ελληνική μουσική
    Η Ελληνική Μουσική Κοινότητα από το 1997
    αρχική > e-Περιοδικό > Συνεντεύξεις

    «Με πνίγει τούτη η σιωπή»

    Γράφοντας το "Με πνίγει τούτη η σιωπή", ο Κώστας Κωτούλας έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό. Πέρα από αυτό όμως είναι ένας άνθρωπος που αγάπησε και υπηρέτησε με πάθος το ελληνικό τραγούδι, μέσα από διάφορες θέσεις.

    «Με πνίγει τούτη η σιωπή»

    Γράφει ο Σπύρος Αραβανής (spiroos)
    63 άρθρα στο MusicHeaven
    Σάββατο 10 Οκτ 2015

    Στιχουργός, ραδιοφωνικός παραγωγός, παραγωγός δίσκων και αρθρογράφος, ο Κώστας Κωτούλας μας χάρισε εκτός των άλλων, το 1992, το «Τραγούδι γυμνό», ένα ζωντανό ραδιοφωνικό ανθολόγιο-δίσκο, μερικών εκ των σημαντικότερων καλλιτεχνών και τραγουδιών της έντεχνης ελληνικής μουσικής. Η συνέντευξη που ακολουθεί είχε πραγματοποιηθεί πριν μερικά χρόνια για λογαριασμό του περιοδικού «Δίφωνο».


    Ας ξετυλίξουμε το νήμα απ’ την αρχή…

    Γεννήθηκα στην Ναύπακτο καταγόμενος από μια μεσοαστική οικογένεια. Χάρη στην κατά πέντε χρόνια μεγαλύτερη μου αδελφή, η οποία σπούδαζε ελληνική φιλολογία στην Αθήνα, και στις βιβλιοθήκες των λεγομένων τότε Χριστιανικών Εστιών είχα εξαντλήσει τα διαβάσματά μου από την ελληνική και ξένη λογοτεχνία τελειώνοντας ήδη το γυμνάσιο.  Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω δικηγόρος και για να του κάνω το χατίρι αλλά και για να μπορώ να φύγω από την επαρχία, ήρθα στην Αθήνα και σπούδασα Νομική, πήρα μάλιστα και την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος. Όταν τα τελείωσα του είπα: «ωραία, τώρα μπορώ να κάνω ό,τι θέλω;».

     

    Και τι ήταν αυτό που θέλατε;

    Είμαι ένας άνθρωπος που μου άρεσε η τέχνη. Υπήρξα τυχερός γιατί την περίοδο που ήμουν φοιτητής, τη δεκαετία του 60,  δρούσαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που διαμόρφωσαν τον νεοελληνικό πολιτισμό. Έτσι παρακολούθησα όλα τα μεγάλα έργα στην πρώτη τους παρουσίαση. Θυμάμαι τον κόσμο που μαζεύτηκε σε ουρές στην προπώληση των εισιτηρίων όταν ακούστηκε πως θα έρθει η Μελίνα Μερκούρη να παίξει το «Γλυκό πουλί της νιότης» για ένα μόνο μήνα όμως,  ως χάρη στον Κουν.

     

    Φαντάζομαι δεν ήταν για λόγους διαφημιστικούς, όπως σήμερα, δηλαδή ανακοινώνουμε 15 μόνο παραστάσεις με σκοπό να γίνουν 3 μήνες…

    Όχι, δεν μπορούσε να παίξει περισσότερο γιατί τότε είχε υποχρεώσεις στο εξωτερικό. Μάλιστα η αμοιβή της από το Θέατρο Τέχνης, ήταν ένα μόνο φόρεμα, το θυμάμαι, μπλε μακρύ με στρας, το οποίο θα φόραγε στην παράσταση. Στήθηκα, λοιπόν, κι εγώ στην ουρά ένα μήνα πριν, για να πάρω εισιτήριο. Και τη μέρα της παράστασης έτυχε να έχω εξετάσεις. Ε δεν πήγα φυσικά στις εξετάσεις…

     

    Τότε είχατε προσωπική επαφή με ανθρώπους από τον καλλιτεχνικό χώρο;

