ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    Πασχάλης: Tα ιντερνετικά ραδιόφωνα μου θυμίζουν τους ραδιοπειρατές του '60!

    Ανεβείτε στο πειρατικό μας να ταξιδέψουμε με τον Πασχάλη Αρβανιτίδη στις μουσικές που αγαπήσαμε!

    Πασχάλης: Tα ιντερνετικά ραδιόφωνα μου θυμίζουν τους ραδιοπειρατές του

    Γράφει ο John Deos (Deos)
    33 άρθρα στο MusicHeaven
    Τετάρτη 26 Φεβ 2014

    Αισίως έχουμε φτάσει στο 2014, όπου η μουσική πληροφορία μεταδίδεται πλέον μέσω διαδικτύου, υπολογιστή, mp3. Έχοντας ζήσει τη μουσική να περνάει από το δίσκο, στην κασέττα, στο CD και στο τέλος να χάνεται η φυσική υπόσταση του αυθεντικού μέσου αναπαραγωγής της, ποια είναι τα συναισθήματά σου;

    Αν χαρακτηρίσουμε τη σημερινή εποχή ως βινύλιο, η σημερινή πλευρά του δίσκου είναι απογοητευτική από άποψη συναισθημάτων. Ένα επικρατεί: τι θα ‘κονομήσουμε. Αυτό το μήνυμα εισπράττω συνεχώς από παντού. Πολύ σπάνια είναι τα δείγματα προσπάθειας και θέλει να ψάξεις πολύ να τα βρεις. Μέσα στον πανικό της εποχής χάνονται και είναι λυπηρό. Ελπίζω η πίσω πλευρά του δίσκου, το flip side που λέμε, να κρύβει μια καλή πορεία για τη μουσική, ένα πιο παραδεισένιο μουσικό τοπίο σαν αυτά που ζήσαμε στη δεκαετία του ’60 και του ’70, ίσως και του ’80, που τελικά ήταν καλή κι αυτή η δεκαετία.

    Τι αναμνήσεις έχεις από την παιδική σου ηλικία στη Δράμα; Υπήρχαν άλλοι μουσικοί ή τραγουδιστές στην οικογένεια ώστε να αποφασίσεις να καταπιαστείς με τη μουσική και το τραγούδι;
       
    Η οικογένειά μου δεν ήταν μουσική οικογένεια. Ο πατέρας μου ήταν οικοδόμος χωρίς να έχει κτήματα. Οι γονείς του μετακινήθηκαν από το Βράχο της Β. Ηπείρου στην Α. Θράκη και από την Α.Θράκη διωγμένοι προς την Ελλάδα σταμάτησαν στο Δοξάτο της Δράμας και εργάζονταν εκεί. Το κράτος παρείχε κάποια γη, όπου ο πατέρας μου έχτισε ένα πλίνθινο σπίτι στο οποίο γεννήθηκα εγώ και τα άλλα 4 αδέρφια μου, 1 κορίτσι και 4 αγόρια σύνολο. Με πολύ αγώνα δουλεύοντας στα καπνά θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια με πολλή σκληρή δουλειά, τη μάνα μου, τα αδέρφια μου και τον πατέρα μου στις οικοδομές. Σιγά σιγά οι δυο μεγαλύτεροι αδερφοί μου δούλεψαν κοντά του σαν οικοδόμοι. Στη δεκαετία του ’50 οδεύοντας προς το ’60, ο πατέρας μου είχε πολλές δουλειές στη Θεσσαλονική και αποφασίσαμε να εγκατελείψουμε το Δοξάτο και να μετακομίσουμε στη Θεσσαλονίκη και πλέον θυμάμαι τα εφηβικά μου χρόνια εκεί. Σε ηλικία 14 ετών εργαζόμουν παράλληλα με το σχολείο με πρώτη μου δουλειά ένα παντοφλάδικο να φωνάζω στην πόρτα «Ορίστε, περάστε» και πήγαινα στα διάφορα πρακτορεία τα χαρτοκιβώτια με τις διάφορες παντόφλες για την επαρχία. Λίγο μετά από αυτό, πήγα κοντά στον Κώστα, τον λίγο μεγαλύτερο αδερφό μου και εργάστηκα σαν βαφέας αυτοκινήτων. Μέσα σε διάστημα 2 ετών ο αδερφός μου στρατεύθηκε και ανέλαβα το «μαγαζί», το οποίο δεν ήταν κάτι παραπάνω από ένα κομπρεσσέρ πάνω σε ρόδες και πέντε σπάτουλες. Σ’αυτό λοιπόν το διάστημα η δεκαετία του ’60 ήρθε και σάρωνε με την αγγλική μουσική σκηνή κυρίως, με τους Beatles, Rolling Stones, Kinks, Animals, αλλά και την αμερικανική με τους Beach Boys, Ventures, Simon & Garfunkel, John Denver μια φοβερή εποχή μουσικής ανάπτυξης και προσφοράς. Θυμάμαι παρατούσα την παρέα μου, το ποδόσφαιρο κι έτρεχα σπίτι να ακούσω στο ραδιόφωνο την εκπομπή στο Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΑ ενός παραγωγού ονόματι Πλέσσας, ο οποίος μετέδιδε πάρα πολύ αγαπημένα μου τραγούδια, κυρίως αμερικάνικα. Θυμάμαι και το Ράδιο Λουξεμβούργο στα Μεσαία όπου μετέδιδαν τραγούδια της αγγλικής σκηνής και ξενυχτούσα αγκαλιά με το ραδιόφωνο. Ερχόταν η μητέρα μου το πρωί να με ξυπνήσει να πάω στη δουλειά και με έβλεπε ακόμη κολλημένο εκεί πέρα.

