Όχι δεν είναι ο Bob Dylan που τραγουδάει. Ο Ian Hunter είναι. Ας γνωρίσουμε τους Mott The Hoople, στα πλαίσια των αφιερωμάτων που κάνουμε στις Ξεχασμένες Μπάντες.
Οι Mott The Hoople ήταν μια βρετανική μπάντα που σχηματίστηκε στα τέλη της δεκαετίας του 60. Προήλθε από τη συγχώνευση των Soulents και των Buddies και το πρώτο τους όνομα ήταν Doc Thomas Group. Ενώ όμως περιόδευαν στην Ιταλία με αυτό το όνομα, στη Βρετανία ήταν γνωστοί σαν Shakedown Sound και αργότερα σαν Silence. Πήραν το όνομα Mott the Hoople από τον τίτλο μίας νουβέλας του Willard Manus ύστερα από πρόταση του μάνατζερ Guy Stevens ο οποίος τους έβαλε αμέσως στο στούντιο και σε μία εβδομάδα είχαν έτοιμο το πρώτο τους album που περιείχε διασκευασμένα τραγούδια όπως το "Laugh at Me" του Sonny Bono, το "At the Crossroads" των Sir Douglas Quintet και μία instrumental διασκευή του "You Really Got Me" των Kinks. Το album δεν πήγε καλά από πωλήσεις, όπως δεν πήγαν καλά και τα επόμενα albums Mad Shadows (1970), Wildlife (1971) & Brain Capers (1971) που απέτυχαν και αυτά παταγωδώς. Έτσι στα 1972 πήραν την απόφαση να διαλύσουν, όταν ξαφνικά φάνηκε στο δρόμο τους ο David Bowie ο οποίος όντας θαυμαστής τους και πληροφορούμενος την απόφαση περί διάλυσης, όχι μόνο τους άλλαξε γνώμη, αλλά τους έδωσε το "Suffragette City" από το Ziggy Stardust και τους έγραψε το "All the Young Dudes" με το οποίο κατάφεραν να κάνουν τη μεγαλύτερή τους επιτυχία τον Ιούλιο του 1972. Λίγο αργότερα, τους έκανε την παραγωγή ενός album με τον ίδιο τίτλο που πήγε και αυτό πολύ καλά. Στα τέλη όμως του 1972 και ενώ ήταν έτοιμοι να ηχογραφήσουν ακόμα ένα κομμάτι του Bowie, η διαφωνία που προέκυψε ανάμεσα σε Bowie-Motts σχετικά με την ενορχήστρωση, έφερε τέλος στις επαγγελματικές τους σχέσεις. Από εδώ και πέρα, η μπάντα μετατράπηκε σε ένα κέντρο διερχομένων μελών, μέχρι που στα 1974 αποχώρησαν και οι Ian Hunter & Mick Ronson (που ήταν ήδη μέλος) για να συνεχίσουν την καριέρα τους σαν ντουέτο.
Οι Motts δεν ήταν ποτέ glam, αλλά έγιναν τυχαία λόγω Bowie που τους έπεισε ότι αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να γίνουν πλούσιοι και διάσημοι. Και πράγματι μπορεί για εκείνη την εποχή να ήταν έτσι, αλλά κανένας τους δεν είχε την ιδιοσυγκρασία για να ενσωματώσει αυτό το στυλ και να το ακολουθήσει εξ ολοκλήρου. Δεν ήταν επίσης, ούτε ιδιαίτερα εντυπωσιακή μπάντα. Ο κημπορντίστας Ian Hunter μπορεί να ήταν ανταγωνίσιμος, αλλά δεν ήταν κορυφαίος. Ο κιθαρίστας Mick Ralphs μπορεί να ήταν ταλαντούχος, αλλά υπήρχαν εκατοντάδες άλλοι ταλαντούχοι κιθαρίστες τριγύρω. Ο Buffin Griffin στα τύμπανα και ο Overend Watts στο μπάσο μπορεί να είχαν ένα δέσιμο και να μπορούσαν να κρατάνε το rhythm section, αλλά ήταν μόνο το rhythm section και τίποτα άλλο. Ο οργανίστας Verden Allen από την άλλη μεριά, δεν κατάφερε να "κολλήσει" με τους υπόλοιπους και πολύ σύντομα αποχώρησε από τη μπάντα. Όσον αφορά στην τραγουδοποιία, στην προ-glam περίοδο (1969-71), όταν ο Ian Hunter ήταν στα καλύτερά του, ήταν μία χλωμή απομίμηση του Dylan και ο Mick Ralphs ελάχιστες φορές κατόρθωνε να γράψει κάτι σπουδαίο.
