ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Συνέντευξη: Μαρία Φωτίου

    Με μεγάλη πορεία στο χωροχρόνο της μουσικής και καινούργια προσωπική δουλειά ανά χείρας, η Μαρία Φωτίου αποκαλύπτεται στο MusicHeaven...

    Συνέντευξη: Μαρία Φωτίου
    Γράφει ο Σωτήρης (beatlus)
    20 άρθρα στο MusicHeaven
    Δευτέρα 08 Σεπ 2008

    Με μεγάλη πορεία στο χωροχρόνο της μουσικής και πολύ σημαντικές συνεργασίες, η καινούργια προσωπική δουλειά της («Αχ, καρδιά μου μπορείς») μπορεί να είναι μόνο η αφορμή για μία συζήτηση εφ’ όλης της ύλης με τη Μαρία Φωτίου. Ερμηνεύτρια που έχει δοκιμάσει και καταγράψει τη φωνή της σε πολλά μουσικά είδη και μία προσωπικότητα που έζησε από «μέσα» την εξέλιξη του «έντεχνου», καταθέτει απόψεις με ουσία, αποτέλεσμα συλλογής εμπειριών και συναισθημάτων…

    Έχετε καταγράψει πλήθος σημαντικών συνεργασιών, ωστόσο στις προσωπικές σας δουλειές διατηρείτε ένα σχετικά χαμηλό προφίλ. Υπάρχει εντός σας μια πιο εσωτερική αναζήτηση ή είναι ζητούμενο για εσάς μια πιο εξωστρεφής καλλιτεχνική στάση;
    «Είναι μάλλον τυχαίο αυτό με το χαμηλό προφίλ στις προσωπικές μου δουλειές. Αυτό το υλικό επιλέξαμε μαζί με τον εκάστοτε δημιουργό. Τυχαίο ίσως δεν είναι ότι με το μουσικό αποτέλεσμα που προέκυψε μάλλον προσπαθούμε να εξευγενίσουμε το άκουσμα. Να φτιάξουμε δηλαδή μουσική που να έχει ήρεμο χαρακτήρα, να επιζητά την αρμονία και την ωραιότητα. Το κάλλος. Σαφώς υπάρχει πάντα μέσα μου η εσωτερική αναζήτηση και ερμηνεία των πραγμάτων, χωρίς αυτήν είμαστε ψυχικά ανάπηροι. Όλο αυτό όμως αναζητά την ένωση και το συμπλήρωμα μέσα από την συνεργασία και, τελικά, την εξωστρέφεια. Θα με ενδιέφερε σαφώς και ένα πιο εξωστρεφές υλικό, το οποίο μπορεί να υπάρχει σε κάποιο συρτάρι δικό μου η κάποιου συνεργάτη και να βγει αργότερα»

    Έχετε δοκιμάσει την ερμηνευτική σας έκφραση σε πολλά είδη μουσικής. Υπάρχει κάποιο που να σας εκφράζει πιο πολύ και γιατί;
    «Δεν νομίζω ότι ταυτίζομαι ερμηνευτικά με κάποιο συγκεκριμένο μουσικό είδος. Πώς να πω ότι είμαι τραγουδίστρια του ρεμπέτικου η του λαϊκού η της ροκ; Με τι προσόντα; Κοντολογίς, με τι βίωμα; Έζησα την τρίτη αναβίωση του ρεμπέτικου μέσα από τις κομπανίες. Γεννήθηκα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, οπότε είμαι αστή με περιορισμένο παραδοσιακό, δημοτικό και λαϊκό βίωμα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είμαι φανατική μελετήτρια οποιουδήποτε είδους που θεωρείται μουσικό. Έχω φάει με τα αυτιά μου χιλιάδες δίσκους από την παγκόσμια και ελληνική δισκογραφία σε οποίο στυλ και είδος μπορείς να φανταστείς. Από τη νέγρικη μουσική μέχρι την κλασική και από Έλληνες συνθέτες μέχρι Ινδούς μουσικούς. Αλλά και τα νέα είδη μουσικής, όπως τα παρακλάδια της ηλεκτρονικής ή το hip hop. Οπωσδήποτε, όμως, είμαι μελωδική τραγουδίστρια. Με συγκινεί οποιοδήποτε στυλ αναπτύσσει τη μελωδία η την πολυφωνία η την πολυαρμονία, είτε αυτό είναι Beatles είτε είναι Queen είτε είναι Τσιτσάνης ή ηπειρώτικα. Δεν θα μπορούσα να τραγουδήσω με την επιθετικότητα εκείνης της σπουδαίας Τζάνις Τζόπλιν. Ούτε hip hop γιατί δεν έχει μελωδία, είναι μόνο ρυθμός. Νομίζω ότι υπάρχει αρμονία ανάμεσα στις φωνητικές δυνατότητες και τις επιθυμίες μου»