    Να πάμε χρόνια πίσω, τότε που οι Olympians δεν υπήρχαν καν σαν ιδέα.
    Το πρώτο μου συγκρότημα ήταν οι Drugstore Men. Ήμασταν φίλοι που θέλαμε να φτιάξουμε ένα συγκρότημα για να περνάμε ωραία, παίζοντας τραγούδια των συγκροτημάτων εκείνης της εποχής. Μαζευτήκαμε στο σπίτι ενός από τα παιδιά και ψάχναμε τι τραγούδια να πούμε… «Ποιος ξέρει το Kansas City;”… «Εγώ το ξέρω!» απάντησα. Ήταν ένα τραγούδι Αμερικάνικο, το τραγουδούσε ο Trini Lopez. Ακούγοντάς με να τραγουδάω είπαν «εσύ θα είσαι ο τραγουδιστής μας» και χρήστηκα τραγουδιστής από κείνη τη στιγμή των Drugstore Men. Στη συνέχεια, επειδή η μόδα ήταν τις Κυριακές να πηγαίνουμε σε μουσικά πρωινά που γίνονταν σε διάφορα club στη Θεσσαλονίκη, παρακολουθούσαμε κι εμείς σαν νέοι όλα αυτά τα δρώμενα και υπήρχε ένα συγκρότημα που έπαιζε σε αυτά τα μουσικά πρωινά που λεγόταν Brahms. Ήταν ένα 6μελές συγκρότημα με τρομπέτα, σαξόφωνο κι έναν καλό κιθαρίστα που μας άρεσε πάρα πολύ. Είχαν επιτυχία και έπαιζαν επιπλέον τα Σαββατοκύριακα στο φουαγιέ της εταιρείας Μακεδονικών σπουδών στη Θεσσαλονίκη, αλλά ο τραγουδιστής τους αναγκάστηκε να φύγει στο Βέλγιο μετανάστης. Το συγκρότημα έμεινε χωρίς τραγουδιστή κι έκανε οντισιόν. Οι Drugstore Men δεν είχαν όργανα ακόμα κι ένας φίλος με παρότρυνε να πάω σ’εκείνη την οντισιόν. Στάθηκα στην ουρά με καμιά 15αριά άτομα, όπου ήμουν προτελευταίος. Αφού δοκίμασαν και ξαναδοκίμασαν κόσμο, έφτασε η σειρά μου και τους τραγούδησα Beatles, το Twist & Shout. Μόλις με άκουσαν, είπαν στον επόμενο «εντάξει εντάξει, βρήκαμε» (γέλια). Ο άλλος μέχρι τώρα μου το κρατάει! Με πήραν λοιπόν για τραγουδιστή και από εκείνη τη στιγμή, το συγκρότημα άλλαξε μορφή τελείως. Άλλαξε υπόσταση, ρεπερτόριο κι έγινε ένα πολύ σύγχρονο συγκρότημα. Μέσα σε ένα χρόνο, οι Brahms ήμασταν το πρώτο συγκρότημα στη Θεσσαλονίκη αδιαμφισβήτητα. Ένας θαυμαστής μου αγόρασε μπάσο για να παίξει και να μπει στο συγκρότημα. Είδε όμως ότι δεν μπορούσε να τα καταφέρει και μου χάρισε το μπάσο του, όπου το ανέλαβα. Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες. Οι Forminx ήταν ένα πολύ επιτυχημένο συγκρότημα με το Jeronimo Yanka και είχαν κατακτήσει όλη την Ελλάδα. Είχαν ένα όργανο ζηλευτό με υπέροχους ήχους, το Hammond, το οποίο χρησιμοποιούσαν πολλά συγκροτήματα στο εξωτερικό. Εμείς όμως δεν είχαμε Hammond και δεν αισθανόμασταν ακόμα σύγχρονοι. Αποφασίζουμε λοιπόν να ζητήσουμε από έναν πιανίστα, τον Άλκη Κακαλιάγκο, να έρθει στο συγκρότημά μας και να πάρουμε όργανο, να φύγει ένας κιθαρίστας κι ένας τρομπετίστας και να γίνουμε ένα πιο μικρό σχήμα. Ο Κακαλιάγκος είχε ένα ηλεκτρονικό μηχάνημα το οποίο το έβαζε στα πλήκτρα του πιάνου κι έβγαζε ήχους Hammond. O Νίκος Ελληναίος, συνεργάτης του Κακαλιάγκου, μας βάφτισε Olympians, μας άρεσε το όνομα και έτσι λοιπόν 4 Brahms κι ένας Vips κάνουμε το φθινόπωρο του 1965 τους Olympians ξεκινώντας τις εμφανίσεις στο club «Χαβάη» της Θεσσαλονίκης, που μόλις είχε ανοίξει.

    Σαν Πασχάλης, από τότε που δούλευα σαν βαφέας, έγραψα το "Σχολείο", ένα λαϊκοαμερικάνικο τραγούδι στο οποίο έγραψα ελληνικούς στίχους. Ένα βράδυ μάλιστα το τραγούδησα στην Αλίκη που ήταν γειτονοπούλα, ενθουσιάστηκε, με παρότρυνε να το κάνω δίσκο τότε που ήμουν 15-16 ετών, βρήκα την ιδέα της ανεφάρμοστη, όμως ήταν μια στιγμή που δεν μπορώ να την ξεχάσω σαν εικόνα, γιατί το Σχολείο για πάνω από 50 χρόνια είναι ένα τραγούδι που ξεχωρίζει στον ελληνικό μουσικό χώρο, που αγαπήθηκε, αγαπιέται και δεν ξέρω πόσο θα αγαπηθεί και στο μέλλον, γιατί είναι ένα διαχρονικό τραγούδι πολύ δυνατό. Γι’αυτό αναφέρομαι στη γέννησή του. Έγραψα λοιπόν το "Σχολείο", μετά κάναμε τους Drugstore Men, μετά πήγα στους Brahms, εκεί έγραψα τον "Τρόπο" σε δική μου σύνθεση και στίχους. Τον πρωτοπαίξαμε σε κάποιο χορό του Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και άρεσε πάρα πολύ. Αρχίσαμε να τον παίζουμε στα μουσικά πρωινά που παίζαμε και γινόταν πανικός. Παίζαμε την ίδια παράσταση πολλές φορές.  Όταν γίναμε Olympians είχαμε ήδη στο ρεπερτόριό μας τον "Τρόπο" και το "Σχολείο". Ο Άλκης Κακαλιάγκος ερχόμενος μας έφερε το "Συγνώμη". Αυτά τα 3 ήταν τα πρώτα μας 45αρια το 1966.

    Πώς αισθάνεσαι μέχρι σήμερα την επιτυχία του πρώτου σου τραγουδιού;
    Ο "Τρόπος" υπήρξε ένα τραγούδι-πρόταση, από αυτά που υπάρχουν παγκοσμίως και είναι στη λίστα των πρωτότυπων τραγουδιών για να ακολουθήσουν μιμήσεις και διασκευές, τραγούδια τα οποία θαυμάζω, τα ζηλεύω και αυτούς που τα έγραψαν τους θεωρώ φωτισμένους ανθρώπους για τη στιγμή που τα συνέλαβαν. Σήμερα αν βάλω να ακούσω τον "Τρόπο" θα τον ακούσω με θαυμασμό γι’αυτό που βγάζει, που αναρωτιέσαι πώς το έπαιξαν αυτά τα παιδιά τότε και ξεχωρίζει. Γι’αυτούς τους λόγους είμαι περήφανος για τον "Τρόπο" και που το ξεκίνημά μου ήταν με αυτό το τραγούδι και με αυτή την παρεά φυσικά που συνέβαλαν όλοι για να γίνει έτσι.

    Ήσασταν από τους πρωτοπόρους μαζί με τους Strangers που χρησιμοποιήσατε ελληνικό στίχο.
    Δε δέχομαι το μαζί. Ήμασταν πρωτοπόροι σε αυτό.

    Τι σας έκανε να επιλέξετε τον ελληνικό στίχο.
    Ήταν ένα τυχαίο γεγονός που οδήγησε σε αυτό, όπως τυχαίο γεγονός ήταν και η ανακάλυψη της Αμερικής πηγαίνοντας για τις Ινδίες. Εγώ είχα γράψει τον "Τρόπο" σαν μουσική και αναζητούσα αγγλικό στίχο, τον οποίο δεν μπορούσα να γράψω. Απευθύνθηκα στο Λευτέρη Κονγκαλίδη, γνωστό δημοσιογράφο της Θεσσαλονίκης, ο οποίος ήξερε αγγλικά και έκανε μουσικές εκπομπές στο ραδιόφωνο και ήταν ένας «Νίκος Μαστοράκης» της Θεσσαλονίκης. Ο Λευτέρης Κονγκαλίδης όμως καθυστερούσε αυτούς τους στίχους και αναγκάστηκα να γράψω ελληνικό στίχο στον "Τρόπο", έτσι όπως τον ξέρουμε σήμερα. Το πήγα στο συγκρότημα, το παίξαμε και τελικά άρεσε. Είχε προηγηθεί και ο στίχος που είχα γράψει για το "Σχολείο" κι έτσι τα δυο τραγούδια έκαναν μια δύναμη, μια πρόταση στη νεολαία εκείνη την εποχή.