    Όχι. Οι πρώτες μου γνωριμίες ήταν όταν πήγα φαντάρος, μετά τις σπουδές,  όπου συνυπηρετούσα με τον Γιώργο Μαρίνο, τον Γιώργο Παπαστεφάνου και τον Κώστα Καφάση. Αυτοί ήταν οι πρώτοι τρεις άνθρωποι του χώρου που γνώρισα. Μάλιστα έχει ενδιαφέρον η γνωριμία μου με τον Παπαστεφάνου: Θέλοντας κάποια φορά να αποφύγω μια επιθεώρηση, κρύφτηκα σε ένα μέρος. Εκεί είδα ένα στρατιώτη να φορτώνει έντυπα σε ένα φορτηγό. Ο λοχίας που τον επέβλεπε του έκανε μουσικές ερωτήσεις. Αυτός φαινόταν να έχει άπειρες γνώσεις για το ξένο τραγούδι. Μόλις τέλειωσαν τον πλησίασα και τον ρώτησα αν έχει γνώσεις και για το ελληνικό τραγούδι. Ξεκινήσαμε μάλιστα μεταξύ μας ένα διαγωνισμό γνώσεων. Αυτός δεν ήξερε μόνο ένα τραγούδι του Χατζιδάκι και εγώ του Θεοδωράκη…Έτσι, λοιπόν, γνώρισα τον Παπαστεφάνου με τον οποίο είμαστε φίλοι μέχρι σήμερα. Χάρη σε αυτόν μπήκα στις καλλιτεχνικές παρέες.

     

    Μέχρι τότε είχατε κάνει στιχουργικές απόπειρες;

    Όχι, έγραψα στίχους πολύ αργότερα. Θέλω να επιμείνουμε όμως στο θέμα της παρέας γιατί υπήρξα πολύ τυχερός με τις γνωριμίες μου. Σε μια από τις εξόδους μας, δίπλα μου καθόταν ένας που δεν τον ήξερα. Όταν συστηθήκαμε μου είπε ότι έχει μια διαφημιστική εταιρεία και μάλιστα με ρώτησε αν θέλω να δουλέψω σε αυτή. Ήταν ο Νίκος Δήμου, ο συγγραφέας. Δουλέψαμε μαζί 18 χρόνια. Ήμουν επιμελητής προγραμμάτων. Η διαφήμιση τότε ήταν ένα μεγάλο σχολείο και σου γνώριζε πολύ κόσμο. Δεν ήταν ένα ψυχρό πράγμα. Είχαμε για κειμενογράφους ανθρώπους που αργότερα έγιναν σπουδαίοι συγγραφείς. Ο Μάριος Ποντίκας, ο Γιώργος Σκούρτης, η Παυλίνα Παμπούδη, η Νατάσσα Χατζιδάκι, ο Κώστας Μουρσελάς κ.ά. Πήγαινα στη δουλειά μου με χαρά γιατί ήξερα ότι θα συναντήσω αυτούς τους ανθρώπους. Όταν όμως η εταιρεία πέρασε στα χέρια πολυεθνικής, δεν άντεξα και μετά από δύο χρόνια.  υπέβαλλα την παραίτησή μου Στα 45 μου χρόνια έμεινα άνεργος.

     

    Για ποια χρονική περίοδο μιλάτε;

    Όταν άνοιξε ο Αθήνα 9,84…Δηλαδή στα τέλη του ‘80. Υπήρξα και πάλι τυχερός γιατί χάρη στο Δήμου που γνώριζε τον Τζανετάκο, το διευθυντή τους σταθμού, ήμουν από τους πρώτους που δούλεψα σε αυτόν. Τη σύνταξή μου την πήρα από εκεί, το 2003.  Έκανα καθημερινή εκπομπή, 9-10 το βράδυ. Εκεί, έχοντας αποκτήσει φιλικές σχέσεις με πολλούς τραγουδιστές, άρχισα να τους καλώ στο σταθμό να παίξουν ζωντανά τα τραγούδια τους. Έτσι αποκτώ ένα τεράστιο υλικό το οποίο άρχισα να αναμεταδίδω στις εκπομπές μου. Κάποια φορά άκουσε μια τέτοια εκπομπή ο Γιώργος Μακράκης και μου πρότεινε να κάνουμε ένα δίσκο, συλλογή με αυτά τα τραγούδια. Όταν με ρώτησε τι τίτλο να βάλουμε του είπα: «Το τραγούδι γυμνό» . Είχε αντιρρήσεις. Πίστευε ότι θα σοκάρει ως τίτλος. Η λέξη «γυμνό», στη συνέχεια, δημιούργησε μπορώ να πω μια σχολή, ξεκίνησαν να λένε και για παραστάσεις, για δίσκους κτλ, εννοώντας με αυτό τον τρόπο το απλό, το απέριττο.

     

    Ένας πρωτότυπος δίσκος που αποτελεί πια ορόσημο βεβαίως.

