Α' Μέρος
Βρεθήκαμε στο Μοναστηράκι ένα μεσημέρι ανάμεσα στα τόσα άλλα που ο καθένας είχε στο πρόγραμμά του - πρόβες, δουλειές, σχολές - και θα περίμενε κανείς πως θα ήταν μια συνέντευξη στο πόδι: ερωτήσεις και απαντήσεις.
Ο Beatlus μας οδήγησε σε ένα καφενείο, στον ημιόροφο ενός κτιρίου, τόσο κρυμμένο από την κοινή θέα όσο χρειάζεται για να βρει κανείς την ηρεμία του και τον εαυτό του, να μιλήσει σαν άνθρωπος με τον συνάνθρωπό του και να γεμίσει τις ψυχικές του μπαταρίες. Ο χρόνος κύλισε γρήγορα σαν τις αχτίδες του χειμωνιάτικου ήλιου που έμπαινε από την τεράστια τζαμαρία, ενώ δέσποζε η θέα της Ακρόπολης πάνω από όσα κεραμίδια απέμειναν στα παλιά σπίτια της περιοχής…
Βeatlus: Μαρία, πόσα χρόνια μένεις στην Αθήνα;
Φέτος κλείνω τα οχτώ. Παρόλα αυτά δεν έχω κυκλοφορήσει πολύ κι έτσι δεν την έχω μάθει. Πηγαίνω σε πάρα πολύ συγκεκριμένα μέρη. Γενικά είμαι λίγο του σπιτιού. Έτσι αν βγω θα βγω έξω από την Αθήνα, θα πάρω το αυτοκίνητο και θα την κάνω σαν τρελή! Οπότε δεν έχω καταφέρει να τη μάθω ακόμα. Μονάχα όσα μου έχουν δείξει οι άλλοι, δηλαδή πολύ συγκεκριμένα στέκια…
Αiolos_m: Στη διαδρομή μας μέχρι εδώ περάσαμε από τον «Θανάση» με τα διάσημα σουβλάκια…
Δεν είμαι χορτοφάγος, αλλά για κάποιο χρονικό διάστημα έχω κόψει το κρέας, γιατί ανακαλύπτω καινούργιες συνταγές με λαχανικά και μου αρέσουν πολύ. Γενικά, είναι καταπληκτική ενασχόληση η μαγειρική...
Β: Η μαγειρική στον άνθρωπο δείχνει κι έναν εκλεπτυσμό;
Αυτό είναι συνέπεια του όλου τρόπου ζωής, νομίζω. Δηλαδή, εκλεπτυσμένη μαγειρική σημαίνει κι εκλεπτυσμένο τρόπο ζωής. Η μαγειρική είναι σαν τη μουσική, σαν όλες τις τέχνες. Προσωπικά περνάω ατέλειωτες ώρες στην κουζίνα κάνοντας ψυχοθεραπεία με τα φαγητά μου. Θέλει και πολύ μεράκι.
Β: Η σπεσιαλιτέ σου;
Δεν έχω σπεσιαλιτέ, αλλά μου αρέσει πολύ η ελληνική κουζίνα. Στις πρόβες που κάνουμε με τους μουσικούς μου, τρώμε καταπληκτικά, γιατί καλή μουσική χωρίς καλό φαγητό δεν γίνεται, να το ξέρετε. Σήμερα να φανταστείς μου… έκαναν παρατήρηση, γιατί έχουμε στούντιο και δεν θα προλάβω να μαγειρέψω!