    Πώς ήταν η αποδοχή ενός πολλά υποσχόμενου συγκροτήματος από τα συγκροτήματα της εποχής;
    Το τι σνομπάρισμα δεχθήκαμε από τα συγκροτήματα εκείνης της εποχής δε σου λέω! Συμμετείχαμε στο Καλλιμάρμαρο το 1966 σε διαγωνισμό συγκροτημάτων και ήμασταν οι μοναδικοί που ήρθαμε από Θεσσαλονίκη, κάηκε το στάδιο μόλις εμφανιστήκαμε και βγήκαμε πρώτοι. Η επιτυχία του Τρόπου ήταν τόσο μεγάλη που γύρισαν και μας κοιτάζαν όλοι. Όταν κατεβήκαμε από το πάλκο εκείνη τη χρυσή βραδυά, μας πλησίασε δημοσιογράφος από το περιοδικό ΕΙΚΟΝΕΣ κάνοντάς μας πρόταση για συνέντευξη, που ήταν πολύ μεγάλο γεγονός. Μας είχαν προσέξει τόσο πολύ εκείνο τον καιρό που ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έγραψε στίχους μαζί με το Βαγγέλη Πιτσιλαδή στη μουσική, γράφοντας τον «Αλέξη» και την «Ιστορία». Ασχολήθηκαν άνθρωποι άλλου ρεπερτορίου, του λαϊκού, που ήταν φοβερά επιτυχημένο με μεγαθήρια όπως τον Χατζηδάκι, το Θεοδωράκη, τον Ξαρχάκο, τον Καζαντίδη, το Γαβαλά, το Χιώτη και τόσους άλλους. Ένα συγκροτηματάκι από τη Θεσσαλονίκη είχε κάνει τεράστια επιτυχία και ακουγόταν απ’ολους τους ραδιοπειρατές της επικράτειας. Αναφέρω τους ραδιοπειρατές, γιατί σήμερα τα ιντερνετικά ραδιόφωνα μου θυμίζουν τους ραδιοπειρατές της δεκαετίας του ’60! Μια και ανέφερες τους Strangers νωρίτερα και καλά έκανες, να τους ξεχωρίσω και να πω ότι τα περισσότερα συγκροτήματα έκαναν 2-3 επιτυχίες, που τις ακούμε και τις τραγουδάμε ακόμα, οι οποίες όμως ήταν διασκευές. Ο Νίκος Αντωνιάδης, ο τραγουδιστής των Strangers, ήταν ένα ταλαντούχο παλικάρι που έγραψε δικά του τραγούδια και είχαν επιτυχία χωρίς διασκευές.

    Ανάμεσα στο πρωτότυπο υλικό των Olympians υπήρξαν και διασκευές πολύ επιτυχημένες και κύριος παράγοντας γι’αυτό ήταν οι στίχοι της Σέβης Τηλιακού.
    Τη Σέβη Τηλιακού την γνωρίσαμε με το Κορίτσι του Μάη το 1969. Είχαμε κατέβει στην Αθήνα να ηχογραφήσουμε σαν Olympians και μέσα στο στούντιο ο παραγωγός μας ο Σπύρος Ράλλης μας πρότεινε ένα τραγούδι να τ’ακούσουμε και ήταν το Venus των Shocking Blue. Η Σέβη Τηλιακού ήταν σύζυγος του Σπύρου Ράλλη και η οποία είχε γράψει τον ελληνικό στίχο, μας το έδωσαν στο στούντιο και το γράψαμε με το που τ’ακούσαμε!
    Από κει κι ύστερα εγώ συνεργάστηκα πάρα πολύ στενά με τη Σέβη, γιατί οι Olympians το 1971 διέλυσαν οριστικά. Έγιναν προσπάθειες να κρατήσουμε το συγκρότημα, αλλά δεν τα καταφέραμε. Πρώτα μας διέλυσε ο στρατός και μετά η ωρίμανση όλων των μελών, που αναρωτηθήκαμε αν πρέπει να συνεχίσουμε σαν μουσικοί την ζωή μας. Πολλοί είπαν όχι και πολύ σωστά. Η πορεία μας ήταν δύσκολη και δεν μπορούσαν να ζήσουν άνετα 5 άτομα με ένα μεροκάματο. Όταν έφτασε η μέρα της διάλυσης ήταν μια απόφαση πικρή, αλλά σωστή. Ο ντράμερ, ο Δημήτρης Λαζαρίδης, έφυγε στη Ιταλία, σπούδασε πολιτικός μηχανικός, επέστρεψε και είναι επιτυχημένος στο αντικείμενο του. Ο κιθαρίστας, ο Κούλης Καλογιαννίδης, προσελήφθη υπάλληλος στον ΟΤΕ. Ο Άλκης Κακαλιάγκος άνοιξε ένα κατάστημα μουσικών οργάνων, πουλούσε πιάνα και διάφορα ηλεκτρονικά όργανα και μέχρι σήμερα το διατηρεί, είναι ο αντιπρόσωπος των πιάνων Petrof στη Θεσσαλονίκη και ο Βαγγέλης Κουτσοτόλης, ο σαξοφωνίστας, ασχολήθηκε μια διάφορες δουλειές με μπαρ, κλαμπ κλπ και συνεχίζει μέχρι σήμερα να είναι μουσικός. Συνεχή μουσική καριέρα διατήρησα ουσιαστικά μόνο εγώ. Πάλεψα πολύ για να αλλάξω το στίχο συνειδητά στην ποπ μουσική, γιατί δεν είναι μια μουσική που μπορεί να χρησιμοποιήσει π.χ. τον Ελύτη, να τον κλέψει, να τον βάλει στη μουσική της και να τον χρησιμοποιήσει προς όφελός της για να λέει ότι είναι σπουδαία μουσική. Όχι, δεν είναι σπουδαία μουσική αυτή που χρησιμοποιεί τον σπουδαίο ποιητή. Η ποπ μουσική είναι η πρώτη ξαδέλφη της κλασσικής μουσικής και η πιο πλούσια μουσική του κόσμου αυτή τη στιγμή από πλευράς μουσικών εκφράσεων. Στην ποπ μουσική λοιπόν κάνω καλή μουσική, χαρούμενη και χορευτική. Άρα δεν μπορώ να χρησιμοποιήσω ποίηση για να κάνω ευχάριστη μουσική. Πρέπει να βρω στίχους που θα ηχούν ωραία και ρυθμικά, γιατί στίχος και τραγουδιστής γίνονται μέρος του ρυθμού για να χορέψει ο κόσμος.