Ο David Bowie τους έμαθε τον τρόπο να γράφουν καλύτερα κομμάτια και τους έπεισε να εντρυφήσουν στο glam, αλλά τελικά δεν φάνηκε να τους ενθουσίασε ο καινούργιος τους ρόλος. Δεν ήταν "τζίνια" και μπορεί όποτε ροκάριζαν να ροκάριζαν καλά, αλλά υπήρχαν ντουζίνες από άλλες μπάντες που ροκάριζαν το ίδιο καλά –αν όχι καλύτερα- και έγραφαν καλύτερα τραγούδια από τους Motts. Στο κάτω-κάτω, ποιος χρειαζόταν μία απομίμηση του Dylan στις αρχές της δεκαετίας του 70 και μάλιστα χλωμή;
Στη μετά-Hunter εποχή, η μπάντα κυκλοφόρησε δύο albums χωρίς επιτυχία (Drive On, 1975) & Shouting and Pointing, 1976). Όμως, με τα "φύγε ‘συ, έλα ‘συ" να συνεχίζονται, ήρθε στη μπάντα ο John Fiddler που τους άλλαξε το όνομα σε British Lions για να κάνουν δύο ακόμα albums. Τα British Lions (1978) & Trouble With Women (1980) τα οποία δεν είχαν ούτε αυτά καμία επιτυχία, για να διαλύσουν οριστικά αμέσως μετά την κυκλοφορία του δεύτερου. Στην ουσία, οι Motts είχαν διαλύσει από το 1974 με την αποχώρηση του Hunter, για να μην πω από το 1973 με την αποχώρηση του Ralphs που ήταν βαρύτατο πλήγμα. Με τη μετονομασία της μπάντας, από τον Fiddler στα 1976, η διάλυση αφορούσε πλέον στο τυπικό μέρος. Οι Hunter & Ronson συνέχισαν να δουλεύουν μαζί μέχρι τον θάνατο του Ronson στα 1993. Από κει και πέρα, ο Hunter συνέχισε τη σόλο καριέρα του.
Τον Ιανουάριο του 2009 ανακοινώθηκε ότι η μπάντα με τα original μέλη της, θα κάνει ένα reunion για να δώσει δύο συναυλίες στο Hammersmith Apollo του Λονδίνου. Οι δύο συναυλίες προγραμματίστηκαν για τον Οκτώβριο του 2009 και έγιναν sold out. Αναγκάστηκαν έτσι να δώσουν και μία τρίτη και μία τέταρτη και τελικά και μία πέμπτη που έγιναν και αυτές sold out. Το reunion καλύφθηκε πλήρως από τον τύπο, ηχογραφήθηκε και κυκλοφόρησε σε 3 CD Box το οποίο έγινε ανάρπαστο. Τον Νοέμβριο του 2009 οι Motts έπαιξαν στη Γλασκόβη.
* Ian (Patterson) Hunter: (1939, Κιθάρα, Πιάνο, Φωνή)
* Mick (Michael Geoffrey) Ralphs: (1944, Κιθάρα, Πλήκτρα, Φωνή)
* Verden (Terence) Allen: (1944, Όργανο, Φωνή)
* Pete (Peter) Overend Watts: (1947, Κιθάρα, Μπάσο, Φωνή)
* Dale (Terence) “Buffin” Griffin: (1948, Τύμπανα, Κρουστά, Φωνή)
* 1972: - Allen
* 1973: + Mick Bolton (Όργανο), + Morgan Fisher (Πλήκτρα), - Bolton, + Blue Weaver (Όργανο), - Ralphs, + Ariel (Luther Grosvenor) Bender (1946, Κιθάρα)
* 1974: - Bender + Mick (Michael) Ronson (1946-1993, Κιθάρα, Φωνή, Πιάνο, Μπάσο, Τύμπανα, Φυσαρμόνικα, Πλήκτρα, Βιολί), - Hunter, - Ronson, + Ray Major, + Nigel Benjamin
* 1976: - Benjamin, + John Fiddler (1947, Κιθάρα, Φωνή, Πιάνο)
Και τυπικά τελειώνουν πλέον στα 1976, αφού ο Fiddler τους μετονόμασε σε British Lions.