    Η καινούργια σας δουλειά «Αχ, καρδιά μου μπορείς» περιγράφει μικρές καθημερινές ιστορίες… Να υποθέσουμε ότι το σκεπτικό αφορά τη δημιουργία τραγουδιών απλών στην ιστορία τους, αλλά με αμεσότητα ως προς το νόημά τους; Υπάρχει πιστεύετε αυτή η ανάγκη στο κοινό; Μήπως, δηλαδή, τελευταία οι δημιουργοί είχαν περιπλέξει στιχουργικά τα τραγούδια τους και είχαν ξεχάσει τα απλά και άμεσα;
    «Αυτή η δουλεία έγινε με σκοπό να μοιραστούμε με τον ακροατή την καθημερινότητά μας, με ό,τι αυτό υπονοεί. Απλό καθημερινό τραγούδι, που μπορεί να σιγοψιθυρίσει η νοικοκυρά ή ένας μοναχικός τύπος σ’ ένα μπαράκι. Αν μπορέσει μ’ αυτά τα τραγούδια να κάνει έστω μια μικρή υπέρβαση θα έχουμε πετύχει τον στόχο μας Ποιος από μας δεν έχει πνίγει μέσα στα ένθετα των Κυριακάτικων εφημερίδων και στην απελπισία, ποσά ευοίωνα ταξίδια δεν κατέληξαν σε καταστροφές και ποιος δεν ξανασηκώθηκε από την μιζέρια του για να ξανααισιοδοξήσει, να ξαναελπίσει και να πει στον εαυτό του «αχ, καρδιά μου μπορείς….». Στην ελληνική μουσική υπάρχει σοβαρότατο πρόβλημα στον στίχο. Δεν υπάρχει πλούτος και ποικιλία στα θέματα. Τα περισσότερα τραγούδια περιστρέφονται γύρω από τον ερωτά, σ’ ένα αέναο σ’ αγαπώ, μ’ αγαπάς, γιατί δε μ’ αγαπάς και δεν συμμαζεύεται. Οι πιο περίπλοκες ψυχικές καταστάσεις μπορούν να εκφραστούν με πολύ απλή γλώσσα. Έχουμε αρκετά παραδείγματα στιχουργών με αυτά τα χαρακτηριστικά: από την Παπαγιαννοπούλου και τον Γκάτσο, μέχρι την Νικολακοπούλου τον Γκανά και νεώτερους. Ενώ γράφουν απλό και κατανοητό στίχο, καταφέρνουν κι ανοίγουν παράθυρα στις ψυχές των ανθρώπων. Με τρόπο μαγικό, φωτίζουν τις ζωές μας. Το τραγούδι είναι καθρέφτης του πολιτισμού και αντανακλά τον τρόπο της ζωής μας. Από τη στιγμή που είμαστε εγκλωβισμένοι σ’ έναν κλειστοφοβικό τρόπο ζωής και είμαστε γεμάτοι άγχη και αγωνίες, δεν θα μπορούσαμε παρά να δούμε μια στιχουργική περίπλοκη και μπερδεμένη»