    Να μιλήσουμε για την περίοδο που ο Νίκος Παπάζογλου σε αντικατέστησε στο γκρουπ στη διάρκεια της στρατιωτικής σου θητείας.
    Ο Νίκος Παπάζογλου ήταν γειτονόπουλο και φίλος. Παίζαμε στην ίδια γειτονιά, μέναμε κι οι δυο στην Κασσάνδρου. Ο πατέρας του ήταν χασάπης και παίρναμε κρέας από το χασάπικό του. Ήταν μέλος της παιδικής κοινωνίας, που ζούσαμε στη Θεσσαλονίκη. Ανακατευόταν κι αυτός με μουσική και συγκροτήματα. Αυτός ασχολήθηκε περισσότερο με την αμερικανική μουσική, κυρίως με τον Bob Dylan, που του άρεσε πάρα πολύ και τον χώρο της Pop Country μουσικής. Όταν πήγα στο στρατό αναζήτησαν τα παιδιά τραγουδιστή να με αντικαταστήσει στο κλαμπ που παίζαμε και πήγε ο Νίκος Παπάζογλου. Ο Παπάζογλου ανέλαβε τότε τα αγγλόφωνα τραγούδια. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου με αντικατέστησε στο μπάσο και ανέλαβε το ελληνικά κυρίως τραγούδια, όπως και ορισμένα αγγλικά, ενώ ο Γιάννης Καρατζόγλου τα ιταλικά. Ο Νίκος ήταν ένα ταλέντο που ψαχνόταν κι αυτός. Το 1974 τον παρότρυνα να κατέβει από τη Θεσσαλονίκη και κατέβηκε. Τον φιλοξενούσα για ένα διάστημα 3-4 μηνών στο σπίτι μου και δουλεύαμε στο μαγαζί που εργαζόμουν τότε, στην οδό Κεφαλληνίας, στη Φαντασία. Μιλούσαμε ώρες ολόκληρες με το Νίκο και ψαχνόμασταν πάνω σε μια ιδέα που την πιστεύαμε και οι δυο, ότι θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τους ελληνικούς μονούς ρυθμούς στο εξωτερικό, να κάνουμε αγγλόφωνα τραγούδια με μονούς ρυθμούς, 5/8, 9/8, ¾ και ότι αυτοί οι ρυθμοί θα είχαν φοβερό εντυπωσιασμό έξω. Οι ξένοι δεν είναι συνηθισμένοι στους μονούς ρυθμούς, αλλά θα βρίσκαμε τέτοιο παίξιμο κυρίως με τα κρουστά, που θα τους βοηθούσαμε κιόλας να βρουν το ένα. Εκείνη την εποχή συμπεριέλαβα στη δισκογραφία μου 3 τραγούδια του Νίκου Παπάζογλου, το «Ανία» και το «Είναι Αργά», από το δίσκο «Φίλοι κι Αδερφοί» και το τραγούδι «Γαλάζια Θάλασσα» από τον επόμενο δίσκο «Το τραγούδι μου». Με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου η Φαντασία έκλεισε και ο Νίκος γύρισε Θεσσαλονίκη και άνοιξε ο δρόμος του Νίκου έπειτα, κάνοντάς τον πολύ αγαπητό, ξεχωριστό και σπουδαίο.

    Ποιο τραγούδι των Olympians πιστεύεις ότι άξιζε να ακουστεί περισσότερο, αλλά επισκιάστηκε από την προβολή των γνωστότερων επιτυχιών;
    Με προβληματίζεις δύσκολα, γιατί τα κομμάτια που ακούστηκαν άξιζαν και ακούστηκαν, ενώ αυτά που δεν ακούστηκαν δε σημαίνει το αντίθετο, απλά οι εποχές δεν τα βοήθησαν. Ένα τραγούδι που πραγματικά είναι ξεχωριστό είναι το «Ψεύτικη Αλήθεια», μια σύνθεση του Άλκη Κακαλιάγκου και στίχους δικούς μου.

    Και το τραγούδι «Όνειρα Περιμένοντας» ανήκει στα πιο άγνωστα & πιο ψυχεδελικά τραγούδια των Olympians, όπου δεν τραγουδάς, αλλά απαγγέλεις. Πώς προέκυψε αυτό το κομμάτι;
    Είναι κι αυτό ένα άλλο τραγούδι-πρόταση την εποχή εκείνη. Ήταν μια ιδέα που έγραψα μαζί με τον Αντώνη Θεοδωρόπουλο, σαξοφωνίστας και συνεργάτης των Olympians



    Γιατί στο μοναδικό ολοκληρωμένο δίσκο του 1969 εμφανίζονται στο εξώφυλλο μόνο εσύ, ο Άλκης Κακαλιάγκος & ο Δημήτρης Λαζαρίδης;

    Οι υπόλοιποι ήταν φαντάροι, δεν μπορούσαν να είναι μαζί μας. Επιπλέον την ανανέωση του συμβολαίου με την ΕΛΛΑΔΙΣΚ την κάναμε εμείς οι τρεις, αναλαμβάνοντας μια μεγάλη υποχρέωση καθώς η ΕΛΛΑΔΙΣΚ μας αγόρασε ένα εκπληκτικό Hammond X-77, αξίας 350,000 δραχμών, που τότε με τα ίδια λεφτά έπαιρνες ένα σπίτι στη Στησιχόρου! Το μισό το πήρε η ΕΛΛΑΔΙΣΚ και το άλλο μισό θα το ξεπληρώναμε με τα ποσοστά μας και στο τέλος μας χάρισε το μερίδιό της και το αναλάβαμε εμείς. Ένα φοβερό όργανο.



    Το έχει ακόμα ο Άλκης;
    Δεν το έχει, αλλά το αναζητούμε να το βρούμε γιατί θα χρειαστεί.

    Αναμένουμε κάποια ευχάριστα νέα να φανταστώ;
    Θα σου αποκαλύψω λοιπόν ότι εδώ και 3 μήνες, δουλεύουμε ένα σχέδιο που εγώ σαν σκέψη το έχω πάρα πολλά χρόνια στο μυαλό μου, το πρότεινα επανειλημμένα στα παιδιά, δεν έγινε ποτέ αποδεκτό μέχρι που πρόσφατα έγινε αποδεκτό. Βρέθηκε ένας άνθρωπος στη Θεσσαλονίκη, ο Νίκος Χρηστίδης, ασχολείται με τα καλλιτεχνικά, έχει ένα χώρο στη Θεσσαλονίκη, το Love Casual Living, και δουλεύει με πολλούς καλλιτέχνες και ξεκίνησε να ξαναφτιάξουμε τους Olympians. Είπα ναι, αλλά με την προϋπόθεση να συνεργαστούμε με την Κρατική Ορχήστρα Βορείου Ελλάδος και να κάνουμε μια συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, όλο αυτό το ρεπερτόριο με νέες ενορχηστρώσεις.

    Για μια βραδυά;
    Ναι. Μπορεί να ακολουθήσουν κι άλλες βραδυές, ίσως το κάνουμε και στην Αθήνα ή και σε κάποιες πόλεις με απόδημο ελληνισμό. Θέλει πολύ δουλειά πάντως και δεν είναι εύκολο. Μέσα από αυτή την προετοιμασία δεν αποκλείεται να προκύψει και κάποια νέα πρόταση, ένα νέο τραγούδι για παράδειγμα. Η ιδέα αυτή λοιπόν προχωράει με στόχο το φθινόπωρο ή το χειμώνα του 2014 προς το 2015 και το 2015 θα συμπληρώνονται τα 50 χρόνια των Olympians. Αυτό με εξιτάρει και πιστεύω στη λαϊκή ρήση που λέει «Τα στερνά τιμούν τα πρώτα» και θέλω λοιπόν να τιμήσουμε τα πρώτα.