1969: Mott The Hoople
1970: Mad Shadows
1971: Wildlife
1971: Brain Capers
1972: All The Young Dudes
1973: Mott
1974: The Hoople
1974: Live
Σημ: Από την παρουσίαση των albums λείπει το Mad Shadows του 1970 γιατί δεν το έχω. Επίσης, δεν συμπεριλαμβάνω τα δύο albums του 1974.
Mott The Hoople (1969)
'At The Crossroads': Ακούγεται όμορφα και ευχάριστα και ας είναι διασκευή.
'Laugh At Me': Είναι μεγάλο και από το πολύ relax βαριέσαι. Τόσο πολύ μεγάλο σολάρισμα με το πιάνο; Αν θέλω κάτι τέτοιο, θα βάλω να ακούσω Keith Emerson.
'Backsliding Fearlessly': Καταστροφικό. Συνδυάζει τις μελωδίες των 'Just Like A Woman' & 'The Times They Are A-Changin'' του Dylan και απορώ που ο Bob δεν τους έκανε μήνυση. Για ποιο λόγο να το προτιμήσει κανείς αφού από μόνο του δυσφημίζει τον Hunter και κατ’ επέκταση ολόκληρη τη μπάντα;
'Half Moon Bay': Διαρκεί έντεκα λεπτά. Ξεκινάει αργά και "σκοτεινά" χωρίς τίποτα το ιδιαίτερο, εξελίσσεται σε ένα requiem μιας νότας και συνεχίζει με ένα πολύ μακρύ τζαμάρισμα που το βαριέται και ο θεός.
Ο Ian Hunter θέλει να το παίξει progressive? Μιμείται τους φρεσκοφορμαρισμένους King Crimson? Μόνο βέβαια που οι King Crimson είχαν ΚΑΙ ταλέντο ΚΑΙ έμπνευση ενώ εδώ έχουμε έναν Ian Hunter που έχει κάνει "σκονάκι" το Blonde On Blonde του Dylan. Ο Hunter όμως, ούτε είναι ούτε έγινε ποτέ του ένας Dylan. Απλά το ήθελε. Εντάξει ρε παιδί μου κι άλλοι το ήθελαν, αλλά τον πήραν σαν βάση και σαν επιρροή για να εξελίξουν στην πορεία ένα δικό τους στυλ που το δέχεσαι, το θαυμάζεις και λες "πώς το ‘κανε ρε παιδί μου αυτό;". Άλλο όμως η επιρροή και η ανταλλαγή ιδεών και άλλο το καρμπόν.
* Σχόλιο: Λίγο Dylan από δω, λίγο Page από κει και το album είναι έτοιμο. Εμ δεν κάνουμε δουλειά έτσι.
* Να το πάρω; Όταν έχεις το πρωτότυπο και μάλιστα με το "γνήσιο της υπογραφής", τι να την κάνεις τη φωτοτυπία;
Wildlife (1971)
'Original Mixed-Up Kid': Η καλύτερη στιγμή τους στα πρώτα οχτώ κομμάτια. Αυτοβιογραφική, μισανθρωπική –πλην όμως- ποιητική μπαλάντα, με έναν Hunter στην καλύτερη a la Dylan μεταμφίεση που έκανε ποτέ. Τελικά ίσως αυτό το κομμάτι να μας δίνει και την απάντηση στο Hunter αίνιγμα: "Τελικά ποιος είμαι ρε παιδιά; Ο Hunter, ο Dylan ή ένα Original Mixed-Up Kid"?
'It Must Be Love': Ρουτινιάρικο και χωρίς ενδιαφέρον.
'Lay Down': Η χειρότερη διασκευή που έχει γίνει ποτέ.
'Home Is Where I Want To Be': Τίποτα.
'Wrong Side Of The River': Γεννήθηκε –λέει- στη λάθος όχθη του ποταμού, ενώ θα ήθελε να έχει γεννηθεί στην άλλη. Μα αν δεν νοιώθεις καλά εκεί που είσαι, τότε να μετακομίσεις χρυσέ μου για να έχεις συνέπεια και συνειρμό με το 'Home Is Where I Want To Be'.