Β: Η πολιτική κατάσταση και ο εκλεπτυσμός που της λείπει σε προβληματίζει προσωπικά;
Καταρχήν, το πρώτο πράγμα που με προβληματίζει είναι ότι ανοίγω την τηλεόραση και παντού βλέπω το ίδιο πράγμα. Δηλαδή, μια πλύση εγκεφάλου για συγκεκριμένα γεγονότα, όπως η υπόθεση Ζαχόπουλου. Γενικά, δεν νομίζω ότι το συγκεκριμένο γεγονός αναδεικνύει την πολιτική κατάσταση της χώρας. Υπάρχουν χιλιάδες τέτοιες ιστορίες θαμμένες στο συρτάρι, απλά έτυχε να βγει παραέξω αυτό. Νομίζω πως είναι μία τρίχα στα άχυρα και τίποτα άλλο. Έχουνε συμβεί απίστευτα πράγματα, ειδικά από τη μεταπολίτευση και μετά, που ούτε καν μπορεί να τα διανοηθεί το κεφάλι μας. Και να σας πω την αλήθεια, προσωπικά δεν με αφορά όλο αυτό το έργο. Δηλαδή, ξέρω ότι υπάρχει ένα σύστημα τελείως σάπιο, του οποίου μέρος είμαι κι εγώ, απλά προσπαθώ να φτιάξω τον εαυτό μου και τον τρόπο ζωής μου, έτσι ώστε να μην κάνω κακό στους άλλους, είτε είναι άνθρωποι, είτε περιβάλλον. Να μην βλάπτω το χώρο που ζω και το μόνο πράγμα που μπορώ να αλλάξω είναι ο εαυτός μου και ο χώρος μου. Τώρα από εκεί και πέρα εννοείται ότι, αφού ζω στην Ελλάδα και σε αυτό τον τόπο με όλα αυτά τα καλά και τα κακά, είμαι κομμάτι όλου αυτού που συμβαίνει. Δεν μπορώ να αλλάξω τους άλλους.
Α: Εγώ, πάντως, αισθάνομαι αμηχανία όταν πάω να ψηφίσω. Να ψηφίσεις; Και τελικά τι να ψηφίσεις;
Το να μην ψηφίσει κανείς δε νομίζω ότι είναι και καλό. Είναι μία κίνηση που δεν αγγίζει κανέναν. Άντε και δεν ψήφισες… έχασε η Βενετιά, βελόνι. Το θέμα είναι να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι κάτι πρέπει να κάνουμε. Πας ας πούμε και ρίχνεις την ψήφο σου στα δυο μεγάλα κόμματα. Γιατί; Αφού βλέπεις ότι επί είκοσι χρόνια συμβαίνει το ίδιο πράγμα. Βάζεις το κεφάλι σου στο ντορβά και μετά παραπονιέσαι. Ψήφισε κάτι που μπορεί να μην σε εκφράζει εντελώς, αλλά τουλάχιστον είναι ένα αντιστάθμισμα σε όλο αυτό που συμβαίνει. Δηλαδή, αυτό που γίνεται τα τελευταία χρόνια με την τάση του κόσμου προς την αριστερά, που νομίζω είναι πιο έντονο, είναι πολύ καλό. Mόνο με τη συνειδητοποίηση υπάρχει περίπτωση να αλλάξει κάτι.
Β: Νιώθεις αμήχανα για το παρόν και το μέλλον;
Δεν έχω τέτοια προβλήματα, νομίζω πως η αμηχανία πηγάζει περισσότερο από την ανασφάλειά μας κι εγώ προσπαθώ να μην είμαι ανασφαλής. Δηλαδή, προσπαθώ να εξερευνώ τον εαυτό μου, να μαθαίνω τι θέλω και τι δεν θέλω κι από ‘κει και πέρα να νιώθω ασφαλής με αυτό που συμβαίνει και μ’ αυτό που είμαι. Το ότι με επηρεάζουν εξωτερικοί παράγοντες σίγουρα γίνεται, αλλά προσπαθώ να αφήνω όσο το δυνατόν λιγότερο τέτοια πράγματα να περνάνε μέσα μου. Δεν θα με πιάσει πανικός, ούτε για την πολιτική κατάσταση, ούτε για τους ανθρώπους που κυκλοφορούν στο δρόμο με κατεβασμένα μούτρα. Εν μέρει, βέβαια, αυτό είναι λογικό, γιατί όταν ο άλλος έχει χίλια δυο προβλήματα και πίεση στο κεφάλι του πώς να είναι μες στην καλή χαρά; Απλά προσπαθώ να το κρατάω έξω, να μην με επηρεάζει.