    Έχουμε και δισκογραφικά νέα;
    Το  περασμένο καλοκαίρι, ηχογράφησα ένα νέο τραγούδι με τίτλο «Μα είσαι ακόμα εδώ» σε μουσική του Χρήστου Γιαννόπουλου και στίχους της Γεωργίας Μπαϊμπά.


    Πιο χαρακτηριστικό γεγονός σου έρχεται στο μυαλό από ανθρώπους που σε σταματούν στο δρόμο να σου μιλήσουν ;

    Τις προάλλες είδα μέσα σ’ένα κατάστημα που μπήκα έναν 55άρη, ο οποίος με πλησίασε με βουρκωμένα μάτια και μου είπε ότι δεν μπορώ να φανταστώ τι σημαίνω εγώ γι’αυτόν, για την ζωή του, για τα παιδικά του χρόνια, για τα νεανικά του χρόνια, για το κορίτσι που αγαπούσε. Μου έλεγε που συνόδευαν τα τραγούδια μου αυτή την αγάπη τους και που έφυγε στην Αυστραλία και γύρισε στην Ελλάδα για 20 μέρες και έψαχνε να βρει σε όλη την Ελλάδα πού τραγουδάω να με ακούσουν και βρήκαν ότι τραγουδούσα στα Μάταλα, όπου έψαχναν ξενοδοχείο και δεν μπορούσαν να βρουν για να έρθουν! Πόσο πολύ εξέφραζε την αγάπη του δεν περιγράφεται. Αυτό που μπόρεσα να του πω ήταν ότι γι’αυτό που αισθάνεται, γι’αυτό υπάρχω κι εγώ. Το γνωρίζω, σε αυτό στοχεύω και σε τίποτα περισσότερο.

    Αν ο Πασχάλης του σήμερα είχε τη δυνατότητα να συναντήσει τον Πασχάλη του χθες, τι θα τον συμβούλευε να προσέξει στο ξεκίνημα και στην πορεία της καριέρας του;
    Αυτό που είχε ο Πασχάλης σε όλη του την πορεία και ήταν πάρα πολύ βαρύ ήταν το άγχος και η ανασφάλεια. Αυτό αν μπορούσε να το ξεχωρίσει να το πετάξει και να μην το αισθάνεται θα ήταν πιο ευτυχισμένος, πιο δημιουργικός. Όμως δεν μπορούσα κι ακόμη δεν μπορώ. Είναι το πιο βαρύ από τα αρνητικά που έχω.

    Οπότε ήταν ένας παράγοντας να σε κρατάει πίσω σε πολλά. Από την άλλη τι ήταν αυτό που σου έδινε την ώθηση να πας παραπέρα;
    Αυτό που με βοήθησε να πάω λίγο παραπέρα ήταν το ενδιαφέρον μου, η ανησυχία μου να βλέπω τι γίνεται στην παγκόσμια μουσική σκηνή, να παραδειγματίζομαι από τους ξένους μεγάλους καλλιτέχνες, να βλέπω τα αρνητικά και τα θετικά, να υιοθετώ αυτά που νόμιζα ότι θα με βοηθήσουν και να κοιτάζω να τα διασκευάζω και να τα εφαρμόζω στην ελληνική μουσική πραγματικότητα.

    Αν η μουσική δε σε συναντούσε σε αυτή τη ζωή επαγγελματικά, τι άλλο θα σε προσέλκυε;
    Από μικρό παιδί ήθελα να γίνω ζωγράφος. Μου άρεσε πάρα πολύ και ήμουν και καλός. Τα έργα μου κρέμονταν στους τοίχους των τάξεών μου. Θα ήθελα να γίνω ζωγράφος λοιπόν. Δυστυχώς δεν το συνέχισα. Ζωγράφιζα μέχρι το στρατό, έχω κάποια έργα, όμως μετά με απορρόφησε η μουσική και δε μου έμεινε χρόνος μέχρι και σήμερα. Σκεφτόμουν ότι κάποια στιγμή που θα είμαι χαλαρός και δε θα με απασχολεί η μουσική θα πιάσω πάλι το πινέλο και θα ζωγραφίζω, όμως φαίνεται αυτή η ώρα δεν έχει έρθει ακόμα και δεν ξέρω αν θα έρθει. Αισθάνομαι πολύ δραστήριος και τώρα, έχω πολλά πράγματα να κάνω. Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που έχω υποχρέωση να κάνω ακόμα είναι να τραγουδάω, να μεταδίδω τα τραγούδια μου στις νεότερες γενιές, να έχω τη δύναμη να τα τραγουδάω όπως και τότε. Χάρη στη δύναμη του Θεού και σε προσωπικές προσπάθειες συνεχίζω και τραγουδάω στους αρχικούς τόνους τα τραγούδια όπως στα 18 μου, το οποίο δεν είναι εύκολο. Όλο αυτό λοιπόν μαζί με την ευτυχία και συγκίνηση του κόσμου είναι αυτό που πραγματικά με γεμίζει και όχι μια νέα επιτυχία που θα ακουγότανε στα ραδιόφωνα, που έχουν χάσει την όποια εκτίμηση, ή την τηλεόραση, την οποία απεχθάνομαι.

    Πασχάλης: Tα ιντερνετικά ραδιόφωνα μου θυμίζουν τους ραδιοπειρατές του


    Τι σε στενοχωρεί και σε απογοητεύει στην ελληνική μουσική;
    Στην έρευνα που με απασχόλησε του τραγουδιού που υπηρετώ, που χρησιμοποιεί το στίχο για να φτιάξει ένα καλόηχο τραγούδι, είχαμε μια δράση του λεγόμενου «έντεχνου» τραγουδιού (κακός διαχωρισμός) που χρησιμοποίησε το στίχο ποιητών κι έγραψε μεγάλα τραγούδια με ή χωρίς εισαγωγικά. Όμως κάτω από αυτά τα μεγάλα τραγούδια υπάρχει πολύ παρατράγουδο, πολύ δήθεν, που με ενοχλεί αφάνταστα. Ζούμε μια εποχή δήθεν από τη δεκαετία του ’80 κι έπειτα. Όλοι είναι κάπως και παρουσιάζονται και φέρονται κι άγονται σαν να είναι κάποιοι που δεν τους αξίζει στην πραγματικότητα. Ο κόσμος όμως το βλέπει, δεν είναι χαζός. Μπορεί να υιοθετεί κάτι, αλλά δεν τρώει κουτόχορτο. Ξέρουν πολύ καλά ποιος είναι ποιος και ποιος παριστάνει κάποιον. Ξέρουν να αγαπούν και να εκτιμούν αυτόν που αξίζει. Δυστυχώς εδώ και 30 χρόνια, το δήθεν τραγούδι έκανε φοβερό κακό στην εξέλιξη πολλών αξιόλογων Ελλήνων καλλιτεχνών, που τους έστειλε στο σπίτι τους, που τους έστειλε δασκαλάκους σε φροντιστήρια, που τους έκανε να ασχοληθούν με άλλες δουλειές, βενζινάδες ή εργάτες. Κάποια άτομα είναι υπεύθυνα γι’αυτή την κατάσταση, που χρησιμοποίησαν το ταλέντο τους ως ένα σημείο για την οικονομική κατασπατάλιση του ελληνικού πολιτισμού. Αυτά τα άτομα κάποια στιγμή θα πρέπει να τα ονομάσουμε και να τα δείξουμε.