'Angel Of Eighth Avenue': Μυστικιστική μπαλάντα. Σαν κάτι να λέει αυτό.
'Waterlow': Προσπαθεί να είναι όμορφο, να κλέψει την παράσταση, να σου φτιάξει τη διάθεση, αλλά τελικά μόνο προσπαθεί.
'Keep A-Knockin': Ξεκινάει σε στυλ Little Richard και συνεχίζει με θέματα από τα 'Mean Woman Blues', 'Whole Lotta Shakin' Going On' & 'What'd I Say'. Παίζουν όλοι τους σαν δαιμονισμένοι και σε κάνει να φωνάξεις: "πού ήσασταν ρε παιδιά τόση ώρα;". Είναι το μοναδικό που ξεχωρίζει, αλλά δυστυχώς ένα κομμάτι δεν κάνει ένα album.
* Σχόλιο: "Πεθαμένη" country με εξαίρεση το τελευταίο κομμάτι.
* Να το πάρω; Να λάβεις υπόψη σου ότι βρισκόμαστε στην pre-glam περίοδο των Motts, και καλύτερα να πάρεις Dylan ή Band ή και τους δύο.
Brain Capers (1971)
* Tracks: 1) Death May Be Your Santa Claus, 2) Your Own Backyard, 3) Darkness Darkness, 4) The Journey, 5) Sweet Angeline, 6) Second Love, 7) The Moon Upstairs, 8) The Wheel Of The Quivering Meat Conception.
Αυτό είναι καλύτερο, αν και είχαν αποφασίσει να είναι το "Κύκνειο Άσμα" τους. Ο Ralphs επιστρέφει στο "μέταλλο" και τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα για όλους.
'Death May Be Your Santa Claus': Πλούτος για τα αυτιά του ακροατή. Νομίζεις ότι έκαναν ξανά ένα 'Keep A-Knockin'. Ο Hunter έχει καλά στιχάκια και το κομμάτι είναι ένα δώρο για τους fans της μπάντας.
'The Moon Upstairs': Καλό κομμάτι, αλλά όχι τόσο ενδιαφέρον.
'Darkness Darkness': Διασκευή. Ξεκινάει folk και καταλήγει heavy. Δεν είναι το στυλ τους, αλλά έχουν μελωδία και νεύρο.
'Journey': Ο αδύνατος κρίκος του album. Εννέα επικά λεπτά γεμάτα με ατμόσφαιρα a la Pink Floyd, μπερδεμένα με Dylan. Ο Hunter όμως, δεν είναι ούτε Floyd, ούτε Dylan.
'Second Love': Η Jazz ατμόσφαιρα δεν προσφέρει εδώ τίποτα.
'Sweet Angeline': Άλλη μία μίμηση του Dylan που βρίσκεται στη σκιά του 'Absolutely Sweet Marie'. Ωραίος ρυθμός, όμορφα στιχάκια και είναι -τουλάχιστον- μίμηση και όχι καρμπόν.
'Your Own Backyard': Διασκευή. Ο Hunter μάλλον χάνει εδώ τη μελωδία.
* Σχόλιο: Δεν είναι άσχημο, αλλά δεν είναι και σούπερ. Είναι απλά καλύτερο από τα προηγούμενα.
* Να το πάρω; Ακούγεται, αλλά δεν έχει να σου δώσει κάτι ξεχωριστό.
All The Young Dudes (1972)
'One Of The Boys': Μουσικά είναι κατώτερο από το 'All The Young Dudes', αλλά είναι από τα καλά κομμάτια του δίσκου.
'Sweet Jane': Δεν "λειτουργεί" και τόσο αυτή η διασκευή.
'Soft Ground': Αυτό απλά γεμίζει το δίσκο.
Jerkin’ Crocus: Κι αυτό στους Faces με πάει. Όχι ότι το πήραν απ’ αυτούς, αλλά με τη φωνή του Stewart θα έπαιρνα όρκο ότι είναι οι Faces. Στο κάτω-κάτω, δεν απέχουν ηχητικά αυτές οι δύο μπάντες κατά τη γνώμη μου.