    Ο δίσκος για να κυκλοφορήσει είχε πάρα πολλές περιπέτειες. Ορισμένες εταιρείες αρνούνταν να δώσουν την άδεια για τα τραγούδια. Παλικαράκι σε αυτό στάθηκε η Χαρούλα Αλεξίου, η οποία έβαλε τις πλάτες της στην εταιρεία της, στον Μάτσα, για να πάρουμε την άδεια. Στην εκπομπή είχε παίξει και για πρώτη φορά τον «Άνθρωπο του κάβου», το τραγούδι που έβαλε στο δίσκο της «Οδό Νεφέλης ‘88». Θυμάμαι μάλιστα πως πριν κυκλοφορήσει αυτός, μου ζήτησε την άδεια μου για το τραγούδι της, και επειδή εγώ παραξενεύτηκα μου είπε: «Κώστα, έτσι πρέπει να γίνεται..» Το λέω γιατί τα καλά πράγματα πρέπει να αναφέρονται. Αντίθετα μου έψησε το ψάρι στα χείλη η Άλκηστις Πρωτοψάλτη, επειδή ήθελε να είναι πρώτη στο δίσκο.

     

    Επί τη ευκαιρία δεν ήσασταν αυτός που γνωρίσατε τα μουσικά θέματα του «Καιρού των Τσιγγανων» στην Πρωτοψάλτη και τη Νικολακοπούλου;

    Ναι, η Πρωτοψάλτη μου χρωστάει τη μεγαλύτερή της επιτυχία, το «Βενζινάδικο». Τη μελωδία του τραγουδιού την γνώρισα πρώτα στην Πρωτοψάλτη και αυτή μετά συνεργάστηκε με την Νικολακοπούλου στους ελληνικούς στίχους. Τη μελωδία μάλιστα την είχα σήμα στην εκπομπή μου για έξι μήνες. Η Πρωτοψάλτη όμως, όταν έγινε σουξέ, το πήρε επάνω της. Έπλασε μια δική της ιστορία ότι άκουσε τη μελωδία σε ένα κινηματογράφο της Νέας Σμύρνης κτλ. Αντίθετα η Νικολακοπούλου μέχρι σήμερα αναγνωρίζει την προσφορά μου προς αυτό. Έχω μάλιστα και το χειρόγραφο σημείωμά της που με ευχαριστεί. Στο δίσκο υπάρχει μόνο ένα ευχαριστήριο με μικρά γράμματα και φυσικά δεν ζήτησα ούτε πήρα ποτέ χρήματα για αυτό.

     

    Ας επιστρέψουμε στην ιστορία με το «Τραγουδι γυμνό».

    Η Χαρούλα, λοιπόν, από την άλλη, επειδή το τραγούδι της ήταν σε πρώτη εκτέλεση, όλα τα άλλα ήταν σε δεύτερη- μου ζήτησε και αυτή να μπει πρώτο.  Έπαθα νεύρωση στομάχου. Αποφάσισα στην αρχή  να μη βγει ο δίσκος. Τελικά βρήκα τη σολωμόντεια λύση. Να μπουν και τα δύο τραγούδια ως πρώτα στις δύο πλευρές του δίσκου…

     

    Το «Τραγούδι γυμνό» ήταν και η πρώτη σας συνεπώς άτυπη παραγωγή.

    Ναι, και μάλιστα εξ’ αιτίας αυτού του δίσκου έγινα στη συνέχεια και παραγωγός, μου άνοιξε χώρο εκεί που δεν τον φανταζόμουνα.  Μου τηλεφώνησε ένας ιδιοκτήτης μιας μικρής εταιρείας δίσκων, της Artistic,  ο Μάκης Αναγνώπουλος,  και μου ζήτησε να αναλάβω τη διεύθυνση παραγωγής. Αυτό κυκλοφορούσε λαϊκούς δίσκους. Του πρότεινα να δημιουργήσουμε και ένα νέο label, πιο έντεχνο. Έτσι δημιουργήθηκε, το 1992,   η «Ανατολή» και κυκλοφορήσαμε το δίσκο της Νένας Βενετσάνου, της Μαίρης Λίντα, του Σταύρου Κουγιουμτζή, του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου, του Χρήστου Λεοντή κ.ά. Μετά από λίγα χρόνια πούλησε την εταιρεία στη Lyra και την ΜΒΙ. Εγώ πήρα την αποζημίωση και έφυγα για διακοπές, ήταν καλοκαίρι. Αμέσως όμως δέχτηκα τηλεφώνημα από τον Δημήτρη Κάππο, τον υπεύθυνο της MBI, να γυρίσω και να ξεκινήσουμε τη συνεργασία. Έτσι προέκυψαν οι παραγωγές μου σε δίσκους του Θαλασσινού, του Ανδρεάτου, των Χαίνηδων και βεβαίως του Στέλιου Καζαντζίδη, μια δουλειά που ήταν για μένα πολύ μεγάλη τιμή καθώς μέχρι τότε είχε απορρίψει όλους τους παραγωγούς που είχαν οι εταιρείες. Το προηγούμενο βράδυ πριν πάω να γνωρίσω τον Καζαντζίδη στο στούντιο, δεν έκλεισα μάτι. Ήταν αρχοντικός. Για τους δικούς του ανθρώπους ήταν ο Στέλιος.