    Ποια ή ποιες από τις συνεργασίες σου με άλλους σημαντικούς Έλληνες καλλιτέχνες θα ξεχωρίζες ή θα σου μείνουν για κάποιο ιδιαίτερο λόγο;
    Συνεργασία που είχε και ενδιαφέρον πολύπλευρο, με εικόνες αγάπης και στιγμές ιδιαίτερες, ήταν η συνεργασία με τον Ρόμπερτ, την Μπέσυ και τη Μαριάννα που πήγαμε στη Eurovision με το τραγούδι του Γιώργου Χατζηνάσιου και της Σέβης Τηλιακού. Μου θυμίζει εποχή Olympians που δουλεύαμε συλλογικά και είχαμε ένα στόχο με αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα αυτό το εισπράττουμε μέχρι σήμερα, αφού από το 1977 μέχρι σήμερα το «Μάθημα Σολφέζ» παίζεται κάθε χρόνο στην επέτειο της Eurovision κι αναγνωρίζεται από τον κόσμο. Από κει και πέρα συνεργάστηκα με πάρα πολλούς συναδέλφους, όπως την Αλέξια, τη Μαντώ, το Στέφανο Κορκολή, την Ευριδίκη, τον Καλλίρη και είχαμε ωραίες συνεργασίες σε νυχτερινά κέντρα κυρίως. Δισκογραφικά απέφευγα συνεργασίες με συναδέλφους συνειδητά, γιατί σκεφτόμουν ότι αν θα κάνω ένα ντουέτο θα πάει χαμένο, γιατί δε θα μπορούμε να είμαστε μαζί με τον καλλιτέχνη αυτόν για να το λέμε. Κάναμε μια συνεργασία με τους Going Through το 2006, καταπληκτική πραγματικά, οι οποίοι πήραν το Σχολείο, πρόσθεσαν δικούς τους στίχους, έγινε μια από τις καλύτερες διασκευές, επανέφερε ένα τραγούδι στην επικαιρότητα μετά από τόσα χρόνια και του έδωσε ζωή για άλλα τόσα χρόνια μπροστά. Συνεργάστηκα και με την κόρη μου τραγουδώντας μαζί τους «Καταπληκτικούς», περιστασιακό γιατί η κόρη μου δεν ήταν καν καλλιτέχνης, ήταν μαθήτρια. Όμως κάναμε μια πάρα πολύ ενδιαφέρουσα επιτυχία από συναισθηματικής πλευράς, το οποίο φαίνεται και μέσα στο τραγούδι.


    Τι θυμάσαι από τη χρυσή εποχή στο On The Rocks;
    Το On The Rocks ήταν για μένα ένα μουσικό έπος στη νυχτερινή Αθήνα που κράτησε 10 χρόνια, ’86-‘96. Μια φοβερή προσφορά προς το κοινό από την πλευρά όλων των συνεργατών που περάσανε από το On The Rocks. Αμέτρητοι θαμώνες να περνούν εκπληκτικά κάθε βράδυ, χωρίς να υπάρχουν ρεπό. Μιλάμε για ατελείωτες ουρές αυτοκινήτων απ’εξω, να στριμώχνονται για μια θέση στο χώρο.

    Ποια ήταν η συνταγή του;
    Η συνταγή του ήταν πολύ μελετημένη και βαλμένη κάτω με χαρτί και με μολύβι, από τη στιγμή που θα μπει μέσα ο θαμώνας μέχρι την ώρα που θα πληρώσει το λογαριασμό και θα φύγει. Μελετούσαμε λεπτομερώς ποιες θα είναι οι κινήσεις του θαμώνα και ποιες θα είναι οι δικές μας κινήσεις πάνω στο πάλκο που θα τον βοηθήσουν να περάσει καλά, να παραγγείλει, να φάει, να πιει, να χορέψει. Θυμάμαι που αγωνιούσαμε ποιο θα είναι το επόμενο τραγούδι που θα φέρει στην πίστα δύο και θα κατέβει ένας. Θέλαμε πάντα το επόμενο τραγούδι να φέρει περισσότερους στην πίστα. Όλα ήταν σωστά μελετημένα, από τους μουσικούς, το μαέστρο, το πρόγραμμα μέχρι τη λειτουργία του κέντρου, στους σερβιτόρους, στην καθαρίστρια, στον παρκαδόρο. Αυτή ήταν η συνταγή, λειτουργούσαν όλοι σωστά, ήταν όλοι ελεγμένοι. Ήταν μια εκπληκτική δουλειά πραγματικά και γι’αυτό ο κόσμος έχει αγαπησιάρικες αναμνήσεις.

    Κρίμα που δε συνεχίστηκε.
    Όλα τελειώνουν κάποτε, κλείνει ο κύκλος τους. Σήμερα δε θα μπορούσα να δημιουργήσω ένα νέο On the Rocks εκεί. Ίσως ούτε και κάπου αλλού.


    Τι συμβουλές θα έδινες γενικότερα σε κάποιον νέο καλλιτέχνη για να μπορεί να επιβιώσει μόνο μουσικά;
    Όπως συμβούλεψα την κόρη μου, έτσι συμβουλεύω τον καθένα να έχει συνέπεια στον εαυτό του και στους άλλους. Ποτέ δε θα βγει χαμένος από αυτή τη συνέπεια. Υπάρχουν πολλοί ασυνεπείς γύρω μας που μας κάνουν να αισθανόμαστε βλάκες επειδή είμαστε συνεπείς. Οι ασυνεπείς όμως θα είναι πάντα οι χαμένοι κι εμείς οι κερδισμένοι. Όμως για να επιβιώσει κάποιος σήμερα μουσικά θα πρέπει να κάνει και μια άλλη δουλειά. Θα πρέπει να τοποθετήσει τη μουσική στο επίπεδο του χόμπυ και όχι στο επίπεδο της βιοποριστικής δουλειάς, δυστυχώς.

    Πασχάλης: Tα ιντερνετικά ραδιόφωνα μου θυμίζουν τους ραδιοπειρατές του

    Νιώθεις πιο ελεύθερος δημιουργικά στη σόλο καριέρα ή ενταγμένος σε μουσικό σχήμα;
    Είναι το ίδιο, αλλά λίγο περισσότερο και πιο απολαυστικό όταν είμαι με παρέα. Έχει ιδιαίτερη γοητεία να έχεις την κατάθεση του καθενός στη δημιουργία. Ίσως η εποχή των 15-20 τελευταίων χρόνων να χαρακτηρίζεται από μια μοναξιά του μουσικού, διότι οι περισσότεροι εργάζονται μόνοι τους. Ένα άτομο δημιουργεί εξ ολοκλήρου ένα τραγούδι, το οποίο είναι μεγάλη «φτώχεια». Ίσως αυτή τη στιγμή να συνειδητοποιώ πού πάσχει η σημερινή δισκογραφία. Είναι η μοναξιά του μουσικού, του συνθέτη, του ενορχηστρωτή. Τα φτιάχνει όλα μόνος του και δεν ειναι καλό. Σε μια ορχήστρα που ακούμε 50 όργανα, ακούμε 50 ψυχές να παίζουν. Είναι πολύ σπουδαίο η αρμονία που βγαίνει από τις 50 ψυχές.