'Ready For Love'/'After Lights': Η πρώτη εκτέλεση του πασίγνωστου κομματιού που έγινε επίσης μεγάλη επιτυχία από τους Bad Company όταν ο Ralphs άφησε τους Motts για να λάβει μέρος στο lineup των Bad Company. Νομίζω όμως ότι το 'After Lights' που το κόλλησαν στο φινάλε είναι περιττό. Δεν προσφέρει τίποτα περισσότερο στο κομμάτι.
* Σχόλιο: Δεν το έχω για καλύτερό τους, αλλά είναι πολύ σημαντικό album για την καριέρα τους. Χωρίς αυτό, δεν θα είχαμε το επόμενο.
* Να το πάρω; Oui Mon Ami… Έχει ιστορική αξία.
Mott (1973)
'All The Way From Memphis': Ο Hunter αφηγείται το πώς έχασε την κιθάρα του (Ρε συ Ian κόψε το δούλεμα. Αφού παίζεις πλήκτρα).
'Honaloochie Boogie': Το Pop κομμάτι του δίσκου.
'I'm A Cadillac/'El Camino Doloroso': Αυτό δεν έχει να πει τίποτα. Το Ισπανικό που κόλλησαν δίπλα του, είναι πολύ καλύτερο.
'Ballad Of Mott The Hoople': Πολύ καλό κομμάτι. Διηγείται την ιστορία της μπάντας που έφτασε κοντά στη διάλυση με τον Hunter να είναι έτοιμος να βάλει τα κλάματα για την κακή του τύχη ονομάζοντας τον εαυτό του 'Rock'n'roll's a loser's game'. Τα πάντα είναι εδώ τέλεια. Η παραγωγή, η εκτέλεση, το τραγούδισμα όλα είναι δοσμένα πολύ επαγγελματικά και αν δεν ξέρεις το story, σε εκπλήσσει αυτή η ατυχία που κυνηγούσε τη μπάντα.
'Hymn For The Dudes': Εξαιρετική προσπάθεια της επιστροφής στην παλιά καλή ατμόσφαιρα της …βαρεμάρας! Αποτέλεσμα; Απολύτως επιτυχημένο.
'I Wish I Was Your Mother': Στο κλίμα του προηγουμένου, αλλά δεν είναι ο Dylan που τραγουδάει. Ο Hunter είναι.
Στη συνέχεια έχουμε την αποχώρηση του Ralphs και ένα χρόνο αργότερα την αποχώρηση του Hunter που ουσιαστικά έφερε και το τέλος της μπάντας.
* Σχόλιο: Συνδυασμός του προσφάτως ανακαλυφθέντος glam image και του προσφάτως ανακτηθέντος από το παρελθόν κοινωνικού σχολιασμού. Είναι το καλύτερο που είχαν να κάνουν. Τραγουδιστικά, βρίσκω πολύ Steve Harley σε ολόκληρο το album αυτό. Έτσι, μπορεί να "χάσαμε" τους Motts, αλλά κερδίσαμε την εξέλιξή τους γιατί είμαι σίγουρος ότι ο Hunter λειτούργησε σαν προπομπός για την εμφάνιση του Steve Harley και των Cockney Rebel που βγήκαν στη δισκογραφία το 1973.
* Να το πάρω; Νομίζω ότι είναι το album στο οποίο αξίζει να κάνεις την πρώτη σου "επίσκεψη" στους Motts. Μπορεί εμπορικά να βρίσκεται χαμηλότερα από το All The Young Dudes, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται πολύ πιο ψηλά γιατί είναι πιο ουσιαστικό. Είναι ειλικρινέστατο, αληθινό και εγώ αυτό το μετράω! Εσύ;
Πρόταση:
1: Mott (1973)
2: All The Young Dudes (1972)
Βιβλιογραφία:
1: Encyclopedia of Rock & Roll (Rolling Stone)
2: Illustrated Encyclopedia of Rock (Salamander)
3: Classic Rock And Pop Album Rev and Updat (G. Starostin)
4: Encyclopedia of Pop, Rock and Soul (Irwin Stambler)
Ακουστικά Βοηθήματα:
1: Mott The Hoople (Discography)
Ευχαριστώ για την ανάγνωση
Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.
Στείλε το άρθρο σου
σχολιάστε το άρθρο