν ορίσει
στον κόσμο αυτό να ρίξω πετονιά
κι η νύχτα χίλια χρόνια να γυρίσει
στο τέλος της γιορτής να τραγουδήσει
αυτός που δεν εγνώρισε γενιά
και του καημού την πόρτα να χτυπήσει.
Δεν ήτανε ρολόι σταματημένο
σε ρημαγμένο κι άδειο σπιτικό
οι δρόμοι που με πήραν και προσμένω.
Τα λόγια που δεν ξέρω σου τα δένω
με τους ανθρώπους που είδαν το κακό
και τόχουν στ' όνομά τους κεντημένο.
Αυτός που σπέρνει δάκρυα και πόνο
θερίζει την αυγή ωκεανό.
Μαύρα πουλιά του δείχνουνε το δρόμο
κι έχει τη ζωγραφιά κοντά στον ώμο,
σημάδι μυστικό και ριζικό
πως ξέφυγε απ' τον Άδη κι απ' τον κόσμο.