    Συνέντευξη: Μαρία ΦωτίουΠοια στοιχεία που σας οδήγησαν στη συνεργασία με τους Γιώργο Δεσποτίδη (στη μουσική) και Νίκο Καρίμπα - Νίκο Πολύζου (στους στίχους);
    «Με τον Γιώργο Δεσποτίδη είχαμε συνεργαστεί επί Μαρκόπουλου, αυτός ως μουσικός κι εγώ ως τραγουδίστρια. Μιλάμε για 20 χρόνια πριν. Από διαίσθηση ήξερα ότι αυτός ο άνθρωπος έχει πολύ υλικό μέσα του. Σήμερα βέβαια δεν είναι ακόμη γνωστός ως συνθέτης, αλλά ως εξαιρετικός σολίστας, από τα μουσικά σύνολα της ΕΡΤ μέχρι μεγάλες ορχήστρες. Έκανε ένα άνοιγμα στην τραγουδοποιία κι είμαι πολύ ευτυχής που συμμετείχα. Είμαι περήφανη που συνεργάστηκα μ’ έναν μουσικό αυτής της αξίας, γιατί κι αυτός έβγαλε προς τα έξω πολύ λιγότερα πράγματα απ’ αυτά που στην πραγματικότητα θα μπορούσε να έχει έκδοση. Αυτός με έφερε σε επαφή με τον Νίκο Καρίμπα γιατί είχε μελοποιήσει στίχους του. Ο Νίκος Καρίμπας είναι νέος στην στιχουργία αλλά πολύ ενθουσιώδης. Νέο αίμα στο χώρο. Εύχομαι να έχει σταθερή συνέχεια και άνοδο. Είναι κι αυτός φανατικός μελετητής της ελληνικής μουσικής»

    Στα τραγούδια του «Αχ, καρδιά μου μπορείς» διαφαίνεται μια αισιοδοξία ως προς το συμπέρασμα, μα και μια νοσταλγία. Μήπως αυτό το στοιχείο υπονοεί τελικά το ανολοκλήρωτο; Μήπως δεν καταφέρνει την υπέρβαση σε έναν δρόμο πιο φωτεινό;
    «Το «Αχ καρδιά μου μπορείς» εκφράζει μια νοσταλγία για το παρελθόν, αλλά και αισιοδοξία για ένα καινούργιο ξεκίνημα. Οπωσδήποτε την αισιοδοξία για να ξαναχαράξεις ένα νέο δρόμο ζωής. Το κατά πόσο θα τα καταφέρουμε σε ένα πιο φωτεινό αποτέλεσμα εναπόκειται σ’ εμάς»

    Πιστεύετε πως ο χώρος του «έντεχνου» διέρχεται κρίση; Αφορά την ταυτότητα της καλλιτεχνικής έκφρασης αυτό το φαινόμενο;
    «Ναι, το έντεχνο τραγούδι περνάει μεγάλη κρίση. Γενικότερα, οτιδήποτε αφορά στον πολιτισμό περνάει κρίση στη χώρα μας. Επομένως, βιώνουμε και μια τρομακτική κρίση ταυτότητας, μιας κι ο πολιτισμός μας είναι η ταυτότητά μας. Δεν είναι απλώς θέμα καλλιτεχνικής έκφρασης. Δεν έχουμε πλέον μεγάλους οραματιστές, σημαντικές προσωπικότητες που να προσδιορίζουν την ελληνικότητά μας. Κι αυτό, επειδή ο τρόπος της ζωής μας τα τελευταία χρόνια, έχει κατασπαράξει την παράδοσή μας. Πριν από τριάντα χρόνια είχαμε Χατζιδάκη, Θεοδωράκη, Μερκούρη και αρκετούς άλλους. Η σημερινή μας ταυτότητα προσδιορίζεται από Ρουβά και Καλομοίρα; Τα πάντα κινούνται απ’ τον νόμο του χρήματος και όχι απ’ την αναζήτηση της ψυχής του λαού μας»