     

     

    Υπάρχουν άλλοι δίσκοι ή καλλιτέχνες που τους θεωρείτε προσωπική σας επιτυχία ως παραγωγός;

    Όσο και να ακούγεται εγωιστικό θεωρώ επιτυχία μου την ανάδειξη της Νένας Βενετσάνου. Όταν της πρότεινα δίσκο, η Νένα ήταν κυριολεκτικά στην απέξω. Επίσης θεωρώ σημαντική τη δουλειά που έκανα ως προς την αναδιοργάνωση του παλιού υλικού της ΜΒΙ και της Lyra. Με τις ώρες κατέβαινα στα αρχεία και έψαχνα το υλικό τους. Έτσι προέκυψαν πολλές συλλογές τραγουδιών που κυκλοφόρησαν ως premium cd στις εφημερίδες και μετά κυκλοφορούσαν ως αυτοτελείς δίσκοι. Τέλος, είμαι περήφανος για τις εκπομπές που έκανα κάθε Σάββατο βράδυ στις 10, στον 9,84, όπου μετέδιδα τις καλύτερες στιγμές από προγράμματα νυχτερινών μαγαζιών που παρακολουθούσα. Δυστυχώς αυτά τα αρχεία έχουν καταστραφεί.

     

    Η σχέση σας με τη στιχουργική πότε ξεκινάει;

    Ξεκίνησε όταν ήμουν γύρω στα 28. Άκουγα τις μελωδίες, τους ορχηστρικούς δίσκους που έγραφε ο Σπανός, -και τους υπέγραφε στο εξωτερικό ως Κυριάκος- και έγραφα λόγια πάνω σε αυτές. Σε μια από αυτές τις μουσικές γράφτηκε το πρώτο τραγούδι μου, «Η Ελένη στο μπαλκόνι».  Αυτό που με ενδιέφερε περισσότερο ήταν όχι να σταδιοδρομήσω ως στιχουργός, αλλά να έρθω σε επαφή με ορισμένους τραγουδιστές τους οποίους θαύμαζα. Θυμάμαι ότι όταν ένας τραγουδιστής τραγουδούσε στίχους μου, έπαιρνα μια φωτογραφία του, του ζητούσα να υπογράψει πάνω σε αυτή και την έβαζα στον τοίχο μου. Ο Μιχάλης Βιολάρης, η Καίτη Χωματά, η Ρένα Κουμιώτη,  ο Αλέξης Γεωργίου κ.ά.

     

    Σχεδόν αποκλειστικά σχεδόν συνεργαστήκατε με τον Σπανό. Γιατί δεν συνεργαστήκατε και με άλλους συνθέτες;

    Ο Γιάννης ήταν λίγο περίεργος σε αυτά τα πράγματα. Όταν κάποια στιγμή θέλησα να γράψω και με άλλους συνθέτες, ενοχλήθηκε λιγάκι. Δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί να συνεργαστώ και με άλλους αφού είχαμε τη δυνατότητα να δημιουργούμε μαζί. Αφού δεν ήταν θέμα χρημάτων, δεν ήταν το επάγγελμά μου, δεν μπορούσε να καταλάβει γιατί θέλω να συνεργαστώ και με άλλους. Με τον Γιάννη γράφουμε και τα πρώτα τραγούδια της Δήμητρας Γαλάνη, ένα από αυτά ήταν και το «Με πνίγει τούτη η σιωπή», το οποίο και ξαναέκανε στις μέρες μας μεγάλη επιτυχία ο Γιώργος Καραδήμος. Γενικά έχω υπογράψει στιχουργικά γύρω στα 40 τραγούδια.