    Ποιοι Έλληνες δημιουργοί σε έχουν επηρεάσει ανά τα χρόνια;
    Από τη δεκαετία του ’60 με επηρέασε ο Χατζηδάκις και ο Θεοδωράκης. Παρ’ότι ήταν σε διαφορετικό χώρο από μένα, είχαν ένα ταλέντο τόσο ξεχωριστό και με εντυπωσίαζε ο τρόπος που γράφανε, η απλότητα  και συνάμα το μεγαλείο των μελωδιών τους που άγγιζε το κοινό.

    Πως βλέπεις την σημερινή ελληνική μουσική σκηνή;
    Δεν το πιστεύω ότι δεν έχει να μας δώσει νέες προτάσεις, μου είναι αδιανόητο. Όμως δε μας δίνει, κάτι φταίει γι΄αυτό. Ελπίζω ότι φταίει η Τρόικα κι άμα φύγει θα αρχίσει να μας δίνει.

    Οπότε μέχρι πρότινος μας έδινε;
    Μέχρι πριν 4-5 χρόνια, η Τρόικα μπορεί να μην ήταν εδώ, αλλά είχαμε μία ξεσαλωμένη οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα. Το καράβι της Ελλάδας βρισκόταν σε μια τρικυμία, όπου την πήγαινε ο άνεμος και η μουσική μαζί της. Δεν είχαμε δημιουργική μουσική, αλλά εμπορική, περιστασιακή, χωρίς ταλέντο. Από το '90 και το 2000 έχουμε να δείξουμε τραγούδια ντροπής. Δε θα τα ισοπεδώσω όλα, υπήρξαν προσφορές αξιόλογων τραγουδιών και αξιόλογων καλλιτεχνών, αλλά είναι πιο κάτω από αυτές που σκάνε σαν πυροτεχνήματα από ψηλά και φαίνονται να κυριαρχούν και να σφραγίζουν αυτές τις δεκαετίες μουσικά τη χώρα μας.

    Πόσο λεπτή είναι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ πολιτικής και καλλιτεχνικής πορείας, όταν ένας άνθρωπος αποφασίζει να χαράξει και τα δυο; Πρέπει να παίρνονται τέτοια ρίσκα;
    Ποτέ δε θεωρούσα το χώρο μας ένα χώρο που θα πρέπει κανείς να τον εκμεταλλεύεται για πολιτικούς σκοπούς. Ο χώρος μας θα πρέπει να έχει τη δύναμη να εξυπηρετεί τους πολίτες μόνο σε ειδικές στιγμές εθνικής ανάγκης. Ο τραγουδιστής, η μουσική και όλα αυτά μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα εθνικό ξεσήκωμα, σε μια εθνική ανάγκη. Εκεί στρατεύεται, όποιος κι αν ειναι, στρατευμένος ή μη, και υπηρετεί την ανάγκη της πατρίδας μας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, που θεωρείται κατεξοχήν στρατευμένος συνθέτης, έχει χάσει μεγάλο μέρος εκτίμησης του μουσικόφιλου κοινού για το ρόλο που έπαιξε. Από την άλλη μεριά όμως, του αναγνωρίζουν τον πολιτικό ρόλο που επέλεξε να παίξει σε όλη αυτή την πορεία της ζωής του. Εφόσον μιλάμε για το δικό μας μουσικό χώρο, δε θα πρέπει ο καλλιτέχνης να μπερδεύεται στην πολιτική, αλλά να ασχολείται αποκλειστικά με τις μουσικές του. Πρέπει να στοχεύει στις καρδιές του κόσμου, την ψυχή του, να τον συντροφεύσει στις καλές και κακές στιγμές της ζωής του, στις δύσκολες, στις άνοστες, στις νόστιμες, σε όλες τις εκφράσεις της.

    Γιατί δεν προτίμησες να κάνεις σταδιοδρομία στο εξωτερικό, όντας ποπ και άρα με μεγαλύτερες προοπτικές έξω;
    Μου το επέλεξαν κάποτε, δεν το επέλεξα. Η εταιρεία μου, η Polygram, με έστειλε τότε στη Γερμανία και με ανέλαβε ο Λέανδρος, ο πατέρας της Βίκης Λεάνδρου. Κάναμε 4 δίσκους στα Γερμανικά με σκοπό να κατακτήσουμε τη γερμανική αγορά και από κει και πέρα ό,τι προέκυπτε για την αγγλική και περαιτέρω. Πήγα στη Γερμανία, έκανα τα τραγούδια αυτά με σκοπό να εγκατασταθώ στη Γερμανία μόνιμα, αλλά ομολογώ ότι δε μου άρεσε καθόλου η ιδέα να τραγουδάω και να πασχίζω να κάνω μια καριέρα σε μια ξένη χώρα, ώστε να κάνω περισσότερα χρήματα και περισσότερη δόξα. Μα και στην Ελλάδα ήμουν πανευτυχής με ό,τι είχα και περνούσα ωραία. Έτσι πήρα την απόφαση μαζί με την Αλίκη ότι δεν είναι αυτό που ζητάμε και να γυρίσουμε πίσω στην Ελλάδα να κάνουμε την οικογένειά μας.

    Έχεις ζήσει μια ζωή γεμάτη με προσωπικές και επαγγελματικές επιτυχίες.
    Τι έχεις αφήσει ανεκπλήρωτο;

    Θα ήθελα να τελειώσει η καριέρα μου με καλές μέρες και όχι με κακές. Τα στερνά μου να τιμήσουν τα πρώτα. Δεν εχω τίποτα, που αισθάνομαι ότι άφησα πίσω κενό για να γυρίσω να το φτιάξω.

    Πόσο εύκολο ή δύσκολο είναι για έναν διάσημο για πολλά χρόνια καλλιτέχνη να «προετοιμαστεί» ψυχολογικά ότι θα φτάσει κάποτε η στιγμή που θα πρέπει να ξεκουραστεί και δε θα έχει την ενεργό συμμετοχή της καριέρας;
    Δε νομίζω ότι ένας δημοφιλής καλλιτέχνης που τον αγαπάει το κοινό τον αφήνει να ξεκουραστεί. Δεν είναι θέμα επιλογής του καλλιτέχνη, αλλά θέμα επιλογής του κοινού. Όταν θα βγει ο δημοφιλής αυτός καλλιτέχνης να πάει στο καφενείο να πιει τον καφέ του με το μπαστουνάκι του και τον πλησιάσει κάποιος και του πει «τι έζησα μαζί σου, τι έχω να θυμάμαι! Θα ήθελα να σε δω πού εμφανίζεσαι;» Θα του πει ο παππούς ότι δεν εμφανίζεται πουθενά και θα του πουνε «μα γιατί;». Τότε ο παππούς θα αναρωτηθεί «άραγε γιατί;» Υπάρχει μόνο η αγάπη του κοινού που θα κινεί πάντα τις αποφάσεις και τις συμπεριφορές του δημοφιλούς καλλιτέχνη.