    Αισθάνεστε την ανάγκη αναζήτησης νέων ερεθισμάτων στο χώρο της ελληνικής μουσικής;
    «Η θεματολογία είναι αρκετά φτωχή, όπως είπα παραπάνω, κι αυτός είναι ο βασικότερος λόγος που χαίρομαι με τις εξαιρέσεις αυτού του γκρίζου τοπίου. Με τη συνεργασία της Αρβανιτάκη και του Ντικζιάν, για παράδειγμα, ή με την Κανά και τους Άσκαμπαντ. Χαίρομαι επίσης τον Δημήτρη Παπαδημητρίου γιατί εκπροσωπεί μια ελληνικότητα που λιγοστεύει όλο και περισσότερο. Δεν θέλω να αναφέρω όλες τις εξαιρέσεις. Ευτυχώς υπάρχουν»

    Ζήσατε την ατμόσφαιρα των μπουάτ. Πόσα πράγματα έχουν αλλάξει από τότε στο επαγγελματικό τοπίο για έναν μουσικό;
    «Σήμερα τα λαϊκά μαγαζιά, τα ρεμπέτικα στέκια, τα κουτούκια και οι μπουάτ έσβησαν και πολλαπλασιάστηκαν τα σκυλάδικα και τα ελληνάδικα. Η μουσική μας πραγματικότητα μοιάζει με σούπερ μάρκετ. Η μαζικότητα στην κουλτούρα είναι μια αναγκαιότητα, αλλά δυστυχώς δεν παράγει κατ’ ανάγκη πολιτισμό. Το μάρκετινγκ, από εργαλείο προβολής του καλλιτεχνικού έργου, έχει γίνει υποβολέας του. Όλο και πιο συχνά στοχεύουμε στο οικονομικό αποτέλεσμα, παρά στην καλλιτεχνική δημιουργία και έκφραση. Έπειτα μπήκε περισσότερη τεχνολογία στον χώρο μας. Καλή είναι η Τεχνολογία, καλύπτει ατέλειες και ανθρώπινες αδυναμίες, είναι ευκολία, δίνει ακόμη και νέες δυνατότητες, αλλά από την άλλη αν δεν έχεις τι να πεις τι να σου κάνει από μόνη της. Η Τεχνολογία δεν γεννά έμπνευση, την αναδεικνύει εάν υπάρχει. Αλλά και πάλι, το παίξιμο του δεξιοτέχνη, που είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο, πως θα αναδειχθεί;»

    Υπήρξατε μέλος της λεγόμενης και ως «σκηνή της Θεσσαλονίκης». Ποια είναι η γνώμη σας για την προσφορά αυτής της παρέας;
    «Το ρεύμα της Θεσσαλονίκης τροφοδότησε τα μουσικά πράγματα κατά τη δεκαετία του ‘90. Πολλά αξιόλογα άτομα βγήκαν σ αυτή την δεκαετία και ήταν άτομα από κοινές η διπλανές παρέες. Κανά, Μάλαμας, Παπάζογλου, Άγαμοι Θύται, Ανδρέου, Καζαντζής, Ζερβουδάκης, Ζήκας, Τσαλιγοπούλου, Καλημέρη κι ένας σωρός αξιόλογοι μουσικοί, που είναι στα studio συνεχώς και ηχογραφούν. Όμως έχει χάσει ένα άλλο εξίσου μεγάλο στοίχημα. Την εγκαθίδρυση του ως ρεύματος στην πόλη. Τα έχω ξαναπεί αυτά στο «Δίφωνο». Από το 1986 συζητούσαμε με τους αδελφούς Κατσιμίχα για το αν η Θεσσαλονίκη θα καταφέρει να λειτουργήσει αυθύπαρκτα, ως πόλος καλλιτεχνικής ζωής, με ενάμισι εκατομμύριο ακροατές, ώστε να μην κατεβαίνουν όλοι οι καλλιτέχνες στην Αθηνά. Να έχει τη δική της σκηνή και να έρχονται οι άλλοι καλλιτέχνες από την υπόλοιπη Ελλάδα για να τους δουν. Το ρεύμα μας όμως κατέβηκε σύσσωμο στην Αθηνά, ακολουθώντας τον εύκολο δρόμο. Όσοι μένουν στη Θεσσαλονίκη, λοιπόν, εγκλωβίζονται και κατά κάποιο τρόπο αποκλείονται από το καλλιτεχνικό γίγνεσθαι. Δεν παίζουν στο παιχνίδι. Ποιο είναι το παιχνίδι; Το παιχνίδι του star system, του χρήματος, κ.λπ. Εγώ η ίδια δεν έχω πρόσωπο σ’ αυτή την πόλη να πάω να κλείσω μια αξιόλογη εμφάνιση. Θα πρέπει να μου την κλείσει μάνατζερ από την Αθηνά. Είναι απίστευτος ο επαρχιωτισμός αυτής της συμπρωτεύουσας»