Β: Το εισπράττεις όλο αυτό το κλίμα στις ζωντανές σου εμφανίσεις;
Κάθε βραδιά δεν είναι ίδια. Υπάρχουν βράδια που έρχεται κόσμος που κουβαλάει όλο τον φόρτο της ημέρας, είτε γιατί δεν πήγαν καλά οι δουλειές του, είτε γιατί μπορεί να μπάλωσε με τους δικούς του… κουβαλάνε έναν αρνητισμό πολλές φορές, που όμως στη συνέχεια μετατρέπεται. Κι εγώ μπορεί να μην είμαι καλά μια βραδιά, αλλά πάντα στις ζωντανές εμφανίσεις υπάρχει το αλισβερίσι με τον κόσμο το οποίο τα ισορροπεί. Υπάρχει ένα παιχνίδι «θα σου δώσω- θα μου δώσεις» νταλαβερίζοντας με τον κόσμο κι ένα καταπληκτικό ενεργειακό κλίμα. Νομίζω ότι στο τέλος φεύγουν όλοι καλά.
Α: Όσοι έρχονται είναι συνειδητοποιημένοι σχετικά με το τι θα ακούσουν;
Νομίζω ότι το κοινό σήμερα σε ελάχιστες περιπτώσεις είναι συνειδητοποιημένο. Είναι τόσο μεγάλη η πληροφόρηση που όποιο έντυπο και ν’ ανοίξεις, τηλεόραση ή
ραδιόφωνο, κατακλύζεσαι από πάρα πολλές πληροφορίες. Έτσι εκ των πραγμάτων χάνεται ο κόσμος. Πρέπει κανείς να είναι μέσα του πολύ ήσυχος για να μπορέσει να διακρίνει αυτό που του δίνεις. Χρειάζεται χρόνο για να μπορέσει να ξεσκαρτάρει τις πληροφορίες κι αν τον έχει, το κάνει. Προσωπικά δεν με πειράζει να ακούσω δεκαπέντε καινούργιες δουλειές. Μπορεί να τις ακούω για ένα, δύο ή πέντε χρόνια και κάποια στιγμή μέσα στο κεφάλι μου θα ξεκαθαρίσουν εκείνες που αξίζουν, που θα θέλω να πηγαίνω να τις ακούω, που θα έχω στο σπίτι μου τον δίσκο… Όλο αυτό, όμως απαιτεί χρόνο.
Α: Γιατί πιστεύεις ότι ο κόσμος δεν αγοράζει πλέον δίσκους;
Ο κόσμος δεν έχει λεφτά, αυτό είναι το βασικότερο, όχι μόνο για τους δίσκους, αλλά και για τα μαγαζιά. Εδώ πας και παίρνεις ένα μπρόκολο και δίνεις δυόμιση ευρώ, θα αγόραζες αυθεντικό δίσκο; Αλλά εκτός από αυτό νομίζω ότι βγαίνουνε τόσα πολλά πράγματα που ο κόσμος δεν έχει για να αγοράσει πέντε καλούς δίσκους, γιατί πιστεύω πως βγαίνουν καλά πράγματα, άσχετα αν το μαθαίνουμε γρήγορα ή όχι. Κι αν πάμε και παρακάτω θα δούμε ότι οι παραγωγές δεν είναι τόσο προσεγμένες, βγαίνουν πολύ εύκολα δουλειές. Έτσι ο κόσμος στρέφεται στο πειρατικό cd που θα το πάρει με πέντε ευρώ, θα ακούσει αυτό που θέλει κι αν του αρέσει πιστεύω θα πάει να το πάρει αυθεντικό. Απλά ξεκαθαρίζει τι ακριβώς θέλει. Τα καλά πράγματα πάντα έχουν χώρο στο σπίτι μας και πάντα επενδύουμε στα καλά πράγματα.