     

    Ραδιοφωνικός παραγωγός, παραγωγός δίσκων και με τόσες γνωριμίες πώς και δεν γράψατε περισσότερα τραγούδια…;

    Από κάποια στιγμή και μετά η ανάγκη μου να γράφω στίχους μου έφυγε. Δεν μπορούσα να γράφω αν και μου το ζητούσανε. Δεν ήθελα να εκμεταλλευτώ τη θέση μου.

     

    Ακούγεται πολύ γενναίο αυτό…

    Διοχέτευσα, όμως, την ανάγκη μου να γράφω αλλού. Άρχισα να γράφω κείμενα και να συνεργάζομαι με διάφορα περιοδικά και εφημερίδες, όπως τη «Λέξη», το «Τέταρτο», το «Διαβάζω»,στις «24 ώρες» κ.ά.

     

    Διαβάζοντας τα κείμενά σας στη «Λέξη», προκαλεί εντύπωση η κριτική που ασκείτε σε πράγματα και σε ανθρώπους του χώρου όπως τον Λευτέρη Παπαδόπουλο, τον Κώστα Γεωργουσόπουλο, τον Γιάννη Μαρκόπουλο κ.ά. Πόσο εύκολη ήταν αυτή η «ελευθεροστομία» σας;

    Με τον Παπαδόπουλο και τον Γεωργουσόπουλο ξεκίνησε μια φοβερή διαμάχη. Και οι δυο τους όμως είναι άνθρωποι ποιότητας. Δεν εξελίχθηκε η διαμάχη σε μίσος. Και οι δυο τους όταν χρειάστηκε, έγραψαν καλά λόγια για μένα. Κανείς δεν μου έχει κρατήσει κακία για αυτά που έγραφα.

     

    Εντύπωση μου κάνει, επίσης, η επικαιρότητα των σκέψεών σας: στα 1984, μιλάγατε για τα «καλοκαιριάτικα πολιτισμικά καραβάνια της αρπαχτής», για τους «βιγλάτορες», αυτούς δηλαδή που έχουν γνώμη για όλους και για όλα κ.ά.

    Τα κείμενα αυτά μου τα ζήτησε ο Καστανιώτης να τα εκδώσει σε βιβλίο, το οποίο είχε τον τίτλο «Δια «λέξεις»». Εξαιτίας του τίτλου πρέπει να σου πω  και το εξής αστείο: αγοράστηκε από σχολικές βιβλιοθήκες διότι νόμιζαν ότι περιείχε κείμενα και ομιλίες για σχολικές γιορτές…

     

    Σήμερα ποια είναι η σχέση σας με το ελληνικό τραγούδι;

    Δεν έχω καμία επαγγελματική σχέση. Έχω μόνο σχέση με το Φεστιβάλ χορωδιών που γίνεται ανά δυο χρόνια στη Ναύπακτο και υπό την αιγίδα του Μίκη Θεοδωράκη, που είναι επίτιμος δημότης. Ακούω τραγούδια μόνο στο αυτοκίνητο, κυρίως τον Μελωδία και το Δεύτερο Πρόγραμμα. Από τους νέους μου αρέσει πολύ η Μόνικα και ο Δώρος Δημοσθένους. Έχω όμως την αίσθηση ότι λείπει η αθωότητα από το σημερινό τραγούδι.

     

    Αισθάνεστε χορτασμένος ως άνθρωπος και ως δημιουργός;

    Ναι, είμαι χορτασμένος. Και από τις επιτυχίες των φίλων μου που πάντα τις θεωρούσα και δικές μου επιτυχίες. Δεν ζήλεψα ποτέ. Είχα μάλλον αυτό το προσόν. 





    Γίνε ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

    Αν σου αρέσει να γράφεις για μουσικά θέματα, σε περιμένουμε στην ομάδα συντακτών του ιστορικού, ανεξάρτητου, πολυφωνικού, υγιούς και δημοφιλούς ηλεκτρονικού περιοδικού μας.

    Στείλε το άρθρο σου

    σχολιάστε το άρθρο


    Για να στείλετε σχόλιο πρέπει να είστε μέλος του MusicHeaven. Παρακαλούμε εγγραφείτε ή συνδεθείτε

    #29329   /   10.10.2015, 14:21   /   Αναφορά
    Πολύ καλή συνέντευξη απ' την οποία αποκομίζεις αρκετά από τα τεκταινόμενα των δεκαετιών 60 - 80. Μου άρεσαν και οι ερωτήσεις και οι απαντήσεις.
    Πάντα τέτοια