    1988-από καλοκαιρινή περιοδεία με Γιώργο Νταλάρα,Διονύση Θεοδόση,Δημήτρη Ζερβουδάκη,Ελένη Τσαλιγοπούλου
    1988-από καλοκαιρινή περιοδεία με Γιώργο Νταλάρα,Διονύση Θεοδόση,Δημήτρη Ζερβουδάκη,Ελένη Τσαλιγοπούλου


    Υπήρξε ποτέ η σκέψη να εγκαταλείψετε την πόλη σας και να ακολουθήσετε μια καριέρα τραγουδίστριας μόνιμα, πλέον, στην Αθήνα;
    «Κατεβαίνω στην Αθήνα, αλλά μόνον για ηχογραφήσεις, συνεργασίες και συζητήσεις. Όχι για εμφανίσεις. Ταξιδεύω, όμως, συχνά για εμφανίσεις σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Αν μπορούσα πραγματικά να κάνω αυτό που θέλω και έχω ανάγκη για την εξέλιξή μου, θα έκανα αλλά πράγματα. Θα προτιμούσα να φύγω στο εξωτερικό και να σπουδάσω σε μια Μουσική Ακαδημία ή να εργαστώ σε ένα στούντιο, για να πάρω αλλού είδους γνώση και εμπειρία»

    Ως τραγουδίστρια, αντιμετωπίζετε συχνά το ζήτημα της ανανέωσης του ρεπερτορίου. Ποια είναι τα κριτήριά σας κατά την επιλογή; Υπάρχουν στις μέρες μας συνθέτες ή στιχουργοί που μπορούν να σταθούν στο καλλιτεχνικό ύψος ενός Χατζιδάκι ή Θεοδωράκη; Ποιοι δημιουργοί του παρόντος σας συγκινούν περισσότερο (είτε από την Ελλάδα, είτε από το εξωτερικό);
    «Τα κριτήρια κατά την επιλογή στις ζωντανές εμφανίσεις είναι οτιδήποτε καινούργιο έχουμε ηχογραφήσει, αλλά και οτιδήποτε είναι κλασσικό ή δική μας διασκευή κάποιου παλιού τραγουδιού. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν έχουμε σήμερα έναν Χατζιδάκη η Θεοδωράκη κι ούτε θα έπρεπε να το ψάχνουμε. Υπάρχουν κάποιοι συνεχιστές των αντιστοιχών μουσικών σχολών, «παιδία» των δασκάλων, αλλά όχι ισάξια. Απ’ τη νεότερη γενιά εκτιμώ περισσότερο τον Δ. Παπαδημητρίου, τον Μ. Αμπλιανίτη και τον Γ. Ανδρέου και από φωνές την Καλλιόπη Βέτα. Επίσης, τη Χάρις Αλεξίου, ως δημιουργό. Αλλά η μεγάλη μου αγάπη είναι η Ελευθερία Αρβανιτάκη. Αυτή η γυναίκα κατόρθωσε να δημιουργήσει ως τραγουδίστρια στην σημερινή εποχή δική της σχολή. Τώρα τι να πω για επιλογές απ’ την παγκόσμια σκηνή. Ίμα Σούμακ, Λορίνα Μακ Κένιτ, Σεζάρια Εβόρα και τον Μάνου Τσάο»