Α: Είπες πως βγαίνουν πολλές δουλειές και λόγω της ποσότητας πέφτει η ποιότητα…
Όχι μόνο της ποσότητας, αλλά και λόγω οικονομικής κατάστασης. Δηλαδή, εγώ μπορεί να μην έχω την οικονομική άνεση να κάνω μια παραγωγή 20.000 ευρώ, αλλά να έχω ένα budget 7.000 για να βγάλω το υλικό μου. Αυτό από τη μία είναι καλό, γιατί η δουλειά γίνεται πιο ζεστά, σε ένα κλίμα ομαδικότητας λόγω της οικονομίας που γίνεται, από την άλλη το επίπεδο της δουλείας που προσφέρεις στον κόσμο σου υστερεί σαν ποιότητα παραγωγής. Αν έβγαιναν δέκα δουλειές από τις εταιρίες οι οποίες θα μοιράζονταν το συνολικό budget θα γίνονταν πολύ πιο προσεγμένες δουλειές. Ο άλλος θα πήγαινε να επενδύσει τα λεφτά του. Διαφωνώ, επίσης, με την άποψη ότι οι εταιρίες «δεν βγαίνουν». Όταν κάτι είναι καλό, μπορεί να πάρει περισσότερο χρόνο αλλά κάποια στιγμή θα εμφανιστεί. Σίγουρα οι εταιρίες δεν επενδύουν τόσο πολύ όσο τα περασμένα χρόνια και δεν επενδύουν με το ίδιο κριτήριο. Παλαιότερα υπήρχε πολύ υψηλότερος δείκτης διαλογής σε σχέση με τους ανθρώπους που έπρεπε να κάνουν δίσκο. Σήμερα δεν υπάρχει αυτό. Παρόλα αυτά δημιουργούνται πολύ καλά πράγματα. Απλά θέλει λίγο περισσότερο ψάξιμο. Κι αυτό ίσως είναι και καλό, θέλει κόπο για να ανακαλύψεις κάτι που σου αρέσει και θες να περνάς χρόνο μαζί του.
Β: Η τεχνολογία όμως έχει ρίξει αρκετά το κόστος…
Η μουσική όμως είναι αίμα και δέρμα. Να κάτσεις να παίξεις με τον άλλο, να μυρίζεις το χνότο του, να δεις αν ταιριάζετε. Είναι αλισβερίσι. Γι’ αυτό κι εγώ διαφωνώ με την τεχνική του να μπαίνει ένας- ένας να γράφουν στο στούντιο, πράγμα το οποίο συνηθίζεται σήμερα. Κι εγώ το έχω κάνει, αλλά είναι πολύ πιο ανθρώπινο και πιο φυσικό να παίζεις μαζί με τον άλλο.
Β: Το επιδιώκεις αυτό;
Στον δεύτερο δίσκο σίγουρα θα το επιδιώξω. Αυτό που μου αρέσει να κάνω και στα live είναι να μπλέκω τους μουσικούς. Είτε να είμαστε σε ημικύκλιο, όταν βολεύει ο χώρος, είτε γενικά να έχουμε μια ανθρώπινη επαφή.
Α: Αυτό από μόνο του δεν μειώνει την ποιότητα της παραγωγής σε έναν δίσκο; Όταν γράφουν όλοι μαζί μπορεί να γίνουν λάθη και να χρειαστούν διορθώσεις...