    Η σωματική κούραση όμως του καλλιτέχνη;
    Για μένα, μπορεί η κούραση να είναι πιο εύκολη τώρα, αλλά είναι και θαυμαστό το πώς αντλώ δύναμη μέσα από κει που δεν ξέρω αν υπάρχει άλλη. Κι όμως υπάρχουν αποθέματα. Το καταλαβαίνω από τη ζωντάνια που αισθάνομαι στα live μου.

    Ποιες είναι οι συνιστώσες μιας ποιοτικής ζωής για να φαινόμαστε και να αισθανόμαστε νέοι με την πάροδο του χρόνου;
    Πρώτα απ’όλα πρέπει κάποιος να έχει σωστή διατροφή. Να διατηρεί το σωστό βάρος και να έχει μια καλή φυσική ζωή, που έχει να κάνει με τον ύπνο και με το πρόγραμμα της ημέρας. Μια φράση πρέπει να ακολουθηθεί: Παν μέτρον άριστον.

    Ένα μήνυμα προς τον κόσμο που σε παρακολουθεί όλα αυτά τα χρόνια.
    Να αγαπάτε. Πρώτα τον εαυτό σας και μετά όλους τους άλλους. Και δεν εννοώ τον εαυτουλισμό. Η αληθινή αγάπη έχει άλλη διάσταση κι έννοια.

    Πασχάλη σε ευχαριστώ πολύ.
    Να είσαι καλά Γιάννη

    Πασχάλης: Tα ιντερνετικά ραδιόφωνα μου θυμίζουν τους ραδιοπειρατές του

    Ευχαριστώ πολύ τα μέλη και τους φίλους του ΜΗ που συνέβαλαν με τον δικό τους τρόπο στη συνέντευξη αυτή.





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #28468   /   26.02.2014, 09:57   /   Αναφορά

    Θυμήθηκα τα νιάτα μου στα 60'ς με τις μουσικές του Πασχάλη...Συγκίνηση..

    #28470   /   26.02.2014, 13:46   /   Αναφορά

    Συγχαρητήρια και ευχαριστίες στον Deos και στο Musicheaven για την πολύ ενδιαφέρουσα και σημαντική αυτή συνέντευξη. Τη διάβασα με πολύ ενδιαφέρον και συγκίνηση, «ρουφώντας» κυριολεκτικά την κάθε της λέξη. Και θα την ξαναδιαβάσω πολλές φορές.


    Ο Πασχάλης είναι ένας πολύ αγαπητός τραγουδιστής της γενιάς μου, αλλά και των επόμενων γενεών και το όνομά του είναι συνυφασμένο με την ιστορία της ελληνικής «ποπ» μουσικής. Πολυτάλαντος, με ταλέντο στο τραγούδι, τη μουσική, το στίχο, τη σύνθεση, ακόμα και στη ζωγραφική. Αυτοδίδακτος και αυτοδημιούργητος, ξεκίνησε σαν ερασιτέχνης και έφτασε με την αξία του στην κορυφή. Πρωτοπόρος, εισήγαγε τον ελληνικό στίχο στα τραγούδια της νεολαίας. Δεν αντέγραψε δουλικά, πιθηκίζοντας, τα ξένα πρότυπα, αλλά τα αφομοίωσε και τα προσάρμοσε στη δική μας πραγματικότητα. Φτωχόπαιδο, από πολυμελή οικογένεια οικοδόμου, γεννημένος σε πλίθινο σπίτι, σε μικρή επαρχιακή πόλη, έπεσε στη βιοπάλη από τα 14, αλλά ξενυχτούσε αγκαλιά με το ραδιόφωνο και από έφηβος μπήκε σε ερασιτεχνικά συγκροτήματα. Αληθινός, απλός, δραστήριος και αισιόδοξος, εξακολουθεί να είναι παρών, να μένει νέος και να κάνει όνειρα και σχέδια για το μέλλον.


    Και μια παρατήρηση σαν ραδιοερασιτέχνης για το ιντερνετικό «ραδιόφωνο»: Δεν είναι «ράδιο», γιατί μεταδίδεται με σύρματα και όχι ασύρματα, με ραδιοκύματα (ερτζιανά).


     

    #28471   /   26.02.2014, 15:20   /   Αναφορά

    Καλησπέρα. Η συνέντευξη μεστή, οι ερωτήσεις καίριες και οι απαντήσεις προσεκτικές. Όμως ήρθε η ώρα να πω κανά-δυό λογάκια. Η έπαρση του καλλιτέχνη είναι μεγάλη και δεν κρύβεται μέσα από τη ροή του λόγου, ιδίως στο τελευταίο κομμάτι της συνέντευξης. Ένα μελανό σημείο της καριέρας του κυρίου Αρβανιτίδη, είναι όταν αποφάσισε να κάνει σόλο καριέρα και κατά κάποιο τρόπο δεν θέλησε να συνεργαστεί με του Olympians (βλέπε συνέτευξη του κυρίου Άλκη Κακαλιάγκου στο CHE). Τα σχόλια του κυρίου Αρβανιτίδη για την συνέντευξη αυτή φανερώνουν ότι έχουν συνταχθεί από κάποιο "νομικό" μυαλό. Λυπάμαι για τα λόγια που έγραψα, αλλά δεν μετανιώνω, ούτε πρόκειται να ασχοληθώ με τυχόν απάντηση του Πασχάλη. Ε.Σ.

    CHE
    #28473   /   26.02.2014, 20:46   /   Αναφορά

    Κι εμένα μου άρεσε πολύ η συνέντευξη. Ο Πασχάλης πάντα μου ήταν -και είναι ακόμα- συμπαθής. Δεν είναι τυχαίο ότι παρά το θόρυβο που δημιουργήθηκε τα τελευταία χρόνια με την περίφημη ιστορία του παιδιού -όπου η στάση του ζεύγους Αρβανιτίδη δεν είναι κι η καλύτερη (sic)- ο κόσμος εξακολουθεί να αγαπάει (και δικαίως) τον Πασχάλη. Αν ήταν άλλος καλλιτέχνης με το ίδιο σκάνδαλο θα είχε "διαγραφεί" με τον χειρότερο τρόπο από τη συλλογική μνήμη. Όμως η αγάπη του κόσμου για τον Πασχάλη αποδεικνύεται εξαιρετικά ανθεκτική κι αυτή είναι ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία του Πασχάλη. Θα μπορούσα να διηγηθώ πολλά περιστατικά του παρελθόντος προς επίρρωσιν των όσων λέω, αλλά δεν θα ήθελα να κάνω κατάχρηση του χώρου και του χρόνου. Το σημαντικό είναι ότι ο Πασχάλης συνειδητοποιεί το σημαντικό ρόλο που έχει παίξει ως ένα κομμάτι της παιδικής/εφηβικής αθωότητας πολλών από εμάς κι αυτή η κληρονομιά είναι πολύ βαριά.


    Γιάννη, συγχαρητήρια!

    #28511   /   12.03.2014, 02:54   /   Αναφορά

    Καταπληκτική συνέντευξη. Οι ερωτήσεις όλες μία και μία :-) Δέν γνώριζα για το κοινό του παρελθόν με τον Νίκο Παπάζογλου και άλλα που μου τον έκαναν ακόμα πιο αγαπητό. Μάθαμε τελικά ποιός είναι ο Αλέξης που κρύβεται πίσω απο τις λέξεις και ποιές λέξεις ήταν αυτές. Χίλια μπράβο John Deos!