    Η Θεσσαλονίκη μετά από την παύση πολλών ετών, φιλοξενεί τα τελευταία χρόνια το φεστιβάλ τραγουδιού. Ποια είναι η γνώμη σας για το θεσμό;
    «Όταν ξεκίνησε, το 1959, το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, ήταν ένα τεράστιο καλλιτεχνικό γεγονός με απίστευτες συνθετικές, τραγουδιστικές και ενορχηστρωτικές αξίες. Η αίγλη που είχε στη δεκαετία του ’60, ήταν η μουσική μου παιδεία. Έχτισε την αισθητική μου, την ποιότητα και το κριτήριο μου. Στη δεκαετία του ’70 δυστυχώς εκφυλίστηκε και αργότερα εξαφανίστηκε. Όταν είχε γίνει η προσπάθεια επανασύστασής του, είχα κατεβεί στη ΕΡΤ και είχα υπερασπιστεί πολύ έντονα την ανάγκη επαναδημιουργίας του. Η επιτροπή της ΔΕΘ στην οποία συμμετείχα, κάλεσε πολλούς άξιους ανθρώπους – τον Σαββόπουλο, τον Νταλάρα, τη Νικολακοπούλου, τον Κραουνάκη, τον πρόεδρο της ΕΡΤ, κ.α. – και τους προσκαλέσαμε να ‘ρθουν και να αναστήσουν τον νεκρό, με την τεχνογνωσία και την προσωπικότητά τους. Ο νεκρός αναστήθηκε, αλλά τον βρίσκω πολύ χλωμό. Εγώ σαν κάτοικος της πόλης είχα τελείως αλλά πράγματα στο μυαλό μου για το Φεστιβάλ στη σημερινή εποχή, τη Θεσσαλονίκη του 21ου αιώνα. Είχα την ιδέα του πραγματικού φεστιβάλ, που θα πει Γιορτή. Ήθελα να μας στήσει ο Σαββόπουλος τα αερόστατα του, ήθελα να ‘ρθουν να παίξουν σε παράπλευρες εκδηλώσεις ένα σωρό μουσικοί των Βαλκανίων, πραγματικοί δεξιοτέχνες, ήθελα να ‘ρθουν και να διαγωνιστούν οι σημερινοί μας σύνθετες. Ο Κραουνάκης με τον Ζήκα και τον Καζαντζή, με τον Σαββόπουλο, να ‘ρθει ο Λίνος Κόκκοτος, να ‘ρθει ο Δήμος Μούτσης ή ο Ξαρχάκος, να στείλουν τραγούδια και να διαγωνιστούμε εμείς οι νεότερες φωνές. Μάλλον ζω στον κόσμο των ονείρων μου. Δεν ξέρω τι κάνουν οι θετικές δυνάμεις του τόπου κι οι καλλιτέχνες μας. Αυτό το όραμα είχαν για το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης; Να βγαίνουν φτωχά χιπ χοπ τραγουδάκια ή η κύρια με το αραβότροπο λαϊκοσκυλάδικο; Και ήταν οι υπεύθυνοι για αυτό η Νικολακοπούλου, η Γαλάνη, ο Πλέσσας, ο Σαββόπουλος και ο πρόεδρος της ΕΡΤ; Μια χαρά ήταν ο θεσμός. Δεν φταίει αυτός, αλλά οι άνθρωποι»

    Είχατε γνωρίσει τον Παύλο Σιδηρόπουλο. Πιστεύετε πως θα υπήρχαν περιθώρια καλλιτεχνικής έκφρασης στην Ελλάδα του σήμερα για έναν τέτοιο καλλιτέχνη; Μπορούμε ακόμη να κάνουμε λόγο για ροκ σκηνή ή τέλος πάντων για καταγγελτικό τραγούδι στις μέρες μας;
    «O Παύλος ήταν μπροστά από την εποχή του ή, για να το πούμε διαφορετικά, σε λάθος χώρα. Έχτισε αυτό το σπουδαίο που έχτισε κι άνοιξε αυτό τον δρόμο. Εκείνη την εποχή ήταν σχεδόν μόνος του σ’ αυτό τον δρόμο. Σήμερα το τραγούδι καταγγελίας το ασκούν οι νεότεροι εκπρόσωποι του ροκ και της ραπ»