Ίσα- ίσα που αυτό είναι ό, τι πιο φυσικό θα μπορούσες να κάνεις στη μουσική. Τα λάθη είναι μέσα στη φύση μας, δεν μπορείς να κάνεις ένα τραγούδισμα και να είναι άψογο. Ακόμα και η καλύτερη φωνή του κόσμου να είσαι, θα έχεις κάτι ανθρώπινο στη φωνή σου. Αυτό πρέπει να καταγραφεί. Διαφωνώ με τη λογική του βάζουμε την φωνή στον υπολογιστή, κάνουμε editing, τα φτιάχνουμε όλα, κουρδίζουμε… Εγώ δεν τραγουδάω έτσι στον «αέρα». Τραγουδάω με τα λάθη μου, με τις παραφωνίες μου, με διάφορα που δεν είναι ακριβώς στον τόνο. Γιατί προσπαθούμε να κάνουμε κάτι εκτός φύσης;
Α: Οπότε στον πρώτο δίσκο που έγιναν έτσι τα πράγματα να υποθέσουμε πως ήταν θέμα εταιρίας;
Όχι, ήταν θέμα δικής μου απειρίας. Δηλαδή, κάνοντας την πρώτη δουλειά, επειδή δεν είχα ξαναδουλέψει στο στούντιο και δη με δικά μου κομμάτια, ήθελα να μάθω από την αρχή όλο το έργο, πώς συμβαίνει. Οπότε δούλεψα και με τον υπολογιστή, εκεί που έπρεπε, μαθαίνοντας το κάθε τι πώς μπορεί να λειτουργήσει μέσα στο στούντιο. Ήταν και για εμένα μια διαδικασία μάθησης. Νομίζω, ότι όσο προχωράει κανείς, ανακαλύπτει τον δικό του τρόπο. Το όνειρό μου και για το δεύτερο δίσκο και για τους επόμενους, είναι να πάρω 4-5 μουσικούς, να μπω σε ένα παλιό σπίτι, να βάλω κάτω τον εξοπλισμό μου και να γράψω ζωντανά όλα τα τραγούδια. Νομίζω ότι είναι το πιο μασίφ πράγμα που μπορείς να κάνεις, για να δώσεις στον άλλο τη μουσική σου, για να καταλάβει όταν ακούει τι συμβαίνει όταν κάνεις μουσική.
Α: Ο πρώτος σου δίσκος με τίτλο «Καλημέρα» μετράει ένα χρόνο και κάτι. Πώς βλέπεις την πορεία που έχει διαγράψει μέχρι στιγμής;
Καταρχήν είναι πολύ νωρίς ακόμα για να μιλήσουμε για την πορεία του δίσκου. Eίμαι από τους τυχερούς του χώρου, αφού με το που κυκλοφόρησε ο δίσκος με δέχτηκαν πάρα πολύ καλά τα ραδιόφωνα και οι άνθρωποι στους οποίους απευθύνομαι. Αυτό είναι τύχη, ευδαιμονία για τη δική μου τη ζωή. Από εκεί και πέρα, δεν έχω και πολύ μεγάλες απαιτήσεις, με την έννοια ότι γενικά στη ζωή μου προσπαθώ να μην περιμένω πράγματα. Κάνω αυτό που είναι να κάνω και το αφήνω να ταξιδέψει μόνο του. Ό, τι και να φέρει καλό θα είναι, είτε πολλά είτε λίγα. Κάνει το δρόμο του. Τα σήματα που παίρνω μέχρι τώρα είναι καλά.
Β: Σε όλη αυτή την ιστορία με τη μουσική, στο επαγγελματικό κομμάτι, πώς βλέπεις τον εαυτό σου; Στην αρχή και τώρα...
Δεν υπάρχει κάτι συγκεκριμένο. Απλά κάνω μουσική, απλά φτιάχνω τραγούδια, απλά τραγουδάω. Είναι μέρος της καθημερινότητάς μου, όπως τρώω το φαγητό μου, έτσι κάνω μουσική. Είναι πολύ φυσικό για εμένα.
Β: Καρπώνεσαι οικονομικά αυτό που σου αναλογεί;
Κοίτα, δεν περίμενα ποτέ να βγάλω λεφτά από τη δισκογραφία. Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένη και από την ΑΕΠΙ παίρνω ένα ποσοστό το οποίο μου αναλογεί και από τις πωλήσεις, που δεν είναι πολλές, αλλά είναι αξιοπρεπείς. Ενας καλλιτέχνης βγάζει χρήματα από τις ζωντανές εμφανίσεις. Δεν ζούμε σε μια αγορά που μπορείς να πουλήσεις πέντε εκατομμύρια δίσκους, όπως στο εξωτερικό. Έτσι είναι πολύ δύσκολο να βασιστείς στη δισκογραφία.