    Την εποχή που μαζί με τον Δημήτρη Ζερβουδάκη σας ζητήθηκε από τον Γιάννη Μαρκόπουλο να επαναπροσδιορίσετε ερμηνευτικά το «Όχι, δεν πρέπει» (σε ποίηση του Γιώργου Χρονά), η συνεργασία αυτή αποτελούσε γεγονός. Σήμερα, ως είδηση μάλλον θα είχε χαθεί στον χείμαρρο της υπερπληροφόρησης. Νοσταλγείτε εκείνες τις ημέρες της ελληνικής μουσικής; Πιστεύετε πως η ποιότητα στην Τέχνη διατηρεί τη δυναμική ώστε να αντέχει τις τάσεις ισοπέδωσης του παρόντος;
    «Αισθάνομαι πολύ τυχερή που συνεργάστηκα με τον Μαρκόπουλο. Είναι ένας από εκείνους που επέμειναν και υπερασπίστηκαν την ελληνικότητα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ήταν από αυτές τις εποχές τις πρωτογενείς, που με ένωσαν με το μεγαλείο των μουσικών πατεράδων μας. Κι ας τραγουδήσαμε το «όχι δεν πρέπει να συναντηθούμε» σε τρίτη ή τέταρτη εκτέλεση. Αν τις νοσταλγώ λέει. Ο Μαρκόπουλος μας πήγε τέσσερις φορές στο Ηρώδειο, 22 χρόνων παιδιά, και ήμασταν ο Ζερβουδάκης κι εγώ οι πρώτοι από την σχολή της Θεσσαλονίκης που συμμετείχαμε σε κάτι τέτοιο. Κατάπιαμε τότε πολύ φθόνο, ειρωνεία και αμφισβήτηση από τους ομότεχνούς μας. Σήμερα θα ζούσαμε λιγότερα ζόρια γιατί δεν περνάει το είδος. Δεν θα προλάβαινε να το θάψει η υπερπληροφόρηση. Αλλά, να ξέρεις ότι δεν υπάρχει περίπτωση να μην αντέξει η τέχνη. Είναι δώρο από τον Θεό και περνάει φωτεινές και σκοτεινές περιόδους. Στο χέρι των ανθρώπων είναι να την κρατήσουν ψηλά με τις επιλογές τους κι όσοι έχουν αγγίξει τα σημεία της πραγματικής τέχνης ξέρουν πολύ καλά για ποιο πράγμα μιλάω»

    Περισσότερα για τη Μαρία Φωτίου, στο επίσημο website της στη διεύθυνση www.mariafotiou.gr





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #16375   /   08.09.2008, 15:33   /   Αναφορά
    "Δεν ξέρω τι κάνουν οι θετικές δυνάμεις του τόπου κι οι καλλιτέχνες μας. Αυτό το όραμα είχαν για το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης; Να βγαίνουν φτωχά χιπ χοπ τραγουδάκια ή η κύρια με το αραβότροπο λαϊκοσκυλάδικο; Και ήταν οι υπεύθυνοι για αυτό η Νικολακοπούλου, η Γαλάνη, ο Πλέσσας, ο Σαββόπουλος και ο πρόεδρος της ΕΡΤ; Μια χαρά ήταν ο θεσμός. Δεν φταίει αυτός, αλλά οι άνθρωποι».



    Μπράβο για την τοποθέτηση.



    Επίσης μπράβο και στον Beatlus που μας παρουσιάζει ανθρώπους με συνέπεια στην καριέρα τους.

    #16382   /   09.09.2008, 01:50   /   Αναφορά
    Είναι δύσκολο πράγμα να αντέχεις με υπομονή και θυσίες σε ένα χώρο που ο ένας τρώει τον άλλον. Αυτό και μόνο δείχνει πόση αξία έχει η μέχρι τώρα παρουσία της Μαρίας Φωτίου σ' αυτόν τον χώρο.

    Από καρδιάς, εύχομαι τα καλύτερα!
    #16385   /   09.09.2008, 15:41   /   Αναφορά
    Τέτοιες συνεντεύξεις μέσα από το MusicHeaven πρέπει να λειτουργήσουν ως σημείο αναφοράς σε όσους θέλουν να ασχοληθούν με τον πολιτισμό στην Ελλάδα. Κυρίως επειδή εδώ μέσα μαζευόμαστε αρκετοί νέοι, συζητάμε, διαφωνούμε και τοποθετούμαστε πάνω σε πράγματα που πραγματικά μας αφορούν και μας απασχολούν.



    Από τη μία το αθηναϊκό μονοπώλιο και από την άλλη ο ίδιος ο πολιτισμός απέναντι στα σημεία της εποχής (όπως το σταρ σύστεμ, η φτώχεια της θεματολογίας παρά τα όσα μας πνίγουν, η χρήση της τεχνολογίας και η αισχροκέρδεια) δείχνουν πόσο επιτακτική είναι η ανάγκη για αγνή, καθαρή τέχνη και ανθρωπισμό. Η Μαρία Φωτίου, όπως φαίνεται μέσα από την παραπάνω κουβέντα της με τον Beatlus, είναι ένα τρανταχτό παράδειγμα πως η ουσία υπάρχει ακόμα και όταν τα φώτα απουσιάζουν, ακόμα και όταν δεν γίνεται κρότος πυροτεχνημάτων.
    #16386   /   09.09.2008, 22:12   /   Αναφορά
    Πολύ ωραία η δημοσίευση, εύχομαι ό,τι καλύτερο στη συμπαθή καλλιτέχνιδα!
    #16387   /   09.09.2008, 22:14   /   Αναφορά
    Συγγνώμη, συνέντευξη ήθελα να πω!
    #16413   /   11.09.2008, 22:52
    Μού επιτρέπετε να δώσω μια συμβουλή σε όσα νέα κορίτσια επιθυμούν να κάνουν καριέρα στο τραγούδι ???? Λοιπόν, αγαπητές μου εκολλαπτόμενες τραγουδίστριες, αν θέλετε να σταδιοδρομήσετε στο τραγούδι θα σάς πρότεινα ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΤΕ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΜΑΡΙΑΣ ΦΩΤΙΟΥ : Να χαράξετε μια πορεία διακριτική, γεμάτη ουσία και αξιοπρέπεια και συνεργασίες για τις οποίες θα νιώθετε περήφανες. Να υπηρετήσετε όσο μπορείτε το όραμα τραγουδοποιών που έχουν να πουν πράγματα και, ακόμη περισσότερο, το όραμα ΤΡΑΓΟΥΔΟΠΟΙΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΕΙΔΗΤΑ ΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΚΥΚΛΩΜΑΤΟΣ [όπως δλδ κάνει εδώ και τόσα χρόνια η κα Φωτίου]. Σίγουρα, ο δρόμος που ακολουθεί η κα Φωτίου είναι πολύ - πολύ δύσκολος, και, ενδεχομένως, και με πολλές πίκρες. Όμως .... αυτός είναι ο δρόμος για να παραμείνεις ακέραιος σαν καλλιτέχνης και, κυρίως, σαν ΑΝΘΡΩΠΟΣ ....



    Όταν διαβάσω πιο προσεκτικά τη συνέντευξη θα επανέλθω να καταθέσω κι άλλες άπόψεις ......

    #16433   /   14.09.2008, 16:54   /   Αναφορά
    Πολύ ωραία συνέντευξη !! Μπράβο στο μέλος beatlus !



    Σε ξεμίζει και μιλάει τόσο υπέροχα η Μαρία Φωτίου !!
    #16616   /   01.10.2008, 18:14   /   Αναφορά
    Ωραία συνέντευξη.