Β: Βλέπουμε συγκροτήματα του εξωτερικού που ενώ έκαναν τεράστιες πωλήσεις, αποφάσισαν να δώσουν τα τραγούδια τους στην ελεύθερη διακίνηση μέσω διαδικτύου. Θα το έκανες εσύ ποτέ αυτό;
Αν είχα τόσο καλή σχέση με την τεχνολογία για να μπορώ να το κάνω μόνη μου, δεν θα με πείραζε καθόλου.
Α: Ακόμα και δωρεάν;
Γιατί όχι; Θεωρώ εξαιρετικό αυτό που έκαναν οι Radiohead πριν από λίγο καιρό. Αλλά σκέψου ότι εκείνοι έχουν ένα επιτελείο το οποίο μπορεί να το χειριστεί όλο αυτό, μπορεί να ελέγξει τι δίνεται και τι παίρνεται.
Α: Θα μπορούσες να κυκλοφορήσεις τα τραγούδια σου αποκλειστικά στο διαδίκτυο;
Και βέβαια. Με το διαδίκτυο έχεις πολύ μεγαλύτερο ποσοστό ακροατών.
Β: Ξεκίνησες να τραγουδάς μαθαίνοντας ή σε παρέες;
Ξεκίνησα κάνοντας ωδείο, πιάνο και θεωρητικά στο Ηράκλειο. Στα δεκαεφτά μου ήρθα στην Αθήνα και ξεκίνησα να τραγουδάω σε ένα ρεμπετάδικο στο Παγκράτι, όπου και άρχισα να φτιάχνω το πρόγραμμά μου. Συνέχισα τα μαθήματα φωνητικής, τώρα ξεκίνησα και βυζαντινή... Πάντα ψάχνω πράγματα, προσπαθώ να βρίσκω τραγούδια, να διευρύνω τα ακούσματά μου και το ρεπερτόριό μου χωρίς όμως αυτό να γίνεται αποστειρωμένα. Νομίζω ότι μέσω της γνώσης και μέσω της μάθησης γίνεσαι καλύτερος, αρκεί να διατηρείς πάντα την αθωότητα με την οποία ξεκίνησες.
Β: Την οποία διατηρείς;
Προσπαθώ να τη διατηρήσω. Νομίζω ότι τα καταφέρνω σε μεγάλο βαθμό. Όσο περνάει, βέβαια, ο καιρός αποκτάς κι εμπειρία και τρόπον τινά τα πράγματα αλλάζουν μόνο στον τρόπο που τα διαχειρίζεσαι, όχι στον τρόπο που τα αισθάνεσαι.
Β: Πολλοί συνάδελφοι σου μου έχουν πει πως όσο περνάει ο καιρός χάνουν την αθωότητα του ακροατή. Κουράζονται από τη μουσική. Για εσένα ισχύει αυτό;
Νομίζω ότι αυτό έχει να κάνει περισσότερο με την προσωπική εργασία του καθενός. Δηλαδή κι εγώ όταν είμαι στο στούντιο και γράφω, δύσκολα θα ακούσω μουσική. Είναι πολύ μεγάλη η πληροφορία που λαμβάνω εκεί μέσα και πρέπει να είμαι τόσο προσηλωμένη εκεί που πολύ δύσκολα θα αφήσω την προσοχή μου να διασπαστεί. Δεν χωράει στο κεφάλι μου. Αλλά ακόμα και φτιάχνοντας τη δική μου τη δουλειά, σίγουρα δεν έχω την παρθενία του ακρατή που θα την ακούσει, επειδή ξέρω πώς έχει δημιουργηθεί. Το παρομοιάζω και πάλι με το φαγητό… Όταν μαγειρεύω και βάζω τα υλικά, ξέρω πώς έχει φτιαχτεί, άρα η γεύση μου δεν είναι τόσο παρθενική, όσο εσένα που θα το φας, χωρίς να ξέρεις τι έχει προηγηθεί. Αλλά νομίζω ότι αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό.
Α: Ο Μάνος Χατζηδάκις έχει πει ότι ο δίσκος πρέπει να είναι η κατάληξη, το αποτέλεσμα. Πρώτα τα τραγούδια πρέπει να παρουσιάζονται στον κόσμο, να τα αγαπήσει ο κόσμος ζωντανά και αν εν τέλει το αποτέλεσμα είναι καλό, να ηχογραφείται στο στούντιο.
Αυτό κρύβει μια τεράστια αλήθεια και μπορούμε να τη δούμε από τα προηγούμενα χρόνια. Όταν ξεκίνησε η δισκογραφία για ποιον λόγο ξεκίνησε; Γιατί κάτι ήταν πάρα πολύ καλό, με την επανάληψή το ήθελε όλο και περισσότερο ο κόσμος, άρα έπρεπε να καταγραφεί, για να το μάθουν και οι επόμενες γενιές. Σήμερα γίνεται ακριβώς το αντίθετο. Φτιάχνουμε πράγματα και προσπαθούμε να τα μάθουμε με το ζόρι στις γενιές που έρχονται.
Α: Βλέπεις δηλαδή μια προπαγάνδα όσον αφορά τη μουσική;
Δεν είναι ακριβώς προπαγάνδα, αλλά ο τρόπος που έχουμε μάθει να λειτουργούμε τα τελευταία χρόνια, λόγω μουσικής βιοτεχνίας- δεν θα το πω βιομηχανία. Η μουσική έχει γίνει πια ένα προϊόν κι αυτό το προϊόν πρέπει να βρούμε τρόπο να το πουλήσουμε, ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι έτσι. Η φύση η ίδια της μουσικής δεν έχει να κάνει ούτε με πώληση, ούτε με αγορά. Έχει να κάνει με την ψυχή μας, με τον τρόπο που λειτουργούμε στη ζωή μας, κατά πόσο μας κατευνάζει, κατά πόσο μας αναστατώνει, κατά πόσο μας δημιουργεί συναισθήματα. Όλο αυτό δεν μπορείς να το διαχειρίζεσαι σαν προϊόν. Ο μόνος λόγος να το διαχειριστείς σαν προϊόν είναι το γεγονός να είναι τόσο καλή η μουσική που πρέπει να περάσει και στην επόμενη γενιά. Να έχει ακουστεί από τον κόσμο, να έχει αγαπηθεί και μετά να δισκογραφηθεί.
Β: Κι αν αυτό που λες κρύβει ένα στοιχείο επιβολής από μέρους των εταιριών;
Κι αυτοί τη δουλειά τους κάνουν.
Β: Σωστό, κρύβει όμως ένα στοιχείο επιβολής. Ένας νέος μουσικός ή ερμηνευτής πώς πρέπει να το αντιμετωπίσει πάνω στην ανάγκη του να παράξει μουσική;
Νομίζω πως όλα τα πηγάζουν από την εσωτερική μας ευτυχία. Σίγουρα ένα νέο παιδί που θέλει να κάνει μουσική, όταν του δοθεί η ευκαιρία θα δεχθεί αμέσως τους όρους και θα μπει σε όλο αυτό που λέγεται μουσικό σύστημα. Το θέμα είναι κατά πόσο έχεις μέσα σου τη δυνατότητα επιλογής να πεις ότι από τα πέντε πράγματα που σου λέει η οποιαδήποτε εταιρία, εγώ θέλω να κάνω το ένα, τα δύο, αυτά που με εκφράζουν. Αρκεί να μην χάσω το προσωπικό μου στίγμα μέσα σε όλη αυτή την ιστορία. Σίγουρα, βγάζοντας έναν δίσκο θα χρειαστεί να τον πουλήσεις, να βγει το budget που έχει δώσει ο εκάστοτε παραγωγός και να γίνει μια διαφήμιση, ώστε να γίνει το live και να ζήσεις μέσα από αυτό. Όλοι οι μουσικοί από αυτό ζουν, δεν έχουν άλλες πηγές. Αυτό που πρέπει είναι να διατηρεί κανείς την προσωπική του αξιοπρέπεια και νηφαλιότητα σε σχέση με αυτό που συμβαίνει. Δεν θα πάω, για παράδειγμα, να πουλήσω έναν δίσκο μου πενήντα ευρώ. Αν ήμουν ο Sting μπορεί να το πουλούσα και τόσο, δεν ξέρω. Τα προσωπικά μας όρια είναι αυτά που καθορίζουν τη στάση μας. Ούτε οι εταιρίες, ούτε οι παραγωγοί, ούτε οι διαφημιστές.
Β: Προφανώς όμως μέχρι να αποκτήσεις κάποιο δεδομένο στον μουσικό χώρο, αναγκάζεσαι σε συμβιβασμούς; Εσένα σου έχει τύχει κάτι τέτοιο;
Νομίζω ότι κανείς δεν αναγκάζεται για τίποτα. Όλος ο κόσμος είναι γεμάτος επιλογές. Απλά είτε σου αρέσει να κάνεις κάτι καλυμμένα, είτε ξεκάρφωτα. Σαν να πάω να αγοράσω ένα σουβλάκι και μετά να γκρινιάζω ότι αυτό κάνει κακό στον οργανισμό μου. Από τη στιγμή που θέλω να φάω το σουβλάκι, ξέρω τη βλάβη που μου προκαλεί κι έτσι το κάνω με πλήρη συνείδηση. Όταν έρχονται οι εταιρίες και σου προσφέρουν ένα συμβόλαιο ξέρεις πάρα πολύ καλά τι υπογράφεις. Θα μου πεις, η αγάπη σου να βγάλεις τη μουσική σου μπορεί να σε ωθήσει να το κάνεις. Κάνε το όμως με απόλυτη διαύγεια, συναίνεση και αγάπη. Εμένα δεν μου αρέσει καθόλου αυτή η λογική του υποτιθέμενου συμβιβασμού λόγω ανωτέρας βίας. Γι΄ αυτό παραδέχομαι πολλές φορές τους ανθρώπους του λεγόμενου λαϊκού τραγουδιού γιατί ξέρουν τι θέλουν. Λένε «εγώ θέλω να γίνω όνομα» και γίνονται με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Υπάρχει μια ειλικρίνεια.
Β: Υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός της μουσικής σε έντεχνο, λαϊκό κλπ;
Κατηγορίες υπάρχουν έτσι κι αλλιώς λόγω ενορχήστρωσης, υφολογικής και στιχουργικής προσέγγισης. Δεν έχει όμως καμία σχέση με το έντεχνο και το λαϊκό. Αυτοί είναι ορισμοί που έχουμε βάλει εμείς μέσα στο κεφάλι μας μετά τη φράση του Χατζιδάκι, η οποία ήταν απαραίτητη για εκείνον τον καιρό. Προσωπικά μου αρέσει να διαχωρίζω τη μουσική σε καλή και κακή και όπως είπα πριν καλά και άσχημα πράγματα βρίσκεις παντού.
Β: Διαχωρίζεις τη μουσική σύμφωνα με το κάλλος, εξ’ ου καλή και κακή ή με άλλα κριτήρια;
Νομίζω ότι είναι κάτι καθαρά υποκειμενικό. Δεν μπορείς να δώσεις έναν ορισμό της καλής μουσικής. Υπάρχει η μουσική η οποία έχει γίνει με συναίσθημα, με αλήθεια, με ανάγκη για έκφραση. Αυτό δεν μπορείς να το ορίσεις ούτε στα χαρτιά, ούτε στις ταμπέλες, ούτε πουθενά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για εμένα είναι η Ελένη Βιτάλη, η οποία τραγουδούσε για χρόνια στα μπουζούκια και στα υποτιθέμενα σκυλάδικα, η οποία όμως αυτό που έκανε το έκανε με τόση αγάπη και τόσο πάθος, που δεν μπορούσες να πεις ότι κάνει σκυλάδικο. Η Βιτάλη κάνει μουσική και κάνει καλή μουσική. Όπως, αντίστοιχα, κάποιοι άλλοι σήμερα και παλαιότερα έκαναν καλή μουσική σε όποιο χώρο κι αν κινούνταν. Όπως και στο λεγόμενο έντεχνο υπάρχουν κάποιοι που γράφουν αρλούμπες και θέλουν να το παίξουν… φιλοσοφία.